Όγιος στο Contra.gr: “Ο Μέσι θα παίξει όπου νιώσει χαρούμενος”
Ο Άνχελ Γκιγέρμο Όγιος, προπονητής του Μέσι το 2003 στην ομάδα Νέων της Μπαρτσελόνα, μιλάει στο Contra.gr για τη φιλική του σχέση με τον Λέο, τη συνεργασία τους στη Μασία, την ιστορική φανέλα-δώρο με το νούμερο "30", τη φουρνιά της Pep Team, τις αναμνήσεις του από την Ελλάδα και την Αλντοσίβι, τωρινή του ομάδα στην Αργεντινή.
Με αφορμή τη συμπλήρωση είκοσι χρόνων από το ιστορικό ραντεβού της 14ης Δεκεμβρίου του 2000 στη Βαρκελώνη, ανάμεσα στον Τσάρλι Ρεσάκ (τότε τεχνικό γραμματέα της Μπαρτσελόνα) και τους Οράσιο Γκατσιόλι και Τζουσέπ Μαρία Μινγκέγια (τότε εκπροσώπων του Λέο Μέσι), όπου υπογράφηκε η θρυλική χαρτοπετσέτα ως η πρώτη δέσμευση των “μπλαουγκράνα” για την υπογραφή συμβολαίου με τον 13χρονο Αργεντίνο και στο πλαίσιο του μεγάλου αφιερώματος του Contra.gr στον σούπερ σταρ της Μπάρσα, μιλήσαμε με τον Άνχελ Γκιγέρμο Όγιος, έναν εκ των προπονητών του στη Μασία, με τον οποίο τον συνδέει μέχρι σήμερα μια βαθιά φιλία. Ο Όγιος βέβαια, κάθε άλλο παρά άγνωστος είναι στη χώρα μας, αφού έχει εργαστεί στο παρελθόν ως προπονητής σε διάφορες ελληνικές ομάδες.
Πριν περάσουμε σε όσα μας είπε για τη γνωριμία και τη σχέση του με τον Μέσι, ας πούμε πρώτα λίγα λόγια για τον ίδιο. Ο Όγιος γεννήθηκε το 1963 στην Κόρδοβα της Αργεντινής και ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα από την Μπάνφιλντ (1979). Στη χώρα του φόρεσε τις φανέλες της Ταγέρες (1979-1980 & 1983-1984), της Μπόκα (1986-1989), της Χιμνάσια ι Εσγκρίμα (1990) και της Τσακαρίτα Τζούνιορς (1991-1992). Επίσης έπαιξε στη Ρεάλ Μαδρίτης Β (1981-1982), στην Μπλούμινγκ της Βολιβίας (1985), στην Έβερτον της Χιλής (1990-1991), στις Ντεπόρτες Τολίμα (1992-1993) και Ουνιόν Μαγδαλένα (1994) της Κολομβίας και τέλος, στις Ντεπορτίβο Τάτσιρα (1995), Ατλέτικο Ελ Βιχία (1996) και Μινερβέν (1997) της Βενεζουέλας.
Υπήρξε ένας πολύ καλός δημιουργικός μέσος, που μπορούσε να παίξει και στη θέση του μεσοεπιθετικού, αλλά ακόμα και ως επιθετικός. Όταν ολοκλήρωσε την καριέρα του, συνέχισε στην προπονητική, ξεκινώντας από τα τμήματα υποδομής της Μπαρτσελόνα στη Μασία. Στη συνέχεια ήρθε στην Ελλάδα, όπου εργάστηκε κατά σειρά στον Άρη (2006-2007), στον Ατρόμητο (2007-08), στον ΠΑΣ (2008-2009), στον Πανσερραϊκό (2009-2010) και αργότερα στον Ηρακλή (2013-14). Τη διετία 2016-2018 βρέθηκε στην Ουνιβερσιδάδ της Χιλής, τη σεζόν 2018-19 στη μεξικάνικη Άτλας και από το 2019 προπονεί την Αλντοσίβι της Μαρ δελ Πλάτα, που αγωνίζεται στην Πριμέρα Ντιβισιόν της Αργεντινής.
Το Contra.gr επικοινώνησε με τον Όγιος, ο οποίος ενθουσιάστηκε όταν άκουσε για Ελλάδα! Του εξήγησα το λόγο του τηλεφωνήματος και φυσικά δέχτηκε αμέσως να μοιραστεί με τους αναγνώστες τις αναμνήσεις του από τη συνύπαρξή του με τον Μέσι. Πριν περάσουμε στα όσα μας είπε, να συμπληρώσω εδώ ότι ο Όγιος κατέχει δυο “ρεκόρ”. Είναι ο πρώτος που το μακρινό 2003 “τόλμησε” τη σύγκριση ανάμεσα στον Λέο και τον Ντιέγο Μαραντόνα, λέγοντας ότι ο 16χρονος τότε Μέσι, του θύμιζε τον Μαραντόνα, αλλά είναι και ο μοναδικός άνθρωπος που ήταν παρών και στους δυο γάμους, εκείνον του “πελούσα” με την Κλαούντια Βιγιαφάνιε τον Νοέμβριο του 1989 στο μυθικό “Λούνα Παρκ” του Μπουένος Άιρες και αυτόν του “πούλγα” με την Αντονέλα Ροκούτσο τον Ιούνιο του 2017 στο Ροσάριο.
Ο ΓΚΙΓΕΡΜΟ ΟΓΙΟΣ ΣΤΟ CONTRA.GR
Αυτά τα λίγα για τον Όγιος, περνάμε σε όσα μας είπε στην τηλεφωνική μας επικοινωνία για τον Μέσι, την Μπαρτσελόνα, τις αναμνήσεις του από την Ελλάδα και την Αλντοσίβι, την ομάδα που προπονεί τα δυο τελευταία χρόνια στην Αργεντινή. (C= Contra, A.G.H.= Ángel Guillermo Hoyos)
C.: Γκιγέρμο ξεκινάω με την προφανή ερώτηση. Πότε γνώρισες τον Λέο;
A.G.H.: Ήταν το 2003, εγώ ήμουν προπονητής στους Νέους Β (Juvenil B) και ο Λέο μόλις είχε προβιβαστεί από τους Εφήβους (Cadete). Είχα ακούσει βέβαια κάποια πράγματα για αυτόν, αλλά τότε ήταν που γνωριστήκαμε.
C.: Ήταν ξεχωριστό και για τους δυο σας, ειδικότερα για τον Λέο, το γεγονός ότι ήσασταν συμπατριώτες;
A.G.H.: Σίγουρα ήταν ιδιαίτερο και για τους δυο μας. Στην αρχή είχαμε μιλήσει αρκετά, τον είχα ρωτήσει διάφορα για τη ζωή του στη Βαρκελώνη, πώς ένιωθε μακριά από την οικογένειά του και την πατρίδα. Ήταν όλο εκείνο πολύ όμορφο, γιατί χτίσαμε σιγά σιγά μια σχέση εμπιστοσύνης.
C.: Και αγωνιστικά πώς ξεκινήσατε; Ποιες ήταν οι πρώτες σου εντυπώσεις από τον Λέο;
A.G.H.: Από την πρώτη προπόνηση συνειδητοποίησα ότι απέναντί μου είχα έναν παίκτη από άλλη διάσταση! Οι δυνατότητές του ήταν τεράστιες, έδειχνε να μην έχει όρια. Είχα εντυπωσιαστεί από την τεχνική του τελειότητα αλλά και από την τακτική του αντίληψη. Το πλέον απίστευτο ήταν όλα αυτά που μπορούσε να κάνει σε περιορισμένο χώρο. Τι να σου πω, κυριολεκτικά δεν πίστευα στα μάτια μου με αυτά που έβλεπα. Δεν είχα ξαναδεί σε όλη την πορεία μου κάτι παρόμοιο, κανείς δε θα μπορούσε να τα κάνει αυτά. Η ικανότητα που είχε να αποφεύγει οποιονδήποτε αντίπαλο, αλλά και να τελειώνει τις φάσεις, ήταν κάτι μοναδικό.
C.: Φαντάζομαι ότι το ίδιο συνέβαινε και στους αγώνες.
A.G.H.: Προφανώς! Η πρώτη μου εμπειρία μαζί του σε αγωνιστικό επίπεδο, ήταν όταν λίγο μετά που ήρθε στους Νέους, ταξιδέψαμε στην Ιαπωνία για να πάρουμε μέρος σε ένα πολύ σημαντικό τουρνουά, το Toyota Cup. Δεν χρειάζεται βέβαια να πω ότι και εκεί εντυπωσίασε, ούτε ότι ανακηρύχθηκε πολυτιμότερος παίκτης του τουρνουά. Στον ίδιο ρυθμό συνέχισε και στα επόμενα παιχνίδια, είχαμε πάρει μέρος σε αρκετά τουρνουά ακόμα, πριν ξεκινήσει το πρωτάθλημα και σε όλα ήταν ο πρωταγωνιστής. Θυμάμαι σε ένα από αυτά, είχαμε αντιμετωπίσει τη Γιουβέντους, έτσι απλά νίκη 4-0 με μια εμφάνιση πραγματικό θέαμα του Λέο.
C.: Πόσο καιρό μείνατε μαζί στην ομάδα;
A.G.H.: Μόνο λίγους μήνες, γιατί λίγο αργότερα έφυγε από τη Β’ ομάδα των Νέων και πήγε στην Α’, στη συνέχεια στην Μπάρσα C, την Μπάρσα Β και τελικά στην πρώτη ομάδα. Όλα αυτά με μια τρομερή ταχύτητα. Ο προϊστάμενός μου στη Μασία, Τζουσέπ Κολομέρ, αυτός που με πήρε στις ακαδημίες της Μπαρτσελόνα, έλεγε ότι ο Λέο ήταν ικανός μέσα σε ένα μήνα να παίξει με την Α’ Νέων, τη Β’ Νέων, την Μπάρσα C και την Μπάρσα B, μόνο και μόνο για να έχει την ευχαρίστηση να βρίσκεται σε επαφή με την μπάλα. Η διαδρομή του όμως από τους Έφηβους μέχρι την πρώτη ομάδα ήταν απίστευτα γρήγορη και δείχνει τη συνεχή, αλματώδη βελτίωση που είχε σε τόσο νεαρή ηλικία. Μιλάμε για ένα πραγματικό φαινόμενο. Σκέψου μόνο ότι στο ξεκίνημα του 2003 βρισκόταν στους Έφηβους και τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς έκανε ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα στο ματς με την Πόρτο, δηλαδή μέσα σε 11 μήνες ανέβηκε πέντε ολόκληρα επίπεδα στην ιεραρχία! Πάντως πρέπει να πω ότι απόλαυσα κάθε στιγμή από αυτή τη συνεργασία.
C.: Εκτός από τη δική σας συνεργασία, ο Λέο είχε γνωρίσει και τον γιο σου, τον Άνχελ.
A.G.H.: Ναι, όταν ο Λέο ήταν στην Μπάρσα B, ο γιος μου έκανε προπονήσεις με εκείνη την ομάδα, περιμένοντας να εκδοθεί το ισπανικό του διαβατήριο και είχαν γνωριστεί οι δυο τους. Έχει γραφτεί πολλές φορές ότι ήταν συγκάτοικοι, αλλά αυτό δεν ισχύει.
C.: Εκτός από τον Λέο, ποιους άλλους γνωστούς παίκτες είχες στην ομάδα ως συμπαίκτες του;
A.G.H.: Μαζί ήταν ο Πικέ που λίγο αργότερα πήγε στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ο Σεσκ Φάμπρεγας, ο Πέδρο. Την επόμενη χρονιά ο Σέρχιο Μπουσκέτς, αλλά και δυο παίκτες που αργότερα πέρασαν και από την Ελλάδα, ο Σίτο Ριέρα και ο Τόνι Κάλβο.
C.: Γκιγέρμο έχεις κάποιο ενθύμιο από τον Λέο;
A.G.H.: Ναι, μου είχε χαρίσει μια δική του φανέλα την οποία έχω κορνιζάρει και την έχω στο σπίτι μου. Πρόκειται για μια ιστορική φανέλα, από το παινχίδι της Μπάρσα με τη Μίλαν στο “Σαν Σίρο” στις 20 Οκτωβρίου του 2004 για τους ομίλους του Champions League της σεζόν 2004/05. Ήταν η πρώτη φορά που ο Λέο έμπαινε στην αποστολή της πρώτης ομάδας για ευρωπαϊκό παιχνίδι. Φορούσε το νούμερο “30” στην πλάτη, είχε κάνει κανονικά ζέσταμα, αλλά τελικά δεν αγωνίστηκε. Όμως όταν επέστρεψε στη Βαρκελώνη, μου την έδωσε για ενθύμιο και όπως καταλαβαίνεις, την πήρα με πολλή συγκίνηση και την φυλάω ως κόρη οφθαλμού.
C.: Διατηρείτε ακόμα τη φιλική σχέση που αναπτύξατε στα χρόνια της Μασία;
A.G.H.: Η σχέση που έχουμε μέχρι σήμερα με τον Λέο, είναι προσωπική, δεν τη διατυμπανίζουμε, αλλά τη διατηρούμε μέσα μας ήσυχα, σιωπηλά και με σεβασμό. Ξέρεις, είναι κάτι πολύτιμο για μένα και οφείλεται όχι τόσο στο πόσο καλός παίκτης είναι, αλλά στο πόσο υπέροχος άνθρωπος έχει αποδειχτεί όλα αυτά τα χρόνια, από τότε που τον γνώρισα, μέχρι και σήμερα.
C.: Ωραία, πες μου πώς θα τον περιέγραφες ως παίκτη και ως άνθρωπο.
A.G.H.: Ο Λέο είναι ένας φανταστικός άνθρωπος, ένα υπόδειγμα γιου, συζύγου, πατέρα, φίλου. Είναι ταπεινός, απλός και να ξέρεις, δεν είναι καθόλου εύκολο να είσαι ο Μέσι. Όμως ο ίδιος διαχειρίζεται άψογα όλη αυτή τη λάμψη και τη φήμη, κατά τη γνώμη μου, είναι πρώτα ο χαρακτήρας και μετά ο παίκτης. Προσωπικά, με εντυπωσιάζει η ισορροπία που υπάρχει ανάμεσα στον ποδοσφαιριστή και στην προσωπική του ζωή. Αλλά και η διάρκεια σε όλο αυτό, η συνέπεια στο βάθος αυτών των είκοσι χρόνων, που τον ανέδειξε στον κορυφαίο παίκτη της ιστορίας της Μπαρτσελόνα. Είναι εκπληκτικό να βλέπεις ότι κάθε χρόνο έχει κάτι καινούργιο να παρουσιάσει, να δοκιμάσει και τελικά να πετύχει. Ο Λέο όλα αυτά τα χρόνια αναπτύσσεται και βελτιώνεται σε όλους τους τομείς, υπάρχουν στιγμές που ξεπερνάει το ίδιο το ποδόσφαιρο. Αλλά επιμένω, όλη η εικόνα του ως παίκτης, έχει αφετηρία τις αρετές του ως άνθρωπος. Όσο για τις ικανότητές του, τι να πρωτοπώ; Νομίζω ότι ο ατελείωτος αριθμός των τίτλων που κατέκτησε με την Μπαρτσελόνα όλα αυτά τα χρόνια, σε συνδυασμό με τις προσωπικές διακρίσεις, μιλάνε για τον ίδιο. Η ποιότητά του είναι τεράστια, η αντίληψή του μέσα στο παιχνίδι απίστευτη, η δημιουργία του μαγική, τα τελειώματά του μοναδικά. Ο απόλυτος ποδοσφαιριστής.
C.: Γκιγέρμο, εκείνη η εκπληκτική φουρνιά παικτών που ξεπήδησαν όλοι μαζί από τη Μασία και έφτιαξαν την Pep Team, αλλά είχαν διάρκεια στο χρόνο και στη συνέχεια, με τον Λουίς Ενρίκε κλπ, πιστεύεις ότι ήταν ανεπανάληπτη; Είναι κάτι που δε θα ξαναδούμε στο μέλλον;
A.G.H.: Η αλήθεια είναι ότι κάτι τέτοιο είναι πολύ δύσκολο να επαναληφθεί. Σκέψου μόνο όλα τα ονόματα: Λέο, Τσάβι, Ινιέστα, Βαλδές, Πουγιόλ, Πέδρο, Σεσκ, Μπουσκέτς, Πικέ. Απίστευτος αριθμός σε ποσότητα και ποιότητα. Αυτή η φουρνιά σφράγισε με την παρουσία της την πιο πετυχημένη περίοδο στην ιστορία της Μπαρτσελόνα. Η Μασία πάντα θα βγάζει ταλέντα, όμως τέτοια μαζική συγκέντρωση ταλέντων στην ίδια γενιά, δε νομίζω ότι μπορεί να ξαναβγεί. Αρκεί να μετρήσει κανείς τους τίτλους που κατέκτησαν όλοι αυτοί μαζί, αλλά και τις προσωπικές διακρίσεις, για να καταλάβει το μέγεθος της ποδοσφαιρικής ποιότητας που μαζεύτηκε συγχρόνως στην ίδια ομάδα. Όλοι αυτοί μαζί έκαναν την Βαρκελώνη μια από τις πρωτεύουσες του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Όλοι πλέον θέλουν να πάνε εκεί και να αγωνιστούν στην Μπάρσα.
C.: Με όλο αυτόν τον θόρυβο που δημιουργήθηκε τον περασμένο Αύγουστο, με το burofax και τη δήλωση του Λέο ότι ήθελε να φύγει από την Μπαρτσελόνα, πώς βλέπεις να τελειώνει αυτή η ιστορία; Πιστεύεις ότι θα συνεχίσει στην ομάδα ή ότι θα φύγει;
A.G.H.: Ειλικρινά είναι ένα θέμα για το οποίο δεν έχω άποψη, άλλωστε αφορά τον Λέο και μόνο αυτόν. Από τη μια υπάρχει αυτή η σχέση των είκοσι χρόνων με την Μπαρτσελόνα, από την άλλη υπάρχει η πρόθεση του Μέσι να βρίσκεται κάπου όπου θα απολαμβάνει το ποδόσφαιρο και θα είναι ευτυχισμένος. Είναι αποκλειστικά δική του απόφαση για το τί θα κάνει. Εγώ απλά του εύχομαι, ό,τι και αν διαλέξει, είτε μείνει, είτε φύγει, να είναι το καλύτερο για τον ίδιο.
C.: Έχεις περάσει αρκετά χρόνια στην Ελλάδα. Τι αναμνήσεις έχεις από τη χώρα μας;
A.G.H.: Λατρεύω την Ελλάδα και τους ανθρώπους της, τη φιλοξενία και την αγάπη που μου πρόσφεραν όσο έμεινα εκεί. Είμαι πάντα ευγνώμων στους ανθρώπους του Άρη που μου έδωσαν την ευκαιρία να προπονήσω για πρώτη φορά ομάδα ως πρώτος προπονητής και βέβαια θυμάμαι πάντα με αγάπη και τις υπόλοιπες ομάδες στις οποίες εργάστηκα στην Ελλάδα, τον Ατρόμητο, τον ΠΑΣ, τον Πανσερραϊκό και τον Ηρακλή. Έχω ζήσει υπέροχες στιγμές στη χώρα σου, συγκινούμαι όταν τις αναπολώ. Θα μου άρεσε ειλικρινά να μπορούσα να ζήσω εκεί όλη τη ζωή μου.
C.: Τώρα βρίσκεσαι στην Αργεντινή και προπονείς την Αλντοσίβι, σωστά;
A.G.H.: Ναι, πρόκειται για έναν ταπεινό, αλλά πολύ καλά οργανωμένο σύλλογο. Η έδρας μας είναι στην Μαρ δε Πλάτα, μια τουριστική πόλη κοντά στο Μπουένος Άιρες. Είμαι πολύ ευχαριστημένος εδώ, μου ανανέωσαν και το συμβόλαιο για έναν χρόνο ακόμα, οπότε όλα καλά. Η ομάδα ανήκει σε μια οικογένεια, τους Μοσκούτσα, που τη διαχειρίζονται άψογα. Παίζουμε στην Πριμέρα Ντιβισιόν, την κορυφαία κατηγορία της Αργεντινής. Προσπαθούμε σκληρά, ξέρουμε ότι είναι πολύ δύσκολο να κοντράρουμε τα μεγάλα ονόματα της κατηγορίας, αλλά παίζουμε πάντα στοχεύοντας το καλύτερο.
C.: Γκιγέρμο ευχαριστώ πολύ και καλή συνέχεια!