ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Κώστας Κατσουράνης δεν ήταν ποτέ οφσάιντ

Το γκρουπ για το ματς με την Κόστα Ρίκα, οι διαιτητές σε αποστολή, η ζωή σε ΑΕΚ, Παναθηναϊκό και ΠΑΟΚ, το κατεστραμμένο σπίτι του Γκαμάρα και το έναντι από το πριμ του Euro, που χρειάστηκε για να παντρευτεί. Αυτή είναι η μεγάλη, άκρως αποκαλυπτική συνέντευξη του Κώστα Κατσουράνη στο νέο Contra.gr.

Ο Κώστας Κατσουράνης δεν ήταν ποτέ οφσάιντ
Contra.gr / Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson

Ο Κώστας Κατσουράνης μιλάει πολύ συχνά στον πληθυντικό για πράγματα που έχει καταφέρει ο ίδιος. Λέει για παράδειγμα, “έχουμε παίξει δύο φορές με τον Μέσι, πιο πολλές με τον Ρονάλντο, έχουμε δει απίστευτα γήπεδα”. Επίσης, θυμάται όλους τους προπονητές που είχε, από τον Παναχαϊκό Νέου Σουλίου μέχρι την Πούνε Σίτι στην Ινδία. Και όταν τους θυμάται, τους προσφωνεί κυρίους. O κύριος Δώνης“. “Ο κύριος Σάντος”. Του βγαίνει φυσικά.

Πριν ξεκινήσει η συνέντευξη, που μοιάζει με έναν sui generis απολογισμό κάθε σταθμού της καριέρας του με ντεσού που αν δεν ήταν μέρος της δουλειάς μου να τα μαθαίνω, θα πλήρωνα (για να τα μάθω), ο Κατσουράνης ασχολείται για λίγα λεπτά, αμίλητος δίπλα μου, με το κινητό του. Απαντάει σε ένα μήνυμα, αν μπορώ να καταλάβω καλά. Βλέποντάς το(ν) από μια γενικότερη σκοπιά, νομίζω η διάθεσή του να δίνει απαντήσεις, όποια κι αν είναι η ερώτηση, συνοψίζει σε σημαντικό βαθμό τα σχεδόν είκοσι χρόνια που πέρασε ως επαγγελματίας στο χορτάρι. Είτε αυτό λέγεται φήμες για κακή συμπεριφορά και κλίκες, είτε λέγεται γκρουπ στο Facebook με όνομα ‘Όχι ο Κατσουράνης με Κόστα Ρίκα’, είτε λέγεται τελικός του Euro 2004, ο Κώστας Κατσουράνης κάνει ακριβώς αυτό. Απαντάει. Το αν πείθει ή όχι δεν είναι μόνο στο χέρι του. Στο χέρι του είναι να υποστηρίξει ότι δεν ήταν ποτέ οφσάιντ. Αυτό κάνει σε όλη την παρακάτω διαδρομή.

Πρώτη στάση: Ζαρουχλέικα

Ο Κώστας Κατσουράνης κάνει τάκλιν στον Γιώργο Καραγκούνη σε ένα Παναχαϊκή-Παναθηναϊκός τον Μάιο του 2000 Eurokinissi

Μεγάλωσε σε μια γειτονιά της Πάτρας, τα Ζαρουχλέικα, και ξεκίνησε ερασιτεχνικά το ποδόσφαιρο από τον Παναχαϊκό Νέου Σουλίου με (παίκτη-)προπονητή τον πατέρα του. Την πρώτη του χρονιά εκεί, συνέβη το εξής σπάνιο: πατήρ Κατσουράνης (στα 38 του) και υιός (στα 14) σκόραραν αμφότεροι στο ίδιο ματς. Μετά από μια περιήγηση στο Α’ και Β’ τοπικό της ΕΠΣ Αχαΐας, ο Κώστας Κατσουράνης παίρνει μεταγραφή στην Παναχαϊκή της Α’ Εθνικής, το 1996.

“Στην αρχή ήταν δύσκολα τα πράγματα, γιατί το άλμα από το Α’ Τοπικό στην Α’ Εθνική ήταν μεγάλο. Πήγα στην Παναχαϊκή πολύ δαντελένιος, δεν λερωνόμουν, δεν έκανα τάκλιν. Είδα ότι έτσι δεν έχω τύχη. Έκανα ντεμπούτο στο τέλος του πρώτου γύρου, σε ένα ματς με τον Αθηναϊκό. Στο ματς που έπρεπε να κερδίσει η ομάδα για να σωθεί, πάλι με τον Αθηναϊκό μία αγωνιστική πριν το τέλος, έβαλα τα πρώτα μου δύο γκολ στην Α’ Εθνική. Όταν τελείωσε η χρονιά έγραφαν διθύραμβους στον τοπικό Τύπο για μένα, με έλεγαν ‘νέο Δαβουρλή'”.

“Τη δεύτερη χρονιά μου στην Παναχαϊκή, η ομάδα υποβιβάστηκε. Έπαιξα ελάχιστα, επειδή ουσιαστικά δεν ξεκουράστηκα καθόλου το καλοκαίρι. Την τρίτη χρονιά, στη Β’ Εθνική πλέον, πήγαμε κατευθείαν για άνοδο. Έπαιξα 28 ματς. Έλεγαν διάφοροι παλαίμαχοι της Πάτρας ότι δεν έχω φυσική κατάσταση. Επιστήμονες… Ποτέ δεν είχα θέμα με τη φυσική κατάσταση, απλά κάτι έπρεπε να πουν. Ήμουν πολύ καλά, έκανα γεμάτη χρονιά, έβαλα ένα γκολ, έδωσα αρκετές ασίστ. Και μιλάμε για μια πανδύσκολη Β’ Εθνική με 12ωρα ταξίδια. Είχε Καλαμαριά, Καλαμάτα, Γιάννενα, Πιερικό, Λύκους, ό,τι μπορείς να φανταστείς”.

“Στην Παναχαϊκή έπαιρνα τον βασικό μισθό, έτσι ήταν τα συμβόλαια. Τα τελευταία τρία χρόνια εκεί (όλα στην Α’ Εθνική) ήμουν βασικός και η ομάδα σώθηκε και τις τρεις χρονιές. Πήγαν καλά τα πράγματα για μένα, ήμουν αρχηγός, ο κόσμος είχε έρθει πιο κοντά στην ομάδα. Από την άλλη, ο πρόεδρος (σ.σ. ο Άρης Λουκόπουλος) έκανε μπαμ ότι δεν με ήθελε, γι’ αυτό έφυγα και ως ελεύθερος. Σήμερα έχουμε καλή σχέση, θα μιλήσουμε αν βρεθούμε στο δρόμο. Αλλά όχι, δεν με πίστεψε”.

“Το πρώτο μου καλοκαίρι μετά την Παναχαϊκή, παίξαμε με την Εθνική Ελπίδων στα τελικά του Euro. Το 2002, στην Ελβετία”. (σ.σ. η εθνική συνάντησε Γαλλία, Τσεχία και Βέλγιο στο Group B και αποκλείστηκε από τη συνέχεια)

Επόμενη στάση: Αθήνα

Ο Κατσουράνης έχει μόλις μειώσει σε 2-1 μέσα στο Μπερναμπέου. Τελικό αποτέλεσμα, Ρεάλ Μαδρίτης-ΑΕΚ 2-2 ACTION IMAGES PRESS AGENCY

Ως ελεύθερος από την Παναχαϊκή, ο Κατσουράνης είχε προτάσεις και από τις τρεις μεγάλες ομάδες της Αθήνας. Αρχικά συμφώνησε με τον Ολυμπιακό που του έκανε με διαφορά την καλύτερη πρόταση, αλλά η μεταγραφή δεν προχώρησε από την πλευρά της ομάδας. Αμέσως μετά, έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στην ΑΕΚ και τον Παναθηναϊκό. Επτά χρόνια μετά τα πρώτα του ματς στο ερασιτεχνικό της Πάτρας, ο Κώστας Κατσουράνης βρέθηκε στο ίδιο χορτάρι με τον Ζινεντίν Ζιντάν.

“Προπονητής στην ΑΕΚ ήταν ο Μπάγεβιτς που μόλις είχε επιστρέψει και πρόεδρος ο Μάκης Ψωμιάδης. Ο Ψωμιάδης με έπαιρνε έξι μήνες πριν τελειώσει το προηγούμενο πρωτάθλημα. Η Παναχαϊκή έκανε τεράστιο αγώνα να μείνει στην κατηγορία, κι εγώ του έλεγα, κύριε Μάκη, αφήστε με να αφοσιωθώ στην Παναχαϊκή, να μείνει η ομάδα στην κατηγορία, γιατί χωρίς πριμ, δεν θα πάμε διακοπές το καλοκαίρι. Ο Ψωμιάδης μου έλεγε, παιχταρά μου, μόνο η ΑΕΚ υπάρχει, θα έρθεις εδώ, δεν πέφτει η Παναχαϊκή, κατάλαβέ το. Μου έκανε εντύπωση η σιγουριά του, γιατί τότε ήμασταν 7 βαθμούς πίσω από τον Εθνικό Αστέρα, που ήταν ακριβώς πάνω από τη γραμμή του υποβιβασμού. Εντάξει, ο Ψωμιάδης ήταν, ήξερε τα πάντα”.

“Έμενα στην Καποδιστρίου, κοντά στο ΟΑΚΑ, στη Νέα Φιλοθέη. Είχα έρθει με την Έφη, την τότε κοπέλα μου και νυν σύζυγο. Είμαστε μαζί από το ’98, από πιτσιρίκια. Γνωριστήκαμε στην Πάτρα, εκείνη ήταν πέντε χρόνια μεγαλύτερη, κομμώτρια στο επάγγελμα και το 2002 ήρθαμε μαζί στην Αθήνα για να δούμε πώς θα πάει. Η Έφη δούλευε ήδη σε σχολές, δίδασκε κομμωτική. Έκανε τα χαρτιά της, πέρασε αμέσως στην Αθήνα, αλλά μετά πήρε μετάθεση για το Αίγιο. Όπως καταλαβαίνεις, δεν μπορούσε να πάει. Σταμάτησε να δουλεύει και δεν ασχολήθηκε με κάτι άλλο από τότε. Γενικά όμως, μας πήγαν καλά τα πράγματα”.

“Στην αρχή υπήρχαν δυσκολίες γιατί ο πρόεδρος αθετούσε απλές συμφωνίες. Με έστειλε στο σπίτι που προηγουμένως έμενε ο Γκαμάρα, ο οποίος είχε καταστρέψει το σπίτι, επειδή ήταν απλήρωτος. Το είδα με τα μάτια μου. Κοίτα, οι ποδοσφαιριστές έχουν πάντα δίκιο, είμαι μαζί τους. Πήρα κάτι έπιπλα της κακιάς ώρας (ο πρόεδρος δεν μου έδινε λεφτά για να πάρω άλλα) και κουτσά στραβά βγήκε η χρονιά, αν και με πολλά προβλήματα. Ενώ, για μένα, η ΑΕΚ είχε την καλύτερη ομάδα στην Ελλάδα (και αυτό φάνηκε στο Champions League), το πρωτάθλημα το έπαιρνε ο Ολυμπιακός. Σίγουρα η διοικητική αστάθεια με τον κύριο Μάκη και ο εμφύλιος για τον Μπάγεβιτς δεν μας άφησαν να διεκδικήσουμε τον τίτλο”.

O Ψωμιαδης αθετουσε απλες συμφωνιες. Με εστειλε στο σπιτι που προηγουμενως εμενε ο Γκαμαρα, ο οποιος ειχε καταστρεψει το σπιτι, γιατι ηταν απληρωτος

“Έκανα φοβερή πρώτη χρονιά και καθιερώθηκα στη συνείδηση του κόσμου. Είχα έρθει και καλά ως αντικαταστάτης του Ζήκου (αν και δε συμφωνώ καθόλου με αυτό, και ούτε το είδα ποτέ έτσι). Ήξερα πού ήρθα. Το πιο βασικό είναι ότι κέρδισα την εκτίμηση των συμπαικτών μου. Δεν με έπιασε δέος, γιατί έτσι είμαι σα χαρακτήρας. Ήμουν πια 23 και πολύ πιο έμπειρος για να διαχειριστώ καταστάσεις. Ο Κασάπης, ο Ντέμης, ο Τσιάρτας, ο Μπορμπόκης, ο Ίβιτς ήταν σταρ και στα αποδυτήρια. Είχαν το χαρακτήρα, την προσωπικότητα. Οι περισσότεροι με βοήθησαν πολύ (σ.σ. ιδιαίτερα ο Χιώτης, με τον οποίο μοιραζόταν το δωμάτιο στις αποστολές) και με τον Ντέμη έδεσα αμέσως”.

“Ο Μπάγεβιτς δεν έλεγε πολλά, αλλά μου έδειξε εμπιστοσύνη, με στήριξε. Μετά από 2-3 ματς, ξεκίνησα βασικός και δεν ξαναβγήκα. Είχα αυτοπεποίθηση, ήξερα τι μπορώ να δώσω. Ήταν πολύ πιο εύκολο να παίξω με αυτούς τους συμπαίκτες, έτσι συμβαίνει όταν είσαι καλός ποδοσφαιριστής. Ή αυτό ή θα χ*****ς πάνω σου, δεν θα παίξεις και θα φύγεις νύχτα”.

“Το πρώτο μου γκολ με τη φανέλα της ΑΕΚ ήταν στο Μπερναμπέου (σ.σ. ο Κατσουράνης μείωσε σε 2-1 στο 75′, σε ένα ματς που έληξε τελικά 2-2). Είχε προηγηθεί εκείνο το ‘άρρωστο’ 3-3 στη Νέα Φιλαδέλφεια, στο οποίο έπρεπε να κερδίσουμε. Γενικά, έπρεπε να περάσουμε τον όμιλο. Στο 3-3 της Νέας Φιλαδέλφειας, χάσαμε ευκαιρίες που δεν χάνονται. Όταν παίζεις με μεγάλες ομάδες στην Ευρώπη και δεν χάνεις, γεμίζεις αυτοπεποίθηση. Δεν ήταν εύκολο να διαχειριστεί κανείς τις εικόνες και τις επιτυχίες της Ευρώπης, γιατί μετά πήγαινες σε ένα γήπεδο με κακό αγωνιστικό χώρο και έχανες”. (σ.σ. ΟΦΗ-ΑΕΚ 1-0, δέκα μέρες μετά το 2-2 στο Μπερναμπέου)

, . House Twenty Four. 6 2019. : Contra.gr / Watkinson Contra.gr / Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson

“Μου άρεσε που είχαν αυτήν την αγάπη για μένα οι ΑΕΚτζήδες. Τη δεύτερη χρονιά και όντας ενεργό μέλος της Εθνικής, σχηματίστηκε η λεγόμενη ‘dream team’, με Ζαγοράκη, Οκκά, Λυμπερόπουλο, Ναλιτζή. Παίξαμε πολύ καλή μπάλα, αλλά είχαμε τεράστιο οικονομικό πρόβλημα. Δεν πήρα τίποτα όλη τη χρονιά. Δεν είχαμε γήπεδο, παίζαμε στα Λιόσια, στον Ταύρο… Ο Ντουμιτρέσκου που είχε διαδεχτεί τον Μπάγεβιτς, πλήρωνε από την τσέπη του τα ξενοδοχεία που πηγαίναμε. Ήταν πολύ άσχημα όσα ζήσαμε αυτή τη χρονιά”.

“Ήταν η χρονιά που οδηγούσε στο Euro. Είχα κανονίσει να παντρευτώ μετά τη διοργάνωση, αλλά δεν είχα λεφτά. Πήρα έναντι από τον Γκαγκάτση για το πριμ της κατάκτησης του Euro, έτσι ώστε να παντρευτώ. Η ΑΕΚ είχε μπει από τον Ντέμη στο άρθρο 44 και ήμασταν όλοι ελεύθεροι. Ο κόσμος της ΑΕΚ δεν έχει καταλάβει ακόμα τι σημαίνει να είσαι πρωταθλητής Ευρώπης και ελεύθερος. Μετά το Euro, η ΑΕΚ ήταν διαλυμένη”.

“Απέρριψα προτάσεις που είχα μετά το Euro, όπως αυτές της Σαμπντόρια και της Πόρτσμουθ. Κακώς, δεν έπρεπε να τις απορρίψω. Μου είπε ο Ντέμης για το καινούργιο ξεκίνημα, αλλά ούτως ή άλλως, εγώ δεν είχα στο μυαλό μου να φύγω. Έβλεπες τους επιχειρηματίες που ήταν με τον Ντέμη. Ήταν μια καινούργια κατάσταση, σοβαρή, κι εγώ θα ήμουν ο ηγέτης της ΑΕΚ μαζί με τον Λύμπε, τον Κωστένογλου και τον Χιώτη”.

“Μίλησα με τον Σάντος, που ήταν ένα από τα μεγάλα υπέρ για να μείνω στην ΑΕΚ. Ο Σάντος ήταν πιο αυστηρός από τον Ρεχάγκελ. Μάλλον ο πιο αυστηρός προπονητής που είχα ποτέ. Δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του. Ήταν πολύ μεθοδικός και οργανωτικός, γι’ αυτό είχε επιτυχίες όπου πήγε. Με βοήθησε πάρα πολύ σαν παίκτη αλλά και σαν χαρακτήρα. Επίση, μπήκε γρήγορα στην ψυχοσύνθεση του Έλληνα ποδοσφαιριστή”.

“Στο ματς με τον Ιωνικό (σ.σ. το 0-1 που στέρησε από την ΑΕΚ το πρωτάθλημα της σεζόν 2004-05), είχαμε μια κάκιστη διαιτησία. Μας ακύρωσαν καθαρό γκολ και γενικά οι διαιτητές ήταν εναντίον μας. Αν υπήρχαν ξένοι διαιτητές όπως τώρα, η ΑΕΚ το 2005 θα έπαιρνε πρωτάθλημα. Τελειώσαμε τρεις πόντους πίσω από τον Ολυμπιακό και δύο πίσω από τον Παναθηναϊκό. Στο Παναθηναϊκός-ΑΕΚ, ο Βασσάρας δεν έδωσε πέναλτι στον Μπούρμπο στο 93′ και δεν βγήκαμε ούτε Champions League. Είναι η χρονιά που οι Ολυμπιακοί φώναζαν ‘Ρίμπο’ κι εμείς φωνάζαμε ‘Μπούρμπος’. Την επόμενη χρονιά, κάναμε μια καλή χρονιά με Σάντος, βγήκαμε Champions League και παίξαμε τελικό Κυπέλλου στην Κρήτη. Χάσαμε 3-0 από έναν Ολυμπιακό γεμάτο παιχταράδες. Πάντα είχε καλούς παίκτες ο Ολυμπιακός, αλλά ομάδα έφτιαξε με Λεμονή, Βαλβέρδε και ένα διάστημα με Σόλιντ”.

“Έφυγα από την ΑΕΚ το 2006, όταν έφυγε και ο Σάντος. Όλα ξεκίνησαν από εκεί. Όταν ο Ντέμης τρέχει όλο αυτό το εγχείρημα και ο περίγυρος τον πιέζει λέγοντας ότι ο Σάντος παίζει αμυντικά, ενώ μας έχει βγάλει Champions League και έχουμε παίξει και τελικό Κυπέλλου, ο χρόνος για να κριθεί ήταν λίγος. Τι άλλο να έκανε μέσα σε δύο χρόνια; Η εκτίμηση μου είναι ότι ο Ντέμης ήθελε να τον κρατήσει. Η ΑΕΚ έπρεπε να ακολουθήσει πιστά το πλάνο που ξεκίνησε το 2004. Όπως και να ‘χει, ήταν εκπληκτικά και τα τέσσερα χρόνια που πέρασα εκεί”.

Ενδιάμεσες στάσεις: Πόρτο, Φάρο, Λισαβόνα, Ρεσίφε

Πρωταθλητής Ευρώπης στις 6 Ιουλίου 2004 ACTION IMAGES PRESS AGENCY

Πριν το Euro δήλωνε ότι η Ελλάδα θα είναι ανταγωνιστική, ότι θα χάνει δύσκολα. Δεν περίμενε να γίνει αυτό που έγινε, αλλά είχε την πίστη ότι η ομάδα δεν θα διασυρθεί. Δικαιώθηκε, μάλλον με τον πιο πανηγυρικό τρόπο.

“Ο Ρεχάγκελ ήταν ένας σοβαρός άνθρωπος που σου ζήταγε συγκεκριμένα πράγματα και εσύ έπρεπε να τα κάνεις. Καταλάβαινες ότι αν δεν τα κάνεις, τα πράγματα θα ήταν δύσκολα για σένα. Είχε φτιάξει έναν καλό κορμό. Λίγες φορές τον είδαμε νευριασμένο. Ήταν πολύ έξυπνος. Έκανε την ομάδα ένα κλειστό κλαμπ και καλούσε παίκτες με μεγάλες παραστάσεις”.

“Μετά τη νίκη στην πρεμιέρα, άλλαξαν όλα. Από πριν πίστευε πολύ ο ένας στις δυνατότητες του άλλου και αυτό ήταν το κλειδί για την επιτυχία. Μετά το ματς με τη Γαλλία, καταλάβαμε ότι μπορούμε να φτάσουμε μέχρι το τέλος. Αλλά τότε μας είχαν μείνει μόνο δύο παιχνίδια. Το δεύτερο ματς, η ισοπαλία με την Ισπανία, ήταν σταθμός. Η Ισπανία είχε έρθει με μπαράζ στο Euro εξαιτίας μας. Ήταν μια πολύ καλή ομάδα. Με τη Ρωσία ήμασταν πίσω 2-0 πολύ νωρίς και χάσαμε τη γη κάτω από τα πόδια μας. Κινδυνέψαμε να φάμε κι άλλα γκολ, αλλά νομίζω ότι ακόμα κι εκεί βρήκαμε ψυχικά αποθέματα μετά την υπερπροσπάθεια των δύο πρώτων ματς και φέραμε το ματς στα μέτρα μας”.

“Είχαμε πολύ μεγάλες προσωπικότητες, τόσο εντός γηπέδου, όσο και στον πάγκο. Για μένα, και οι 23 παίκτες της ομάδας είχαν το ίδιο μερίδιο στην επιτυχία. Για να πετύχεις τέτοιο κλίμα, πρέπει να βοηθήσουν και οι 12 που δεν παίζουν. Όλοι έβαλαν την ομάδα πάνω από το εγώ τους”.

“Στην Ελλάδα είναι λογικό να βγαίνουν συνέχεια συνωμοσίες. Εμείς ήμασταν εκεί και είδαμε τον σεβασμό των αντιπάλων. Η Εθνική δεν έπαιξε ποτέ κακό ποδόσφαιρο στο Euro 2004. Τι σημαίνει καλό και κακό ποδόσφαιρο; Παίξαμε πάνω απ’ όλα αυτό που ζήταγε ο προπονητής. Δεν μπορείς να παίξεις ό,τι θες εσύ. Μπορεί να παίζαμε καλύτερη μπάλα και να μην το παίρναμε. Πρέπει να βρεις έναν τρόπο να είσαι ανταγωνιστικός για να φτάσεις ως την κατάκτηση”.

“Η εντύπωση ότι μας σφυροκοπούσαν οι Τσέχοι είναι η τεχνογνωσία που λέω ότι λείπει από την Ελλάδα. Αν παρακολουθήσουμε το βίντεο μαζί, θα δεις ότι δεν μας σφυροκοπούσαν. Μιλάμε για την καλύτερη ομάδα στο τουρνουά (μετά από εμάς, ή στο ίδιο επίπεδο με εμάς) και μας έχει κάνει μόνο 4 ευκαιρίες. Δύο στην αρχή και δύο στο τέλος. Δημιούργησαν ευκαιρίες λόγω της ποιότητάς τους, αλλά ήμασταν ανταγωνιστικοί, σταθήκαμε ισάξια και ήμασταν πολύ ανώτεροι στην παράταση. Θα έπρεπε να έχουμε βάλει γκολ νωρίτερα. Εγώ που έπαιξα το ματς και το είδα μετά και στην τηλεόραση, δεν το ένιωσα αυτό. Τι να πω, μπορεί να μην ξέρω”.

Στην Ελλαδα ειναι λογικο να βγαινουν συνεχεια συνωμοσιες. Η Εθνικη δεν επαιξε ποτε κακο ποδοσφαιρο στο Euro 2004. Τι σημαινει καλο και κακο ποδοσφαιρο;

“Όσο κι αν δεν το παραδεχόμαστε, το μεγαλύτερο επίτευγμα της Εθνικής είναι η σταθεροποίηση της ομάδας μετά το Euro στις δέκα καλύτερες της Ευρώπης μέχρι το 2014. Αυτή η Εθνική κράτησε 12 χρόνια. Έζησα τη χρυσή εποχή της, την ώρα που συνέβαινε. Ήμουν πρωτεργάτης και νιώθω ευλογημένος. Εγώ και ο Γιώργος (σ.σ. Καραγκούνης) ήμασταν σε όλη αυτήν την πορεία, κάτι σαν σωματοφύλακες”.

“Με την Κόστα Ρίκα ήταν ένα οδυνηρό ματς, έπρεπε να περάσουμε και αυτοκτονήσαμε. Δεν χρειαζόταν να φτάσουμε στα πέναλτι. Έπρεπε να πάρουμε το ματς στην παράταση, παίξαμε 30 λεπτά με παίκτη παραπάνω. Αν ήμασταν πιο συγκεντρωμένοι και πιο ομαδικοί, θα είχαμε κερδίσει”.

“Ο Ρανιέρι είναι ένας σοβαρός άνθρωπος, δεν ευθύνεται για την κατρακύλα της Εθνικής. Η ΕΠΟ του είπε ‘τέλος ο Κατσουράνης’. Η ΕΠΟ ευθύνεται για την καταστροφή της Εθνικής. Δεν έπρεπε να φύγει ο Σάντος. Έκανε μπαμ ότι η ομάδα δεν θα πάει καλά”.

“Πιστεύω ότι χτίζεται κάτι καλό με τον Αναστασιάδη. Πρέπει να κάνουμε μια καινούργια αρχή. Ο Μπασινάς και ο Γιαννακόπουλος μπορούν να περάσουν τη φλόγα στα παιδιά. Αυτό τους λείπει. Όταν αποκτήσουν τη φλόγα, θα πάνε σε μεγάλη διοργάνωση”.

Επόμενη στάση: Λισαβόνα

Με τα χρώματα της Μπενφίκα AP

Η ΑΕΚ πουλάει τον Κατσουράνη στην Μπενφίκα το 2006. Ήταν 26 ετών και είχε αποφασίσει να παίξει στο εξωτερικό. Φεύγοντας από την ΑΕΚ, ο Φερνάντο Σάντος τον παίρνει μαζί του. Αυτή ήταν η δεύτερη μεγάλη αλλαγή στη ζωή του, το δεύτερο μεγάλο ταξίδι. Το ‘Πάτρα-Αθήνα’ έγινε ‘Αθήνα-Λισαβόνα’. Ο στόχος στο μυαλό του ήταν ο ίδιος με το 2002. Να τον αποδεχτούν οι συμπαίκτες του.

“Δεν με ήξεραν οι συμπαίκτες μου. Δεν έχουν σε εκτίμηση το ελληνικό ποδόσφαιρο, απλούστατα γιατί δεν έχουμε καλές ευρωπαϊκές πορείες και καλό πρωτάθλημα. Η μεταγραφή μου πέρασε πολύ στα ψιλά, οι περισσότεροι είπαν, τι είναι αυτός που μας έφερε ο Σάντος. Είχα τη στήριξη του προπονητή, με βοήθησε πολύ στην αρχή. Αμέσως κατάλαβα ότι στην Πορτογαλία υπήρχε διαφορά στο ρυθμό, στη διαιτησία. Είχα πολλή δουλειά να κάνω”.

“Η Λισαβόνα έχει ήλιο, ωραίο καιρό, μοιάζει με την Αθήνα. Μπορούσες να πας ήσυχος βόλτα σε καφέ, σε ζαχαροπλαστεία, σε εμπορικά κέντρα. Όταν ξεκίνησα να παίζω, άρχισαν να με αναγνωρίζουν όλοι έξω. Όλη η Πορτογαλία είναι Μπενφίκα, όχι μόνο η Λισαβόνα”.

“Η Μπενφίκα έχει χτίσει μια παράδοση με τους Έλληνες. Πέρασα τρία φοβερά χρόνια εκεί, αλλά δυστυχώς εκείνη την περίοδο ήταν πολύ καλύτερη ομάδα η Πόρτο, μη σου πω και η Σπόρτινγκ. Όταν πήγα στην Μπενφίκα, η ομάδα είχε μόλις μπει στο καινούργιο της προπονητικό κέντρο και άρχισε να χτίζει. Πλέον, βλέπεις ότι έχει αρχίσει να δρέπει τους καρπούς”.

Επόμενη στάση: Αθήνα

Ο Κατσουράνης πανηγυρίζει ένα γκολ του απέναντι στην Ξάνθη με τους Δάρλα και Λέτο ACTION IMAGES PRESS AGENCY

Ο ίδιος έβαζε πάντα ως πρώτη προτεραιότητα την οικογένειά του. Παρότι είχε ακόμα έναν χρόνο συμβόλαιο με την Μπενφίκα, ο Κατσουράνης αποφάσισε να γυρίσει στην Ελλάδα για λογαριασμό του Παναθηναϊκού. Θεωρεί ότι το νταμπλ την πρώτη του χρονιά στους ‘πράσινους’ ήταν λογικό, η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων.

“Η ΑΕΚ είναι η πρώτη μου μεγάλη ομάδα, δέθηκα με τον κόσμο της, αλλά και ο κόσμος του Παναθηναϊκού με αγάπησε, ήξερε ότι είμαι Παναθηναϊκός από μικρό παιδί”.

“Στο πρώτο ΑΕΚ-Παναθηναϊκός περίμενα ότι θα με βρίζει όλο το γήπεδο, στην Ελλάδα είμαστε. Και έπεσα μέσα. Είχε 50.000 κόσμο στο ΟΑΚΑ. Το περίμενα, γιατί ο Τύπος το είχε παρουσιάσει σαν να απέρριψα την ΑΕΚ. Εγώ στην ΑΕΚ ήθελα να γυρίσω”.

“Το ξαναλέω για πεντηκοστή φορά: η ΑΕΚ συναίνεσε για τη μεταγραφή μου, πήρε λεφτά. Αυτά που γράφουν, ότι πήγα να αφήσω την ΑΕΚ απέξω και να βρω τρόπο να έρθω στον Παναθηναϊκό χωρίς να ωφεληθεί η ΑΕΚ, είναι ψέματα. Όταν με πούλησε η ΑΕΚ στην Μπενφίκα, ο Ντέμης πολύ έξυπνα είχε βάλει τον όρο ότι αν γυρίσω ποτέ στην Ελλάδα, η ΑΕΚ θα πρέπει να πάρει 5 εκατομμύρια. Το ότι η ΑΕΚ με παρέδωσε στον Παναθηναϊκό μόλις με ένα, επειδή είχε οικονομική ανάγκη είναι άλλο θέμα. Ο Παναθηναϊκός πλήρωσε 2,5-3 εκατομμύρια στην Μπενφίκα και 1 στην ΑΕΚ για να με αγοράσει. Ο υγιής κόσμος πρέπει να ρωτήσει την ΑΕΚ γιατί δεν πήρε και τα 5 εκατομμύρια. Καλό είναι ο κόσμος να καταλάβει από πού πρέπει να ζητάει ευθύνες κι όχι απλά να βρίζει και να λέει για προδότες”.

“Ο Ολυμπιακός δεν ήταν καλός τη χρονιά του νταμπλ του Παναθηναϊκού. Την επόμενη σεζόν (σ.σ. 2010-11) συνέβη το οφσάιντ στο Καραϊσκάκη. Αν κερδίζαμε τον Ολυμπιακό εκεί, πιστεύω ότι θα είχαμε πολλές πιθανότητες να πάρουμε το πρωτάθλημα. Πάλι είχαμε καλύτερη ομάδα από τον Ολυμπιακό, αλλά κάναμε και εσωτερικά λάθη, που δεν έχει σημασία να αναφέρω. Αν δεν δινόταν το οφσάιντ, θα μειώναμε στους 4 βαθμούς. Είχαμε κάνει αγώνα για να φτάσουμε στους 7 (κερδίσαμε στην Τούμπα, κερδίσαμε την ΑΕΚ) και είχαμε υπολογίσει να μειώσουμε στους 4 με νίκη στο Καραϊσκάκη. Ο Ολυμπιακός είχε να παίξει σε δύσκολες έδρες μετά. Και αντί να πάει η διαφορά στους 4, πήγε στους 10 γιατί φάγαμε και γκολ οφσάιντ στο 92′”.

Η ΑΕΚ είναι η πρωτη μου μεγαλη ομαδα, δεθηκα με τον κοσμο της, αλλα και ο κοσμος του Παναθηναϊκου με αγαπησε, ηξερε οτι ειμαι Παναθηναϊκος απο παιδι

“Φάνηκε σε αυτό το παιχνίδι ότι έγιναν αλλόκοτα πράγματα. Με αυτό το ματς, μετανιώνεις ήδη που γύρισες στην Ελλάδα. Βασικά είχα μετανιώσει από την πρώτη χρονιά της επιστροφής, παρά το νταμπλ. Όταν πήγαμε να παίξουμε με τον Παναθηναϊκό στον Ολυμπιακό, ήταν λες και φεύγαμε για τον Περσικό κόλπο. Σαράντα διμοιρίες πίσω μας, αεροπλάνα από πάνω, μηχανές… Δεν αξίζει τον κόπο. Ήξερα ότι δεν είχε αλλάξει κάτι στο ελληνικό ποδόσφαιρο”.

“Την τρίτη χρονιά στον Παναθηναϊκό, πηγαίναμε πολύ καλά, με σέντερ φορ τον Λέτο, γιατί είχε φύγει ο Σισέ. Ήμασταν πρώτοι στο μεγαλύτερο κομμάτι του πρωταθλήματος, η ομάδα πήγαινε τρένο, αλλά κάποια στιγμή μείναμε 10-11 παίκτες. Παίζαμε συνέχεια οι ίδιοι, κουραστήκαμε. Χτύπησε και ο Λέτο που ήταν το μεγαλύτερο μας όπλο κι έτσι χάσαμε το πρωτάθλημα”.

“Έφυγα με κακό τρόπο από τον Παναθηναϊκό τον Οκτώβριο της τέταρτης σεζόν. Συμφώνησα να δεχτώ μείωση το καλοκαίρι, ξεκίνησε η χρονιά με εμένα αρχηγό, αλλά δεν πηγαίναμε καλά. Μπήκαμε στους ομίλους του Europa League, αλλά έφαγα την κόκκινη στο ματς με τον ΠΑΣ και ο κύριος Αλαφούζος, μπορεί και από εισήγηση του προπονητή, αποφάσισε να λύσουμε το συμβόλαιο”.

“Είπαν ότι φεύγω γιατί δημιουργώ προβλήματα. Σε καμία ομάδα δεν δημιούργησα προβλήματα. Κατ’ αρχήν, στον Παναθηναϊκό έκανα παρέα μόνο με τον Καρνέζη. Άμα έχεις δει κλίκα δύο ατόμων, ΟΚ. Δεν πήρα μη δεδουλευμένα λεφτά και ουσιαστικά χάρισα στον Παναθηναϊκό ένα μεγάλο ποσό που θα έπαιρνα αν έπαιζα. Είπα στη διοίκηση, αν δεν με θέλετε μία, δεν σας θέλω 10”.

Επόμενη στάση: Τούμπα

Με τη φανέλα του ΠΑΟΚ MotionTeam

Στα 33 του, εντελώς ξαφνικά, ο Κατσουράνης βρέθηκε να κάνει προπονήσεις μόνος του. Μετά από συζητήσεις με διάφορες ομάδες, συμφώνησε με τον ΠΑΟΚ, ο οποίος είχε εδώ και έξι μήνες καινούργιο πρόεδρο, τον Ιβάν Σαββίδη.

“Ο ΠΑΟΚ είναι μια μεγάλη ομάδα, ρομαντική. Μια φορά να παίξεις, δένεσαι μαζί του. Ο κόσμος είναι κοντά στην ομάδα, την αγαπάει πολύ. Με δέχτηκαν πολύ καλά το πρώτο εξάμηνο. Πριν αρχίσει να σπέρνει διχόνοια ο Τύπος, ο κόσμος φώναζε το όνομά μου. Το εκτίμησα πάρα πολύ”.

“Στην αρχή έπαιζα στόπερ με τον κύριο Δώνη, και μετά, όταν έφυγε, έπαιζα χαφ. Έμεινε ως προπονητής ο Γιώργος Γεωργιάδης που τον είχα και συμπαίκτη στην Εθνική. Βγήκαμε πρώτοι στα πλέι-οφ και παίξαμε προκριματικά Champions League. Μετά ήρθε ο Στέφενς κι άρχισαν πάλι να γράφουν ό,τι έγραφαν για μένα σε όλες τις ομάδες. Για κλίκες. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που δεν ισχύει το ρητό ‘όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά’. Ξεκινάει ένας κακόβουλος δημοσιογράφος και διασπείρει τις φήμες, έχοντας για κίνητρο είτε το χρήμα είτε οτιδήποτε άλλο”.

“Κάποτε στον ΠΑΟΚ, ήρθε ένας γυμναστής για μια εβδομάδα, δεν τον ήξερα, και την επόμενη μέρα έγραφε όλη η Θεσσαλονίκη ότι ο Κατσουράνης έφερε το γυμναστή του. Πρώτη φορά τον είχα δει στη ζωή μου. Αλλά αυτό, μόνο ο ίδιος ο γυμναστής θα μπορούσε να το επιβεβαιώσει. Τον ρώτησε κανείς; Όχι. Μπορείς να τον ρωτήσεις και σήμερα”.

“Όταν τελείωσε το συμβόλαιο με τον ΠΑΟΚ, είχα μείνει στο ότι η διοίκηση είναι ευχαριστημένη και θα ανανεώσω. Πήγα στο Μουντιάλ της Βραζιλίας και έγινε αυτό με τα 120.000 μέλη στη σελίδα του Facebook, που δεν ήθελαν να παίξω με την Κόστα Ρίκα. Πώς να το βίωσα; Είπα, στην Ελλάδα είμαστε, όλα πιθανά είναι. Απάντησα στο γήπεδο, νομίζω. Μπήκα αλλαγή και ισοφαρίσαμε”.

“Δεν μπορώ να ασχοληθώ με ανθρώπους που δεν ξέρουν ποδόσφαιρο και νομίζω ότι αυτοί οι 120.000 δεν έχουν ιδέα. Όταν γύρισα στην Ελλάδα, δεν με ενημέρωσε κανείς από τον ΠΑΟΚ για το αν θα συνεχίσω. Η περηφάνια μου ήταν πάντα σε υψηλά επίπεδα. Είχα κάποιες προτάσεις από ελληνικές ομάδες, αλλά όχι του βεληνεκούς που ήθελα και τότε, μετά το Μουντιάλ του ’14, ήταν η πρώτη φορά που σκέφτηκα να σταματήσω. Αλλά ακόμα και σαν απάντηση στους αμφισβητίες, δεν ήθελα να σταματήσω. Όσοι έκαναν like στη σελίδα, θα είχαν κερδίσει. Όχι μόνο δεν σταμάτησα, αλλά τελείωσα με 40 συμμετοχές και 5 γκολ σε Ινδία και Ατρόμητο ενώ επέστρεψα, έστω και για λίγο, στην Εθνική”.

Επόμενη στάση: Πούνε

Contra.gr / Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson

Τον Οκτώβριο του 2014, αποφάσισε να ταξιδέψει στην Ινδία και να παίξει μπάλα στην Πούνε Σίτι. Το ινδικό πρωτάθλημα δεν είχε τα τρελά χρήματα της Κίνας, αλλά ήταν εντελώς καινούργιο. Το Πούνε είναι ένα χωριό σχεδόν 2 εκατομμυρίων κατοίκων. Ήταν ο παίκτης που έκλεισε το ρόστερ της ομάδας. Ένα ρόστερ που χωρούσε την ίδια περίοδο και τον Μπρούνο Τσιρίλο.

“Το πρωτάθλημα της Ινδίας ήταν μόνο για δύο μήνες, μετά θα γύριζα στην οικογένειά μου. Θα έδειχνα ότι ακόμα μπορώ να παίξω ποδόσφαιρο, όσο χαμηλής δυναμικότητας κι αν ήταν το ινδικό πρωτάθλημα. Όποιος ξέρει μπάλα, καταλαβαίνει”.

“Στην Ινδία έχουν φτώχεια και πλούτο, δεν υπάρχει μέση κατάσταση. Όλη η ομάδα έμενε μαζί, σε ένα πεντάστερο ξενοδοχείο, σε σουίτες. Καλοπέραση, προπόνηση, αγώνες, πολύ καλή οργάνωση, πολύς κόσμος. Το πρωτάθλημα είχε 8 ομάδες. Οι πρώτοι 4 θα έπαιζαν σε πλέι-οφ και εμείς βγήκαμε 5οι. Έβαλα 4 γκολ (σ.σ. το ένα ψηφίστηκε το καλύτερο του πρωταθλήματος) και ήμουν μες στους 3 MVP της κανονικής διάρκειας”.

“Η Ινδία ήταν μια τεράστια εμπειρία. Είχε πολύ εξωτικά και περίεργα μέρη. Πήγα σε μια εποχή που άρχιζε η αναβάθμιση του ποδοσφαίρου της. Έβλεπες ότι είναι πανέξυπνοι, είχαν αγγλική παραγωγή στα ματς, ωραίες συνεντεύξεις, ήταν σαν μια μικρή Premier League. Έπαιξα και λίγο κρίκετ, σ’ ένα μπάρμπεκιου της ομάδας μετά το τέλος του πρωταθλήματος. Ήταν δύο φανταστικοί μήνες”.

Τελευταία στάση: Περιστέρι

Σε ένα από τα τελευταία ματς της καριέρας του, με τη φανέλα του Ατρομήτου ACTION IMAGES PRESS AGENCY

Μετά την Ινδία, επαναπατρίζεται και υπογράφει στον Ατρόμητο. Εκεί θα παίξει όλα τα ματς του δεύτερου μισού της σεζόν 2014-15 και θα ξανακληθεί στην Εθνική, από τον Σέρχιο Μαρκαριάν. Τελευταίο του παιχνίδι με το εθνόσημο ήταν ένα φιλικό στην Πολωνία, σε ένα από τα καινούργια γήπεδα που φτιάχτηκε για το Euro 2012. Ήταν αρχηγός σε αυτό το ματς.

“Με στεναχωρεί που δεν έχει γίνει μια τεράστια γιορτή για τον ‘Κάρα’, τον Ζαγοράκη, τον Μπασινά και πολλούς ακόμα, για να τους ευχαριστήσουν. Η ΕΠΟ με ευχαρίστησε πέντε μήνες αφού σταμάτησα το ποδόσφαιρο. Η συμπεριφορά στα παιδιά του 2004 από μια μερίδα ανθρώπων είναι αστεία”.

“Ήθελα να κλείσω την καριέρα μου στην ΑΕΚ μετά τον Ατρόμητο, αλλά ο καθένας κάνει τις επιλογές του. Η εκτίμηση και ο σεβασμός ξεχνιούνται γρήγορα”.

“Παίζοντας ποδόσφαιρο, κέρδισα τον σεβασμό από ανθρώπους που εκτίμησαν όσα μπόρεσα να προσφέρω στην Εθνική ή στις ομάδες τους. Ευτυχώς υπάρχει κι ο υγιής κόσμος. Κάναμε πολύ κόσμο οπαδό της Εθνικής, και προσωπικά, νομίζω ότι αυτό είναι το μεγαλύτερό μου επίτευγμα”.

Επόμενη στάση: Διαδικασία των πέναλτι

, . House Twenty Four. 6 2019. : Contra.gr / Watkinson Contra.gr / Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson

Την τηλεοπτική σεζόν που ανεπίσημα τελειώνει αυτές τις μέρες, ο Κώστας Κατσουράνης έκανε ντεμπούτο στην τηλεόραση, ως σταθερός συμπαρουσιαστής του Ντέμη Νικολαϊδη, στην εκπομπή ‘Total Football’ του OPEN. Λέει ότι δεν είχε κανένα άγχος μπροστά από τις κάμερες. Μετά συζητήσαμε περί ανέμων, (διαιτητών) και υδάτων.

“Μου άρεσε πολύ το ‘Total Football γιατί είχε οικεία πρόσωπα και γιατί ήταν κάτι πάνω στις γνώσεις μου. Είχαμε την ευκαιρία να μάθουμε στον κόσμο λίγο καλύτερο ποδόσφαιρο, να του αλλάξουμε τη νοοτροπία. Ένα πρόβλημα που έχουμε ως χώρα είναι ότι ο κόσμος ξέρει μόνο αυτόν που βάζει το γκολ, δεν καταλαβαίνει τι γίνεται στο γήπεδο”.

“Μου ταιριάζει πιο πολύ να είμαι τεχνικός διευθυντής, παρά προπονητής. Στην Πάτρα δέθηκα πολύ με τον κόσμο και με την πόλη. Η πόλη θέλει να εξελιχθεί, θέλει υγεία στο ποδόσφαιρο, αγκάλιασε αυτό που έγινε. Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν πολλοί που είναι Παναχαϊκή. Εγώ πήγα σε 40 δημοτικά σχολεία για να μιλήσω για την ιδέα της Παναχαϊκής. Τα παιδιά θα κάνεις Παναχαϊκή, τον μεγάλο δεν μπορείς να τον αλλάξεις. Για να πετύχει όμως το εγχείρημα είτε θέλει δικά σου λεφτά, είτε κάποιον να εμπιστευτεί την τεχνογνωσία σου”.

“Η Παναχαϊκή πρέπει να πάει έτοιμη στη Super League. Αν ανέβει βιαστικά, όπως θέλουν κάποιοι, θα πέσει ακόμα πιο χαμηλά. Αν συνεχίζαμε την προσπάθεια που ξεκινήσαμε, η Παναχαϊκή σε 1-2 χρόνια, θα πουλούσε δικούς της παίκτες”.

“Με τους συμπαίκτες μου είχα γενικα καλές σχέσεις. Τουλάχιστον με αυτούς που με καταλάβαιναν. Γιατί με τον χαρακτήρα που είχα, ή εχθρούς θα είχα ή φίλους. Αυτός που δεν καταλάβαινε ότι θέλω μόνο το καλό της ομάδας ήταν εχθρός. Μίλαγα σκληρά και έκανα κριτική για το καλό της ομάδας, αλλά ήθελα να μου μιλάει κι ο άλλος σκληρά”.

“Οι κακοί διαιτητές ή αυτοί που ήταν σε αποστολή, δεν σου έβγαζαν ποτέ κόκκινη, ακόμα κι αν τους έβριζες. Καταλάβαινες ότι ο άλλος έχει έρθει για να κάνει τη δουλειά του. Αλλά ποτέ δεν έχεις αποδείξεις”.

“Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον Τσίκινη. Πολύ κακός διαιτητής, φαινόταν πάντα ότι έχει έρθει να μας αδικήσει. Ο Κάκος, ο Τεροβίτσας, ο Δούρος ήταν καλοί διαιτητές. Άλλοι μας μιλούσαν με το μικρό, άλλοι με το επώνυμο. Έβρισα τον Σιδηρόπουλο και έφαγα 6 αγωνιστικές. Είχα δίκιο στη φάση, αλλά δεν μπορείς να βρίζεις τον διαιτητή. Ήμουν αρχηγός του Παναθηναϊκού, οι 3 αγωνιστικές διπλασιάστηκαν και τελικά έφυγα από την ομάδα (και) γι’ αυτόν τον λόγο”.

Οι διαιτητες που ηταν σε αποστολη, δεν εβγαζαν ποτε κοκκινη, ακομα κι αν τους εβριζες

“Δεν είναι δουλειά κανενός προέδρου να ξέρει μπάλα, αλλά ακόμα και να ξέρει, δεν είναι δουλειά του να σου πει τι θα κάνεις. Δεν ήμουν ποτέ κοντά με προέδρους στην καριέρα μου. Μόνο λίγο με τον Ντέμη επειδή ήμασταν συμπαίκτες, αλλά και πάλι δεν ήμασταν όσο κοντά γραφόταν. Κράτησα μια απόσταση”.

“Τον Ιούνιο του 2003 ήμουν στην αποστολή της Εθνικής στο παιχνίδι που άλλαξε το ρου της ιστορίας. Στη Σαραγόσα, όταν κερδίσαμε την Ισπανία με το γκολ του Γιαννακόπουλου. Μια από τις πιο σημαντικές νίκες στην ιστορία της Εθνικής. Να ξέρεις όμως ότι είναι το ίδιο σημαντικό να κερδίζεις την Ισπανία, το ίδιο και την Αρμενία. Για τον κόσμο ακούγεται περίεργο, αλλά πάντα το ίδιο προσπαθείς στο ποδόσφαιρο”.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

24MEDIA NETWORK