Κώστας Μπογατσιώτης: Η εγκυκλοπαίδεια του μπάσκετ
Ο Γιάννης Φιλέρης πέρασε σχεδόν μια μέρα (προ καραντίνας...) στο σπίτι του Κώστα Μπογατσιώτη, άκουσε απίθανες ιστορίες και πήρε απίστευτες φωτογραφίες του προπονητή που έχει το μεγαλύτερο μπασκετικό αρχείο στην Ελλάδα. Ο Γιώργος Κολοκυθάς, ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο Παναγιώτης Γιαννάκης, ο Μάκης Δενδρινός, ο Φάνης Χριστοδούλου, δεκάδες πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες όπως η... Νικη Μπάκουλη!
Γιατί μια συνέντευξη με τον Κώστα Μπογατσιώτη; Διότι είναι η... ζωντανή εγκυκλοπαίδεια του ελληνικού μπάσκετ και ο άνθρωπος που έχει ίσως το μεγαλύτερο μπασκετικό αρχείο στη χώρα. Μιλάμε άλλωστε για έναν μοναδικό συλλέκτη που έχει 13.000 δίσκους βινυλίου, 3.000 ελληνικές και ξένες ταινίες,σπαθιά, πιστόλες, μολυβένια στρατιωτάκια, αυτοκινητάκια και μπίλιες που παίζαμε μικροί. Ένας καλόκαρδος γίγαντας, που βρίσκεται στο μπάσκετ από το 1958 (!), δηλαδή 62 από τα 72 χρόνια της ζωής του. Με ένα απίστευτο ρεπερτόριο από ανέκδοτα, ιστορίες του μπάσκετ που έχουν μείνει διαχρονικά και τις διηγείται με μοναδικό τρόπο. Κι ένας παίκτης και προπονητής που έχει ζήσει τα πάντα γύρω από το σπορ που αγάπησαν οι Έλληνες, όχι από το 1987, όπως νομίζουν οι περισσότεροι, αλλά από πολύ παλιότερα. Όταν ακόμη ο 'Μπόγας' ήταν παιδάκι. Από τότε που έπαιζε στους 'Κάστορες' της ΧΑΝΘ ή πήγαινε στο 5ο Γυμνάσιο και ήταν παίκτης του 17χρονου Γιάννη Ιωαννίδη!
Δεν υπάρχει άνθρωπος του ελληνικού μπάσκετ που να πει μια κακή κουβέντα για τον Μπογατσιώτη. "Ξέρεις, εμένα μου αρέσουν πολύ και οι δημόσιες σχέσεις", μου είπε το πρωινό του Μάρτη (πριν κλιμακωθεί και στην Ελλάδα η πανδημία του κορονοϊού) στο σπίτι του στο Ελληνικό. Δεν είναι θέμα δημοσίων σχέσεων, όμως. Ο Κώστας είναι ένα μεγάλο παιδί, που έχει μόνο φίλους, τρελαίνεται για το καλό φαγητό, ξέρει όμως και πολύ μπάσκετ. Παρών στο ρεκόρ του Αριστείδη Μούμογλου, όταν ο μεγάλος σκόρερ σημείωσε 145 πόντους εναντίον του ΒΑΟ, μέλος της 'αργυρής' Εθνικής Εφήβων του 1970 (2η στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα), έπαιξε 14 χρόνια στον Ηρακλή, 3 στην ΑΕΚ και ολοκλήρωσε την καριέρα του σε Παπάγο και Απόλλωνα Αθηνών. Έπαιξε αντίπαλος με τον Γιώργο Κολοκυθά, όπως και με όλα τα 'ιερά τέρατα' του μπάσκετ που ενηλικιώθηκαν μαζί του στα τσιμεντένια γήπεδα....
Ταυτόχρονα ήταν... χωροφύλακας, 'πιστός' στρατιώτης' της Εθνικής Ενόπλων, καθηγητής φυσικής αγωγής (σε πολλά σχολεία, ανάμεσά τους και το Αρσάκειο), μετέπειτα στη Γυμναστική Ακαδημία και μεσίτης οικοπέδων στο κτήμα Νάσιουτζικ. Φυσικά, προπονητής, σε μια σειρά από ομάδες ξεκινώντας από τη Δάφνη, όπου πρόλαβε να κοουτσάρει και ένα βραχύσωμο πλέι-μέικερ, ονόματι Νίκο Αναστόπουλο (!), βρέθηκε στον Ολυμπιακό του Ντούσαν Ίβκοβιτς, όταν ο Σέρβος κόουτς ρώτησε γι' αυτόν δυο ανθρώπους που εμπιστευόταν στη Θεσσαλονίκη. Σε αυτόν τον δύσκολο άνθρωπο, ο 'Μπόγας' βγάζει το καπέλο, μιλάει ακόμη για τον Ιωαννίδη, τον Παναγιώτη Γιαννάκη τον Μάκη Δενδρινό που δεν ξέχασε και στέλνει χαιρετίσματα στον Φάνη Χριστοδούλου! Μπόνους; Ο καυγάς με τον Ίβκοβιτς το 1999, εξ αιτίας της Νίκης Μπάκουλη! Ναι, ναι. Της δικής μας
Το πιο εντυπωσιακό απ' όλα είναι ότι έχει αποτυπώσει την προσωπική διαδρομή του στο άθλημα με ένα απίστευτο υλικό (φωτογραφίες, δημοσιεύματα εφημερίδων, βίντεο), από το οποίο ξεπηδούν οι μεγαλύτερες μορφές που σημάδεψαν το μπάσκετ στην Ελλάδα από τα ηρωικά χρόνια του '60, μέχρι τις μέρες μας. Τα δυο προσωπικά αφιερώματα (σε σκληρό δίσκο) τα οποία ο ίδιος έχει δημιουργήσει για τους δυο κορυφαίους προπονητές του Ολυμπιακού (Ίβκοβιτς, Ιωαννίδης) είναι μοναδικά.
Όρεξη να 'χετε (χρόνος σίγουρα υπάρχει, καθηλωμένοι όλοι μας σπίτι, νομίζω ότι οι 5.500 λέξεις κι οι δεκάδες φωτογραφίες που δημοσιεύουμε με την άδειά του, θα σας κάνουν καλή παρέα) να διαβάσετε...
Η Θεσσαλονίκη
"Το 1958, μόλις 10 χρονών, γράφτηκα στη ΧΑΝΘ στις παιδικές ομάδες. Εγώ ήμουν στους 'Κάστορες'. Παίζαμε ποδόσφαιρο, μπάσκετ και το καλοκαίρι πηγαίναμε κατασκήνωση. Μόνο που εμένα δεν με άφηνε ο πατέρας μου, γιατί ήθελε να μάθω τέχνη και με έστελνε στο μηχανουργείο. Ήταν μεγάλος μάστορας, έκανε τα πάντα, έχτισε δυο πολυκατοικίες, έφτιαξε το πρώτο ψυγείο-καρότσα στην Ελλάδα και ταξίδευε σε όλη την Ευρώπη. Μια φορά, ανάγκασε ένα ολόκληρο εργοστάσιο στην Αυστρία να τον χειροκροτήσει, όταν έφτιαξε... μόνος του το σασμάν του αυτοκινήτου που του είχε χαλάσει στο δρόμο. Το μόνο που είχε ζητήσει ήταν να του δανείσουν τα εργαλεία.
Στη ΧΑΝΘ ξεκινήσαμε να προπονούμαστε, με τον Μίμη Τσικίνα, τον πρώτο προπονητή που πήγε στις ΗΠΑ. Εκεί αρχίσαμε να παίζουμε, χωρίς όμως να μας κάνουν δελτίο. Εν τω μεταξύ, ο αρχιτέκτονας της πολυκατοικίας που είχε χτίσει ο πατέρας μου, ήταν απόφοιτος του 5ου Γυμνασίου Θεσσαλονίκης και βοήθησε να πάω εκεί, καθώς τυπικά δεν μπορούσα, επειδή δεν έμενα στην περιοχή. Πολύ σκληρό σχολείο. Άντεξα 5 τάξεις, γιατί μετά έμπλεξα με το μπάσκετ και στο πρώτο 6μηνο της Ε' Γυμνασίου, έπεφτα σε 7-8 μαθήματα κάτω από τη βάση. Έφυγα και πήγα στη Σχολή Κωνσταντινίδη. Πρόσφατα με βράβευσε το 5ο Γυμνάσιο και συγκινήθηκα. Τους είπα 'έχω παίξει σε 4 ομάδες, δούλεψα σε πάμπολλες ως προπονητής, ήμουν 30 χρόνια στο Πανεπιστήμιο, δεν πήρα ούτε ένα σηματάκι και με βραβεύετε εσείς, έστω κι αν δεν κατάφερα να αποφοιτήσω'.
Στη Γ' Γυμνασίου, πάντως, ο γυμναστής που είχαμε δεν ήξερε και πολλά. Ζήτησε, λοιπόν, από τον Ιωαννίδη που πήγαινε στην ΣΤ' τάξη να φτιάξει την ομάδα μπάσκετ και να παίξουμε στο σχολικό πρωτάθλημα. Την Τετάρτη θα ξεκινάγαμε τις προπονήσεις. Την Τρίτη υπέγραψα στον Ηρακλή. Απέναντι από το σπίτι μου, βρισκόταν το αρχηγείο της Πυροσβεστικής. Όλοι ηρακλειδείς. Εγώ ήμουν φίλος με το γιο του διοικητή. Ήμασταν συμμαθητές κιόλας. Με παίρνουν, λοιπόν, και με πηγαίνουν Γιώργο Πλατσούκα τον δημοσιογράφο και γίνομαι αθλητής του Ηρακλή. Την άλλη μέρα, κάνουμε προπόνηση, με βλέπει ο 'ξανθός' και μου λέει 'έλα να παίξεις στον Άρη'. Απαντάω 'πήγα στον Ηρακλή' και ακούω τα μπινελίκια της ζωής μου. Νομίζω μου έριξε και μια σφαλιάρα. Ευτυχώς, όμως, που είχα υπογράψει.
Ήταν η εποχή που φτιάχτηκε ο νόμος για το 14μηνο. Μια... πατέντα, κομμένη και ραμμένη για τον Παναθηναϊκό, που ήθελε να πάρει τον Κολοκυθά από τον Σπόρτιγκ. Όποιος παίκτης έμενε 14 μήνες εκτός ομάδας, ήταν ελεύθερος να πάει σε σύλλογο της αρεσκείας του. Έτσι, ο Κολοκυθάς πήγε στον Παναθηναϊκό, που μάλιστα πήρε με αυτόν τον τρόπο και τον Θανάση Πέππα από τον Πανιώνιο. Με την ίδια διαδικασία, ωστόσο, έφυγε και ο Γιάννης Μπούσιος από τον Ηρακλή, για λογαριασμό του ΠΑΟΚ. Και τότε, ο Ορέστης Αγγελίδης που είχε αναλάβει πρώτος προπονητής, αποφάσισε να προωθήσει όλα τα νεαρά παιδιά στην πρώτη ομάδα. Πρώτη προπονήτρια μου ήταν μια γυναίκα η Χρυσάνθη, μετά ο Βαγγέλης Τσιγαρίδας, έπειτα ο Άγης Κυνηγόπουλος -συμμαθητής του Κώστα Βουτσά παρεμπιπτόντως- και το 1964 ο Αγγελίδης. Ήμουν ο καλύτερος παίκτης του εφηβικού κι έτσι έπαιξα κατευθείαν με τους άνδρες.
Έπαιξα 14 χρόνια στον Ηρακλή, μέχρι το 1977, όταν έφυγα για την ΑΕΚ. Τότε που πήγα στον ΓΓΑ, Κώστα Παπαναστασίου, και του ζήτησα να μεσολαβήσει να φύγω, γιατί ο Ηρακλής δεν με παραχωρούσε. Έφτιαξε έναν νόμο, βάσει του οποίου, όσοι έμεναν 500 χιλιόμετρα μακριά από την έδρα της ομάδας τους, είχαν το δικαίωμα να μείνουν ελεύθεροι. Έτσι πήρα μεταγραφή για την ΑΕΚ, όπου έκατσα 3 χρόνια. Θα έπαιζα περισσότερο, αλλά είχα αιματουρία. Νόμιζα ότι ήταν κάτι σοβαρό, αλλά αποδείχθηκε το αντίθετο. Κι έτσι ολοκλήρωσα την καριέρα μου σε Παπάγου και Απόλλων Αθηνών".
Το ρεκόρ του Μούμογλου
"Ήμουν στο γήπεδο, την ημέρα του ρεκόρ. Του έδωσα πρόσφατα και το φύλλο αγώνα, αντίγραφο του οποίου είχα κρατήσει. Πρώτα απ’ όλα να πούμε ότι ο ΒΑΟ δεν ήταν σε καλή κατάσταση, είχε σχεδόν διαλυθεί, έπαιζε με παιδιά από το εφηβικό. Εμείς στην αρχή θέλαμε να σπάσουμε το ρεκόρ του Παράσχου Τσάνταλη, που είχε βάλει 71 πόντους σε ένα ματς Κυπέλλου Ελλάδας, αν δεν απατώμαι, φορώντας τη φανέλα του Πανελληνίου εναντίον του Πανιωνίου. Στο 1ο ημίχρονο, ο Μούμογλου είχε βάλει κάπου 60 πόντους. Λέμε θα το σπάσουμε το ρεκόρ. Στο 2ο ημίχρονο δεν ερχόταν καν στην άμυνα. Αφήναμε εμείς τον ΒΑΟ να βάλει καλάθι, σημείωσε άλλωστε 94 πόντους ενώ κανονικά δεν θα ξεπερνούσε τους... 30 και μόλις παίρναμε την μπάλα, την πετούσαμε στον Αριστείδη για να σκοράρει. Έτσι έφτασε στους 145 πόντους. Το ματς ήταν... κανονικό, όχι παρωδία, όπως ίσως να νομίζουν. Ο Μούμογλου, άλλωστε, ήταν παικταράς. Είχε σταματήσει για λίγο, σπούδαζε στη φαρμακευτική. Ερχόταν, επέστρεφε, κάπως έτσι. Μεγάλος σκόρερ, όμως. Με δυο βήματα, από το κέντρο του γηπέδου, έφτανε στο καλάθι. Έπαιξε στην Εθνική ομάδα 16 ετών!"
Η Χωροφυλακή
''Εκανα πολλές δουλειές στη ζωή μου. Με το που τελείωσα το Γυμνάσιο, ο πατέρας μου αγόρασε ένα εργοστάσιο ασβεστοποιίας, στο Ασβεστοχώρι της Θεσσαλονίκης. Δούλεψα τρία χρόνια, από οδηγός, μέχρι θερμαστής στα καμίνια. Πέσαμε έξω, καταστραφήκαμε οικονομικά και έμεινα απένταρος.
Μέσω των Εθνικών Ομάδων, μπήκα στην Γυμναστική Ακαδημία και το 1970 άρχισα να ανεβοκατεβαίνω από την Θεσσαλονίκη στην Αθήνα! Τότε με ήθελε η ΑΕΚ, ο συγχωρεμένος ο Δημοσθένης Πασχαλίδης μου έδινε 600.000 δραχμές, αλλά τη μεταγραφή την έκοψε ο Κωνσταντίνος Ασλανίδης, γενικός γραμματέας αθλητισμού, που επί χούντας, έκανε ό,τι ήθελε. Ήταν και οπαδός του Ηρακλή. Μια μέρα είχε επισκεφτεί την Εθνική ομάδα. Όταν του είπα 'δεν με αφήσατε να πάω στην ΑΕΚ', με έστειλε στην Χωροφυλακή. Του λέω 'δεν έχω πάει καν φαντάρος', αλλά ήδη είχε πάρει τηλέφωνο, πιθανότατα τον αρχηγό της Χωροφυλακής, δίνοντας τη διαταγή: 'Στείλτε ένα περιπολικό, μια στολή κι έναν φωτογράφο'. Κι έτσι έγινα χωροφύλακας!
Ύστερα από λίγο βρέθηκα στη Λάρισα, να παίζω στο Πρωτάθλημα Ενόπλων. Από τη δική μας ομάδα, έλειπαν ο Άρης Ραφτόπουλος με πνευμονία και ο Αίας Λαρετζάκης που ήταν τραυματίας. Παίζουμε, ο Νίκος Τσοσκούνογλου πλέι-μέικερ, Τσάνταλης, Χρήστος Ιορδανίδης, εγώ στο '4' και ο Μιχάλης Γιαννουζάκος σέντερ. Αλλαγές ο Γιάννης Νάνος και ο Νίκος Σισμάνης από το Μαρούσι. Η Αστυνομία έχει ομαδάρα: Αντώνης Πανταζής, Τάκης Μανώλας, Αντώνης Λάνθιμος, Απόστολος Κόντος, Νίκος Σισμανίδης, Βασίλης Γκούμας, Δημήτρης Κοκολάκης όλη η Εθνική ομάδα! Εμείς, σχεδόν 5 άτομα, τους νικήσαμε και πήραμε το πρωτάθλημα.
Τα χρήματα της Χωροφυλακής έμοιαζαν με μάννα εξ ουρανού. Δεν ήταν και τόσο εύκολα τα χρόνια. Πεινούσαμε. Να φανταστείτε, έτρωγα στη ζούλα σαν παίκτης του Παναθηναϊκού σε ταβέρνα στην Πλάκα, όπου με έπαιρναν μαζί τους, ο Ιορδανίδης με τον Ανδρέα Χαϊκάλη. Με έγραφαν στην κατάσταση κι έτσι έτρωγα. Ο Φαίδων Ματθαίου μας έσπρωξε στα σώματα ασφαλείας για να έχουμε μια επαγγελματική εξασφάλιση. Πηγαίναμε κάθε χρόνο στο Παγκόσμιο Ενόπλων και στο τέλος οι ξένοι έτριβαν τα μάτια τους. Όπως ο Ιταλός γιατρός, που έλεγε στον Χαϊκάλη 'Αντρέα, ανκόρα σολντάτο', δηλαδή 'ακόμη στρατιώτης'. Δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν πως είχαμε γίνει μόνιμοι.
Από τη Χωροφυλακή πήραμε τα πρώτα λεφτά. Μέχρι και στη μάνα μου έστελνα. Το 1977 βγαίνει μια διαταγή να πάμε υποχρεωτικά σε τμήματα. Λέω ότι είμαι γυμναστής, με παίρνουν στη Σχολή Ανθυπομοιράρχων 'αρκεί να έρχεσαι στις 6 το πρωί', μου λέει ο διοικητής. 'Στις 5 θα είμαι εκεί', απαντάω. Και δεν πήρα ούτε δραχμή, γιατί την ίδια εποχή δούλευα και ως μεσίτης στο Κτήμα Νάσιουτζικ! Φτιάχνουμε και μια ομάδα, κάτι κουτσοπαίζανε. Μου ζητάνε 'ωραία, τώρα που φτιάξαμε την ομάδα, δεν λες στον διοικητή να παίρνουμε άδειες τα Σαββατοκύριακα;' Πράγματι, πάω τον βρίσκω, θέτω το αίτημα και παίρνω την απάντηση: 'Μπα; Θέλουν να βλέπουν τις γκόμενες; Μπογατσιώτη, θα σου κάνω μια ερώτηση. Την Αστυνομία θα την… σκίσουμε;' Υπήρχε τεράστια αντιπαλότητα μεταξύ Αστυνομίας και Χωροφυλακής σε κάθε επίπεδο. Τους νίκησα κι έκατσα 3 χρόνια σε αυτήν τη σχολή, ως γυμναστής-προπονητής".
"Τον Ντουκσάιρ τον έλεγαν ζωγράφο"
"Η γενιά μου έμαθε το μπάσκετ στις αλάνες. Εγώ, να καταλάβεις, έγινα μπασκετμπολίστας στο 2ο Γυμνάσιο, βάζοντας στοιχήματα με τους φίλους μου. Όποιος κέρδιζε, κερνούσε τον κινηματογράφο. Δεν είχαμε προπονητές να μας δείξουν πράγματα, ό,τι μας ερχόταν στο μυαλό ή είχαμε δει στα παιχνίδια. Ήταν επίσης κι η τεχνική σχολή του Δημόκριτου, που πήρε όλα τα ταλέντα τότε και έφτιαξε μια ισχυρή ομάδα μπάσκετ για να προσελκύσει σπουδαστές. Μια σχολή, που εξελίχθηκε αργότερα σε σύλλογο, ο οποίος έφτασε μέχρι την Α' Εθνική. Σίγουρα, αν εκείνη την εποχή υπήρχαν οι προπονητές, θα αλλάζαμε και επίπεδο.
Μόνο, όταν ερχόμασταν στην Εθνική με τον Ματθαίου, βλέπαμε κάποια πράγματα. Ο Φαίδωνας ήταν αυστηρός, μας αγαπούσε όμως όλους. Τον γνώρισα πρώτη φορά με την Εθνική Εφήβων του '70. Τρομερές στιγμές στο Παναθηναϊκό Στάδιο, με 30.000 κόσμο να έρχεται στο γήπεδο να ζει όλη την πορεία μας μέχρι τον τελικό. Ήταν μια από τις πρώτες μεγάλες εθνικές επιτυχίες του μπάσκετ. Είχε προηγηθεί, βέβαια, αυτήν της ΑΕΚ το '68, που έκανε περισσότερο κόσμο να βλέπει το σπορ. Ο Ματθαίου ήταν ένας προπονητής με προηγμένες γνώσεις και τεράστια προσφορά στο άθλημα.
Κι όταν μετά εμφανίστηκε ο Ρίτσαρντ Ντουκσάιρ, ήρθε μια πραγματική αποκάλυψη. Προγραμματισμένη προπόνηση από το Α ως το Ω, διαφορετική κάθε μέρα, ατομικό πρόγραμμα για τον καθένα, τρομερά πράγματα και πρωτοποριακά για την εποχή. Έβγαζε το πινακάκι του να δείξει κάτι κι άρχισαν να τον κοροϊδεύουν 'ο ζωγράφος κι έτσι'. Μετά πήραν όλοι από ένα πινακάκι! Αυτός έσπρωξε το μπάσκετ ένα βήμα μπροστά. Έφτιαξε την ομάδα που πήρε το χρυσό μετάλλιο στους Μεσογειακούς Αγώνες. Η προσφορά του στο μπάσκετ δεν έχει αναγνωριστεί όσο θα έπρεπε".
Από τον Κολοκυθά στον Γκάλη
"Ο Κολοκυθάς ήταν χαρισματικός, με τρομερό άλμα. Αυτοδίδακτος. Έπαιζε περισσότερο στο '4', έγραφε τα πάντα στα παλιά του τα παπούτσια. Μια φορά είμαι στα Πατήσια, στο γήπεδο του Σπόρτιγκ. Εκεί το κυλικείο στο γήπεδο του Σπόρτιγκ διατηρούσε, για χρόνια, ο Γιώργος Πολυζωγόπουλος, γαμπρός της κορυφαίας στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου (!). Ωραίος άνθρωπος, που μας έλεγε ιστορίες για την πεθερά του και δεν τον πιστεύαμε.
Μπαίνω, λοιπόν μια μέρα μέσα και βλέπω τον γενικό γραμματέα της ΕΟΚ, Νίκο Καραβία, με τον Κολοκυθά. 'Γιώργο, έχουμε το Βαλκανικό Πρωτάθλημα μπροστά μας. Πρέπει να τα δώσεις όλα', του λέει. Ο 'Μύτος' τον κοιτάζει με μισό μάτι και απαντάει: 'Κοίτα, Καραβία. Όταν γουστάρω (σ.σ κάπως αλλιώς το είπε, αλλά δεν γράφεται) θα παίξω. Και θέλω και τον Χαϊκάλη μαζί μου'. Έτσι ήταν ο Γιώργος. Μποέμ και έξω καρδιά. Αλλά και αυθεντικό ταλέντο. Αν είχε γεννηθεί σε μια Γιουγκοσλαβία ή σε μια Σοβιετική Ένωση, θα έκανε πάταγο. Κατά τη γνώμη μου, στην εποχή του ήταν νο 1, έβαζε την μπάλα όπως ήθελε μέσα στο καλάθι, απίστευτος. Σημείωσε 247 πόντους στο Ευρωμπάσκετ του Τάμπερε, 1ος σκόρερ στο Βαλκανικό επίσης, αλλά και στους Μεσογειακούς Αγώνες. Και όχι με αντιπάλους, τίποτε… φίτσουλες. Με Σεργκέι Μπέλοφ, με Αλζάν Ζαρμουχαμέντοφ, με Ζουράμπ Σακαντελίτζε, με Ντράγκαν Κιτσάνοβιτς, ιερά τέρατα. Δεν καταλάβαινε τίποτε, όμως. Τους σάρωσε όλους.
Ο Κολοκυθάς πατούσε γερά, πηδούσε ψηλά και από τα 3-4 μέτρα, δεν έχανε σουτ. Είχε μια περίεργη στροφή, χωρίς ντρίμπλα. Γυρνούσε, μπαμ και σκόραρε. Δεν περνούσε τον αντίπαλό του με ντρίμπλα, απλά σηκωνόταν και έβαζε την μπάλα με κάθε τρόπο στο καλάθι. Τον πρωτοείδα το 1960, σε ματς ΧΑΝΘ-Σπόρτιγκ. Δεν του άρεσε η προπόνηση, όμως. Ξενυχτούσε, δεν κοιμόταν πριν από τις 5 το πρωί. Έπαθε χιαστό στα 27 και ουσιαστικά σταμάτησε το μπάσκετ. Ο Νίκος Γκάλης ήταν άλλο πράγμα. Επιστημονική προπόνηση, καλογερική ζωή. Είχε προσωπικό γυμναστή. Και ήξερε βέβαια καντάρια μπάσκετ. Τεράστια η προσφορά του, αλλά πιστεύω ότι ανάλογη αν όχι και πιο μεγάλη έχει ο Γιαννάκης. Θα έπρεπε ένα γήπεδο να έχει πάρει το όνομα του".
Η πορτοκαλάδα του Πέππα
"Αν μιλάμε για την εποχή μου, δεν ήταν μόνο ο Κολοκυθάς. Πέρασαν τρομεροί παίκτες. Ο Γιώργος Αμερικάνος έβαζε... οκτάποντα. Ο Χρήστος Ζούπας είχε πάσα, είχε αιφνιδιασμό, μαέστρος. Κώστας Διαμαντόπουλος και Γιώργος Μπαρλάς στον Σπόρτιγκ, παικταράδες. Ο Πανταζής, ή 'πόρκης' όπως ήταν το παρατσούκλι του, πολύ καλός πλέι-μέικερ, αλλά κι αυτός... όσα πάνε κι όσα έρθουν.
Ο Θανάσης Χριστοφόρου ήταν ο πρώτος που πήγαινε στο επιθετικό ριμπάουντ, έπειτα από το σουτ. Αλτικός, ωραίος παίκτης ο Θανάσης Πέππας, με την πορτοκαλάδα κάτω από το καλάθι. Όταν έπαιρνε το ριμπάουντ, έδινε την πάσα και μετά πήγαινε κι έπινε μια γουλιά! Παίζουμε Βαλκανικό με τη Βουλγαρία, έχει την μπάλα ο Γκέοργκι Χριστόφ. Έρχεται από πίσω ο Πέππας, που τότε μαζί με τον Αντώνη Γούναρη είχαν το μεγαλύτερο άλμα στην Ελλάδα, του τραβάει ένα κόψιμο, η μπάλα χτυπάει στο ταμπλό και πάει προς το κέντρο. Βλέποντας την μπάλα να φεύγει, λέει 'εντάξει, τελείωσε η φάση' και πάει να πιει από το μπουκάλι. Ο Βούλγαρος όμως κυνηγάει την μπάλα, την ξαναπαίρνει και επιτίθεται ξανά. Από τον πάγκο, ο Μπαρλάς του φωνάζει 'Θανάσηηη έρχεται'. Γυρνάει ο Πέππας, πετάει την πορτοκαλάδα, σηκώνεται και ξανακόβει τον Χριστόφ! Πιάνει την μπάλα και την πετάει στον Μπαρλά, νομίζοντας ότι βρίσκεται μέσα στο γήπεδο. Ο Μπαρλάς την ρίχνει ξανά μέσα και βάζουμε καλάθι, χωρίς να το καταλάβουν οι διαιτητές!
Παικταράς ήταν κι ο Λάνθιμος. Σκόρερ ο Τάκης Μάγλος, ο Άρης είχε Ιωαννίδη, Θέμη Κατριό, εμείς τον Μούμογλου, ο Ολυμπιακός τον Μάκη Κατσαφάδο πολύ αθλητικό σέντερ, πολύ χρήσιμο. Κι ο Δενδρινός σπουδαίος, αδικήθηκε μάλιστα στην Εθνική ομάδα. Μεγάλος παίκτης ο Κόντος. Πιο πριν, ο Χαϊκάλης πολύ σκληρός παίκτης. Κι ο Χρήστος Κέφαλος, ιδιοφυΐα. Έστελνε την μπάλα, όπου ήθελε. Δεν έγινε επαγγελματίας, γιατί είχε πρόβλημα στη μέση. Ο Γκούμας επίσης. Ο Παύλος Σταμέλλος, ο Τάκης Κορωναίος. Όλο το μυστικό ήταν ο Γιώργος Τρόντζος, όμως. Κανείς δεν μπορούσε να τον μαρκάρει. Θεόρατος, βοήθησε πολύ την ΑΕΚ και την Εθνική ομάδα. Μοναδικός σέντερ για πολλά χρόνια, μέχρι να εμφανιστεί ο Κοκολάκης και μετέπειτα ο Παναγιώτης Φασούλας.
Είχαμε παικταράδες, τρομερούς σουτέρ. Έλειπε η εξειδίκευση κι η θέληση των ίδιων των παικτών, όμως. Εγώ όταν πήγα στον Ολυμπιακό, με κρατούσε ο Άριαν Κόμαζετς, μετά την προπόνηση μία και μιάμιση ώρα. Ξεχνούσα να πάω στο σπίτι μου. Για μένα, ο Χριστοδούλου αν είχε τη νοοτροπία του Γκάλη και του Γιαννάκη θα έπαιζε στο ΝΒΑ. Πλήρης. Έπαιζε σε όλες τις θέσεις. Από το '1', μέχρι το 5'. Ο Κώστας Πετρόπουλος τεράστιο ταλέντο, αλλά άτυχος. Όπως και ο Διαμαντόπουλος. Κώστηδες κι οι δυο, έφαγαν τα χρόνια τους στα χειρουργεία. Κι ο Χρήστος Ιορδανίδης παικταράς. Τρομερό άλμα. Έλεγαν ότι όταν σηκωνόταν, τον κατέβαζες μόνο με ... τουφέκι"
Πανεπιστήμιο
"Στη Γυμναστική Ακαδημία με πήρε ο Λάκης Αναστασιάδης. Απόσπαση από το φοβερό και τρομερό ΚΕΤΕ Γκράβας, όπου είχα πλακωθεί με όλο τον κόσμο. Όταν βγήκε το ΠΑΣΟΚ με απομάκρυναν, όμως με τη μεσολάβηση του Βασίλη Γιαβρούτα, προέδρου του Πρωτέα του οποίου ήμουν προπονητής, πήγα στον διοικητή της ΔΕΗ, τον περίφημο Γιώργο Μπιρδιμήρη. Ήταν φίλος του Ανδρέα Παπανδρέου. Έκανε ένα τηλεφώνημα. 'Θα έρθει ο κύριος Μπογατσιώτης. Να επιστρέψει άμεσα στο Πανεπιστήμιο, δεν δέχομαι κουβέντα', είπε και το έκλεισε!
Μετά έγινε το ίδιο επί Νέας Δημοκρατίας! Βγήκε φιρμάνι ότι όσοι ήρθαν επί ΠΑΣΟΚ, χαίρετε. Έφευγαν φίλοι μου καθηγητές, αλλά και υπάλληλοι. Με τα πολλά, σε έναν αγώνα στα Γιάννινα, πέφτω πάνω στον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας. 'Λαϊκή αγορά το κάνατε το πανεπιστήμιο; Πώς έφυγαν όλοι αυτοί; Λόγω των πολιτικών;' Μου έφερε μια κατάσταση με 80 ονόματα. Ούτε που ήξερε τι έκανε ο καθένας στην Ακαδημία. Απλά είχε πέσει σύρμα. Τότε κατάλαβα τι γινόταν κάθε φορά που άλλαζε η κυβέρνηση.
Πέρασαν πάνω από 3.000 φοιτητές όλα αυτά τα χρόνια. Ανάμεσά τους κι οι καλύτεροι μπασκετμπολίστες. Τους μόνους, που δεν μπόρεσα να βοηθήσω ήταν ο Χριστοδούλου, ο Νάσος Γαλακτερός, ο Ντίνος Καλαμπάκος, ο Κώστας Ζέρβας και ο Κώστας Παταβούκας. Εγκατέλειψαν τις σπουδές τους. Ο Ντίνος, πάντως, πήρε το δίπλωμα του προπονητή από τη σχολή του ΣΕΠΚ. Είχα βέβαια μαθητές τον Δημήτρη Πρίφτη, τον Τζίμη Κουστένη, τον Γιώργο Βόβορα, τον Μπάμπη Σκουζή, τις μισές παίκτριες που έπαιζαν στην Εθνική Γυναικών, πάρα πολλούς.
Ο Μιχάλης Αναστασιάδης πήγε στις ΗΠΑ και αναδημιούργησε το πρόγραμμα των σπουδών με πρωτοποριακό για την εποχή τρόπο. Έμπαινες σκράπας κι έβγαινες μπασκετμπολίστας. Έναν χρόνο, μαθαίναμε τα βασικά: πάσα, ντρίπλα σουτ. Κάναμε προπόνηση 18 ώρες την εβδομάδα. Δεύτερο έτος επιθετικές ενέργειες δυο, τριών και τεσσάρων παικτών. Τρίτο έτος, συστήματα και προπονητική. Μετά μπήκε το τέταρτο, όπου παίρναμε τις ειδικότητες. Τα βιβλία του Αναστασιάδη είναι οδηγός, ακόμη και στις μέρες μας. Μεγάλος δάσκαλος".
Προπονητής του... Αναστόπουλου!
"Το 1972 μου λέει ο Κώστας Λάμπρου, καθηγητής στην Ακαδημία 'Κώστα, θα αναλάβεις τη Δάφνη'. Ήταν η πρώτη ομάδα μου ως προπονητής. Θυμάμαι έπαιρνα 1,5 χιλιάρικο το μήνα. Έπαιζαν τότε οι δυο αδερφοί του Κώστα Ρήγα, ο Κώστας Κατσίκης, ο Κωνσταντίνος Στρατηγός ο ορθοπεδικός κι άλλοι. Η ομάδα είχε ανέβει στην Α' Κέντρου. Πρώτος αγώνας, νίκη επί του Έσπερου, που κοούτσαρε ο Ντουκσάιρ! Μια μέρα, βλέπω έναν κοντό από το εφηβικό, που κατέβαζε σφαίρα την μπάλα. 'Ποιος είναι;', ρωτάω. 'Αναστόπουλος', μου απαντάνε. Τον παίρνω και τον βάζω στην ανδρική ομάδα.
Ο Νικόλας ήταν καλός, όμως πάνω απ' όλα ήθελε να παίζει μπάλα. Πήγαινε στην ποδοσφαιρική ομάδα, της οποίας ο προπονητής, Βασίλης Παλάντζας, τον έδιωχνε. 'Να πας στο μπάσκετ', του έλεγε. Ο Νίκος επέμενε, όμως. Μια, δυο, τρεις, την τέταρτη που είχαν διπλό, του λέει 'έλα να παίξεις'. Τον έβαλε με τους αναπληρωματικούς, πιστεύοντας ότι θα τον διαλύσουν. Ο κοντός πέταξε 4 γκολ, τρελάθηκε ο Παλάντζας και του έβγαλαν δελτίο, για να παίξει αμέσως στην πρώτη ομάδα. Έτσι τον πήρε η Δάφνη, τον έδωσε στον Πανιώνιο κι αυτός στον Ολυμπιακό, για 40 εκατομμύρια δραχμές.
Μου άρεσε η προπονητική, σπούδαζα κιόλας. Κόλλησα. Πήγα στο Πέρα, στους εφήβους της ΑΕΚ, στον Εθνικό που τον ανέβασα 3 κατηγορίες, στον Πρωτέα, δυο σεζόν στον Αμύντα. Εργάστηκα στο Αρσάκειο, όπου είχα παίκτρια τη Μιλένα Αποστολάκη (!), ενώ το 1990 πήγα στην Ομοσπονδία. Κάθισα 6 χρόνια στην Εθνική Γυναικών. Η ΕΟΚ ήθελε ευρεία ανανέωση, έπαιξαν πολλά νέα κορίτσια, αλλά πήγαμε καλά. Στην Αυστρία ήμασταν πρώτοι στα προκριματικά του Ευρωμπάσκετ, αλλά στα τελικά δεν ήρθε η Άννυ Κωνσταντινίδου και πήραμε την 6η θέση. Ωραία χρόνια, μαζί με τον Ανδρέα Μιαούλη, που αγαπούσε πολύ το γυναικείο μπάσκετ. Πήραμε και το μοναδικό μετάλλιο γυναικών, όταν πήραμε το χάλκινο στους Μεσογειακούς Αγώνες.
Πήρα την Εθνική ομάδα των 78άρηδων, με την οποία κερδίσαμε αήττητοι το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες Ευρωπαϊκών Κρατών. Με πρωταγωνιστή τον Νίκο Αργυρόπουλο από την Πάτρα, είχα ακόμη Δημήτρη Καραπλή από Αμύντα και Γιάννη Κρητικό από Περιστέρι. Δούλεψα και στην Εθνική των 76άρηδων, με Ευθύμη Ρεντζιά, Βασίλη Σούλη, Γιώργο Καλαϊτζή και Γιώργο Καράγκουτη. Κάπου εκεί γνώρισα τον Τάκη Λιβιεράτο. Χωρίς να το ξέρω, είχε ανοίξει ο δρόμος μου για τον Πειραιά".
Στον Ολυμπιακό του Ίβκοβιτς
"Ο Τάκης είχε πάει ήδη στον Ολυμπιακό με τον Ίβκοβιτς και κάποια στιγμή μου λέει 'ψάχνουμε για βοηθό προπονητή'. Δηλώνω… διαθέσιμος. Μαζί του, ο Ίβκοβιτς είχε φέρει τον Μίλαν Μίνιτς και αναζητούσε έναν ακόμη. Δεν ξέρω πώς, ο Λιβιεράτος σερβίρει το όνομα στον 'Ντούντα', που επικοινωνεί με δυο ανθρώπους στη Θεσσαλονίκη: τον Λάκη Τσάβα, που δούλευε στην τράπεζα στην οποία ο Ίβκοβιτς είχε τα λεφτά του και τον Σταύρο Χωλόπουλο, οδοντίατρος και παίκτης του Ίβκοβιτς στον Άρη. Εν τω μεταξύ, υπήρχαν κι άλλοι υποψήφιοι. Ο Στιβ Γιατζόγλου, ο Διαμαντόπουλος, ο Πετρόπουλος, ο Σπύρος Φώσκολος. Με όλους είχε συναντηθεί, ως επί το πλείστον σε καφέ ή ζαχαροπλαστεία. Εμένα δεν με ήξερε. Γι' αυτό μίλησε σε ανθρώπους που εμπιστευόταν. Ο Χωλόπουλος του λέει 'πάρτον με κλειστά τα μάτια'. Το ίδιο κι ο Τσάβας, που τότε ήταν με την Εθνική ομάδα στην Ατλάντα.
Έκπληκτος ο Λιβιεράτος, έρχεται και μου λέει 'ρε συ μου, είπε να πάμε σπίτι του. Θα ψήσει κι ένα ψάρι'. Όλους τους είχαν δει εκτός, εμένα με καλούσε προσωπικά. Δεν ήξερα ποιος του είχε μιλήσει. Παίρνω ένα προπονητικό πινακάκι για να του κάνω ένα δώρο και πάω. Μπαίνουμε στο σπίτι και τον βλέπω πράγματι να έχει βάλει ένα ψάρι στη φωτιά. Μιλήσαμε για όλα, εκτός από το μπάσκετ. Του λέω σε μια στιγμή 'κόουτς, πρέπει να ξέρεις ότι δεν είμαι τόσο καλός στα αγγλικά'. Μου απαντάει με νόημα: 'Δεν κάνουμε διαλέξεις'. Είχε αποφασίσει ότι θα με έπαιρνε δίπλα του. Με τα πολλά, μου το σφυρίζει: 'Θα πας στον Γιώργο Σαλονίκη, να υπογράψεις το συμβόλαιο'. Τότε έπαιρνα από την ομοσπονδία 100.000 δραχμές. Μαθαίνω ότι ο Πετρόπουλος είχε ζητήσει 18 εκατομμύρια δραχμές.
Ανεβαίνω στο γραφείο του Σαλονίκη στον Πύργο Αθηνών και φτάνουμε στο οικονομικό. Με ρωτάει 'πόσα θες'. Απαντάω 'επειδή η δουλειά είναι δύσκολη, όλη τη μέρα θα είμαι στο γήπεδο, θα ήθελα 18 εκατομμύρια'. 'Εντάξει, θα πάρεις 15', αντιπροτείνει και σκέφτομαι 'κάτσε μην το μετανιώσει'. 'Γιώργο, ό,τι πεις', λέω και βγαίνω ζαλισμένος, καθώς σκέφτομαι το ακριβές ποσό. Τα χρήματα ήταν πάρα πολλά, με χαμηλή φορολογία. Να φανταστείτε ότι τότε πήραμε σχεδόν τα διπλάσια χρήματα σε πριμ, καθώς κατακτήσαμε 3 τίτλους! Κάθε λίγο και λιγάκι πλήρωνε ο Σωκράτης Κόκκαλης".
Τσακώθηκε εξ αιτίας της Νίκης Μπάκουλη!
"Ο Ίβκοβιτς είναι δύσκολος άνθρωπος. Μια φορά, η γυναίκα του Νένα μου είπε 'είναι σκληρός ο Ντούσαν, αλλά εσένα σε αγαπάει'. Οι Σέρβοι έχουν τον φίλο σε μεγάλη υπόληψη, όμως αν τους κάνεις 'λαδιά', τελείωσες. Θα σε κυνηγάνε μια ζωή. Έτσι είναι και ο 'Ντούντα'. Φυσικά, με περνούσε πάντοτε από... τεστ. Με όλους το έκανε.
Η δουλειά ήταν κουραστική. Έκανα σκάουτινγκ των αντιπάλων, τα έδινα γραμμένα στον Μίνιτς που έφτιαχνε το CD. Μια φορά, είμαστε στη Χαλκίδα για μίνι προετοιμασία, εν όψει του Final Four. Την προηγούμενη μέρα παίζουμε με τον Πανελλήνιο, φιλικό. Για έναν λόγο που δεν θυμάμαι, ο Ίβκοβιτς δεν είχε έρθει στο ματς και κοούτσαρα εγώ. Έλα όμως που στο ματς ήταν παρούσα η Νίκη Μπάκουλη, που το αποκάλυψε την επομένη στην εφημερίδα (σ.σ. Sportime). Πάμε στη Χαλκίδα, του το διαβάζουν κι από χαλασμένο τηλέφωνο, γίνεται γνωστό ότι η Νίκη είναι φίλη μου! Εκείνη την ώρα έκανα προπόνηση με τους ψηλούς. Έρχεται, μου την... πέφτει και με αποκαλεί 'ρουφιάνο'. Γύρισε το μάτι μου. Αφήνω την μπάλα και ορμάω κατά πάνω του. Με έπιασαν την τελευταία στιγμή ο Βαγγέλης Αγγέλου και ο γυμναστής Γιάννης Μεριχωβίτης. Κι εκείνη τη στιγμή μου λέει: 'Εντάξει Κώστα, συγγνώμη'. Από τότε γίναμε αχώριστοι.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ πόσο μου συμπαραστάθηκε σε μια πολύ δύσκολη στιγμή της ζωής μου. Όταν του το αποκάλυψα, μου είπε δυο λόγια: 'Μην στενοχωριέσαι, εγώ είμαι εδώ'. Και δεν ήταν για να με παρηγορήσει. Το είπε και το 'κανε. Θα μπορούσε να μου πει 'είμαστε επαγγελματίες' και να πάρει άλλον. Κι όμως, με στήριξε χωρίς όρους, κάτι που δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω. Δεν αδίκησε κανέναν στον Ολυμπιακό. Μπορεί να υπήρχαν μεμονωμένα παράπονα, αλλά δεν ήταν άδικος σε σχέση με τις αποφάσεις του. Ξέρεις ότι όταν Μίλαν Τόμιτς και Ντούσαν Βούκτσεβιτς πήγαν και κατέθεσαν εναντίον του Ιωαννίδη, έγινε έξαλλος; 'Εσείς είστε απαράδεκτοι. Πάτε και καταθέτετε εναντίον του προπονητή σας; Ντροπή'. Τους έκανε ρεζίλι σε όλη την ομάδα. Ποιος το κάνει αυτό;
Κολλήματα είχε, χωρίς αμφιβολία. Μέσα στο ματς όμως, δεν κώλωνε. Λένε ότι στον τελικό του είπαν οι παίκτες 'άλλαξε την άμυνα ή το σύστημα'. Σαχλαμάρες. Όλα άλλαξαν όταν ο Ντέιβιντ Ρίβερς προσαρμόστηκε στα δεδομένα της ομάδας. Ήταν άναρχος, έπαιζε τρελό μπάσκετ. Όταν τον βάλαμε σε ένα καλούπι, η ομάδα πετούσε. Μας έκανε καλό και το ταξίδι στη Μαδρίτη τα Χριστούγεννα, όταν έδιωξε τον Γουίλι Άντερσον. Εμφανίστηκε μια μέρα μετά στο ξενοδοχείο, με ένα μωρό στην αγκαλιά. Μόλις τον είδε, λέει στον Λιβιεράτο: 'Διώξτον, αν δεν το κάνεις θα φύγεις εσύ'".
"Ποια αίθουσα; Ρουφ γκάρντεν!"
"Δούλεψα και με τον Ιωαννίδη, όταν έφυγε ο Ίβκοβιτς. Είναι διαφορετική η φιλοσοφία τους. Ο Γιάννης πέτυχε μεγάλα πράγματα στον Ολυμπιακό, πήρε τσουβάλια κι έφτιαξε μια ομάδα πρωταθλητών, μη λέμε ό,τι θέλουμε. Είχε τον δικό του ξεχωριστό τρόπο, πιο 'ελληνικό'. Ήταν και είναι παθιασμένος με το μπάσκετ, το ίδιο σκληρός με τον Ίβκοβιτς, σαφώς όμως περισσότερο... προληπτικός. Μεγάλες ιστορίες, πού να τις θυμηθώ μία μία;
Η κορυφαία, βέβαια, ήταν αυτή με την αίθουσα του φαγητού. Ο 'ξανθός' ήθελε τα πάντα να γίνονται με τον ίδιο τρόπο. Από το πώς καθόμασταν στο λεωφορείο, μέχρι το πώς θα τρώγαμε, πώς θα πηγαίναμε στο γήπεδο κλπ. Μια μέρα παίζαμε με την ΑΕΚ. Έχουμε καταλύσει στο 'Chandris', όπου μέναμε συνήθως. Το μεσημέρι έπρεπε να φάμε σε μια συγκεκριμένη αίθουσα. Ξαφνικά, έρχεται ανήσυχος ο υπεύθυνος του ξενοδοχείου και μου λέει: 'Έχουμε ένα πρόβλημα. Η αίθουσα που τρώτε είναι κατειλημμένη από το συνέδριο που έχουμε. Δε γίνεται να φάτε εκεί. Σας έχω βάλει στο ρουφ γκάρντεν'. Πάω, το λέω στον Ιωαννίδη και γυρίζει το μάτι του. Ρίχνει 'καντήλια', αλλά δεν είχαμε κι άλλη επιλογή. Πάμε υποχρεωτικά στο ρουφ γκαρντεν. Πάμε στο γήπεδο και ρίχνουμε στην ΑΕΚ 20 πόντους! Στο επόμενο εντός έδρας παιχνίδι, πάει ο υπεύθυνος του ξενοδοχείου περιχαρής στον Ιωαννίδη: 'Γιάννη, έχουμε την αίθουσα έτοιμη, να φάτε'. Γυρίζει ο 'ξανθός' και του λέει: 'Ποια αίθουσα; Πάμε ρουφ γκάρντεν!' Εκεί τρώγαμε κάθε φορά, πλέον. Μας βαρούσε η αντηλιά, δεν είχαμε τέντες, το γούρι, όμως, είχε αλλάξει.
Συνεργάστηκα και με τον Γιαννάκη, τόσο στο Μαρούσι όσο και στον Πανιώνιο. Ο Παναγιώτης έχει μια τεράστια προσωπικότητα, που επίσης είναι μεγάλο προσόν σε έναν κόουτς μεγάλης ομάδας. Αδικήθηκε πολύ στον Ολυμπιακό κι ας είχε προσφέρει τόσα πολλά. Κάποιοι δεν του φέρθηκαν σωστά.
Προπονητικά, όμως, ο Ίβκοβιτς ήταν πολύ μπροστά. Κάθε μέρα, η προπόνηση ήταν διαφορετική. Δίναμε σημασία στο ατομικό πρόγραμμα του καθενός παίκτη ξεχωριστά. Βλέπαμε πολύ βίντεο. Μια φορά, ο Μίνιτς έβαλε κλασική μουσική για υπόκρουση. Οι μισοί κοιμήθηκαν. Γυρίζει ο Ίβκοβιτς και λέει 'βάλε μπρε ένα ροκ να ξυπνήσουν'. Προσέγγιζε το μπάσκετ με πιο επιστημονικό τρόπο. Ήταν άτυχος, γιατί ο Έλμερ Μπένετ που αντικατέστησε τον Ρίβερς ήταν καταπληκτικός, αλλά χτύπησε. Σε ένα φιλικό με την Κίντερ Μπολόνια, όπου είχε πάει κι ο Δημήτρης Παπανικολάου, τους διέλυσε! Σε μια φάση πάτησε από τη γραμμή του φάουλ και κάρφωσε την μπάλα. Δυστυχώς χτύπησε, φοβήθηκαν ότι δεν θα συνέχιζε και τελικά πήραμε τον Μάικλ Χόκινς. Στην Ισπανία έκανε θραύση. Εμείς παίξαμε καλά.
Σύμφωνα με τον Ίβκοβιτς, για κάποιο διάστημα είχαμε καλύτερη απόδοση και από τη χρονιά του triple crown. Μέχρι που άρχισαν οι τραυματισμοί. Το 1999 η Ζαλγκίρις ήταν πολύ καλύτερη. Μας διέλυσε, δεν είχαμε την παραμικρή απάντηση. Νομίζω ότι είχε πάρει την απόφαση να φύγει, βλέποντας ότι σιγά σιγά ο Κόκκαλης θα ασχολιόταν ολοένα και περισσότερο με το ποδόσφαιρο Ο Ρίβερς δεν έπρεπε να φύγει, ειδικά αν όπως λένε δεν συμφώνησε για 50 χιλιάρικα! Έπρεπε, επίσης να πάρει ο Ολυμπιακός τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα. Τον είχε έτοιμο ο Ίβκοβιτς, ήταν 'παιδί' του, αλλά έκαναν πίσω.
Ο Ολυμπιακός έχει χάσει έναν σωρό παίκτες. Δεν είναι μόνο ο Ρίβερς και ο Μποντιρόγκα. Σάμπως δεν έφερε ο Θεόδωρος Φιλιούδης τους Δημήτρη Διαμαντίδη και Βασίλη Σπανούλη και τους απέρριψαν; Πάλι καλά, που προλάβαμε, χάρη και στον Γιαννάκη, να κλείσουμε τον Κώστα Σλούκα. Είχα κανονίσει τη συνάντηση με τους γονείς του Κωστάκη, ήταν παρών και ο Τσάβας και πείσαμε την οικογένεια".
"Δώστε δυο κιλά ντομάτες στο παλικάρι"
"Ολυμπιακός δεν ήμουν. Έγινα, όμως. Το είχα πει μια μέρα στον Φίλιππα Συρίγο κι έμεινε έκθαμβος. Νόμιζα ότι ήμουν γνωστός, από τη θητεία μου στο μπάσκετ. Κουραφέξαλα. Όταν πήγα στον Ολυμπιακό κατάλαβα τι σημαίνει να σε ξέρει όλη η Ελλάδα. Μια μέρα βρίσκομαι στη λαϊκή κι ακούω 'βάλτε στο παλικάρι μια μπανάνα, δυο κιλά ντομάτες, δουλεύει στον Ολυμπιακό'. Και μια άλλη φορά, που βρέθηκα στην τράπεζα. Θέλω να βγάλω βιβλιάριο Εθνικής Τραπέζης, έχω χαρτάκι νούμερο 153, ενώ εξυπηρετείται το νο 8. Ξαφνικά, έρχεται ένας υπάλληλος και μου λέει σας θέλει ο διευθυντής. 'Μα δεν τον ξέρω', απαντάω. 'Σας ξέρει αυτός', μου ξαναλένε. Πάω, μου συστήνεται και αρχίζει να φωνάζει στο προσωπικό: 'Φέρτε τα χαρτιά, να υπογράψει, να μην περιμένει ο κύριος Μπογατσιώτης του Ολυμπιακού'. Καλοκαίρι είμαι στην Κύθνο, σκάει μύτη ένα κότερο, βγαίνουν έξω 3-4 με φουλάρια κι αρχίσουν να ρωτάνε για τον Παπανικολάου: 'Μπόγα, θα πάει στην Κίντερ; Θα του κάνουμε, θα του δείξουμε'. Τρελοί... Λέω λοιπόν: 'Αν ήμουν στο Παγκράτι και έφευγε ο Νάσος Χούμπαυλης, θα με ρωτούσε κανείς γιατί έγινε αυτό; Όχι. Ο Ολυμπιακός είναι πρώτο τραπέζι πίστα. Κι αυτό το έχω πει σε όλους. Μη φεύγετε, καθίστε εδώ. Ε, όποιος έφυγε, το μετάνιωσε".
Ο Τσαρτσαρής και η "ντισκοτέκα"
"Ο ρόλος μου στον Ολυμπιακό ήταν συγκεκριμένος. Σε μια μεγάλη ομάδα, κάποιος πρέπει να κάνει τον 'πυροσβέστη'. Ο παίκτης πρέπει να λέει κάπου τον πόνο του. Σε αυτό το σπίτι κι εγώ δεν ξέρω τι έχω ξοδέψει για να ταΐσω τους πάντες. Ντράγκαν Τάρλατς, Τόμιτς, Βούκτσεβιτς, έρχονταν 3-4 φορές την εβδομάδα. Δεν γινόταν αλλιώς. Έπρεπε να υπάρχει αυτή η επαφή. Να μιλάνε οι παίκτες, να αποσυμπιέζονται. Μια τέτοια δουλειά έκανε στην Εθνική ομάδα και ο Τσάβας. Ήταν η μάνα του λόχου. Κι εγώ αυτό ήμουν. Πρόσεξε αυτήν την ιστορία, έχει ενδιαφέρον...
Το 1996 έρχεται ο (σ.σ. προπονητής) Θοδωρής Μπολάτογλου και μου λέει 'Κώστα, υπάρχει ένας παίκτης ονόματι Κώστας Τσαρτσαρής. Δείτε τον, γύρισε από την Ισλανδία και είναι πολύ καλός'. Το μεταφέρω στον Ίβκοβιτς, όμως τότε είχαμε πάρει τον Καραπλή, πληρώνοντας στον Αμύντα 36 εκατομμύρια. 'Μπρε, δώσαμε τόσα λεφτά. Άσε τώρα', απάντησε και δεν προχωρήσαμε. Θυμάμαι πως με 6 εκατομμύρια θα ήταν δικός μας ο παίκτης. Ξεκινάμε προετοιμασία, πρώτο φιλικό με τη Νήαρ Ηστ. Μας αλλάζει τα φώτα, ο Κώστας. Ρωτάει ο Ίβκοβιτς 'ποιος είναι αυτός'. 'Ο Τσαρτσαρής που σου λεγα να πάρουμε', του απαντάω. Έγινε κατακόκκινος.
Πάμε στη Φολγκαρία. Κάθε μεσημέρι, μερικοί παίκτες πήγαιναν στην καφετέρια αντί να κοιμηθούν. Πιάνω τον Νίκο Μίχαλο, που με τον Τάκη, τον πατέρα του, ήμασταν πολύ καλοί φίλοι, αλλά και τον Καραπλή και τους λέω: 'Εσείς μην πηγαίνετε. Αφήστε καλύτερα'. Δεν με άκουσαν. Μια μέρα έχει έρθει ένας φίλος του Ίβκοβιτς από τη Σερβία. Δεν είχε πού να τον πάει φυσικά, εκτός από την καφετέρια. Μόλις μπαίνει, βλέπει τους δυο μικρούς και τον Παπανικολάου. Έτρωγαν και παγωτό, αν δεν απατώμαι. Γυρίζει στο ξενοδοχείο, έρχεται και μας λέει 'έχουμε σύσκεψη'. Έρχονται οι 3 παίκτες. Πιάνει τον Παπανικολάου: 'Εσύ είσαι επαγγελματίας, άρα θα φας πρόστιμο 1 εκατομμύριο, εσείς οι δυο μικροί, μπορείτε να φύγετε και να πάτε σε μια ντισκοτέκα στη Γλυφάδα'. Τους έδιωξε στην ψύχρα. Αν με είχαν ακούσει, θα τα είχαν γλιτώσει όλα.
Όλους από κοντά τους είχα. Τον Βούκτσεβιτς και τον Τάρλατς τους έχω γλιτώσει από το κυνηγητό της... εφορίας. Κι άλλους! Και στο Μαρούσι και στον Πανιώνιο. Πάντα, όμως, με γνώμονα το καλό της ομάδας".
Οι συλλογές
"Έχω πάνω από 10.000 δίσκους! Μ' αρέσει το βινύλιο. Ξεκίνησα το 1972, όταν έπαιρνα 500 δραχμές το μήνα. Αγόρασα Beatles και το 45άρι του Νταλάρα 'Να 'τανε το '21'. Εδώ και 20 χρόνια μπήκα στην... ασθένεια να βρίσκω σπάνιες εκτελέσεις. Βινύλιο κάτω από 5 ευρώ δεν υπάρχει. Τα πιο σπάνια στοιχίζουν 500, ακόμη και 1.000 ευρώ. Δίσκος των Olympians, πέννα κοστίζει 600 ευρώ. Του Μίμη Πλέσσα, το Greece Goews Modern, που στοιχίζει 1,5 χιλιάρικο! Έχω σπάνιους δίσκους. Μάνος Χατζηδάκις, Μίκης Θεοδωράκης, όλους τους συνθέτες, όλους τους τραγουδιστές. Προχθές ήμουν με τον Γιώργο Ρωμανό, που έχει τραγουδήσει Χατζηδάκι, γιατί πάω, τους δείχνω τους δίσκους και μου τους υπογράφουν. Τις προάλλες είχα πάει στον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Του έδειξα έναν δίσκο, που ούτε ο ίδιος θυμόταν. Τρελάθηκε! Στον Μανώλη Μητσιά του τους έχω δώσει εκατό φορές, γιατί πηγαίνουν και του τους παίρνουνε. Πάω στο Μοναστηράκι σε εκθέσεις από συλλέκτες-ιδιώτες και ό,τι με ενδιαφέρει το αγοράζω.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Γενικώς μου αρέσουν οι συλλογές. Μαζεύω σπαθιά και παλιά πιστόλια. Στρατιωτάκια από μικρό παιδί. Αυτοκινητάκια μινιατούρες. Και... μπίλιες. Αυτές, που παίζαμε μικροί. Έχω ακόμη και χωμάτινες! Α, και ταινίες! Πάνω από 3.000 ελληνικές και ξένες. Ειδικά του ελληνικού κινηματογράφου, δεν υπάρχει φιλμ, που να μην βρίσκεται στη διάθεσή μου. Πάντα μάζευα, μου άρεσε να κόβω αποκόμματα, να ψάχνω φωτογραφίες.. Από το πρώτο παιχνίδι που έπαιξα, μέχρι το τελευταίο, έχω συγκεντρώσει λεπτομέρειες, φωτογραφίες, είμαι αρχειομανής. Από κάθε ματς πρωταθλήματος που συμμετείχα, έχω τα φύλλα αγώνος. Μιλάμε για ιστορία, όχι αστεία".
"Το μπάσκετ και οι φίλοι μου"
"Έχω περάσει όλη τη ζωή στα γήπεδα. Με τον Τσάβα, είμαστε πολλά χρόνια μαζί. Ο Γούναρης, ο Σταμέλλος, ο Γιωργής Μπουσβάρος, ο Νίκος Δουβής που πήρε το νο 6 όταν έφυγα από τον Ηρακλή και είμαστε κολλητοί δεκαετίες ολόκληρες, από την κατασκήνωση στον Άη Γιάννη του Πηλίου και βέβαια ο Ίβκοβιτς. Με τον 'Ντούντα' απέκτησα ιδιαίτερη σχέση, κάθε φορά που έρχεται στην Αθήνα βγαίνουμε. Ο Λιβιεράτος επίσης, Κάναμε τρομερές πλάκες, είχαμε και τα γούρια με την περίφημη φωτογραφία στην οδό Τριγγέτα. Μια εποχή έκανα πολλή παρέα με τον Ανδρέα Παπαντωνίου. Τον Χάρη Παπάζογλου. Στο Πανεπιστήμιο, ο Αναστασιάδης, ο Νίκος Αποστολίδης, ο Μπολάτογλου.
Πολύ καλός φίλος μου ήταν ο Δενδρινός. Τον γνώρισα το 1968, όταν έκανε τη θητεία του στη Θεσσαλονίκη και ερχόταν να φάει στο σπίτι μου. Πολύ καλός άνθρωπος, ωραίος. Κάναμε φοβερές διακοπές στην Πάρο, κάθε καλοκαίρι. Σπουδαίος χαρακτήρας και... Βούδας! Ισχυρογνώμων, αλλά ωραίος. Με την Πάρο τώρα με συνδέει ο Φάνης. Μιλάμε κάθε μέρα. Είναι ψυχάρα και του στέλνω χαιρετίσματα".