X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

Η Βραζιλία-θαύμα του 70 στην υπηρεσία της στρατιωτικής δικτατορίας

Πως το απολυταρχικό και στρατιωτικό καθεστώς της Βραζιλίας εκμεταλλεύτηκε τον ποδοσφαιρικό θρίαμβο της καλύτερης Εθνικής ομάδας που είδε ποτέ ο ποδοσφαιρικός κόσμος; Πως έχασε τη συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972 ο Ζίκο; Οι απαντήσεις στο κείμενο που ακολουθεί.

Η Βραζιλία ετοιμάζεται να διοργανώσει το καλοκαίρι τη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική διοργάνωση του πλανήτη, το Παγκόσμιο Κύπελλο. Θα έλεγε κανείς ότι το άθλημα επιστρέφει όχι στον τόπο που γεννήθηκε αλλά στον τόπο που θεοποιήθηκε. Ολα αυτά, σωστά.

Ακόμα και στη χώρα του καφέ, ακόμα και εκεί που η ποδοσφαιρική ποιότητα ξεχειλίζει, ο πολιτικός παράγοντας δεν μένει αμέτοχος. Στο παρακάτω κείμενο θα διαβάσετε πως η στρατιωτική δικτατορία της Βραζιλίας (1964-1985) έκανε τη δική τους χοντροκομμένη προπαγάνδα μέσω του ποδοσφαίρου εκμεταλλευόμενη και την ομάδα-θαύμα του 1970. Επίσης, θα πληροφορηθείτε ότι ακόμα και σήμερα, άνθρωποι που έδρασαν επί δικτατορίας κρατούν στα χέρια τους τις τύχες του βραζιλιάνου ποδοσφαίρου και κινούν τα νήματα.

Η δικτατορία διορίζει προπονητή!

Ο Εμίλιο Γκαραστάζου Μέντιτσι (πρόεδρος της Βραζιλίας από το 1969 έως το 1974) ανταποκρινόταν πλήρως στην εικόνα που έχει κανείς για τους δικτάτορες στη Λατινική Αμερική τη δεκαετία του 70. Ως πρώην αρχηγός του βραζιλιάνικου στρατού, πίστευε ιδιαίτερα στην πειθαρχία και προσπάθησε να πορευτεί μ' αυτήν την αρετή και ως πρόεδρος της χώρας.

Οταν ανέλαβε τα ηνία της Βραζιλίας το 1969, προχώρησε σε μία σειρά από μεταρρυθμίσεις που είχαν ως αποτέλεσμα έναν ιλιγγιώδη ρυθμό ανάπτυξης της βραζιλιάνικης οικονομίας (10% ετησίως). Την ίδια ώρα όμως, η οικονομική του πολιτική ενίσχυσε την τάξη των πλουσίων και καταδίκασε στη φτώχεια τους εργαζόμενους σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Οι Βραζιλιάνοι απώλεσαν το 50% της αγοραστικής τους δύναμης σε σχέση με τη δεκαετία του 60 μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα.

Ο Μέντιτσι υποδέχεται την Εθνική Βραζιλίας στο προεδρικό μέγαρο

Αντιλαμβανόμενος ότι έπρεπε να βρει επειγόντως αφορμή για να κερδίσει μία κάποια λαϊκή στήριξη, ο Μέντιτσι στράφηκε στο ποδόσφαιρο. Αναμενόμενη επιλογή σε μία χώρα που το άθλημα λατρεύεται περίπου όπως και ο Θεός. Με κρατικό χρήματα κατασκευάστηκαν άμεσα 13 μεγάλα στάδια σ' όλη τη Βραζιλία (αυτό θυμίζει έντονα την ελληνική χούντα) ενώ ο ίδιος ο Μέντιτσι άρχισε να παρακολουθεί σε εβδομαδιαία βάση αγώνες της Φλαμένγκο.

Η μεγάλη ... επέμβαση όμως έγινε στην Εθνική ομάδα της Βραζιλίας. Με συνοπτικές διαδικασίες ο προπονητής Ζοάο Σαλντάνια, ο οποίος ευθαρσώς αρνήθηκε επεμβάσεις στα εσωτερικά του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος, αντικαταστάθηκε από τον πιο...βολικό Μάριο Ζαγκάλο. Ο Σαλντάνια απολύθηκε με την υποψία της... συμπάθειας στο κομμουνιστικό κόμμα της Βραζιλίας (ήταν πράγματι κομμουνιστής) και υπό το φόβο ότι στο Μεξικό θα προχωρούσε σε αποκαλύψεις στους ξένους δημοσιογράφους για τα βασανιστήρια στη χώρα του. Την αφορμή πάντως την έδωσε μία φράση του: "Ο πρόεδρος ας κάνει κουμάντο στο υπουργικό συμβούλιο, στην Εθνική ομάδα θα κάνω εγώ". Ετσι, εκπαραθυρώθηκε λίγους μήνες πριν την έναρξη του Μουντιάλ του Μεξικό.

Ο Ζοάο Σαλντάνια "ανακρίνεται" από δημοσιογράφους

Το 1970 ήταν επίσης μία χρονιά κατά την οποία το δικτατορικό καθεστώς επιζητούσε εναγωνίως την έξωθεν καλή μαρτυρία καθώς η δράση των αριστερών ανταρτών στη χώρα είχε δημιουργήσει μία σειρά από προβλήματα στους στρατιωτικούς. Μετά και την απαγωγή του Ιάπωνα πρέσβη, η καταστολή κλιμακώθηκε και οι αντάρτες καταδικάσθηκαν ερήμην σε θάνατο. Την ίδια ώρα οι φωνές στο εξωτερικό που έκαναν λόγο για μεθόδους βασανιστηρίων στις βραζιλιάνικες φυλακές αλλά και για κράτηση χιλιάδων ανθρώπων για καθαρά πολιτικούς λόγους πλήθαιναν. Ομως, η στρατιωτική κυβέρνηση επένδυσε στο ποδόσφαιρο για να κάνει την προπαγάνδα της και φυσικά να δικαιολογήσει την παραμονή της στην εξουσία.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: Πριν το Μουντιάλ του Μεξικό και συγκεκριμένα τον Νοέμβριο του 1969, ο Πελέ συμπλήρωσε 1000 γκολ στην καριέρα του (έτσι ισχυρίστηκε τουλάχιστον) και ο παμπόνηρος Μέντιτσι έσπευσε να εκμεταλλευτεί άριστα το γεγονός. Αμεσα ο δικτάτορας τον κάλεσε στην πρωτεύουσα, τον παρασημοφόρησε και του έδωσε ένα ανοιχτό αυτοκίνητο με το οποίο έκανε περιοδεία σε όλη την Μπραζιλία γνωρίζοντας την αποθέωση από το συγκεντρωμένο πλήθος.

Μουντιάλ 1970: Η τέλεια προπαγάνδα

Για καλή τύχη του Μέντιτσι, η Βραζιλία διέθετε εκείνη την εποχή την καλύτερη ομάδα της ιστορίας της και έκανε περίπατο στο Μουντιάλ του Μεξικό το 1970 εντυπωσιάζοντας όλο τον πλανήτη με το θεαματικό παιχνίδι της.

Η δικτατορία της Βραζιλίας επιχείρησε να κεφαλοποιήσει την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου από την Εθνική ομάδα αλλά και το γεγονός ότι το Μουντιάλ του 1970 ήταν η πρώτη ποδοσφαιρική διοργάνωση που μεταδόθηκε τηλεοπτικά στη Βραζιλία με τον κόσμο να συνωστίζεται σε μαγαζιά και σπίτια για να παρακολουθήσει τους αγώνες.

Οι παίκτες επισκέφθηκαν άμεσα τον Μέντιτσι στην Μπραζιλία με την επιστροφή τους από το Μεξικό και ο Βραζιλιάνος τύρρανος αποδείχθηκε ανοιχτοχέρης (με κρατικό χρήμα βέβαια) προσφέροντας σε κάθε ποδοσφαιριστή 18.500 δολάρια ως πριμ. Σημαντική σημείωση. Εκείνη την εποχή ο κατώτατος μισθός στη Βραζιλία ανερχόταν μόλις στα 40 δολάρια το μήνα! Επίσης, ο τότε δήμαρχος του Σάο Πάολο έδωσε στους ποδοσφαιριστές ολοκαίνουργια αυτοκίνητα με έξοδα του Δήμου, ενέργεια για την οποία κατηγορήθηκε πολύ αργότερα από τη βραζιλιάνικη δικαιοσύνη (αθωώθηκε το 2006 από το ανώτατο δικαστήριο της χώρας).

Ο Πελέ έχοντας στο πλευρό του τον Μέντιτσι

Εκτός αυτών, ο Μέντιτσι προχώρησε και σε μία βαρύγδουπη δήλωση η οποία την ακριβώς επόμενη ημέρα έπαιζε πρώτο θέμα στον (λογοκριμένο) βραζιλιάνο Τύπο ενώ γέμισε τη χώρα με σλόγκαν του Τύπου " η Βραζιλία μπροστά" τα οποία βασίστηκαν στη μεγάλη επιτυχία της Εθνικής ομάδας στο Μουντιάλ.

Η δήλωση είχε ως εξής: "Αισθάνομαι ευτυχία βλέποντας τη χαρά του λαού μας σ' αυτήν την ύψιστη μορφή πατριωτισμού. Μπορώ να αναγνωρίσω ότι στην κατάκτηση του Κυπέλλου συνδυάστηκε η καλή αθλητική επίδοση με την αύξηση της πίστης στον αγώνα μας για εθνική ανάπτυξη. Αναγνώρισα επίσης υψηλή νοημοσύνη και γενναιότητα, τεχνικές δυνατότητες και ικανότητα στην ψυχολογική προετοιμασία. Πάνω απ' όλα οι παίκτες μας νίκησαν γιατί γνώριζαν πως παίζουν για το συλλογικό καλό".

Η προπαγάνδα δεν σταμάτησε αφού τους επόμενους μήνες η στρατιωτική κυβέρνηση μέχρι και...τραγούδι (με θέμα την κατάκτηση του παγκοσμίου Κυπέλλου) έδωσε στη δημοσιότητα το οποίο ακουγόταν συνεχώς από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς και την τηλεόραση.

Ενας στρατιωτικός στον πάγκο

Η αποτυχία της Εθνικής Βραζιλίας στο Μουντιάλ του 1974 στη Γερμανία ώθησε τους κυβερνώντες σε αποφάσεις. Με το σούπερ σταρ Πελέ να έχει αποσυρθεί πια, ο υπουργός των σπορ στη Βραζιλία Χέλιο Νούνες (πρώην αρχηγός του Ναυτικού της Βραζιλίας και αυταρχικός όσο δεν έπαιρνε) έκρινε ότι είχε έρθει η ώρα της κατάργησης του joga bonito και της υιοθέτησης μίας πιο... στρατιωτικής μορφής στον τρόπο παιχνιδιού της Εθνικής ομάδας.

Προσελήφθη λοιπόν ως πρώτος προπονητής ο Κλαούντιο Κουτίνιο, πρώην στρατιωτικός και....γυμναστής της Εθνικής ομάδας στο Μουντιάλ του Μεξικό το 1970. Ηταν ο άνθρωπος που εφάρμοσε τη μέθοδο του τεστ Κούπερ στους Βραζιλιάνους διεθνείς με θαυμαστά αποτελέσματα αλλά προπονητής, με τη σημερινή έννοια του όρου, δεν ήταν σε καμία περίπτωση. Ο Κουτίνιο, θαυμαστής του στρατιωτικού καθεστώτος, γέμισε τις προπονητικές εγκαταστάσεις της Εθνικής Βραζιλίας με στρατιωτικά σλόγκαν και φιλοκυβερνητικά πανό και επέβαλε σιδηρά πειθαρχία χρησιμοποιώντας ακόμα και...σωματοφύλακες για να περιορίσει τις σχέσεις των παικτών με τον Τύπο! Η Βραζιλία κατετάγη 3η στο Μουντιάλ του 1978 στην Αργεντινή, τόσο όμως η επίδοση όσο και το ποδόσφαιρο που έπαιξε, μπήκαν γρήγορα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

O Zίκο και τα κοινωνικά φρονήματα του αδερφού του

Από την αρχή της καριέρας του ο Ζίκο έδειξε ότι θα εξελισσόταν σε τεράστιο ποδοσφαιριστή. Το 1971 μάλιστα, όντας ακόμη νεαρός, βοήθησε αποφασιστικά την ολυμπιακή ομάδα της Βραζιλίας να προκριθεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου. Ο μικρός Ζίκο όμως πάγωσε λίγο αργότερα όταν διαπίστωσε ότι το όνομά του δεν συμπεριλήφθηκε σ' αυτά της αποστολής για τη μεγάλη γιορτή του αθλητισμού.

Αιτία; Τα κοινωνικά φρονήματα του αδερφού του, Νάντο. Ο εν λόγω ήταν μέλος πολιτικής οργάνωσης η οποία μετά την άνοδο στην εξουσία της στρατιωτικής δικτατορίας θεωρήθηκε αντιστασιακή και κηρύχθηκε παράνομη. Ο Νάντο καταπιάστηκε με το ποδόσφαιρο αλλά αφού υπέγραψε συμβόλαιο σε δύο ομάδες, αποπέμφθηκε, προφανώς με άνωθεν εντολή. Βρήκε στέγη το 1968 στην Πορτογαλία και στην Μπελενένσες αλλά και εκεί κυνηγήθηκε από τη δικτατορία του Σαλαζάρ οπότε αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Βραζιλία το 1970 και ενώ την εξουσία είχε αναλάβει ο σκληρός Μέντιτσι.

Ο Νάντο, ο αδερφός του Ζίκο, στη μέση της φωτογραφίας

Φυσικά ο αδελφός του Ζίκο, αν και έπαιρνε όλα τα μέτρα ασφαλείας, δεν γλίτωσε τη σύλληψη. Και όπως ο ίδιος θυμάται, πέρασε τουλάχιστον δύο ημέρες στο κρατητήριο όρθιος (!) φορώντας μία κουκούλα στο κεφάλι για να μην έχει αντίληψη του χώρου αλλά και του χρόνου (θυμίζει Γκουαντάναμο όλο αυτό). Εν τέλει, γλίτωσε τα χειρότερα χάρη σε παρέμβαση του προέδρου του Εθνικού συμβουλίου αθλητισμού της Βραζιλίας ο οποίος ήταν φίλος του πατέρα του.

Σημαντική πληροφορία: Ο άνθρωπος που τελικά "έκοψε" τον Ζίκο από την αποστολή των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν ο τότε πρόεδρος της Βραζιλιάνικης ομοσπονδίας ποδοσφαίρου και μετέπειτα πανίσχυρος πρόεδρος της FIFA Ζοάο Χαβελάνζε!

Τα σταγονίδια του σήμερα

Το Μάρτιο του 2013 ο πρώην σούπερ στράικερ Ρομάριο άρχισε έναν πολύ μεγάλο αγώνα. Συγκέντρωσε υπογραφές από όλα τα μήκη και πλάτη της Βραζιλίας και αξίωσε την αποπομπή του Ζοσέ Μαρία Μαρτίν από την προεδρία της βραζιλιάνικης ομοσπονδίας ποδοσφαίρου κατηγορώντας τον ευθέως ότι δούλευε για τη δικτατορία της Βραζιλίας.

Ο βουλευτής, στις ημέρες μας Ρομάριο, μάλιστα προχώρησε ένα βήμα παραπάνω και τόνισε ότι ο νυν επικεφαλής του Βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου (αλλά και του οργανισμού διοργάνωσης του Μουντιάλ της Βραζιλίας) έχει άμεση σχέση με το θάνατο (κατά άλλους δολοφονία) του δημοσιογράφου Βλάντιμιρ Χέρτζογκ (γεννήθηκε στην Κροατία) τον Οκτώβριο του 1975.

Ο Μαρίν, τότε βουλευτής της περιοχής του Σάο Πάολο (βουλευτής τρόπο τινά βεβαίως, το καθεστώς ήταν απολυταρχικό), ζήτησε με ομιλία του να διεξαχθεί έρευνα σχετικά με την πιθανή συμμετοχή αριστερών δημοσιογράφων στο τηλεοπτικό κανάλι TV Cultura. Μόλις μία ημέρα αργότερα, ο Χέρτζογκ παρουσιάστηκε μετά από κλήτευση των Αρχών να καταθέσει για την υπόθεση αλλά και για πιθανή εμπλοκή του σε αντικυβερνητικές οργανώσεις.

Ο Χέρτζογκ βασανίστηκε και στις 25 Οκτωβρίου βρέθηκε κρεμασμένος στο κελί του. Κρεμασμένος βέβαια σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή καθώς οι περισσότεροι πιστεύουν ότι ο φημισμένος Βραζιλιάνος δημοσιογράφος και ακτιβιστής βασανίστηκε μέχρι θανάτου στα κρατητήρια της αστυνομίας. Αλλωστε, δεν θα μπορούσε να κρεμαστεί μόνος του αφού οι αστυνομικοί του είχαν αφαιρέσει τη ζώνη και ότι άλλο θα μπορούσε να τον οδηγήσει στην αυτοκτονία. Επίσης, στο λαιμό του βρέθηκαν δύο σημάδια απαγχονισμού και όχι μόνο ένα.

Ο Ρομάριο, έχοντας στο πλευρό του το γιο του εκλιπόντα Ιβο Χέρτζογκ, θέλησε να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη και να ζητήσει την παραίτηση του Μαρίν. Ο Χέρτζογκ μάλιστα δήλωσε ότι η επιλογή του Μαρίν εκθέτει την πρόεδρο της χώρας Ντίλμα Ρούσεφ: "Είναι σαν να επέλεξαν στη θέση του προέδρου της γερμανικής ομοσπονδίας ένα πρώην μέλος του ναζιστικού κόμματος" τόνισε χαρακτηριστικά.

Ο Μαρίν με τη Ρούσεφ στο Κύπελλο Συνομοσπονδιών

Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας από την πλευρά του χαρακτήρισε όσους τον κατηγορούν συκοφάντες λέγοντας ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις, ωστόσο περαιτέρω εξηγήσεις δεν έδωσε και φυσικά παραμένει ακόμα στη θέση του. Οι σκιές όμως παραμένουν αφού είναι γνωστό ότι το κόμμα κάτω από τη σημαία του οποίου εξελέγη βουλευτής ο Μαρίν υποστήριζε επίσημα τη στρατιωτική δικτατορία της Βραζιλίας. Πολύ αργότερα βέβαια, μόλις το 2007, ο Μαρίν έγινε μέλος του Εργατικού Κόμματος της χώρας και το 2012 αντικατέστησε στην προεδρεία της ομοσπονδίας τον Ρικάρντο Τεσέιρα ο οποίος αντιμετωπίζει σειρά κατηγοριών για διαφθορά, παράνομο πλουτισμό και κακοδιοίκηση.

Διαβάστε ακόμη

Σόκρατες: Ένας επαναστάτης με αιτία, ένας φιλοσοφημένος αρτίστας

Δείτε όλο το ντοκιμαντέρ του ESPN