Στο ίσως μοναδικό ευχάριστο βράδυ του Γιώργου Μπαρτζώκα στην Μπαρτσελόνα
Λίγο πριν το δεύτερο ντεμπούτο του Γιώργου Μπαρτζώκα στον Ολυμπιακό, το 'Ήμουν Μέσα' επιστρέφει στο βράδυ της 24ης Σεπτεμβρίου 2016 και το εντυπωσιακό ντεμπούτο του Έλληνα προπονητή στην Μπαρτσελόνα.
Η Βιτόρια του ισπανικού βορρά δεν είναι η πιο συναρπαστική πόλη της Ευρώπης. Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι ούτε στις εκατό πιο συναρπαστικές πόλεις της Ευρώπης. Το πιο συναρπαστικό που συμβαίνει στη, μάλλον βιομηχανική, Βιτόρια είναι τα αποτσίγαρα που πετάνε οι θαμώνες στα πόδια τους, δηλαδή κάτω από τις μπάρες των μαγαζιών μαζικής εστίασης, δημιουργώντας μικρά λευκά και σβησμένα βουναλάκια έκπληξης στα μάτια των όχι μυημένων, όπως εγώ και ο καλός φίλος και συνάδελφος Γιάννης Σταυρουλάκης.
Ήταν Σεπτέμβριος του 2016, και ο κόουτς Μπαρτζώκας εξαργύρωνε τη διαστημική δουλειά του στη Λοκομοτίβ Κουμπάν,την οποία είχε κουβαλήσει μόλις τέσσερις μήνες νωρίτερα στο Final-Four(!) και την τρίτη θέση της Ευρωλίγκας στο Βερολίνο. Ο Μπαρτζώκας έφτανε με όλες τις τιμές στη Βαρκελώνη ως ο πρώτος προπονητής της μετά-Τσάβι Πασκουάλ οκταετίας.
Το πιο κοντινό σε αθλητικό τουρισμό που είχα κάνει μέχρι εκείνο το ταξίδι στη Βιτόρια ήταν μια συναυλία του Ρότζερ Γουότερς που είχα δει με τους κολλητούς μου στο γήπεδο της Φίτεσε, και άλλη μια συναυλία του Ρότζερ Γουότερς που είχα δει με τους κολλητούς μου στο γήπεδο της Αρμάνι Μιλάνο. (Ήμουν γκρούπι του Ρότζερ Γουότερς; Πιθανότατα, αλλά δεν είναι της παρούσης).
Η πρόταση του Γιάννη να ταξιδέψουμε για το ισπανικό Σούπερ Καπ ήταν το πιο random πράγμα που μου συνέβη το 2016. Ήταν τόσο random που δεν μπορούσα να αρνηθώ. Ταξιδέψαμε την παραμονή των ημιτελικών, κάναμε μια βόλτα στη Βιτόρια με έναν από τους καλύτερους Βάσκους ξεναγούς (σ.σ. μία από τις άπειρες δημοσιογραφικές γνωριμίες του Γιάννη -και ξεναγός μας- ήταν ο αδυσώπητος Ράφα Μουντιόν, επί 30ετία ραδιοφωνικός παραγωγός του Radio Vitoria και σπίκερ των αγώνων της Μπασκόνια τα τελευταία χίλια χρόνια) και γυρίσαμε στο συγκρότημα στο οποίο μέναμε.
Το συγκρότημα είχε δύο καλά και ένα κακό. Τα καλά ήταν τα εξής: ήταν δίπλα στη Fernando Buesa Arena που θα γινόταν το τουρνουά και απέναντι από μια φανταστική (όχι) καφετέρια που έφτιαχνε τορτίγιες, θαρρείς από τις πεταμένες γόπες κάτω από την μπάρα. Το κακό με το συγκρότημα ήταν ότι έμοιαζε με στέκι για serial killers. Ή location για ταινία του πρώτου Λάνθιμου. Πανομοιότυπες γκαρσονιέρες γύρω γύρω και ένα ψυχρό, ακλόνητο γρασίδι στη μέση. Κοινώς, όταν νύχτωνε, κλειδώναμε τρεις φορές και βλέπαμε τηλεόραση. Ο Γιάννης, που μιλάει ισπανικά, καταλάβαινε αυτό που βλέπαμε, εγώ λίγα πράγματα.
Η Fernando Buesa Arena δεν σου γεμίζει το μάτι απέξω. Από μέσα, είναι ένα πραγματικό στολίδι. Η Βιτόρια είναι μπασκετομάνα, ο κόσμος ζει και αναπνέει για την Μπασκόνια. Οι γηπεδούχοι θα αντιμετώπιζαν την Γκραν Κανάρια στον πρώτο ημιτελικό του Σούπερ Καπ, και οι ‘αιώνιοι’ είχαν ραντεβού αργότερα το βράδυ. Η Μπασκόνια κατάφερε να χάσει από την Γκραν Κανάρια, με τους οπαδούς της δεύτερης να φωνάζουν ‘πίο, πίο’ καθόλη τη διάρκεια του ματς. Το ‘πίο, πίο’ είναι ο ήχος που κάνουν τα καναρίνια. (Η ομάδα έχει έδρα τις Κανάριες Νήσους, οπότε η εξήγηση είναι απλή και προφανής: οι οπαδοί της Γκραν Κανάρια κελαηδάνε). Ο συνειρμός μετά την ήττα της Μπασκόνια ήταν πως ο νικητής του ‘κλάσικο’, κατά 90% θα κατακτήσει και το Σούπερ Καπ, δύο βράδια αργότερα. Θα ήμασταν εκεί στον πρώτο τίτλο του Μπαρτζώκα με την Μπαρτσελόνα, και μάλιστα με το… buenos dias;
Αμφιβάλλω αν υπήρχαν άλλοι Έλληνες στην εξέδρα του γηπέδου, όταν Μπαρτσελόνα και Ρεάλ Μαδρίτης βγήκαν για το ζέσταμα. Καθόμασταν στα δημοσιογραφικά, κάτι που σε όρους ‘Fernando Buesa Arena’ μεταφράζεται ‘πολύ ψηλά’ και από εκεί μπορούσε να διακρίνει κανείς τον ενθουσιασμό και την πλήρη επίγνωση του βάρους, από την πλευρά του Γιώργου Μπαρτζώκα. Οι κινήσεις του φανέρωναν ένα μικρό τρακ, ήταν πολύ ευγενικός με τους παίκτες του (τους οποίους έτσι κι αλλιώς ακόμα μάθαινε), ενώ τον θυμάμαι να κοιτάζει συνέχεια το τεράστιο μάτριξ με το σκορ και τα στατιστικά στην οροφή του γηπέδου.
To ματς είχε κολλημένο το κουμπί στο κόκκινο. Η προσέγγιση Μπαρτζώκα και Λάσο στο επίσημο ντεμπούτο του πρώτου ήταν, μπορεί και ένεκα της περίστασης (σ.σ. Σούπερ Καπ), το ‘να περάσει καλά ο κόσμος’, ή σε καλύτερα ελληνικά το ‘όσα πάνε κι όσα έρθουν’. Ο Μπαρτζώκας ευτύχησε να έχει τον Ταϊρίς Ράις σε τρομερή βραδιά (30 πόντοι, 6 ασίστ) και τον Κλαβέρ καταλύτη (16 πόντοι, 7 ριμπάουντ). Αυτή ήταν μια εικόνα που θα τον εγκατέλειπε κατά τη διάρκεια της σεζόν, με τον Ράις να παίζει ανάλογα με το πώς κοιμήθηκε το προηγούμενο βράδυ (σ.σ. τις περισσότερες φορές, χάλια), και την ομάδα να μετρά δέκα (10!) τραυματισμούς το πρώτο τρίμηνο. Χωρίς να μπορεί να γνωρίζει κανείς το μέλλον ακριβώς εκείνη τη στιγμή, το 99-93 επί της Ρεάλ Μαδρίτης εκείνη την Παρασκευή του Σεπτέμβρη του 2016 έμοιαζε (και ήταν) ιδανικό ξεκίνημα για τον Έλληνα τεχνικό, σε μια χρονιά που τελικά θα υπέφερε και θα υπέφερε.
Ο Γιάννης κι εγώ, δύο Έλληνες στο πιο άκυρο σημείο του πλανήτη εκείνη τη στιγμή, ήμασταν περήφανοι. Τόσο περήφανοι, που κατεβήκαμε να παρακολουθήσουμε από κοντά τη συνέντευξη Τύπου μετά το ματς. Ο Ράις εμφανίστηκε με δύο τεράστιες παγοκύστες στα πόδια, οριακά πιο κοντές από τον ίδιο. Ο κόουτς Μπαρτζώκας ήταν εμφανώς χαρούμενος, ενώ μετέφερε λίγο από το τρακ του και στη συνέντευξη Τύπου, την πρώτη του μετά από επίσημο ματς των μπλαουγκράνα. Μια δημοσιογράφος, σίγουρα 30 χρόνια μικρότερή του, έκανε ερωτήσεις στον Λάσο, προσφωνόντας τον σκέτο ‘Πάμπλο’. Στη συνέχεια, ο υπεύθυνος Τύπου της διοργάνωσης (και φυσικά γνωστός του Γιάννη) άνοιξε τον χορό των ‘Μπαρθόκας’ κάνοντας την εισαγωγή για τον Έλληνα τεχνικό. Ε, μετά ακολούθησαν αρκετά ακόμα (σ.σ. ‘Μπαρθόκας’) από τους Ισπανούς συναδέλφους που δυσκολεύονται με το ‘τζ’.
Στο τέλος της συνέντευξης, ο Γιάννης έκανε να πλησιάσει τον κόουτς Μπαρτζώκα, ο οποίος και μόνο στο άκουσμα των ελληνικών μας, γύρισε ξαφνιασμένος και μας ρώτησε ‘Τι κάνετε εδώ ρε σεις’; Ήταν ένα τέλειο, τουλάχιστον για όλους τους Έλληνες εμπλεκόμενους, βράδυ στη Βιτόρια, το οποίο κατέληξε με εμένα να γνωρίζω ακόμα περισσότερους Ισπανούς δημοσιογράφους στο τορτιγιάδικο απέναντι από το συγκρότημα και δεκάδες τσιγάρα να προσγειώνονται σε αντρικά και γυναικεία πόδια, στο μπαρ λίγο παραμέσα.
Η χρονιά, παρότι ξεκίνησε ιδανικά, εξελίχθηκε σε έναν εφιάλτη για τον Γιώργο Μπαρτζώκα σε μια παροιμιώδη προβολή του ‘όλα πάνε λάθος’ σε βάθος μιας αγωνιστικής σεζόν. Για την ιστορία, ήμουν μέσα και στον τελικό του Σούπερ Καπ, που η Μπαρτσελόνα ηττήθηκε από την Γκραν Κανάρια. Αυτή τη φορά, δεν κατεβήκαμε στη συνέντευξη Τύπου. Απόψε (σ.σ. 14/1), ο Γιώργος Μπαρτζώκας επιστρέφει στο ΣΕΦ και πάλι ως προπονητής του Ολυμπιακού, αντιμέτωπος με την Άλμπα Βερολίνου. Η συνθήκη πια, μοιάζει καλύτερη (και πολύ δικαιότερη) για τον ίδιο.