X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

Ρολάντο Μπλάκμαν: Όταν ο "Ρο" έγινε ένας από εμάς

Ο Zastro γράφει για τον Ρολάντο Μπλάκμαν, τον άνθρωπο χάρη στον οποίο η μπασκετική ΑΕΚ έκανε ίσως τα πιο χαρούμενα Χριστούγεννα της ιστορίας της.

Ήταν τέλη Νοεμβρίου του 1994 όταν το τηλέφωνο στο παλιό κτήριο της «Γκρέκα Φιλμς» στη συμβολή των οδών Ακαδημίας και Εμμανουήλ Μπενάκη στο κέντρο της Αθήνας δεν πρόλαβε να χτυπήσει τρίτη φορά. Απάντησε αείμνηστος ο Μιχάλης Λεφάκης γεμάτος αγωνία: « έλα, τι έγινε; Ήρθε το φαξ από Αμερική;». Το φαξ είχε έρθει, ήταν υπογεγραμμένο και από τον Τζορτζ Άντριους (γνωστός ατζέντης στις ΗΠΑ) και από τον παίκτη. « Βλάντο, τον πήραμε τον παίκτη, θα κάνουμε Χριστούγεννα!». Ο Τζούροβιτς δεν το πίστευε, απάντησε με εκείνη τη βαριά σέρβικη προφορά κάτω από το παχύ μουστάκι του « αν δεν τον δω μπροστά μου, εγώ δεν το πιστεύω Πρόεδρε». Τελικά το πίστεψε, ο μεγάλος Ρολάντο Μπλάκμαν είχε συμφωνήσει με την ΑΕΚ έναντι 450 χιλιάδων δολαρίων και ερχόταν στην Ελλάδα να παίξει μπάσκετ.

Κανείς δεν αντιλήφθηκε τότε το μέγεθος εκείνης της υπογραφής, τη βόμβα που εξερράγη σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Το ελληνικό μπάσκετ ήταν χαμένο στο δίπολο Παναθηναϊκού-Ολυμπιακού με ολίγη από ΠΑΟΚ και λιγότερο Άρη και Πανιώνιο, internet για ευρεία διάδοση του ΝΒΑ δεν υπήρχε (για την ακρίβεια ήταν ακόμη σε βρεφικό στάδιο). Ο Ρολάντο Μπλάκμαν, ο θρύλος του Brooklyn, ο ήρωας του Kansas State, ο τετράκις all-star των Dallas Mavericks, ο άνθρωπος που – κατά δήλωση και ομολογία του ίδιου του Pat Riley – θα έκρινε τους τελικούς του ΝΒΑ τον Ιούνιο του 1994, γέρνοντας την πλάστιγγα υπέρ των New York Knicks στην τιτανομαχία με το Houston, θα έπαιζε μπάσκετ στην Ελλάδα, στην Αθήνα, στο Γεώργιος Μόσχος. Ο μεγάλος «Ρο» θα γινόταν ένας από μας.

Λίγο πριν ο Παύλος Γιαννακόπουλος (με τη βοήθεια του Γιάννη Τάρκα) φέρει στην Ευρώπη το μεγαλύτερο όνομα που πέρασε ποτέ τον Ατλαντικό, ο Ρολάντο Μπλάκμαν ανήκε στην κατηγορία «Μάκαντου». Ήτοι, μπασκετμπολίστες από το ΝΒΑ «που δεν υπήρχε περίπτωση να αγωνιστούν στην Ευρώπη». Μέχρι που το έκαναν. Ο Μπομπ στο Μιλάνο για την Ολίμπια (τότε Simac και Tracer), ο Ρολάντο στην Αθήνα για την AEK. Ακολούθησαν κι άλλα πρωτοκλασάτα ονόματα του ΝΒΑ εκτός του Ντόμινικ, ο Μπάιρον Σκοτ, ο Εξέηβιερ Μακντάνιελ, ο Τζεφ Μαλόουν (στο ΒΑΟ!), ο Σκοτ Σκάιλς, ο Ρίκι Πιρς, ο Τζον Σάλεϊ. Ο πρώτος όμως – διότι ο Ρόι ήρθε στην Ελλάδα σχεδόν κατεστραμμένος από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά – ο conquistador, ήταν ο «Ρο».

Από τον Παναμά στο Brooklyn

Conquistador όπως ο Pedro Arias Dávila, ο Ισπανός που κατέκτησε τον Παναμά, τη χώρα της κεντρικής Αμερικής στην πρωτεύουσα της οποίας ο Ρολάντο Μπλάκμαν είδε το πρώτο φως της ζωής του. Σαν σήμερα, 26 Φεβρουαρίου του 1959 στο Panama City. Μέχρι τα 8 του χρόνια έζησε στη χώρα που ενώνει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό Ωκεανό, έπαιζε μαζί με τα υπόλοιπα παιδάκια ποδόσφαιρο, μεγάλωσε γαλουχημένος με τις αξίες του καθολικισμού που πρέσβευαν και υπηρετούσαν οι γονείς του. Η ανεργία αλλά και η ιδιαιτέρως έκρυθμη κατάσταση στη χώρα, με τις ΗΠΑ να πιέζουν προκειμένου να ελέγξουν το στρατηγικής σημασίας κανάλι, τους ανάγκασε να μεταναστεύσουν λίγο πριν ξεσπάσει η βαθύτατη πολιτική κρίση και εν τέλει η δικτατορία του Omar Torrijos.

Ο προορισμός της οικογένειας ήταν το Brooklyn, στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ, σε μια χώρα που επίσης βίωνε ένα πρωτόγνωρο «Vietnamization» από το Νίξον, αλλά πρόσφερε πολύ περισσότερες (οικονομικές) ευκαιρίες στους κατοίκους της. Η Νέα Υόρκη εκείνα τα χρόνια ήταν σκληρή, βρώμικη, επικίνδυνη. Ο Ρολάντο μεγάλωσε σε μια φτωχογειτονιά με χρησιμοποιημένες βελόνες στο δρόμο και ιερόδουλες να τον φωνάζουν με το μικρό του όνομα. Ήταν η ατραξιόν στο Flatbush, τη συνοικία που είχαν συγκεντρωθεί οι εμιγκρέδες της Καραϊβικής, ήταν το ψηλόλιγνο πιτσιρίκι από τον Παναμά με τα πεταχτά δόντια και το στρογγυλό πρόσωπο, που το άφρο μαλλί έκανε ακόμη πιο οβάλ. Εντυπωσίαζε από πολύ μικρός στα playgrounds με τα φυσικά του προσόντα και το ταλέντο του στο μπάσκετ, πηδούσε ψηλά, σούταρε καλά, πάσαρε σωστά.

Και εγένετο "Mr. Silk"

Εξακολούθησε να το κάνει και να βελτιώνεται και στο σχολείο, στο William Grady της θρυλικής Shore Parkway, κοντά στην Brighton Beach. Ήταν αδύνατον και για τους γονείς του και για τον ίδιο να μείνουν μακριά από τη θάλασσα, το νερό τους θύμιζε τον Παναμά που εκείνη την εποχή περνούσε δύσκολα, το latin αίμα και ταμπεραμέντο δεν έφυγε από πάνω τους ποτέ. Ο Μπλάκμαν διέπρεψε και στο high school, απέκτησε σχεδόν άμεσα το nickname “Mr. Silk” για το «μεταξένιο» τρόπο που σούταρε τη μπάλα, η φήμη του έφυγε πια από το Brooklyn και έφτασε μέχρι το Manhattan. Το μικρό κλειστό στο Grady άρχισε να υποδέχεται «κυνηγούς» από διάφορα κολέγια που έπρεπε να δουν το νεαρό Παναμέζο.

Ο Jack Hartman, θρυλικός προπονητής του Kansas State, μόλις είδε το «τέλειο σουτ» όπως το ονόμασε αργότερα, ήταν βέβαιος πως τον μικρό πρέπει να τον κλείσει. Ακολούθησε το γνωστό story, επίσκεψη στους γονείς, υποσχέσεις, «δώρα» και δύο tour στο campus, σε ένα άλλο Manhattan, εκείνο του βορειοανατολικού Kansas. Ανάμεσα στον ποταμό του Kansas και τον Big Blue, ο Μπλάκμαν βρήκε το ιδανικό περιβάλλον για να εξελιχθεί και να γίνει ένας μοντέρνος shooting guard, η θέση στην οποία τον καθιέρωσε ο Hartman. Στο σχολείο έπαιζε συχνά και στο «3», στο πανεπιστήμιο όμως έγινε σαφές ότι είναι ο κλασσικός swingman της δεκαετίας του ’80 που ήταν προ των πυλών.

Ξεκίνησε και τελείωσε βασικός στους Wildcats, αποφοιτώντας ήταν ένας από τους καλύτερους που εμφανίστηκαν ποτέ στην Big Eight. Υπό τις οδηγίες του Jack, έμαθε και τη σημασία της άμυνας, την all around διάσταση του σύνθετου ρόλου ενός μοντέρνου shooting guard, κυρίως όμως τελειοποίησε το διάσημο jump shot του. Πάνω σ’ αυτό το jump shot έχτισε την καριέρα του, παρόλο που ήταν άριστος και στις υπόλοιπες πτυχές του παιχνιδιού, αυτό που του αναγνώριζαν όλοι όμως στο Fred Bramlage, ήταν ο αδαμάντινος χαρακτήρας του. Ο “Silk” ήταν μονίμως χαμογελαστός, προσιτός, φιλικός και προσέδωσε το απαραίτητο latin ταμπραμέντο του σε μια Πολιτεία που πιο «αμερικάνικη» δεν γίνεται.

Ήδη από sophomore ήταν ο star της ομάδας, με μια απολαυστική σεζόν πίσω του, αφού στη freshman χρονιά του σκόραρε 18 πόντους μ.ο. και παγιώθηκε ως ο χρησιμότερος παίκτης των Wildcats. Το 1980, το Kansas κάνει μαγική σεζόν, αποκλείει το Arkansas και χάνει στην παράταση από το Louisville την πρόκριση στα ημιτελικά της Big Eight. Ο Ρο κάνει απίθανα πράγματα στο παρκέ, ψηφίζεται και καλύτερος επιθετικός και καλύτερος αμυντικός παίκτης της περιφέρειας, γίνεται all-american, τα ποσοστά του εντός πεδιάς αντιστοιχούν σε ψηλό παίκτη και όχι σε μακρινό σουτέρ. Καθόλου τυχαία, επιλέγεται στην ολυμπιακή ομάδα των ΗΠΑ για τους αγώνες της Μόσχας, το μέλλον του πια είναι προδιαγεγραμμένο, ο “Mr.Silk” θα γίνει μέγας ΝΒΑer.

Σημάδεψε το Kansas

Η κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης, δεν θα του επιτρέψουν να διεκδικήσει μετάλιο (με πιθανότερο το χρυσό) αφού η απόφαση του Πρόεδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζίμι Κάρτερ να μποϊκοτάρει τους αγώνες όταν οι Σοβιετικοί αρνήθηκαν το τελεσίγραφο ανάκλησης των στρατευμάτων τους από το Αφγανιστάν, τον κράτησε στο Κάνσας. Αφοσιώνεται έτσι στην τελευταία του σεζόν με τους Wildcats και στο πτυχίο του. Το 1981 είναι η χρονιά του: συμπληρώνει 1844 πόντους με τη φανέλα του K-State, δεύτερο καλύτερο ρεκόρ στην ιστορία του Πανεπιστημίου, κλείνει με 52% στα σουτ και παίρνει από το χέρι την ομάδα, οδηγώντας την στους Elite Eight.

Το κλάμα και οι πανηγυρισμοί του στην ιστορική νίκη-πρόκριση εναντίον του Arizona State έχει μείνει στην ιστορία, το ίδιο και το κλάμα του στην ήττα με 66-65 από το Wichita και πάλι στην κόψη του ξυραφιού, στο τελευταίο σουτ. Το ιστορικό του καλάθι στο δεύτερο γύρο με το #1 στο ranking Oregon State, το παίζουν ακόμα τα video walls στο Kansas, το ίδιο και τη συγκλονιστική του εμφάνιση στη νίκη με το Illinois στους Sweet Sixteen. Η μάχη με το North Carolina στην Elite ήταν χωρίς αύριο, James Worthy, Sam Perkins, Matt Doherty, Al Wood, Jimmy Black, υπό τις οδηγίες του Dean Smith ήταν απροσπέλαστο εμπόδιο. Δεν έζησε ποτέ το March Madness, παρόλο που το ήθελε πολύ, δεν έφυγε από το NCAA πρωταθλητής, έστω με το παράσημο μιας συμμετοχής στο final 4. Έφυγε όμως σαν all-american, σαν ένα πολύ σοβαρό prospect που ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι θα διαπρέψει στο ΝΒΑ.

1988-1989: Guard Rolando Blackman of the Dallas Mavericks (left) goes up for two as center Kareem Abdul-Jabbar of the the Los Angeles Lakers tries to block the shot during a game at the Great Western Forum in Inglewood, California. Mandatory Credit: Step GETTY IMAGES

Ήταν βέβαιο ότι θα διαπρέψει στο ΝΒΑ

Το ταλέντο του αναγνωρίστηκε στο ακέραιο στo draft: επιλογή πρώτου γύρου, στο #9, κάτω από θρύλους της πορτοκαλί μπάλας όπως ο Isiah Thomas (#2), ο Orlando Woolridge (#6), ο Tom Chambers (#8), ο Buck Williams (#3) και ασφαλώς ο #1 Mark Aguirre από το De Paul. Προορισμός το Dallas, οι Mavericks του Dick Motta και η Reunion Arena που έμελλε να γίνει το σπίτι του. Ονειρεμένη rookie season με 13 πόντους μ.ο., sophomore 18, την τρίτη 22. Ο Ρολάντο Μπλάκμαν έχει γίνει σημείο αναφοράς και των Mavs, το αγόρι από τον Παναμά που έμαθε μπάσκετ στο Brooklyn, έχει φύγει από την «απλή» αναφορά ως παίκτης του ΝΒΑ, σε δυνάμει All Star. Και πραγματικά εκείνη η ώρα δεν αργεί. Από πρώτος Παναμέζος στο ΝΒΑ, πρώτος Παναμέζος και σε All Star Game. Και όχι μία, τέσσερις φορές.

Μπλάκμαν-Τζόρνταν

Οι πρώτες τρεις συνεχόμενες (1985-86-87), αργότερα, το 1990 ήρθε και η τέταρτη συμμετοχή στο club των κορυφαίων. Στο Dallas βρήκε μια ομάδα που έσπαγε το ένα αρνητικό ρεκόρ πίσω από το άλλο, το 1988 έφτασε στους τελικούς της Δυτικής Περιφέρειας, να χάνει την πρόκριση στους τελικούς στο έβδομο παιχνίδι εναντίον των Lakers του Magic και του Kareem. Είναι η χρονιά που ο Roy Tarpley ψηφίζεται καλύτερος έκτος παίκτης του ΝΒΑ, η σεζόν που το Dallas γίνεται «μεγάλη ομάδα» βρίσκοντας ένα τρομερό αμάλγαμα και μια χημεία μεταξύ του κόουτς MacLeod και θρύλων όπως ο Donaldson, ο Perkins, ο Aguirre, ο Schrempf και ο Derek Harper. Ο Magic μετά από εκείνο το 117-102 στο Forum, στάθηκε μπροστά στο μικρόφωνο και είπε ότι ο Ρο είναι ο καλύτερος σουτέρ που έχει δει, ο δυσκολότερος παίκτης που κλήθηκε ποτέ να μαρκάρει.

Το είδωλο του Dallas

Ο Μπλάκμαν ήταν μια μηχανή παραγωγής πόντων, χρόνο με το χρόνο γινόταν ολοένα και πιο έμπειρος, ακόμη πιο «δολοφονικός» και οι τοποθετήσεις του στρατηγικές στο παρκέ. Απέκτησε έρεισμα και στο κοινωνικό γίγνεσθαι, επελέγη σαν frontman στην προσπάθεια των Τεξανών να πείσουν όλο και περισσότερα παιδιά να επιστρέψουν στο σχολείο και να μορφωθούν. Ο Μπλάκμαν πλέον είχε γίνει εικόνα του ΝΒΑ, αφίσα σε παιδικά δωμάτια, ένας από τους ελάχιστους άριστους. Σκοράρει ακατάπαυστα, πριν κλείσει τα 30 του χρόνια γίνεται ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των Mavs, ο παίκτης με τα περισσότερα εύστοχα σουτ.

Μένει στο Dallas 11 χρόνια, ριζώνει, ωριμάζει μαζί με την πόλη, τους ανθρώπους της, την ομάδα που μεγάλωσε μαζί του και μεγαλούργησε μαζί της. Όταν το καλοκαίρι του 1992 τον πλησιάζει ο Pat Riley, το δέλεαρ είναι τεράστιο. «Ένα πρωτάθλημα». Το είχε αγγίξει το όνειρό του στα 29 του, πλέον ήταν 33 και το όνειρο ξεθώριαζε. Αποδέχτηκε το trade μετά το ασφυκτικό pressing του Riley, σημαντικό ρόλο στην απόφασή του έπαιξε ο επί σειρά ετών συμπαίκτης του και φίλος του, Derek Harper που επίσης πήγε στη Νέα Υόρκη έναν χρόνο αργότερα για να γευτεί το νέκταρ ενός τίτλου. Κι αν όσο υπήρχε Jordan, ο τίτλος φάνταζε σχεδόν αδύνατος, όταν ο Michael αποφάσισε να κάνει το διάλειμμα του baseball, είχε έρθει η ώρα των Knicks.

Η Νέα Υόρκη

Ewing, Doc Rivers, Starks, Smith, Oakley, Mason, Harper και ο Blackman. Ο πιο έμπειρος, ένας από τους ελάχιστους με επιθετικό ταλέντο σε εκείνη την άκρως physical και «αντιτουριστική» ομάδα. Ήταν ο στρατηγός με τα περισσότερα παράσημα, ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των Mavericks (16.643 πόντοι, ρεκόρ όλων των εποχών μέχρι να το σπάσει ο Nowitzki το 2008), ο «σοφός» σε ένα περιβάλλον πάρα πολύ δύσκολο, με εντάσεις και με το πιο απαιτητικό κοινό σε ολόκληρες τις ΗΠΑ. Οι Knicks σαρώνουν, ολοκληρώνουν τη σεζόν με 57 νίκες, «καθαρίζουν» τους Nets στον πρώτο γύρο και μπροστά τους έχουν τη Νέμεσί τους. Αποκλείουν τελικά τους Bulls μετά από μια συγκλονιστική σειρά με 4-3, σε μια ακόμα πιο συγκλονιστική, τους Indiana Pacers του Reggie Miller επίσης στο έβδομο παιχνίδι.

"Συγγνώμη Ρο"

Επιτέλους τελικοί, επιτέλους η δυνατότητα να διεκδικήσει ένα δαχτυλίδι, έστω και στα 34 του χρόνια. Εκείνοι οι τελικοί ήταν ουσιαστικά Olajuwon εναντίον Ewing, μία από τις πιο αμυντικογενείς όλων των εποχών και ουσιαστικά κρίθηκε στην αλλοίωση του Hakeem στο σουτ του Starks στο έκτο παιχνίδι. Εάν έμπαινε το καλάθι, ο τίτλος θα κατέληγε στη Νέα Υόρκη, τελικά κατέληξε στο Texas και το κόψιμο του Olajuwon έμεινε στην ιστορία των τελικών ως "The Block". Ο κυνικός Riley μετά το τέλος του έβδομου παιχνιδιού στο Summit, 22 Ιουνίου, δεν φείδεται λόγων: « Έκανα το μεγαλύτερο λάθος στην καριέρα μου και δεν έδωσε περισσότερο χρόνο στο Ρολάντο Μπλάκμαν. Είμαι σίγουρος ότι εάν έπαιρνε το χρόνο του βασικού shooting guard, αυτή τη στιγμή οι Knicks θα ήταν πρωταθλητές. Σε αυτά τα παιχνίδια πρέπει να παίζουν οι πιο «πεινασμένοι» ανεξαρτήτως ηλικίας. Ο Ρολάντο ήθελε αυτό το δαχτυλίδι περισσότερο και από τον Patrick. Συγνώμη Ρο

Ο Μπλάκμαν έφερε βαρέως εκείνη την ήττα, του στοίχισε σε τεράστιο βαθμό. Σκέφτηκε ακόμη και να κλείσει την καριέρα του, να επιστρέψει στο K-State και να πάρει το πτυχίο στις Πολιτικές Επιστήμες, που για δύο μαθήματα είχε παρατήσει. Όταν ξεκίνησε η pre-season οι Knicks τον άφησαν ελεύθερο, εκείνος είχε δώσει εντολή στο μάνατζέρ του να του βρει μόνον ανταγωνιστική ομάδα. Μιλάμε για έναν παίκτη με τεράστια εμπειρία και στατιστικά που προκαλούν ίλιγγο: 19823 πόντοι (18 μ.ο.), 3278 ριμπάουντς, 2981 ασίστς. Ήταν ήδη 35 ετών, ήξερε ότι η ευκαιρία για ένα δαχτυλίδι δεν θα επανεμφανιζόταν, τουλάχιστον με εκείνον ως πρωταγωνιστή. Διότι παρά τα χρόνια του, ήταν ακόμα καθοριστικός – δικό του το νικητήριο σουτ στη σειρά με τη Charlotte 5 δευτερόλεπτα πριν το τέλος – και οι προτάσεις από τους Nets ή τους Nuggets δεν του έλεγαν απολύτως τίποτα.

Η βόμβα της ΑΕΚ

Μέχρι που εκείνο το Νοέμβριο, ήρθε η πρόταση από την Ελλάδα, τη χώρα που θαυμάζει και αγαπούσε πριν καν την επισκεφθεί. Προσγειώθηκε στο Ελληνικό 30 Νοεμβρίου, παρά την κούραση από το ταξίδι, έκανε εύχαρης δηλώσεις στους δημοσιογράφους που τον περίμεναν για να διαπιστώσουν αν είναι αληθές το γεγονός ότι ένας παίκτης του διαμετρήματός του έρχεται στην Ελλάδα. Ο Ρο ήταν σαφής: ρώτησε το Ρόι (Τάρπλεϋ), τον Έντι (Τζόνσον) και πήρε το αεροπλάνο και ήρθε. Το είπε τόσο φυσικά, όσο και τη βόμβα που έριξε περί επικοινωνίας του με τον Μαρκ Ίτον για λογαριασμό της ΑΕΚ! Πράγματι ο Λεφάκης κοιτούσε και για ψηλό, αλλά ο Τζούροβιτς έθεσε βέτο στην παραμονή του Μίρκο Μιλίτσεβιτς, ενός αντιτουριστικού σέντερ, ο οποίος όμως σύμφωνα με το Βλάντο, είχε 20 πόντους σε κάθε ματς.

Αντίκρυσε το Μόσχος, αλλά τον είχε ενημερώσει ο Τζόνσον για την κατάσταση των ελληνικών κλειστών γυμναστηρίων (ο Έντι είχε πάθει πραγματικό σοκ στο κλειστό των Πατησίων) κι έτσι δεν του προξένησε καμία εντύπωση. Το ίδιο και το κλειστό του Μετς, όταν κάθισε στον πάγκο και είδε την ΑΕΚ να χάνει από το Παγκράτι, αλλά άκουσε τον κόσμο να τον αποθεώνει. Τίποτα δεν συγκρίνεται όμως με την αποθέωση που γνώρισε στο πρώτο επίσημο ματς στο Γέωργιος Μόσχος, 11 Δεκέμβρη του ’94, εναντίον του Άρη. Με τον κόσμο να παραληρεί, η ΑΕΚ κερδίζει 80-76, ο Ρο έχει πετύχει 21, είναι αμέσως ο star της ομάδας, εκείνος που ψάχνουν οι συμπαίκτες του όταν η μπάλα καίει.

Αγωνίστηκε σε 18 αγώνες κανονικής περιόδου για να φτάσει ή και να ξεπεράσει τους 20 πόντους στους 11 από αυτούς. Κορυφαία επίδοσή του ήταν οι 27 πόντοι την 1η Μαρτίου 1995 στην ήττα της ΑΕΚ στη Νέα Σμύρνη. Έκλεισε το ελληνικό παραμύθι με 352 πόντους (19,5 μ.ο.) με 84/96 βολές (87%), 92/196 δίποντα (46%), 28/90 τρίποντα (31%), 85 ριμπάουντ (4,7 μ.ο.) και 31 ασίστ (1,7 μ.ο.). Η ΑΕΚ από την 9η αγωνιστική που ήρθε ο Μπλάκμαν, ξεκόλλησε από τον πυθμένα της βαθμολογίας, τελείωσε την κανονική περίοδο με ρεκόρ 10-16 κι έφτασε μέχρι την όγδοη θέση και τα play offs, όπου έχασε πάρα πολύ δύσκολα από τον Ολυμπιακό (79-73 και 78-69), σε μια σεζόν που σημαδεύτηκε από πάμπολλα ιστορικά γεγονότα, με κορυφαίο ασφαλώς το άδοξο τέλος του Νίκου Γκάλη στο κλειστό που πρωτοπάτησε το πόδι του και ο Ρολάντο Μπλάκμαν.

Η λατρεία για την Αθήνα

Σε πέντε μήνες πρόλαβε να λατρέψει την Ελλάδα, σε κάθε ευκαιρία το εξωτερικεύει: « Λατρεύω την Αθήνα, είναι η πόλη που αγάπησα όσο καμία άλλη στη ζωή μου. Αγαπώ πολύ το μέρος, τους ανθρώπους, τα πάντα. Είμαι πολύ τυχερός που έζησα, έστω και για λίγο, στην Ελλάδα. Στο δωμάτιό μας με τη γυναίκα μου έχω μια μεγάλη φωτογραφία της Αθήνας, είναι η πόλη που βλέπω πριν κοιμηθώ και η πόλη που βλέπω όταν ξυπνάω. Δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ την παραμονή μου στην Αθήνα, γύρισα τα πάντα, πήγα παντού και ομολογώ ότι ήταν από τις καλύτερες εμπειρίες της ζωής μου. Θα έχω πάντα στην καρδιά μου την ΑΕΚ και τους οπαδούς της, την ελληνική κουλτούρα, το ελληνικό φαγητό, τα πάντα. Δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ το διάστημα που πέρασα στην Ελλάδα, ακόμα νοιάζομαι για κάποιους ανθρώπους εκεί, μου λείπουν οι βόλτες στη Γλυφάδα, στη Βουλιαγμένη, στη Βούλα, στην Κηφισιά. Παρόλο που δεν πληρώθηκα ολόκληρο το συμβόλαιό μου, δεν με ενδιαφέρει πραγματικά. Ένα ευχαριστώ είναι λίγο».

Το κάλεσμα του Τάνιεβιτς στο Μιλάνο

Με τη λήξη του συμβολαίου του, έδωσε εντολή στον ατζέντη του να βρει ένα ακόμη συμβόλαιο στη χώρα μας και πάλι καμία ομάδα δεν μπόρεσε να του προσφέρει ένα συμβόλαιο ανάλογο της αξίας του. Την ευκαιρία άρπαξε ο πανούργος Τάνιεβιτς που μόλις είχε ακολουθήσει το project Στεφανέλ από την Τεργέστη στο Μιλάνο. Ο Μπλάκμαν έγινε ο δάσκαλος του Μποντιρόγκα, του Φούτσκα, του Νάντο Τζεντίλε, του Σάντρο Ντε Πολ, έγινε ο προπονητής μέσα στο γήπεδο, το alter ego του Μπόγκνταν Τάνιεβιτς και κατέκτησε επιτέλους ένα πρωτάθλημα, έστω το ιταλικό, στα 37 του χρόνια. Και όχι μόνον αυτό, ακολούθησε και το κύπελλο, στο οποίο ανακηρύχθηκε και mvp και έχασε στις λεπτομέρειες και το Κύπελλο Κόρατς στον τελικό με την Εφές.

Η σχέση του με τον Τάνιεβιτς εξελίχθηκε σε φιλία ζωής, ο Παναμέζος είναι ένας χαρακτήρας που δένεται με τους ανθρώπους και όταν ο Μαυροβούνιος του ζήτησε να τον ακολουθήσει στη Λιμόζ, ο Παναμέζος δέχτηκε χωρίς δεύτερη σκέψη. Στους λιμουζό έκλεισε την τεράστια καριέρα του το 1997, μετά από 20 ολόκληρα χρόνια γεμάτα μπάσκετ. Στα 38 χρόνια και έχοντας κατακτήσει και τίτλους, επέστρεψε στην Αμερική, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο K-State και πήρε το πτυχίο του. Τον πήρε μαζί του ο Don Nelson στο Dallas, ασίσταντ με καθήκοντα που άπτονταν στην αντίληψη και την προπόνηση της αμυντικής τακτικής, του υπερ-απαραίτητου συστατικού για τους τίτλους. Τότε γνώρισε το Ντιρκ Νοβίτζκι, με τον οποίο επίσης έδεσε άμεσα, με το Γερμανό να αισθάνεται δέος μπροστά στη σοφία του και να τον πείθει ακόμη και να κοουτσάρει σαν ασίσταντ και την Εθνική Γερμανίας στο παγκόσμιο πρωτάθλημα της Ινδιανάπολης το 2002 κατακτώντας το χάλκινο μετάλιο.

Η Nationalmanschaft

Νωρίτερα, 11 Μαρτίου του 2000, σε μια συγκινητική τελετή, οι Mavs απέσυραν τη φανέλα με το 22, με το Dallas άλλωστε η σχέση ήταν ανέκαθεν ξεχωριστή, πέρασε απ’ όλα τα πόστα, υπηρέτησε σαν κόουτς, σαν υπεύθυνος ακαδημιών, σκάουτ, διοικητικός παράγοντας, έκανε ατομικές προπονήσεις στα αστέρια όπως ο Ντιρκ, έγινε πρεσβευτής της ομάδας απανταχού. Λίγα χρόνια αργότερα τιμήθηκε και από το Πανεπιστήμιό του, όπου και εκεί η φανέλα του αποσύρθηκε, σε μια επίσης φορτισμένη τελετή. Όταν το 2010 στο Μουντομπάσκετ της Τουρκίας εμφανίστηκε στο Αμπντί Ιπεκτσί στο πλευρό (και πάλι) του Μπόγκνταν Τάνιεβιτς, είχε γύρω του μόνο φίλους. Ασίσταντ και στην Τουρκία (κατέκτησε το αργυρό μετάλιο) μετά το Dallas και τη Nationalmanschaft! Δεν μπορούσε να χαλάσει χατήρι στον Τάνιεβιτς, με τον οποίο ακόμα και σήμερα επικοινωνούν συχνά, τον θεωρεί έναν από τους καλύτερους προπονητές που συνεργάστηκε στην καριέρα του.

Τον περασμένο Νοέμβριο έγινε ο πρώτος παίκτης του K-State που μπήκε στο NCCA Hall of Fame, ο δεύτερος από το Kansas μετά το θρυλικό Tex Winter της «τριγωνικής επίθεσης». Ανέβηκε τα σκαλιά του Arvest Bank Theatre στο Midland του Kansas City παρέα με συν-τιμώμενους θρύλους όπως ο Quinn Buckner, ο John Havlicek, ο Ed Ratleff, ο Charlie Scott. Στις πρώτες θέσεις στην αίθουσα τα τέσσερα παιδιά του, Valerie, Brittany, Briana και Vernell, τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της ζωής του όπως ανέφερε από μικροφώνου συγκινημένος. Σήμερα είναι μέλος του ΔΣ του Ιδρύματος Αρωγής Νέων, βοηθάει τα παιδιά που δεν έχουν τη δυνατότητα και τις ευκαιρίες για μια καλύτερη ζωή, εξακολουθεί να υπηρετεί τους Dallas Maverics σαν υπεύθυνος ταλέντων και σβήνει 57 κεριά σε μια από τις πιο γλυκιές τούρτες μπασκετμπολίστα στην υφήλιο.

24MEDIA NETWORK