Στη ραψωδία Ντράζεν Πέτροβιτς και Οσκάρ Σμιντ στο ΣΕΦ
Ο Γιάννης Φιλέρης ήταν μέσα στο ΣΕΦ όταν ο Ντράζεν Πέτροβιτς έβαλε 62 πόντους και ο Οσκάρ Σμιντ άλλους 44, στον τρομερό τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ρεάλ - Καζέρτα 117-113. Ένα ρεσιτάλ για δυο...
Τριάντα χρόνια πριν, στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, έγινε ένα από τα κορυφαία παιχνίδια όλων των εποχών στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Απ’ όσους τελικούς έχουν γίνει, αυτός του Κυπέλλου Κυπελλούχων στις 14 Μαρτίου του 1989 μνημονεύεται πολλάκις. Όχι άδικα.
Ένα μοναδικό ρεσιτάλ, από δυο ανεπανάληπτους σκόρερ, τον Ντράζεν Πέτροβιτς και τον Οσκάρ Σμιντ, με ευτυχείς 12.000 κόσμου που το παρακολούθησαν ζωντανό στο γήπεδο και εκατομμύρια από την τηλεόραση. Σκορ 117-113, στην παράταση, με 62π του Ντράζεν και 44 του ανυπέρβλητου Βραζιλιάνου.
Φλας μπακ, λοιπόν. Στα δοξασμένα 80’s, σε έναν κόσμο που άλλαζε και κυρίως έφερνε το άθλημα στα σπίτια όλων των Ελλήνων. Το ΣΕΦ είχε γίνει ξαφνικά το επίκεντρο του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Σε διάστημα 8 ετών φιλοξένησε δυο τελικούς (του Κυπέλλου Πρωταθλητριών μεταξύ Ρεάλ και Τσιμπόνα το 1985, του Κυπελλούχων το 1989), το Ευρωμπάσκετ ’87 και το Final Four της Euroleague το 1993. Πανδαισία.
Η έκρηξη του Ευρωμπάσκετ, βέβαια, είχε εκκινήσει και την ελληνική ‘επιδρομή’ στα ευρωπαϊκά kύπελλα. Η κατάκτηση της Ευρώπης σε συλλογικό επίπεδο θα αργούσε ακόμη (την αρχή την έκανε ο ΠΑΟΚ το 1991 στη Γενεύη, παρόλα αυτά οι περιπέτειες του Άρη στο Κύπελλο Πρωταθλητριών στα πρώτα 3 Final Four ήταν σε πρώτο πλάνο.
Το μπάσκετ αγαπήθηκε πολύ, έγινε πρώτο θέμα στις εφημερίδες και η FIBA επιδίωκε να δώσει διοργανώσεις στη χώρα μας, ξέροντας ότι οι εξέδρες θα έχουν κόσμο.
Ο Ντράζεν οδηγεί τη ‘βασίλισσα’
Το Κύπελλο Κυπελλούχων 1989 είχε σαν ακλόνητο φαβορί τη Ρεάλ Μαδρίτης. Η ‘βασίλισσα’ είχε καταφέρει το καλοκαίρι του 1988 να αποκτήσει τον Πέτροβιτς, έτσι ώστε να επιστρέψει στους τίτλους. Δίπλα του τα δυο αδέρφια Μαρτίν (ο δυναμίτης Φερνάντο, που χάθηκε το 1990 σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα όπως ο Ντράζεν, και ο Αντόνιο, νυν πρόεδρος της ισπανικής λίγκας), ο Χοσέτσου Μπιριούκοφ (ένας έξοχος Ισπανός γκαρντ, με ρωσικά γονίδια), ο γίγαντας Φερνάντο Ρομάι (με το… εξωπραγματικό νο 59 στα παπούτσια) και ένας 25χρονος κοκκινομάλλης Αμερικανός από την Καλιφόρνια, ονόματι Τζόνι Ρότζερς. Προπονητής ο Μανουέλ Λόλο Σάινθ, με βοηθό τον Κίφορντ Λιουκ. Δυο τεράστιες μορφές του madridismo, που λένε και οι φίλοι μας στη Ρεάλ.
Ο Ντράζεν ήταν στα ντουζένια του. Είχε πάρει ήδη το Κύπελλο Πρωταθλητριών δυο φορές (με την Τσιμπόνα το 1985 και το 1986), το Κυπελλούχων άλλη μία (με την Τσιμπόνα το ’87), ήταν MVP στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του ’86, καλύτερος Ευρωπαίος μπασκετμπολίστας για το 1986 και… έτοιμος να πάει στο ΝΒΑ. Ενδιάμεσος σταθμός η Ρεάλ, σε μια αρχικά αμφιλεγόμενη μεταγραφή, καθώς στην ίδια πόλη δυο χρόνια πριν (στο Μουντομπάσκετ ’86) ο μακαρίτης είχε γίνει το ‘κόκκινο πανί’.
Μαζί με τον αδερφό του, Άτσο, είχαν εμπλακεί στην υπόθεση βιασμού καμαριέρας στο ξενοδοχείο των ‘πλάβι’, ενώ στον περίφημο ημιτελικό Γιουγκοσλαβίας-ΕΣΣΔ (με την ιστορική ανατροπή των Σοβιετικών), το κοινό εξαγριώθηκε από την συμπεριφορά του, πετώντας του… πορτοκάλια.
Φορώντας τη φανέλα της Ρεάλ, όμως, ο Ντράζεν έκανε φίλους του όλους όσοι τον μισούσαν και ο ίδιος άνοιγε ένα νέο κεφάλαιο στην καριέρα του. Έχοντας ολοκληρώσει τον κύκλο του σε Σιμπένκα και Τσιμπόνα, δύσκολα μπορούσε κανείς να τον κρατήσει στα σύνορα της πρώην ενιαίας Γιουγκοσλαβίας.
Με μεσολαβητή τον Μπερτομέου
Η Ρεάλ, που το 1985 τον είχε νιώσει για τα καλά στο πετσί της (36π στον τελικό της Αθήνας είχε βάλει ο ‘Μότσαρτ’, όπως τον ονόμασε πολύ εύστοχα ο αείμνηστος Ενρίκο Καμπάνα της Gazzetta dello Sport), του πρόσφερε ένα μυθικό συμβόλαιο 4 ετών, με αποδοχές που άγγιζαν το 1.000.000 δολάρια ετησίως. Για να σπάσει αυτό το συμβόλαιο, έναν χρόνο αργότερα, και ο Πέτροβιτς να μετακομίσει στο Πόρτλαντ, οι Μπλέιζερς πλήρωσαν 1.500.000 δολάρια στη Ρεάλ (τεράστιο ποσό για τα δεδομένα της εποχής), σε μια υπόθεση την οποία χειρίστηκε ο δικηγόρος (και εκπρόσωπος τότε της ισπανικής λίγκας)… Τζόρντι Μπερτομέου!
(Με το Κύπελλο Κυπελλούχων στα χέρια ο Ντράζεν. Δίπλα του ο Λιορέντε κι από πάνω ο Αντόνιο Μαρτίν, ο Τζόνι Ρότζερς και ο Φερνάντο Ρομάι)
Με τη Ρεάλ, ο Ντράζεν, έκανε παπάδες. Τελείωσε τη χρονιά έχοντας μέσο όρο 28.2π (!) και οδήγησε την ομάδα του στους δυο από τους τρεις τίτλους που διεκδίκησε. Το ισπανικό κύπελλο (87-81 την Μπαρτσελόνα) και το Κύπελλο Κυπελλούχων. Του ξέφυγε το πρωτάθλημα, το οποίο πήγε στη Βαρκελώνη και στους ‘μπλαουγκράνα’ που έπαιζαν τότε με Χουάν Αντόνιο Σαν Επιφάνιο, Ιγνάθιο Σολοθάμπαλ, Όντιν Νόρις, Τσίκο Σιμπίλιο και τους υπόλοιπους ‘γίγαντες’ εκείνης της δεκαετίας.
Οσκάρ Σμιντ, ο μύθος
Και μόνο η παρουσία της Ρεάλ στον τελικό ήταν ένα τεράστιο κίνητρο για τον κόσμο να πάει στο ΣΕΦ και να δει από κοντά μια από τις κορυφαίες ομάδες της Ευρώπης, εκείνη τη χρονιά. Δεν ήταν όμως … μόνη της. Ο Πέτροβιτς είχε έναν εκλεκτό αντίπαλο. Ο Οσκάρ, ο τεράστιος Βραζιλιάνος, ήταν επικεφαλής της Σναϊντέρο Καζέρτα. Κυπελλούχος Ιταλίας το 1988, που είχε ακόμη στις τάξεις της τον Νάντο Τζεντίλε (ο πατέρας του Σάντρο, που αργότερα έπαιξε στον Παναθηναϊκό), τον Σάντρο Ντελανιέλο, τον Βιντσέντζο Εσπόζιτο στο ξεκίνημά του και τον Γκιόργκι Γκλούτσκοφ, τον πρώτο μπασκετμπολίστα από την ανατολική Ευρώπη που αγωνίστηκε στο ΝΒΑ (Φίνιξ Σανς, τη σεζόν 1985-86). Προπονητής ο Φράνκο Μαρτσελέτι, από τα πιο hot ονόματα των πάγκων εκείνα τα χρόνια, χάρη στη δουλειά του στην Καζέρτα.
Αυτή η ομάδα ήταν το ‘βασίλειο’ του Οσκάρ. Παρότι το 1984 είχε γίνει ντραφτ από τους Νιου Τζέρσεϊ Νετς, ο τεράστιος Βραζιλιάνος διάλεξε την πόλη της νότιας Ιταλίας σαν τον… Ντιέγκο Μαραντόνα με τη Νάπολι. Αν πήγαινε στο ΝΒΑ, δεν θα μπορούσε να παίξει με την εθνική Βραζιλίας, την οποία ο Οσκάρ δεν ήθελε να αφήσει ποτέ. Τρεις φορές τον πλησίασαν οι Νετς, τρεις φορές είπε “όχι”: “Δεν υπάρχει τιμή για την εθνική ομάδα. Μπορεί να με βόλευε το ΝΒΑ, γιατί οι άμυνες ήταν ένας εναντίον ενός, άρα θα έβαζα όσους πόντους ήθελα, ωστόσο, δεν μπορούσα ποτέ να αφήσω ξεκρέμαστη την Βραζιλία”, ήταν η εξήγησή του.
Ο Βραζιλιάνος… Γκάλης
Η ζωή του Οσκάρ έχει πολλά κοινά με εκείνη του Νίκου Γκάλη. Σχεδόν της ίδιας ηλικίας (το 1958 γεννημένος ο Οσκάρ, το 1957 ο Γκάλης) ήταν και οι δυο τεράστιοι σκόρερ. Και οι δυο διάλεξαν δυο ομάδες εκτός κέντρου και ‘κατεστημένου’ (ο Οσκάρ την Καζέρτα, ο Νικ τον Άρη) και οι δυο το 1987 έκαναν θαύματα. Ο Γκάλης στην Αθήνα σάρωνε τις αντίπαλες άμυνες στο Ευρωμπάσκετ, με αποκορύφωμα τον τελικό κόντρα στην Σοβιετική Ένωση, ο Οσκάρ το ίδιο καλοκαίρι έκανε όργια στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.
Στους Παναμερικανικούς Αγώνες και μέσα στην Ιντιανάπολις, ο μεγάλος Βραζιλιάνος σημείωνε 46 πόντους (7/15 τρίποντα) εναντίον των ΗΠΑ στον τελικό του τουρνουά και υποχρέωνε τους Αμερικανούς μόλις στην τρίτη ήττα στην ιστορία του τουρνουά, σε σύνολο 68 αγώνων. Η Βραζιλία κερδίζει τον τίτλο, με τις ΗΠΑ (που είχαν επικεφαλής τον ‘ναύαρχο’ Ντέιβιντ Ρόμπινσον, τον Ντάνι Μάνινγκ αλλά και τον Γουίλι Άντερσον, που αργότερα μας ήρθε στην Ελλάδα) να έρχονται στη 2η θέση. Λέγεται ότι αυτή η αποτυχία, σε συνδυασμό με την απώλεια του χρυσού το 1988 στη Σεούλ, ήταν τα καθοριστικά γεγονότα για να πειστεί ο Ντέιβιντ Στερν ότι έπρεπε στις μεγάλες διοργανώσεις να αγωνιστούν οι επαγγελματίες του ΝΒΑ.
(Mε τη φανέλα της Εθνικής Βραζιλίας)
Στην Καζέρτα, ο Οσκάρ δημιούργησε ένα μύθο. Συνολικά (παίζοντας και στην Πάβια), αναδείχθηκε 7 φορές πρώτος σκόρερ του ιταλικού πρωταθλήματος, σημειώνοντας 13.957 πόντους. Μόνο ο Αντονέλο Ρίβα έχει περισσότερους απ’ αυτόν (14.397), μόνο που ο σιδερένιος Ιταλός έπαιξε και σχεδόν… 400 παιχνίδια περισσότερα (785 έναντι 403 του Βραζιλιάνου). Ο μέσος όρος του είναι εξωπραγματικός (ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό με τον Γκάλη): 34.6π ανά αγώνα!
Ο Οσκάρ ήταν απλά ένας… αδίστακτος σκόρερ, όπως ο Νικ. Η μόνη τους διαφορά ήταν στο ύψος. Βλέποντας τον κόσμο από τα 2.05μ., ο μεγάλος Βραζιλιάνος έπαιζε μπάσκετ μπροστά από την εποχή του, κάνοντας τη θέση του πάουερ φόργουορντ πολύ σημαντική, ενώ μέχρι τότε κανείς δεν έδινε σημασία. Μπορούσε να σουτάρει (και να ευστοχήσει) από οποιαδήποτε θέση του γηπέδου.
‘Καλαθομηχανές’ στο ΣΕΦ
Με αυτό το background, ήταν αδύνατο ο τελικός να μην εξελιχθεί σε μια επιθετική ραψωδία. Οι δυο ομάδες είχαν συναντηθεί στην κανονική περίοδο με δυο νίκες της Ρεάλ (109-92 στη Μαδρίτη, 95-94 στην Καζέρτα). Στο πρώτο ματς, ο Πέτροβιτς είχε κάνει ένα τρομερό triple double (42π, 12ρ, 10 ασίστ) και στη μονομαχία του με τον Οσκάρ (στα δυο ματς) ήταν μπροστά με έναν πόντο (74-73)!
Το μόνο σίγουρο ήταν ότι δεν επρόκειτο να βαρεθούμε. Πράγματι. Η Ρεάλ έδειξε ότι θα ‘καθαρίσει’ το ματς όταν λίγο μετά το 32′ πέρασε με 85-73 και 91-83 στο 36′. Η Καζέρτα, που σάρωσε τα επιθετικά ριμπάουντ, ξεκίνησε την αντεπίθεσή της και έφτασε σε απόσταση αναπνοής με το τρίποντο του Οσκάρ, 1:40 πριν από το τέλος (98-97). Ο Ρότζερς, που είχε ξεκινήσει τον τελικό με 6/6 σουτ, έκανε το 100-97 και ο Ντελανιέλο με δυο βολές το 100-99 ένα λεπτό πριν από τη λήξη. Στα 43” ο Ντράζεν είχε δυο εύστοχες βολές για το 102-99 και στα 18” ο Οσκάρ με ένα τρίποντο ισοφάρισε 102-102. Η Καζέρτα είχε την ευκαιρία να πάρει το ματς, καθώς ο Πέτροβιτς έχασε την μπάλα, αλλά οι Ιταλοί καθυστέρησαν.
(Ο Οσκάρ σουτάρει υπό την πίεση του Ρότζερς)
Όταν ο Τζεντίλε κέρδισε το φάουλ, ο χρόνος μάλλον είχε εκπνεύσει και το παιχνίδι πήγαινε στην παράταση. Κι εκεί η Ρεάλ, χάρη στους πόντους του Πέτροβιτς, έμοιαζε να κυριαρχεί, πριν έρθει ο Τζεντίλε και με δυο συνεχόμενα τρίποντα μειώσει σε 113-111 (1:09 για το τέλος). Ο Ντράζεν αυτή τη φορά ήταν ψύχραιμος, δεν λάθεψε και η Ρεάλ κράτησε τη νίκη…
ΡΕΑΛ (31/51δ, 12/22τρ, 19/26β, 22ρ, 4κοψ, 4ασ, 5κλ, 3λ): Πέτροβιτς 62 (12/14δ, 8/16τρ, 14/15β, 1ρμ 1ασ), Μπιρούκοφ 20 (4/5τρ), Ρότζερς 14 (7/9δ), Α.Μαρτίν 2, Φ.Μαρτίν 11, Λιορέντε, Ρομάι 4, Καργκόλ 4
ΚΑΖΕΡΤΑ (34/56δ, 12/24τρ, 29/32β, 47ρ, 3κοψ, 7κλ, 7ασ, 8λ): Τζεντίλε 34 (5/10τρ), Εσπόζιτο 2, Οσκάρ 44 (5/19δ, 6/11τρ, 16/17β), Ντελανιέλο 18 (5/11δ), Γκλούτσκοφ 13 (7ρ), Πολεζέλο, Μποζέλι 2
Δείτε το βίντεο του αγώνα, που είχε για διαιτητές τον Κώστα Ρήγα και τον Γιουγκοσλάβο Κούριλιτς, που στο τέλος δεν… κρατήθηκε σε κάποια σφυρίγματα υπέρ της Ρεάλ. Το κοινό στο τέλος πήρε το μέρος της Καζέρτα. Περιγράφει ο αείμνηστος Φιίλιππος Συρίγος σε μια άλλη εποχή, με ένα ‘άλλο’ μπάσκετ, αλλά και δυο τεράστιους παίκτες.
Photo credits: Eurokinissi