Ποιος είναι ο Σατσίρι;
Ο Γιάννης Φιλέρης, με αφορμή το "Τζερντάν Σατσίρι" που ακούστηκε στη μετάδοση του Λίβερπουλ-Μπράιτον, θυμάται μια δική του γκάφα, τον Αλέξη Σπυρόπουλο και τις εμμονές του Θανάση Κρεκούκια. Μπαρσελόνα-Τότναμ... 3-0!
Πρώτα απ’ όλα θέλω να πω ότι σέβομαι απεριόριστα κάθε συνάδελφο που μεταδίδει αγώνες, είτε στο ραδιόφωνο, πολύ περισσότερο στην τηλεόραση. Ξέρω πόσο δύσκολη δουλειά είναι (κι ας νομίζουν ορισμένοι το αντίθετο), πόσο εύκολα εκτίθεσαι σε κλάσματα δευτερολέπτου. Θυμάμαι σαν τώρα μια δική μου μετάδοση από το γήπεδο του Ελληνικού, Πανιώνιος-ΑΕΚ, όπου στο τζάμπολ για λογιαριασμό των “κυανέρυθρων” είχε πηδήξει, σύμφωνα με την αφεντομουτσουνάρα και την αγριοφωνάρα μου, ο Χάουαρντ Κένταλ! Ο Άγγλος προπονητής ποδοσφαίρου, δηλαδή, που έκανε καριέρα στην Έβερτον και κάποια στιγμή ήρθε και από τα μέρη μας. Ο Κένταλ πηδούσε στο τζάμπολ. Μόνο που ήταν ο… Λεβόν και όχι ο (μακαρίτης πια) Χάουαρντ. Κι άλλα πολλά μπορώ να σας διηγηθώ, όπως όλοι όσοι έχουμε πάρει, κάποια στιγμή, ένα μικρόφωνο για να περιγράψουμε αυτό που βλέπουμε στο γήπεδο.
Οφείλω να ομολογήσω επίσης ότι ο Πέτρος Δριτσάκος είναι ένας από τους καλύτερους σπίκερ της Cosmote TV, πάντα καλά προετοιμασμένος, γνώστης του αντικειμένου, με ρυθμό, ακούγεται ευχάριστα και γενικά είναι μέσα στο πνεύμα του αγώνα που μεταδίδει. Όπως, βέβαια, κι όλοι οι άλλοι συνάδελφοι του συνδρομητικού καναλιού. Την Τετάρτη, όμως, και καθώς άρχισε ο αγώνας της Λίβερπουλ με την Μπράιτον, λίγο έλειψε να πνιγώ, καθώς πίνοντας νεράκι του Θεού τον άκουσα να αναφωνεί “και τώρα ο Σατσίρι”.
Νόμιζα ότι παράκουσα, αλλά όταν ξαναπήρε τη μπάλα ο Ελβετός με τις αλβανικές ρίζες μέσος ήταν πάλι ο “Σατσίρι”. Και δώστου ο “Σατσίρι”, να ‘βαζε τουλάχιστον κάνα γκολ, να το κρατάγαμε για γούρι, θα ήταν όλα υπέροχα. Εντάξει, ο εξαίρετος συνάδελφος κάποιον που γνωρίζει την αλβανικήν θα ρώτησε πώς προφέρεται το όνομα (μπορεί να του είπαν κιόλας, χωρίς να ρωτήσει) και αποφάσισε να λανσάρει το Σατσίρι, αντί του Σακίρι, όπως πρωτομάθαμε τον χαφ της Λίβερπουλ. Κι έτσι θυμήθηκα τον καλό φίλο μου, Αλέξη Σπυρόπουλο, που είναι βέβαια και ο δημιουργός της συγκεκριμένης σχολής!
Ο δημιουργός; Όχι ακριβώς. Πάντα υπάρχει ένας Μανόλης Μαυρομμάτης από το παρελθόν, για να μας υπενθυμίζει την εποχή των πιονιέρων. Στο Μουντιάλ ’86, ο ΜΜ έχει δώσει πραγματικό ρεσιτάλ: “Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα είναι ξανά με το χέρι”, “γιατί η ατμοσφαιρική πίεση στο Μεξικό και η απόσταση μεταξύ εστίας και σημείου που εκτελείται το φάουλ δεν επιτρέπει τα σουτ-μπανάνες”, “Σέκι Σενέκοβιτς σε ποια γλώσσα θέλεις να μιλήσουμε”, “σινιορίτα πορφαβόρ”, μάλλον όταν τον εμπόδιζε μια νεαρή Μεξικάνα, είναι μερικά μικρά αριστουργήματα του θαυμάσιου σπορτ-κάστερ, από το μικρόφωνο της ΕΡΤ.
Πολλοί θα νομίζετε ότι ο “Ζοσιμάρ, ο μαύρος Ράμπο, που ο πατέρας του ήθελε να τον κάνει πυγμάχο, κλπ, κλπ” είναι το αποκορύφωμα των ιστορικών μεταδόσεων του 1986, αλλά κάνετε λάθος. Ας όψεται ο Θέμης Καίσαρης που έχει οικειοποιηθεί το σχετικό απόσπασμα (και το όνομα του Βραζιλιάνου άσου) για τα ωραία podcast που φτιάχνει κάθε Πέμπτη. Όχι, λοιπόν. Η πιο θρυλική ατάκα του Μανόλη Μαυρομμάτη από εκείνο το Παγκόσμιο Κύπελλο, 36 χρόνια πριν, ήταν το “Βερκότερεν τώρα ή μάλλον Φερκάουτερεν, έτσι μας τον είπαν οι Βέλγοι συνάδελφοι, έτσι σας τον λέμε, Φερκάουτερεν πάντα”.
Κάπως έτσι, κάπου εκεί, έμπαιναν τα θεμέλια της σχολής, που είχε σίγουρα στο μυαλό του ο Σπυρόπουλος. Τα γραφεία μας με τον Αλέξη ήταν δίπλα-δίπλα στην ευρύχωρη αίθουσα του αθλητικού της εφημερίδας “Πρώτη”. Ήμασταν ήδη φίλοι, αλλά εκεί γίναμε κολλητοί. Με εξυπηρετούσαν πολύ τα… Rothmands που κάπνιζε και του τα έπαιρνα σωρηδόν όταν ξέμενα από τσιγάρα, αλλά και το ότι οδηγούσε από τότε, άρα ήταν υποψήφιος να με γυρίσει σπίτι μου με το θρυλικό Ford Escort, είτε μετά την εφημερίδα είτε έπειτα από κάποια καταδρομική επίσκεψη σε ιστορικές ταβέρνες, κατά προτίμηση στην ιστορική ψησταριά “Βαλέσα”, που δεν λεγόταν έτσι, αλλά ο Θανάσης ο ψήστης έμοιαζε ολόιδιος ο Πολωνός αρχηγός της “Αλληλεγγύης”. Νέα Σμύρνη-Παγκράτι ως γνωστόν είναι μια ευθεία κι ας έμενε ο Αλέξης στην Καλλιθέα, δεν έχει σημασία, ευθεία είπαμε…
Μου άρεσε επίσης να διαβάζω τα κείμενα του Αλέξη, που ήξερε τυφλό σύστημα στη γραφομηχανή (άσχετο, αλλά ήθελα να το γράψω), γιατί κάθε λέξη του, κάθε φράση του ήταν σμιλεμένη με το δικό του ξεχωριστό στυλ. Δεν σου έλεγε, ας πούμε, στεγνά “χτύπησε ο Σαραβάκος και δεν παίζει”, αλλά έβρισκε κάθε φορά τον τρόπο να στο μεταφέρει με λογοτεχνικά τρικ, που πολλές φορές δεν συμβάδιζαν με ένα τυπικό κομμάτι από το αθλητικό ρεπορτάζ. Με κάτι τέτοια κείμενα, ωστόσο, κερδίσαμε κάποια στιγμή την αναγνώριση μέσα στις εφημερίδες και σταματήσαμε να είμαστε αθλητικογράφοι, σχεδόν παρακατιανοί δηλαδή, και γίναμε… δημοσιογράφοι.
Πιο πολύ όμως, περίμενα πως και πως το τηλέφωνο στον Σπύρο Λιβαθηνό, που του έλεγε χαρτί και καλαμάρι τα όσα είχαν συμβεί στην προπόνηση του Παναθηναϊκού. Ήταν η εποχή που ο ρεπόρτερ έκανε ρεπορτάζ και όχι copy paste, ωραία χρόνια, χωρίς αμφιβολία.
Όπως του είπε ο Γιααπ ντε Γκροτ!
Ο Σπυρόπουλος είχε από τότε το χούι να αποκαλεί τους ποδοσφαιριστές με τα επίθετά τους, όπως προφέρονται στην μητρική γλώσσα τους. Ήταν κάτι σαν χόμπι του. Μια μέρα, με βλέπει και παίρνει εκείνο το αξεπέραστα θριαμβευτικό βλέμμα του, για να με ρωτήσει: “Ξέρεις, νεαρέ πως λένε τον Γκούλιτ, στην πραγματικότητα; Πώς τον αποκαλούν οι Ολλανδοί;” Δεν πρόλαβα να σκεφτώ και μου ‘ρθε… κεραμίδα: “Χούλιτ, μάλιστα το ου ίσα που ακούγεται. Κάτι σαν Χλιτ, ας πούμε”, μου εξήγησε, έχοντας κλείσει μόλις το τηλέφωνο με τον Ολλανδό συνάδελφο Γιααπ ντε Γκροτ, με τον οποίο επικοινωνούσε τακτικά.
“Λέω να τον καθιερώσεις έτσι, να τον γράφεις, ώστε να μην καταλαβαίνουμε ποιος είναι”, του πρότεινα, χωρίς να πάρει σοβαρά την υπόδειξή μου.
Το χούι, φυσικά, δεν εγκατέλειψε τον Αλέξη όταν ξεκίνησε να κάνει τις υποδειγματικές μεταδόσεις του στην TV. Ο Άλιεγκ Μπλόχιν, η Ντινάμα Κιέβου, ο Πρατάσαφ, το ‘Κάμπ Νόου’, η Μπαρσελόνα, η Μπάερν, η Άλκμααρ, ο Ντούσαν Μπάεβιτςςςς έκαναν θραύση. Μεταξύ σοβαρού και αστείου, του έχω πει ότι όταν μετέδιδε με τον Χρήστο Σωτηρακόπουλο η κάθε ομάδα είχε δυο ενδεκάδες. Μια δική του και μία του Χρήστου!
Ο Δριτσάκος, λοιπόν, είναι ο αυθεντικός διάδοχος του Αλέξη. Ο Σακίρι έγινε Σατσίρι, γιατί έτσι τον λένε οι Αλβανοί, ωστόσο αγαπητέ φίλε θυμήσου τον Μανόλη που μας εξήγησε ότι τον Βερκότερεν του είπαν οι Βέλγοι συνάδελφοι ότι τον λένε Φερκάουτερεν. Μην μας το ρίχνεις έτσι ξαφνικά, την ώρα που πίνουμε νερό και ψάχνουμε να βρούμε αν πήρε άλλον παίκτη η Λίβερπουλ ή είναι ο Σακίρι, που έκανε το εμβόλιο του κορονοϊού και έπαθε μετάλλαξη το επίθετό του.
Ναι, η Τότναμ, είναι η Τότεναμ με αγγλική προφορά, όπως η Μπαρσελόνα με… καταλανική, για να θυμηθώ και τον δικό μας ιδιόρρυθμο σε τέτοια θέματα Θανάση Κρεκούκια (“Κάμπ Νόου”,) που βουρλίζεται με την ελληνική εκφορά των ισπανικών ή καταλανικών ονομάτων και τοπωνυμίων (τελευταία το έριξε και στα ιταλικά, με αποκορύφωμα το Σκουάντρα Ατσούρα, με το οποίο περάσαμε μια μέρα στο messenger, ανταλλάσσοντας μπινελίκια). Δεν λέω ότι κάνουν λάθος όσοι ζητούν την κανονική προφορά ονομάτων, πόλεων, ομάδων. Ωστόσο, προτιμώ να αφήνουμε τα πάντα όπως τα μάθαμε, μην αναρωτιόμαστε κιόλας “ποιος είναι αυτός”. Τι καταλάβαμε, δηλαδή, που τον Ζάρκο Πάσπαλιε, τον διορθώσαμε σε Πάσπαλι, ενώ κανονικά είναι Πάσπαλλ (με παχύ το λ);
Άλλωστε, σύντροφοι και φίλοι, αν είναι να λέμε “Τότναμ” την ομάδα του Λονδίνου πρέπει να τη γράφουμε και με αυτόν τον τρόπο. “Φανταστική η Τότναμ, νίκησε 4-0 τη Γιουνάιτεντ” ας πούμε. Ή “μη χάσετε το μεγάλο ματς Τότναμ-Άρσναλ”, το σουπεράκι . Εντάξει, ο Κρεκούκιας τη γράφει κιόλας Μπαρσελόνα (κι έχει απαίτηση να μην του το διορθώνουν). Πιο ωραίο είναι που τη γράφει και “Μπάρσα”. Αν είναι, όμως, έτσι, αγαπητέ Θανάση, γιατί δεν λες και γράφεις η Παγί Σεν Ζεγμέν; Τι δηλαδή, προφορά θα έχουμε μόνο εκεί που μας αρέσει;; Σας παγακαλώ…