Ο Τζόνι Νιούμαν ήταν ψυχάρα και παιχτάρα
ΟΓιάννης Φιλέρης θυμάται τον 'θεότρελο' Τζόνι Νιούμαν που άφησε την τελευταία του πνοή την Τετάρτη. Μιλάνε Φασούλας-Μπακατσιάς. Έκτακτή συμμετοχή: Καριμ Αμπντούλ Τζαμπάρ (video)
” Εγώ το ταλέντο μου το πέταξα στο καλάθι…“, είπε κάποτε ο Τζόνι Νιούμαν. Και είχε δίκιο, γιατί η ζωή του άλλοτε προπονητή του ΠΑΟΚ και του Παγκρατίου και πρώην μεγάλου σκόρερ στο ΝCAA, στο ΑΒΑ και στο ΝΒΑ, θα μπορούσε να είναι τελείως διαφορετική. Θυελλώδης και παρορμητικός, γεμάτος εκρήξεις αλλά και με πολύ μπάσκετ στο μυαλό του, ο θεότρελος Τζόνι, αποχαιρέτησε τον μάταιο τούτο κόσμο την Τετάρτη που μας πέρασε. Έδωσε μια άνιση μάχη με τον καρκίνο και πέθανε σε ηλικία 68 ετών, σε νοσοκομείο του Μέμφις.
Για μας εδώ στην Ελλάδα ο Τζόνι Νιούμαν συνδέεται με τα ηρωικά πρώτα χρόνια του ‘επαγγελματικού’ μπάσκετ στην Ελλάδα, την είσοδο των ξένων και τις μονομαχίες Άρη-ΠΑΟΚ. Η βροντώδης φωνή του, οι χειρονομίες και οι οδηγίες του προς τους παίκτες και βέβαια η περίφημη … σπρωξιά στον Ιταλό διαιτητή Γκρόσι στο ματς Ερ.Αστέρα-ΠΑΟΚ, σκιαγράφησαν ένα μάλλον ιδιόρρυθμο τύπο, ένα Αμερικανό με μεσογειακό ταπεραμέντο.
Για τους Ιταλούς της Καντού, ήταν το ‘τρελό άλογο’ που το 1979 είχε οδηγήσει την ομάδα στην κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων (20π στον τελικό, εναντίον της ολλανδικής Ντεν Μπος του Κις Ακερμπουμ). Σε ένα ματς με τη Βενέτσια, δεν δίστασε να κατεβάσει το σορτσάκι του και να δείξει τα … οπίσθιά του, στους οπαδούς των αντιπάλων που τον αποδοκίμαζαν.
Για τους Αμερικανούς που τον γνώρισαν στα νιάτα του, να παίζει μπάσκετ, ήταν ένας σκόρερ εφάμιλλος του τεράστιου Πιτ Μάραβιτς. Με μέσο όρο 40.1π στο πανεπιστημιακό πρωτάθλημα του 1971, ο «Τζόνι Ρεμπ» (από τους ‘Ρέμπελς’ το παρατσούκλι του κολεγίου Ολε Μις ) ήταν σχεδόν ισάξιος του τρομερού Πίστολ Πιτ. Και πρώτος σκόρερ ολόκληρου του ΝCAA εκείνη τη χρονιά.
Η αλήθεια είναι ότι όταν ήρθε στην Ελλάδα (τη σεζόν 1987-88, από το Βέλγιο και την Πένπιστερ) πολλοί δεν έδωσαν σημασία στο τρομερό βιογραφικό του, ειδικά λόγω της θητείας του σαν σκόρερ ολκής στην Αμερική.
” Ε, η Ελλάδα στην δεκαετία του 80 ήταν αρκούντως απομονωμένη, για να καταλάβει ένα μέγεθος σαν τον παίκτη Νιούμαν“, λέει ο Παναγιώτης Φασούλας, που θυμάται: ” Εντάξει, δεν ήταν ο προπονητής επιστήμονας, είχε όμως μια δική του φιλοσοφία στο μπάσκετ, του άρεσε πολύ το ελεύθερο στυλ και τα σουτ, ήξερε όμως το άθλημα και κοούτσαρε καλά μέσα στα παιχνίδια. Φώναζε, αλλά δεν ήταν δικτάτορας. Νομίζω ότι μαζί του ο ΠΑΟΚ έπαιξε καλά, βοήθησε την ομάδα και δέθηκε μαζί της. Ήταν ωραίος τύπος, τρελάρας, του έδινε και καταλάβαινε … αλλά όταν έπρεπε να μιλήσει για μπάσκετ το έκανε“.
Τα φοβερά τάιμ-άουτ με τα ‘Here is Pany, here is Magic (ο Σταυρόπουλος), here is Bane’, έμειναν στην ιστορία και ο Νιούμαν πήρε και δεύτερη ευκαιρία το καλοκαίρι του 88, όταν ο’Δικέφαλος απέκτησε τον Μπάνε Πρέλεβιτς΄, αλλά και είχε σαν ξένο το μωρό του ελαφιού, κατά κόσμον Μάικ Τζόουνς. Ο Νιούμαν είπε στο Νίκο Βεζυρτζή να μη “φοβηθεί” την ηλικία του (ήταν 21 ετών) και να επενδύσει πάνω του, γιατί θα έκανε τη διαφορά. Δεν είχε άδικο.
Στις 5 Νοεμβρίου του 1988, ο ΠΑΟΚ χωρίς τον Πρέλεβιτς (δεν είχε ακόμη δικαίωμα συμμετοχής στην Ελλάδα) έσπασε το αήττητο 80 νικών και σχεδόν τεσσάρων χρόνων του Άρη, με το ιστορικό 81-78, τον Τζόουνς να σημειώνει 30 πόντους (μαζί και το τελευταίο καλάθι του ματς), τον πρόεδρο Βεζυρτζή να κηρύσσει την έναρξη της αυτοκρατορίας του Άρη και τον Νιούμαν να δηλώνει: “Ευχαριστώ τον Θεό που με αξίωσε να κοουτσάρω αυτή την ομάδα. Σήμερα ήταν η βραδιά μου…”
Τρεις μέρες αργότερα, ο τρελό-Τζόνι έδινε μια κλοτσιά στην καρδάρα με το γάλα. Η αλήθεια είναι ότι συγκρατήθηκε όσο μπορούσε, βλέποντας τον Ιταλό ρέφερι Γκρόσι να σφυρίζει άλλα αντ’ άλλων στον επαναληπτικό (για τον β’ γύρο του Κυπέλλου Κόρατς) Ερ.Αστέρα-ΠΑΟΚ. Οι Θεσσαλονικείς είχαν νικήσει 95-85 στον πρώτο αγώνα. Στην κατάμεστη ‘Χάλα Πιονί’ρ, προηγήθηκαν ακόμη και με διαφορά οκτώ πόντων, πριν επέλθει ολικό μπλακ-άουτ, βρεθούν πίσω στο σκορ και τελικά με δυο βολές του Μακαρά να κάνουν το 86-76 και να στείλουν το ματς στην παράταση. Νωρίτερα, βέβαια, ο Γκρόσι είχε… τρελάνει κόσμο, αποβάλλοντας με πέντε φάουλ Τζόουνς, Φασούλα, Σταυρόπουλο και Πρέλεβιτς!
Όταν στο ξεκίνημα της παράτασης, ο ίδιος ρέφερι έδωσε την μπάλα στον Αστέρα για λάθος του Μέλις στο τζάμπολ, ο Νιούμαν… βγήκε από τα ρούχα του. Τον έσπρωξε και το κακό είχε γίνει.
” Δεν έπρεπε να το κάνει, αλλά και ο Ιταλός νομίζω ότι έκανε το… φλόπινγκ του αιώνα” σχολιάζει ο Φασούλας για την περίφημη φάση, που μπορείτε να δείτε εδώ
O Γκρόσι, πάντως, έβγαλε την σφυρίχτρα του και αποχώρησε δηλώνοντας ότι δεν μπορεί να συνεχίσει. Ο αστικός μύθος λέει ότι αργότερα εθεάθη σε εστιατόριο του Βελιγραδίου να τρώει με τους παράγοντες της σέρβικης ομάδας!
Ο Αστέρας πήρε το ματς χωρίς να γίνει η παράταση, με τον Νιούμαν ωστόσο να δηλώνει… αμετανόητος: ” Συγγνώμη παιδιά αλλά αυτοί ήθελαν να μας πάρουν με το έτσι θέλω το ματς. Δεν μετανιώνω, έπρεπε να σας προστατεύσω“, ήταν η απάντησή του στην ερώτηση των παικτών ‘γιατί κόουτς;’. Ο πέλεκυς της FIBA πάντως έπεσε βαρύς, καθώς ο Νιούμαν τιμωρήθηκε με διετή αποκλεισμό από τους ευρωπαϊκούς αγώνες, ενώ ασκήθηκαν πιέσεις να εκδιωχθεί από τον ΠΑΟΚ. Ο Βεζυρτζής αντιστάθηκε και τον κράτησε, σχεδόν μέχρι το τέλος της χρονιάς όταν αντικαταστάθηκε από τον Κώστα Πολίτη, που είχε ήδη παραιτηθεί από τη θέση του ομοσπονδιακού προπονητή.
Κάτοικος Παγκρατίου και give me three!
O Tζόνι δεν έφυγε από την Ελλάδα. Φεύγοντας από τον ΠΑΟΚ ήρθε σε επαφή με το Παγκράτι και συμφώνησε να αναλάβει την τεχνική ηγεσία στην πρώτη χρονιά του ΑΟΠ στην Α1…
Στο Μετς, ο Νιούμαν κάθισε δυο σεζόν (έφυγε προς το τέλος της περιόδου 1990-91, όταν αντικαταστάθηκε από τον Νίκο Τσοσκούνογλου). Έφερε τον Ερλ Χάρισον, ένα τρομερό σέντερ 2.04, μια μηχανή των ριμπάουντ που έπαιξε τρία χρόνια στο Παγκράτι και πριν πάρει μεταγραφή για τον ΠΑΟΚ έσπασε το πόδι του με αποτέλεσμα να χάσει μια μοναδική ευκαιρία ανέλιξης στην καριέρα του.
Η πρώτη προπόνηση του Χάρισον έγινε μέσα στο κατακαλόκαιρο, με καύσωνα στο Παγκράτι και μοναδικό παίκτη από την ανδρική ομάδα που δεν είχε… πάει διακοπές, το Γιώργο Νικολόπουλο. Για να γίνει το ‘τεστ’ μάζεψε μερικούς θαμώνες από τον Λέντζο και με αυτούς ο Χάρισον έκανε δυο-τρία αεροπλανικά, πείθοντας ότι δεν είχε έρθει να κάνει τη δουλειά του στην Αθήνα.
Η προετοιμασία ξεκίνησε χωρίς τον Θύμιο Μπακατσιά, που είχε σπάσει το πόδι του και εκείνη το καλοκαίρι έκανε διακοπές στην Πάρο. Όταν επέστρεψε υγιής για προπονήσεις, πήγε στο Μετς…
” Μπαίνω, ξεκινάει η προπόνηση και ξαφνικά ακούω τον Νιούμαν να φωνάζει ‘give me three‘ Λέω στους άλλους ‘ρε παιδιά, τι έγινε’; Μου απαντούν: ‘Α, δεν το ξέρεις; Τώρα, έτσι παίζουμε. Θα πω μάλιστα ότι το give me three δεν ήταν προσωπικά για μένα, επειδή συνήθως μπαίνει το… όνομά μου, αμέσως μετά. Στην αρχή το έλεγε μόνο για τον Ντίνο τον Καλαμπάκο” .
Οι κακές γλώσσες, πάντως, λένε ότι εκτός από το ότι του άρεσε το ελεύθερο μπάσκετ και τα πολλά σουτ, υπήρχε και ένας έξτρα λόγος να ζητάει συνεχώς τρίποντα: ” Έτσι έπαιρνε πιο πολλά ριμπάουντ ο Χάρισον, που είχε ειδικό όρο στο συμβόλαιό του” εξηγεί ο Γιώργος Νικολόπουλος.
Στο Παγκράτι ο Νιούμαν ήταν πιο… ήρεμος απ’ ό,τι στον ΠΑΟΚ. Λογικό, καθώς είχε απαλλαγεί από το άγχος του πρωταθλητισμού. Είχε βέβαια την αγωνία της παραμονής στην Α1, αλλά η απομάκρυνσή του από την τρέλα της Θεσσαλονίκης του έκανε καλό.
” Στενοχωρήθηκα πολύ μαθαίνοντας την είδηση του θανάτου του” λέει ο Θύμιος Μπακατσιάς και θυμάται: ” Μπορεί στις πρωινές προπονήσεις να ερχόταν με καφέ και τυρόπιτα και να έβγαζε το πρόγραμμα ο Μιχάλης Μαντζιώρης (ο βοηθός του) ήξερε όμως μπάσκετ, όσο λίγοι. Λέγαμε, πως θα παίξουμε την τάδε ομάδα, μας απαντούσε θα δω λίγο στην αρχή και θα σας πω. Πράγματι, περίμενε πέντε λεπτά, έβλεπε τους αντιπάλους και είχε ήδη έτοιμο το σχέδιο. Είχε επίσης την ικανότητα να βγάζει μια κομπίνα αμέσως, σε μια επαναφορά, χωρίς να την έχουμε σχεδιάσει. Είχε αίσθηση του μπάσκετ, όσο λίγοι. Πολύ καλός κόουτς στον πάγκο και βέβαια όπως φαινόταν παικταράς στα νιάτα του. Πολλές φορές βάζαμε στοιχήματα στις προπονήσεις. Μας κέρδιζε όλους! Ήταν και πολύ φιλοχρήματος, οπότε του άρεσε…”
Έβαλε 63π. σε ένα αγώνα…
Πριν απ’ όλα αυτά, όμως, ο Τζόνι Νιούμαν που έγινε προπονητής το 1983 (διαβάζοντας μια… αγγελία για την ομάδα του CBA Μέιν Λάμπερτζακς), είχε κατακτήσει τον κόσμο του μπάσκετ ως παίκτης. Και τι παίκτης…
Ο Νιούμαν πριν από δύο χρόνια ήταν το ‘θέμα’ σε ντοκιμαντέρ του ESPN με τίτλο ‘The rebel’.
Τα κατορθώματα του στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 70 δεν έχουν ξεθωριάσει. Στο γυμνάσιο Οβερτον Χάι, ο ξανθομάλλης Τζόνι, ήταν ολ-αμέρικαν, έβαζε αβέρτα πόντους και ήταν στο στόχαστρο των μεγαλύτερων κολεγίων των ΗΠΑ. Μέχρι και ο ‘πολύς’ Άντολφ Ραπ του Κεντάκι τον είχε παρακολουθήσει. Τελικά πήγε στο κολέγιο Ολε Μις. Με τους Ρέμπελς έκανε όργια. Στην πρώτη του χρονιά είχε μέσο όρο 38.4π με την ομάδα των φρέσμεν (οι κανονισμοί δεν επέτρεπαν τότε στους πρωτοετείς να παίζουν στην βασική ομάδα του Πανεπιστημίου). Στη δεύτερη έγινε πρώτο βιολί της καλής ομάδας, μετατρέποντας τους αγώνες σε… σόου για έναν. Έβαλε 57 πόντους στο Σάουθερν Μις, 60 κόντρα στο Μπέιλορ και… 63 εναντίον του LSU. Ακόμη και τώρα οι 63π του είναι μέσα στο τοπ-10 όλων των εποχών στον πίνακα με τα μεγαλύτερα σκοραρίσματα σε ένα ματς.
Ο Νιούμαν δεν έδινε την μπάλα σε… κανέναν. Ήταν αλαζόνας και εγωιστής: “Ναι έτσι ήμουν. Κακομαθημένος. Δεν άκουγα κανέναν”, παραδέχεται στο ντοκιμαντέρ.
Λίγο πριν ολοκληρώσει τη δεύτερη χρονιά του στο κολέγιο, ο πατέρας του έπαθε καρδιακή προσβολή. Επέστρεψε στο Μέμφις για να είναι κοντά στην οικογένειά του και ενώ είχε επισκεφθεί τον πατέρας του, κάποιος κάλεσε στο δωμάτιο του νοσοκομείου. Ήταν από το ABA και τους Μέμφις Προς. Η ΑΒΑ League όπως έχουμε γράψει στο Contra προσπαθούσε να καθιερωθεί αντί του ΝΒΑ και δελέαζε αστέρες του κολεγίου να εγκαταλείψουν τις σπουδές του καθώς δεν απαγορευόταν η απευθείας συμμετοχή τους στο πρωτάθλημα.
Ο Νιούμαν ήξερε ότι ο πατέρας του δεν επρόκειτο ποτέ να ξαναδουλέψει και η προσφορά του Μέμφις ήταν τεράστια: 2 εκατομμύρια δολάρια για τα επόμενα πέντε χρόνια. Είπε το ναι και έγινε ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους αστέρες της εποχής. Με τα χρήματα, βέβαια, δεν είχε… καλές σχέσεις. Ναι μεν ζούσε την οικογένειά του, αλλά ξόδευε και αβέρτα. Αγόρασε διαδοχικά μια Κάντιλακ, μια BΜW και μια Μερσέντες. Μια μέρα αποφάσισε να… εγκαταλείψει την ομάδα, μέχρι που τον έπεισε ένας συμπαίκτης του να επιστρέψει. Στο πρώτο ματς μετά την επιστροφή του, σημείωσε… 38 πόντους: “Ήμουν ο χειρότερος εχθρός του εαυτού μου”, παραδέχθηκε. Παρόλα αυτά έπαιξε μπάσκετ. Σε άλλες τρεις ομάδες του ΑΒΑ (Γιούτα Σταρς, Βιρτζίνια Σκουάιρς και Κεντάκι Κόλονελς).
Στο ΝΒΑ μετακόμισε το 1976, πηγαίνοντας στους Μπούφαλο Μπρέιβς (τον εμπιστεύτηκε ο Χιούμπι Μπράουν που εκτιμούσε το ταλέντο του) πριν βρεθεί στους Λος Άντζελες Λέικερς παρέα με τον Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ (έφτασε μέχρι τους τελικούς της Δυτικής περιφέρειας) και την επόμενη χρονιά στους Ιντιάνα Πέισερς. Δεν ήταν ίδιος βέβαια όπως στα κολεγιακά του χρόνια, καθώς οι… καταχρήσεις άρχισαν να τον επηρεάζουν, αλλά συνολικά στην επαγγελματική του καριέρα σημείωσε 6.022 πόντους (13.2), μάζεψε 1.234 (2.7) ριμπάουντ και έδωσε 1.345 ασίστ (3). Από το ΝΒΑ έφυγε για την Ιταλία και την Καντού (18.3π στο ιταλικό πρωτάθλημα) με την οποία όπως είπαμε κατέκτησε το Κύπελλο Κυπελλούχων, πριν κλείσει οριστικά την καριέρα του στη Γερμανία στα 31 του χρόνια…
Δείτε ένα ιστορικό βίντεο από τους τελικούς Λέικερς-Μπλέιζερς το 1978 με πρωταγωνιστή τον Τζόνι.
Πέντε γάμοι, πολλά δάκρυα
Ο Νιούμαν παντρεύτηκε πέντε φορές (o γιος του Μιχάλης-Πίτερ πέρασε από τις ακαδημίες του ποδοσφαιρικού Παναθηναϊκού) και όπως είπε στο ντοκιμαντέρ ένιωσε να ταπεινώνεται από τη ζωή… πολλές περισσότερες: ” Έχω κλάψει, έμεινα μόνος, ένιωσα φόβο. Κατέρρευσα. Ένιωσα ταπεινωμένος…”
Μετά την Ελλάδα, πέρασε από την Κύπρο, δούλεψε στο Λίβανο, στη Ρουμανία και τα τελευταία χρόνια στην Ιαπωνία. Η περιπέτεια της υγείας της μικρής του κόρης Εσμεράλδας, τον ξανάφεραν στο Μέμφις το 2016,. Εκεί στα πάτρια εδάφη στάθηκε γερά στα πόδια του. Ξαναγύρισε στο κολέγιο, για να πάρει το πτυχίο του, είδε ότι οι Ρέμπελς είχαν αποσύρει τη φανέλα με το νο 14, χωρίς… να το πιστεύει.
Ο Στιβ Φαρέσε συμπαίκτης στο κολέγιο και φίλος του, πέρασε λίγες ώρες μαζί του, πριν ο θεόρατος Τζόνι αφήσει την τελευταία του πνοή: ” Ήξερε ότι πεθαίνει. Ήταν πολύ θλιβερό. Τα τελευταία του λόγια ήταν «πρόσεχε τη γυναίκα και το παιδί μου». Μετά εφυγε…”
Δεν πρόλαβε να δώσει το παρών στην 50ή συνάντηση του Όβερτον Χάι Σκουλ για την κλάση του 1969. Θα πήγαινε, μετά από χρόνια. Και εκεί οι σχεδόν 70άρηδες άλλοτε συμπαίκτες του θα συμφωνήσουν: ” Ο Τζόνι Νιούμαν ήταν ο καλύτερος μπασκετμπολίστας που είδαμε ποτέ …”
Πηγές: dailymemphian.com, Japantimes.co.jp