Ο Τιάγκο Αλκάνταρα έκανε τον Γιούργκεν Κλοπ να χαλάσει μια συνήθεια
Ο Τιάγκο Αλκάνταρα δεν έχει θέμα με τις μετακομίσεις και τις προσαρμογές. Είναι η ιστορία της ζωής του από όταν ήταν παιδί. Μετά την Μπαρτσελόνα και την Μπάγερν, θα δοκιμαστεί στη Λίβερπουλ, όπου τον κάλεσε ο Γιούργκεν Κλοπ ως εξαίρεση ενός κανόνα που φαινόταν να τηρεί ευλαβικά.
Όπως η ομορφιά είναι στο μάτι αυτού που βλέπει (ή όπως αλλιώς μπορείς να μεταφράσεις με μεγαλύτερη ακρίβεια, λέξη προς λέξη, το ‘Beauty is in the eye of the beholder’, φράση που παρεμπιπτόντως, πρωτοεμφανίστηκε τον τρίτο αιώνα, στα ελληνικά, για το υποκειμενικό του τι είναι τελικά όμορφο κάτι -το ό,τι), η χρησιμότητα ενός παίκτη στην ενδεκάδα ομάδας είναι στα μάτια του προπονητή.
Ο Τιάγκο Αλκάνταρα είναι καθ’ οδόν για τη Λίβερπουλ από την Μπάγερν (το buy out είναι 35.000.000 ευρώ) και τα σχόλια περί του πόσο ταιριάζει ή όχι σε αυτό που έχει δημιουργήσει ήδη ο Γιούργκεν Κλοπ, κάνουν ‘πάρτι’. Το Four Four Two ξεκίνησε με το ‘δεν είναι κίνηση που περίμεναν’ οι πρωταθλητές Αγγλίας, πριν εξηγήσει ‘γιατί δεν έχει καμία λογική’. Όχι γιατί υπήρξε κάποιος να αμφισβητεί πως αυτός ο τύπος ανήκει στους κορυφαίους μέσους του πλανήτη. Υπήρχαν άλλοι λόγοι.
Στο Νο1 αυτής της λίστας είναι ότι δεν πρόκειται για κάποιο νέο ταλέντο -τον Απρίλιο ‘έκλεισε’ τα 29. “Ο μόνος παίκτης που πήρε ποτέ ο Κλοπ για έξω από την περιοχή και ήταν πάνω από 26 χρόνων ήταν ο Ράγκναρ Κλάβαν. Ο Αλκάνταρα θα είναι εξαίρεση του κανόνα της Λίβερπουλ να υπογράφει νέους, πριν φτάσουν στο πικ τους -δηλαδή, παίκτες που μπορεί να ‘πλάσει’ ο Κλοπ, για να ταιριάζουν στο σύστημα του.
Ο Αλκάνταρα έγινε η εναλλακτική, όταν ο σύλλογος αποφάσισε να αποσυρθεί από τη διεκδίκηση του Τίμο Βέρνερ -για οικονομικούς λόγους. Ο κύριος λόγος των αμφισβητήσεων είναι να κάνει και με το γεγονός ότι η ομάδα είναι ‘γεμάτη’ σε κεντρικούς μέσους (Χέντερσον, Φαμπίνιο, Κειτά, Οξλέιντ-Τσάμπερλεϊν, Μίλνερ, Βαϊνάλντουμ και τον νεαρό Κέρτις Τζόουνς). Άρα δεν υπήρχε ανάγκη. Ο Βαϊνάλντουμ είναι επίσης, 29 και το συμβόλαιο του τελειώνει το καλοκαίρι του 2021”.
Για τη συνέχεια, το μέσο είχε τον αντίλογο. Τους λόγους δηλαδή, που ο Αλκάνταρα ταιριάζει στους πρωταθλητές της Premier League. Αυτή η λίστα άρχισε με το ότι ‘ο Αλκάνταρα είναι καλύτερος του Βαϊνάλντουμ, καθώς δημιουργεί περισσότερες ευκαιρίες, με διπλάσιο αριθμό πασών-κλειδιά ανά αγώνα, από τον Ολλανδό. Στις τρεις τελευταίες σεζόν, ο Βαϊνάλντουμ είχε 5 ασίστ. Ο Τιάγκο 14 -ενώ είχε 29 λιγότερες συμμετοχές”. Κάτσε να δεις τι άλλο είχε ο Ισπανός, μόνο πέρυσι.
“Ένας άλλος λόγος που κάνει λογική τη μετακίνηση είναι ότι ο Κλοπ δηλώνει χρόνια θαυμαστής του Αλκάνταρα. Μετά το 0-0 της Μπάγερν στο Anflied πέρυσι, ο κόουτς είπε ‘ο Τιάγκο είναι παγκοσμίου κλάσης ποδοσφαιριστής. Έπαιξε εξαιρετικά το ρόλο του deep-lying playmaker”.
Τώρα που η Λίβερπουλ ξεφορτώθηκε το άγχος των 29 χρόνων χωρίς πρωτάθλημα Αγγλίας, οφείλει να περάσει στην επόμενη φάση. Και αυτή κρίνει ως απαραίτητη την εξέλιξη. “Ο Κλοπ ξέρει πως οι αντίπαλοι θα αναλύσουν και θα λύσουν τα προβλήματα που τους δημιούργησε η Λίβερπουλ, οπότε θα χρειαστεί άλλος τρόπος επίθεσης”. Όταν οι ‘κόκκινοι’ διασφάλισαν την κούπα, ο αρχιτέκτονας τους είπε ‘του χρόνου δεν θα υπερασπιστούμε τον τίτλο. Θα επιτεθούμε για τον επόμενο’. Το Four Four Two θύμισε και ότι “ο Γερμανός δήλωσε πρόσφατα πως ‘είμαστε ακόμα στο δεύτερο χρόνο της εξέλιξης μας’, με το γενικότερο πλάνο να θέλει την ομάδα στην κορυφή και για τα επόμενα χρόνια”. Και για να εκπλήξει ο Κλοπ αυτούς που θα συναντήσει του χρόνου στο διάβα του, οφείλει να γίνει δημιουργικός. Όχι προβλέψιμος.
Πού θα χωρέσει ο Ισπανός
Η Mirror έγραψε πώς μπορεί να παίξει ο Αλκάνταρα στη θέση που φέτος συνήθισες τον Φαμπίνιο -ο οποίος θα μετακινηθεί στη θέση του σέντερ μπακ. “Οι ‘κόκκινοι’ κυριάρχησαν στις κατοχές και την περιοχή των εντός έδρας ματς, εναντίον των περισσότερων ομάδων. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να δούμε τον μέσο Φαμπίνιο να ξεκινά αγώνες στην άμυνα, δίπλα στον φαν Ντάικ, δεδομένου ότι δεν θα χρειάζεται να αμύνεται ιδιαίτερα. Επιπροσθέτως, πέρυσι ο Φαμπίνιο έπαιξε ως σέντερ μπακ με την Μπράιτον και την Μπάγερν, ενώ πήγε εκεί και στο δεύτερο ημίχρονο της ήττας από τη Μάντσεστερ Σίτι, την περασμένη Πέμπτη. Με αμφίβολη την παραμονή του Λοβρέν, ο Κλοπ μπορεί να χρησιμοποιήσει τον Βραζιλιάνο ως μια επιπλέον επιλογή σέντερ μπακ. Τότε ο Αλκάνταρα μπορεί να προστεθεί στο κέντρο -με την προσοχή να είναι στραμμένη και στο τι θα γίνει με το συμβόλαιο του Βαϊνάλντουμ. Οι Γκόμεζ και Μάτιπ αξίζουν την ευκαιρία να γίνουν παρτενέρ του φαν Ντάικ στα μεγάλα ματς, με τον Φαμπίνιο να πηγαίνει στο κέντρο. Η προσθήκη του Αλκάνταρα θα δώσει ωστόσο, στη Λίβερπουλ έναν ακόμα παίκτη που μπορεί να προσφέρει εξαιρετική ποιότητα στην μπάλα”.
To ταλέντο του Αλκάνταρα στη διατήρηση της μπάλας, με το κοντρόλ του, στην ντρίμπλα και το ‘μάτι’ για πάσα αναπτύχθηκε από όταν ήταν παιδί. Ο Thiago Alcântara do Nascimento γεννήθηκε στις 11/4 του 1991, στο Σαν Πιέτρο Βερνοτικο της Ιταλίας -ανήκει στο Μπρίντιζι-, όπου έκανε καριέρα ο πατέρας του. Ο, διεθνής με τη Βραζιλία από το 1989 έως το 1994, Μαζίνιο αγωνιζόταν τότε, στη Λέτσε. Το 1991 πήγε στη Φιορεντίνα και το 1992 στην Παλμέιρας, πριν επιστρέψει στην Ευρώπη το 1994 για τη Βαλένθια, τη Θέλτα, την Έλτσε και ‘κλείσει’ το κεφάλαιο ‘ποδοσφαιριστής’ στη Βιτόρια, το 2001. Mπορεί να μην τον θυμάσαι. Σε διαβεβαιώνω πως τον έχεις δει. Και δεν εννοώ μόνο στην Ελλάδα, όπου ήλθε το Γενάρη του 2009 για να κοουτσάρει τον Άρη -στη μόνη προπονητική απόπειρα.
Ένας από τους πιο θρυλικούς πανηγυρισμούς γκολ ήταν αυτός του Μπεμπέτο, στο 1994 World Cup, στον προημιτελικό με την Ολλανδία . Μετά το γκολ που έβαλε, διαμορφώνοντας το 3-2 έτρεχε, προσποιούμενος πως έχει στην αγκαλιά του ένα βρέφος. Όταν σταμάτησε, τον συνάντησαν δυο συμπαίκτες του που έκαναν την ίδια κίνηση. Ο ένας ήταν ο μπαμπάς του Αλκάνταρα (ο τρίτος ήταν ο Ρομάριο).
Πίσω στον Τιάγκο, ό,τι έκανε από παιδί τον ακολουθούσε ο κατά δυο χρόνια μικρότερος αδελφός του, Ραφαέλ (ανήκει στην Μπαρτσελόνα και παίζει στη Θέλτα, ενώ είναι διεθνής με τη Βραζιλία). Η μικρότερη αδελφή τους, δεν ασχολήθηκε με το σπορ. Όταν ήταν 4, η οικογένεια ακολούθησε τον Μαζίνιο στην Ισπανία και εκεί συνέχισε να προπονείται στις ακαδημίες της ED Val Miñor Nigrán (ήταν στη φάση που ο πατέρας του έκανε καριέρα στη Θέλτα). Εκεί πήρε τον πρώτο του τίτλο, ως μέλος μεικτής ομάδας της Γαλικίας. Όταν ο Μαζίνιο πήγε στην Έλτσε, ο Τιάγκο μεταφέρθηκε στην Kelme CF και όταν η φαμίλια επέστρεψε στη Βραζιλία (2001), γύρισε και ο Τιάγκο στη Φλαμένγκο. Ήταν 10.
Το Portal Barra είχε ασχοληθεί μαζί του, το 2002. Τον είχε ρωτήσει πώς είναι να έχει για πατέρα τον Μαζίνιο. “Είναι καλό, γιατί κάποιες φορές μπορώ να βλέπω παιχνίδια σε καλά γήπεδα, να συναντώ σημαντικούς παίκτες και να περνώ γενικά, καλά” είχε απαντήσει. Θα συμφωνείς πως ήταν τίμιος. Το πρώτο δώρο που του έκανε ο μπαμπάς του, ήταν μια μπάλα ποδοσφαίρου. Δηλαδή, έκανε την κίνηση του για να… βοηθήσει τα αγόρια του να βρουν ένα σπορ που τους αρέσει. Από την αρχή τοποθετήθηκε στο κέντρο. Δεν ήταν από αυτούς που ήθελαν να σκοράρουν. Προτιμούσε ‘να βοηθώ την άμυνα και να μπορώ να επιτίθεμαι’. Να είναι γενικά, χρήσιμος. Την ίδια ώρα, ήταν καλός και στα μαθήματα του, παρ’ ότι είχε αποφασίσει ήδη πως θα γινόταν ποδοσφαιριστής.
Προτίμησε την Μπαρτσελόνα από τη Ρεάλ Μαδρίτης
Την επόμενη φορά που θα μετακόμιζε, θα ήταν 14 χρόνων και θα το έκανε μόνος. Εννοώ όχι γιατί ακολούθησε τον μπαμπά του κάπου, αλλά επειδή εκείνος είχε συμφωνήσει να παίξει στην αλλοδαπή: το 2005 έφυγε για τη Βαρκελώνη και την Μπαρτσελόνα, όπου έπαιζε και ο εκ των πρώτων φίλων που απέκτησε ποτέ, Μαριέλο Ντος Σάντος. Γενικά, επειδή είχε μάθει από μικρός να μην μένει πολύ στο ίδιο μέρος, δεν είχε θέμα να αποκτήσει νέες παραστάσεις -επίσης, είχε βρει τις άκρες του με το πώς μπορεί να προσαρμόζεται σε νέα μέρη, να αποκτά νέους φίλους κλπ.
“Έχω πολύ ωραίες αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία, γιατί ήμουν συνέχεια με τον αδελφό μου” έχει πει στο Goal. “Eίμαστε πολύ κοντά σε ηλικία. Ήταν η σκιά μου και ήταν υπέροχα. Έχω αναμνήσεις από όλες τις πόλεις όπου έπαιξε ο πατέρας μου και με όσα κάναμε μετά τα ματς ή από τα σχολεία”. Σημείωση: όταν τον ήθελε η Μπαρτσελόνα, τον ζήτησε και η Ρεάλ Μαδρίτης. Διάλεξε τους Καταλανούς.
“Έπαιζα με την ομάδα μου, στο Βίγκο. Η μητέρα μου δεν με άφηνε να παίξω στην προηγούμενη ομάδα του πατέρα μου, γιατί είχε κάποια θέματα όταν ήταν εκεί ως παίκτης. Οπότε πήγα εκεί όπου ήταν οι φίλοι μου από το σχολείο. Είχαμε εξαιρετική σεζόν. Νικήσαμε τη Ρεάλ Μαδρίτης, τη Θέλτα, την Ντεπορτίβο. Τους είχαμε νικήσει όλους. Μετά τον αγώνα με την Μπαρτσελόνα, ο πατέρας μου μου είπε ‘δεν ήθελα να σου πω πριν την σέντρα πως σε θέλει η ‘Μπάρσα’. Ποια είναι η άποψη σου;’. Ομολογώ πως έπαθα σοκ. Μου είπε ότι με ήθελαν κι άλλοι, αλλά είχα πάρει την απόφαση μου”.
Τον πρώτο του χρόνου στη Masia θυμάται πως είχε εντυπωσιαστεί από το ταλέντο πολλών παιδιών που ήταν γύρω του. “Ειδικά από έναν Ισραηλινό, τον Γκάι Ασούλιν. Ήταν στην ηλικία μου, αλλά ένα επίπεδο πιο γρήγορος από εμένα. Πήγε στη δεύτερη ομάδα, αλλά δεν έφτασε στην πρώτη γιατί δεν ήταν συνεπής. Τελικά, βρέθηκε να παίζει σε ομάδες της δεύτερης και της τρίτης κατηγορίας. Ήταν όμως, από τα μεγαλύτερα ταλέντα που ‘χα δει στη Masia”.
Όταν έγινε επαγγελματίας (η πρώτη εμφάνιση ήταν όταν ήταν 18 χρόνων, στις 17/5 του 1009 εναντίον της Μαγιόρκα -ήταν η μόνη συμμετοχή της σεζόν και την επόμενη άνηκε κανονικά στο ρόστερ, όπου ήταν και οι Άλβες, Πικέ, Τσάβι, Πουγιόλ, Ινιέστα, Ιμπραχίμοβιτς, Πίντο, Κεϊτά, Αμπιντάλ, Ανρί, Τουρέ και Μέσι -μεταξύ άλλων) έπαψε να εντυπωσιάζεται από το τι μπορούσαν να κάνουν, όσοι ήταν γύρω του.
“Συνέχισα βέβαια, να τους σέβομαι όλους. Ένιωθα ενθουσιασμό που ήμουν μαζί τους, που μάθαινα από αυτούς, που πάλευα μαζί τους. Παρατηρούσα τη συμπεριφορά τους, πώς είναι εντός του γηπέδου ή στα αποδυτήρια. Για εμένα, αυτό ήταν το πιο σημαντικό. Όταν σέβομαι κάποιον, τον σέβομαι για το πώς είναι -όχι για το τι παίκτης είναι”.
Το καλοκαίρι του 2013 πήγε στην Allianz Arena, ως εκλεκτός του -τότε νέου κόουτς της Μπάγερν- Πεπ Γκουαρδιόλα, ο οποίος είχε δηλώσει ‘μίλησα με το club, τους είπα το concept μου και γιατί θέλω τον Τιάγκο. Είναι ο μόνος παίκτης που θέλω. Ή θα πάρουμε αυτόν ή κανέναν’. Οι Βαυαροί είχαν δώσει 25 εκατομμύρια ευρώ για τον Τιάγκο -που άφησε πίσω κάτι χρωστούμενα για να πάει στο Μόναχο. Υπέγραψε για τρία χρόνια. Είχε buy out 90.000.000 ευρώ.
Έκανε το ντεμπούτο του στις 27/7 του 2013, στο Supercup του DFL με την Ντόρτμουντ -του Γιούργκεν Κλοπ- που κατέληξε στα χέρια των Βαυαρών. Στην Bundesliga έπαιξε για πρώτη φορά στις 11/8, εναντίον της Άιντραχτ. Με δικό του γκολ πήρε η παρέα του το 2013 FIFA Club World Cup (εναντίον της Ράχα Καζαμπλάνκα), στις 21/12. Στις 29/1 του 2014 ο τρόπος που σκόραρε στο ματς με την Στουτγάρδη του έδωσε το βραβείο του ‘γκολ του μήνα’. Eίχε δώσει και την ασίστ στο πρώτο γκολ.
Τέσσερις ημέρες αργότερα, έθεσε νέο ρεκόρ στην Bundesliga, όταν ακούμπησε 185 φορές την μπάλα στο ματς με την Άιντραχτ (στο 5-0). Οι τραυματισμοί δεν του επέτρεψαν να κάνει τη δουλειά του όπως ήξερε και όπως ήθελε -ή στον προπονητή του να τον εξελίξει. Υπέστη ρήξη χιαστού, μετά έπαθε κάταγμα στον αστράγαλο και έπειτα ήλθε ο τρελός ανταγωνισμός -Κροός, Σβάινσταϊγκερ , Γκέτσε, Αλόνσο, Βιδάλ. Το 2015 υπέγραψε νέο, τετραετές συμβόλαιο. Το 2016 υπέγραψε άλλο, έως το 2021.
Είχε πει ‘δεν θα φύγω από την Μπάγερν, αν δεν πάρουμε το UEFA Champions League’. Θα φύγει χωρίς να ‘χει ικανοποιήσει αυτό το ‘θέλω’.
To 2016, όταν ο Γκουαρδιόλα πήγε στην Premier League και εμφανίστηκε ο Κάρλο Αντσελότι, όπως έγραψε το επίσημο site της Bundesliga “ο αριστεροπόδαρος Κόστα και ο δεξιοπόδαρος Κόμαν ‘έπιασαν’ τις θέσεις και οι Ριμπερί και Ρόμπεν έγιναν εξτρέμ, δίνοντας 15 γκολ και 17 ασίστ (μαζί) πριν καν τελειώσει η σεζόν. Για τον Τιάγκο είχε το πλάνο να παίζει στο κέντρο ή ως αμυντικός μέσος, σε ελεύθερο ρόλο πίσω από τον Λεβαντόφσκι. Η σχέση του Ισπανού με τον Αντσελότι ήταν εξαιρετική. “Μου είχαν πει πώς συμπεριφέρεται οι παίκτες της Ρεάλ, αλλά δεν περίμενα πως θα είναι τόσο καλός”. Ο Τιάγκο έφτασε το 90% επιτυχημένων πασών. Ήταν εκ των καλύτερων της λίγκας ‘χάριν της φαντασίας τους και της ικανότητας του στο μοίρασμα της μπάλας’. Έχε υπ’ όψιν σου ότι τη σεζόν 2016-17 αγωνίστηκε για τα διπλάσια λεπτά, συγκριτικά με την προηγούμενη χρονιά (2.291). Ο Νίκο Κόβατς είχε πει πως “έχουμε πολλούς εξαιρετικούς μέσους, αλλά αυτός είναι το άπαν στο κέντρο μας, ένας παίκτης που μπορεί να κάνει τα πάντα με την μπάλα”. Είχε δείξει πως δεν φοβάται να πάρει θαρραλέες αποφάσεις, ώστε να ‘φτιάξει’ κάτι που θα οδηγήσει σε γκολ.
Κατά μέσο όρο ακουμπούσε 119 φορές την μπάλα, ανά ματς. Κέρδιζε το 60% των μαχών με αντιπάλους. Στις 23/11 του 2017 απέκτησε μυικό πρόβλημα στον προσαγωγό και η ομάδα ενημέρωσε πως θα μείνει εκτός γηπέδων για καιρό. Επέστρεψε στην ενδεκάδα τον Φλεβάρη. Το 2019 αποχώρησαν οι Ριμπερί και Ρόμπεν και ο Τιάγκο πήρε περισσότερες ευθύνες. Είχε δηλώσει έτοιμος ‘να ηγηθώ των νέων που ήλθαν κοντά μας και να μάθω από αυτούς. Το μείγμα που έχει δημιουργηθεί είναι πολύ ενδιαφέρον’. Σε επτά σεζόν στη γερμανική λίγκα, η αποτελεσματικότητα του στις πάσες δεν έπεσε ποτέ κάτω του 90%. Η χαρά του είναι οι no look.
Εξήγησε πως δεν είχε αλλάξει κάτι, σε ό,τι αφορά τον τρόπο που προσέγγιζε τη δουλειά του. “Προσπαθώ να απολαμβάνω αυτό που κάνω, το πάθος που έχω, να συντηρώ το συναίσθημα κάθε πρωί που ξυπνάω. Δεν ξέρω τι θα γίνει σε λίγα χρόνια. Δεν κάνω πλάνα. Ζω το σήμερα‘. Είχε μπει ήδη στη λίστα με τα καλύτερα ‘δεκάρια’ του πλανήτη.
Το ‘σήμερα’ τον θέλει να έχει ζητήσει να φύγει από την Μπάγερν (ένα χρόνο πριν τη λήξη του συμβολαίου του -και ενώ ξεκαθάρισε πως δεν θα επεκτείνει), που εξέφρασε δημοσίως την ανησυχία της για την επιστροφή του Τιάγκο στην Μπαρτσελόνα. Για το Merseyside δεν είπαν κάτι οι Γερμανοί. Την Κυριακή 5/7 προέκυψε η πληροφορία πως υπάρχει προφορική συμφωνία.
Δεν σου είπα κουβέντα για τις εθνικές και χρησιμοποιώ πληθυντικό, γιατί μπορούσε να παίξει στην Ισπανία, την Ιταλία και τη Βραζιλία. Διάλεξε την Ισπανία ‘γιατί έζησα και μεγάλωσα εδώ‘. Έχει ενδιαφέρον να γνωρίζεις και ότι μαζί με τον πατέρα του, τους γονείς του και τη σύζυγο του, Τζούλια έχουν δημιουργήσει το Alcantra Family Foundation, που χρησιμοποιεί το ποδόσφαιρο ως μέσο εκπαίδευσης και ενσωμάτωσης παιδιών στη Βραζιλία, τη Γερμανία και την Ισπανία.
Θα σε αφήσω με ένα video του τρόπου που έκαναν τη δουλειά τους οι παίκτες της Μπάγερν, στο lockdown, για να καταλάβεις και γιατί πήραν -άνετα- το πρωτάθλημα.