ΣΤΗΛΕΣ

Ο Ντάνιελ Σούμπασιτς γεννήθηκε για να υπερασπίζεται μονίμως την ‘εστία’ του

Είτε αφορά τα γκολπόστ είτε αφορά τους ανθρώπους που αγαπά, ο Ντάνιελ Σούμπασιτς λειτουργεί πάντα υπέρ βωμών και εστιών. Τα παιδικά χρόνια στα καταφύγια, τα σκασμένα λάστιχα στο ποδήλατο και ο πεθερός που δεν τον ήθελε για άνδρα της κόρης του.

Ο Ντάνιελ Σούμπασιτς γεννήθηκε για να υπερασπίζεται μονίμως την ‘εστία’ του
Ο Ντάνιελ Σούμπασιτς στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας AP Photo/Rebecca Blackwell

Τουλάχιστον ένα μήνα δουλεύεται από τον Ολυμπιακό η υπόθεση του Ντάνιελ Σούμπασιτς, όπως προκύπτει από το σχολαστικό και τεκμηριωμένο ρεπορτάζ του Δημήτρη Σαμόλη στο Sport24. Αν πράγματι οι ‘ερυθρόλευκοι’ κατορθώσουν ν’ αποσπάσουν τη θετική απάντηση του 35χρονου Κροάτη, ας γνωρίζουν (ως ολόκληρος οργανισμός, από τον πρώτο ως τον τελευταίο) πως πρόκειται να φέρουν στον Πειραιά έναν γκολκίπερ με μια οριοθετημένη αποστολή: να προστατεύει όποιον έχει την ανάγκη του. Η φύλαξη του τέρματος έγινε η δουλειά του. Η οικογενειακή εστία ήταν η υποχρέωση που κουβαλούσε από την ημέρα -στις 27 Οκτωβρίου του 1984- ερχόταν στη ζωή.

Ο Σούμπασιτς δεν ήταν καν 7 ετών το 1991 η Κροατία αποκήρυττε το γιουγκοσλάβικο στοιχείο και -με επικεφαλής τον Φράνιο Τούτζμαν- έμπαινε σε πολεμική σύρραξη για την οριστική απόσχισή της από τον πυρήνα του ενιαίου κράτους που είχε συνθέσει ο Τίτο. Το Ζαντάρ, η πόλη των δαλματικών ακτών (με πληθυσμό σήμερα 75.000 κατοίκων) που γεννήθηκε και μεγάλωνε ως τότε ο μικρός Ντάνι, ήταν ένα από τα επίκεντρα των εχθροπραξιών. Στρατηγικό σημείο γιατί διέθετε λιμάνι και συνέδεε τo νότιο τμήμα της χώρας με το Ζάγκρεμπ του βορρά.

Παράταξη στρατιωτικών δυνάμεων πριν από τη Μάχη του Ζαντάρ

Στην πρώτη φάση του εμφυλίου η μάχη που έλαβε χώρα στην περιοχή από τα μέσα του Σεπτέμβρη ως τις αρχές του Οκτωβρίου προκάλεσε το θάνατο δεκάδων αμάχων κι άφησε πίσω της ένα βομβαρδισμένο τοπίο από τις οβίδες των κρατικών δυνάμεων που την πολιορκούσαν. Μια απ’ αυτές βρήκε το σπίτι της οικογένειας Σούμπασιτς που δεν γλίτωσε τις ζημιές. Τα πέντε μέλη της (γονείς, τρεις γιοι) υποχρεώθηκαν να εγκατασταθούν μόνιμα σε καταφύγια για διάστημα ίσο ή μεγαλύτερο των 2 ετών. Τα πυρά των πολυβόλων έσκιζαν τον ουρανό, η σκόνη από τα πληγωμένα κτίρια είχε ποτίσει τον αέρα και κάτω από τα χαλάσματα όσοι κάτοικοι είχαν απομείνει στην πόλη πάλευαν να επιβιώσουν.

Πριν από τον εμφύλιο ο πατέρας Γιόβο εξασκούσε το επάγγελμα του αρτοποιού, αλλά εκείνη την περίοδο ακόμη και το ψωμί ήταν ένα είδος πολυτελείας για όσους δεν είχαν πρόσβαση σε βασικά αγαθά. Αν και προσπαθούσε να μην εκδηλώνει τα συναισθήματά του, ήταν μια ημέρα που λύγισε κι έκλαψε πελαγωμένος από τις σκληρές συνθήκες διαβίωσης, ιδίως για τα παιδιά του. Ο 11χρονος Ντάνιελ, ο βενιαμίν των τριών γιων, τον είδε. Έπεσε στην αγκαλιά του και του υποσχέθηκε πως αυτός θα υπερασπίζεται την οικογένεια εσαεί.

Αφότου το 1995 επήλθε εκεχειρία, ως αποτέλεσμα της επιχείρησης ‘Καταιγίδα’ στην Κράινα, και η Κροατία ανεξαρτητοποιήθηκε, ο Σούμπασιτς δεν ήρθε αντιμέτωπος μόνο με την ανέχεια της καθημερινότητας. Όφειλε ν’ αντιπαρέλθει τη φωλιασμένη εχθρότητα των συμπατριωτών του. Γειτόνων και άλλοτε φίλων. Ο ορθόδοξος πατέρας του είχε σέρβικες ρίζες και μέσα σ’ ένα ζοφερό κλίμα μίσους για καθετί που είχε σχέση με το σέρβικο dna ο έφηβος πλέον Ντάνι κλήθηκε να υπερασπιστεί το όνομά του. Οι συνομίληκοί του στο σχολείο είχαν μπολιαστεί με εθνικιστικές ιδέες, κατάλοιπα του πιο αιματοβαμμένου πολέμου και πλέον οδυνηρού στην Ευρώπη στα χρόνια μετά το Β’ Παγκόσμιο, και το παιδί ενός Σερβοκροάτη ήταν ανεπιθύμητο.

Στο σχολείο δεν τον πείραζαν φανερά γιατί ήταν ήδη ψηλός για την ηλικία του και προκαλούσε φόβο, αλλά στα κρυφά του έσκαγαν τα λάστιχα από το ποδήλατο και έγραφαν συνθήματα στους τοίχους του σπιτιού του, επιχειρώντας να τον κάνουν να αισθανθεί κατώτερος. Μετά από οικογενειακό συμβούλιο, οι δύο γονείς έκριναν πως η αλλαγή περιβάλλοντος θα δουλέψει προς όφελος των παιδιών. Ωστόσο ο Ντάνι, με την ωριμότητα ενός ενήλικου, τούς έπεισε ότι η φυγή δεν ήταν λύση σ’ αυτήν την περίπτωση, πως δεν θ’ άλλαζε τίποτα, αν το έβαζαν στα πόδια και ότι ήταν προτιμότερο να μείνουν παλεύοντας να πείσουν ‘ποιοι είναι’.

Κατά τον Σούμπασιτς “ο πατέρας μου είναι απλώς ένας Κροάτης που έχει ασπαστεί την ορθόδοξη πίστη” και το βροντοφώναζε χωρίς να αισθάνεται τύψεις ή να φοβάται τις σκληρές αντιδράσεις. Ήταν περήφανος για την καταγωγή του.

Η οικογένεια δεν μετανάστευσε σε άλλη πόλη και συνέχισε τη ζωή της στη βάση της. Στο μεσοδιάστημα Ντάνι είχε ήδη ενταχθεί στις αθλητικές ακαδημίες της Ζαντάρ και σταδιακά κέρδισε την εκτίμηση των γύρω του. Η τοπική κοινωνία άρχισε να τον αποδέχεται όπως ήταν. Χάρη στο ύψος που είχε ‘πετάξει’ απότομα μπορούσε να παίζει τόσο ποδόσφαιρο όσο και μπάσκετ. Προτίμησε το ποδόσφαιρο, προβλέποντας την εξέλιξή του.

Δεν έπαιζε εξ αρχής τέρμα, αλλά την ημέρα που ο γκολκίπερ της ομάδας του ήταν τραυματίας ζήτησε από τον προπονητή να δοκιμαστεί ως αντικαταστάτης του. Από εκείνη την ημέρα δεν έβγαλε ποτέ τα γάντια του, φτάνοντας βήμα-βήμα στο υψηλότερο επίπεδο. Πρώτα αγωνιζόμενος στη Χάιντουκ Σπλιτ για 4 χρόνια και κατόπιν στη Μονακό για άλλα 8. Όταν αποσύρθηκε από τη διεθνή σκηνή ο Στίπε Πλετικόσα, έγινε το Νο1 της Χβράτσκα. Κατέκτησε πρωτάθλημα Γαλλίας, τον τίτλο του κορυφαίου γκολκίπερ της Ligue 1 και αγωνίστηκε στον τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου. Σε συλλογικό επίπεδο έχει εμφανιστεί σε 429 παιχνίδια, έχει δεχθεί δύο λιγότερα γκολ και στα 169 εξ αυτών των ματς έχει διατηρήσει ανέπαφη την εστία του.

Μολαταύτα κουβαλούσε μονίμως το σημάδι ενός Κροάτη με Σέρβο πατέρα. Άλυτο πρόβλημα σε μια κοινωνία που έκανε προσπάθεια να ξεχάσει, αλλά φρόντιζαν να τη μολύνουν διαρκώς θύλακες ενός άσβεστου μίσους. Όταν γνώρισε την Αντονία κι αποφάσισαν από κοινού να επισημοποιήσουν τη σχέση τους, ο Ντάνιελ στάθηκε ξανά στο ίδιο σημείο: να παλεύει να πείσει για την ταυτότητά του. Σαν να μην είχε καταφέρει τίποτα. Ο πατέρας της συντρόφου του την απείλησε πως θα την σκοτώσει “αν παντρευτείς έναν Σέρβο“.

Αμείλικτος, της απαγόρευσε να βγαίνει από το σπίτι για να τον δει και επειδή η νεαρή κοπέλα δεν υπάκουσε τη χτύπησε άγρια, στέλνοντάς την με διάσειση στον νοσοκομείο. Του Σούμπασιτς, ως μόνιμου προστάτη των αδυνάτων, του έλαχε μια νέα επιχείρηση: η σωτηρία της γυναίκας που αγαπούσε και θα παντρευόταν. Κατήγγειλε απευθείας τον μέλλοντα πεθερό του στην αστυνομία και πέτυχε την επιβολή ασφαλιστικών μέτρων. Ο μετανιωμένος πατέρας επιχείρησε κάμποσες φορές ν’ αποκαταστήσει τις σχέσεις με την κόρη και το γαμπρό του, αλλά μέχρι σήμερα δεν του συγχώρεσαν τις βιαιότητες.

Μία και μόνο φορά ο Σούμπασιτς δεν πρόλαβε να φορέσει τη μπέρτα του σούπερ ήρωα και να προλάβει το κακό. Κατά τη διάρκεια ενός αγώνα της Ζαντάρ με την Τσιμπάλια, στις 29 Μαρτίου του 2008, ο συμπαίκτης και αδελφικός φίλος του Χρβόγιε Τσούστιτς, 25 ετών, τραυματίστηκε σοβαρά χτυπώντας το κεφάλι του στο τσιμεντένιο τοιχίο της κερκίδας, μετά από σύγκρουση με αντίπαλο, και πέντε ημέρες αργότερα εξέπνευσε στο νοσοκομείο από κρανιοεγκεφαλική κάκωση. Η χειρουργική επέμβαση, στην οποία είχε υποβληθεί, δεν έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Όταν αγωνίζεται ο Σούμπασιτς φέρει μονίμως πάνω ένα t-shirt με τη φωτογραφία του. Είναι αυτός που (απ’ όπου κι αν βρίσκεται) τον προστατεύει τώρα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ