O Kάι Χάβερτς είναι ο καλύτερος Γερμανός ποδοσφαιριστής
Στα 20 ο Κάι Χάβερτς είναι στόχος των Λίβερπουλ, Μπάγερν, Ντόρτμουντ, Άρσεναλ (κ.α.). Προς το παρόν, δεν θέλει να αφήσει τη Λεβερκούζεν που του 'χει βάλει buy out 100.000.000 ευρώ.
Κάνει το ποδόσφαιρο να φαίνεται εύκολο, χάριν των σωστών αποφάσεων που παίρνει, στο σωστό timing και της -έως και εκνευριστικής- ακρίβειας στο να βρίσκει τους συμπαίκτες του. Ο Κάι Χάβερτς είναι 20 χρόνων και κυκλοφορεί στον παγκόσμιο ποδοσφαιρικό χάρτη ως ‘ο καλύτερος Γερμανός παίκτης’ αυτής της εποχής. Οι ειδικοί εξηγούν πως βλέπει τη όποια φάση πριν γίνει και για αυτό μπορεί και ξεγελάει όποιον εμφανίζεται στο δρόμο του. Παρεμπιπτόντως, στο restart της Bundesliga σκόραρε 2 γκολ και έφτασε τα 8 -και τις 5 ασίστ- σε 23 ματς, φέτος.
O Γιούργκεν Κλοπ έχει ενημερώσει τον νεαρό -δεσμεύεται με συμβόλαιο με την Μπάγερ έως το 2022- πως θα ήθελε να συνεργαστούν. Και εκείνος σχολίασε πως ξέρει ότι θα βελτιώσει πολύ το παιχνίδι του, υπό τις οδηγίες του συμπατριώτη του στη Λίβερπουλ. Δεν ολοκλήρωσε εκεί. Η ιστορία είχε και ένα ‘αλλά’, μαζί με το “θα περιμένω ένα χρόνο, έως ότου σκεφτώ την όποια μετακίνηση μου“. Στη λίστα αυτών που θα τον ήθελαν από σήμερα είναι και οι Ντόρτμουντ, Μπάγερν, Τσέλσι (φέρεται έτοιμη να κάνει προσφορά-ρεκόρ) και Άρσεναλ. Οι πληροφορίες αναφέρουν πως η Λεβερκούζεν δεν έχει αλλάξει ‘θέλω’ και ζητά τουλάχιστον 100.000.000 ευρώ για να τον πουλήσει -ίσως και στο τέλος της τρέχουσας περιόδου. Να τον γνωρίσουμε, κατ’ αρχάς μέσα από το video που του ετοίμασε η Bundesliga, για να εξηγήσει γιατί είναι τόσο καλός.
Η ιστορία αρχίζει από το χωριό Μάριαντορφ, βόρεια του Άλνσντορφ, στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία. Η πόλη, που βρίσκεται στα σύνορα Γερμανίας, Ολλανδίας και Βελγίου, είχε γίνει γνωστή σε όλον τον κόσμο, κατά τη διάρκεια αστυνομικής επιχείρησης για τη σύλληψη υπόπτων, για τη συμμετοχή τους στις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, το Νοέμβριο του 2015.
Ο Χάβερτς γεννήθηκε στο Μάριαντορφ (στις 11/6 του 1999) και συστήθηκε με το ποδόσφαιρο από μωρό. Τη ‘γνωριμία’ ανέλαβε ο παππούς του, Ρίχαρντ. Ήταν ο πρόεδρος της ερασιτεχνικής ομάδας Alemannia Mariadorf. “Ο παππούς μου με πήγε στο ποδόσφαιρο -στην ομάδα του, όταν ήμουν 4- και με βοήθησε να κάνω τα πρώτα βήματα. Προφανώς και ο πατέρας μου με τον αδελφό μου βοήθησαν επίσης, ώστε να ασχοληθώ από πολύ μικρός. Όλοι ήταν τρελοί με το ποδόσφαιρο. Θα έλεγα ότι ήμασταν ποδοσφαιρική οικογένεια. Λατρεύαμε ό,τι αφορά το σπορ. Έτσι έγινε πάθος“, ομολόγησε ο 20χρονος, στη συνέντευξη που έδωσε προ ωρών στην επίσημη ιστοσελίδα της Bundesliga.
“Όλοι μαζί παρακολουθούσαμε αγώνες της Bundesliga. Δεν ήμασταν από τους φαν που ασχολούνται μόνο με Παγκόσμια Κύπελλα και ευρωπαϊκά πρωταθλήματα. Βλέπαμε όλη τη δράση. Δεν υπήρχε κάτι καλύτερο για την οικογένεια μου από την Bundesliga, γιατί το ποδόσφαιρο ήταν το οικογενειακό σπορ“.
Ίνδαλμα του ήταν ο Μεσούτ Εζίλ “τον οποίον μελέτησα πολύ, για να μάθω όσα περισσότερα μπορώ από το παιχνίδι του“. Ουδέποτε μετείχε σε ομάδα με συνομηλίκους του. Πάντα δραστηριοποιούνταν με παιδιά που ήταν τουλάχιστον δυο χρόνια μεγαλύτερα του. Από την πρώτη δοκιμή ‘άκουγα ανθρώπους να λένε πως έχω ό,τι χρειάζεται για να κάνω καριέρα. Από εκεί, χρειάζεται ωστόσο, 10 με 12 χρόνια δουλειάς για να αποκτήσεις την ευκαιρία να παίξεις στη Bundesliga ή κάποια άλλη κορυφαία λίγκα‘. Το πρώτο βήμα ήταν να φύγει από το χωριό και να πάει στην πόλη (Άαχεν) για την εκεί Allemania, όταν ήταν 10 (το 2009). Αυτή ήταν η μεγαλύτερη ομάδα της περιοχής και τότε αγωνιζόταν στην 2. Βundesliga. Ο Κάι ήταν μόνιμος στις εξέδρες. “Ο σύλλογος είχε κάποιους φανταστικούς παίκτες μέσα στα χρόνια. Κάποιοι ήταν τα ινδάλματα μου“.
Στο Άαχεν δεν έμεινε πολύ. Μόνο ένα χρόνο. Βλέπεις, στις υποχρεώσεις που ‘χε, στα παιχνίδια με άλλες ομάδες, τον εντόπισε η Μπάγερ Λεβερκούζεν. Βασικά, ‘κύκλωσε’ το όνομα του, την ημέρα που η Άαχεν αντιμετώπισε τη δική της U12. Ο Χάβερτς ήταν 11 και ήταν από τα παιδιά που υποχρέωναν τους scouts να ξυπνούν πρωί πρωί τα σαββατοκύριακα, για να κάνουν τη δουλειά τους. Ο Σλάβομιρ Τσαρνιέτσκι, εκ των κόουτς της ακαδημίας της Μπάγερ θυμάται πως “ήταν ο μικρότερος παίκτης στο γήπεδο. Δεν θυμάμαι το αποτέλεσμα του αγώνα, νομίζω ήταν 8-3, αλλά θυμάμαι πως ο Κάι σκόραρε τρία γκολ. Αυτή ήταν η πρώτη εικόνα μου από εκείνον“.
Το καλοκαίρι του 2010, πριν καν μπει στην εφηβεία, μετακόμισε για το Λεβερκούζεν, περί τα 70 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι του. Ο αριστεροπόδαρος playmaker άρχισε να ψηλώνει και αυτή ήταν η πρώτη πρόκληση που κλήθηκε να αντιμετωπίσει, γιατί έχασε τον έλεγχο του σώματος του, ενώ είχε αρχίσει τη διαδικασία εξέλιξης ως ποδοσφαιριστής. “Μέχρι τα 15 ήμουν από τους πιο κοντούς παίκτες της ομάδας. Τότε έζησα μια αρκετά δραματική ανάπτυξη. Έπρεπε να συνηθίσω στα πιο ψηλά πόδια. Έως ότου το κάνω, δεν μπορούσα να παίζω όπως έπαιζα έως τότε. Δεν ήταν εύκολο. Έχασα τη θέση μου στην ενδεκάδα για πολλά παιχνίδια“.
Σημείωσε κάπου πως στα 17 ήταν 1.86 και σήμερα είναι 1.89, όπως και ότι ενώ ζούσε το δράμα του, κλήθηκε στην U16 (βλ. Νοέμβριος του 2014). Μετά έξι συμμετοχές, πήγε στην U17 και μετά 8 στην U19. Από τις 29/8 του 2018 είναι στην ανδρών: στο 2-1 επί του Περού, που ήταν και το ντεμπούτο του, έγινε το πρώτο μέλος της ‘νασιοναλμανσάφτ’ από την ‘τάξη’ του 1999.
Είχε τα θέματα του, αλλά δεν είχε την παραμικρή διάθεση να μείνει πίσω. Συνέχισε να δουλεύει βάσει νέων οδηγιών και όπως έβρισκε τη θέση του στην 11αδα, βρήκε και τον τρόπο να βοηθήσει την U17 να πάρει το πρωτάθλημα της χώρας, το 2016. Σε 26 συμμετοχές, είχε σκοράρει 18 γκολ. Το 18ο το έβαλε στον τελικό με την Ντόρτμουντ, για να διαμορφώσει το 1-0. Το ματς τελείωσε 2-0. Ακολούθησε η άρση τροπαίου και η πρόσκληση του να κάνει προετοιμασία με την ανδρική ομάδα. “Τότε συνειδητοποίησα πως μπορώ να κάνω το όνειρο μου πραγματικότητα και να γίνω επαγγελματίας παίκτης. Είχα δει ότι ήμουν αρκετά καλός και πως είχα δυνατότητες. Αυτό δεν σημαίνει ότι ήμουν έτοιμος να πάω απευθείας στην ελίτ. Χρειάστηκε πολύ δουλειά και τύχη“.
Από εκεί και πέρα
✔ Δεν έπαιξε ποτέ στην U19.
✔ Στην ρούκι χρονιά του στην Bundesliga -στα 17-, ο Ρότζερ Σμιντ χρησιμοποίησε τον μικρό σε 12 αγώνες. Σε τρεις ‘έβγαλε’ το 90λεπτο. “Μέσα από αυτές τις εμπειρίες απέκτησα αυτοπεποίθηση. Έκτοτε ούτε έχω καταλάβει πώς έχουν περάσει τα χρόνια“.
“Μολονότι είναι 17 είναι ο κατάλληλος παίκτης για εμάς. Του δώσαμε χρόνο, για να δούμε πώς θα αντιδράσει. Γρήγορα έγινε κατανοητό πως δεν ‘νιώθει’ ακόμα και όταν παίζει μπροστά σε γεμάτο γήπεδο. Είναι εξαιρετικός ποδοσφαιριστής, με καλή τεχνική, ταχύτητα, δύναμη στις καταστάσεις ένας εναντίον ενός, ενώ έχει αξιοπρεπές παιχνίδι στον αέρα. Τέτοιου τύπου παίκτες είναι τεράστια χαρά για εμάς“, Ρότζερ Σμιντ
✔ Ήταν 17 χρόνων και 126 ημερών, όταν πάτησε για πρώτη φορά το πόδι του σε αγώνα της κορυφαίας γερμανικής λίγκας, στις 15/10 του 2016, ως αλλαγή της Αράνγκις στην ήττα από τη Βέρντερ (2-1) στη Βρέμη. “Το ατυχές ήταν πως δεν είχα κανέναν από την οικογένεια μου, κοντά μου. Η οικογένεια μου είναι ο λόγος που είμαι ό,τι είμαι σήμερα. Οι γονείς μου με πήγαιναν σε όλες τις προπονήσεις και τα παιχνίδια. Χρειάστηκε ομαδική δουλειά, για να καταφέρω να ζήσω το ντεμπούτο μου“. Έγινε ο νεαρότερος παίκτης της Λεβερκούζεν που έπαιξε ποτέ στη λίγκα -μέχρι τη Δευτέρα 18/5, όταν του πήρε το ρεκόρ ο Φλόριαν Βιρτζ -στα 17 χρόνια και 15 ημέρες, στο restart της λίγκας και το 4-1 με τη Βέρντερ, στο οποίο ο άνθρωπος μας σκόραρε δυο φορές.
✔ Το επόμενο ρεκόρ το διαμόρφωσε στις 17/2 του 2017, όταν έδωσε την ασίστ του 50.000 γκολ της Μπάγερ στην Bundesliga -το άλλο μισό το τακτοποίησε ο Καρίμ Μπελαραμπί.
✔ Τέσσερις μέρες μετά, έκανε ντεμπούτο στο UEFA Champions League, όταν έπαιξε στη θέση του τιμωρημένου Χακάν Τσαλχάνογλου -εναντίον της Ατλέτικο, για την πρώτη αγωνιστική της φάσης των ’16’. Η παρέα του έχασε (4-2) στην έδρα της και ο Σμιντ απολύθηκε.
✔ Έχασε τη δεύτερο ματς με την Ατλέτικο, στη Μαδρίτη, γιατί είχε εξετάσεις στο σχολείο -έπρεπε να πάρει απολυτήριο λυκείου. “Είχα εξετάσεις, όταν είχαμε τον τελικό του DFB. Είχα άλλες, την επομένη ματς που κρίθηκε στα πέναλτι. Δεν θέλω να πω πώς τα πήγα. Μετά, είχα άδεια για τα τελευταία τεστ, όταν παίζαμε στη Μαδρίτη“. Και αν τον ρωτάς, αυτές ήταν οι πιο δύσκολες καταστάσεις που ‘χε να διαχειριστεί έως τότε.
✔ Στις 2/4 του 2017 έγινε ο μικρότερος σε ηλικία, σκόρερ της Λεβερκούζεν, όταν διαμόρφωσε το 3-3 με την Βόλφσμπουργκ.
✔ Ένα χρόνο μετά (14/4 του 2018) έγινε ο νεαρότερος παίκτης της Bundesliga που έφτασε τις 50 συμμετοχές -ήταν 18 χρόνων και 307 ημερών και έριξε από την κορυφή τον Τίμο Βέρνερ. Στο τέλος της σεζόν, η παρέα του βρέθηκε στην πέμπτη θέση. Το 2017 ήταν στην 12η.
✔ Στις 26/1 του 2019 έγινε το μικρότερο, σε ηλικία, μέλος της Λεβερκούζεν που ευστόχησε σε πέναλτι (στο 3-0 επί της Βόλφσμπουργκ). Ήταν 19 χρόνων, 7 μηνών και 16 ημερών.
✔ Στις 13/4 έκανε 100 τις συμμετοχές του με τη φανέλα της Μπάγερ. Για να το ‘γιορτάσει’ σκόραρε το μοναδικό γκολ του ματς με τη Στουτγάρδη. Ήταν το 13ο του, για τη σεζόν 2018-19. Έγινε ο νεαρότερος που έβαλε 13 γκολ, σε μια αγωνιστική περίοδο. Πήρε την κορυφή από τον Χορστ Κόπελ, ο οποίος την κρατούσε από το 1968.
✔ Αποχαιρέτησε τη σεζόν 2018-19 με 17 γκολ και έγινε ο καλύτερος έφηβος σκόρερ, σε μια σεζόν της Bundesliga.
✔ Υπέστη τον πρώτο τραυματισμό (ήταν μυικός) πριν 25 εβδομάδες. Δεν αγχώθηκε για κάτι. Είπε πως “είναι ενοχλητικό, αλλά από την άλλη όλοι οι επαγγελματίες αθλητές τραυματιζόμαστε κάποια στιγμή. Ήμουν ‘καθαρός’ για πολλά χρόνια. Οπότε συνέβη. Δεν θα είναι πισωγύρισμα, γιατί ευτυχώς δεν είναι κάτι σοβαρό”.
✔ Το Δεκέμβριο, στο 2-0 επί της Κολωνίας, έκανε 100 τις συμμετοχές του στην Bundesliga. Στα 20 -έξι μήνες και 4 μέρες- ήταν ο νεαρότερος που έφτασε ποτέ, σε αυτήν την ‘κατοστάρα’.
Στο μεσοδιάστημα, άλλαξε ξανά συνήθειες. Έως την ανδρική ομάδα, αγωνιζόταν -και ξεχώριζε- ως αυτός που ‘έφτιαχνε’ το παιχνίδι, από τη θέση του κεντρικού αμυντικού -όπως μπορείς να διαβάσεις στην ιστοσελίδα της UEFA. Μεταξύ των ανδρών, έγινε μέσος με την ευρύτερη έννοια (έμαθε να καλύπτει τις ανάγκες του αμυντικού και του επιτελικού χαφ), καθώς είχε δείξει πως καταλαβαίνει εξαιρετικά το παιχνίδι. Είχε δείξει ότι μπορεί να προσαρμοστεί στην όποια ανάγκη.
Οι ειδικοί εξηγούσαν πως θυμίζει κάτι από Μίχαελ Μπάλακ (παρεμπιπτόντως, ο θρύλος συνέστησε στον νέο να μείνει εκεί όπου είναι, για να συνεχίσει την εξέλιξη του), έχοντας την ικανότητα να παίξει ως κύριος δημιουργός στο κέντρο και ως αριστερός μέσος. “Βλέπει με μοναδικό τρόπο το γήπεδο και μπορεί να ‘βρει’ και τους συμπαίκτες του, με ‘δολοφονικές’ πάσες -γεγονός που τον βάζει σε συγκρίσεις με τον Εζίλ. Για την ηλικία του, δείχνει τεράστια θέληση και ωριμότητα και δεν έχει δείξει να επηρεάζεται από το γεγονός ότι έχει βρει ήδη τη θέση του στην πρώτη ομάδα”. Μπορεί να κάνει δουλειά και με τα δυο πόδια, όπως και με το κεφάλι. Οι συμπατριώτες του του ‘χουν κολλήσει το Alleskönner, που σημαίνει ‘ο παίκτης που μπορεί να τα κάνει όλα’. Και τώρα πρέπει να αποφασίσει για ποιον θέλει να τα κάνει – όλα.