Ντράζεν Πέτροβιτς: Ο προφήτης
Σαν σήμερα πριν από 23 χρόνια ο Ντράζεν Πέτροβιτς άφησε την τελευταία του πνοή στην άσφαλτο και ο Zastro θυμάται τη ζωή και την καριέρα του αδικοχαμένου "Μότσαρτ".
Θα μπορούσε να είναι και η ανολοκλήρωτη ή ημιτελής συμφωνία του Schubert ο τίτλος. Αλλά ο Αυστριακός δεν ήταν μεγαλοφυΐα, ήταν ένας από τους καλύτερους. Θα μπορούσε να είναι η 9η του Beethoven που ήταν απλώς αριστούργημα, αλλά ο Γερμανός παρ’ ότι ιδιοφυής, ήταν πολύ ρομαντικός. Ο Ντράζεν ήταν διάβολος. Κι άλλωστε ο Ντράζεν είχε κατοχυρώσει το Mozart, πιο πάνω δεν έχει, καλύτερος δεν υπήρχε. Για μένα προσωπικά είναι σκέτο "Ντράζεν" γιατί ο νους πηγαίνει αμέσως σε εκείνον που πρέπει, είναι μια από τις παρακαταθήκες που άφησε, να συνδέεται άμεσα το μικρό του όνομα με το μεγαλείο του, 23 ολόκληρα χρόνια αφού έφυγε. Έτσι λέμε για τους δικούς μας ανθρώπους.
Έφυγε. Και ο Ντράζεν Πέτροβιτς στο δικό μου μπασκετικό σύμπαν είναι δικός μας, τον γνωρίζαμε, τον ζήσαμε, τον λατρέψαμε, τον βρίσαμε, ακριβώς όπως θα κάναμε με έναν (πολύ) δικό μας. Όχι μόνο επειδή ξεχώριζε με το απύθμενο ταλέντο του ή επειδή ανήκει στο πάνθεον των immortals, αλλά για τις ιστορίες που θυμάται καθένας μας γι’ αυτόν και εξακολουθούμε να τις διηγούμαστε στους νεότερους.
Για το επικό παιχνίδι στο ΣΕΦ με τη φανέλα της Ρεάλ, για τις δύο ήττες το ’87 και τη φωτογραφία με το Γκάλη, για το κοινό μυστικό ότι θα τον θαυμάζαμε στα ελληνικά παρκέ, για τον προκλητικό τρόπο παιχνιδιού του, για τα δάκρυα του Στόγιαν, για την αδικία στο ΝΒΑ που αισθανόμασταν ότι αφορούσε δικό μας παίκτη, για τις ραψωδίες του, για τις μοναδικές παραστάσεις του και στην Ευρώπη και στην Αμερική, για τα δάκρυα του Στόγιαν και του Βλάντε διάολε, όταν ειδικά με τον δεύτερο οι περιστάσεις επέτασσαν αν είναι "εχθροί", να μη μιλιούνται, να αλληλοβρίζονται.
Ένας Ευρωπαίος... προφήτης
Είναι τέτοια η πληθώρα των στοιχείων που αφορούν και την αθλητική και την προσωπική ζωή του, που είναι τρομερά ανέντιμο από έναν άνθρωπο που τον λάτρευε να εμμείνει στην ψυχρή ημερομηνία του χαμού του. Σαν σήμερα ναι. Αλλά δεν είναι αυτό που πρέπει να θυμόμαστε. Γιατί η ιστορία του διαβόλου από το Σίμπενικ γοητεύει ακόμη και εκείνους που δεν τον θαύμασαν στο παρκέ, που δεν έχουν παρακολουθήσει έστω ένα παιχνίδι του από κοντά. Είναι ένας από τους ελάχιστους ευρωπαίους προφήτες του σπορ που καθόρισαν το μέλλον του, που ξεπέρασε τα όρια και αποφάσισε να δοκιμάσει εκεί που όλοι απέτυχαν, προτού οι πόρτες ανοίξουν ορθάνοιχτα για τον κάθε πικραμένο.
Στο Σίμπενικ γεννήθηκε, 24 Οκτωβρίου του ’64, η Γιουγκοσλαβία ήταν ακόμα ενωμένη, μόλις έμπαινε στη χρυσή δεκαετία του Τίτο, με τη βιομηχανική ανάπτυξη και την οικονομική ανάσα. Ήσυχη οικογένεια, η βιβλιοθηκάριος Μπίσερκα, ο αστυνομικός Γιόλε, ο Άζα. Από πιτσιρίκος, το αγόρι με τα σγουρά μαλλιά ήταν αυτό που σήμερα θα μας άρεσε να χαρακτηρίσουμε "περίεργο παιδί". Χαρακτήρας κλειστός, τάσεις αντικοινωνικότητας, σχεδόν αγοραφοβίας. Πολύ πεισματάρης, εμμονικός με ότι καταπιανόταν, όσο μεγάλωνε τα ελαττώματά του είτε τα λίμαρε είτε τα έκρυβε πάρα πολύ καλά.
Η παιδική του ηλικία είναι φυσιολογική, ευτυχισμένη θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, αν δεν ήξερε ότι μέσα του γινόταν κάθε μέρα πόλεμος. Τόσο ανήσυχο ήταν το πνεύμα του που κατόρθωνε από μικρός να μασκαρέψει τη συναισθηματική του κατάσταση, το εσωτερικό χάος που προς τα έξω αντικατοπτριζόταν με ένα χαμόγελο. Ήταν ανέκαθεν ειρωνικό αυτό το χαμόγελο, δεν ήταν επίκτητο, δεν ήρθε πακέτο με το ταλέντο και την ανωτερότητα στο μπάσκετ.
Ακόμα και το μπάσκετ κατά τύχη το ακολούθησε, προέκυψε, έγινε αγαπημένη ασχολία μόνο όταν ήθελε να αποδείξει ότι είναι καλύτερος από το μεγαλύτερο αδελφό. Μόνο που κρατώντας την πορτοκαλί μπάλα, το χαμόγελο γινόταν ολοένα και πιο ειλικρινές, το χάος τακτοποιούνταν, τα μάτια του Ντράζεν έλαμπαν. Ο ίδιος είχε πει ότι είναι η ζωή του. Ακόμη και αν δεν έβγαζε χρήματα απ’ αυτό θα ήταν η ζωή του. Κάθισε και μέτρησε τα σημάδια, τα ταξινόμησε στο μυαλό του: το πρώτο ότι το γήπεδο ήταν κοντά στο σπίτι.
Ανακατευόταν ακόμα και με τα μεγαλύτερα παιδιά, με λαχτάρα υπέμενε το βαρετό σχολείο για να επιστρέψει σπίτι και να παίξει μπάσκετ. Εκεί περνούσε τις περισσότερες ελεύθερες ώρες του, μάλιστα πιο πολύ απ’ όλα δεν του άρεσαν ούτε τα "μονά" με τους μεγαλύτερους ούτε οι κόντρες με τον Άζα, ούτε οι φοβερές μάχες γειτονία vs γειτονιά. Ο Ντράζεν λάτρευε να μένει ολομόναχος στο γηπεδάκι και να κάνει σουτ. Μόνος του, με τις σκέψεις του, εκείνος, η μπάλα και το καλάθι.
Δοκίμαζε κάθε θέση, μέρα παρά μέρα και από μεγαλύτερη απόσταση. Ήθελε στο τέλος κάθε εβδομάδας να βελτιώνει το ρεκόρ του στα εύστοχα σουτ, μπορούσε να μείνει και έξι και επτά ώρες στο γήπεδο να κάνει σουτ. Όταν πρωτοξεκίνησε στη Σιμπένκα χωρίς ακόμη να έχει βγάλει δελτίο, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να ζητήσει από τον επιστάτη του κλειστού αντικλείδι.
Κάθε μέρα ξυπνητήρι στις 6 το πρωί, ούτε "λίγο ακόμα", ούτε μαξιλάρι στο κεφάλι και "δεν πειράζει αύριο". Όρθιος. Στεγνός. Έτοιμος. Σορτσάκι, φανέλα, μποτάκια και ταξίδι.
Έτσι το έβλεπε, ένα ταξίδι ήταν, μια αποθέωση της λεπτής γραμμής μεταξύ μοναχικότητας και μοναξιάς. Νεύρα με τον εαυτό του, στους υπόλοιπους το χαμόγελο, το γνωστό χαμόγελο, αυτό που δεν μπορούσες να καταλάβεις εάν σε ειρωνεύεται, σε οικτίρει ή σε επιδοκιμάζει. Έκπληκτοι τον είδαν στη Σιμπένκα να εμφανίζεται στα 14 του στις προπονήσεις της πρώτης ομάδας.
Γελούσε ο Μόκα Σλάβνιτς με το θράσος του μικρού, έναν χρόνο αργότερα είχε τηλεφωνήσει σε όποιον άνθρωπο του μπάσκετ γνώριζε για να μοιραστεί τη χαρά του για τον επόμενο μεγάλο Γιουγκοσλάβο μπασκετμπολίστα. Στα 15 τον είχε ήδη στην πρώτη ομάδα. Όχι βοηθητικό, όχι για τις προπονήσεις. Έπαιζε. Κανονικά. Και μάλιστα είχε και την απαίτηση να είναι ο ηγέτης της ομάδας. Οι μεγαλύτεροι δεν ενοχλούνταν, του "έβγαιναν" του μικρού, παραλίγο να οδηγήσει την ομάδα στην κατάκτηση του Κόρατς κόντρα στη μεγάλη Λιμόζ το 81/82 και το 82/83. Ήταν ο μόνος που έφερε τόσο βαρέως την ήττα, που κάθισε και δούλεψε τόσο πολύ το καλοκαίρι για να γίνει καλύτερος.
Θα παρατηρήσατε ότι πλην Σλάβνιτς – στον οποίο πιστώνεται η τόλμη να τον συμπεριλάβει στην πρώτη ομάδα από αμούστακο παιδί – δεν έχουν αναφερθεί προπονητές. Προπονητής του Ντράζεν ήταν ο εαυτός του, ο αυστηρότερος κριτής του ήταν ο εαυτός του, όλα ήταν προϊόν εσωτερικής αναζήτησης και αξιολόγησης προτεραιοτήτων.
Τα έβαζε με τον εαυτό του που μια ομάδα όπως η Σιμπένκα – κάτι αντίστοιχο με τη δική μας Κηφισιά ας πούμε – δεν σήκωσε το Κόρατς απέναντι σε μια ομάδα με τεράστια παράδοση και ιστορία στο μπάσκετ όπως η Λιμόζ. Από μόνη της η επιτυχία των δύο συνεχόμενων τελικών της Σιμπένκα είναι αντικείμενο για συγγραφή βιβλίου, για τον Ντράζεν των 18 ετών ήταν κεφαλαιώδης αποτυχία, απαράδεκτη, καθότι οπαδός του δόγματος το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού. Όσοι τον βλέπουν στο παρκέ – και σιγά σιγά πληθαίνουν – κάνουν λόγο για ένα ταλέντο που δεν είχαν ξαναδεί, κυρίως εστιάζουν στην προσήλωση και το πάθος. Ο Ντράζεν είναι ένα πρώτο βιολί που συμπεριφέρεται σαν στρατιώτης, σκέφτεται σαν στρατηγός και παθιάζεται σαν λοχίας. Εξακολουθεί να ηρεμεί μόνο όταν μένει μόνος, το δικό του mantra και η ολοκλήρωσή του έρχονται μόνο όταν βρίσκεται ενώπιον των δαιμόνων του.
Η ΤΣΙΜΠΟΝΑ, ΟΙ 112 ΠΟΝΤΟΙ ΚΑΙ ΤΟ NBA
Θεωρεί απόλυτα φυσιολογική την πρόταση της Τσιμπόνα το καλοκαίρι του ’84. Όχι επειδή εκεί βρίσκεται ήδη ο Άζα που επίσης έγινε μπασκετμπολίστας, επειδή το αξίζει. Ο Άζα θα είναι απλώς ένας ακόμη συμπαίκτης, ένα εξάρτημα στο δικό του μονοθέσιο. Οι ειδικοί περιμένουν να τον δουν "να προσαρμόζεται", να εξετάσουν "πως αντιδρά στις απαιτήσεις μιας μεγάλης ομάδας", όλες τις κοινοτυπίες των προπονητών και όλων ημών των ειδικών που κρίνουμε με το φτωχό μας το μυαλό γιατί δεν μπορούμε να διανοηθούμε το υπέρλογο. 43,3 πόντοι μέσος όρος. Στη χρονιά "προσαρμογής", στο "τακτικό μπάσκετ", στις "σύνθετες άμυνες". Πρωτάθλημα.
Εναντίον της Ολίμπια Λουμπλιάνα σταματάει στους 112. Δεν είναι τυπογραφικό, δεν είναι πλάκα, δεν "είχε γενέθλια" όπως έλεγε κάποτε ο Ιωαννίδης. Σκοράρει 112 με 10/20 τρίποντα, 30/40 δίποντα, 22/22 βολές. Οι συμπαίκτες του δεν τον ενόχλησαν, καταλάβαιναν πότε ο Ντράζεν χανόταν στη νιρβάνα του, έκαναν στην άκρη και το απόλαυσαν. Είναι μεγάλο κρίμα που από εκείνο το παιχνίδι δεν έχει διασωθεί ένα video. Καλύτερα όμως έτσι, οι μύθοι διαδίδονται από στόμα σε στόμα.
Η Τσιμπόνα πριν πατήσει το παρκέ του Dom Sportova ο διάβολος δεν είχε νίκη στην Ευρώπη. Από την άφιξή του κι έπειτα πήρε τρία συνεχόμενα ευρωπαϊκά. Πρωταθλητριών το ’85 κόντρα στη Ρεάλ με το Νοβοσέλ στον πάγκο, Πρωταθλητριών το ’86 με τον...Παβλίτσεβιτς κόντρα στη Ζάλγκιρις, Κυπελλούχων το ’87 πάλι με το Νοβοσέλ εναντίον της Σκαβολίνι. Χώρια τα 3 νταμπλ και το ένα πρωτάθλημα. Μόνο δύο τίτλοι του ξέφυγαν του αθεόφοβου κι όμως εκείνος πιο πολύ χάρηκε με το γραμμάτιο στη Λιμόζ το 1986 (51 πόντοι με επτά συνεχόμενα τρίποντα και 10 ασίστ) παρά με τους εγχώριους τίτλους.
Είναι η πρώτη φορά που ασχολούνται μαζί του από την άλλη άκρη του Ατλαντικού, το Πόρτλαντ σπεύδει να τον καπαρώσει, τον επιλέγει στον τρίτο γύρο και περιμένει. Τι περίμεναν οι Αμερικανοί αποτελεί ωστόσο ένα μεγάλο αίνιγμα που μάλλον λύνεται αν συνυπολογιστούν οι παράμετροι της δυσπιστίας και του "κομμουνιστικού" καθεστώτος.
Η άνoδος λοιπόν υπήρξε αλματώδης, είναι όμως επιτακτική ανάγκη να τονιστεί και ο παράγοντας εθνική ομάδα ως σημαντικότατος παράγων της διαβολικής εξίσωσης. Πρώτον και κύριον, ο Ντράζεν είναι μέλος "εκείνης" της Γιουγκοσλαβίας, της καλύτερης φουρνιάς όλων των εποχών. Κυρίως ενός, του Βλάντε Ντίβατς. Έχει μεγάλη σημασία στην ιστορία ως προς το ανθρώπινο στοιχείο ο εκ Σερβίας ορμώμενος Ντίβατς. Ψάξτε και δείτε το ντοκιμαντέρ Once Brothers και θα καταλάβετε πολλά.
Παρόμοια ιδιοσυγκρασία, κατ’ εντολήν Τσόσιτς στο ίδιο δωμάτιο, ο καθένας βυθισμένος στις σκέψεις του να ταξιδεύει. Ο Ντράζεν κατ’ επιλογήν και μοναχικότητας ένεκα, ο Βλάντε επειδή κι εκείνος είναι μια ιστορία από μόνος του. Θα κολλήσουν αμέσως, ο Ντίβατς είναι ουσιαστικά ο πρώτος φίλος του Ντράζεν Πέτροβιτς, συνεννοούνται με το βλέμμα, είναι θέμα χημείας. Το δίδυμο Πέτροβιτς – Ντίβατς είναι το πιο ακραιφνές παράδειγμα των Εκλεκτικών Συγγενειών του Γκαίτε, οι δεσμοί που ενώνουν μεταξύ τους ορισμένα χημικά στοιχεία, μεταφέρονται στο σαγηνευτικό αλλά και τρομακτικό πεδίο των ανθρωπίνων σχέσεων. Τρομακτικό πεδίο διότι ο επίλογος αυτής της φιλίας δεν είναι καθόλου διασκεδαστικός.
H εθνική και η αγκαλιά με τον Γκάλη
Η Εθνική ήταν παλιά ιστορία για τον Ντράζεν, είχε περάσει από όλα τα εθνικά κλιμάκια, το ένιωθε σαν πατριωτικό καθήκον (ήταν Κροάτης αλλά με σέρβικη καταγωγή) για τον Μότσαρτ ήταν ένα εθνικό σημείο επαφής του εαυτού του με την εν γένει σταδιοδρομία του, γεγονός πολύ σημαντικό για τη μετέπειτα συμπεριφορά και ψυχοσύνθεσή του. Τα μετάλλια στις μικρές εθνικές δεν του έλειψαν ποτέ, αντιθέτως είχε συλλέξει ότι μετάλλιο κυκλοφορούσε (μεταξύ των οποίων δύο χρυσά και ένα MVP το 1982 με τη Νέων), το ντεμπούτο του το πραγματοποίησε στο Euro του 1983 με 13.4 πόντους αλλά τη Γιουγκοσλαβία έβδομη.
Το 1984 έρχεται το ντεμπούτο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες, η Γιουγκοσλαβία κατακτά το χάλκινο, ο Ντράζεν έχει ανεβάσει την παραγωγικότητά του στους 17.5 πόντους. Το 1985 εκ νέου στο Euro, οι πόντοι γίνονται 25.1 και το 1986 στο Παγκόσμιο της Ισπανίας έρχεται η καταξίωση: MVP και πρώτος σκόρερ με 25.2 πόντους, πάνω απ’ όλα πρωταγωνιστής στον αγώνα με "εκείνο το λεπτό" εναντίον των Σοβιετικών. Στη γένεση του ελληνικού μπάσκετ στο Ευρωμπάσκετ του ’87 οι πόντοι πέφτουν στους 22, το μετάλλιο είναι χάλκινο και πάλι, αλλά όπως θα πει ο ίδιος, το 1987 δεν υπήρχαν άλλοι μπασκετμπολίστες στην Ευρώπη, μόνο ο Γκάλης.
Το Ευρωμπάσκετ της Αθήνας ήταν η πρώτη φορά που τον είδα από κοντά, που τρελάθηκα με την αναίδεια, με τη γλώσσα έξω, με το άναρχο στυλ, ακόμα και το μαλλί του με ενοχλούσε. Όταν όμως επιτίθετο, σαν να σταματούσε ο χρόνος, πιθανόν δεν εκτίμησα όσο έπρεπε αυτό που είχα μπροστά διότι ήταν αδύνατον να συγκεντρωθείς στο οτιδήποτε πέραν του Τζονς από τη στιγμή που η Εθνική ξεκίνησε την ξέφρενη πορεία της. Μαντέψτε εναντίον ποιου το πιστέψαμε, ποιος μας έδωσε το σθένος να πάμε μέχρι το τέλος: οι νίκες με τη Γιουγκοσλαβία. Με τη δική του Γιουγκοσλαβία.
Η αγκαλιά με το Γκάλη είναι ακόμα τυπωμένη ανάμνηση στο μυαλό μου, ο αλληλοσεβασμός, ο τρόπος που άλλαζε η – κακή στα μάτια μου και ειρωνική - συμπεριφορά του όταν δίπλα του βρισκόταν κάποιος που στο μυαλό του μπορούσε να θεωρηθεί αθλητής του επιπέδου του. Έχω την αίσθηση ότι και ο Γκάλης έτσι πρέπει να αισθανόταν και στην τελευταία του μεγάλη συνέντευξη, τον Ντράζεν θυμάμαι να αναφέρει.
Σε κάθε περίπτωση και επειδή ξεφύγαμε, ούτε η Αθήνα ήταν η γη Χαναάν του Ντράζεν. Η στροφή ήταν στη Σεούλ το 1988: αργυρό για τη Γιουγκοσλαβία και πρελούδιο των επόμενων ετών. Έκλεισε το τουρνουά με 18.6 μ.ο. και 3 ασίστ. Εφόσον η κάνουλα άνοιξε, δεν υπήρχε περίπτωση να ξανακλείσει. Το ευρωμπάσκετ του ’89 στο Ζάγκρεμπ ήταν ένα πρωτάθλημα με προδιαγεγραμμένο τέλος, εμείς κρατάμε το τρίποντο του Φάνη, οι Γιουγκοσλάβοι τις Συμφωνίες του Μότσαρτ.
Ακολούθησε το Μουντομπάσκετ του ’90, ο Ντράζεν είναι MVP, σκόραρε 30 μ.ο. (το ρεκόρ των 35 το έκανε με εμάς) ακόμη ένα χρυσό. Το μέλλον είναι δικό του, είναι των Γιουγκοσλάβων. Μέχρι που έρχεται το μαύρο και η θηριωδία του εμφυλίου. To κλίμα στην αγαπημένη του Γιουγκοσλαβία δεν είναι όπως το άφησε. Η υφέρπουσα πολεμική διάθεση αυτονομιστών και φανατικών, έχει οδηγήσει τη χώρα στα πρόθυρα του εθνικού μαρασμού, ο εμφύλιος είναι ante portas. Ο ίδιος διαισθανόμενος πιθανόν τι έρχεται έχει μετακομίσει στην Ισπανία, είναι παίκτης της θρυλικής Ρεάλ από το καλοκαίρι του ’88 που όλα έμοιαζαν ιδανικά.
ΟΤΑΝ ΦΟΡΕΣΕ ΤΗΝ ΠΙΟ ΒΑΡΙΑ ΦΑΝΕΛΑ
Με τη φανέλα της Ρεάλ τον χόρτασα. Πολλοί είχαμε πάει εκείνο το απόγευμα στο ΣΕΦ για τον τελικό του κυπέλλου Κυπελλούχων με την Καζέρτα της αποκάλυψης Νάντο Τζεντίλε και του μεγάλου Όσκαρ Σμιντ. Σκόραρε 62, ήταν το ίδιο αναιδής αλλά αυτή τη φορά μου άρεσε, τον θαύμασα, τον λάτρεψα. Γίνεται πολύ προσωπική η αφήγηση και είναι άδικη για τους ανθρώπους που δεν το έζησαν από κοντά, αλλά εκείνη την ημέρα ο Ντράζεν έδωσε την εντύπωση πως μπροστά στο ελληνικό κοινό οφείλει να σταθεί στο ύψος των ολύμπιων Θεών, φορούσε μια πολύ βαριά φανέλα – τη βαρύτερη στην Ευρώπη βάσει τίτλων – μαχόταν για έναν ακόμη μεγάλο τίτλο στην καριέρα του.
Ο καλύτερος τελικός όλων των εποχών, 119-113 τελικό αποτέλεσμα, 12/14 δίποντα, 8/16 τρίποντα, 14/15 βολές. Το ρεκόρ των 62 πόντων δεν το έχει σπάσει κανείς έκτοτε σε τελικό. Είναι εδώ και στοιχειώνει τους επιγόνους του, μας κοιτάζει από ψηλά με τη γλώσσα έξω και το ειρωνικό χαμόγελο. Προσπάθησα να τρυπώσω στα αποδυτήρια και να πάρω ένα αυτόγραφο, περίμενα και έξω μετά. Δεν τα κατάφερα, δεν τον άγγιξα. Δεν πειράζει, σκέφτηκα, μικρός είναι ακόμα, θα μου ξαναδοθεί η ευκαιρία πολλές φορές...
Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΙΑΣ ΑΔΙΚΙΑΣ
Όταν ανακοινώθηκε μετά την κατάκτηση του κυπέλλου Ισπανίας με τη Ρεάλ, ότι ο Πέτροβιτς αρνήθηκε την προσφορά των 4 εκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο από τους Μαδριλένους για να δοκιμάσει στο ΝΒΑ, παρά την πίκρα ότι αφήνει τα ευρωπαϊκά γήπεδα, ο κόσμος του μπάσκετ ένιωσε ότι αποκαταστάθηκε μια αδικία. Εκεί ήταν η θέση του Ντράζεν πολλά χρόνια πριν μάλιστα, από την τρίτη σεζόν στην Τσιμπόνα ίσως. Φτάνει στις ΗΠΑ γεμάτος αυτοπεποίθηση, δηλώνει στο Sports Illustrated πως δεν τον ενδιαφέρει να (ξανα)πάρει τίτλους στην Ευρώπη, τα έχει όλα, τα έζησε όλα, γνώρισε ακόμη και ήττες, οδυνηρές και καθοριστικές για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του ως παίκτη.
Σύμφωνα με τα λόγια του αδελφού του, ο κύριος λόγος που τον ώθησε να εγκαταλείψει την Ευρώπη ήταν η αναζήτηση νέων προκλήσεων, η αναγκαιότητα να ξαναμείνει μόνος με τον εαυτό του διότι στα ευρωπαϊκά γήπεδα έμενε στάσιμος. Σίγουρα ζημιώθηκε οικονομικά, θέλει τρομερό κουράγιο να πεις όχι σε εγγυημένο συμβόλαιο 4 εκατομμυρίων δολαρίων το 1989, πρόκειται για μια αμοιβή που συναντούσε κανείς μόνο στο ΝΒΑ.
Προσγειώθηκε στο Πόρτλαντ γεμάτος φιλοδοξίες για να εκπλήξει τους Blazers. Εκείνη την εποχή, "ευρωπαίος μπασκετμπολίστας" στο ΝΒΑ ήταν σύντομο ανέκδοτο. Στο ΝΒΑ τα είχαν καταφέρει μόνο ευρωπαίοι-προϊόντα του αμερικανικού αθλητισμού, ο Γερμανός Ντέτλεφ Σρεμπφ, ο Ολλανδός Ρικ Σμιτς, οι υπόλοιποι κουνούσαν πετσέτες και αδιαφορούσαν στις προπονήσεις αφού είτε δεν μπορούσαν να προσαρμοστούν είτε οι Αμερικανοί δεν τους αποδέχονταν ποτέ.
Τον Ντράζεν δεν τον είδαν με καλό μάτι, είχε πάει στις ΗΠΑ με κολλημένη την ταμπέλα του ατομιστή, για τους Αμερικανούς δεν μπορούσε να παίξει shooting guard, δεν είχε τρίπλα και έλεγχο για να γίνει play maker, μοιραία έπρεπε να μοχθήσει διπλά και τριπλά για να τα καταφέρει. Θα υποστεί πολλά καψώνια, η συμπεριφορά αγγίζει μέχρι και ρατσιστικές πτυχές, ο ίδιος ήταν συνηθισμένος να προκαλεί δέος και τον είχαν να κουβαλάει τσάντες στις προπονήσεις, να μαζεύει τα νερά και τα ισοτονικά. Του συμπεριφέρθηκαν όπως σε οποιονδήποτε 22χρονο rookie από state college. Μόνο που δεν ήταν 22, ήταν 25 και ήταν ο Ντράζεν Πέτροβιτς διάολε, ο Μότσαρτ.
Εκτός των άλλων, το Πόρτλαντ ήταν μια ομάδα έτοιμη, που θα έφθανε στον τελικό (έχασε 4-1 από τα Bad Boys του Ντιτρόιτ) και στα σχέδια του προπονητή Rick Adelman για το 2, στην πρώτη γραμμή είναι ο Byron Irvin ή κατά συνθήκην ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης εκείνης της ομάδας, ο sf Clyde "Τhe Glide" Drexler. O Nτράζεν παίζει σκάρτα επτά λεπτά σε κάθε παιχνίδι, δεν τον εμπιστεύεται κανείς παρά την αφοσίωση στις προπονήσεις και την τρομερή δουλειά και δοκιμασία που υποβάλλει τον εαυτό του. Αποφασίζει να αλλάξει το σώμα του, να προσαρμόσει το ταλέντο του στις απαιτήσεις των Αμερικανών, εξακολουθεί και παίρνει μόνο garbage time. Όταν διαπιστώνει πως ό,τι κι αν κάνει στις προπονήσεις, όσο κι αν σκιστεί για τον Adelman, δεν αλλάζει απολύτως τίποτα, μοιάζει να κλείνεται ακόμη περισσότερο στον εαυτό του, άνθρωποι που τον έζησαν στο Πόρτλαντ μιλούν και για κατάθλιψη.
Στήριγμά του είναι μόνο ο Ντίβατς που επίσης έχει μεταβεί στην Αμερική για λογαριασμό των Lakers και αντιμετωπίζει το... bullying των συναδέλφων του. Εκείνος όμως είναι center, είναι ψηλός και χρόνο βρίσκει. Ο Βλάντε τον παρηγορεί, σε αρκετές περιπτώσεις όμως δεν τον αναγνωρίζει. Σηκώνει το τηλέφωνο και τον ακούει να τον ρωτά αν είδε τα στατιστικά.
Πέτυχα δύο πόντους, καλά πήγα σε αυτό το ματς
Ο Ντίβατς δεν πιστεύει στ’ αυτιά του, δεν ήταν αυτός ο Ντράζεν που γνώριζε, αυτός δεν ήταν διάβολος, ήταν αρνί. Μέχρι το μέσον της σεζόν 90/91 ο Πέτροβιτς είναι αρνί, ξαφνικά ξυπνάει, απαιτεί σεβασμό, ειδάλλως να μπει στην transfer list. Η έλευση του Danny Ainge στην off season χειροτερεύει τα πράγματα, όχι όμως όσο η κατάσταση στην πατρίδα του, όπου η κατάσταση είναι δραματική.
Ήδη από τον Ιούνιο του ’91 που η Σλοβενία ανεξαρτητοποιείται και ξεσπάει ο "Πόλεμος των 10 Ημερών". Ο εθνικισμός έχει χτυπήσει κόκκινα στην πρώην Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία, είναι φανερό και από τις κινήσεις του Τούτζμαν ότι και η Κροατία θα ακολουθήσει το δρόμο της Σλοβενίας, το όραμα του Τίτο ξεθωριάζει, η ενωμένη Γιουγκοσλαβία είναι θέμα χρόνου να αποτελέσει παρελθόν και δυστυχώς είναι παραπάνω από βέβαιο ότι δεν θα αποφευχθεί η αιματοχυσία. Η Γιουγκοσλαβία επρόκειτο να αποτελέσει παρελθόν, τουλάχιστον όπως τη γνωρίσαμε όλοι από το 1941 κι έπειτα. Το κύκνειο άσμα των Γιουγκοσλάβων έρχεται στο Palalottomatica σε εκείνον το βουβό τελικό με τη διοργανώτρια Ιταλία. Σέρβοι, Κροάτες, Μαυροβούνιοι, Βόσνιοι κατακτούν το χρυσό μετάλλιο, το τελευταίο. Ο Ντράζεν είναι απών, το χειρότερο απ’ όλα είναι πως έχει λάβει την κυβερνητική εντολή να διακόψει κάθε σχέση και με τον Ντίβατς.
Βρήκε ξανά τον χαμένο εαυτό του
Η ανάγκη να ξαναβρεί τον εαυτό του στο μπάσκετ είναι πιο επιτακτική από ποτέ, αλλά το όνομά του στην αγορά δεν συγκινεί τις σημαντικές ομάδες. Το βήμα το κάνει μόνο μια ομάδα – μια κακή ομάδα – της Ανατολής, μια ομάδα που πλέον έχει αλλάξει ακόμα και όνομα, τόπο, χρώματα. Είναι οι New Jersey Nets του Bill Fitch, που θεωρεί το Ντράζεν ταλαντούχο και τον εμπιστεύεται. Ο "Πέτρο" όπως αρέσκονται να τον αποκαλούν οι Αμερικανοί, ανεβάζει κατακόρυφα τους μέσους όρους του, παίζει σε 43 παιχνίδια, σκοράρει 12,6 πόντους, βρίσκεται πάρα πολύ κοντά στην κάθαρση. Θα έρθει στην επόμενη σεζόν, ο Ντράζεν σκοράρει σταθερά πάνω από 20, φιγουράρει στο top15 της Λίγκας. Επιτέλους οι ΗΠΑ μπορούν να απολαύσουν το σύνολο του ρεπερτορίου του.
Οι Αμερικανοί ανακαλύπτουν τον Πέτροβιτς, εκθειάζουν το χειρουργικής ακρίβειας σουτ του που συνοδεύεται από ένα απαράμιλλο στυλ, τον καταπληκτικό έλεγχο της μπάλας, την ανάγνωση του ρυθμού, το άρτιο τεχνικά παιχνίδι του ακόμη και στο low post, τα τρομερά ένας εναντίον ενός κατά τα οποία εκθέτει ακόμα και τους καλύτερους αμυντικούς, κυρίως όμως βρίσκονται για πρώτη φορά ενώπιον του "αναιδούς Ντράζεν με το ειρωνικό χαμόγελο".
Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΕΠΕΣΤΡΕΨΕ
Ο διάβολος επέστρεψε, δεν πτοείται ούτε όταν αντιμετωπίζει ιερά τέρατα όπως ο Jordan, είναι ανταγωνιστικός σε όλα τα επίπεδα, γίνεται ο ηγέτης των Nets. Είναι τυχερός / άτυχος. Από τη μία ξαναπαίζει μπάσκετ, από την άλλη σε μια ομάδα χωρίς στόχους, μια ομάδα χωρίς κόσμο, χωρίς προσανατολισμό. Ο Ντράζεν σκοράρει αρκετές τριαντάρες, οι 39 στο Boston Garden είναι το carreer high, κάνει το απίστευτο και οδηγεί το New Jersey στα play offs. Είχε να συμβεί από το 1986. Οι Nets αποκλείονται στον πρώτο γύρο από τους Cavs με 1-3, ο Ντράζεν στο πρώτο παιχνίδι κάνει νέο carreer high με 40. Είναι η πρώτη του "σαραντάρα" στο πρωτάθλημα των κορυφαίων. Τον σέβονται όλοι, μπροστά του είναι η πρόκληση των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης, πείθεται να συμμετάσχει, ξέρει ότι η Κροατία είναι το μόνο αντίπαλο δέος στην εθνική ομάδα των ΗΠΑ. Μια κάποια Dream Team. Την κανονική Dream Team, εκείνη με Jordan, Magic, Bird, Malone, Robinson, Ewing, Stockton, Pippen, κ.ά.
Ήταν ένα καταπληκτικό τουρνουά από κάθε άποψη, ο Ντράζεν σε αυτήν που απεδείχθη η τελευταία παράσταση σε μεγάλη διοργάνωση, παρά το πρόβλημα στη σπονδυλική στήλη ήταν υπέροχος. Εμφανίστηκε ένας πολύ πιο ώριμος, πολύ πιο μεστός Ντράζεν σε σχέση με την εικόνα που είχαμε από τις ημέρες του στη Μαδρίτη. Τι κι αν όλοι γνώριζαν πως στο τέλος θα επικρατήσει η Dream Team, ο Πέτροβιτς στον τελικό με τους Αμερικανούς σκοράρει 24, είναι συνολικά ο δεύτερος σκόρερ της διοργάνωσης με μ.ο. 24,6. Οι εμφανίσεις του κάνουν αίσθηση και στις ΗΠΑ, άλλωστε πρόκειται για το επικότερο ολυμπιακό τουρνουά όλων των εποχών, πολύ δύσκολα θα ζήσουμε κάτι ανώτερο στο μπασκετικό σύμπαν. Ο Ντράζεν έχει κάνει πέρα και τους τελευταίους αμφισβητίες του ταλέντου του, ο Chuck Daly, νέος προπονητής των Nets, χτίζει την ομάδα πάνω στο ταλέντο του Derrick Coleman και του Μότσαρτ, η σεζόν 1992/93 προμηνύεται πολύ καλύτερη για τους Nets.
Ξεκινούν ράθυμα, μετά τα μέσα Νοεμβρίου όμως, κάνουν έξι συνεχόμενες νίκες με πρωταγωνιστή τον Μότσαρτ. Πλέον τον σέβονται ακόμα και ιερά τέρατα του ΝΒΑ, με το Reggie Miller κάνει έναν άτυπο διαγωνισμό τριπόντων μέσα στο ματς με τους Pacers, απαντάει ακόμη και σε θεότητες, στο βασιλιά του trash talk, his Airness Michael Jordan, με τον οποίο "κάνει πλάκα" μέσα στο παιχνίδι. Ο Πέτροβιτς έχει προσαρμοστεί, οι (πολύ δύσκολοι) Αμερικανοί αστέρες τον έχουν αποδεχθεί πλήρως, είναι κομμάτι του ΝΒΑ. Αρχίζει και ο ίδιος να νιώθει άνετα, να χαίρεται το παιχνίδι, αν θυμίζει τον Ντράζεν του Ζάγκρεμπ.
"WHAT THE FUCK ARE YOU DOING?"
Μια βραδιά στο Madison Square Garden θα πανηγυρίσει με τον προσφιλή του τρόπο: κάνοντας το "αεροπλάνο". Νιώθει πριμαντόνα ακόμα και στο ΝΒΑ, βέβαια το συγκεκριμένο βράδυ το παράκανε αφού έκανε το "αεροπλανάκι" και έβγαλε τη γλώσσα στον Patrick Ewing, που δεν ήταν και ο πιο πρόσχαρος άνθρωπος του κόσμου. “What the fuck are you doin’?” του φωνάζει ο αρχηγός των Knicks ενώ τον έχει αρπάξει και τον έχει σηκώσει στον αέρα. Για ορισμένους εντός ΝΒΑ, κυρίως παλιοσειρές, ο Ντράζεν είχε ξεπεράσει τα όρια.
Ο Βέρνον Μάξγουελ, επίσης όχι και ο πιο συμπαθητικός άνθρωπος του κόσμου τον αντιπαθούσε οικτρά. Πριν τον αγώνα των Ρόκετς με τους Νετς, ο Βέρνον δηλώνει στην κάμερα ότι δεν έχει γεννηθεί ακόμα ο λευκός που θα τον "κάνει καλά" στο ΝΒΑ. Ο Ντράζεν μιλάει στο γήπεδο. 24 Ιανουαρίου 1993, Ρόκετς-Νετς 83-100, ο Ντράζεν σκοράρει 44 με 17/23 σουτ και 7/7 βολές. Ο Βέρνον έφυγε αμέσως για τα αποδυτήρια μουρμουρίζοντας κάτι δικά του. Οι Νετς θα ξαναπροκριθουν στα play offs, αλλά θα ξαναποκλειστούν από τους Cavs. Πάλεψαν (έχασαν 3-2), ο "Πέτρο" είχε μέσους όρους all star (22,6 πόντους με εκπληκτικά ποσοστά, 3μισι ασίστ και 1μισι κλέψιμο) αλλά δεν είναι αρκετός για την υπέρβαση. Στην Ευρώπη τους νικούσε ακόμη και μόνος του, στις ΗΠΑ δεν ήταν εύκολο. Ολοκληρώνει τη σεζόν όντας ενδέκατος σκόρερ του ΝΒΑ, είναι ο πρώτος Ευρωπαίος που κατόρθωσε να "τρυπώσει" στην untouchable κατηγορία των stars. Το συμβόλαιό του τελειώνει, δεν έχει ανανεώσει και το γεγονός προξενεί εντύπωση σε όλους.
Κεφάλαιο "Παναθηναϊκός"
Ψιθυρίζεται ότι έχει "τρελή" πρόταση από την Ευρώπη, όταν κυκλοφορεί το όνομα του Παναθηναϊκού, μένουν όλοι με ανοικτό το στόμα. Ο Ντράζεν το σκέπτεται πολύ σοβαρά, θα είχε υπογράψει εάν δεν προέκυπτε η πρόταση των New York Knicks. Μιλάμε για τους Knicks του Πατ Ράιλυ για τους καλύτερους Knicks της εικοσαετίας που χτυπούσαν πρωτάθλημα. Ο Γιαννακόπουλος πίστευε ότι θα τον μετέπειθε το καλοκαίρι που θα ερχόταν για διακοπές στην Ευρώπη, κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει ποια θα ήταν η τελική του απόφαση, δεν την μάθαμε ποτέ, γιατί δεν πρόλαβε να την ανακοινώσει.
Ο Ντράζεν επιστρέφει για το εθνικό καθήκον στην Ευρώπη, για να λάβει μέρος στα προκριματικά (!) του ευρωμπάσκετ της Γερμανίας. Σκόραρε μια τριαντάρα στην Πολωνία και είναι έτοιμος να επιστρέψει με την ομάδα μέσω Φρανκφούρτης στο Ζάγκρεμπ. Έχει έναν διάλογο με την 23χρονη Klara Szalantzy, τότε φιλενάδα του, αργότερα σύζυγο του Γερμανού ποδοσφαιριστή Όλιβερ Μπίρχοφ, αλλάζει απόφαση και δεν ανεβαίνει στο αεροπλάνο.
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ, ΤΟ ΧΑΡΤΙ ΚΑΙ ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΟΜΑΔΕΣ
Πήρε δύο μέρες ρεπό, αντί να φύγει 6 Ιουνίου μαζί με τους υπόλοιπους διεθνείς, έμεινε πίσω. Την επόμενη μέρα ο καιρός χαλάει, είναι βροχερός, έχει ομίχλη, κάτι δεν πάει καλά. Το Golf του Μότσαρτ με την Klara και τον Hilal Edebal, συνεπιβαίνοντες, κινείται προσεκτικά στην υγρή άσφαλτο της Autobahn 9 στο Denkendorf, στη Βαυαρία. Ο Ντράζεν έχει κουραστεί στο τιμόνι, αποφασίζει να ξεκουραστεί και αφήνει το τιμόνι στην Klara. Στις 17.20 μια νταλίκα λόγω ολισθηρότητας του οδοστρώματος κάνει έναν επικίνδυνο ελιγμό προκειμένου να αποφύγει μια βέβαιη σύγκρουση. Η Klara το βλέπει. Δίστασε; Ταράχτηκε; Κόλλησε; Κανείς δεν ξέρει.
Η νταλίκα πέφτει πάνω στο Golf, σχεδόν το συντρίβει. Η Klara σοκαρισμένη βγαίνει από το αυτοκίνητο, το ίδιο και ο οδηγός της νταλίκας, ο Hilal είναι βαριά τραυματισμένος αλλά εκτός κινδύνου. Ο μοναδικός από τους εμπλεκόμενους που έφυγε ακαριαία είναι ο Ντράζεν. Το πτώμα του πήγε να το αναγνωρίσει ο Νέβεν Σπάχια, παιδικός του φίλος από το Σίμπενικ, σήμερα προπονητής. Στις τσέπες του βρήκε ένα κομμάτι χαρτί. Το χαρτί έγραφε τρεις ομάδες και τρία ψηφία δίπλα σε κάθε ομάδα. Knicks, Nets, Panathinaikos. Το σκεπτόταν ακόμα.
Η τραγωδία της Autobahn 9 σόκαρε ένα ολόκληρο έθνος, βύθισε στη θλίψη εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους και εκτός Κροατίας. Άρχισαν οι γνωστές υποθέσεις. Αν οδηγούσε εκείνος, αν το ένα, αν το άλλο. Ο κόσμος του μπάσκετ σοκαρισμένος περισσότερο απ’ όλους, όλοι είχαν να πουν μια κουβέντα, ένα κρίμα, άλλος το ένιωθε, άλλος ήταν απλώς σοκαρισμένος, άλλος επηρεασμένος. Τέσσερα εκατομμύρια Κροάτες οδύρονται, είναι η πρώτη μεγάλη κηδεία για το νεοσύστατο βαλκανικό κράτος. Ήταν όλοι εκεί, η ονοματολογία δεν έχει κανένα νόημα, γιατί κάποιον θα ξεχάσουμε. Τα δάκρυα του Willis Reed, το χαμένο βλέμμα του Στόικο, ο κλαυθμός και ο οδυρμός ενός ολόκληρου λαού, όχι του κροατικού, του λαού του μπάσκετ. Δεν μάθαμε ποτέ πόσο ψηλά θα φτάσει γιατί ο Θεός τον πήγε όσο ψηλότερα γίνεται. Έτσι είπε ο Chris Morris μην μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά του.
Κατά πολλούς θα γινόταν ένας από τους πέντε κορυφαίους παίκτες στο ΝΒΑ, κατ’ άλλους θα επέστρεφε στην Ευρώπη. Για μένα απλώς θα παρέμενε ο Ντράζεν. Ακόμη τον θυμούνται όλοι, ο θρύλος του είναι παγκόσμιος, δεν έχει κανένα νόημα να εξελιχθεί σε ελεγεία το κείμενο. Ο τάφος του βρίσκεται στο νεκροταφείο του Mirogoj και θεωρείται τόπος ιερός, τόπος προσκυνήματος ανάλογου με το μνημείο αφιερωμένο στον Γκάντι στην Ινδία.
Το κλειστό της Τσιμπόνα πήρε το όνομά του στις 4 Οκτωβρίου 1993, τοποθετήθηκε και το άγαλμα στη μνήμη του, οι Nets απέσυραν τη φανέλα με το 3 στις 11 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, δρόμοι πήραν το όνομά του, το Κύπελλο του McDonald’s Open από το 1994 λέγεται Drazen Petrovic Trophy, 29 Απριλίου του ’95 στο Ολυμπιακό Μουσείο της Λωζάνης ανεγέρθη ένα ακόμα μνημείο, ο Ιβανίτσεβιτς το 2001 του αφιέρωσε τη νίκη στο Wimbledon φορώντας τη φανέλα του, το 2002 μπήκε στο Hall of Fame του ΝΒΑ, το 2007 σε εκείνο της FIBA. Πληροφορίες ατάκτως ερριμμένες. Αυτό που μετράει είναι ότι ο Ντράζεν έφυγε. Και 23 χρόνια μετά, ο χαμός του σοκάρει ακόμα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ