ΣΤΗΛΕΣ

Ντούσαν Μπάγεβιτς: Ο Θεός των ΑΕΚτζήδων που έγινε προδότης

O Zastro γυρίζει τον χρόνο πίσω και καταγράφει τα γεγονότα της ποδοσφαιρικής θητείας του Μπάγεβιτς στην ΑΕΚ, αλλά και την επιστροφή του ως προπονητής. Η διαδρομή από τη δόξα και τη λατρεία, στην προδοσία και το απόλυτο μίσος. Οι σχέσεις του Σερβο-βόσνιο με τον Μελισσανίδη, τον Τροχανά και τον Κόκκαλη (Part 1).

Ντούσαν Μπάγεβιτς: Ο Θεός των ΑΕΚτζήδων που έγινε προδότης

Όταν ο Σουλεϊμάν Ρέμπατς, ο προπονητής-θρύλος της Βελέζ μετάγγιζε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 τη σοφία του στον πρωτοεμφανιζόμενο και εκκολαπτόμενο σταρ του γιουγκοσλαβικού ποδοσφαίρου, Ντούσαν Μπάγεβιτς, δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι 25 και πλέον χρόνια μετά, ο αγαπημένος του μαθητής θα ζούσε μια κατάσταση χειρότερη από κάθε πιθανό ντέρμπι μίσους στην κομμουνιστική και πολυθρησκευτική Γιουγκοσλαβία του Τίτο.

Ο άνθρωπος που λατρεύτηκε όσο κανείς άλλος στη Νέα Φιλαδέλφεια και εξελισσόταν με μαθηματική ακρίβεια στον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον της ΑΕΚ, επέστρεφε στο «ναό» που δοξάστηκε ως αντίπαλος και μάλιστα καθήμενος στον πάγκο του μισητού Ολυμπιακού.

Έτσι άρχισαν όλα….

Η ιστορία του Ντούσαν Μπάγεβιτς στην ΑΕΚ είναι ατέλειωτη, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να υπηρετεί το σύλλογο και ξεκινά από το μακρινό 1977, όταν ο Λουκάς Μπάρλος αποφασίζει να ενισχύσει την απαστράπτουσα ΑΕΚ των ημιτελικών του κυπέλλου UEFA με το μεγάλο 29χρονο αστέρι της εθνικής Γιουγκοσλαβίας.

Ο Μπάγεβιτς ταλαιπωρείται από τραυματισμούς που δεν του επιτρέπουν να συμμετέχει σε ένα καλύτερο πρωτάθλημα και η ΑΕΚ φαντάζει ως ιδανική περίπτωση να συνεχίσει την καριέρα του μετά την αγαπημένη του Βελέζ Μόσταρ.

Ακριβώς εξ αιτίας αυτών των τραυματισμών, το ντεμπούτο του Γιουγκοσλάβου καθυστερεί 4 μήνες και η πρώτη του σεζόν στην Ελλάδα μοιάζει περισσότερο με περίοδο προσαρμογής και αποκατάστασης.

Από την επόμενη όμως και με τα προβλήματα τραυματισμών και φυσικής κατάστασης να έχουν υποχωρήσει, ο Μπάγεβιτς συνθέτει μαζί με το Θωμά Μαύρο, το εντυπωσιακότερο και φονικότερο ίσως δίδυμο επιθετικών στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η παρουσία του – ποδοσφαιριστή – Μπάγεβιτς στην Ένωση, ολοκληρώνεται με την κατάκτηση ενός νταμπλ (1977/78) , ενός πρωταθλήματος (1978/79) και μιας προσωπικής του επιτυχίας, της ανάδειξής του ως πρώτου σκόρερ της Λίγκας τη σεζόν 1979/80 με 25 γκολ.

Η επιστροφή ως προπονητής

Ο Γιουγκοσλάβος αγαπήθηκε και αναγνωρίστηκε από φίλους και αντιπάλους, η δεδομένη του ποδοσφαιρική αξία επιβεβαιώθηκε και στη χώρα μας, κανείς δεν μπορούσε όμως να φανταστεί τι θα επακολουθούσε όσον αφορά τη σχέση του με τον κόσμο της Ένωσης, όταν το 1988 ο έχων το management από την ιδιοκτησία Ζαφειρόπουλου, Στράτος Γιδόπουλος, τον έφερνε στην Ελλάδα ως προπονητή της ΑΕΚ.

Ο Μπάγεβιτς αντιμετωπίζεται περίπου σαν Μεσσίας από τον κιτρινόμαυρο οργανισμό, χαίρει της τυφλής εμπιστοσύνης διοίκησης και κόσμου και η παρουσία του στον πάγκο της ΑΕΚ γίνεται συνώνυμο της εγγυημένης σταθερότητας του συλλόγου.

Όταν αναλαμβάνει την ΑΕΚ, η ομάδα διανύει μια πολύ δύσκολη περίοδο αγωνιστικά και διοικητικά, απέχει από τις υψηλές θέσεις της βαθμολογίας και τις κατακτήσεις τίτλων (με εξαίρεση το Κύπελλο του 1983 κόντρα στον ΠΑΟΚ) και η παρουσία του αυτομάτως μετατρέπεται σε κομβικής σημασίας για τη συνέχεια του ίδιου του συλλόγου. Ο Μπάγεβιτς με πενιχρά μέσα, αλλά παροιμιώδη πίστωση χρόνου και περιβολή εμπιστοσύνης, δημιουργεί μια ομάδα αξιόμαχη και σχετικά ελκυστική. Κατορθώνει μετά από μια σειρά συμπτώσεων και γεγονότων – όπως η θύελλα Κοσκωτά και η περίοδος νεοπλουτισμού του Ολυμπιακού – να στεφθεί πρωταθλητής με την ΑΕΚ από την πρώτη κιόλας σεζόν που κάθισε στην άκρη του κιτρινόμαυρου πάγκου. Αυτό ήταν. Ένας «Πρίγκιπας» γεννήθηκε.

Πλέον εκτός από τη δεδομένη στήριξη λόγω του «θυμικού» και της δεδομένης συμπάθειας απέναντι σε έναν παλαίμαχο – καλό – ποδοσφαιριστή της ομάδας, η ΑΕΚ που πέρασε ουκ ολίγες περιπέτειες αναθέτοντας την τεχνική ηγεσία της ακόμη και σε αμφιλεγόμενους προπονητές όπως ο Νίκος Αλέφαντος, βρίσκει τη νέμεσή της στο πρόσωπο του Ντούσαν Μπάγεβιτς. Η ασυλία στις επιλογές του Γιουγκοσλάβου είναι πρωτόγνωρη, ακόμη και για τις αποτυχίες του δεν θεωρείται υπεύθυνος. Ο κόσμος στρέφεται εναντίον των διοικήσεων, των ποδοσφαιριστών, κατά… παντός υπευθύνου, πλην του «Πρίγκιπα». Η αγάπη του κόσμου της ΑΕΚ και ειδικά των οργανωμένων οπαδών της Ορίτζιναλ 21, είναι κάτι παραπάνω από παθολογική.

Όταν τον ήθελε ο ΠΑΟΚ

Το διάστημα της παρουσίας του στον κιτρινόμαυρο πάγκο και ειδικότερα την τελευταία χρονιά του Στράτου Γιδόπουλου στον Προεδρικό θώκο, ο Μπάγεβιτς δέχεται αλλεπάλληλο pressing για να εγκαταλείψει την τεχνική ηγεσία της ΑΕΚ και να συνεχίσει σε άλλον ελληνικό σύλλογο. Εκείνο που ελάχιστοι γνωρίζουν – και ειδικά εκείνη την εποχή σχεδόν κανείς – είναι ότι ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, λίγο πριν την έλευση της διοίκησης Πρωτοδικείου του Κώστα Γενεράκη στο σύλλογο το 1991, βρέθηκε πραγματικά μια ανάσα από τον ΠΑΟΚ του Θωμά Βουλινού. Ο Βουλινός ήταν ένας καθαρός και ντόμπρος άνθρωπος που με το διακριτικό του ενδιαφέρον και την προσέγγισή του, «ανάγκασε» το Μπάγεβιτς να σκεφθεί για πρώτη φορά στη διάρκεια της θητείας του στην ΑΕΚ, το ενδεχόμενο να αποχωρήσει. Οι συζητήσεις δεν τελεσφόρησαν, ο Γιδόπουλος μετά και από τον ανηλεή αγώνα της Ορίτζιναλ αποχώρησε από την ΑΕΚ και ο Μπάγεβιτς ουσιαστικά μετετράπη σε εμβληματική φυσιογνωμία, πάνω από θεσμούς και αξιώματα.

Ο Μπάγεβιτς αποκτά έρεισμα και εκτός ΑΕΚ, αφού το αριστοκρατικό του παράστημα και τα λίγα λόγια στις συνεντεύξεις Τύπου, επιδοκιμάζονται καθολικά από κοινό και δημοσιογράφους. Ακόμη και άνθρωποι που δεν ασχολούνται με το ποδόσφαιρο, μαθαίνουν να εκτιμούν τον προπονητή Μπάγεβιτς, την παλιά δόξα της ομάδας του Μπάρλου που κάνει το παραμύθι πραγματικότητα. Για μια οκταετία ο Μπάγεβιτς χτίζει έναν απαράμιλλο μύθο στη Νέα Φιλαδέλφεια. Όταν δε, το 1992 πρωτοεμφανίζεται το δίδυμο Μελισσανίδη – Καρρά στα διοικητικά δρώμενα της ΠΑΕ, το feeling του 40χρονου τότε επιχειρηματία με τον 44χρονο τεχνικό της ομάδας είναι η βάση της κατάλληλης χημικής ένωσης για τη «χρυσή» τριετία συνεχόμενων τίτλων της ομάδας.

Απόλυτη εμπιστοσύνη από Μελισσανίδη

Η ΑΕΚ αποδίδει σπουδαίο ποδόσφαιρο, ο Μελισσανίδης ουσιαστικά παρέχει carta blanca στο Σερβο-βόσνιο προπονητή και ο σύλλογος γνωρίζει τη δεύτερη πιο ένδοξη περίοδο της ιστορίας του, μετά την εποχή του Λουκά Μπάρλου. Συνδετικός κρίκος των δύο περιόδων, είναι ο Ντούσαν Μπάγεβιτς: την πρώτη φορά ως ποδοσφαιριστής, τη δεύτερη ως προπονητής. Το 1994 μάλιστα, επί Προεδρίας Μελισσανίδη, ο Γιουγκοσλάβος αποκτά και την ελληνική ιθαγένεια, λογιζόμενος πλέον ως συμπατριώτης μας. Η φιλία Μπάγεβιτς – Μελισσανίδη είναι τόσο ισχυρή, που όμοιά της δεν έχει επανεμφανιστεί στο χώρο του ελληνικού ποδοσφαίρου και ακριβώς εξ αιτίας αυτής της φιλίας δημιουργείται και το απόλυτο συνωμοσιολογικό σενάριο όταν ξεσπάει η θύελλα της μετακόμισης του Σερβο-βόσνιου τεχνικού στον Ολυμπιακό.

Το δίδυμο Μελισσανίδη – Καρρά ήδη από τα μέσα του 1995 αναζητεί την επόμενη ημέρα της εταιρίας και εν τέλει βρίσκει τη διάδοχο κατάσταση στο πρόσωπο του αμφιλεγόμενου επιχειρηματία Μιχάλη Τροχανά. Το feeling Τροχανά – Μπάγεβιτς δεν πλησιάζει ούτε κατά διάνοια εκείνο με το Δημήτρη Μελισσανίδη. Οι Μελισσανίδης-Καρράς αντιμετωπίζουν προβλήματα με τη δικαιοσύνη τη στιγμή που η ΑΕΚ (του Τροχανά και του Μπάγεβιτς) παίζει κατά τεκμήριο το καλύτερο ποδόσφαιρο στην Ελλάδα. Οι σχέσεις όμως του Σερβο-βόσνιου με τον Τροχανά είναι σε οριακά σημεία. Ο Μπάγεβιτς κατηγορεί ανοικτά τον Τροχανά ότι παρεμβαίνει στο έργο του και τον εξωθεί σε παραίτηση, ενώ και οι σχέσεις του με ορισμένους ποδοσφαιριστές βρίσκονται σε οριακό σημείο.

Η κόντρα με Τροχανά

Όπως θα δηλώσει ο ίδιος σε συνέντευξη του, οι ανακοινώσεις Τροχανά τον εκθέτουν ανεπανόρθωτα και αντιλαμβάνεται σε κάποιο δεδομένο χρονικό σημείο ότι «δεν είναι αρεστός» στην οικογένεια της ΑΕΚ. Κάτι τέτοιο ασφαλώς δεν ισχύει, ο κόσμος εξακολουθεί να τον λατρεύει και να τον αποθεώνει σε όλες τις εκφάνσεις της παρουσίας του στην ομάδα. Οι οργανωμένοι στην άτυπη κόντρα τίθενται εμφανέστατα υπέρ του προπονητή και ξεκινούν ανηλεή πόλεμο στον Τροχανά, ο οποίος είναι αλήθεια ότι πρεσβεύει ένα «περίεργο» μοντέλο διοίκησης και αρέσκεται σε παρεμβατισμούς και ανακοινώσεις που εμπεριέχουν βερμπαλισμούς εντελώς ξένους με το χώρο του ποδοσφαίρου.

O Μπάγεβιτς είναι προβληματισμένος και παράλληλα βρίσκεται σε κακή ψυχολογική κατάσταση αφού και ένα επιχειρηματικό άνοιγμα που έκανε εκείνο τον καιρό, δεν πήγε καλά και η οικονομική καταστροφή που υπέστη του στέρησε μεγάλο μέρος από τις οικονομίες που έχτισε με τον «ποδοσφαιρικό» ιδρώτα του. Ο χρόνος άλλαξε, η ΑΕΚ στο χόρτο πήγαινε τραίνο, ο Μπάγεβιτς όμως επέστρεφε σπίτι και ήταν συνοφρυωμένος, απόμακρος και εκνευρισμένος. Η σύζυγός του, Μπέγκα Μπιμπέροβιτς, ένα κορίτσι που αψήφησε τις αντιρρήσεις των μουσουλμάνων γονέων της και τον παντρεύτηκε πριν από 46 ολόκληρα χρόνια στο Μόσταρ, ήξερε ότι ο άντρας της δεν άντεχε άλλο τις παλινωδίες του Τροχανά και για πρώτη φορά βρισκόταν μπροστά σε ένα τρομερό δίλημμα ζωής.

Οι επαφές με τον Κόκκαλη

Ο Σωκράτης Κόκκαλης, ήδη έχει κάνει το «αγροτικό του» στον Ολυμπιακό, έχει πειραματιστεί με διάφορους προπονητές, ξέρει όμως ότι η λύση είναι ο Μπάγεβιτς. Έχει εκφράσει άλλωστε κατ΄ επανάληψη το θαυμασμό και την εκτίμησή του στις ικανότητες του Σερβο-βόσνιου και ξέρει ότι Τροχανά παρόντος, η χαραμάδα που είχε αφήσει ο Μπάγεβιτς συμπεριφερόμενος με ευγένεια στις κατά καιρούς τυχαίες συναντήσεις και προσεγγίσεις τους, έχει μετατραπεί πλέον σε ολόκληρο παράθυρο. Στις 22 Φεβρουαρίου του 1996, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς με άκρα μυστικότητα και με επιχείρηση που θα ζήλευαν και οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, μεταβαίνει στην οικία της οικογένειας Κόκκαλη και μετά από μια ενδελεχή συζήτηση με τον ιδιοκτήτη του Ολυμπιακού, αίρει τους – πολλούς είναι η αλήθεια – ενδοιασμούς και δίνει το λόγο του στον Πρόεδρο του Ολυμπιακού.

Ο Κόκκαλης του έχει αναλύσει το πλάνο για τη γιγάντωση της ομάδας, του παρέχει πλήρη οικονομική στήριξη και του παραδίδει εν λευκώ την ομάδα, περιβάλλοντάς τον με το σεβασμό και την προστασία που αδυνατεί ή αρνείται να του παρέχει ο Τροχανάς. Οι πρώτοι ψίθυροι εμφανίζονται όταν ο Ολυμπιακός μετά τον αποκλεισμό από την ΑΕΚ στο Κύπελλο Ελλάδος, απολύει το Σταύρο Διαμαντόπουλο και διστηρεί το Μελέτη Περσία στον πάγκο του. Ο Περσίας αλλάζει τελείως το αγωνιστικό πλάνο του Ολυμπιακού, ξεκινά να τον παρατάσσει στο χόρτο δίνοντας έμφαση στα άκρα και χαίρει της απολύτου εμπιστοσύνης του Κόκκαλη, ο οποίος διαβεβαίωνει τον κόσμο ότι ο Ολυμπιακός θα προσλάβει τον ιδανικότερο προπονητή και θα σειστεί το ελληνικό ποδόσφαιρο.

Φτάνουμε ήδη στα τέλη Μαρτίου, η ΑΕΚ διαλύει τον ΠΑΟΚ με 4-0 στο «Νίκος Γκούμας» και κυνηγάει από απόσταση αναπνοής τον πρωτοπόρο Παναθηναϊκό που πραγματοποιεί και μεγαλειώδη πορεία στο Champions League. Οι φήμες οργιάζουν και η συζήτηση φουντώνει, όταν μέσα από παραθλητική στήλη πολιτικής εφημερίδας, ο «Κύριος Πρόεδρος» (κατά κόσμον Σωτήρης Πουλόπουλος) είναι ο πρώτος δημοσιογράφος που γράφει ανοιχτά περί συμφωνίας Ολυμπιακού-Μπάγεβιτς, αναφέροντας καθημερινά και λεπτομέρειες της συμφωνίας.

Το ψέμα και η συγγνώμη

Οι ΑΕΚτζήδες ζώνονται με εκρηκτικά εναντίον του Τροχανά, πιέζουν τον ιδιοκτήτη της ΑΕΚ να ανανεώσει το συμβόλαιο του Μπάγεβιτς με όσα λεφτά ζητήσει ο «Πρίγκιπας», ενώ άλλοι εκφράζουν ποικιλλοτρόπως την αγάπη τους στον προπονητή της ομάδας, εκλιπαρώντας τον σχεδόν να διαψεύσει τις φήμες ότι πηγαίνει στον Ολυμπιακό και να παραμείνει στην ΑΕΚ. Η πίεση που δέχεται ο Μπάγεβιτς είναι ανείπωτη, οι εκδηλώσεις λατρείας και αφοσίωσης στο πρόσωπό του από όλες τις ηλικιακές βαθμίδες των οπαδών της ΑΕΚ, ξεφεύγουν πολλές φορές από τα αθλητικά πλαίσια και αγγίζουν περιπτώσεις υποτέλειας και μεταμανιχαϊσμού. Ο Μπάγεβιτς λυγίζει μπροστά στην πίεση και ξεστομίζει μια φράση για την οποία πολλά χρόνια αργότερα μετάνοιωσε και ζήτησε συγνώμη.

«Αν πάρουμε το Κύπελλο θα μείνω» είναι η βαθύτατα φορτισμένη αντίδρασή του όταν ο κόσμος της ΑΕΚ τον πιέζει να παραμείνει στην ομάδα λίγες μέρες μετά την καταστροφική ήττα με 1-0 Μεγάλη Τετάρτη στο ΟΑΚΑ από τον Παναθηναϊκό που ουσιαστικά θα στερήσει τον τίτλο από την Ένωση. Αργότερα, ο Μπάγεβιτς θα κατηγορηθεί σφόδρα για το κοουτσάρισμα και τις αλλαγές του στο ματς, αφού το προσεγγίζει φοβισμένα και ηττάται σε μια κόντρα επίθεση και γκολ του Χουάν Χοσέ Μπορέλι. Ο κουρασμένος Παναθηναϊκός, κερδίζει τη φρέσκια και πυραυλοκίνητη ΑΕΚ και αγκαλιάζει τον τελευταίο του τίτλο πριν την έναρξη της παντοκρατορίας Κόκκαλη στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Η ΑΕΚ δεν έχει χρόνο να ασχοληθεί ούτε με αυτή καθ’ αυτή την ήττα, το μοναδικό και κύριο μέλημα είναι η παραμονή του Ντούσαν στην ομάδα.

Το «διπλό» του Παναθηναϊκού στην Τούμπα αρχές Μαΐου, δίνει οριστικά τέλος στην υπόθεση τίτλος και το Κύπελλο Ελλάδος παίρνει διαστάσεις Αγίου Δισκοπότηρου για την ΑΕΚ, όχι τόσο για να προστεθεί ένας ακόμη εγχώριος τίτλος στο παλμαρέ της ομάδας, όσο για να εκπληρωθεί η «προφητεία» και ο Ντούσαν να παραμείνει στη Νέα Φιλαδέλφεια. Η ΑΕΚ, έχοντας αποκλείσει Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό με εμφατικό τρόπο, δεν συναντά κανένα απολύτως πρόβλημα κόντρα στον Αθηναϊκό, τον οποίο επίσης αποκλείει με συνολικό σκορ 6-0 και περιμένει το νικητή του ζευγαριού ΠΑΟΚ – Απόλλωνα Αθηνών για το μεγάλο τελικό. Η λογική έλεγε ΠΑΟΚ, αφού οι Θεσσαλονικείς είχαν φύγει με το ισόπαλο 1-1 από τη Ριζούπολη και περίμεναν την Ελαφρά Ταξιαρχία στην Τούμπα για τον επαναληπτικό.

Η μοίρα παίζει περίεργα παιχνίδια και ο πολύ καλός Απόλλων εκείνων των χρόνων, έχει στη σύνθεσή του ένα 24χρονο παιδί από την Αλεξανδρούπολη που θα γράψει τη δική του ιστορία στην ΑΕΚ και θα αντικαταστήσει ουσιαστικά το Μπάγεβιτς στις καρδιές των Ενωσιτών: το όνομα αυτού Ντέμης Νικολαΐδης. Με δύο προσωπικά γκολ, ο Νικολαΐδης αποκλείει σχεδόν μόνος του τον ΠΑΟΚ αναγκάζοντας την Τούμπα να υποκλιθεί στο ταλέντο και τις ικανότητές του και να τον χειροκροτήσει θερμά. Ο τελικός Κυπέλλου του 1996 έχει μέσα πιο πολλή ΑΕΚ απ’ όσο φαίνεται: Μπάγεβιτς Vs Νικολαΐδη. Η διαφορά ποιότητας είναι εμφανής, η ΑΕΚ δίνει υπέρ πάντων αγώνα και ο Απόλλων γνωρίζει πρωτοφανή συντριβή για τα δεδομένα του θεσμού και ειδικά για τελικό: τελικό σκορ 7-1 και ενώ θα περίμενε κανείς οι φίλοι της ΑΕΚ να πανηγυρίζουν την κατάκτηση του τροπαίου, η μόνιμη επωδός στο στόμα των οπαδών είναι το σύνθημα που δονεί το ΟΑΚΑ: Ντούσαν ψυχάρα, για πάντα ΑΕΚάρα.

Η προδοσία…

Ο Μπάγεβιτς όμως είναι Σφίγγα, αρνείται να απαντήσει στα ερωτήματα των ρεπόρτερ και σε off the record συζητήσεις, εξηγεί ότι οι δηλώσεις Τροχανά περί παραμονής του στην ΑΕΚ, είναι αποκυήματα της φαντασίας του Mister SòE. Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι δεν τίθεται θέμα παραμονής και η μεγαλύτερη προδοσία στη νεότερη ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι γεγονός. 26 Ιουνίου 1996 και η ΠΑΕ Ολυμπιακός με μια λιτή ανακοίνωση στρίβει το μαχαίρι στην καρδιά των ΑΕΚτζήδων, προσλαμβάνοντας τον Ντούσαν Μπάγεβιτς. Ο κρότος δεν είναι απλώς μεγάλος, αλλά εκκωφαντικός. Το αίσθημα προδοσίας που νοιώθουν οι απανταχού ΑΕΚτζήδες είναι μοναδικό και όμοιό του δεν έχει ξαναυπάρξει μέχρι σήμερα.

Η αλήθεια είναι υποκειμενική σαν την τέχνη. Και το ποδόσφαιρο είναι τέχνη. Η σιγή του ίδιου του Μπάγεβιτς σχετικά με τους λόγους αποχώρησής του από την ΑΕΚ, σίγουρα δεν βοήθησε τη διαλεύκανση του μεγάλου μυστηρίου. Υπήρξε σίγουρα διαφωνία και ρήξη με το Μιχάλη Τροχανά, όπως υπήρξε και δεδομένη κολακεία από πλευράς Κόκκαλη, ο οποίος έκλεισε αυτό το τεράστιο και αδύνατο για πολλούς deal, χρησιμοποιώντας όλα τα διαπραγματευτικά όπλα που διέθετε στη φαρέτρα του. Ίσως υπήρξε και κορεσμός, μπορεί και να ήταν μια απόφαση της στιγμής που απλώς ο Ντούσαν Μπάγεβιτς δεν μπορούσε να ανακαλέσει όταν εκείνο το Φεβρουάριο έτεινε το δεξί χέρι του και το ένωσε με το χέρι του Σωκράτη Κόκκαλη. Ακόμη και σήμερα, σχεδόν 20 χρόνια μετά, οι λόγοι της αποχώρησης Μπάγεβιτς δεν έχουν επεξηγηθεί επαρκώς από καμία εκ των εμπλεκόμενων πλευρών. Το βέβαιο είναι, ότι ο Σερβο-βόσνιος αντιλήφθηκε το μέγεθος του σεισμού που προκάλεσε στην κιτρινόμαυρη οικογένεια, όταν ζήτησε πολλάκις συγνώμη στην τελευταία του επιστροφή ως προπονητής της ΑΕΚ.

Αυτό που δεν συγχωρούν οι ΑΕΚτζήδες στον «Πρίγκιπα», είναι ότι εγκαταλείποντας την ΑΕΚ προσπάθησε να πάρει μαζί του στον Πειραιά εκτός από το Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς και τους Στέλιο Μανωλά και Ηλία Ατματσίδη. Ενδιαφέρον υπήρξε, άγνωστο εάν εκπορεύτηκε από το Μπάγεβιτς ή απλώς η κίνηση έγινε εν γνώσει του Μπάγεβιτς. Το βέβαιο είναι ότι το πρωτάθλημα της σεζόν 1996/97 ξεκίνησε και όλοι απλώς ανέμεναν την 15 αγωνιστική και το ντέρμπι του μίσους. Το απόλυτο ματς, το παιχνίδι της επιστροφής του Πρίγκιπα που έγινε βάτραχος στη Νέα Φιλαδέλφεια είναι προγραμματισμένο για τις 12 Ιανουαρίου του 1997.

Μια ισχυρότατη καταιγίδα πλήττει την Αθήνα, μετατρέποντας το γήπεδο σε θάλασσα. Ο όγκος όμως του μίσους των οπαδών της ΑΕΚ, ξεπερνά και την ίδια τη νεροποντή, θαρρείς και οι Θεοί εισάκουσαν τις ανομολόγητες προσευχές του Σερβο-βόσνιου και το απόλυτο ματς είναι άγνωστο αν θα ξεκινήσει. Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία…

Συνεχίζεται…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ