Νταβίντ Βίγια, ο γενικός γραμματέας των υποτιμημένων ποδοσφαιριστών
Ανακοινώνοντας την αποχώρησή του, ο Νταβίντ Βίγια υπενθύμισε τον κομβικό ρόλο που έπαιξε στην εθνική Ισπανίας και επανέφερε στη μνήμη την ευκολία με την οποία μπορούσε να βάλει την μπάλα στα δίχτυα.
Η περίοδος που στο ποδόσφαιρο μεσουρανούν Λιονέλ Μέσι και Κριστιάνο Ρονάλντο είναι η πιο σημαντική στην ιστορία του παιχνιδιού. Ενδεχομένως όχι υπό την έννοια της προόδου του, μια συζήτηση ατέρμονη, που έχει σχεδόν ίδια επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα. Κι αυτό, όση αμφιβολία κι αν σπέρνει, έχει με τον τρόπο του το μοναδικό του ιδεατού που γίνεται να περιέχεται στην ανθρώπινη κατάσταση. Το πρόβλημα αυτής της εποχής (και ο αληθινός λόγος διαφωνίας με τον Κώστα Μπράτσο στα podcast, σε ό,τι αφορά τη ‘Χρυσή Μπάλα’ κι άλλα βραβεία) είναι ότι ο Μέσι και ο Ρονάλντο καλύπτουν τους υπόλοιπους ποδοσφαιριστές ιστορικά. Η νοσταλγία των μεγαλύτερων και η φαντασία των μικρότερων είναι απαραίτητο όχημα για να συνεχίζεται ο έρωτας για το ποδόσφαιρο.
Φυσικά, η εικόνα είναι το πιο σημαντικό εφόδιο και αυτή είναι που θα κρατήσει τον μύθο ζωντανό. Ωστόσο, η τύχη παίζει μείζονα ρόλο. Όπως στην περίπτωση του Νταβίντ Βίγια, ενός από τους σπουδαιότερους επιθετικούς την πρώτη δεκαετία του μιλένιουμ, που η αστερόσκονη των Μέσι και Ρονάλντο απλώς τον κάλυψε. Προφανώς, όχι στον βαθμό ώστε να μην αναγνωρίζεται το σπουδαίο ταλέντο του, αλλά στο σημείο να μη λογίζεται ως ένας από τους κορυφαίους επιθετικούς του 21ου αιώνα. Ο 37χρονος ποδοσφαιριστής κάνει παρέα με ακόμα έναν ‘αδικημένο’ στη Βίσελ Κόμπε, τον Αντρές Ινιέστα. Ας μην εξαγριώνεται ο αναγνώστης, υπάρχει μια πιθανότητα, όμως, σε 30 χρόνια από τώρα ο Ισπανός να έχει προσομοιαστεί με τον Τζόνι Ρεπ ή τον Βιμ φαν Χάνεγκεμ, δηλαδή τους Ολλανδούς παικταράδες της εποχής του Γιόχαν Κρόιφ. Έχει σκοράρει, βεβαίως, στον τελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου 2010, ωστόσο και ο Μάριο Γκέτσε το έκανε, μάλιστα σε αντικειμενικά πιο συναρπαστικό χρονικό σημείο, το 2014. Ασφαλώς, δεν τίθεται ζήτημα σύγκρισης, παρ’ όλα αυτά ουδείς είναι βέβαιος ότι αυτό θα ισχύει για τον πωρωμένο 12χρονο, που οριακά διαμορφώνει τα ποδοσφαιρικά γούστα του, το 2050.
Μια και ο λόγος για τον Βίγια, τις προάλλες ανακοίνωσε την αποχώρησή του από τη δράση, μετά τη λήξη της σεζόν στην Ιαπωνία. Ένας από τους πιο αποδοτικούς φορ στον πλανήτη, που ο ήχος που έκανε το ραντεβού της μπάλας με τα δίχτυα έγινε η φύση του, η συνήθεια των αυτιών του, ο τρόπος περιπλάνησης στα γήπεδα όλου του κόσμου. Τέτοιος χαρακτηρισμός δεν γίνεται κατ’ ευφημισμόν, καθώς τελειώνει την καριέρα του έχοντας άνω των 0,55 γκολ μέσο όρο ανά παιχνίδι και όντας ο πρώτος σκόρερ στην εθνική Ισπανίας. Για την ακρίβεια, στην ιστορία της εθνικής ομάδας.
Από τις 9 Φεβρουαρίου 2005 έως τις 23 Ιουνίου 2014, όταν έπαιξε ουσιαστικά το τελευταίο παιχνίδι του με την εθνική στο 3-0 επί της Αυστραλίας στο καταστροφικό Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας, αφήνοντας το αποτύπωμά του με ένα μαγευτικό τακουνάκι, τα 59 γκολ σε 98 παιχνίδια βγάζουν έναν καταπληκτικό απολογισμό, αν αναλογιστεί κάποιος ότι ο Φερνάντο Τόρες, φερ’ ειπείν, που σημείωσε 3 γκολ σε 2 τελικούς Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, ολοκλήρωσε την καριέρα του στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα με 38 γκολ σε 110 ματς. Επίσης, είχε τελειώσει με 11 γκολ σε 17 συμμετοχές στην U21. Αλλά αυτά δεν είναι η μόνη συνεισφορά του. Οι 12 ασίστ σε αυτά τα παιχνίδια, σε μία ομάδα που η πάσα ήταν πιο σημαντική από κάθε άλλο συστατικό, τον φέρνουν στην πρώτη θέση και αυτής της κατηγορίας.
Στον Ολυμπιακό θυμούνται τον Βίγια, από τον Σεπτέμβριο του 2006 και το 4-2 της Βαλένθια μέσα στο ‘Γεώργιος Καραϊσκάκης’. Προερχόταν ήδη από ένα φανταστικό Παγκόσμιο Κύπελλο, εκείνο τον χρόνο στη Γερμανία, όταν συστήθηκε ως το ένα δεύτερο μίας καταπληκτικής επίθεσης η οποία έκανε το 3 στα 3 στον όμιλο, πριν καταδικαστεί να παίξει με τη Γαλλία στη φάση των 16. Ο Βίγια είχε σκοράρει δις στο 4-0 επί της Ουκρανίας στην πρεμιέρα και άλλη μία φορά με τους ‘τρικολόρ’, στο ματς που ο Ζινεντίν Ζιντάν θέλησε να επιχειρηματολογήσει προς το ότι δεν σκόπευε να αποχωρήσει από το ποδόσφαιρο τόσο εύκολα. Εκείνο το 1-3 ήταν ψυχρολουσία, αλλά η τελευταία στα χρόνια υψηλής διαύγειας του γεννημένου στο Λανγκρέο της Αστούρια, στις 3 Δεκεμβρίου 1981, φορ.
Το αναφερθέν με τον Ολυμπιακό παιχνίδι είναι ένα παράδειγμα για την επιρροή του. Όση δεν έχουν την καλύτερη δυνατή μνήμη, θα ορκίζονταν πως ο Βίγια είχε βάλει τουλάχιστον 2 γκολ. Δεν σκόραρε, αλλά ήταν η επιρροή του στο παιχνίδι τέτοια. Και μπορεί η άμυνα των ‘ερυθρόλευκων’ να ήταν αργή, όμως ο ίδιος ρεζίλευε την τελευταία ζώνη άμυνας και το τεχνητό οφσάιντ σε οποιαδήποτε ομάδα κι αν έπαιξε:
- Στη Σαραγόσα, η οποία τον είχε αποκτήσει κοψοχρονιά, 3 εκατομμύρια ευρώ, όπου είχε 15 γκολ σε 35 συμμετοχές στη La Liga τη σεζόν 2004-05 και 17 σε 48 συνολικά. Αυτός ο απολογισμός διαδέχθηκε τα 21 σε 46 ματς την αμέσως προηγούμενη περίοδο.
- Στη Βαλένθια, που τον πήρε επίσης πάρα πολύ φτηνά από τη Σαραγόσα, 12 εκατομμύρια ευρώ, το καλοκαίρι του 2005. Ο Βίγια σκόραρε στο ‘Μεστάγια’ όποτε άνοιγε, την πρώτη χρονιά του, με 25 γκολ σε 37 ματς πρωταθλήματος και 26 σε 43 παιχνίδια συνολικά, ευτύχησε να πανηγυρίσει δικό του τέρμα απέναντι στην Μπαρτσελόνα, τη Ρεάλ και την Ατλέτικο. Ο Βίγια οργίασε στις ‘νυχτερίδες’. Είχε τουλάχιστον 20 γκολ κάθε μία από τις 5 χρονιές που έμεινε εκεί (219 αγώνες, 127 γκολ), με κορωνίδα τη σεζόν 2008-09, όταν τελείωσε με 31 γκολ τη σεζόν, αλλά έβαλε 28 σε 31 ματς πρωταθλήματος.
- Ακόμα και στη μεγάλη Μπαρτσελόνα, όπου κατέκτησε το Champions League την περίοδο 2010-11, ήταν καταπληκτικός. Έβαλε 18 γκολ σε 32 ματς της La Liga και τελείωσε με 23 σε 52 παιχνίδια, πετυχαίνοντας 2 τέρματα στο περίφημο 5-0 επί της Ρεάλ Μαδρίτης στις 29 Νοεμβρίου του 2010, το ματς που δύο από τους 50 πιο σημαντικούς ποδοσφαιριστές όλων των εποχών, ο Ινιέστα και ο Τσάβι, εξάρθρωσαν από πολύ νωρίς την άμυνα της Ρεάλ. Με τους Καταλανούς έχει και την υπέροχη ‘μπανάνα’, με την μπάλα σταματημένη ακριβώς στη γραμμή του ψηλότερου σημείου του ημικυκλίου της μεγάλης περιοχής, που ‘κλείδωσε’ το τρόπαιο με τα μεγάλα αυτιά στο 3-1 επί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο ‘Γουέμπλεϊ’. Ένοικος ‘Καμπ Νόου’ έμεινε και τις επόμενες δύο χρονιές και συνολικά έβαλε 48 γκολ σε 119 ματς, κάνοντας και προσωπικό ρεκόρ σε ασίστ (ήταν τόσο εύκολο, άλλωστε), με 24.
- Έπειτα, έπαιξε μία χρονιά στην Ατλέτικο Μαδρίτης (47 αγώνες, 15 γκολ), από την οποία δόθηκε δανεικός για λίγο στην αυστραλιανή Μέλμπουρν Σίτι, πριν φύγει για τη Νιου Γιορκ Σίτι, που σε 126 παιχνίδια σημείωσε 80 γκολ.
- Στην Μπαρτσελόνα, βεβαίως, έζησε και την οδύνη ενός τραυματισμού, στο Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων τον Δεκέμβριο του 2011. Το σπασμένο πόδι, κειμήλιο στο 4-0 με την Αλ Σαντ, του στέρησε την ευκαιρία να πάρει μέρος στο Euro 2012 και να είναι ένας από τους εκλεκτούς ποδοσφαιριστές της Ισπανίας (Ίκερ Κασίγιας, Τσάβι, Ινιέστα, Νταβίντ Σίλβα, Σεσκ Φάμπρεγας, Τόρες οι υπόλοιποι) που θα είχαν συμμετοχή σε κάθε μία από τις διοργανώσεις του θριαμβευτικού ‘τριπλέτε’. Έχασε την ευκαιρία να μεγαλώσει το λογαριασμό του στις μεγάλες διοργανώσεις, που από το 2006 αυξανόταν προοδευτικά: τα 3 γκολ σε εκείνο το Παγκόσμιο Κύπελλο διαδέχθηκαν τα 4 στο Euro 2008, που τον έχρισαν πρώτο σκόρερ της διοργάνωσης και τα 5 στο Παγκόσμιο Κύπελλο 2010, μεταξύ αυτών τα δύο στα ισάριθμα 1-0 με Πορτογαλία και Παραγουάη στη φάση των 16 και τον προημιτελικό αντιστοίχως. Ήταν πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης, μαζί με τους Ντιέγκο Φορλάν, Τόμας Μούλερ και Γουέσλι Σνάιντερ.
Ο πρώτος σοβαρός τραυματισμός του, ως παιδιού, ήταν και ο πιο σημαντικός για την εξέλιξή του. Το ράγισμα στο μηριαίο οστό του δεξιού ποδιού του απλώς ενθάρρυνε τον δικό του φανατισμό για το ποδόσφαιρο και του πατέρα του. Με δεμένο το πόδι, ο Βίγια προπονούταν μόνο με το αριστερό. Το αποτέλεσμα ήταν ένας ποδοσφαιριστής με δύο πόδια πανομοιότυπα, που όταν σούταρε με το αριστερό, δεν μπορούσες να ορκιστείς ότι το δεξί ήταν το καλό του.
Ο Βίγια ήταν ένας φανταστικός επιθετικός. Στο νέο ισπανικό ποδόσφαιρο ήρθε κουτί, αλλά θα μπορούσε να παίξει παντού. Την ώρα που για τους σέντερ φορ ήταν δύσκολο να παίξουν στα πλάγια και για τα… εννιαμισάρια το να έχουν στην πλάτη τους τον αμυντικό, έμοιαζε με εφιάλτη, ο μελαχρινός επιθετικός, με ένα μουσάκι σουρρεαλιστή ζωγράφου συνήθως να κοσμεί το πρόσωπο, έβγαζε μοναδική άνεση σε όλες τις καταστάσεις. Μπορούσε να γυρίσει το κορμί του 180 μοίρες και να εκτελέσει με ακρίβεια στην κίνηση-επιτομή του κλασικού φορ, να φτιάξει παιχνίδι για τους συμπαίκτες του, κάνοντας αιχμηρές διαγώνιες πάσες στο βάθος της περιοχής ή να φτιάξει φάσεις για τον εαυτό του, κόβωντας μια κούρσα προς την ανάποδη πλευρά και εκτελώντας με ένα φαλτσαριστό σουτ στην αντίθετη γωνία άπιαστο, σαν όμορφο όνειρο που δεν προλαβαίνεις να δεις το τέλος.
Στην κυβέρνηση υποτιμημένων ποδοσφαιριστών, ο Βίγια θα ήταν τουλάχιστον γενικός γραμματέας. Είναι εκθαμβωτικά τα ρεκόρ και η συνέπειά του στα γκολ. Από κοψιά, χαμόγελο, πονηριά και εκρηκτικότητα, θα μπορούσε να είναι εκείνος στον οποίο θα απευθυνόταν η πρώτη ‘όλα’ σε ποδοσφαιρικό γήπεδο. Και μπορεί να φύγει χωρίς, εδώ που τα λέμε, να αφήνει εμφανές κενό πίσω του, αυτό που αποκαλείται “θα λείψει στο ποδόσφαιρο”, πάντως οι δρόμοι του ήταν παράλληλοι με την απογείωση και την παρακμή της εθνικής ομάδας. Μπορεί να μη λείψει όσο άλλοι, πάντως την ώρα της γιορτής το γλέντησε όσο λίγοι.
Θα αφήσει ο Λιονέλ Μέσι τον Πάουλο Ντιμπάλα να γίνει βασικός στην Αργεντινή; Η απάντηση στο Pod-όσφαιρο: