Η σκληρή μοίρα των αρχηγών του Ολυμπιακού
Η περίπτωση του Βασίλη Σπανούλη φέρνει στο νου εκείνες των προηγούμενων αρχηγών του Ολυμπιακού. Σχεδόν κανείς δεν σταμάτησε, φορώντας τα ερυθρόλευκα. Εξαίρεση ο Παναγιώτης Φασούλας, που ήθελε όμως να παίξει κι άλλο!
Η υπόθεση του Βασίλη Σπανούλη και ο Ολυμπιακός πάνε μαζί τελευταία. Νομίζω ότι το Contra κάλυψε διεξοδικά το θέμα στις έως τώρα πτυχές του και από την πλευρά του διεθνούς άσου και από την σκοπιά του προπονητή της ομάδας, Γιώργου Μπαρτζώκα. Αυτή τη φορά θα ξεκινήσουμε από τον Βασίλη, αλλά θα πάμε στους προηγούμενους αρχηγούς της ομάδας, για να διαπιστώσουμε κάτι που σίγουρα δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Με εξαίρεση τον Παναγιώτη Φασούλα, ούτε ένας σταμάτησε το μπάσκετ φορώντας τα 'ερυθρόλευκα'. Αλλά κι ο ψηλός, που τώρα ετοιμάζεται να διεκδικήσει την προεδρία της ΕΟΚ, έφυγε ενώ μέσα του ήθελε να παίξει κι άλλο!
Η ιστορία επαναλήφθηκε, άσχετα με τις σχέσεις που κράτησαν στη μετέπειτα ζωή τους, οι μεγάλοι κάπτεν του Ολυμπιακού. Είτε δηλαδή επανασυνδέθηκαν είτε όχι με την ομάδα τους, το τέλος της καριέρας τους δεν συνδυάστηκε απαραίτητα με το 'ερυθρόλευκο' κλαμπ. Άλλοι έφυγαν πικραμένοι, άλλοι όχι, γενικά πάντως δεν ήταν μέσα στη κουλτούρα του Ολυμπιακού να αποχαιρετάει τους αρχηγούς του, ως παίκτες του.
Ο Μάκης Κατσαφάδος ήταν αρχηγός των Πειραιωτών πάρα πολλά χρόνια στην σχεδόν 15ετή καριέρα του στην ομάδα. Στις 6 Απριλίου του 1974, ο Ολυμπιακός υποδεχόταν στο Παπαστράτειο τον Παναθηναϊκό στο καθοριστικό, για την εξέλιξη του πρωταθλήματος της Α' Εθνικής, παιχνίδι. Οι 'πράσινοι' νίκησαν 83-72 με 30 πόντους του Απόστολου Κόντου, με τους Πειραιώτες να έχουν σοβαρά παράπονα από τη διαιτησία των Ευαγγελάτου-Τσολακίδη. Το ντέρμπι που έγινε μέσα σε ιδιαίτερα φανατισμένο κλίμα, το δικτατορικό καθεστώς το είχε αφιερώσει στην... ολυμπιακή ιδέα, ή κάτι άλλο παρόμοιο όσο και πομπώδες. Κι ενώ οι ολυμπιακοί ήταν φουρκισμένοι με τη διαιτησία, ένας από τους χουντεπίσημους απένειμε τις αναμνηστικές πλακέτες στις δυο ομάδες.
Οι παίκτες του Ολυμπιακού σε ένδειξη διαμαρτυρίας δεν πήγαιναν να πάρουν τα μετάλλιά τους και υποχρεώθηκε ο κάπτεν Κατσαφάδος να τα παραλάβει για λογαριασμό όλων.
Όταν τα πήρε στα χέρια του άκουσε τους πάντες να φωνάζουν "πέταξέ τα". Δεν ήθελε και πολύ και τα εκσφενδόνισε στην εξέδρα του Παπαστράτειου. Ο 30χρονος τότε αρχηγός του Ολυμπιακού τιμωρήθηκε πολύ αυστηρά, με δυο χρόνια αποκλεισμό από τα γήπεδα. Όταν η ποινή του τελείωσε είχε ήδη αποχωρήσει από τους 'ερυθρόλευκους' και συνέχισε την καριέρα του σε άλλες ομάδες, σχεδόν για άλλα δέκα χρόνια!
Ο Γιατζόγλου στον ΠΑΟΚ
Ο Στιβ Γιατζόγλου είχε καταφτάσει στον Ολυμπιακό το 1972, σε ηλικία 23 ετών. Η θητεία του στον Πειραιά ήταν αρκετά περιπετειώδης, καθώς το 1978 ύστερα από προσωπικά προβλήματα που του κόστισαν μια ποινή φυλάκισης 14 μηνών (με αναστολή) και ένα ταξίδι στο Ισραήλ, όπου βρέθηκε στο Τελ Αβίβ, σχεδόν σίγουρος ότι θα παίξει στη Χάποελ. Ο Ολυμπιακός δεν είχε συναινέσει, ο Γιατζόγλου επέστρεψε στην Ελλάδα και επανεντάχθηκε στους Πειραιώτες, παίζοντας μέχρι το 1984.
Τότε, εφαρμόστηκε η περίφημη 12ετία. Όποιος παίκτης συμπλήρωνε δώδεκα χρόνια παραμονής στην ίδια ομάδα, έμενε ελεύθερος χωρίς άλλη δέσμευση και μπορούσε να πάει σε σύλλογο της αρεσκείας του. Η χρυσή εποχή του Ολυμπιακού είχε τελειώσει, άρα και η εποχή του Γιατζόγλου στον Πειραιά. Ουσιαστικά η διοίκηση της ομάδας ήξερε ότι δεν μπορούσε να κρατήσει τον παίκτη και η συνάντηση που είχαν μαζί δεν διήρκησε παραπάνω από είκοσι λεπτά. Ο Ολυμπιακός δεν μπορούσε (ή δεν ήθελε) να εξοφλήσει τις οφειλές που είχε προς τον βετεράνο αρχηγό από την προηγούμενη χρονιά, ενώ ήδη ο Γιατζόγλου είχε επαφές με τις κορυφαίες ομάδες της εποχής. Και τον Άρη και τον ΠΑΟΚ.
"Δεν ξέρω γιατί συζητήσαμε. Ο Ολυμπιακός τελείωσε για μένα", έλεγε ο Γιατζόγλου, ενώ και ο έφορος Πέτρος Χατζηκώστας προετοίμαζε τον κόσμο της ομάδας: "Θα 'ναι δύσκολο να συνηθίσουμε τον Ολυμπιακό χωρίς τον Γιατζόγλου". Στις 10 Ιουλίου 1984, ο αρχηγός της 'ερυθρόλευκης' ομάδας έβαλε τέλος στα 12 χρόνια που έπαιξε στον Πειραιά (2 πρωταθλήματα, 4 Κύπελλα συμμετοχή στην τελική φάση των "6" του Κυπέλλου Πρωταθλητριών) και γύρισε σελίδα.
Λίγες μέρες αργότερα συναντιόταν με τον Νίκο Βεζυρτζή και έναντι 3.6 εκατομμυρίων δραχμών, συμφωνούσε να φορέσει τη φανέλα του ΠΑΟΚ, απορρίπτοντας την πρόταση του Ηλυσιακού, που μόλις είχε συμφωνήσει με τον Γιώργο Καστρινάκη. Στον Ολυμπιακό θα επέστρεφε μερικά χρόνια αργότερα με την ιδιότητα του προπονητή.
Τιμής ένεκεν για τον τίμιο γίγαντα
Ο Αργύρης Καμπούρης ήταν ο εμβληματικός αρχηγός του Ολυμπιακού τα επόμενα χρόνια. Όσα δεν έζησε στο μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του στον Πειραιά, πρόλαβε να τα βιώσει στο τελείωμα της πορείας του στο λιμάνι. Το 1990, βέβαια, καθώς οι 'ερυθρόλευκοι' παλινδρομούσαν για μια ακόμη χρονιά στη μετριότητα είχε ζητήσει μεταγραφή για τον ΠΑΟΚ. Οι Θεσσαλονικείς είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον για τον διεθνή σέντερ, που έβλεπε τα χρόνια να περνούν, χωρίς η ομάδα του να κάνει κάτι το σημαντικό.
"Πιστεύω ότι είναι καιρός να αλλάξω κλίμα και παραστάσεις. Να ανανεωθώ. Όσο να 'ναι 11 χρόνια στην ίδια ομάδα τα θεωρώ αρκετά", έλεγε ο Αργύρης, που συζητούσε με τον ΠΑΟΚ "μια ομάδα η οποία ενδιαφέρεται για μένα", όπως ο ίδιος διευκρίνιζε. Ο Ολυμπιακός δεν ενέδωσε και για καλή του τύχη ο 'τίμιος γίγαντας' παρέμεινε στον Ολυμπιακό. Ένα χρόνο αργότερα, θα ξεκινούσε μια διαφορετική εποχή και ο Καμπούρης πρόλαβε να σηκώσει μέσα σε αποθέωση τρία τρόπαια πρωταθλητή και ένα Κυπελλούχου Ελλάδος.
Ο Αργύρης έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην πρώτη σεζόν του Γιάννη Ιωαννίδη, στη συνέχεια άρχισε να παίζει λιγότερο, ήταν όμως παρών στις μεγάλες στιγμές της έκρηξης και είχε την τιμή να σηκώσει πρώτος τα τρόπαια που πήρε ο Ολυμπιακός. Στην πρώτη απονομή το 1993, έστω κι αν ο Παναθηναϊκός δεν είχε κατέβει στο ΣΕΦ για τον τελευταίο τελικό, το τρόπαιο του πρωταθλητή που ο Ολυμπιακός είχε να πάρει 15 ολόκληρα χρόνια (από το 1978) το σήκωσαν μαζί και 15.000 κόσμος που είχε γεμίσει το Ειρήνης και Φιλίας.
Ο Καμπούρης είχε ξεκινήσει να παίζει μπάσκετ στα τμήματα υποδομής του Ολυμπιακού, στην εποχή της χρυσής ομάδας της δεκαετίας του '70. Με εξαίρεση τη σεζόν 1980-81 όταν πήγε στη Γλυφάδα, για να αποκτήσει εμπειρίες, πέρασε σχεδόν όλα τα χρόνια του στον Ολυμπιακό. Το καλοκαίρι του 1995, μετά την κατάκτηση του τρίτου συνεχόμενου τίτλου, η ΚΑΕ (τότε ΤΑΚ) Ολυμπιακός ανακοίνωσε την αποδέσμευσή του τιμής ένεκεν. Μπορούσε να πάει σε οποιαδήποτε ομάδα επιθυμούσε με τους 'ερυθρόλευκους' να εγγυώνται και την καταβολή των χρημάτων του τελευταίου χρόνου του συμβολαίου του.
Ο άνθρωπος που με τις δυο ελεύθερες βολές χάρισε στην Ελλάδα το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ '87, έπαιξε με το Περιστέρι του Ντράγκαν Σάκοτα, στη σεζόν 1995-96 και είπε "αντίο μπάσκετ" σε ηλικία 34 ετών. Αργότερα επανήλθε στον Ολυμπιακό, αναλαμβάνοντας ρόλο στα τμήματα υποδομής της ομάδας που υπηρέτησε 13 χρόνια.
Ο Σιγάλας φεύγει για Μιλάνο
Τον Αργύρη Καμπούρη διαδέχθηκε στη θέση του αρχηγού, ο Γιώργος Σιγάλας. Κι αυτός γέννημα θρέμμα του Ολυμπιακού, 'παιδί' του Ιωαννίδη, που δεν δίσταζε ακόμη και να χειροδικεί εναντίον του, αν έβλεπε ότι μέσα στο γήπεδο δεν ακολουθούσε τις εντολές του. Ο 'Ράμπο', όπως ονομάστηκε λόγω της σωματοδομής του, έγινε σύμβολο του νέου Ολυμπιακού, αφού προερχόταν από τα σπλάχνα της ομάδας και από τα πέτρινα χρόνια, είχε φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης.
Η έμπνευση να φωνάξει "το πρώτο", όταν ο Ολυμπιακός κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδας το 1997 ήταν μοναδική. Γιατί ακολούθησαν τόσο το δεύτερο (η αστραφτερή Ευρωλίγκα της Ρώμης) όσο και το τρίτο (το πρωτάθλημα). Ένα ιστορικό τριπλ-κράουν, με τον Σιγάλα να σηκώνει υπερήφανος και τα τρία τρόπαια. Ο τέταρτος τελικός με την ΑΕΚ, όμως, ήταν και ο τελευταίος του με τον Ολυμπιακό.
Στη διάρκεια της σεζόν 1996-97, Ολυμπιακός και Σιγάλας δεν είχαν καταλήξει σε συμφωνία για την ανανέωση του συμβολαίου του και το καλοκαίρι, επικυρώθηκε ό,τι τον χειμώνα είχε διαφανεί. Οι δρόμοι χώριζαν οριστικά, με τον διεθνή άσο (στα ντουζένια του τότε, καθώς ήταν 26 ετών) να μετακομίζει στην Ολίμπια Μιλάνου και να αποχαιρετά τον Ολυμπιακό με μια ανοιχτή επιστολή, στην οποία μεταξύ άλλων υπογράμμιζε: "Έχω ήσυχη τη συνείδησή μου, ξέρω τι έκανα για να μείνω, όπως επίσης οι άνθρωποι του Ολυμπιακού γνωρίζουν πολύ καλά τι (δεν) έκαναν για να με κρατήσουν".
Ο Γιώργος Σιγάλας συνέχισε την καριέρα του παίζοντας ακόμη δέκα χρόνια. Μέχρι στιγμής δεν έχει συνεργαστεί ποτέ με τον Ολυμπιακό. Ποτέ δεν είναι αργά, βέβαια.
Ο αποχαιρετισμός στον Φασούλα
Δυο καλοκαίρια αργότερα (το 1999) ο Ολυμπιακός ξαναπερνούσε στα χέρια του Γιάννη Ιωαννίδη. Η εποχή Ίβκοβιτς ολοκληρωνόταν και ο 'ξανθός' επέστρεφε, αισιόδοξος ότι θα έφτιαχνε ξανά μια μεγάλη ομάδα. Την ίδια ώρα, ο Παναγιώτης Φασούλας στα 36 του χρόνια αποφάσιζε να πει 'αντίο' στο μπάσκετ. Ο -για δυο χρόνια- αρχηγός των 'ερυθρολεύκων' έχοντας και ένα τραυματισμό στο πόδι, ένιωθε να παραμερίζεται σιγά-σιγά καθώς ο Ντούσαν Ίβκοβιτς τον χρησιμοποιούσε ολοένα και λιγότερο.
Αν και ο ίδιος στα μέσα της σεζόν δήλωνε ότι νιώθει σαν 18άρης, πέρασε δύσκολες ώρες στον πάγκο και πήρε τη μεγάλη απόφαση να αποχωρήσει, μετά από συνάντηση που είχε με τον Σωκράτη Κόκκαλη. Ο Ολυμπιακός οργάνωσε μια μεγάλη συνέντευξη Τύπου, με προσκεκλημένους όλους τους συνοδοιπόρους του Παναγιώτη στην Εθνική Ομάδα, και τον ίδιο τον διεθνή άσο να δηλώνει: "Δεν αισθάνομαι άσχημα που βάζω την τελεία. Φεύγω, πλέον, από τους μικρούς και πάω στους μεγάλους, αν και έξω από το γήπεδο κι εγώ μικρός νιώθω".
Ο Σωκράτης Κόκκαλης, που καθόταν δίπλα του θα σχολιάσει με τη σειρά του: "Χάνουμε ένα μεγάλο παίκτη, κερδίζουμε όμως ένα νέο συνεργάτη" προοιωνίζοντας την συνεργασία μαζί του από άλλο πόστο.
Η αλήθεια είναι ότι ο 'Πάνυ' ναι μεν εμφανίστηκε στην πρώτη της ομάδας, για να χαιρετήσει τους πρώην συμπαίκτες του, ωστόσο λίγους μήνες αργότερα συμπεριλαμβανόταν στα ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ, κατεβαίνοντας σαν υποψήφιος στις εκλογές του 2000 όταν και εξελέγη (πρώτος σε ψήφους) στον Πειραιά.
Πολλά χρόνια αργότερα θα μου εκμυστηρευόταν ότι η ανάμιξή του με την πολιτική ήταν ένα λάθος και ότι εκείνο το καλοκαίρι "όταν ξανάρθε ο Ιωαννίδης, επί της ουσίας είχα να παίξω ένα χρόνο γιατί με είχε παραγκωνίσει ο Ίβκοβιτς και δύσκολα ο «ξανθός» θα με εμπιστευόταν. Ποιος θα το έκανε άλλωστε, με ένα παίκτη που ήταν 36 χρονών και προερχόταν από τραυματισμό. Έτσι αποφάσισα να σταματήσω, ενώ ήθελα να παίξω! Και ξέρεις κάτι; Θα έκανα την καλύτερη χρονιά μου. Είχα τόση λύσσα να παίξω και να αποδείξω για μια ακόμη φορά ότι ο Ίβκοβιτς είχε κάνει λάθος".
Και ο Μίλαν Τόμιτς έφυγε!
Στο μυαλό όλων ο Μίλαν Τόμιτς ήταν από πάντα και για πάντα στον Ολυμπιακό. Κι όμως, ο αιώνιος αρχηγός, δεν σταμάτησε την καριέρα του στους 'ερυθρόλευκους'. Ο Μίλαν έφτασε στον Πειραιά αμούστακο παιδί και έζησε μια συναρπαστική 20ετία. Τα είδε όλα, τα έζησε όλα και τα έκανε όλα ο άνθρωπος που ο Γιάννης Ιωαννίδης τον επέλεξε γιατί "έμοιαζε στον εαυτό μου".
Αρχηγός της ομάδας από το 1998 και μετά αξιώθηκε να σηκώσει ένα τρόπαιο (το 2002, το Κύπελλο Ελλάδας) ήταν, όμως, ένας από τους πρωταγωνιστές της μεγάλης ομάδας στη δεκαετία του 90 και ο μοναδικός που απέμεινε μέχρι την παρακμή της στον Κορυδαλλό. Όπως όλοι οι παίκτες που περνούν τα χρόνια, αλλά νιώθουν ακόμη ικανοί να βρίσκονται στα γήπεδα, ο Μίλαν δεν ήθελε να σταματήσει το μπάσκετ, παρότι στο τέλος της σεζόν 2003-04, δέχθηκε την πρόταση του Σωκράτη Κόκκαλη να γίνει παίκτης-προπονητής.
Η διαφωνία προέκυψε το επόμενο καλοκαίρι, όταν ο κόουτς Μίλαν ήθελε τις απολαβές του παίκτη Τόμιτς. Ο Κόκκαλης, που είχε αρχίσει να αποχωρεί σταδιακά από το μπάσκετ αρνήθηκε, ο Μίλαν ξαναγύρισε σαν παίκτης και... βρέθηκε στην Ιταλία (στην Ντέζιο, που κοούτσαρε ο Λευτέρης Σούμποτιτς).
Ο Τόμιτς έπαιξε και στον Κολοσσό Ρόδου (δυο αγώνες, τον Ιανουάριο του 2006, ο ένας μάλιστα εναντίον του Ολυμπιακού) ένιωσε όμως ότι πλέον τα πόδια του δεν ακολουθούσαν το κεφάλι. Στον αγώνα με τον Απόλλωνα Πάτρας, είπε στους συμπαίκτες και στον Γιώργο Ζευγώλη ότι αποχωρεί. Ο ίδιος είχε περιγράψει ως εξής τον τελευταίο του χρόνο στον Ολυμπιακό: "Μου ζητήθηκε κάτι κι εγώ ήμουν στρατιώτης του Ολυμπιακού. Δεν είναι εύκολο να αρνηθείς στον Σωκράτη Κόκκαλη κι έγινα προπονητής. Δύσκολο, αλλά το έκανα. Ο επαγγελματισμός δεν υπάρχει σε αυτή την περίπτωση παρά μόνο το συναίσθημα. Μετά το καλοκαίρι είπαμε να γίνω πάλι παίκτης. Το συμβόλαιό μου ως παίκτη ίσχυε έως ότου μου ζητήθηκε να υπογράψω λύση της συνεργασίας. Έγιναν κάποια πράγματα, μπορώ να υποθέσω πολλά. Τελικά έφυγα όχι πικραμένος αλλά ικανοποιημένος διότι ο Ολυμπιακός μου πρόσφερε μία καλύτερη ζωή".
Η αλήθεια είναι ότι ο Τόμιτς έφυγε ψυχραμένος από τον Πειραιά, η καρδιά του, όμως, ήταν αφιερωμένη στον Ολυμπιακό και το 2008, προστέθηκε στο τιμ των προπονητών της ομάδας δίπλα στον Παναγιώτη Γιαννάκη. Ο Σέρβος έμεινε δέκα χρόνια, ήταν συνεργάτης όλων όσων πέρασαν από τον πάγκο μέχρι το 2018, έζησε ξανά τις μεγάλες στιγμές (με τις δυο συνεχόμενες Ευρωλίγκες και τα πρωταθλήματα) και αποχώρησε πλήρης παραστάσεων και τίτλων το 2018, όταν ανέλαβε τις τύχες του Ερυθρού Αστέρα.
Είχε προλάβει να πει και την κορυφαία ατάκα το 2014, τότε που αντικατέστησε για λίγο τον Γιώργο Μπαρτζώκα, μετά από μια ερώτησή μου: "Τελειώνει ο Ολυμπιακός; Δεν τελειώνει"!
Ο πιο άτυχος αρχηγός
Ο Παναγιώτης Βασιλόπουλος ήταν ίσως ο πιο άτυχος αρχηγός του Ολυμπιακού, αν αναλογιστεί κανείς όλα όσα του έτυχαν στην διάρκεια της καριέρας του. Όσοι θυμούνται την έκφραση του προσώπου του στον ημιτελικό του φάιναλ-φορ το 2009 ξέρουν. Ένα βράδυ πριν σφάδαζε από τους πόνους στη μέση και μαζί με τον ασθενή Μπουρούση ήταν τα δυο ξαφνικά προβλήματα που αντιμετώπιζε ο Παναγιώτης Γιαννάκης πριν από το τζάμπολ με τον Παναθηναϊκό.
Ήταν το ξεκίνημα ενός σερί τραυματισμών, που άλλον αθλητή θα τον είχαν βγάλει νοκ-άουτ. Το ευτύχημα είναι ότι ο Παναγιώτης, βετεράνος πλέον, συνεχίζει και μπάσκετ στο υψηλό επίπεδο, έχοντας κερδίσει ακόμη και τους τραυματισμούς αλλά και τη μεγάλη ατυχία του.
Το 2012 στην Κωνσταντινούπολη ο Βασίλης Σπανούλης τον κάλεσε, μαζί με τον Γιώργο Πρίντεζη, να σηκώσουν μαζί το τρόπαιο της Ευρωλίγκας, που ο Ολυμπιακός είχε κατακτήσει με μυθιστορηματικό τρόπο! Το τέλος της σχέσης του με τους 'ερυθρόλευκους' δόθηκε και με ένα δικαστικό συμβιβασμό για τις όποιες οφειλές απέναντί του.
Το πεπρωμένο του Παπαλουκά
Ο Θοδωρής Παπαλουκάς έφυγε το 2002 από τον Ολυμπιακό, ενώ οι 'ερυθρόλευκοι' πλήρωναν ακόμη τις δόσεις της μεταγραφής του από τον Πανιώνιο, για τα επόμενα δυο χρόνια! Έχοντας αποχωρήσει με σκληρό τρόπο, θα πίστευε κανείς ότι θα έριχνε μαύρη πέτρα πίσω του. Όμως το πεπρωμένο του, όπως ο ίδιος είχε παραδεχθεί, ήταν η ομάδα του Πειραιά.
Έχοντας ζήσει τα πάντα με την ΤΣΣΚΑ, όπως ο ίδιος έχει παραδεχθεί "το κίνητρο να πάρω ένα πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό ήταν τεράστιο". Ο Θοδωρής δεν έκρυψε ποτέ τα αισθήματά του για την 'ερυθρόλευκη' ομάδα: "Ήμουν οπαδός του και ακόμα είμαι και θα είμαι. Ο Ολυμπιακός μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω στην Euroleague. Γι' αυτό επέστρεψα μετά, γιατί είμαι περήφανος που είμαι Ολυμπιακός και σέβομαι και καταλαβαίνω πόσο με βοήθησε στο να αλλάξω το επίπεδο μου και να πάω ψηλά".
Τίτλο πήρε ο Θοδωρής, όχι όμως το πρωτάθλημα, αλλά δυο Κύπελλα (2010 και 2011) παίζοντας και στον τελικό της Ευρωλίγκας το 2010. Ήταν 34 ετών στην τελευταία του χρονιά με τους 'ερυθρόλευκους', όταν η ομάδα του έφτασε κοντά και στην κατάκτηση του πρωταθλήματος. Κοντά στην πραγματοποίηση του παιδικού ονείρου. Οι δυο χαμένες βολές στον τελευταίο τελικό με τους 'πράσινους' ήταν ένα βάρος που δεν το ξεπέρασε ποτέ.
Κανονικά θα έπρεπε κι ο 'Τεό' να σταματήσει με τον Ολυμπιακό. Δεν ήταν γραφτό, ωστόσο. Ο διεθνής πλέι-μέικερ αποχώρησε ξανά, ενώ ήταν ακόμη ενεργός μπασκετμπολίστας. Πέρασε από τη Μακάμπι, δεν στέριωσε στο Τελ Αβίβ και εν τέλει γύρισε, όπως είπε, στο σπίτι του. Όχι στον Πειραιά, αλλά στη Μόσχα και στην ΤΣΣΚΑ στην οποία επέστρεψε και έκλεισε την καριέρα του τη σεζόν 2012-13. Έπαιξε μάλιστα και στο φάιναλ-φορ, όπου ο Ολυμπιακός κέρδισε τη δεύτερη συνεχόμενη Ευρωλίγκα!
Λίγο νωρίτερα και η δική του υπόθεση είχε κλείσει εξωδικαστικά, γιατί και στην δεύτερη αποχώρηση του υπήρχε, εν τέλει, μια εκκρεμότητα η οποία ρυθμίστηκε με συμβιβασμό.