Ένας αποχαιρετισμός στον Αντώνη Λάνθιμο
Ο Γιάννης Φιλέρης γράφει για τον Αντώνη Λάνθιμο, που δεν ήταν απλά ο πατέρας του Γιώργου, του διάσημου σκηνοθέτη, αλλά μια μεγάλη μορφή του Παγκρατίου και του ελληνικού μπάσκετ.
Έσβησε το τσιγάρο του, ήπιε μια τελευταία γουλιά από το ποτό του, έκλεισε το μάτι και έφυγε. Ο Αντώνης Λάνθιμος, πολύ πριν ο γιος του, Γιώργος, κάνει διάσημο το όνομα της οικογένειας, είχε γράψει χιλιόμετρα και μια ξεχωριστή διαδρομή στο ελληνικό μπάσκετ. Η ‘γοργόνα’ του Παγκρατίου, μας αποχαιρέτησε την Παρασκευή και πήγε να συναντήσει τον Άρη Ραφτόπουλο, τον Τάκη Μάγλο, τον Στράτο Χουσέα, τον Μιχάλη Παπαλαζάρου και πάνω απ’ όλους τον κύριο καθηγητή, τον οραματιστή παράγοντα, Νότη Μαστρογιάννη.
Γεννημένος το 1946, ο Αντώνης Λάνθιμος, ήταν ένα από τα βασικά στελέχη του ΑΟ Παγκρατίου, που στη δεκαετία του ’60 και του ’70, κατέκτησε τρεις φορές την τρίτη θέση στο πρωτάθλημα της Α’ Εθνικής. Μια ξεχωριστή μορφή, ένας γκαρντ-φόργουορντ (ελ … όπως έλεγαν τότε) κοντά στα δύο μέτρα, που εντυπωσίαζε με τις πλαστικές κινήσεις του κοντά στο καλάθι και δημιουργούσε ένα αξεπέραστο δίδυμο με τον ισοϋψή του, Τάκη Μάγλο ο οποίος έπαιζε σέντερ. Οι αντίπαλοι ήταν πολύ δύσκολο να σταματήσουν το Παγκράτι, με την πολύ ψηλή πεντάδα την οποία συμπλήρωναν ο Αντώνης Γούναρης, ο Νίκος Σισμανίδης και ο ζογκλέρ Αλέκος Κοντοβουνήσιος. Στην παρέα προστέθηκε λίγο αργότερα ο νεαρότερος Άρης Ραφτόπουλος.
Μια ομάδα-δημιούργημα του Νότη Μαστρογιάννη, που περιδιάβαινε τις παιδικές χαρές και τον Φωκιανό, μαζεύοντας τα μεγαλύτερα ταλέντα της περιοχής για να φορέσουν την κοκκινόμαυρη εμφάνιση του ΑΟΠ.
Βοηθώντας τους ακόμη και στα μαθήματα του Γυμνασίου, ο οραματιστής παράγοντας, βλέπει στο ξεκίνημα της Α’ Εθνικής (το 1963) ότι γύρω από τον Κοντοβουνήσιο, που μόλις είχε επιστρέψει από τον Τρίτωνα, μπορεί να χτιστεί μια σπουδαία ομάδα. Όπερ και εγένετο.
(Ο Αντώνης Λάνθιμος σε μια από τις τελευταίες εξόδους του. Αριστερά ο Άρης Ραφτόπουλος που έφυγε τον περασμένο Ιούνιο και στη μέση ο Νίκος Τσοσκούνογλου)
Ο Λάνθιμος ήταν ένα από τα εξέχοντα στελέχη αυτής της ομάδας. Η ικανότητά του να σκοράρει με κάθε τρόπο, έμεινε στην ιστορία. Κρύβει την μπάλα και τη βάζει στο καλάθι, έχοντας σπεσιαλιτέ τα διαβολικά μπασίματα, που λόγω της σωματικής του διάπλασης ήταν αδύνατο να σταματήσει οποιαδήποτε άμυνα.
Η ικανότητα του Νίκου Σισμανίδη να παίρνει το ριμπάουντ και να πασάρει από τη μια άκρη του γηπέδου στην άλλη, αξιοποιήθηκε από το Παγκράτι καθώς ο Λάνθιμος γινόταν συνήθως αποδέκτης αυτής της πάσας και τελείωνε τις φάσεις με αυτοκρατορικό ντράιβ. Όταν δεν έπαιρνε την μπάλα ο Λάνθιμος, αναλάμβανε δράση ο Μάγλος, πολύ αποτελεσματικός σέντερ (παρότι 1.95) και με ένα ιδιαίτερο σουτ (σαν τις μπομπίτες του Ναβάρο). Πολλές φορές ο Λάνθιμος, επειδή ήταν ψηλός περιφερειακός, τραβούσε πάνω τους αντιπάλους τους, αφήνοντας στον Μάγλο ελεύθερο το πεδίο. Ο Αντώνης ήταν εξαιρετικό δίδυμο και με τον Αλέκο Κοντοβουνήσιο, που μέσα στο γήπεδο μπορούσε να εκπλήξει ακόμη και τον εαυτό του.
> Το 1965, το Παγκράτι τερματίζει πίσω από ΑΕΚ και Άρη με ρεκόρ 12-6. Ο Λάνθιμος σημειώνει 422 πόντους (μ.ο 23.4π) και ο Κοντοβουνήσιος 410. Η επίθεση του ΑΟΠ πετάει φωτιές.
> Μια χρονιά αργότερα ο Λάνθιμος (413π), έχει παρτενέρ τον Τάκη Μάγλο (447π) με το Παγκράτι να τερματίζει στην 7η θέση.
> Στην καλύτερη σεζόν του (1967-68) σκοράρει 617 πόντους (26.8π) και αναδεικνύεται δεύτερος σκόρερ του πρωταθλήματος πίσω από τον Γιώργο Αμερικάνο (694π).
Το Παγκράτι εντυπωσιάζει όλο τον κόσμο της (τότε) μικρής οικογένειας της πορτοκαλί μπάλας, κυρίως για το μπάσκετ που παίζει. Το 1969 τερματίζει πάλι στην τρίτη θέση με ρεκόρ 15-7, μπροστά από Άρη και Ολυμπιακό. Μόνο η ΑΕΚ και ο Παναθηναϊκός, οι υπερομάδες της εποχής. Δυο χρόνια αργότερα, ισοβαθμεί στην τρίτη θέση με τον Ολυμπιακό, πίσω από ‘πράσινους’ και ‘κίτρινους’. Ο Λάνθιμος είναι δεσπόζουσα φυσιογνωμία της ομάδας που έχει σαν έδρα το ανοιχτό γηπεδάκι του Μετς.
Στην Εθνική Ομάδα, ο Λάνθιμος είχε 9 συμμετοχές ενώ παράλληλα με το μπάσκετ, έπαιζε και βόλεϊ. Ήταν εξαιρετικός πετοσφαιριστής, σε μια εποχή που αρκετοί αθλητές συνδύαζαν τα δυο σπορ.
Στο Παγκράτι έμεινε μέχρι το 1977, δίνοντας τη σκυτάλη στην επόμενη γενιά, ενώ ο ίδιος ανέλαβε πολλές φορές (εναλλασσόμενος με Άρη Ραφτόπουλο και Νίκο Σισμανίδη) χρέη προπονητή του ΑΟΠ. Εργάστηκε και στους γείτονες της Καισαριανής, τη Νήαρ Ηστ, την οποία το 1985 ανέβασε στην Α Εθνική με την ιστορική νίκη επί του Ηλυσιακού (62-59).
Ο ωραίος Αντώνης, ήταν μπον-βιβέρ της εποχής του, είχε παντού φίλους και θα λείψει πολύ από τις συγκεντρώσεις που διοργανώνουν κατά καιρούς οι παλαίμαχοι μπασκετμπολίστες. Τον τελευταίο καιρό ήταν πολύ αδύναμος, με πρόβλημα στο αναπνευστικό, το οποίο στην αρχή το πήρε αψήφιστα, αλλά στο τέλος του δυσκόλευε πάρα πολύ τη ζωή. Ο θάνατος, όσο βαρύ κι αν ακούγεται, τον λύτρωσε από το βάσανο μιας ανυπόφορης καθημερινότητας.
Οι περισσότεροι, πάντως, ήθελαν και θέλουν να τον θυμούνται όμορφο και αέρινο. Όπως τον γνώρισαν στα γήπεδα του μπάσκετ, να σκοράρει, να χαμογελάει και να… κερνάει το επόμενο ουίσκι.
H κηδεία του Αντώνη Λάνθιμου θα τελεστεί τη Δευτέρα 28/1 στο νεκροταφείο του Βύρωνα στις 13.30.