ΣΠΟΡ

Ο Μπράντλι Ουίγκινς δεν θέλει να ακούει για ποδηλασία

Ο Sir Μπράντλι Ουίγκινς δεν δίνει μία για την ποδηλασία. Ο πέντε φορές χρυσός Ολυμπιονίκης δεν νοιάζεται για το παρελθόν. Μόνο για το μέλλον. Και σε αυτό βλέπει τον εαυτό του να βοηθά ανθρώπους που 'χουν ανάγκη. Ανθρώπους σαν κι αυτόν.

Ο Μπράντλι Ουίγκινς δεν θέλει να ακούει για ποδηλασία

Φόρεσε πέντε χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια. Υπάρχει μεταξύ των νικητών του πιο απαιτητικού event της ποδηλασίας (βλ. Γύρος Γαλλίας). Από τα 12 έως τα 36 “τo μόνο που ήξερα ήταν η ποδηλασία”. Από το 0 έως τα 12 είχε μάθει πως η ζωή δεν είναι αυτό που ονειρεύεσαι, αλλά αυτό που ‘χεις. Και κάποιες φορές αυτό που ‘χεις είναι ό,τι άλλο πέρα από όνειρο. Για αυτό και στα 39 ο Sir Μπραντ Ουίγκινς αποφάσισε να γίνει φοιτητής, να ασχοληθεί με την κοινωνιολογία και να βοηθήσει ανθρώπους που μεγάλωσαν όπως αυτός -για να τους σώσει από τους δικούς του εφιάλτες.

Όταν, ως παιδί, νιώθεις βίαιη αποκοπή (από θάνατο ή εγκατάλειψη), στη συνέχεια της ζωής σου αρνείσαι να αποχωριστείς ό,τι υπάρχει σε αυτή. Ακόμα και όταν κάτι είναι επιζήμιο. Άπαξ και το νιώσεις δικό σου, νιώσεις πάθος με κάτι, δεν σταματάς, πριν το τερματίσεις. Με ό,τι συνεπάγεται αυτού. Στην περίπτωση του Ουίγκινς ήταν ο αλκοολισμός.

O πρώτος Βρετανός που νίκησε το Γύρο της Γαλλίας (το 2012 και στη συνέχεια φόρεσε για πρώτη φορά χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο) ενημέρωσε το 2015, μέσω του BBC Radio 4  ότι χρωστά αυτό που είναι στη μητέρα του. Πρόσθεσε και ότι ο πατέρας του ήταν ο λόγος που ασχολήθηκε με την ποδηλασία. Για την ακρίβεια, η απουσία αυτού.

“Το ότι δεν είχα τον πατέρα μου κοντά μου με έκανε καλύτερο άνθρωπο”

Ο Γκάρι Ουίγκινς, ο οποίος δεν είναι εν ζωή ήταν επαγγελματίας Αυστραλός ποδηλάτης, ο οποίος μετακόμισε στην Ευρώπη τη δεκαετία του ’70. Επέστρεψε στην πατρίδα του, αφότου χώρισε με τη μητέρα του Μπραντ, Λίντα. Τότε ζούσαν στο Βέλγιο όπου έκανε καριέρα ο σύζυγος της. Ο Μπραντ ήταν 2 χρόνων. Ο Γκάρι χρησιμοποιούσε τις πάνες του μωρού του, για να βάλει στο Βέλγιο τις αμφεταμίνες που διακινούσε. Ήταν χρήστης ουσιών (ναρκωτικών και αλκοόλ), είχε βίαια ξεσπάσματα εις βάρος της Λίντα, ενώ έβγαζε λεφτά και με τσακωμούς στο δρόμο. Όλα αυτά τα έμαθε πολύ αργότερα ο Μπράντλι “και ακόμα και σήμερα έχω την αίσθηση πως δεν τα ξέρω όλα”.

Να σου πω όμως, και πώς χώρισε ο Γκάρι με τη Λίντα: είχε πάει με το γιο της, στους γονείς της στο Λονδίνο και ο σύντροφος της την ενημέρωσε, με γράμμα, να μην επιστρέψει γιατί είχε βρει νέα γυναίκα. Μετά μάζεψε τα πράγματα της -και του γιου του- τα έβαλε σε μαύρες σακούλες και τα παράτησε έξω από το πατρικό της Λίντα. Μετά εξαφανίστηκε.

Πατέρας και γιος τα ξαναείπαν, όταν ο Μπραντ ήταν 18 χρόνων. Τότε ανέπτυξαν ενός τύπου τηλεφωνικής επικοινωνίας, πριν συναντηθούν στην Αυστραλία. “Σοκαρίστηκα από το τι άνθρωπος ήταν. Ένας εγωπαθές, οργισμένο τέρας. Δεν ήταν καλός άνθρωπος. Κατέκρινε τους πάντες και τα πάντα και πίεζε αφόρητα, για το τίποτα”. Ο Γκάρι πέθανε το 2008, σε ηλικία 55 χρόνων. Είχε ξυλοκοπηθεί μέχρι θανάτου. Ουδείς συνελήφθη. Ο Μπράντλι δεν πήγε στην κηδεία.

Μολονοτι σιχαινομουν τον πατερα μου, ηταν η ηρωας μου. Εχω ακομα δυο φανελες του. Η μητερα μου ομως, ακομα τον αποθεωνει. Αν δεν ειχα εκεινη, δεν θα ειχα κανει τιποτα

Δεν είχε αποδεχθεί ακριβώς, πως έχει παιδί. Το παρατσούκλι του ήταν Doc και πουλούσε όλα τα ναρκωτικά. Εκείνη την εποχή ήταν οι αμφεταμίνες και τα σπιντ. Ήταν χρήστης και έμπορος. Η μητέρα μου, μου έχει διηγηθεί αρκετές ιστορίες με ανθρώπους που χτυπούσαν την πόρτα του σπιτιού -ενώ ήμουν μωρό- για να αγοράσουν κάτι από τον πατέρα μου. Τύποι που τώρα αρνούνται τα πάντα”.

Η Λίντα μεγάλωσε το γιο της με τους γονείς της, στο Κίλμπερν, στο βορειοδυτικό Λονδίνο, όπου ζει το μεγαλύτερο ποσοστό Ιρλανδών που βρίσκονται στην πόλη και ένα σεβαστό ποσοστό Αφρικανών από την Καραϊβική. Δεν ήταν δηλαδή, η πιο εύκολη γειτονιά για να μεγαλώσει ένα ντροπαλό αγόρι. Κατάφερε να νιώσει πως ανήκει, μέσω της ποδηλασίας. “Για να είμαι σίγουρος ότι δεν θα πέσω θύμα ομοφοβικής κακοποίησης, άρχισα να φορώ σορτσάκι πάνω από το κολάν“.

O Mπράντλι Ουίγκινς, σε μια παιδική φωτογραφία με το παιχνίδι που θα γινόταν η ζωή του (Twitter).

 

Η πατρική φιγούρα του Μπράντλι ήταν ο παππούς του. Λάτρευαν ο ένας τον άλλον. Ο Τζορτζ ήταν διαρκώς μαζί με τον μικρό (έως το 2010 που πέθανε, απώλεια που καταρράκωσε τον ποδηλάτη). Το πιο μεγάλο μάθημα που τον δίδαξε ήταν το ‘man up, πρέπει να συνεχίσεις να προσπαθείς’. Στα 7, απέκτησε αδελφό από το νέο σύντροφο της μητέρας του. Η οικογένεια μετακόμισε σε δικό της διαμέρισμα.

Όλα αυτά δεν τα γνώριζε ο Sir, ως παιδί.

Αν ο πατέρας μου είχε μείνει κοντά μας, η ζωή μου θα ήταν άρδην διαφορετική. Πιθανότατα θα τα μάζευα και θα έφευγα από το σπίτι. Η μητέρα μου ήταν πολύ δυνατή γυναίκα. Ζούσε για εμένα και έκανε ό,τι μπορούσε, ώστε να μπορώ να διεκδικήσω τα όνειρα μου. Χρεώθηκε 50.000 λίρες, για να καταφέρω να ασχοληθώ με την ποδηλασία. Και δεν ζήτησε ποτέ τίποτα. Είναι πλήρης και υπερήφανη για το δικό μου γάμο. Από εκείνη πήρα τα βασικά”.

Την ποδηλασία την άρχισε όταν ήταν 12, στην πίστα που αγωνιζόταν χρόνια πριν ο Γκάρι (Herne Hill). Από τις πρώτες ημέρες ήξερε πως αυτό θα κάνει στη συνέχεια της ζωής του. Λάτρεψε τα πάντα. Την ελευθερία, την αγωνία του να προσπαθείς να φτάσεις -και να παραμείνεις- στο πικ, την έκρηξη ενδορφινών που τον έκαναν να αισθάνεται υπέροχα και φυσικά τον ανταγωνισμό. Στις πίστες γνώρισε τον προπονητή Σέιν Σάτον, άνδρα που επίσης ένιωθε ο Μπράντλι ως πατέρα. “Στα 12, η δασκάλα στο σχολείο, μας ρώτησε τι θέλουμε να κάνουμε με τις ζωές μας. Της είπα πως θα ήθελα να γίνω ο νικητής του Γύρου Γαλλίας. Γελούσε για ώρα“.

Το έριξε στο αλκοόλ, μετά τα τρία χρυσά στους Αγώνες της Αθήνας

To 2000 πήρε μετάλλιο στο Σίδνεϊ “και όταν γύρισα στη γειτονιά, όλοι μου έλεγαν ακόμα να βρω μια σωστή δουλειά”. Το 2004 ήλθε στους Ολυμπιακούς της Αθήνας και φόρεσε το χρυσό, στο ατομικό -συν ένα ασημένιο και ένα χάλκινο στα ομαδικά. Έγινε ο πρώτος Βρετανός με αθλητής που πήρε τρία Ολυμπιακά μετάλλια, σε 40 χρόνια.

Στο μυαλό του είχε ότι την επομένη θα γινόταν εκατομμυριούχος. Πως θα κάνουν ουρά οι χορηγοί. Σύντομα διαπίστωσε πως εξακολουθεί να ‘χει ένα θέμα με το πώς θα πληρώσει τους λογαριασμούς. “Με έπιασε κατάθλιψη”. Όλα αυτά τα έγραψε στην αυτοβιογραφία του, με τίτλο “Pursuit of Glory”. Εκεί αποκάλυψε πως είχε πρόβλημα με το αλκοόλ.

Υπήρχαν μέρες που με έβρισκε το ξημέρωμα να πίνω. Σταμάτησα αφότου απέκτησα το πρώτο μου παιδί. Η κραιπάλη άρχισε μετά τους Αγώνες της Αθήνας και κράτησε για 8-9 μήνες. Δεν ήμουν καλά για τον επόμενο χρόνο. Δεν είχα το μυαλό μου στη δουλειά μου. Ένιωσα πως η ζωή μου απειλούνταν. Ότι είχα χάσει τον έλεγχο”. Όταν δούλεψε με τον εαυτό του, κατάλαβε ότι το πρόβλημα ήταν η επιτυχία στους Ολυμπιακούς Αγώνες. “Ο Γύρος της Βρετανίας ήταν μπροστά μας και σύντομα αυτό εξελίχθηκε σε ένας πανέμορφος εθνικός γύρος τιμής ποτών. Με σύστηναν σε κόσμο, μου φέρονταν σαν να ήμουν ήρωας και αποδείχθηκα επιρρεπής στην κολακεία. Κατά τη διάρκεια της ημέρας είχαμε τον αγώνα και το βράδυ τα πίναμε. Στο τέλος είχαμε και τη μάνα των πάρτι, στο Λονδίνο με όλη την οικογένεια και τους φίλους. Ήταν επικό. Όσοι επιβίωσαν θα έπρεπε να πάρουν μετάλλιο”.

Είχε αισθανθεί ότι σε εκείνη τη φάση δεν ήθελε να ποδηλατεί “και αφοσιώθηκα στα πάρτι”. Δεν σταμάτησε να πίνει, όταν επέστρεψε σπίτι. Η, έγκυος σύζυγος του, Καθ (γνωρίστηκαν στο γυμνάσιο, μέσω της ποδηλασίας) έφευγε το πρωί για τη δουλειά και επέστρεφε σπίτι, το απόγευμα. “Σκεφτόμουν πώς θα μπορούσα να απασχολώ τον εαυτό μου. Αποφάσισα ότι στις 11 θα πήγαινα στη παμπ της περιοχής και για τις επτά επόμενες ώρες δεν θα το κουνούσα, όπως έπινα 12-13 ποτήρια μπύρας. Έπαιζα βελάκια, διάβαζα εφημερίδες, έτρωγα, έκανα κάποια τηλεφωνήματα, παρακολουθούσα κάτι στην τηλεόραση. Έκανα όσα ονειρευόμουν να κάνω και δεν μπορούσα, όταν είχα προπονήσεις”.

Για χρόνια η τροφή του ήταν η ενοχή

Ένιωθε και αποτυχημένος “μια απίστευτη ενοχή”. γιατί παρά τα μετάλλια δεν είχε δεχθεί κάποια πρόταση από χορηγό. “Η μαύρη περίοδος έληξε το Μάρτη του 2005, όταν ήλθε στον κόσμο ο Μπεν. Ξαφνικά ένιωσα πολύ χαρούμενος και υπερήφανος. Όλα απέκτησαν ξανά νόημα. Αισθάνθηκα πως πρέπει να συνέλθω για να προσφέρω σε αυτόν τον μικρό άνθρωπο ευχάριστες αναμνήσεις. Να μη ζήσει ό,τι έζησα εγώ. Ο πατέρας μου ήταν το μάθημα μου για το πώς να είμαι με τα δικά μου παιδιά. Δεν ήθελα να ακολουθήσουμε το ‘κατά μάνα, κατά κύρη’. Επιδίωξα ακριβώς το αντίθετο”. Βοήθησε και μια συζήτηση που είχε με ψυχίατρο. Όπως διηγείτο τη ζωή του, αντιλήφθηκε πως όταν έκανε κάτι, το τερμάτιζε. Από την ποδηλασία, έως το ποτό, έως τη συλλογή αναμνηστικών πυγμαχίας, σκούτερ και κιθάρων -και αυτό γινόταν γιατί είχε ψυχαναγκαστική προσωπικότητα.

Το 2008 πήρε άλλα δύο χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια, έκανε tattoo το αρχικό από τα ονόματα των παιδιών του (Ben και Bella) και επικέντρωνε εκεί το βλέμμα του, όταν ένιωθε πως κάτι πάει προς λάθος κατεύθυνση. Το κοιτούσε και πριν αρχίσει κάθε αγώνας “για να μου θυμίσω ότι δεν ήταν θέμα ζωής ή θανάτου. Πως κανείς δεν θα με πυροβολήσει αν δεν νικήσω”, κάτι που ένιωθε παλαιότερα. Γιατί μέχρι να κάνει παιδιά, η ενοχή ήταν η τροφή του.

Το 2009 αποφάσισε να περάσει από τις πίστες στους δρόμους “κάτι που δεν ήταν πολύ δύσκολο, δεδομένου ότι υπήρξα αθλητής από αυτούς που λατρεύουν οι προπονητές“. Στην πρώτη συμμετοχή στο Γύρο της Γαλλίας (2009) ήταν τέταρτος. Τότε αποφάσισε να αφοσιωθεί στους δρόμους και έγινε μέλος της Team Sky, το 2010.

Το 2011 η βρετανική αρχή για το ντόπινγκ (UK Anti-Doping) διενήργησε έρευνα, που τον αφορούσε. Διήρκεσε 14 μήνες. Τόσο χρειάστηκε για να καταλήξουν οι ειδικοί στο περιεχόμενο φακέλων που λάμβανε η Team Sky, πριν ένα αγώνα στη Γαλλία. Οι μεν έλεγαν ότι ήταν συμπληρώματα, οι δε πως επρόκειτο για απαγορευμένες ουσίες, ο Ουίγκινς επέμενε πως πρόκειται για κυνήγι μαγισσών και τελικά (το 2018) ήταν Fluimucil, νόμιμο αποσυμφορητικό μύτης.

O Bradley Wiggins -ας πούμε ότι- πανηγυρίζει τη νίκη του στο Olympic Velodrome, του Λονδίνου (AP Photo/Tim Ireland) AP

 

Την καλύτερη χρονιά της καριέρας του (το 2012, όταν συμπλήρωσε 11 χρόνια ως επαγγελματίας ποδηλάτης) o κόσμος τον σταματούσε στο δρόμο για selfies. Εκείνος πώς ένιωθε; “Δεν συμπεριφερόμουν σαν να ‘χα κατακτήσει τον κόσμο. Ήταν κάτι που είχε γίνει. Η γυναίκα μου πεταγόταν κάποιες στιγμές, τους μήνες που ακολούθησαν των Αγώνων και μου έλεγε ‘fuck! You won the Tour’” είχε πει στη The Guardian. Εκεί είπε και ότι η σύζυγος του τον θεωρεί συναισθηματικά ανάπηρο “γιατί έχω πραγματική δυσκολία με το να εκφράζω το τι νιώθω”. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως όταν έγινε χρυσός Ολυμπιονίκης, δεν ξέσπασε σε λυγμούς, δεν άρχισε να χοροπηδά σαν τρελός, απλά κάθισε στο θρόνο και έκανε το σήμα της νίκης -με τα δυο χέρια. “Ανέκαθεν ήμουν εσωστρεφής και ντροπαλός”.

Χωρίς ανάσα πρόσθεσε ότι “ειδικά μετά τα πρόσφατα γεγονότα, με τον Λανς Άρμστρονγκ, είναι δύσκολο να είσαι ο νικητής του Γύρου της Γαλλίας και να ζεις όσα προκύπτουν από αυτό. Ήθελα να είμαι ο νικητής μιας πρόκλησης που αφορά την ουσία του σπορ, το πόσο σκληρά προπονούμαστε. Δεν ήθελα τίποτα άλλο”. Διευκρίνισε πως ο Άρμστρονγκ “ήταν κάποιος που σεβόμουν και θαύμαζα. Έχω συναντήσει πολλούς στην καριέρα μου. Κανένας δεν ήταν το ίδιο ισχυρός. Εγώ έπαιρνα το λεωφορείο για να πάω στην πίστα. Εκείνον τον περίμενε αυτοκίνητο. Κανείς ποδηλάτης δεν ζούσε τη δική του ζωή. Έκανε όσα δεν βοηθούν στο να νιώθεις φυσιολογικός, πως πατάς στη γη”.

Μετά την κυριαρχία του στο Γύρο Γαλλίας (το πιο απαιτητικό event του σπορ, κατά τους ειδικούς, καθώς χρειάζεται δύναμη, τεράστια πειθαρχία, αντοχή και ταχύτητα), οι Γάλλοι του έδωσαν το “Le Gentleman” για παρατσούκλι, μετά την απόφαση του να ‘ρίξει’ ταχύτητα, όταν οι αντίπαλοι του έπρεπε να κάνουν επισκευές στα ποδήλατα που είχαν υποστεί ζημιές από τη ρίψη πινεζών στο δρόμο -από ηλίθιους φαν.

Σίγουρα δεν ήθελε να διαβάζει στα social media πως αν δεν έπαιρνε ουσίες δεν θα ήταν ο νικητής του Γύρου Γαλλίας. Λίγες ημέρες πριν τη συνέντευξη στη The Guardian, βρετανικό έντυπο τον είχε εμπλέξει σε φοροδιαφυγή. “Καλωσήλθες στον κόσμο των celebrities” του είπε ο συνεντευξιαστής, πριν του εξηγήσει “σε αυτόν που χτίζουμε ήρωες μόνο για να τους καταστρέψουμε”.

Δεν ήθελε να γίνει sir, ώσπου η γιαγιά του του είπε πως είναι ηλίθιος

Τον ενημέρωσαν πως θα γινόταν Sir. Θα χριζόταν ιππότης από τη Βασίλισσα. “Δεν είχα δει ποτέ τον εαυτό μου ως Sir. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν πως δεν θα δεχθώ την τιμή. Το είπα στη γιαγιά μου. Μου είπε πως ότι είμαι ηλίθιος”. Του είπε και πως ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να γίνει πηγή έμπνευσης για παιδιά που δοκιμάζονταν -όπως εκείνος στην ηλικία τους. “Μου είπε και για τη σημασία των Ιπποτών, οι οποίοι ανταμείβονταν για όσα έκαναν στις μάχες. Όπως συμβαίνει στα σπορ”. Παρ’ όλα αυτά, άλλος τον έπεισε να χειροτονηθεί. Ο μουσικός Πολ Ουέλερ. Είχαν τον ίδιο ράφτη, συναντήθηκαν εκεί μια μέρα, τα είπαν, τα συζήτησαν και τα συμφώνησαν.

Μολονότι είναι Sir, το αγαπημένο του τραγούδι είναι το The Queen is dead των Smiths. “Είναι το πρώτο που θυμάμαι πως είχα πει ότι μου αρέσει, στη ζωή μου. Κάθε φορά που το ακούω ‘ανεβαίνω’”.

Κάποια στιγμή ένιωσε πως οι μήνες που περνούσε μακριά από την οικογένεια του -σε προπονήσεις, σε μοναχικό τρόπο ζωής στα βουνά, με 7000 θερμίδες την ημέρα, ‘κάψιμο’ 8.000 και τα επτάωρα στο ποδήλατο- του στοίχιζαν. Δεν τον άφηναν να χαρεί την ποδηλασία. Βασικά, κατάλαβε πως η ποδηλασία δεν ήταν προτεραιότητα. “Βοήθησε ότι ήδη ζούσα σε χωριό, έξω από το Ουίγκαν, όπου οι άνθρωποι δεν ασχολούνται με διασήμους και ιστορίες. Είναι ταπεινοί εκπρόσωποι της εργατικής τάξης”. Άρα στο σπίτι πάντα ζούσε ως νορμάλ άνθρωπος. Κατά συνέπεια δεν είχε πρόβλημα στη μετάβαση. Έπρεπε όμως, να βρει να κάνει κάτι που να τον ‘γεμίζει’, πέραν του σχολιαστή στο Eurosport. Βρήκε. Θα σπουδάσει σε ανοιχτό Πανεπιστήμιο, κοινωνιολογία.

Στα 39 του θέλει να επαναπροσδιοριστεί “και δεν δίνω μία για την καριέρα μου, ως ποδηλάτης. Έχω αποκοπεί από αυτό. Δεν θέλω να ζω στο παρελθόν. Ήταν κάτι που τελείωσε και είμαι χαρούμενος. Τώρα θέλω να βοηθήσω ανθρώπους. Είδα πολλά τρομακτικά πράγματα στα παιδικά μου χρόνια. Πλέον δεν υπάρχουν πολλά που να μπορούν να με σοκάρουν. Θέλω να χρησιμοποιήσω αυτήν την πνευματική δύναμη, για το καλό των άλλων”. Από το 2012 έχει ίδρυμα που βοηθά παιδιά να έλθουν σε επαφή με τα σπορ και ομάδα ποδηλασίας, που θα διακόψει τις εργασίες της το 2020. Είπαμε. Έχει βρήκε κάτι άλλο, στο οποίο θέλει να αφοσιωθεί.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ