O αληθινός πυγμάχος πίσω από τον Ρόκι Μπαλμπόα
Ο Σιλβέστερ Σταλόνε βρέθηκε στο Ρίτσφιλντ, στις 24 Μαρτίου 1975, για να δει εκ του σύνεγγυς τον Μοχάμεντ Αλί. Αλλά δεν ήταν παρά ο άσημος αντίπαλός του, Τσακ Γουέπνερ, που του έδωσε άθελά του την ευκαιρία να γίνει πελώριος κινηματογραφικός σταρ.
Λίγο πολύ όλοι μπερδεύονται στην είσοδο. Ο ‘Ρόκι’, που στις 28 Μαρτίου του 1977, στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια νίκησε τον ‘Ταξιτζή’ του Μάρτιν Σκορσέζε (ο οποίος έλυσε τα μάγια 40 χρόνια αργότερα με τον ‘Πληροφοριοδότη’) για να κατακτήσει τα Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας, και μας έκανε να πιστέψουμε ότι επρόκειτο για αληθινό πυγμάχο.
Βεβαίως, η Τέχνη θέλει τη μασκαράτα της και ο Σιλβέστερ Σταλόνε δεν αποτυπώνει στην ταινία του το πορτρέτο του Ρόκι Γκρατσιάνο, πόσω μάλλον του σπουδαίου, ενός εκ των κορυφαίων στα βαρέα βάρη, Ρόκι Μαρτσιάνο. Ο δεύτερος ήταν ανίκητος, κυριολεκτικά. Σε 49 αγώνες είχε ισάριθμες νίκες. Ο Μαρτσιάνο, που σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα μία μέρα πριν κλείσει τα 47 χρόνια ζωής, στις 31 Αυγούστου 1970, δεν θα μπορούσε να είναι ο ήρωας της ιδέας που ενέπνευσε τον Σιλβέστερ Σταλόνε.
Το ίδιο συνέβη με τον Ρόκι Γκρατσιάνο, ο οποίος πέθανε στα 71 του, στις 22 Μαΐου του 1990, στη Νέα Υόρκη. Το ‘Ring’ τον έχει συγκαταλέξει στις 100 πιο δυνατές γροθιές όλων των εποχών και πώς ήταν δυνατόν να μην καταλήξει σε εκείνο το σημείο όταν ο πατέρας του, Νίκολα Μπαρμπέλα, με τη βραχύβια πυγμαχική καριέρα, είχε γάντια του μποξ στο σπίτι και ενώ ήταν 3 ετών παρακινούσε τον ίδιο και τα αδέλφια του να χτυπιούνται μεταξύ τους.
Ο Γκρατσιάνο έζησε μία ζωή που είχε τα πάντα: πολύ μποξ και νοκ άουτ, μία ζώνη παγκόσμιου πρωταθλητή ελαφρών βαρών, στον αγώνα με τον Τόνι Ζέιλ στις 16 Ιουλίου 1947, σόουμπιζ, καθώς μετά το πέρας της καριέρας του γυρίστηκαν ταινίες για τη ζωή του και έγινε τηλεοπτικός αστέρας, αλλά και έναν πολύ ήσυχο και ευτυχισμένο γάμο: στη Γερμανίδα σύζυγό του, Νόρμα Άνγκερ, έμεινε πιστός σε όλη την κοινή ζωή τους, δηλαδή από το 1943, όταν και παντρεύτηκαν έως το θάνατό του, από καρδιακή ανεπάρκεια.
Ο Γκρατσιάνο προσπάθησε να πάρει ξανά τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή στα ελαφρά βάρη, αλλά η τρίτη και τελευταία αποτυχημένη απόπειρά του ήταν απογοητευτική: ο Σούγκαρ Ρέι Ρόμπινσον τον έβγαλε νοκ άουτ με 1’07” να απομένουν για τον τρίτο γύρο, σε έναν αγώνα που ο Γκρατσιάνο κουράστηκε να κυνηγάει έναν άπιαστο πυγμάχο, ο οποίος θεωρείται ο κορυφαίος pound for pound όλων των εποχών και στο top-5 της ιστορίας του επαγγελματικού μποξ συνολικά, πριν τεθεί νοκ άουτ από ένα συνδυασμό χτυπημάτων που κατέληξαν σε ένα αστραπιαίο δεξί χουκ, το οποίο εκτόξευσε τη μασέλα του.
Ο Σταλόνε με τίποτα δεν θα μπορούσε να απεικονίσει έναν τέτοιο πυγμάχο, που συνήθως οι νίκες του (52 σε 67 αγώνες, μαζί με 10 ήττες και 5 ισοπαλίες) συνοδεύονταν από νοκ άουτ, αποτέλεσμα της απίθανης δύναμής του.
Ο Ρόκι, άλλωστε, ο κινηματογραφικός αυτήν τη φορά, είναι κάποιος που επιβιώνει, κάποιος που αντέχει το ξύλο, βρίσκοντας θηρία στο διάβα του, πυγμάχους ικανούς και ανώτερους τεχνικά και μυικά, όπως ήταν ο Απόλο Κριντ
Ο Ρόκι δείχνει τα όρια της αντοχής και όχι απαραιτήτως τους δαίμονες που κρύβει ένας βίαιος πυγμάχος, ο οποίος μπορεί να ξεσπάσει στην οικογένειά του, με τη σύζυγό του να είναι το θύμα. Εδώ, η σύζυγος ανησυχεί στ’ αλήθεια για τη σωματική ακεραιότητά του.
Ο Σταλόνε, άγνωστος μεταξύ αγνώστων, επιζητούσε τον τρόπο να μπει στη βιομηχανία. Στις 24 Μαρτίου του 1975 βρέθηκε στο ‘Richfield Colliseum’ του Οχάιο, για να δει τον Μοχάμεντ Αλί να αγωνίζεται. Και βρέθηκε μπροστά στο μέλλον.
Ο Τσακ Γουέπνερ ξεκίνησε την πυγμαχία αργά. Αφού πήγε στους Πεζοναύτες εξαιτίας μίας ταινίας, του ‘Battle Cry’, έγινε ασφάλεια ενός κακόφημου κλαμπ και εν τέλει, προκαλούμενος να δείξει πόσο σκληρός άντρας ήταν, φόρεσε τα γάντια του μποξ ενώ ήταν σχεδόν 20 χρόνων. Κέρδισε τα ‘Golden Gloves’ σε ολόκληρη τη Νέα Υόρκη και έγινε επαγγελματίας. Σχεδόν 15 χρόνια μετά, ο δρόμος του τον έφερε μπροστά στον Αλί, ο οποίος είχε νικήσει τον Τζορτζ Φόρμαν στο Ζαΐρ μόλις 5 μήνες πριν, στις 30 Οκτωβρίου. Όταν ο Γουέπνερ ρωτήθηκε, λίγες στιγμές πριν μπει στο ρινγκ, αν θα μπορούσε να επιβιώσει σε αυτό με τον Αλί, απάντησε “επιβιώνω όλη τη ζωή μου, επιβίωσαν στους Πεζοναύτες, μπορώ να επιβιώσω του Αλί”.
Στη μάχη με τον Αλί, ο Γουέπνερ όχι απλώς επιβίωσε, αλλά στον ένατο γύρο, σώριασε τον αντίπαλό του στο έδαφος. Ο διαιτητής έδωσε το νοκ ντάουν, στο οποίο ο παγκόσμιος πρωταθλητής αντέδρασε, επικαλούμενος ότι ο Γουέπνερ του πατούσε το πόδι. Όταν έγινε αυτό, γύρισε στον προπονητή του και του είπε, “Αλ, βάλε το αυτοκίνητο μπροστά, πάμε στην τράπεζα. Είμαστε εκατομμυριούχοι”. Σε εκείνο το σημείο, ο προπονητής του του απάντησε: “Καλύτερα να γυρίσεις. Σηκώνεται πάνω και δείχνει θυμωμένος”. Από εκεί και μετά, ο Αλί έδερνε τον Γουέπνερ. Του άνοιξε και τα δύο φρύδια και του έσπασε τη μύτη. Δεν απέμεναν, όμως, παρά 19 δευτερόλεπτα στο 15ο και τελευταίο γύρο, όταν ο θρυλικός μποξέρ τον έριξε κάτω. Ήταν η πρώτη φορά στην καριέρα του που έπεφτε. Ο διαιτητής μέτρησε ως το 7 και έπειτα κάλεσε το τεχνικό νοκ άουτ.
Ο Γουέπνερ είχε να αντιμετωπίσει και το απολύτως καυστικό χιούμορ της συζύγου του. Πριν την αναμέτρηση, της ζήτησε “να βάλεις το μπλε νεγκλιζέ σου, απόψε θα κοιμηθείς με τον παγκόσμιο πρωταθλητή”. Όταν επέστρεψε στο ξενοδοχείο, η γυναίκα του τον ρώτησε, “θα έρθει ο Αλί απόψε ή θα πάω εγώ στο δωμάτιό του;”
Ο Γουέπνερ έδωσε αγώνες μέχρι το 1978, ενώ την επόμενη χρονιά από εκείνη τη φοβερή αναμέτρηση με τον Αλί πάλεψε με τον Άντρε τον Γίγαντα, έναν αγώνα τον οποίο έχασε, αφού ο Αντρέ τον πέταξε εκτός ρινγκ. Όμως ήταν εκείνοι οι έξι γύροι που μεσολάβησαν από το δικό του νοκ ντάουν στο τεχνικό νοκ άουτ που έδωσε τη νίκη στον Αλί που ενέπνευσαν τον Σταλόνε. Ο τρόπος που μπόρεσε και άντεξε το απίστευτο ξύλο που του έριξε ο τρεις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής. Με αυτόν τον τρόπο πέρασε στην κινηματογραφική ιστορία, αν και στο έργο ο Ρόκι αντέχει το ξύλο ως το τέλος.
Ο Γουέπνερ ολοκλήρωσε την καριέρα του με 35 νίκες, 14 ήττες και 2 ισοπαλίες. Αλλά η πιο εντυπωσιακή νίκη του δεν είναι καταγεγραμμένη στο ρεκόρ του, παρά μόνο στα στούντιο του Χόλιγουντ.