Η βραδιά που το MMA θέλει να γυρίσει στις ρίζες του
Νέητ Ντίαζ και Χόρχε Μάζβινταλ είναι έτοιμοι για ΜΜΑ μάχη που μυρίζει olschool μετά από πολύ καιρό.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία πως το MMA, τα Mixed Martial Arts, οι μεικτές πολεμικές τέχνες, είναι ένα άθλημα με αλματώδη, με αδιανόητα εντυπωσιακή άνοδο την τελευταία (ειδικότερα) δεκαετία. Έχοντας αφήσει πίσω του τις αιματηρές του ρίζες, τότε που στο UFC 1 o Ζεράρ Γκορντό εισήγαγε το ανυποψίαστο τότε κοινό με σκληρό τρόπο σε ένα νέο 'θέαμα', σπάζοντας τα δόντια του Τέηλα Τούλι με ένα λάκτισμα στο πρόσωπο, το ΜΜΑ έχει παλέψει πολύ σκληρά για να αναδείξει τα τεχνικά του στοιχεία, την 'πολιτισμένη' του αν θέλετε πλευρά.
Λίγο-πολύ τα έχει καταφέρει. Παρά την trash-talking 'μόδα' που έβαλε στη βιτρίνα ο Ιρλανδός σούπερσταρ του αθλήματος Κόνορ Μαγκρέγκορ, το MMA έχει να επιδείξει πλέον ένα πολύπλοκο, πολυπρόσωπο και multi-disciplinary προφίλ, μια σειρά από τέχνες, αναλύσεις και πρακτικές που ξεφεύγουν από τα θα-σου-πω-θα-μου-πεις και τις 'ματσολιές' και εστιάζουν στην σχεδόν επιστημονική μελέτη και εκτίμηση των πολεμικών τεχνών.
Η πάλη, το βραζιλιάνικο ζίου ζίτσου, η πυγμαχία, το μουάι τάι, το σάμπο, το τζούντο είναι έννοιες και τέχνες που έχουν αποκτήσει κομβική σημασία για οποιονδήποτε fan του αθλήματος, καθώς με την ενηλικίωση του, το MMA έχει φροντίσει να αναπτύξει και το αισθητήριο των θεατών του, σε κάτι που πια δεν μένει απλά στο 'να πέσει ξύλο να γουστάρουμε'.
Αυτό ασφαλώς δεν σημαίνει ότι το MMA έχει γίνει ένα semi-contact άθλημα για 'τζέντλεμεν του σαλονιού'. Στην καρδιά και την ψυχή του παραμένει ένα σκληρό θέαμα, μια σύγχρονη αρένα που όμως παλεύει μέσα από ένα διαρκώς εξελισσόμενο σετ κανόνων, να μην επιστρέψει σε κανέναν να πεταχτεί στα λιοντάρια.
Για κάθε grappler aficionado όμως, για κάθε εντυπωσιακό highlight reel ενός Ντάνιελ Κόρμιε, ενός Χένρι Σεχούδο, ενός Καμάρου Ούσμαν, για κάθε bjj masterclass ενός Ντέημιεν Μάηα, θα υπάρχουν εκείνοι οι μαχητές που μοιάζουν σαν να βγήκαν από τις πιο 'άγριες' μέρες των πρώτων βημάτων του MMA. Μαχητές που αισθητικά βρίσκονται πιο κοντά στην all-guns-blazing αγωνιστική λογική ενός Τσακ Λαηντέλ, πάρα στους σύγχρονους πιο 'επιστημονικούς' αθλητές του οκταγώνου. Δύο τέτοιοι θα αναμετρηθούν τα ξημερώματα της Κυριακής στο ιστορικό Μάντισον Σκουέρ Γκάρντεν, στο UFC 244, σε έναν αγώνα που μυρίζει μετά από καιρό καθαρό, ατόφιο old school.
O Νέητ Ντίαζ και ο Χόρχε Μάζβινταλ χωρίς ίχνος υπερβολής, είναι δύο ζωντανά 'δείγματα' της σύγχρονης ιστορίας του ΜΜΑ. Με τον Ντίαζ να μετρά 31 αγώνες και τον Μάζβινταλ 47, μιλάμε για δύο αθλητές που 'έχτισαν' το άθλημα που υπηρετούν, γράφοντας αγωνιστικά χιλιόμετρα σε εποχές που υπήρχαν απλά 'κλωτσοπατινάδες' σε γυμναστήρια, αλάνες και πάρκινγκ εμπορικών κέντρων. Για να το πλαισιώσουμε όπως του αρμόζει, έμπειροι σταρ του αθλήματος όπως ο Τζον Τζόουνς, ο Κόνορ Μαγκρέγκορ και ο Ντάνιελ Κόρμιε δεν έχουν 'πιάσει' ακόμα τις 28 εμφανίσεις στο οκτάγωνο.
Πολύ περισσότερο από τους αγώνες που έχουν γράψει στο βιογραφικό τους βέβαια, σημασία έχει το ΠΩΣ αγωνίζονται, το γιατί η μεταξύ τους αναμέτρηση θεωρείται στους κύκλους του αθλήματος 'η επιστροφή του old school'.
Για τους φαν του αθλήματος η απάντηση είναι γνωστή. Για τους μη-μυημένους , δύο σχόλια από τους δύο πρωταγωνιστές αρκούν:
Νέητ Ντίαζ:"Ο κόσμος ξεχνάει γιατί συντονιζόμαστε. Συντονιζόμαστε για να δούμε έναν πόλεμο".
Χόρχε Μάζβινταλ:"Θα αναμετρηθούν δύο κακοί καριόληδες. Ο κόσμος θα πρέπει να περιμένει αγνή βία".
Είναι απλά όπως τα λένε οι κύριοι. Δύο αγνοί μαχητές του δρόμου, θα ξεδιπλώσουν όλο το βίαιο octagon game τους, αφήνοντας στην άκρη τα τεχνικά, τις αναλύσεις, τα επιστημονικά transitions και όλα τα λοιπά. Όχι επειδή δεν ξέρουν ή δεν μπορούν να γίνουν τεχνικοί. Ειδικά στην περίπτωση του Νέητ, μιλάμε για έναν δάσκαλο του βραζιλιάνικου ζίου ζίτσου, μια μαύρη ζώνη δευτέρου βαθμού, που μαζί με τον αδερφό του, τον εξίσου old-school Nick Diaz 'τρέχουν' τη Nick Diaz BJJ Academy στο Στόκτον της Καλιφόρνια.
Απλά τόσο ο Μάζβινταλ όσο και ο Ντίαζ προέρχονται από διαφορετικό καλούπι. Είναι και οι δύο αθλητές που τους νοιάζει περισσότερο το τα-δίνω-όλα, το είμαι-μονομάχος-της-αρένας παρά η νίκη, η επίδειξη της όποιας στόφας ενός πρωταθλητή. Κοινώς, αν η διάκριση έρθει τότε αυτή είναι καλοδεχούμενη, αλλά αν μια τέτοια διάκριση απαιτεί τον υποβιβασμό του αγωνιστικού τους στυλ, αν αυτή απαιτεί κάτι άλλο από το οκταγωνικό blueprint του bad motherfucker τότε λυπούμαστε αλλά δεν θα πάρουμε.
Ο τίτλος του Bad Motherfucker άλλωστε είναι αυτός που διεκδικούν οι δύο αθλητές τα ξημερώματα της Κυριακής. Μια ζώνη φτιαγμένη μόνο για εκείνους, για έναν μόνο αγώνα, μια ζώνη χωρίς ευρύτερο αντίκρισμα, πέρα από το να ανακηρυχτεί ποιος από τους δύο είναι ο πιο Σκληρός Καριόλης.
Το να εντοπίσει βέβαια κανείς το από πού ξεκίνησε η πορεία των δύο αθλητών, μια πορεία που συνεχίζεται κάνοντας μια εντυπωσιακή στάση στο ιστορικό από κάθε άποψη Μάντισον Σκουέρ Γκάρντεν της Νέας Υόρκης, δεν είναι δα και πυρηνική επιστήμη. Παρακολουθώντας τα πρώτα βήματα του Νέητ και του Χόρχε στο άθλημα που αργότερα θα «βαπτιζόταν» ΜΜΑ, αντιλαμβάνεσαι το γιατί παραμένουν πιστοί στο αγωνιστικό τους στυλ: γιατί πολύ απλά όταν αυτό σφυρηλατείται στις πιο σκληρές αρένες, αρένες που κάνουν το οκτάγωνο του UFC να μοιάζει παιδική χαρά, τότε δεν είναι καν συνειδητή επιλογή η χρήση του. Είναι αυτόματη εγκεφαλική λειτουργία. Όπως οι soldiers of fortune επιζητούν το επόμενο θέατρο του πολέμου για να 'σβήσουν' τη δίψα τους για σύγκρουση, έτσι και ο Νέητ Ντίαζ με τον Χόρχε Μάζβινταλ ψάχνουν την επόμενη αφορμή για να θυμίσουν σε όλους ότι αυτό το παιχνίδι είναι σκληρό, είναι για αυτούς με την ικανότητα να επιβιώνουν και ίσως πάνω από όλα, είναι για αυτούς που δεν έχουν στο DNA τους την εντολή σταμάτα-ζύγισε-κρίνε-επικράτησε. Στο δικό τους DNA υπάρχει μόνο η πρώτη γραμμή του πυρός και η θέση τους σε αυτή. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο.
Βλέπεις τον Νέητ Ντίαζ να αντιμετωπίζει έναν μεγαλύτερο σε ηλικία και μέγεθος αντίπαλο στον πρώτο καταγεγραμμένο αγώνα της καριέρας του. Χωρίς γάντια, χωρίς προστατευτικά, σε ένα πάτωμα γυμναστηρίου με ελάχιστη επένδυση.
Βλέπεις τον Χόρχε Μάζβινταλ να λαμβάνει μέρος στους θρυλικούς πλέον «αγώνες αλάνας» που ανέδειξαν τον Kimbo Slice και να επιβάλλεται ενός μεγαλύτερου σε μέγεθος και κιλά αντιπάλου. Χωρίς γάντια, χωρίς προστατευτικά, με το τσιμέντο κάτω από τα πόδια του.
Συνειδητοποιείς ότι οι τύποι δεν παίζουν, δεν ήρθαν να ξεγελάσουν κανέναν. Ήρθαν να σηκώσουν τα χέρια τους, να σφίξουν τις γροθιές τους και να παλέψουν μέχρι κάποιος να τους πει ότι νίκησαν, ή μέχρι να είναι αναίσθητοι. Τόσο απλά, τόσο σκληρά. Μεγαλωμένοι στους δρόμους, έχοντας μπλεχτεί με συμμορίες, με το έγκλημα και με την παρανομία ώσπου ένα άθλημα, μια ασχολία, τους δίνει επιτέλους τον τρόπο να ξεφύγουν από το αδιέξοδο και την φυλακή.
Και ίσως το πιο true από όλα; Το trash talking, το 'μικρόβιο' που τείνει να αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία από τους ίδιους τους αγώνες, με ολοένα και περισσότερους αθλητές να στηρίζονται σε αυτό για να αναρριχηθούν γρήγορα στα πάνω διαζώματα της αγωνιστικής πυραμίδας, λάμπει δια της απουσίας του. Τόσο Νέητ όσο και ο Χόρχε αρνούνται να παίξουν το τοξικό παιχνίδι της ανούσιας προσβολής, αναγνωρίζοντας από την αρχή της συμφωνίας για την μεταξύ τους αναμέτρηση πως είναι οι μόνοι old school gangsters in the game και πως άρα το μόνο πράγμα που έχει σημασία είναι αγώνας μέσα στο οκτάγωνο.
Σεβασμός έξω, πόλεμος μέσα.
Τα υπόλοιπα όταν αρχίζει να παρουσιάζει τον αγώνα ο Μπρους Μπάφερ.