Για τον Μοχάμεντ Αλί η φυλακή έγινε πόρτα ορθάνοιχτη προς ένα καλύτερο κόσμο
Όταν φώναξαν τον Κάσιους Κλέι να κάνει ένα βήμα μπροστά, ο Μοχάμεντ Αλί παρέμεινε πεισματικά στη θέση του. Και λες και ήταν φυσικό φαινόμενο, άλλαξε ξανά τον κόσμο.
Ο Μοχάμεντ Αλί δεν έκανε ούτε μία μέρα στη φυλακή. Ήταν, όμως, σαν να βρισκόταν στο μπουντρούμι, σε ένα υπόγειο στα έγκατα της γης, για αιώνες.
Έχουν περάσει 52 χρόνια από τότε που μια απόφασή του άλλαξε τον κόσμο. Αν και ήταν δεδομένες οι αναταράξεις, αφού καθημερινά ο αγώνας για τα δικαιώματα των μαύρων συνεχιζόταν, φωνές στεντόρειες απλώνονταν, κάνοντας παρέα στους βοριάδες, μέχρι άλλες λέξεις να πάρουν τις θέσεις τους, ο άνεμος δεν γινόταν ούριος. Με καμία κυβέρνηση.
Ο Αλί δεν ήταν απλώς ο παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρέων. Έμοιαζε ανίκητος. Η ευκολία που νικούσε τους μποξέρ που ήθελαν να του πάρουν τη ζώνη ήταν απαράμιλλη. Συνήθως, κάθε αγώνας του ήταν μία ιστορία ολόκληρη. Από τις 25 Μαΐου του 1965, που είχε βγάλει νοκ άουτ τον Σόνι Λίστον στον 1ο γύρο, είχε δώσει 8 αγώνες. Μόνο ένας, με τον τρελό Καναδό με ρίζες από Κροατία,Τζορτζ Τσουβάλο , πρακτικά ο πρώτος μετά από εκείνη τη μπουνιά-φάντασμα στον Λίστον, κράτησε 15 γύρους και κρίθηκε στην απόφαση.
Υπήρχε ακόμα ένας, με τον Έρνι Τερέλ στις 14 Νοεμβρίου του 1966, που ο αντίπαλος του Αλί δεν βγήκε νοκ άουτ. Αλλά αυτό έγκειτο περισσότερο στη διάθεση του παγκόσμιου πρωταθλητή. Ο Τερέλ είχε αποκαλέσει “Κάσιους Κλέι” τον Αλί και ο χαρισματικός μποξέρ από το Λούιβιλ τον ρώτησε θυμωμένα για ποιον λόγο δεν τον αποκαλεί με το όνομά του. Ο Τερέλ υιοθέτησε ένα απαθές ύφος και τον έσπρωξε, ενώ ο δημοσιογράφος Χάουαρντ Κοσέλ ήταν ανάμεσά τους.
Ο Αλί τον ‘κονιορτοποίησε’ στο ρινγκ, αλλά δεν τον έριχνε κάτω. Αντιθέτως, είχε κάνει σάκο το πρόσωπό του, ενώ τον ρωτούσε, ανά τακτά χρονικά διαστήματα “ποιο είναι το όνομά μου;”. Στο τέλος, φυσικά, η απόφαση για τον νικητή ήταν ομόφωνη.
Ο τελευταίος αγώνας του έγινε στις 22 Μαρτίου 1967, απέναντι στον βετεράνο Ζόρα Φόλι. Ο Αλί ήταν 25 χρόνων, πετούσε στο ρινγκ, ο Τζο Φρέιζερ είχε μόλις 3 χρόνια νωρίτερα κατακτήσει το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο και θα αργούσε να έρθει στην επιφάνεια. Στην ούγια, ήταν απλησίαστος.
Όμως, το ρινγκ ήταν και ένας μύθος. Οι σκληροί άντρες του συνήθως αρκούνταν στη μάχη μέσα στα στενά όριά του ή γίνονταν οι θύτες περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, δηλαδή καταστάσεων που συνέβαιναν σε μια ‘καθιερωμένη Τρίτη’.
Οι μποξέρ δεν μιλούσαν. Δεν μιλούσε ο Τζο Λούις, ο Σούγκαρ Ρέι Ρόμπινσον σιωπούσε, ο Τζακ Τζόνσον ήταν σταρ και απολάμβανε, την προπολεμική εποχή, τα προνόμια του σταρ που ήταν ανεκτός από τους λευκούς, αρκεί να μη συναγελάζεται μαζί τους.
Ο Αλί έκανε την πυγμαχία ένα σπορ που ήταν πραγματικά σημαντικό, η μελάνη δεν έφτανε για την καθημερινή εφημερίδα ή για τις ειδικές εκδόσεις περιοδικών. Ο κόσμος ήταν επιεικής μαζί του, αν και, όπως συνέβαινε και συνεχίζεται, αρκούσε να μη γινόταν προκλητικός, απαιτώντας ό,τι επιθυμία μπορεί να υπήρχε μέσα στο κεφάλι του.
Για γενιές και γενιές, ο μύχιος πόθος της ελευθερίας λαμβανόταν από το νοσοκομείο και το πρώτο φως και αφηνόταν στο νεκροκρέβατο. Και η ελευθερία γινόταν μία έννοια με πολύ στενό νόημα, σχεδιασμένη με τέτοιον τρόπο, ώστε να μην είναι ενοχλητική.
Έτσι, λοιπόν, στις 28 Απριλίου του 1967, στο Χιούστον, όταν τον κάλεσαν μαζί με άλλους 11 άντρες να καταταγεί και του φώναξαν να κάνει ένα βήμα μπροστά, το διάσημο πια “step forward”, ο Αλί έμεινε καρφωμένος στη θέση του. Τρία χρόνια πριν, είχε αποτύχει σε ένα ψυχολογικό τεστ για να μπει στο στρατό, αλλά σε αυτήν την περίπτωση είχε περάσει όλα τα τεστ.
Δεν ήταν σοκ. Αλλά υπό μία έννοια, ήταν. Στο Λούιβιλ, ο Αλί είχε διαμηνύσει στους δημοσιογράφους, μία εβδομάδα πριν, ότι δεν επρόκειτο να λάβει μέρος στον πόλεμο του Βιετνάμ. “Γιατί πρέπει να μου ζητήσουν να βάλω μία στολή και να ταξιδέψω 10.000 μίλια από το σπίτι, όταν στους αποκαλούμενους νέγρους στο Λούιβιλ συμπεριφέρονται σαν σκυλιά και τους αρνούνται απλά ανθρώπινα δικαιώματα;”, ρώτησε.
Ο Αλί δεν ενήργησε από φόβο. Υπήρχε μία καλή πιθανότητα, ένας άνθρωπος της θέσης και του διαμετρήματός του, να απολαύσει προνόμια που οι στρατιώτες της πρώτης γραμμής δεν τα είχαν. Όπως και να ‘χε, ακόμα κι αν η εποχή δεν θα εμπόδιζε σε τίποτα το στρατό να χρησιμοποιήσει τον Αλί καταπώς επιθυμούσε, ήταν ένας εθνικός θησαυρός, με εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους ερωτευμένους μαζί του. Η άρνησή του έγινε περισσότερο συμβολική, παρά πρακτική.
Φεύγοντας από τα γραφεία του στρατού στο Χιούστον, ο Αλί ήξερε τις συνέπειες. Στις 20 Ιουνίου 1967, σε μία υπόθεση που κράτησε 20 λεπτά, καταδικάστηκε. Έπρεπε να εκτίσει πενταετή ποινή φυλάκισης, τιμωρήθηκε με 10.000 δολάρια πρόστιμο, του πήραν τη ζώνη του πρωταθλητή και του απαγόρευσαν δια βίου την ενασχόληση με το επαγγελματικό μποξ. Για να μην πάει στη φυλακή, αναγκάστηκε να πληρώσει εγγύηση. Αλλά δεν λύγισε.
Ήταν τα χρόνια της υπομονής. Έπρεπε να περιμένει λίγο να έρθουν οι ψυχρολουσίες, για να αρχίσει ο κόσμος που τελούσε υπό το καθεστώς άγνοιας να καταλαβαίνει ότι αυτός ο πόλεμος όχι μόνο δεν είχε νόημα, όχι μόνο δεν ταίριαζε με το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης, όπως αυτό είχε αρχίσει να σχεδιάζεται με τους χίπις και το Γούντστοκ, αλλά ήταν και καταστροφικός για τις αμερικάνικες ένοπλες δυνάμεις.
Πολλά αγόρια, μεγαλωμένα σε ένα σύμπλεγμα πολιτειών το οποίο αν μη τι άλλο πουλούσε το ‘όνειρο’, δεν θα επέστρεφαν ποτέ σπίτι. Άλλα, όταν γυρνούσαν, θα είχαν χάσει με φρικτό τρόπο την αρτιμέλειά τους. Αυτός ο πόλεμος, τα χρόνια που οι ψίθυροι των μαύρων είχαν αντικατασταθεί με ουρλιαχτά και τα παρακάλια με πορείες διαμαρτυρίας, ανάγκασαν τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής να ανακρούσουν πρύμναν.
Περιμένοντας την εκδίκαση της έφεσής του από το Ανώτατο Δικαστήριο, ο Αλί έδωσε, αφού πια είχε κλείσει τα 28 του, δύο αγώνες. Στις 26 Οκτωβρίου του 1970 νίκησε με τεχνικό νοκ άουτ στον 3ο γύρο τον Τζέρι Κουόρι, στις 7 Δεκεμβρίου έβγαλε 15 γύρους με το θαυμάσιο Αργεντινό Όσκαρ Μποναβένα. Κι όταν ήρθε η ώρα της κρίσης, ο Αλί πέτυχε το μεγαλύτερο θρίαμβό του. Το Ανώτατο Δικαστήριο τον έκρινε αθώο, με 8-0 ψήφους.
Ένας υπάλληλος της Δικαιοσύνης
Ο Αλί πάρκαρε την ασπροπράσινη Lincoln Mark III και κατευθύνθηκε προς ένα μαγαζί της γειτονιάς, για να αγοράσει ένα χυμό πορτοκάλι. Καθώς έπαιζε με ένα πορτοκάλι, πετώντας το στον αέρα, ο μαγαζάτορας του είπε: “Μόλις το άκουσα στο ραδιόφωνο. Το Ανώτατο Δικαστήριο είπε ότι είσαι αθώος, ψήφοι 8-0”. Δύο ώρες αργότερα, στο λόμπι ενός μοτέλ, έλεγε: “Δεν πρόκειται να πανηγυρίσω. Είπα μία μακρά προσευχή στον Αλλάχ και αυτός είναι ο πανηγυρισμός μου”.
Όμως τα πράγματα δεν ήταν όπως φαίνονταν. Τρεις δικαστές είχαν ψηφίσει υπέρ του Αλί και 5 κατά. Είχε αποφασιστεί ότι δεν ήταν αντιρρησίας συνείδησης και ότι θα μπορούσε να εκτίσει την ποινή του από το 1967. Το επιχείρημα των 5 δικαστών ήταν ότι μπορεί να έλεγε πως δεν του έφταιγαν σε τίποτα οι Βιετκόγκ, όμως είχε καταστήσει τον εαυτό του διαθέσιμο σε έναν ιερό πόλεμο με το Ισλάμ στη μία πλευρά του.
Ο πρώτος υπάλληλος του δικαστή Χάρλαν, ενός από τους 5 που ψήφισαν κατά του Αλί, άρχισε να καθαρογράφει την απόφαση, όπως του υπαγορεύτηκε από τον αρχιδικαστή Γουόρεν Μπέργκερ. Ο δεύτερος υπάλληλος, όμως, ήταν αποφασισμένος τουλάχιστον να βάλει τον Χάρλαν να σκεφτεί. Είχε εμπνευστεί από τη βιογραφία του Malcolm X και το κείμενο για τον Μαύρο Μουσουλμάνο, με τίτλο “Ένα μήνυμα στον Μαύρο Άνθρωπο”. Ο πρώτος υπάλληλος συμφώνησε με το δεύτερο υπάλληλο, υπογραμμίζοντας την πεποίθησή του ότι ο Αλί εναντιωνόταν σε όλους τους πολέμους.
Στην αρχή, ο δικαστής Χάρλαν δυσφόρησε, αλλά πείστηκε και άλλαξε την ψήφο του. Ο δικαστής Στιούαρτ ενοχλήθηκε ιδιαιτέρως με την ισοπαλία 4-4. Ήξερε ότι μία τέτοια είδηση θα προκαλούσε δυσφορία και στον κόσμο και ότι ο Αλί δεν θα μάθαινε για ποιον λόγο δεν θα είχε δοθεί λύση στην υπόθεσή του.
Ο Στιούαρτ ζήτησε από τους υπόλοιπους δικαστές να αφήσουν τον Αλί ελεύθερο, καθιστώντας σαφές ότι αυτό δεν θα σήμαινε πως όλοι οι μουσουλμάνοι θα γίνονταν αυτομάτως αντιρρησίες συνείδησης. Ο αρχιδικαστής Μπέργκερ συνέχισε να διαφωνεί, αλλά αναγκάστηκε να αλλάξει τη γνώμη του, όταν αναλογίστηκε ότι θα τον κατηγορείτο για ρατσισμό, σε περίπτωση που επέμενε.
Επίλογος
Η απόφαση ανακοινώθηκε στις 28 Ιουνίου 1971, τέσσερις μήνες μετά από την πρώτη από τις 3 αναμετρήσεις του με τον Φρέιζερ, στο Madison Square Garden, που τελείωσε με ήττα του. Ο Αλί, οριστικά, ήταν ελεύθερος να επιστρέψει στα ρινγκ. Και ανεξαρτήτως αν ήταν αληθινός αντιρρησίας συνείδησης ή όχι, ενέπνευσε εκατοντάδες παιδιά να θεωρούν τον πόλεμο αβελτηρία. Ήταν η περίοδος της ειρήνης που, έστω και ως παραίσθηση, φαινόταν ότι αρχίζει.
Φωτογραφίες: AP Images