Για τον Γιώργο Ντόσκα, ο Τίμπορ Μπένεντεκ ήταν Ούγγρος με σερβικό μυαλό
Ένας από τους σπουδαίους αριστερούς περιφερειακούς του ελληνικού πόλο, ο νυν προπονητής του ΝΟ Χίου, Γιώργος Ντόσκας, λέει το δικό του "αντίο" στον Τίμπορ Μπένεντεκ μέσω του Contra.gr.
Τα βιολιά στο νησί της Μαργαρίτας μόλις έπαιξαν το τελευταίο πιτσικάτο μίας θλιμμένης μελωδίας. Για την Ουγγαρία, η 18η Ιουνίου ήταν μέρα εθνικού πένθους. Η μέρα που πέθανε, από καρκίνο στο πάγκρεας, σχεδόν έναν μήνα πριν κλείσει τα 48, ένας από τους μεγαλύτερους όλων των εποχών, ο Τίμπορ Μπένεντεκ.
Ζώντες πολίστες, 'χρυσοί' ολυμπιονίκες 3 διαδοχικές φορές, μόλις 5 πια. Ο τερματοφύλακας Ζόλταν Σέσι, ο φουνταριστός Τάμας Μόλναρ και η... αγία τριάδα του ουγγρικού πόλο τον 21ο αιώνα: ο Τάμας Κάσας, ο Πέταρ Μπίρος και ο Γκέργκελι Κις. Σίδνεϊ, 2000, Αθήνα, 2004, Πεκίνο, 2008. Δύο μέρες πριν από την είδηση που τράνταξε τον κόσμο του πόλο, είχε πεθάνει, στην ηλικία των 85, ο Γκιόργκι Καρπάτι, ο τελευταίος επιζών της εθνικής Ουγγαρίας που είχε νικήσει στο Ελσίνκι το 1952, στη Μελβούρνη το 1956 και στο Τόκιο το 1964.
Πλάκα πλάκα, πάνε 25 χρόνια, τέτοιες μέρες ήταν (θρυλείται ότι η ημερομηνία ήταν η 22η Ιουνίου) που η εθνική Ουγγαρίας κι η εθνική Ελλάδος συναντήθηκαν σε ένα πολύ μεγάλο ματς: το 13-8 των Μαγυάρων, στη Δουνκέρκη της Γαλλίας, για τον τελικό του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Εφήβων. Ήταν ο πρώτος τελικός που η Ελλάδα, σε επίπεδο άρρενων, έπαιξε στο πόλο. Είχε προηγηθεί, το 1994, το 11-8 της Ολλανδίας επί της Εθνικής στις Νεάνιδες στο Πάπενταλ.
Από εκείνη την ομάδα διεθνείς βγήκαν σωρηδόν: ο Νικόλας Δεληγιάννης, ο Αντώνης Βλοντάκης, ο Γιώργος Αφρουδάκης, ο Θοδωρής Χατζηθεοδώρου, ο Δημήτρης Μάζης, ο Τάσος Σχίζας, ο Γιάννης Θωμάκης, ο Φίλιππος Καραμπέτσος. Δύο εξ αυτών, ο Αφρουδάκης και ο Χατζηθεοδώρου, τον αμέσως επόμενο χρόνο έπαιξαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα. Μόνο ο απαλός Κάσας, από τη μεριά της τριπλέτας, κατάφερε να βρεθεί στο ρόστερ της Ουγγαρίας. Ο άλλος έφηβος που τον ακολούθησε ήταν ο Ράιμουντ Φόντορ. Εκείνη η ομάδα της Δουνκέρκης, από 76άρηδες και 77άρηδες (δηλαδή γεννημένους το 1976 και το 1977) έμελλε να αποδειχθεί 'χρυσή' για το πόλο των Μαγυάρων. Αλλά ήταν ένας παίκτης γεννημένος το 1972 που στην πραγματικότητα θα οδηγούσε τους Ούγγρους στην κορυφή. Ένα μόνο τάλαντο (έστω μαζί με τον συνομήλικό του Ζολτ Βάργκα) που έμελλε όχι απλώς να πάρει 3 χρυσά ολυμπιακά με τον ουγγρικό τρόπο, αλλά να είναι ένας παίκτης που το στυλ παιχνιδιού του ξέφευγε από τα σύνορα της χώρας του.
"Άλλωστε, ήταν ένας Ούγγρος που τον συμπαθούσαν οι Σέρβοι", ισχυρίστηκε στο Contra.gr ο προπονητής του ΝΟ Χίου, ο Γιώργος Ντόσκας. Ο 36χρονος -πλέον- τεχνικός, που προσπαθεί να κρατήσει τα ταλαντούχα παιδιά στο νησί, για να αποκτήσει ροή μία ιστορική ομάδα για το ελληνικό πόλο, έχει τις δικές του μνήμες από τον Μπένεντεκ. Μπορεί να μην ανήκουν στην ίδια φουρνιά, αλλά ο Ντόσκας ήταν ένας σπάνιος αριστερός περιφερειακός, νεαρός σκόρερ ολκής, αργότερα ένας πλέι μέικερ, που έδωσε μοναδικό βάθος στο παιχνίδι και ο Μπένεντεκ έπαιζε στα δεξιά. Έστω και στα τελευταία του τεράστιου Ούγγρου ως παίκτη, αντάμωναν από την αριστερή πλευρά της ελληνικής επίθεσης ή εκείνης του Ολυμπιακού. Πάνε 13 χρόνια -και μάλιστα 'καθαρά', αφού έγινε 22 Ιουνίου 2007 στο Μιλάνο- από τον ημιτελικό των 'ερυθρόλευκων' με την Προ Ρέκο, το 10-9 των Γενοβέζων που κρίθηκε στο μακρινό σουτ του Μαουρίσιο Φελούγκο.
Οι Σέρβοι όντως τον συμπαθούσαν. Ο επικήδειος ενός από τους φαινομενικά πιο εγωιστές παίκτες στην ιστορία του πόλο, του Αλεξάντερ Σάπιτς, για το τι πήρε από τον Μπένεντεκ, αναδεικνύει τόσο τον εγωισμό του, αφού δεν πρόλαβε να του κάνει τη σχεδόν 'ερωτική' ομολογία του κι έπειτα το σεβασμό του για την αξία του Ούγγρου.
Ο Μπένεντεκ μέσα στο νερό ήταν πολύ ξεχωριστός, υπολογισμένης της καταγωγής του. Η τσιγγάνικη αλεγκρία των Μαγυάρων έβρισκε το συμπλήρωμά της. Ήταν το κλειδί σε μία ομάδα γεμάτη αφηρημένους αρτίστες, προκειμένου να ελαττώσει ένα ζωογόνο συστατικό στα ομαδικά σπορ: την αφέλεια. "Νομίζω ότι δεν υπάρχει άλλος τέτοιος, το λένε πάρα πολλοί ότι ήταν μοναδικός, για μένα σίγουρα είναι", μνημονεύει ο Ντόσκας τον παίκτη Μπένεντεκ, που κατέκτησε ένα χρυσό μετάλλιο σε Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, το 1997, ενώ ανέβηκε στο πρώτο σκαλί του βάθρου και στο Παγκόσμιο του 2003. Συλλογικά, κατέκτησε τρόπαια με το κουτάλι. Πέντε Κύπελλα Πρωταθλητριών, παρακαλώ, ένα με την Ούιπεστ το 1994 και τέσσερα με την Προ Ρέκο, το 2007, το 2008, το 2010 και το 2012. Ενδιαμέσως και πριν παίξει στην Προ Ρέκο κατάφερε να τελειώσει τις σπουδές του στην ιστορία και τη γλώσσα. Ακόμα κι αυτό υποδηλώνει τη διαφορετικότητά του. Έλεγε ότι δεν ήταν ο πιο δυνατός παίκτης, αλλά οι διεθνείς θυμούνται μία φάση από ένα ματς στην Ουγγαρία, όταν ένας από τους πιο ισχυρούς Έλληνες πολίστες πήγε να γίνει φουνταριστός από τα αριστερά και ο Μπένεντεκ τον έσπρωξε τόσο πολύ και μακριά, που ακούμπησε τα... φελλά.
Δεν ενέχει υπερβολή ότι η σκέψη, κυρίως, του Μπένεντεκ στο παιχνίδι ήταν μία απαραίτητη ουσία για την ολυμπιακή κυριαρχία της Ουγγαρίας. Αξιώθηκε να έχει το ταλέντο του Ούγγρου, ένα αριστερό χέρι που εξαπέλυε... μύδρους, ωστόσο είχε μία διαφορετική φινέτσα. Ήταν εκείνος που η ομάδα του χρειαζόταν στις ειδικές συνθήκες, γι' αυτό, άλλωστε, κέρδισε τόσα πολλά και, κυρίως, γι' αυτό τον επέλεξε ο Ντένες Κέμενι δίπλα του, πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 2012 και τον όρισε διάδοχό του. "Ήταν ένας παίκτης πολύ καθαρός στο παιχνίδι του. Ποτέ δεν θα χτυπούσε, στην άμυνα. Περιφερειακά ήταν ο καλύτερος αμυντικός της Ουγγαρίας, επιθετικά, ήταν φουνταριστός, έκανε πεντάμετρα, σούταρε στον παραπάνω παίκτη από παντού, έκανε τις σωστές πάσες. Μπορεί να υπήρχε τότε και ο Κις στην Ουγγαρία, αλλά ο Μπένεντεκ ήταν αναντικατάστατος", συνέχισε ο Ντόσκας, ο οποίος μπορεί να αντάμωνε μαζί του από τα αριστερά και να ένιωθε τα χέρια-δαγκάνες, αλλά δεν είχαν πολλά πολλά. Δεν θα έπιαναν κουβεντούλα στο νερό, άλλωστε "ήταν πολύ μαζεμένος, μετρημένος, ένας παίκτης που δεν είχε πάρα πολλά με όλους", τόνισε ο Χιώτης, ο οποίος, με τη σειρά του, διακρίνεται για τη λακωνικότητα.
Έπειτα από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2012, η... αγία τριάδα αποχώρησε κι η Ουγγαρία πέρασε στα χέρια των αδελφών Βάργκα, Ντένες και Ντάνιελ. 'Άγρια' ταλέντα, ένιωθες να παίζουν υπό τους ήχους της ουγγρικής ραψωδίας του Φραντς Λιστ. Οι πρώτες εκτιμήσεις έφερναν τους Μαγυάρους να πέφτουν σε ατραπό, με την παλιά φουρνιά να κουνά το μαντίλι, αλλά ο Μπένεντεκ, που πια ήταν ομοσπονδιακός προπονητής, έβαλε τα πράγματα σε μία σειρά. "Νομίζω ότι ήταν σαν προπονητής μέσα στο νερό. Οι Σέρβοι την τακτική δεν την έχουν στο πετσί τους τόσο έντονα. Ήταν αρχηγός μέσα στην ομάδα, τους καθοδηγούσε. Όταν έχεις τον Κάσας ή τον Πέτερ Μπίρος και σε ακούνε, μπορείς να καταλάβεις για τι προσωπικότητα μιλάμε", υπερθεμάτισε στην αξία του προπονητή Μπένεντεκ ο Ντόσκας.
Πράγματι, στην πρώτη διοργάνωση, ο τεχνικός των Μαγυάρων έδειξε έναν άλλο δρόμο στον Ντένες Βάργκα, ο οποίος ψηφίστηκε ο MVP του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος της Βαρκελώνης, το 2013, και σχεδόν αναπάντεχα η Ουγγαρία πήρε το χρυσό μετάλλιο. "Διότι ενώ το επιθετικό ταλέντο είναι αυτονόητο, είναι άλλο να έχεις έναν παίκτη με 5 στα 20 σουτ και άλλο με 15 στα 20", επιχειρηματολόγησε ο Ντόσκας. Σχεδόν όπως ο Φιλ Τζάκσον με την τριγωνική επίθεση, ο Μπένεντεκ έδειξε στον Ντένες Βάργκα τις διαφορετικές οδούς, με τις οποίες μπορούσε να αξιοποιήσει το τερατικό χάρισμά του.
Ο Ντόσκας έβγαλε μια ανεπαίσθητη μελαγχολία, όταν είπε ότι "εκείνα τα χρόνια το να πληροφορηθείς για τους μεγάλους παίκτες ήταν πάρα πολύ δύσκολο, δεν υπήρχαν αυτά τα πράγματα που υπάρχουν τώρα, το ίντερνετ". Και παρ' όλα αυτά, η δική του ανάμνηση ήταν ότι ο Μπένεντεκ πολλαπλασιαζόταν στο νερό. "Απ' έξω δεν καταλάβαινες ότι αυτός ο παίκτης έπαιζε έτσι. Τον έβλεπες και δεν έλεγες ότι ήταν επικίνδυνος. Ήταν όπως ο Βλάντα Βουγιασίνοβιτς, τους κοίταζες και αναρωτιόσουν αν είναι οι ίδιοι παίκτες που αντιμετώπιζες", συμπλήρωσε ο Χιώτης, που έχει ως στόχο να δείξει αυτόν το δρόμο στους δικούς του παίκτες.
Ο Μπένεντεκ δεν μένει πια εδώ. Χιλιάδες άνθρωποι πήγαν στο νησί της Μαργαρίτας για να τον αποχαιρετίσουν. Η κλαίουσα μουσική συμβόλισε το μέγεθος της απώλειας. Το παγκόσμιο και το ουγγρικό πόλο μοιάζει να διεμβολίστηκε από χάκερ, που του αφαίρεσαν ένα μεγάλο μέρος των ουσιαστικών πληροφοριών του.