Θύρα 7: Το βράδυ που η ζωή σκόνταψε σε σκουριασμένο σίδερο
Στις 8 Φεβρουαρίου 1981, μετά τη λήξη του ντέρμπι Ολυμπιακός-ΑΕΚ, 21 φίλαθλοι που βρίσκονταν στη Θύρα 7 εναπόθεσαν τις ψυχές τους στο γήπεδο, για πάντα. Το βράδυ που ακολούθησε, ήταν εφιάλτης.
Το κλίμα ήταν πανηγυρικό. Ανάμεσα στο “Θρύλε των γηπέδων, Ολυμπιακέ” και στο “Κόκκινα θα φορέσω ρούχα γιορτινά, όλες μου οι αγάπες έχουν γίνει μια” (αναγκαία παράφραση του γνωστού τραγουδιού του Γιάννη Καλατζή), ο Πειραιάς ήταν έτοιμος να γιορτάσει άλλη μια νίκη του Ολυμπιακού σε ντέρμπι. Οι ‘ερυθρόλευκοι’ είχαν διαλύσει την ΑΕΚ με 6-1 και είχαν μπει για τα καλά στο κόλπο της διεκδίκησης του πρωταθλήματος της σεζόν 1980-1981.
Όμως, εκείνο το απόγευμα Κυριακής, η γιορτή είχε ακυρωθεί. Λίγο πριν από τη λήξη του αγώνα, 21 άτομα είχαν προσπαθήσει να μεταβούν στα αποδυτήρια για να αποθεώσουν τα ινδάλματά τους, όμως είχαν βρει μπροστά τους σίδερα, ερμητικά κλειστές πόρτες.
Το μακελειό από τη γιορτή απείχε μόνο λίγες στιγμές και τα εκατοντάδες στοιβαγμένα κορμιά μπροστά από τα σίδερα ήταν ο επίλογος του ολέθρου και ταυτόχρονο ο πρόλογος ενός νέου, ακόμα πιο σκληρού δράματος. Συνολικά, 21 νεκροί και αμέτρητοι τραυματίες. Οι επόμενες ώρες, η επόμενη μέρα, όπως κατεγράφησαν από την εφημερίδα ‘Ελευθεροτυπία’, προκαλούν ανείπωτο τρόμο.
Η Φρίκη κι η Φρειδερίκη
Η Αθήνα μόλις είχε μαζέψει τα κομμάτια της από τον σεισμό των Αλκυονίδων και προετοιμαζόταν για μια εκλογική αναμέτρηση που θα αναδιαμόρφωνε μια για πάντα τον κοινωνικό/πολιτικό χάρτη ολόκληρης της χώρας, με την ανάδειξη του ΠΑΣΟΚ ως κόμμα εξουσίας. Την Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 1981, η βασίλισσα Φρειδερίκη έφευγε από τη ζωή. To αίτημα για προσκύνημα της σορού της στη Μητρόπολη Αθηνών προκαλεί έντονες αντιδράσεις από την αξιωματική αντιπολίτευση, από τους δημοσιογράφους, από τον απλό κόσμο. Στον απόηχο της οργής για τη ‘λαομίσητη Φρειδερίκη’, ο Ολυμπιακός αντιμετωπίζει την ΑΕΚ στο ‘Γεώργιος Καραϊσκάκης’. Η Ελλάδα παραλύει στο άκουσμα της ανείπωτης τραγωδίας που συνοδεύει το φινάλε του ντέρμπι.
Ασθενοφόρα και αγροτικές καρότσες
“Όταν βρέθηκα μπρος στην καγκελόπορτα της Θύρας 7, δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που είδα. Έκλεισα τα μάτια μου κι έβαλα τα κλάματα. Μερικοί προσπάθησαν να σπάσουν την πόρτα απ’ έξω, αλλά ήταν αδύνατο. Η αστυνομία ήρθε μετά από 3 τέταρτα. Άνοιξαν πρώτα τη μικρή πόρτα στη Θύρα 7 και μετά άνοιξαν την κυρίως πόρτα. Έβλεπες παιδιά με σπασμένα πόδια που τα κουνούσανε. Ένα παιδί με φουσκωμένο και μελανιασμένο πρόσωπο το πήραν οι αστυνομικοί. Είχαν φέρει αστυνομικά αυτοκίνητα, κλούβες, αγροτικά οχήματα και δεν έφταναν για να μεταφέρουν τους τραυματίες”, διηγείται ο -τότε- 15χρονος Δημήτρης Σέργος, στην Ελευθεροτυπία της 9ης Φεβρουαρίου 1981.
Το βράδυ που ακολούθησε στο ‘Τζάνειο’ του Πειραιά μοιάζει βγαλμένο από σενάριο θρίλερ. Διαβάζουμε στο ρεπορτάζ της εφημερίδα πως οι “τραυματίες κι οι νεκροί σωριάζονταν στον προθάλαμο των εξωτερικών ιατρείων, άλλοι σε κουβέρτες άλλοι στο δάπεδο”, ενώ στη συνέχεια οι διαπιστωμένοι ως νεκροί “τυλίγονταν με μια κουβέρτα και τσουλητά μεταφέρονταν ως το ασανσέρ για το νεκροθάλαμο”. Υπήρξε κι ένας χειρούργος, που γεμάτος αγωνία, ρωτούσε ένα παλικάρι: “Έχετε ένα νυχοκόπτη;”. Για να εξηγήσει λίγο αργότερα: “Ναι, νυχοκόπτη, αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει διαθέσιμο ούτε ένα νυστέρι”. Την ίδια ώρα, ο διευθυντής του νοσοκομείου, Ιωάννης Απέργης, έκανε έκκληση μέσω του τηλεοπτικού προγράμματος της ΥΕΝΕΔ να μεταβούν στο νοσοκομείο γιατροί όλων των ειδικοτήτων. Η νύχτα ήταν μακρά και από τα 30 σκαλοπάτια του κλιμακοστασίου της Θύρας 7 ανασύρονταν συνεχώς νεκροί και τραυματίες. Το ΚΑΤ τέθηκε σε επιφυλακή για τη μεταφορά τραυματιών που έχρηζαν νευρολογικής επέμβασης. Εκείνη η νύχτα δεν έλεγε να ξημερώσει.
Αθάνατοι, για πάντα
Πραγματογνωμοσύνη, εισαγγελική έρευνα και παραπομπή σε δίκη 11 ατόμων με κατηγορίες για ανθρωποκτονία εξ αμέλειας: Όσα ακολούθησαν της τραγωδίας της Θύρας 7, έμοιαζαν με τσιρότο σε μια πληγή θανάτου. Το προσκλητήριο και φέτος τους έχει άπαντες, παρόντες. Και Αθάνατους.