Σεργκέι Γκαλίτσκι: Ο ‘ολιγάρχης’ της Κράσνονταρ που υποτάχθηκε στον Πούτιν
Απαρνήθηκε το πατρώνυμό του και υιοθέτησε το επώνυμο της συζύγου. Δημιούργησε περιουσία που ξεπέρασε τα 5 δισ. δολαρίων και έγινε εκ των πλουσιότερων Ρώσων παγκοσμίως. Ίδρυσε από το μηδέν την Κράσνονταρ και σε 12 χρόνια την έφερε να διεκδικεί δεύτερη φορά την είσοδό της στους ομίλους του Champions League. Ο Σεργκέι Γκαλίτσκι δεν ήθελε να 'ναι φίλος του Πούτιν, αλλά μάλλον εξαναγκάστηκε. Ο ΠΑΟΚ τον απειλεί ξανά.
Μία ημέρα πριν ‘φύγει’ ο Γενάρης του 2018, η Ουάσινγκτον δημοσίευσε τεχνηέντως μια λίστα με τους πιο ισχυρούς Ρώσους της εποχής. Επιχειρηματίες, αξιωματούχους ή πολιτικούς. Η ‘έρευνα’ είχε παραγγελθεί από το αμερικανικό Κογκρέσο ως απάντηση στη φερόμενη παρεμβατικότητα του Κρεμλίνου κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για τις αμερικανικές εκλογές του 2016. Η ‘Putin List’ περιείχε 210 πρόσωπα. Τα 96 εξ αυτών εντάχθηκαν στην κατηγορία ‘ολιγάρχες’, με περιουσία μεγαλύτερη του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Ο Βλάντιμιρ Ποτάνιν, ο Άλισερ Ουσμάνοφ και ο Ρομάν Αμπράμοβιτς, με ‘κομπόδεμα’ 11 ψηφίων, θα ‘ταν παράταιρο να λείπουν από τον περίφημο κατάλογο. Ωστόσο ελέχθη τότε πως οι αμερικανικές αρχές έκαναν απλώς ένα άγαρμπο copy-paste στα στοιχεία του Forbes και έπεσαν σε αντιφάσεις. Αναλυτές εξήγησαν πως δεν ήταν όλοι αυτοί ‘άνθρωποι του προέδρου’.
Ο Σεργκέι Γκαλίτσκι χρησιμοποιήθηκε ως το πιο τρανταχτό παράδειγμα της βιασύνης των Αμερικανών να παρουσιάσουν κάτι και να ‘σπιλώσουν’ ονόματα. “Τι δουλειά έχει αυτός εκεί;“, είχε αναρωτηθεί υψηλόβαθμο στέλεχος συστημικής τράπεζας τη Δύσης που προτίμησε να διατηρήσει την ανωνυμία του κληθείς να σχολιάσει -με σκωπτικό τρόπο- την ελλιπή ενημέρωση του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Ο αυτοδημιούργητος 53χρονος επιχειρηματίας ήταν και παραμένει μέχρι σήμερα δισεκατομμυριούχος. Στην διαρκώς ανανεωμένη ιστοσελίδα του Forbes εμφανίζεται να του ανήκουν (σε όποια μορφή) 3.5 δισεκατομμύρια δολάρια, τα οποία -κατά το Bloomberg- είχαν φτάσει τα συνολικά 5 στο πρόσφατο παρελθόν, ενώ γι’ άλλους είχαν παλιότερα υπερβεί τα 8 στο σύνολό τους. Ο πιο πλούσιος Ρώσος που τα ‘υπάρχοντά’ του δεν προέρχονται από φυσικούς πόρους.
Αυτήν την εποχή κατέχει μία θέση στην έκτη 100άδα των οικονομικά προνομιούχων τούτου του πλανήτη και απολαμβάνει τα πλούτη του παρέα με τη σύζυγο του Βικτόρια και την κόρη του Πολίνα. Από την πρώτη ο Σεργκέι Νικολαγέβιτς Αρουτιουνγιάν επέλεξε να ‘υιοθετήσει’ το επώνυμό της και μετά το γάμο τους ν’ αλλάξει όλα τα επίσημα έγγραφά του που ανέφεραν το πατρώνυμό του. Παρόλο που το 2013 επέμενε σε συνέντευξή του ότι “είμαι 25% Αρμένιος (σ.σ πατέρας του) και πάντα περήφανος για τις ρίζες μου, αν και δυστυχώς δεν μιλώ τη γλώσσα“, έχοντας γεννηθεί στο Σότσι τον Αύγουστο του 1967.
Από τα δανεικά στην αμύθητη περιουσία
Κόντρα πάντως στη λογική σκέψη πως ανήκει στον κύκλο του Προέδρου Πούτιν, ο Γκαλίτσκι χάραξε τον δικό του δρόμο έως ότου φτιάξει όλο αυτό το ‘βιός’ του. Έχοντας επιλέξει να ζει στο Κράσνονταρ, 1.300 χλμ. από το απόλυτο κέντρο των εξελίξεων (Μόσχα), θεωρείται ένας αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας που δεν ζήτησε και δεν έλαβε κρατική βοήθεια για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του. Μέχρι το 1994, στα 27 του τότε, ο Γκαλίτσκι δούλευε ως τραπεζικός υπάλληλος. Μια δουλειά που δεν του χάριζε κίνητρα. Πτυχιούχος Οικονομικών από το Πανεπιστήμιο ‘KubSU’ του Κράσνονταρ, ο Γκαλίτσκι πήρε μια απόφαση: να δανειστεί χρήματα εν μέσω της κρίσης του ’98 για να ‘στήσει’ την πρώτη επιχείρηση χονδρεμπορίου καλλυντικών και αρωμάτων. Εξασφαλίζοντας την αποκλειστικότητα της διανομής των προϊόντων της P&G στη νότια Ρωσία, η εταιρία Transasia αναπτύχθηκε τάχιστα και μέσα σ’ ένα χρόνο ο δαιμόνιος οικονομολόγος, έχοντας το απαιτούμενο κεφάλαιο πλέον, ίδρυσε την Tander. Αυτή που αργότερα εξελίχθηκε σε Magnit. Τον κολοσσό λιανεμπορίου τροφίμων σ’ όλη τη ρωσική επικράτεια, που οφείλει την εγκαθίδρυσή της χάρη στο ‘Πάντα χαμηλές τιμές’.
Με συνεργάτη έναν συνταξιούχο ναυτικό που άρχισε ως ο οδηγός του φορτηγού διανομής και κατέληξε ως ο υπεύθυνος πωλήσεων, η Magnit κέρδισε το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας στην αγορά. Ώσπου σε μια 10ετία μέσα είχε καταλήξει να είναι ο ‘κορυφαίος παίκτης’ λιανικού εμπορίου στη χώρα, παρά τις κατά καιρούς απειλές που δεχόταν το αφεντικό (στεφάνι κηδείας στην πόρτα του, χειροβομβίδα στα γραφεία), επειδή δεν ενέδιδε σε πιέσεις της μαφίας. Πολύχρωμα καταστήματα εκτάσεως 350 τετραγωνικών μέτρων, με φθηνά λειτουργικά έξοδα, ξεφύτρωναν από το πουθενά σε δεκάδες πόλεις της ρωσικής περιφέρειας, σε βαθμό μάλιστα που ουδείς μπορούσε ν’ ανταγωνιστεί το ρυθμό ανάπτυξης της Magnit. Το σύστημα παραγγελιοληψίας κρίθηκε ως καινοτόμο στη ρωσική αγορά και διευκολύνοντας τρομερά τον καταναλωτή την βοήθησε ν’ ανοίξει κι άλλο το εύρος των πελατών της.
Ο Γκαλίτσκι ήταν ο απόλυτος άρχων. Επέβλεπε τα πάντα, γνώριζε το καθετί. Τα μαγαζιά του ήταν παντού. “Δεν υπάρχει Σαββατοκύριακο, εδώ και 24 χρόνια, που να έχω φάει πρωινό στο σπίτι μου“. Από το 2006 η εταιρία μπήκε στο χρηματιστήριο και οι μετοχές της έγιναν ανάρπαστες. Πριν από το 2010 είχε συγκεντρώσει 1.2 δισεκατομμύρια δολάρια και απέκτησε την ευχέρεια να κινηθεί άνετα, αυξάνοντας το ‘στόλο’ των καταστημάτων της. Ήταν η εποχή που η Deloitte την τοποθέτησε μεταξύ των 250 πιο δραστήριων λιανοπωλητών του κόσμου. Ο ανταγωνισμός ήταν ανέφικτο ν’ ακολουθήσει το δικό της τέμπο προόδου. Το 2014, ως η επιχείρηση με το μεγαλύτερο εύρος εισαγωγών στη Ρωσία, άξιζε πλέον 30 δισεκατομμύρια δολάρια και ο Γκαλίτσκι ήταν ένας βασιλιάς πολύ μακριά από τ’ ανάκτορα του Κρεμλίνου!
Αυλικός του Πούτιν δεν έγινε ποτέ. Θεωρείτο μάλιστα εξ αυτών που του ασκούσαν κριτική και μπορούσε, σε συγκεκριμένες συνθήκες, να φέρει αντιρρήσεις όποτε ένιωθε πως έπρεπε. “Ένας επιχειρηματίας δεν πρέπει να γκρινιάζει. Ούτε ν’ απειτεί τίποτα από την Κυβέρνηση. Το μόνο που έχει ανάγκη είναι προσωπική ιδιοκτησία“, ισχυριζόταν ο Γκαλίτσκι το 2016, σε διάλεξή του. Τον περιέγραφαν πάντα ως μανιώδη με τη λεπτομέρεια που τον κατηύθυνε η λογική και σε καμία περίπτωση το συναίσθημα.
Η ώρα της Κράσνονταρ
Απ’ αυτό παρασύρθηκε μονάχα όταν αποφάσισε να εμπλακεί στο χώρο του ποδοσφαίρου. Ήθελε πολύ ο ίδιος να γίνει ποδοσφαιριστής, αλλά δεν διέθετε το μυαλό του ήταν πολύ πάνω από το ταλέντο του στο χορτάρι. Το 2008, με ίδια κεφάλαια, εμπνεύστηκε και έστησε μια ομάδα από το πουθενά. Με στόχο να ευχαριστιέται πρώτα απ’ όλα ο ίδιος αυτό που θα βλέπει. Ως τότε η Κουμπάν διατηρούσε την πρωτοκαθεδρία στην περιοχή, αλλά ο Ρώσος επιχειρηματίας ήθελε να δημιουργήσει κάτι πολύ πιο μεγάλο. Κάτι που θ’ αντανακλούσε την κουλτούρα όλης της περιοχής και θα εκμεταλλευόταν το ντόπιο στοιχείο, έτσι ώστε στο απώτερο μέλλον να στελεχωθεί το εθνικό συγκρότημα, συνδυαστικά με μεταγραφές ποιοτικών μονάδων.
Η Κράσνονταρ, με σήμα τον ταύρο και χρώματα το πράσινο-μαύρο, εμφανίστηκε ως επαγγελματικό κλαμπ στην τρίτη κατηγορία και ευνοημένη από την οικονομία αδυναμία άλλων ομάδων κέρδιζε χρόνο με το χρόνο τις απαραίτητες ανόδους. Τον Γενάρη του 2015 αποδέχθηκε την πρόσκληση της ρωσικής λίγκας ν’ αντικαταστήσει τη Σατούρν και έπαιξε για πρώτη φορά στην Premier League. Παράλληλα ιδρύθηκαν οι ακαδημίες, που χάρη στην άρτια οργάνωση άρχισαν να κερδίζουν πολλά παιδιά, ενώ σε διάρκεια 3 ετών αγοράστηκε έκταση και χτίστηκε νέο υπερσύγχρονο γήπεδο χωρητικότητας 35.000 θεατών. ‘Γκαλίσιουμ’, κόστους 300 εκατομμυρίων, το αποκαλούν οι πιστοί φανς που πίνουν νερό στο όνομά του. Το 2014 ο Γκαλίτσκι είχε ήδη βραβευτεί από την Ρωσική Ομοσπονδία για τη συμβολή του στην ανάπτυξη του ποδοσφαίρου και οι ποδοσφαιριστές όπως ο Βραζιλιάνος Άρι τον αποθέωναν ανήμερα των γενεθλίων του. Πλέον έχει δώσει τα ηνία στον 36χρονο Μουράντ Μουσάεφ, παιδί της πόλης και αποκλειστικά δική του επιλογή. “Δεν θέλουμε κανέναν Τούχελ. Ο Μουράντ από το Κράσνονταρ είναι πολύ σημαντικότερος“, υπογράμμιζε όταν του έδινε το χρίσμα.
Μαζί με την Κράσνονταρ, που το 2014 διεκδίκησε το πρώτο τρόπαιο της ιστορίας της (χαμένο κύπελλο από τη Ροστόφ του… Σαββίδη στα πέναλτι) και την επόμενη σεζόν αγωνίστηκε στην Ευρώπη, μεγάλωνε η Magnit. Το 2015 έγινε η πρώτη αλυσίδα που υπερέβη τα 10.000 καταστήματα στη Ρωσία. Υπολογιζόταν πως κάθε 10ο ρούβλι που ξόδευε ένα νοικοκυριό κατέληγε στα ταμεία της. Ταυτόχρονα, βέβαια, έδινε δουλειά σε περισσότερους από 150.000 Ρώσους.
Ο ανταγωνισμός του… Πούτιν
Λογικό ήταν κάποια στιγμή ο ανταγωνισμός να την ‘πληγώσει’, συνδυαστικά με τη ‘φτωχοποίηση’ ενός κομματιού του πληθυσμού που στήριζε σταθερά την επιχείρηση. Η ‘X5 Retail Group’, μοσχοβίτικων συμφερόντων, κέρδισε το χαμένο έδαφος στην αγορά (πλέον διαθέτει περισσότερα από 15.000 Perekrestok) και η πίτα μοιράστηκε ξανά. Ο Γκαλίτσκι αναγνώριζε το πρόβλημα και έψαχνε λύσεις που θ’ αυξήσουν τον τζίρο. “Ήμουν λίγο κουρασμένος“, είπε κάποια στιγμή και έπιασε ξανά δουλειά για ν’ αντιστρέψει την κατάσταση. Ωστόσο από αύξηση κερδών της τάξεως του 20% με 30%, η Magnit έπεσε στο 12.8% το 2016 και στο 6.4% το 2017.
Ήταν ακριβώς αυτή η ευκαιρία που ζητούσε ο Βλαντιμίρ Πούτιν για να τον εξαναγκάσει σε (μερική) υποταγή. Για ν’ αποφύγει περαιτέρω χασούρα, ο επιχειρηματίας έπρεπε να υποχωρήσει. Φυσικά ο Πρόεδρος δεν εμφανίστηκε πουθενά. Ωστόσο η VTB Bank, που πολιόρκησε τον Γκαλίτσκι και στο φινάλε (Φλεβάρη του 2018) αγόρασε τις μετοχές του, είναι μια κρατική τράπεζα που ελέγχεται πλήρως από τη διοίκηση. Η συμφωνία έκλεισε ασυνήθιστα γρήγορα. Ο Γκαλίτσκι προτίμησε να μην πει οτιδήποτε. Για το πώς και τι μεσολάβησε έως ότου πέσουν οι υπογραφές.
“Δεν μπορείτε να ελέγξετε μια κατάσταση στο 100%”, έλεγε σε δικούς του ανθρώπους. Άφηνε να εννοηθεί πως η πίεση ήταν μεγάλη, το άγχος πολλαπλάσιο πλέον και πως το θέμα ήταν ηλικιακό, διότι “στα 50 δεν μπορείς να κάνεις ό,τι στα 35 ή στα 40“. Συμπτωματικά ή μη άλλος υποψήφιος αγοραστής δεν εμφανίστηκε. Ούτε διεκδικήθηκε ανώτερο ποσό. Αυτά ήταν, αυτά πήρε.
“Στην αρχαία Ρώμη ο κάθε μονομάχος θα έπρεπε να πεθάνει με αξιοπρέπεια την κατάλληλη στιγμή” ήταν η φράση που του αποδόθηκε. Δεν ένιωθε Καίσαρας, αλλά ένας Σπάρτακος. Ο ίδιος δεν πέθανε φυσικά. Παρόλο που έλεγε ότι “τίποτα δεν διαρκεί για πάντα“. Έλαβε 138 δισεκατομμύρια ρούβλια ή αλλιώς 2.13 δισεκατομμύρια δολάρια και παρέδωσε το 29.1% του μεριδίου που είχε κρατήσει από τη στιγμή που η επιχείρηση εισήχθη στο χρηματιστήριο.
Σήμερα τον νοιάζει να επιστρέψει κάποια από τα χρήματα στην τοπική κοινωνία. Να φτιάξει ένα πνεύμονα πρασίνου στο Κράσνονταρ και να δει φυσικά την αγαπημένη του ‘Byki’ στους ομίλους του Champions League. Για πρώτη φορά, μετά την περυσινή αποτυχημένη απόπειρα απέναντι στον Ολυμπιακό, με δύο ήττες. Ο ΠΑΟΚ μπορεί να διακόψει, τουλάχιστον προσωρινά, την νέα απόπειρα εξάπλωσής του στα διπλά ματς που έρχονται. Εν μέσω του ποδοσφαίρου πια.