Ο Πέδρο Μαρτίνς προπονούσε σε γήπεδο χωρίς φώτα
Από τα χαμηλά στα ψηλά κι από τα λίγα στα πολλά. Ο Πέδρο Μαρτίνς δεν ξεχνάει από που άρχισε την προπονητική, τότε που προπονούσε ομάδα υπό το φως του φεγγαριού, και μνημονεύει τις επιλογές του.
Κάθε νέο βήμα του Πέδρο Μαρτίνς (φαίνεται πως) ήταν μελετημένο. Τίποτα δεν (μοιάζει ότι) συνέβη τυχαία ή βιαστικά. Αποδεδειγμένα ο νυν προπονητής του Ολυμπιακού δεν έπεσε ουρανοκατέβατος στο χώρο του ποδοσφαίρου. Έχοντας αγωνιστεί (πολύ) σε Σπόρτινγκ Λισαβόνας και (λιγότερο) Μποαβίστα, ομάδες με ειδικό βάρος και ποδοσφαιρική υπόσταση στη χώρα, είχε τις γνωριμίες για να βαδίσει στον στρωτό δρόμο.
Επέλεξε αντ’ αυτού τον κακοτράχαλο. Εκείνον με τις λακκούβες και τις πέτρες, αυτόν που η σκόνη του σε ‘πνίγει’. Ταυτόχρονα όμως εκείνον που του επέτρεψε να ‘χτίσει χαρακτήρα’, να δοκιμάσει τα όριά του νωρίς. Προτού ολοκληρώσει την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής, κατά την οποία έλαβε το χρίσμα του διεθνούς μία φορά σε παιχνίδι των Προκριματικών του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1998 με αντίπαλο τη Βόρεια Ιρλανδία, είχε ήδη προνοήσει για το μέλλον του λαμβάνοντας το πρώτο δίπλωμά του.
Η παρθενική δουλειά του ήταν το 2006 στην Ουνιάο ντε Λάμας. Μια ερασιτεχνική ομάδα που τότε βρισκόταν στην τρίτη κατηγορία του πορτογαλικού ποδοσφαίρου – σήμερα στα τοπικά του Αβέιρο. Μια ομάδα της περιοχής που γεννήθηκε και μεγάλωσε και στην οποία γνώριζε εκ των προτέρων πως οι συνθήκες δεν ήταν οι ιδανικότερες. Ήταν 36 και από κάπου όφειλε ν’ αρχίσει. “Υπήρξαν κάποιες πραγματικά δύσκολες στιγμές, αλλά με δίδαξαν να πιεστώ – και να είμαι δημιουργικός“, έγραψε στο “The Coaches Voice“, τη γωνιά που έχει δημιουργηθεί για να παρουσιάζουν οι προπονητές ανά τον κόσμο το ταξίδι τους. Ένας διαδικτυακός τόπος που έχει φιλοξενήσει από τον Ζοζέ Μουρίνιο και τον Ντιέγκο Σιμεόνε ως τον Γκάρεθ Σαουθγκέιτ, τον Μανουέλ Πελεγκρίνι και τον Βιθέντε ντελ Μπόσκε.
Ο Μαρτίνς δεν αρνήθηκε την πρόσκληση. Αφέθηκε και έγραψε για όσα τον ωρίμασαν χρόνο με το χρόνο, με αποτέλεσμα κάθε βήμα του να είναι το ακριβώς επόμενο, όχι ένα πισωγύρισμα.
Θα θυμάται πάντως πως στην Ουνιάο ντε Λάμας “η ομάδα προπονούταν τη νύχτα, επειδή κάποιοι από τους παίκτες δούλευαν το πρωί. Όταν έφτασα στην ομάδα, Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο, είχαμε μονάχα το φως της ημέρας ως τις 18:00. Το γήπεδο δεν είχε προβολείς. Υπήρχε δίπλα ένα χωμάτινο γήπεδο με χαλίκια, το οποίο διέθετε κάποια φώτα. Οπότε κάναμε προπόνηση για μισή ώρα στο γρασίδι, προτού σκοτεινιάσει και μετά έπρεπε να δουλέψουμε την τακτική στο έδαφος με τις πέτρες. Σήμερα που δουλεύω σε ομάδες υψηλού επιπέδου εκείνη η κατάσταση είναι αδιανόητη. Αλλά έπρεπε να προσαρμοστώ και να διασφαλίσω ότι οι παίκτες μου ήταν έτοιμοι ν’ ανταποκριθούν κάθε Κυριακή πέρα από τα εμπόδια. Ήταν μια διδακτική διαδικασία, αλλά είμαι πολύ καλύτερος προπονητής σήμερα έχοντας εμπειρίες όπως αυτές“.
Κοντά 13 χρόνια από εκείνη τη σκοτεινή, με την κυριολεκτική έννοια του όρου, περίοδο ο Πέδρο Μαρτίνς δουλεύει στις υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις του Ρέντη, έχοντας εξαργυρώσει μία προς μία τις επιλογές του. Από την Ουνιάο προέκυψε η Λουζιτάνια και μετά η Εσπίνιο, προτού ο Πορτογάλος, στα 40 του πια, προσληφθεί στη Μαρίτιμο, αρχικά για τη β’ ομάδα και ακολούθως την πρώτη, συμπληρώνοντας 124 παιχνίδια. “Μου είπαν πως ήμουν τρελός“, μνημόνευσε. Η πορεία του τούς διέψευσε.
Η επιτυχημένη διετία στη Ρίο Άβε ήταν το επιστέγασμα της δουλειάς του και τού χάρισε ταυτόχρονα το εισιτήριο για την ευρωπαία Γκιμαράες. Για ν’ ακολουθήσει εν τέλει η τεράστια πρόκληση να κουμαντάρει τον Ολυμπιακό. Χωρίς ν’ αποποιείται το παρελθόν του.
“Ποτέ δεν θα ξεχάσω από πού άρχισαν όλα: από χαμηλά. Ήξερα πως θα ήταν δύσκολο να χτίσω τη φήμη μου, αλλά ήξερα επίσης ότι θα με χαροποιήσει περισσότερο. Είχα δίκιο. Αν θα έκανα το ίδιο πάλι, γνωρίζοντας όλα αυτά; Απόλυτα. Είμαι βαθιά ευγνώμων για εκείνες τις εμπειρίες“.