Ο Ολυμπιακός ήταν η Τότεναμ της Τετάρτης
Ο Πέδρο Μαρτίνς, στην αναμπουμπούλα ότι ο Ολυμπιακός δεν νίκησε έναν Παναθηναϊκό που εμφανιζόταν διαλυμένος στο ΟΑΚΑ, ξέρει ότι αυτό που πήρε είναι η μικρότερη δυνατή ζημιά. Δεν το λες παραέξω, αλλά και τη λέξη 'κέρδος' να ψιθυρίζει, υπερβολή δεν το λες.
Πρώτη είναι η γνώση. Να μαθαίνεις κάτι. Έπειτα, η επανάληψη. Να εξασφαλίζεις ότι το ξέρεις αφού το κάνεις και το ξανακάνεις. Τρίτο, το ηθικό. Σίγουρα, όλοι οι παίκτες του Παναθηναϊκού ξέρουν να κάνουν το κοντρόλ και αριστερό σουτ του Μιγκέλ Άνχελ Γκερέρο στο 36′. Αλλά, τουλάχιστον ως το 89′ του ντέρμπι, ουδείς μπορούσε να το κάνει. Όταν ο Ισπανός έβαλε τον Ολυμπιακό μπροστά στο σκορ στο ντέρμπι, το έκανε ένας επιθετικός που ενέπνεε αυτοπεποίθηση. Ο φορ είναι ακριβώς αυτό. Ο Γκερέρο ξέρει τι σημαίνει διάστημα αφλογιστίας. Όταν οι ‘ερυθρόλευκοι’ τον απέκτησαν, ήταν ένας τέτοιος ποδοσφαιριστής. Τώρα, είναι εκείνος του κοντρόλ με το στήθος και αριστερό σουτ (δηλαδή το… κακό πόδι) σε ντέρμπι.
Ο Ολυμπιακός, όμως, αν και ήθελε, δεν ρίσκαρε να ‘σκοτώσει’ το ματς. Θα μπορούσε να το κάνει, αλλά θα έπρεπε να αφήσει την ασφάλειά του. Να βάζει παίκτες, αναγκαστικά, στην περιοχή, κάτι που δεν έγινε όλο το βράδυ, πλην στημένων. Ο Ισπανός επιθετικός σπανίως βρήκε παρτενέρ. Να κάνει επιθετική κατοχή και όχι κατοχή για την κατοχή. Να κάνει τελικές, κάτι που δεν έγινε. Οι δύο ομάδες τελείωσαν με 5 και περιττεύει ότι αυτό ευνοεί την υποδεέστερη ποιοτικά ομάδα. Κόντρα σε μία ομάδα που καταβρόχθισε, για τα μέτρα και σταθμά της, την Τότεναμ στο ‘Γεώργιος Καραϊσκάκης’ την Τετάρτη, πηγαίνοντας πρώτη σε μπάλες, παίζοντας στην κάθετο, έχοντας την πεποίθηση ότι το ματς δεν τέλειωσε εκεί που η καλύτερη και πιο ακριβή ομάδα ένιωθε ότι το είχε κάνει τυπική διαδικασία.
Την Κυριακή, η ομάδα του Πέδρο Μαρτίνς ήταν η Τότεναμ. Ένα πεντάλεπτο, 0-2, το ματς τελείωσε, τέλος και πάπαλα. Μόνο που η Τότεναμ είχε τη δική της ευκαιρία, αφού βρέθηκε πολύ νωρίς στο 2-2. Ο Ολυμπιακός είχε να παίξει, μόνον, τις καθυστερήσεις του ματς, απέναντι σε μία ομάδα που ήταν δεδομένο πως θα άφηνε τα σώψυχα στο παιχνίδι και αυτό θα γινόταν άγαρμπα, πιθανώς με αλαλαγμούς, χωρίς την απαραίτητη ψυχραιμία. Πάντως, με το αίσθημα του υπερεπείγοντος.
Κι αντί, εν πάση περιπτώσει, να υπάρξει αφύπνιση με το γαϊτανάκι που δημιούργησε η φάση του 58′, η ανατροπή του Χουάν Χοσέ Περέα από τον Ρούμπεν Σεμέντο, η απόκρουση του Ζοζέ Σα στο σουτ του Φεντερίκο Μακέντα, η επανάληψη που υπέδειξε ο διαιτητής και η ακύρωση της επανάληψης, μετά το VAR, ο Ολυμπιακός συνέχισε να μην είναι η επιθετική ομάδα της αναμέτρησης. Ό,τι ήταν η αλήθεια στο ματς, την έδειξε το δίλεπτο μετά την ισοφάριση με το χτύπημα του Γιοάν Μολό, το οποίο προήλθε από το πέναλτι που έκανε ο Γιασίν Μεριά σε δεύτερο διαδοχικό ματς, αυτήν τη φορά στον Μακέντα.
Σε σχέση με την ανατροπή του Χάρι Κέιν, ο Τυνήσιος αμυντικός κάνει κάτι παρεμφερές, αν και όχι παρόμοιο: το πόδι του είναι πίσω από τον κορμό του και ανοιγμένο προς τα δεξιά του, μόνο και έρμο, κάτι που σημαίνει ότι είναι σε… διπλή ανισορροπία, από τη στιγμή, κιόλας, που ο Ιταλός προσποιείται στα αριστερά του.
Αυτό το δίλεπτο, μετά τη λυτρωτική ισοφάριση, έδειξε ότι ο Παναθηναϊκός δεν ήταν ευχαριστημένος και η ορμή του ήταν δύσκολο να αναχαιτιστεί. Αυτό που δεν ήταν δύσκολο, ήταν να υποτεθεί από τη μεριά του Ολυμπιακού ότι οι ‘πράσινοι’ δεν είχαν ρεαλιστικές πιθανότητες να πετύχουν κάτι άλλο. Ο Πέδρο Μαρτίνς έβαλε τον Γιουσέφ ελ Αραμπί στις καθυστερήσεις, για τον τζόγο, που λένε, στην περίπτωση κάποιας ‘ερυθρόλευκης’ κατοχής, αλλά η στημένη φάση και η σέντρα του Κώστα Τσιμίκα έπρεπε να είναι πολύ… σπέσιαλ για να γίνει απειλητική.
Στο τέλος, ο Μαρτίνς ήξερε ότι πήρε αυτό που άξιζε: ο βασικός κορμός του φάνηκε πως έδωσε… πόνο στο ευρωπαϊκό παιχνίδι, τραυματίες φαινομενικά δεν βγήκαν από το γήπεδο, κάτι για το οποίο σίγουρα ο Πορτογάλος φοβήθηκε στα αρχικά μαρκαρίσματα στον Ματιέ Βαλμπουενά, τον οποίο και άλλαξε πρώτο, με τον Μαντί Καμαρά, για να πάει σε πιο συντηρητική διάταξη, αφού κι ο ΠΑΟΚ δεν νίκησε τον Άρη. Ο Γιώργος Δώνης, από την άλλη, έκανε συνοπτικά αλλαγή τον Δημήτρη Κολοβό, διαπιστώνοντας ότι το ματς δεν θα του έβγαινε όλο το βράδυ και πήρε από τους παίκτες του τον φανατισμό που έδωσε στο παιχνίδι, το οποίο δεν το είδε σαν τελευταία ευκαιρία του στον πάγκο του Παναθηναϊκού, αλλά ως μια νέα αρχή.
Κι έτσι, η ζωή όχι μόνο συνεχίζεται, αλλά φαίνεται ότι συνεχίζεται, χωρίς ακραίες συμπεριφορές και αβάσιμα ουρλιαχτά. Αν κάτι αναδείχθηκε από το παιχνίδι ως ηθικό δίδαγμα, είναι ότι στο τέλος της σεζόν ουδείς θα μπορεί να ισχυριστεί ότι η βραδιά της Κυριακής 22 Σεπτεμβρίου καθόρισε τα πάντα για μία από τις δύο ομάδες.