ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ

Ο Φερνάντο Ρίκσεν πέθανε, αλλά όχι σε ζωντανή μετάδοση

Επικοινωνεί μέσω μιας γυναικείας ηλεκτρονικής φωνής. Το σπίτι του είναι στη Βαλένθια, όμως είναι εγκλωβισμένος στη Γλασκόβη. Ο Φερνάντο Ρίκσεν θα πεθάνει σε μερικές εβδομάδες και δεν θυμίζει σε τίποτα τον Ολλανδό πολεμιστή των Ρέιντζερς και Ζενίτ, με το δηλητηριασμένο από αλκοόλ αίμα.

Ο Φερνάντο Ρίκσεν πέθανε, αλλά όχι σε ζωντανή μετάδοση

UPDATE 18/09/2019: Ο Φερνάντο Ρίκσεν τελικά υπέκυψε στον ‘διάβολο’ με τον οποίο πάλευε τόσα χρόνια, σε ηλικία 43 ετών.

Δεκαοκτώ μήνες. Η ζωή του Φερνάντο Ρίκσεν είχε μετρητή από τον Οκτώβριο του 2013. Αντίστροφη μέτρηση συγκεκριμένα. Η δημόσια αποκάλυψη έγινε μερικές ημέρες μετά από τη ‘βόμβα’ που έσκασε στα αυτιά του άλλοτε διεθνή ποδοσφαιριστή.

“Αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση”, ήταν η ιατρική διάγνωση, η οποία, ούτε λίγο ούτε πολύ έβαζε πρόωρο τέλος στη ζωή του. Δεν μπορούσε να κάνει κάτι, ούτε καν να σταματήσει την εκτύπωση της αυτοβιογραφίας του που κυκλοφορούσε ήδη στα βιβλιοπωλεία.

Το βιβλίο ήταν ο λόγος που βρέθηκε στο τηλεοπτικό στούντιο εκείνο το φθινοπωρινό απόγευμα, η ασθένεια ήταν ο λόγος που δεν μπορούσε να αρθρώσει σωστά ορισμένες λέξεις. “Κοίτα τον ηλίθιο, είναι ξανά μεθυσμένος”, ήταν η μόνιμη επωδός στο twitter των Ολλανδών που παρακολουθούσαν τη συνέντευξή του.

Δικαιολογημένη αντίδραση, αφού ο Ρίκσεν υπήρξε το απόλυτο αντιπαράδειγμα ποδοσφαιριστή. Ζούσε εκτός ωραρίων, το αίμα του ήταν δηλητηριασμένο από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, ήταν απείθαρχος και καυγάδιζε συχνά με συμπαίκτες και προπονητές. Ήταν ό,τι δεν ήθελε κανείς παράγοντας στην ομάδα του, ήταν όσο μαχητής επιθυμούσε κάθε φίλαθλος για την ομάδα του.

“Έχω νόσο του κινητικού νευρώνα”, αποκάλυψε στον ‘αέρα’ της εκπομπής, στην προσπάθειά του να εξηγήσει τη δυσκολία στο να εκφέρει ορισμένες λέξεις. Η ‘βόμβα’ πυροδοτήθηκε…

Το αλκοόλ τον έδιωξε από την εθνική Ολλανδίας

H αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση ή πλαγία αμυοτροφική σκλήρυνση (αγγλικά: Amyotrophic Lateral Sclerosis, ALS), γνωστή και ως νόσος του κινητικού νευρώνα, είναι εκφυλιστική διαταραχή του νευρικού συστήματος. Η νόσος χαρακτηρίζεται από σπαστικότητα, δεσμιδώσεις και προοδευτική μυϊκή αδυναμία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα δυσκολία στην ομιλία, κατάποση και εν τέλει διακοπή της αναπνοής. Τα αίτιά της δεν είναι γνωστά στο 90% με 95% των περιπτώσεων (σποραδικές), ενώ στις υπόλοιπες περιπτώσεις είναι κληρονομική. Δεν υπάρχει γνωστή θεραπεία για τη νόσο (Wikipedia).

Η δυσπιστία των συμπατριωτών του ήταν καλά ναρκοθετημένη στο πίσω μέρος του μυαλού τους, όταν η συζήτηση αφορούσε τον πρώην αμυντικό της Φορτούνα Σίταρντ, της Άλκμααρ, των Ρέιντζερς και της Ζενίτ. Την αιτιολογούσε και ο ίδιος ο Ρίκσεν, στο βιβλίο που έγραψε ο ghostwriter του και ένας από τους ελάχιστους φίλους που στέκονται δίπλα του εν έτει 2019, Βίνσεντ ντε Φρις. “Ήθελα να ροκάρω όλο το βράδυ και να κάνω πάρτι κάθε μέρα. Ίσως το παράκανα με το ποτό, τα ναρκωτικά και τις κοπέλες”, παραδέχθηκε ο Ρίκσεν, ο οποίος οφείλει τον αποκλεισμό του από την εθνική Ολλανδίας ακριβώς σε αυτήν την έκφανση του χαρακτήρα του.

Ήταν το 2003 όταν μέθυσε τόσο πολύ σε στριπτιτζάδικο του Μινσκ, μετά από τη νίκη 2-0 επί της Λευκορωσίας, που γκρέμισε δύο πόρτες δωματίου στο ξενοδοχείο όπου διέμενε η αποστολή των ‘οράνιε’. Η πρώτη ήταν του δωματίου που κοιμόταν ο Ρουντ φαν Νίστελροϊ και η δεύτερη του δικού του, αφού δεν κατάφερε να το εντοπίσει με την πρώτη απόπειρα.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που το αλκοόλ του δημιούργησε προβλήματα. Τα Χριστούγεννα του 2000 τράκαρε πάνω σε έναν φανοστάτη, οδηγώντας μεθυσμένος. Το δικαστήριο τον καταδίκασε τον Φεβρουάριο του 2003 και 8 μήνες αργότερα του επιβλήθηκε ποινή 10.000 ευρώ για ένα πάρτι που έκανε τον προηγούμενο Νοέμβριο με βεγγαλικά, φωτοβολίδες, φωνές και επίθεση σε γείτονα που έκανε παράπονα. Το 2005 ανακοίνωσε την αποχή του από το αλκοόλ, όμως τον Ιούλιο του 2006 εισήχθη σε κλινική που ίδρυσε ο παλαίμαχος στόπερ της Άρσεναλ, Τόνι Άνταμς, για τον εθισμό από το αλκοόλ και τη διαχείριση θυμού.

Τσακώθηκε και τραυμάτισε συμπαίκτες εν μέσω τίτλων

Το δεξί μπακ που πέταξε στην πισίνα ξενοδοχείου της Αθήνας τον πρόεδρο των Ρέιντζερς, Τζον Μακλέλαντ, πριν από αγώνα με τον Παναθηναϊκό για το Champions League, που πήγε σε προπόνηση με ελικόπτερο επειδή είχε αργήσει, που μέθυσε και ξύπνησε γυμνός δίπλα σε μία άγνωστη έξω από το γήπεδο της Σέλτικ, δεν ήταν μόνο ένας ατίθασος χαρακτήρας.

Ήταν ένας πολεμιστής στον αγωνιστικό χώρο, που δεν φοβήθηκε στα 18 του να παίζει στην ενδεκάδα της Φορτούνα στην Eerste Divisie και να συμβάλει στην άνοδό της στην Eredivisie, όπου διατήρησε το στάτους του βασικού. Η μεταγραφή στην Άλκμααρ το 1997 ήρθε αβίαστα, όπως και η μετακίνηση στη Σκοτία, στους πανίσχυρους Ρέιντζερς του 2000. Εκεί πανηγύρισε και τα πρώτα τρόπαια της καριέρας του, 3 πρωταθλήματα, 2 κύπελλα, 3 League Cup, εκεί έκανε τις 12 συμμετοχές που είχε με τους ‘οράνιε’ πριν… καθαιρεθεί λόγω χαρακτήρα, εκεί κέρδισε τη μεταγραφή του στη Ρωσία.

Ο Φερνάντο Ρίκσεν της Ζενίτ μονομαχεί με τον Ζε Ρομπέρτο της Μπάγερν Μονάχου στον 1ο ημιτελικό του Κυπέλλου UEFA 2007-2008 στο Μόναχο, Πέμπτη 24 Απριλίου 2008 AP Photo/Christof Stache

Στην Αγία Πετρούπολη βρέθηκε αρχικά ως δανεικός τον Αύγουστο του 2006, με τον συμπατριώτη του, Ντικ Άντφοκαατ, που τον είχε και στη Γλασκόβη, να τον εμπιστεύεται και στη Ρωσία. Δύο εβδομάδες μετά από τον δανεισμό του, επέστρεψε στο ‘Άιμπροξ’ για ένα φιλικό παιχνίδι μεταξύ των δύο ομάδων στο πλαίσιο της μετακίνησης, όπου τραυμάτισε τον επί χρόνια συμπαίκτη του Κρις Μπερκ με ένα απρόσεκτο τάκλιν.

Ούτε μεταξύ των νέων συμπαικτών του έκανε εύκολα φίλους, αφού μέσα στους πρώτους μήνες παρουσίας στην Αγία Πετρούπολη, ήρθε στα χέρια με τον αρχηγό της ομάδας, Βλάντισλαβ Ραντίμοβ. Η Ζενίτ δεν πτοήθηκε, αγόρασε τον παίκτη λίγους μήνες αργότερα, όμως ο Ρίκσεν το… γιόρτασε με νέο καυγά με τον Ραντίμοβ τον Ιανουάριο του 2007.

Κατέκτησε το πρωτάθλημα του 2007, ήταν βασικό στέλεχος της ομάδας που πήρε το Κύπελλο UEFA 2007-2008 και το Super Cup Ευρώπης 2008, πανηγύρισε και το εγχώριο Super Cup, αλλά εκείνο το καλοκαίρι του ζητήθηκε να φύγει. Αρνήθηκε και υποβιβάστηκε στις ρεζέρβες τον Ιανουάριο του 2009. Το συμβόλαιό του λύθηκε το καλοκαίρι του 2009 λόγω των πειθαρχικών παραπτωμάτων και ξαναβρήκε ομάδα τον Δεκέμβριο του 2010. Ήταν η Φορτούνα, όπου έμεινε μέχρι το καλοκαίρι του 2013, όταν και ‘κρέμασε’ τα παπούτσια του.

Δεν μπορεί να μιλήσει, επικοινωνεί με φωνή υπολογιστή

Ο χαρακτήρας του πιθανότατα να απέτρεψε μία ακόμα πιο σπουδαία καριέρα. Σίγουρα τον απομόνωσε, αφού οι φίλοι που του απέμειναν σε αυτές τις δύσκολες ώρες είναι ελάχιστοι. Μία εξ αυτών, η δεύτερη σύζυγός του, Βερόνικα, που γνώρισε όσο αγωνιζόταν στη Ζενίτ. Μαζί έκαναν την Ισαμπέλα το 2011 και παντρεύτηκαν το 2014, λίγους μήνες μετά από τη γνωστοποίηση των δυσάρεστων μαντάτων. Μαζί αποφάσισαν να περάσουν έναν Γολγοθά που γνώριζαν πως είχε μόνο ένα τέλος.

Τον θάνατο.

Η συγκεκριμένη ασθένεια εντοπίζεται κυρίως σε άτομα ηλικίας 60 και 70 ετών και είναι πάντα θανάσιμη. Ο ένας στους δύο πεθαίνει μέσα σε 2 χρόνια από τη διάγνωση και ο ένας στους τρεις μέσα σε 12 μήνες. Οι γιατροί έδωσαν στον Ρίκσεν 18 μήνες ζωής, ωστόσο εκείνος τους διέψευσε, έστω κι αν η υγεία του άρχισε να καταρρέει σταδιακά. Τον πρώτο καιρό συμμετείχε σε διάφορα φιλικά παιχνίδια παλαιμάχων που διεξάγονταν προς τιμήν του, κυρίως από τη Φορτούνα. Στη συνέχεια, όταν το αναπηρικό καροτσάκι έγινε απαραίτητο, άρχισε να διοργανώνει events για να συγκεντρώσει χρήματα για την περίθαλψή του.

“Έκαψα ένα Έβερεστ σε λεφτά, αλλά τουλάχιστον πέρασα καλά”, γράφει στο βιβλίο του. Τώρα, με μια σύνταξη 1.300 ευρώ με την οποία επιβιώνει εκείνος και η οικογένειά του, σίγουρα αναθεωρεί. Γι’ αυτό και οι βραδινές εκδηλώσεις συνεχίζονται ακόμα και σήμερα, παρότι δεν μπορεί να κινηθεί καλά καλά και δεν μπορεί ούτε να μιλήσει.

Η συνεννόηση με τους γιατρούς και τους ανθρώπους γύρω του πραγματοποιείται μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ο Ρίκσεν κοιτάζει το ειδικό PC και οι κόρες του ματιού του επιλέγουν διάφορες έτοιμες λέξεις που βρίσκονται διάσπαρτες στην οθόνη. Όταν επιλέξει όσες χρειάζεται για την πρότασή του, το μηχάνημα αρχίζει να τις προσφέρει με μια ηλεκτρονική φωνή.

Με αυτόν τον τρόπο εξιστορεί διάφορα γεγονότα του παρελθόντος, σε όσες βραδιές κατορθώνει να παρευρεθεί. Δεν είναι εύκολο πλέον. Δεν μπορεί καν να πάει πίσω στο σπίτι που διατηρεί στη Βαλένθια και είναι συνιδιοκτήτης με την πρώην σύζυγό του, Γκραθιέλα. Εδώ και μερικούς μήνες είναι καθηλωμένος σε μία κλινική στο Έρντρι, περίπου 20 χιλιόμετρα μακριά από τη Γλασκόβη.

Μακριά από φίλους και συγγενείς

Η κόλαση που βιώνει καθημερινά αντιμετωπίζεται μόνο από τον ίδιο, τη δεύτερη σύζυγό του και έναν μικρό αριθμό ανθρώπων. Η κόρη του δεν γνωρίζει όλη την αλήθεια, απλά ξέρει ότι ο πατέρας της δεν μπορεί να τους ακολουθήσει πίσω στην Ισπανία και δεν μπορεί να μιλήσει.

Οι φίλοι του… δεν υπάρχουν. Ο Μάρκο Νέγκρι, ο Ρόναλντ ντε Μπουρ και ο Γιεργκ Άλμπερτς είναι μερικοί από τους πρώην συμπαίκτες του που τον επισκέφτηκαν το τελευταίο διάστημα. “Είναι μικτό το συναίσθημα. Είμαι πάντα χαρούμενος που τους είδα όλους. Όμως μου υπενθυμίζει τι δεν μπορώ να κάνω πλέον”, εξήγησε σε συνέντευξή του στον Guardian.

Η υπόλοιπη οικογένειά είναι απούσα από όλο αυτό. Ο Ρίκσεν φαίνεται πως είχε κακούς δεσμούς και με τους συγγενείς του, εκτός από τους συμπαίκτες. Μάλιστα, η σύζυγός του ζήτησε να μην υπάρξουν περαιτέρω ερωτήσεις γι’ αυτό το ζήτημα, όταν ο δημοσιογράφος του Guardian προσπάθησε να πάρει μια απάντηση.

Η τελευταία βραδιά του Ρίκσεν πριν πεθάνει

Υπάρχουν άτομα όπως ο Ντε Φρις και ο παιδικός φίλος του Ρίκσεν, Ρόι Κνεζ, που βρίσκονται πάντα στο πλευρό του. Είναι δύο από τα άτομα που διοργανώνουν “την τελευταία βραδιά” του παλαιμάχου ποδοσφαιριστή.

Η χρήση αυτής της φράσης στο video με το οποίο προώθησε την εκδήλωση προκάλεσε αρκετά ερωτήματα, τα οποία έσπευσε να απαντήσει ο ίδιος ο Ρίκσεν, μέσω δήλωσης που ανέβηκε στο twitter του Ντε Φρις: “Θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή στο γεγονός ότι την 28η Ιουνίου θα κάνω την τελευταία δημόσια εμφάνισή μου. Με άλλα λόγια: ΔΕΝ έχω την πρόθεση να την καταστήσω τελευταία μέρα μου. Θα συνεχίσω να παλεύω, όμως η υπόλοιπη μάχη θα δοθεί πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας”.

Εξάλλου, στη συνέντευξή του στον Guardian είχε απορρίψει το ενδεχόμενο της ευθανασίας, η οποία είναι νόμιμη στην πατρίδα του για τέτοιες περιπτώσεις: “Καταλαβαίνω γιατί το κάνει ο κόσμος, αλλά δεν έχω αυτό το αίσθημα. Μου αρέσει πολύ να ζω, δεν είμαι έτοιμος να φύγω”.

Έχοντας απορρίψει τον Θεό (“δεν νομίζω ότι καμία θεότητα θα έδινε αυτό σε κάποιον”) και χωρίς να αποποιείται τον φόβο που νιώθει (“δεν φοβάμαι τον θάνατο, αλλά όταν δεν μπορώ να αναπνεύσω, φοβάμαι. Όταν πνίγομαι, φοβάμαι”), ετοιμάζεται για μία τελευταία εμφάνιση, μαζί με τους λιγοστούς φίλους, αρκετούς φιλάθλους που τον στηρίζουν σε αυτόν τον αγώνα και μερικούς οπαδούς ακόμα και της Σέλτικ, που τον αναγνωρίζουν ως αντίπαλο.

Ο Φερνάντο Ρίκσεν θα πεθάνει σύντομα. Το γνωρίζει και δεν μπορεί να κάνει κάτι γι’ αυτό. Ωστόσο δεν αλλάζει το μήνυμα που έχει στην ιστοσελίδα που στήθηκε για δωρεές, ώστε να τον βοηθήσουν στη μάχη που δίνει. “Βοηθήστε με να γίνω ο πρώτος άνθρωπος που νικάει την αισθένεια. Να γίνω το πρώτο ανθρώπινο ον που γονατίζει τον διάβολο”.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ