Ο Φαν’τ Σιπ διώχνει τη σήψη στην Εθνική
Το 1-0 της Ελλάδας στο Γερεβάν επί της Αρμενίας είναι ο νέος κρίκος μιας αστραφτερής αλυσίδας για τη 'γαλανόλευκη'.
Υπάρχει ένα ανέκδοτο με τον Γιόχαν Κρόιφ, όταν έδωσε το ‘παρών’ σε μία προπόνηση. Άκουσε το χτύπημα της μπάλας από έναν ποδοσφαιριστή και αμέσως είπε στους παρευρισκόμενους ότι “δεν ήταν σωστό το σουτ”. Όταν, έκπληκτοι, τον ρώτησαν από πού το κατάλαβε, ο Κρόιφ είπε ότι “άκουσα τον ήχο της μπάλας”. Τώρα, αυτή η ιστορία φέρνει αναπόφευκτα την πλέον λογική ερώτηση: μάθαμε αν το σουτ ήταν λάθος; Η απάντηση είναι όχι. Ωστόσο, η δευτερεύουσα πρόταση αναφέρει ότι “πρέπει να πιστέψουμε τον Κρόιφ”.
Στην περίπτωση του Τζον Φαν’τ Σιπ, η παραπάνω ιστορία έχει το χαρακτήρα μεταφοράς. Διότι στην ευκαιρία που έχασε ο Γιώργος Μασούρας στο 1-0 επί της Αρμενίας στο Γερεβάν, ένα απίστευτο all-time classic χαμένο γκολ, το σουτ ήταν σίγουρα λάθος. Όμως, αν τεθεί μεταφορικώ τω τρόπω, ο Μασούρας έκανε το σωστό χτύπημα. Όπως όλοι οι ποδοσφαιριστές της Εθνικής Ελλάδας.
Ο σωστός ήχος της μπάλας, άλλωστε, είναι εκείνος που ακούγεται, όταν η πάσα που γίνεται δεν συμβαίνει από ανάγκη, αλλά από επιθυμία. Ο Φαν’τ Σιπ έχει ανάγκη από αυτό, να παιχθεί ένα ποδόσφαιρο που κλασματικά να συνάδει με ό,τι έχει στο μυαλό του, με την τεχνοτροπία του, με το βαρύ κληροδότημα που έχει πάρει και καλείται να το μεταδώσει, με το γονίδιό του, αν θέλει κάποιος ρομαντικός να διαβάσει έναν όρο που διέπεται από ρομαντική ανακρίβεια.
Σε αυτές τις πάσες στο Γερεβάν, απέναντι σε μία ομάδα με ελάχιστα αξιόλογα, αλλά με τη σχετική πυγμή και, στην τσέπη της, το 2-3 στο ΟΑΚΑ, ποιητικά έβλεπες την μπάλα να τρέχει -κι όχι να τσουλάει- προς τον επόμενο ποδοσφαιριστή με λευκή φανέλα. Κι αυτό συνεχιζόταν, με την μπάλα να είναι ένα μωρό που το έχει σηκώσει ο πατέρας του και το κάνει αεροπλανάκι. Σε όλα τα μωρά αρέσει να γίνονται αεροπλανάκι, το γέλιο τους είναι γάργαρο, ένα πρωτόπλασμα ευτυχίας για το ίδιο και τους γονείς.
Αυτή η ακατέργαστη ευτυχία κυριάρχησε στο ‘Vazgen Sargsyan’. Φυσικά, αναλογικά. Το ποδόσφαιρο που έπαιξε η Εθνική ήταν μια μικρογραφία του ποδοσφαίρου που θέλει να παίξει. Οι αλλαγές θέσεων, ειδικά στα άκρα, που έφερναν τα ανεβάσματα των μπακ, η γενικότερη αμφιβολία σε ό,τι αφορά τον ‘αρτηριοσκληρωτισμό’ των θέσεων είναι πρωτογενής δουλειά. Ουδείς εκ των παικτών είναι αναγκασμένος να κάνει κάτι που δεν γνωρίζει, απλώς τώρα ο προπονητής τούς ζητά να κάνουν αυτά που γνωρίζουν με περισσότερο αυθορμητισμό. Δεν είναι κάτι άλλο από τα βασικά στο ποδόσφαιρο. Την κίνηση μετά την πάσα, τους διεμβολισμούς και τη μεταβίβαση στον πλησιέστερο συμπαίκτη, το παιχνίδι με τη μία και την προωθητική κίνηση, τα τρεξίματα στους χώρους που γίνονται οι πάσες με το μεγαλύτερο ποσοστό επιτυχίας -κι αν είσαι ακραίος αμυντικός, στόπερ, κεντρικός μέσος ή ακραίος χαφ δεν έχει και μεγάλη σημασία.
Είναι αβέβαιο ποιο είναι το ταβάνι του Φαν’τ Σιπ ως τεχνικού, τι ιδέες μπορεί να κατεβάσει η κούτρα του και κατά πόσον αυτές θα ειπωθούν σε αυτιά ευήκοα. Το μείζον και απολύτως σημαντικό, όχι μόνο σε αυτό αλλά, σε οποιοδήποτε στάδιο είναι να διώχνεις τη σήψη, όπως καθαρίζεις ένα φρούτο από τα μουχλιασμένα σημεία του.
Η Εθνική είχε 20 τελικές σε εκτός έδρας ματς, 9 εντός εστίας, έναντι μίας και μόνης τελικής εντός εστίας των Αρμένιων, αν εξαιρεθεί το γκολ οφσάιντ. Επίσης, είχε 535 στις 593 ολοκληρωμένες πάσες, κάτι… ολλανδικό, 60% κατοχή, ενώ έδωσε μόλις 10 φάουλ. Ξανά, η στατιστική μπορεί να ξεγελά, όχι για το τι θα γίνει με έναν αντίπαλο όπως η Φινλανδία, την οποία η ‘γαλανόλευκη’ υποδέχεται τη Δευτέρα (21:45), αλλά με το κίνητρο που πρέπει να έχουν όλοι και το τι θα γίνει όταν παρεισφρήσουν, ανάμεσα στο καθαρό ποδόσφαιρο και τους στόχους, εξωγενείς παράγοντες.
Αυτήν τη στιγμή, με όλους που λείπουν, ο Φαν’τ Σιπ επιδίδεται σε λειτούργημα. Και το κίνητρο είναι ισχυρό: να κρατήσει τη φλόγα του έρωτα, που είναι εμφανές ότι καίει σαν φωτιά στην παραλία τους παίκτες της Εθνικής, που παίζουν για το ίδιο το ποδόσφαιρο. Σε κάθε ποδοσφαιρικό οργανισμό, άλλωστε, θέλεις έναν δάσκαλο όπως ο Ρόμπιν Γουίλιαμς, που θα σου φανερώσει την ιδιοφυΐα του Τζον Μίλτον ή έναν προπονητή όπως ο Φαν’τ Σιπ, που από την αρχή τρέφεις την ελπίδα ότι θα μπορέσει να σου αποκαλύψει τον τρόπο που ζωγράφιζε ο Βίνσεντ βαν Γκογκ.
Από εκεί και ύστερα, είναι στο δικό σου χέρι: αν νομίζεις ότι μόνο η τελική αλήθεια θα σου προσφέρει την ικανοποίηση ή αν θεωρείς πως ό,τι κι αν μάθεις, από το ελάχιστο που ξέρεις, θα σε κάνει σοφότερο. Αυτό θα φανεί από Σεπτέμβρη, όταν αρχίσουν τα προκριματικά για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2022. Οι παίκτες των 4 τελευταίων ματς θα δώσουν ικανοποιημένοι ραντεβού για το επόμενο φθινόπωρο. Αλλά από το πόσο ο Φαν’τ Σιπ θα τους έχει μεταδώσει χαρά, η οποία θα έχει μετατραπεί σε ανυπομονησία, για την επερχόμενη συνάντηση, θα κρίνει το μέλλον.
Να επιστρέψουν οι ‘κομμένοι’ στην Εθνική του Φαν’τ Σιπ; Η απάντηση στο Pod-όσφαιρο: