O Αντρές Ινιέστα έγινε ντοκιμαντέρ και εξηγεί τι πάει λάθος με την Μπαρτσελόνα
Ο Αντρές Ινιέστα έγινε ντοκιμαντέρ από τη Rakuten TV και μίλησε στην Guardian, για τον κορονοϊό, την Μπαρτσελόνα των ημερών του και του σήμερα, εξηγώντας γιατί η ομάδα δεν μπορεί να ζήσει τις λαμπρές εποχές της γενιάς του.
Ανήκει στη λίστα των καλύτερων παικτών της γενιάς του (παρεμπιπτόντως, συνέπεσε χρονικά, με τη ‘χρυσή γενιά’ της Μπαρτσελόνα) και σε αυτή με τους κορυφαίους μέσους της ιστορίας. Από τα 12 έως τα 34 έζησε ως ‘μπλαουγκράνα’. Τρεις χρονιές ήταν ο αρχηγός. Απήλαυσε δύο trebles (2009, 2015) και σήκωσε 35 τρόπαια -μεταξύ των οποίων 9 πρωταθλήματα Ισπανίας, 4 UEFA Champions League και ένα FIFA World Cup (2010), με τον ίδιο να κρίνει το αποτέλεσμα του τελικού. Δεν υπάρχει Ισπανός που να ‘χει πάρει περισσότερους τίτλους. Ο Αντρές Ινιέστα βρίσκεται την τελευταία διετία στην Ιαπωνία. Από εκεί μίλησε στην Guardian για τη μοναδικότητα της ‘Μπάρσα’ και την ξεχωριστή παρέα που είχε, όπως κατακτούσε ό,τι υπήρχε διαθέσιμο. Αφορμή ήταν και η ενημέρωση για το ντοκιμαντέρ που τον αφορά και θα ‘χει τίτλο “The unexpected hero’.
”Αυτό δεν πρόκειται να επαναληφθεί, χωρίς να σημαίνει πως όσα θα έλθουν θα είναι απαραίτητα χειρότερα”, είπε, “στα δικά μας χρόνια υπήρχαν 10, 11, 12 παίκτες από τις ακαδημίες που είχαν προωθηθεί στην πρώτη ομάδα. Πάντα παίζει ρόλο ποιος είναι προπονητής και η κατάσταση του συλλόγου. Σε κάθε περίπτωση όμως, πιστεύω πως ένας καλός νέος παίκτης θα παίξει κάποια στιγμή στην πρώτη ομάδα, αν το αξίζει. Εμείς ζούσαμε πολλά χρόνια στο σύλλογο, μεγαλώσαμε εκεί από παιδιά και μείναμε για 10, 12 και 15 χρόνια, ενώ γίναμε και αρχηγοί. Διαμορφωθήκαμε ως άνθρωποι στην Μπαρτσελόνα. Αυτό είναι δύσκολο να συμβεί τώρα“. Τον ρώτησαν για την απόλυση του Ερνέστο Βαλβέρδε. Είπε ότι “δεν ξέρω αν ήταν βιαστική ή όχι, αλλά δυστυχώς έτσι λειτουργεί το ποδόσφαιρο. Δεν ξέρουμε τι κατάληξη θα ‘χουν τα πράγματα. Αν δηλαδή, η Μπαρτσελόνα πάρει το πρωτάθλημα, η απόλυση δεν θα κριθεί ως βιαστική. Αν το χάσει, όλα θα είναι διαφορετικά. Το βέβαιο είναι ότι η διοίκηση δεν πήρε μία εύκολη απόφαση. Έδειξε ότι προσπαθεί για το καλό του συλλόγου“.
Αναφέρθηκε στην λαμπερή δική του εποχή, όπως εξηγούσε πως τα όσα περνά ο πλανήτης με τον Covid-19 μπορεί να ‘χουν και μια θετική πλευρά. Για παράδειγμα, να εμπιστευτούν οι οργανισμοί τις ακαδημίες τους. Όπως έκανε τότε, στα χρόνια του, η Μπαρτσελόνα. Η πρόσληψη του Πάτρικ Κλάιφερτ, ως υπευθύνου της ‘αναγέννησης’ της Μasia ήταν μια καλή αρχή. Πριν δούμε τι ακριβώς είπε, ας θυμηθούμε ποιος είναι ο Andrés Iniesta Luján.
Γεννήθηκε (11/5/1984) σε ένα χωριό της Albacete (θα τη βρεις στην Castilla La Mancha, στο κέντρο του χάρτη της χώρας), το Fuentealbilla. Όταν λέμε χωριό, ζουν σήμερα εκεί 1.816 άνθρωποι. Μεταξύ τους είναι οι γονείς του παίκτη, Χοσέ Αντόνιο (οικοδόμος στο επάγγελμα) και Μαρί. Η ασπρόμαυρη μπάλα έγινε φίλη του, από νωρίς. Τη γνώρισε και την αγάπησε, παίζοντας futsal. “Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου, ήθελα να γίνω ποδοσφαιριστής. Εκεί όμως, που έμενα δεν υπήρχε γήπεδο. Μόνο αυτό για το futsal, το οποίο έχει διαφορετικές τακτικές και κινήσεις. Το κοινό με το ποδόσφαιρο είναι πως κι εκεί πρέπει να μάθεις να ‘τιθασεύεις’ την μπάλα και να παίρνεις αποφάσεις πολύ γρήγορα. Το futsal μου έμαθε να κοντρολάρω την μπάλα, σε ‘κλειστές’ καταστάσεις -σε περιορισμένους χώρους. Να μάθω πολλούς διαφορετικούς τρόπους να κάνω τη δουλειά μου, γιατί όταν γίνεσαι προβλέψιμος στο futsal, χάνεις. Δοκίμασα πολλά νέα τρικ, πήρα ρίσκα και έμαθα πολύ γρήγορα πως η κατοχή είναι ο ‘βασιλιάς’ όλων. Αυτό είναι κάτι που δεν άλλαξε ποτέ. Όπου και αν έπαιξα”.
Όταν ήταν 12, η ομάδα του μετείχε σε τουρνουά (7Χ7), το οποίο -παραδοσιακά- παρακολουθούσαν ‘κατάσκοποι’ από διάφορα clubs όλη της Ισπανίας. Πολλοί ενδιαφέρθηκαν για τον Ινιέστα. Για παράδειγμα, η Ρεάλ Μαδρίτης όπου ήθελαν να πάει και οι γονείς του -όπως είχε αποκαλύψει το 2008 η Sport. Toν είχαν ήδη ονειρευτεί να παίζει στο Bernabeu. Στην επίσκεψη που έκαναν στις ακαδημίες των ‘μερένγκες’, διαπίστωσαν πως οι εγκαταστάσεις ήταν πολύ κοντά στην περιοχή με τα κόκκινα φώτα, της Μαδρίτης. Άρχισαν οι αμφιβολίες. Τότε επικοινώνησε μαζί τους ο Ενρίκε Οριζάολα, κόουτς στις ακαδημίες της Μπαρτσελόνα, με τον οποίον είχαν ήδη γνωριστεί. Χρειάστηκε μόλις μια επίσκεψη στη Masia,για να κάνουν την αλλαγή.
Tην ημέρα που οι γονείς του τον άφησαν στη Βαρκελώνη, ο Ινιέστα ήταν απαραγόρητος. Έκλαιγε με λυγμούς. Δεν ήθελε να τον αφήσουν. Δεν βοηθούσε και το γεγονός ότι ήταν ντροπαλός και εσωστρεφής. Τον πρώτο καιρό στην Καταλονία, όλα του φαίνονταν ‘βουνό’. Του έλειπε το σπίτι του. Δεν μιλούσε σε κανέναν. Κάθε βράδυ έκλαιγε. Ξεχνιόταν μόνο όταν ήταν στο γήπεδο. Κατά του ιδίου το ρηθέν, το mantra της Masia ήταν “παίρνεις την μπάλα, τη δίνεις, την παίρνεις, τη δίνεις, την παίρνεις τη δίνεις”. Ο Γιόχαν Κρόιφ είχε ‘φυτέψει’ τους σπόρους του Total Football από το ’70. Συνέχισε την ‘καλλιέργεια’ το ’80, όταν επέστρεψε ως προπονητής και μετά έμεινε σε συμβουλευτικό ρόλο.
Όλοι οι μαθητές της ακαδημίας ενημερώνονταν από τις πρώτες ημέρες πως ζητούμενο είναι η κατοχή, η ανώτερη τεχνική, οι γρήγορες πάσες και η ικανότητα να εκμεταλλεύεσαι τους ανοιχτούς χώρους, για να ρέει η επίθεση σαν το Τσι (ενέργεια της φύσης που κάνει αισθητή την ύπαρξη δύναμης και ισχύος -ηλεκτρισμός, μαγνητισμός, θερμότητα, φως κλπ). Όσοι έζησαν την εμπειρία, έλεγαν για χρόνια πως ‘όσα έκανε τότε η Μπαρτσελόνα, ήταν διαφορετικά. Τα παιδιά μάθαιναν από νωρίς πως η μπάλα πρέπει να κυκλοφορεί, αλλά και πώς να την προστατεύουν πάντα και να μη τη χάνουν. Η έμφαση ήταν πάντα στην τεχνική”.
Αυτό σήμαινε πως ακόμα και όταν δεν ήταν μεγαλόσωμοι οι παίκτες, μάθαιναν πώς να προστατεύουν την μπάλα με το σώμα και το μυαλό τους-σαν να εξαρτιόταν η ζωή τους από την μπάλα.
Στα 15 (1999) ήταν ο αρχηγός της U15, στην πορεία για την κατάκτηση του Nike Premier Cup (τουρνουά που αφορά τα καλύτερα νιάτα όλου του πλανήτη). Σκόραρε το νικητήριο γκολ του τελικού -στο τελευταίο λεπτό- και αναδείχθηκε καλύτερος παίκτης του τουρνουά. Στα 16 τον κάλεσαν για την πρώτη του προπόνηση με την ανδρική ομάδα. Όταν τελείωσε, ο Πεπ Γκουαρδιόλα -επίσης ‘προϊόν’ της Masia και αφίσα του Ινιέστα στο παιδικό του δωμάτιο- είπε στον Τσάβι πως ‘εσύ θα κάνεις εμένα να αποσυρθώ και αυτό το παιδί, όλους μας’.
Το 2002 έγινε μόνιμος -υπό τις οδηγίες του Λουίς φαν Χαάλ. Όταν εμφανίστηκε στη θέση του τελευταίου ο Φρανκ Ράικαρντ, το καθεστώς του Ινιέστα άλλαξε. Ασχολήθηκε με το να παίζει όπου τον έβαζε ο Ολλανδός -σε διάφορες θέσεις, ώστε να χρησιμοποιήσει όλες του τις ικανότητες. Το 2004-05 έγινε αυτός με τις περισσότερες συμμετοχές στη λίγκα -είχε παίξει στα 37 από τα 38 ματς, τις 25 ως αλλαγή. Στις αρχές της επόμενης σεζόν, ένας τραυματισμός του Τσάβι αύξησε τις ευθύνες του -στο κέντρο. Ανταποκρίθηκε. Είχε και 11 συμμετοχές στο UEFA Champions League και το ‘μπράβο και εύγε’ του Ράικαρντ. Η χρονιά τελείωσε με πρωτάθλημα και κύπελλο. Πριν προχωρήσουμε, να σου πω κάτι: ο Ράικαρντ τον είχε αφήσει εκτός του τελικού της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης -τον έβαλε στο ημίχρονο ως αλλαγή, κάτι που είχε πει πως δεν του άρεσε. “Θα ήταν λάθος να πω όσα μου είπε εκείνη την ημέρα. Όλα άρχισαν από ένα αστείο που πήγε πολύ λάθος”.
Το ‘μην ανησυχείς’ στον Γκουαρδιόλα
Στις 15 Μαΐου εκείνου του έτους, κλήθηκε και για πρώτη φορά στην εθνική ανδρών, ως μέλος του ρόστερ που θα πήγαινε στο 2006 FIFA World Cup. Η εξέλιξη συνεχίστηκε και το 2006-07, ενώ την επόμενη χρονιά πήρε το Νο8 που αγαπούσε και έως τότε φορούσε ο Λουντοβίκ Ζιουλί -ο οποίος είχε αποχωρήσει. Ακούγονταν διάφορα για ενδεχόμενη έξοδο και εκείνου από τη Βαρκελώνη. Αυτό που έγινε ήταν επέκταση συμβολαίου, έως το 2014 και buy out στα 150.000.000 ευρώ. ‘Ο εκ των πιο συνεπών παικτών των δυο τελευταίων σεζόν της LaLiga- ήταν έτοιμος για το ξέσπασμα της αγωνιστικής περιόδου 2008-09, όταν ‘κούμπωσε’ με τους άλλους μαθητές της Masia (Πουγιόλ, Τσάβι, Βαλδές, Πικέ, Μέσι, Μπόγιαν, Ζορκέρα, Πέδρο, Μπουσκέτς και Σάντσεθ). Η πιο ακριβή μεταγραφή εκείνου του ρόστερ ήταν ο Ντάνι Άλβες (των 29 εκατομμυρίων της αγοράς). Προπονητής ήταν ο Πεπ Γκουαρδιόλα. Ας βάλω μια άνω τελεία:
Τα δυο πρώτα ματς υπό τις οδηγίες του Γκουαρδιόλα η ομάδα δεν είχε νικήσει. Η πίεση είχε φτάσει στο πικ. Όπως είχε πει το 2016 ο Ινιέστα, πήγε και χτύπησε την πόρτα του γραφείου του. Την άνοιξε και του είπε ‘συνεχίστε κύριε. Προπονούμαστε εξαιρετικά’. Είχε νιώσει μια επαφή και έβλεπε πως ο τρόπος που δουλευόταν η ομάδα, θα κατέληγε κάπου καλά. “Ένιωσα την ανάγκη να του πω τι σκέφτομαι. Να τον στηρίξω. Είχαμε επιστρέψει από το Euro2008 σε μια άρδην διαφορετική κατάσταση. Έπρεπε να δουλέψουμε την επαφή μας και να μάθουμε τον νέο κόουτς, ο οποίος άλλαξε τα πάντα -κάτι που χρειαζόμασταν”.
Στη συνεύρεση του με τους Γιάγια Τουρέ και Τσάβι (από το 2007), φάνηκε πού ανήκει. Και τι μπορεί να κάνει με την ντρίμπλα και τα γρήγορα πόδια του. Το promo του Ινιέστα ανέλαβε ο Τσάβι (“είναι πιο ολοκληρωμένος Ισπανός παίκτης, χρειάζεται τη στήριξη των media”) και ο Ετό (“είναι ο καλύτερος παίκτης του κόσμου. Όπου και αν είναι στο γήπεδο, προσφέρει θέαμα”).
Τον Μάιο του 2009, σε άρθρο του BBC με τίτλο “οι άνδρες που κάνουν όμορφοι την Μπαρτσελόνα’, ο Τουρέ διευκρίνιζε πως δεν ήταν η ‘Αγία Τριάδα’ (Μέσι, Ετό, Ανρί) που έκαναν ξεχωριστή την ομάδα, αλλά οι δυο τύποι στο κέντρο: ο Τσάβι και ο Ινιέστα. “Είναι διαφορετικοί παίκτες, αλλά εξίσου σημαντικοί για την ομάδα. Ο κύριος λόγος που παίζουμε όμορφο ποδόσφαιρο. Όταν έχουν αυτοί την μπάλα, όλοι περνάμε καλά -εντός γηπέδου και στις εξέδρες”. Ο Γκουαρδιόλα είχε δώσει πλήρη ελευθερία στο δίδυμο του κέντρου, γιατί τους είχε απόλυτη εμπιστοσύνη πως θα κάνουν τη δουλειά. Αυτή που ‘χε μάθει ο ίδιος. Αυτή που ‘χαν εμπεδώσει οι πάντες, τότε. Όταν οι αντίπαλοι καλούνταν να περιγράψουν το σύνθετο της αντιμετώπισης, συνήθως έλεγαν πως ‘οι Ινιέστα και Τσάβι δεν πρέπει να ‘χουν χάσει ποτέ στη ζωή τους, την μπάλα. Σε βάζουν σε ένα καρουζέλ και σε αφήνουν πίσω τους, ζαλισμένο’. Εκείνη τη σεζόν, η ομάδα πήρε το πρωτάθλημα και το Copa del Rey, το Supercopa, το UEFA Champions League, το UEFA Super Cup και το FIFA Club World. Δηλαδή, δεν έμεινε κάτι που να ΜΗΝ πάρει.
Ο Ινιέστα είχε μπει στη σεζόν με τραύμα στο πόδι (στα μέσα του Νοέμβρη) που τον άφησε εκτός έως το Γενάρη. Στο comeback, δηλαδή το ματς με τη Μαγιόρκα, σκόραρε στο 10ο λεπτό που ήταν στο γήπεδο και ολοκλήρωσε την ανατροπή της παρέας του. Τραυματίστηκε ξανά σε ματς με τη Μάλαγα και επανεμφανίστηκε στο πρώτο προημιτελικό του Champions League με την Μπάγερν. Η Μπαρτσελόνα είχε νικήσει 4-0. Εναντίον της Τσέλσι, σκόραρε στις καθυστερήσεις του δεύτερου ημιτελικού και διασφάλισε τη συμμετοχή στον τελικό της Ρώμης. Δες λίγο πώς το έκανε.
Κατόπιν της πρόκρισης, είχε πει πως “βρήκα την μπάλα με το εξωτερικό μέρος του παπουτσιού μου, όχι με το εσωτερικό, αλλά κατευθείαν από την καρδιά μου, με όλο μου το είναι”. Το βράδυ που θα γινόταν απονομή στον κατακτητή της Ευρώπης, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ υπερασπιζόταν και το στέμμα που ‘φορούσε’ ήδη. Ο Άλεξ Φέργκιουσον είχε χαρακτηρίσει τον Ινιέστα ως τη μεγαλύτερη απειλή, για την ομάδα του. Ως τον πιο σημαντικό παίκτη. Εκείνος πονούσε στον προσαγωγό. “Για 17 μέρες το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ο τελικός και πώς δεν θα κάνω ζημιά στην ομάδα μου, επειδή πονούσα. Θα ήταν καταστροφή να απουσιάσω”. Ούτε που φάνηκε πως υπέφερε. Έδωσε την ασίστ στον Ετό για το πρώτο γκολ, με το 2-0 να είναι το αποτέλεσμα. Ο Ινιέστα ήταν αυτός που είχε κρίνει και αυτό το αποτέλεσμα “χάριν της επιδεξιότητας του, στο κέντρο και με τη βοήθεια του Μέσι”. Ο Ουέιν Ρούνεϊ είχε πει πως αυτός ήταν ο καλύτερος παίκτης του πλανήτη. Η Μπαρτσελόνα του επέκτεινε το συμβόλαιο κατά ένα χρόνο (2015) και έφτασε τη ρήτρα αγοράς στα 200.000.000 ευρώ. Ήταν στην ομάδα που κατέκτησε το Euro2008. Στον τελικό με τη Γερμανία, αγωνίστηκε με πρόβλημα.
Οι τραυματισμοί συνεχίστηκαν και το 2009-10. Έκλεισε’ με πρόβλημα στην κνήμη. Προφανώς και δεν άλλαξε κάτι κάθε φορά που αγωνιζόταν. Για να καταλάβεις, ο Μέσι είχε πει πως ‘όταν υπάρχει πρόβλημα στο γήπεδο, αυτό που θέλω πιο πολύ από όλα είναι να είναι κοντά ο Ινιέστα’. Ο Αντρές όμως, είχε πρόβλημα. Στη ψυχή. Βλέπεις, τον Αύγουστο του 2009 είχε πεθάνει ο κολλητός του -και αρχηγός της Εσπανιόλ- Ντάνιελ Ζάρκε, τον Αύγουστο του 2009. Ήταν 26. Ο Ινιέστα δεν μπορούσε να λειτουργήσει, ακόμα και όταν όλα ήταν καλά με το σώμα του. Όπως είχε γράψει στο βιβλίο του The Artist: Being Iniesta “δεν αισθανόμουν κατάθλιψη, ούτε ασθένεια. Απλά δεν ένιωθα άνετα. Ήταν σαν όλα να πήγαιναν λάθος”. Ο Γκουαρδιόλα του ‘χε δώσει την άδεια να φεύγει από τις προπονήσεις, όποτε δεν άντεχε. Το έκανε συχνά. Προ του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2010 ένιωθε να είναι σε μόνιμη ελεύθερη πτώση. Αναζήτησε τη βοήθεια ειδικού. Και δεν τον ενδιέφερε τι θα έλεγε ο κόσμος. Ομολόγησε πως είχε φτάσει στα όρια του και αισθανόταν ευάλωτος. Αντιλήφθηκε γιατί ο κόσμος κάνει τρελά πράγματα, όπως και τι σημαίνει ‘τρέλα’, μια λέξη με δύναμη που τον φόβιζε. Βρέθηκε να ζει μια κατάσταση που ήταν μεγαλύτερη από τον ίδιο. Να αμφισβητεί τα πάντα. “Δεν έφτασα ποτέ στο να πω ‘παραιτούμαι’. Βρήκα καταφύγιο στους δικούς μου ανθρώπους και κυρίως, στο ποδόσφαιρο. Ήξερα πως θα αρκούσε ένα παραπάνω βήμα, κάθε μέρα”.
“Ο κόσμος βλέπει τους ποδοσφαιριστές ως διαφορετικά όντα. Λες και δεν μας αγγίζει τίποτα ή δεν μας συμβαίνει τίποτα. Είμαστε όμως, άνθρωποι. Προφανώς και είμαστε προνομιούχοι, αλλά στα απτά πράγματα, όλοι είμαστε ίδιοι”.
“Είναι πολλοί που θα ήθελαν να ανταλλάξουμε ζωές, χωρίς σκέψη. Κάθε δουλειά έχει τις δυσκολίες της. Κάθε φορά που ο πατέρας μου ανέβαινε σε σκαλωσιά, μπορούσε να πέσει. Έπαιρνε όμως, το ρίσκο. Έπρεπε να το κάνει. Ο ποδοσφαιριστής καλείται να μεγαλώσει με πίεση, κριτική και το ‘πρέπει’ του να είναι δυνατός. Χρειάστηκε να κάνω πάρα πολλά για να μπω στην πρώτη ομάδα και ακόμα περισσότερα, για να μείνω εκεί. Πέρασα όλη μου τη ζωή στη Βαρκελώνη. Ζούσα με πίεση από τα 12. Αλλά όταν γεννιέσαι ποδοσφαιριστής, δεν έχει σημασία πόσων χρόνων είσαι. Είμαι πεπεισμένος πως πολλοί δεν θα τα κατάφερναν. Είμαστε τυχεροί που είμαστε ποδοσφαιριστές. Θέλω όμως, να εξηγήσω πως κι εμείς βιώνουμε τα συναισθήματα και τις δυσκολίες όλων. Έτσι ζουν όλοι οι άνθρωποι. Ουδείς είναι η εξαίρεση. Για ένα χρόνο ένιωσα πως έχασα την ταυτότητα μου”.
Τη βρήκε στο 2010 World Cup, στα γήπεδα της Νοτίου Αφρικής. “Εκεί ένιωσα ξανά ποδοσφαιριστής”. Εκεί έκανε την Ισπανία πρωταθλήτρια κόσμου, κατ’ αρχάς με το να προκαλέσει τους συμπαίκτες του να παίξουν καλύτερα. Τους είχε πει πως αν η απόδοση του ήταν ίδια με το 1-0 επί της Γερμανίας στον ημιτελικό, δεν υπήρχε περίπτωση να πάρουν το τρόπαιο -στην πρώτη συμμετοχή της χώρας σε τελικό παγκοσμίου κυπέλλου. Ολοκλήρωσε με το ‘έχουμε όλοι το ίδιο όνειρο, αυτήν τη στιγμή, αλλά πρέπει να το ολοκληρώσουμε. Το τελευταίο βήμα είναι το πιο δύσκολο και το πιο όμορφο”. Μετά, έκανε αυτό που θα δεις.
Έβγαλε τη φανέλα του και αποκαλύφθηκε το μήνυμα προς τον αδικοχαμένο Ζάρκε. Χρόνια μετά εξήγησε πως “αυτή ήταν η στιγμή που ‘βγήκα’ από το ‘σκοτάδι’. Η ιστορία με την Μπαρτσελόνα συνεχίστηκε στο… μοτίβο που την είχε συνηθίσει (πχ το tremble του 2015, ενώ στις 21/11 του 2015 έγινε ο τρίτος παίκτης της Μπαρτσελόνα -μετά τους Μαραντόνα και Ροναλντίνιο- που αποθεώθηκε στο Bernabeu), με τους ‘μπλαουγκράνα’ να του δίνουν δια βίου συμβόλαιο, στις 6/10 του 2017. Στις 27/4 του 2018 ανακοίνωσε πως φεύγει από τη Βαρκελώνη, για την Ιαπωνία. Δεν έπαιζε πια, δίπλα στον Τσάβι ή με τον τρόπο που αγαπούσε και αγωνιζόταν όλη του τη ζωή. Μια από τις χαρακτηριστικές δηλώσεις ήταν το “δεν είδα ποτέ το γεγονός ότι είμαι κοντός, ως μειονέκτημα. Όλοι έχουν τις ποιότητες τους. Μη μου ζητάτε να νικήσω έναν παίκτη, ύψους 1.80 στον αέρα Ζητήστε μου να κάνω άλλα πράγματα, στα οποία είμαι καλύτερος από εκείνον“.
Εξήγησε πως “τα περισσότερα εξ όσων κάνω μια ζωή είναι ενστικτώδη. Υπάρχουν τακτικές, στρατηγική, αλλά ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι το ποδόσφαιρο είναι ως κάτι απρόβλεπτο. Καλούμαι να πάρω αποφάσεις, σε κλάσματα δευτερολέπτου. Όταν βλέπω την μπάλα να έρχεται και κάποιον από πίσω μου, δεν σκέφτομαι ‘πού να πάω’. Απλά πάω. Συνήθως αποδίδει”. To 2015 έγινε ένας από τους ελάχιστους που ‘χουν ζήσει δυο treble.
Όπως λέει, το στιλ που παίζει μια ομάδα, προκύπτει από τους παίκτες που έχει. “Όταν πρέπει να χρησιμοποιήσεις τους Μέσι, Νεϊμάρ και Σουάρες, οι μέσοι έχουν περισσότερο χώρο να καλύψουν. Δεν είμαι όμως, κάποιος που μπορεί να παίξει μόνο ένα στιλ ή σύστημα. Πέρυσι, έσπασα το μετρητή χιλιομέτρων μου. Τα πράγματα έχουν αλλάξει αρκετά, αλλά η ουσία είναι η ίδια: κάθε τι που εξελίσσεται, χρειάζεται χρόνο”. Ανανέωσε αυτήν την τοποθέτηση σήμερα, προσθέτοντας πως “είμαστε άνθρωποι που ‘χουμε περάσει όλη μας τη ζωή στον οργανισμό και έχουμε κάποια plus που δεν έχουν άλλοι. Για να ξαναζήσει μεγάλες στιγμές η Μπαρτσελόνα, πρέπει να γίνει αυτό το ‘κλικ’ που ‘χε γίνει με εμάς, μεταξύ όλων των παικτών.
Όλοι ζούμε καλές και κακές στιγμές. Πάντα προσπαθούσα να είμαι ξεκάθαρος, ως προς τον τρόπο που κάνω τα πράγματα, σέβομαι τους άλλους, εμπιστεύομαι τον εαυτό μου, εκθέτω πράγματα που παρουσιάζονται στο δρόμο μου και τα δέχομαι χωρίς να παραπονούμαι. Αυτό έκανα όταν δεν έπαιζα ή όταν έβλεπα κάτι που δεν ήταν δίκαιο. Πάντα προσπαθούσα να κάνω ό,τι καλύτερο μπορούσα, όταν μου δινόταν η ευκαιρία να παίξω. Στο τέλος της ημέρας η ουσία είναι στο πώς προσεγγίζεις ό,τι συμβαίνει. Δεν πρέπει απαραίτητα, να φταίει κάποιος. Τα πράγματα γίνονται όπως είναι να γίνουν. Έφυγα από την ομάδα, γιατί ένιωσα πως εγώ ήμουν αυτός που έπρεπε να κάνει κάτι.
Σε κάθε σχέση, ας πούμε αν έχεις πρόβλημα με τη γυναίκα σου ή ένα φίλο σου και δεν μιλάς για αυτό μια δυο τρεις, την ημέρα που θα μιλήσεις τα πράγματα θα ‘χουν ήδη επιδεινωθεί ή ο καθένας θα λέει τα δικά του. Δεν φταίει κάποιος. Ο καθένας έχει τη δική του οπτική. Αυτό που κάνω εγώ, είναι να λέω την άποψη μου. Τώρα θέλω να επιμηκύνω την καριέρα μου. Να κλωτσάω για όσο περισσότερο μπορώ την μπάλα, γιατί αυτό με κάνει χαρούμενο. Έχω συμβόλαιο έως το 2021. Όταν τελειώσει, όπως έχω πει πολλές φορές, θα ήθελα να επιστρέψω στην Μπαρτσελόνα. Θα εξαρτηθεί όμως, από το πώς θα γίνει αυτό. Σε ποια συνθήκη πρόκειται να πάω και ποιος θα είναι ο ρόλος μου. Όπως και το ποιος είναι στο club. Στην παρούσα φάση, το μόνο που θέλω είναι να παίζω ποδόσφαιρο”.
Προς το παρόν, περιμένει να αρχίσει πάλι η J-League στην Ιαπωνία, όπου αγωνίζεται με την Vissel Kobe. Η λίγκα άρχισε στις 21/2 για να αναβληθεί τέσσερις μέρες μετά, λόγω κορονοϊού. Επρόκειτο να μπει ξανά σε λειτουργία στις 15/3. Ημερομηνία που άλλαξε σε 29/3, σε 6/5 και τώρα 9/5. Δυο μέρες μετά, ο Ινιέστα θα γίνει 36. Και όχι, δεν σκέφτεται να εγκαταλείψει. “Όσο καιρό δεν παίζω, αποκτώ εξτρά ενέργεια να αντέξω για περισσότερο“. Αυτό που τον απασχολεί είναι η επιστροφή μας από τον Covid-19 σε αυτό που ξέραμε ως ζωή. “Αναρωτιέμαι πότε θα μπορούμε να ζήσουμε φυσιολογικά, να βγούμε από τα σπίτια μας και να δώσουμε μια αγκαλιά. Οι συνέπειες θα είναι τεράστιες και θα αφορούν όλους τους τομείς. Το ποδόσφαιρο είναι μέρος της κοινωνίας. Δεν μπορεί να ξεφύγει. Ας προσπαθήσουμε να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε, υπ’ αυτές τις συνθήκες“.