Ο Ανουάρ είναι ένας ‘μόνιμος πολεμιστής’ που έχει καταδικάσει τον τζιχαντισμό
Μικρός ήθελε να γίνει 'Φαινόμενο', μεγαλώνοντας κατάλαβε ότι πρέπει να συμβιβαστεί ως χαφ. Παίζει πάντα καλά απέναντι στην Μπαρτσελόνα κι έχει σκοράρει σε παιχνίδι με τη Ρεάλ. Ο Ανουάρ Τουχαμί έρχεται στον Παναθηναϊκό ως ένας ακούραστος πολεμιστής.
Η Θέουτα είναι ένα παραθαλάσσιο κομμάτι ισπανικής γης, έκτασης μόλις 18.5 τετραγωνικών χλμ. και μικρότερης του δήμου Θεσσαλονίκης, πάνω σε μαροκινό έδαφος. Είναι μία από τις δύο εναπομείνασες κτήσεις των Ιβήρων (και γενικώς των Ευρωπαίων) στην αφρικανική ήπειρο – η έτερη είναι η Μελίγια. Από στεριάς η πόλη περιβάλλεται από έναν πελώριο, σε μήκος και ύψος, και φυλασσόμενο φράκτη που αποτρέπει -ως ένα βαθμό- την είσοδο προσφύγων και μεταναστών, οι οποίοι άπαξ και πατήσουν σε ευρωπαϊκό έδαφος έχουν το δικαίωμα να καταθέσουν αίτημα παροχής ασύλου. Στην ανατολή του 2020 ο βαθμός δυσκολίας πρόσβασης έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Προ 10ετιών ήταν πάμπολλοι όσοι (Αφρικανοί) κυνήγησαν ένα όνειρο ζωής μέσα από τον ευρωπαϊκό θύλακα.
Οι πρόγονοι του Ανουάρ (Μοχάμεντ) Τουχαμί ήταν εξ αυτών. Μαροκινοί πολίτες που έφτασαν στη Θέουτα “αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον και να βρουν δουλειά“, όπως είχε διηγηθεί την ιστορία των παππούδων του ο 25χρονος χαφ. Ό,τι ακριβώς διεκδικεί ο ίδιος, αφήνοντας στα μέσα της σεζόν την ισπανική Βαγιαδολίδ για να παίξει ποδόσφαιρο στον Παναθηναϊκό, καθώς τα 180 λεπτά σε 11 αγώνες της Primera Division κι άλλα 90 στο Copa del Rey δεν τον κάλυπταν. ‘Φλέρταρε’ επίσης με Σαραγόσα, Αλμπαθέτε και Πονφεραντίνα, αλλά προτίμησε την ελληνική ομάδα. Οι δυο τους έχουν ανάγκη ο ένας τον άλλον. Ο Ανουάρ για να βρει το -χαμένο- χρόνο και ο Παναθηναϊκό μήπως βρει μια έξτρα λύση σε μια θέση που στερούταν επιλογών, καθώς ένας άλλος ποδοσφαιριστής εξ Ισπανίας, ο Φάουστο Τιένθα, δεν είχε συνομοτήσει εν τέλει με τον διάβολο και από καιρό αναζητείται η λύσης του διετούς συμβολαίου που είχε υπογράψει στα μέσα του Σεπτέμβρη.
Οι γονείς του Ανουάρ γεννήθηκαν αμφότεροι στη Θέουτα. Ο πατέρας του Αχμέντ ασχολήθηκε με τις επιχειρήσεις εστίασης και η μητέρα του ανέλαβε να τον βοηθάει κουμαντάροντας παράλληλα όλη την οικογένεια. Μια 9μελή φαμίλια, στην οποία ο νέος χαφ του ‘τριφυλλιού’ ήταν το πέμπτο από τα επτά παιδιά! Ήρθε στη ζωή στις 15 Ιανουαρίου του 1995. Ο Ανουάρ για να τιμήσει τις ρίζες του επέλεξε ν’ αγωνιστεί για το Μαρόκο και όχι με τις μικρές εθνικές της Ισπανίας. Είχε τη δυνατότητα διότι, πλην της υπηκοότητας, από τα 13 του είχε μετακομίσει στη Μαδρίτη, μεγαλώνοντας σωματικά και ποδοσφαιρικά στα τμήματα υποδομής της Βαγιαδολίδ.
Από τη Βαρκελώνη στη Μαδρίτη
Η πρώτη επαφή του με το ποδόσφαιρο ήταν στα τρία του. “Θυμάμαι σ’ ένα μικρό δωμάτιο να κλοτσάω μια πλαστική μπάλα“. Στο Σαν Αγκουστίν δε Θέουτα, το σχολείο του, ξεχώριζε από τα πέντε του και ο πατέρας του έγινε η πυξίδα του και τον έσπρωξε προς αυτήν την κατεύθυνση. Καταλάβαινε πως ο μικρός συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις για να εξελιχθεί και να προχωρήσει. Ενδεχομένως το είχε απωθημένο διότι ο εξίσου ταλαντούχος Μοχάμεντ, ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας, βαρέθηκε και εγκατέλειψε νωρίς την όποια προσπάθεια εξέλιξης. Τύποι που ασχολούνταν με τις μικρές ηλικίες τον είχαν προτείνει στην Μπαρτσελόνα. Του ζήτησαν να δοκιμαστεί στη Masía, ταξίδεψε στη Βαρκελώνη, αλλά επέστρεψε γρήγορα στη βάση του. Είχε αφήσει καλές εντυπώσεις, αλλά δεν επελέγη μεταξύ αμέτρητων παιδιών.
Δεν πτοήθηκε. Στα 13 του εμφανίστηκε η Βιγιαδολίδ. Τον είχε προτείνει ο γκολκίπερ της ανδρικής ομάδας της Θέουτα, Πάμπλο Αντόν και του οφείλει ακόμα. “Ειδοποίησαν τον πατέρα μου, προπονήθηκα για μια εβδομάδα και μου πρότειναν να μείνω. Ήμουν πολύ χαρούμενος“. Μέχρι τότε ήλπιζε πως θα μοιάσει στον Ρονάλντο, τον Βραζιλιάνο. Πολύ πριν αγοράσει τη Βαγιαδολίδ. Είχε ξεπατικώσει το κούρεμα από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, ξυρίζοντας όλο το υπόλοιπο κεφάλι του πλην της τούφας μπροστά και είχε κατακλυστεί για χρόνια από ‘ροναλντίτιδα’. Αφότου άρχισε να προπονείται εντατικά, κατάλαβε ότι δεν ήταν “γεννημένος σκόρερ” όπως είχε αναφέρει με χιούμορ. Δεν αντιμετώπισε προβλήματα προσαρμογής. “Ήμουν ένας 13χρονος που τον είχαν όλοι υπό την προστασία τους. Με φρόντιζαν και με δεν θυμάμαι τίποτα αρνητικό“. Ήταν ένα παιδί που ζούσε το όνειρό του. “Στη Θέουτα προπονούμασταν πότε-πότε, αν υπήρχε γήπεδο. Δεν υπήρχε αυτό το επίπεδο των εγκαταστάσεων. Εδώ γυμναζόμουν με μεγαλύτερα παιδιά, σε εξαιρετικούς χώρους και καταρτισμένους προπονητές που με βελτίωσαν πολύ“.
Ούτως ή άλλως είχε ανατραφεί σε μια οικογένεια με πολλά αδέρφια και σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία. “Είμαστε μουσουλμάνοι, αλλά συνυπήρχαμε με όλους: με χριστιανούς, εβραίους, ινδουιστές. Αν ο καθένας σέβεται τις πεποιθήσεις του άλλου, μπορούν να ζήσουν τέλεια“, έχει πει αποκηρύσσοντας τον τζιχαντισμό, καθώς “οι μουσουλμάνοι δεν συγχωρούν αυτούς του εξτρεμιστές που προκαλούν χάος στον πλανήτη. Έχουν λερώσει τη θρησκεία μας και δεν είναι αληθινοί πιστοί. Η θρησκεία είναι ειρήνη και ουδείς μουσουλμάνος θα βλάψει ποτέ τον οποιονδήποτε“.
Ρονάλντο δεν ήταν
Το τέμενος και το γήπεδο ήταν δυο ισάξιοι τόποι λατρείας για τον μικρό. Σταδιακά οπισθοχώρησε κι άρχισε να φαντάζεται τον εαυτό του ως Τσάβι ή -έστω- Μπουσκέτς. Του άρεσε να ελέγχει το τέμπο και ν’ ανοίγει το παιχνίδι. Να τρέχει, να καλύπτει χώρους, να κερδίζει μπάλες και να μοιράζει -χωρίς λάθη- την μπάλα. Είτε ως 6άρι είτε 8άρι είτε ως εσωτερικός μέσος. Στη β’ ομάδα των του μαδριλένικου κλαμπ έκανε εντύπωση για την αστείρευτη ενέργειά του. Τον φώναζαν ‘πνευμόνι’. Τα πρώτα 13 λεπτά της επαγγελματικής καριέρας του κατεγράφησαν στο κύπελλο. Αγωνίστηκε στο 2-0 επί της Ζιρόνα, τον Οκτώβριο του 2014, δύο μήνες πριν συμπληρώσει τα 20 του. Αντικαθιστούσε τον βετεράνο Άλβαρο Ρούμπιο, ‘τοτέμ’ για τους ‘πουθελάνος’, τον ποδοσφαιριστή που θαύμαζε περισσότερο από κάθε άλλον. Παρακολουθούσε τις κινήσεις του απ’ όταν ήταν ball boy, αργότερα τον συνάντησε στο γήπεδο και προπονήθηκαν μαζί. Εντυπωσιάστηκε εξίσου.
Την επόμενη σεζόν έπαιξε για πρώτη φορά στο πρωτάθλημα, στο 1-1 με τη Λούγκο, για τη Segunda. Ο τότε προπονητής τού “μού ζήτησε να μπω στο κέντρο του γηπέδου, διότι ο αγώνας πήγαινε άσχημα και χάναμε. Αποστολή μου ήταν να κρατήσω τη θέση μου και να παίξω απλά. Ήταν ωραία στο κύπελλο, αλλά η παρουσία στο πρωτάθλημα ήταν κάτι πολύ διαφορετικό. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον προπονητή για την ευκαιρία. Το ονειρευόμουν πολύ καιρό, θέλοντας να δείξω αυτό που έχω μέσα μου“.
Η μονιμοποίηση στην 11άδα ήρθε τη σεζόν 2017-18. Εμφανίστηκε σε 31 παιχνίδια όλων των διοργανώσεων (πρωτάθλημα, κύπελλο, μπαράζ) και στο φινάλε της σεζόν πανηγύρισε με τη Βαγιαδολίδ την άνοδο στην Primera Division μετά από 4 χρόνια, ως συμπαίκτης του Γιάννη Γιαννιώτα. Στον διπλό τελικό με τη Νουμάνθια (0-3, 1-1) έμεινε στο γήπεδο για 180 λεπτά αποτελώντας τμήμα της επιτυχίας. Είχε ήδη ανανεώσει μια φορά το συμβόλαιό του, ακολούθησε άλλη μία τον Οκτώβριο του 2018. Στα τέλη του Αυγούστου, στη 2η αγωνιστική, είχε αναδειχθεί πολυτιμότερος παίκτης του 0-1 από την Μπαρτσελόνα. Μοιραία ο πήχης ανέβηκε και οι απαιτήσεις αυξήθηκαν απότομα. Ο Ανουάρ δεν ήταν πάντα εύκολο ν’ ανταποκριθεί, παρασυρόταν από την ορμή του, και έχασε τη θέση του στην 11άδα. Οι ανάγκες ενός σφιχτού σχήματος κόντρα στους ‘μπλαουγκράνα’ τον επανέφεραν στον άξονα. Έμεινε στο γήπεδο 90 λεπτά, από το 34′ με κάρτα. Ανταπεξήλθε, αλλά το 1-0 στο ‘Καμπ Νόου’ δεν αποφεύχθηκε. 25 ημέρες μετά έστειλε την μπάλα στα δίχτυα της Ρεάλ Μαδρίτης. Ήταν το πρώτο επαγγελματικό γκολ του. Πανηγύρισε έξαλλα. Μόνο που ακολούθησαν τέσσερα των ‘μερένγκες’ και μια ευρεία ήττα στο ‘Θορίγια’.
Πολεμιστής
Τον Απρίλιο υπέστη μυϊκό τραυματισμό. Για 8 εβδομάδες έμεινε εκτός, χάνοντας το φινάλε της σεζόν. Από την προετοιμασία έπεσε σε δυσμένεια. Δεν ήταν στα βασικά πλάνα του Σέρχιο Γκονσάλες και στο πρώτο μισό της σεζόν έπαιζε λίγο. Τα περισσότερα λεπτά ήταν τα 53′ στο 5-1 του ‘Καμπ Νόου’. Δεν δημιούργησε πρόβλημα. “Δεν υπάρχουν απαραίτητοι ποδοσφαιριστές, μονάχα η ομάδα μετράει“, απαντούσε όταν δημοσιογράφοι επιχειρούσαν να του αποσπάσουν ένα παράπονο. Σεβόταν τον προπονητή του, περιγράφοντάς τον ως “σπουδαίο“, ο οποίος “γνωρίζει πως να διαχειρίζεται τους παίκτες και είναι ο κατάλληλος για τη Βαγιαδολίδ“, και πάλευε μέσα από την προπόνηση για να ανακτήσει ό,τι είχε χάσει. “Ειλικρινά είναι δύσκολο, γιατί ο ποδοσφαιριστής θέλει πάντα να παίζει. Θα συνεχίσω όμως να προσπαθώ σε κάθε προπόνηση για να κερδίσω πράγματα. Πρέπει να δουλεύεις στο απόλυτο περιμένοντας την ευκαιρία σου“, έλεγε τον Οκτώβριο όταν μάθαινε πως δεν θα είναι στις κλήσεις του Μαρόκου. Αν και μέχρι τον Νοέμβριο έπαιζε από λίγο ως καθόλου τον περίμενε άλλο ένα συμβόλαιο, έως το καλοκαίρι του 2023, διότι ουδείς έχει χάσει την πίστη του στις ικανότητές του. Πολύ περισσότερο ο ίδιος στον εαυτό του.
“Δεν γνωρίζω τι σημαίνει αμυντικό ή επιθετικό χαφ. Έχω όλα τα χαρακτηριστικά. Μπορώ να προσαρμοστώ οπουδήποτε μού δοθεί εντολή. Αν μου ζητήσεις να κάνω μια συγκεκριμένη δουλειά, θα την κάνω. Ακόμη και να παίξω πιο κοντά στην περιοχή. Εκτιμώ τον εαυτό μου ως έναν μόνιμο πολεμιστή“.
Αυτόν τον ποδοσφαιριστή των 72 αγώνων με τα μωβ της Βαγιαδολίδ και άλλοτε συμπαίκτη του Ντανιέλε Βέρντε, απέκτησε δανεικό για 6 μήνες και (απαγορευτική) οψιόν 4 εκατομμυρίων ευρώ ο Παναθηναϊκός.
Pod-όσφαιρο #49: Θα κάνει ζημιές στα πλέι οφ ο Παναθηναϊκός;