Λάτσιο: Η οικονομική αναγέννηση ενός “γίγαντα”
Το 2001, όταν η Λάτσιο άνηκε στην ελίτ των ομάδων της Ευρώπης, τα αποδυτήρια του «Ολίμπικο» της Ρώμης φιλοξενούσαν ποδοσφαιριστές όπως ο Ερνάν Κρέσπο, ο Γκαΐθκα Μεντιέτα, ο Ντέγιαν Στάνκοβιτς, ο Πάβελ Νέντβεντ, ο Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν, ο Αλεσάντρο Νέστα, ο Κλαούντιο Λόπεζ και ο Γιαπ Σταμ.
Λάτσιο άνηκε στην ελίτ των ομάδων της Ευρώπης, τα αποδυτήρια του «Ολίμπικο» της Ρώμης φιλοξενούσαν ποδοσφαιριστές όπως ο
Ερνάν Κρέσπο, ο
Γκαΐθκα
Μεντιέτα, ο
Ντέγιαν Στάνκοβιτς, ο
Πάβελ Νέντβεντ, ο
Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν, ο
Αλεσάντρο Νέστα, ο
Κλαούντιο Λόπεζ και ο
Γιαπ Σταμ. Εχοντας κατακτήσει στο πρόσφατο παρελθόν το τελευταίο Κύπελλο Κυπελλούχων (1999), το Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1999), το νταμπλ στην Ιταλία (2000) η πολιτική της αλόγιστης δαπάνης του ιδιοκτήτη και προέδρου της από το 1998 (με θητεία στον προεδρικό θώκο και την περίοδο 1992-94),
Σέρτζιο Κρανιότι, έμοιαζε ιδανική.
Δεν πέρασαν πολλά χρόνια (μόλις δύο συγκεκριμένα) και ο Κρανιότι βλέπει την πολυεθνική εταιρία παραγωγής τροφίμων «Cirio» που είχε στην κατοχή του και αποτελούσε «αιμοδότη» της Λάτσιο, να καταρρέει οικονομικά και ο ίδιος να αντιμετωπίζει κατηγορίες απάτης από τον ιταλικό νόμο. Η φυλακή είναι το φυσικό επακόλουθο για τον ίδιο. Η κατρακύλα της Λάτσιο το ίδιο. Μία κατρακύλα που έφερνε την ομάδα στο χείλος του γκρεμού, αλλά ένας «από μηχανής θεός», έμελλε να τη σώσει. Ο Κλαούντιο Λοτίτο μπήκε στη ζωή της ομάδας το 2004 και μέχρι το 2007 κατάφερε να αλλάξει τα πάντα. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Την αρχή του… διαφαινόμενου τέλους.
Στην κόψη του ξυραφιού
Με την φυγή του Κρανιότι, οι παίκτες-«αστέρια» της ομάδας αποχωρούν έναντι αρκετών εκατομμυρίων ευρώ, ώστε να μειωθούν τα χρέη των 200 εκατομμυρίων ευρώ που είχαν συσσωρευθεί και περνούσαν θηλιά γύρω από το λαιμό του συλλόγου, ο οποίος πάσχιζε να πάρει πιστοποιητικό συμμετοχής στο πρωτάθλημα. Το 2003 ο πρώην δικηγόρος της οικογένειας Κρανιότι, Ούγκο Λόνγκο, ανέλαβε την προεδρία της υπηρεσιακής διοίκησης και βρισκόταν εναγωνίως σε αναζήτηση μόνιμης κατάστασης για μία ομάδα που κινδύνευε άμεσα με διάλυση.
Λάτρης του μοντέλου των ομάδων της Premiership, ο Λοτίτο εκπονεί τα σχέδιά του με βάσει τα όσα γίνονται στο Νησί. Βασικός άξονας στις ομάδες της Αγγλίας είναι το γήπεδο και αυτό προβληματίζει έντονα τον πρόεδρο της Λάτσιο.
«Η καταπολέμηση της βίας αποσκοπεί στο να έρχονται οικογένειες στο γήπεδο και γι’ αυτό χρειάζεται να χτίσουμε ένα συγκρότημα καταστημάτων, κινηματογράφων, γραφείων, διαμερισμάτων, μακριά από το κέντρο των πόλεων, όπου είναι και ασφαλέστερα», δήλωσε μετά τα γεγονότα της Σικελίας την περασμένη σεζόν, όπου ένας αστυνομικός έχασε τη ζωή του.
Η Λάτσιο κάνει προσπάθειες ανέγερσης νέου αθλητικού κέντρου, του «Citta dello Sport», στα βόρεια της Ρώμης και να χωρίσει τους δρόμους της από την «αιώνια» αντίπαλο Ρόμα. «Μετά το Μουντιάλ είχα πει ότι έχουμε την πιο ισχυρή ομάδα του κόσμου, αν και παίζουμε σε στάδια του τρίτου κόσμου», επεσήμανε, ενώ μίλησε και για τους λόγους που ένα ιδιόκτητο γήπεδο είναι (οικονομικώς) απαραίτητο: «Πρέπει να εξισορροπήσουμε τα έσοδα από τα τηλεοπτικά δικαιώματα και αυτά με αυτά που σχετίζονται με το γήπεδο. Στην Αγγλία, μόλις το 25% των κερδών προέρχεται από την τηλεόραση και το 75% από το γήπεδο, ενώ στην Ιταλία γίνεται το αντίθετο».
Ο επιχειρηματίας Κλαούντιο Λοτίτο, στις 19 Ιουλίου του 2004, αποκτά το 29,9% των μετοχών της ομάδας έναντι 21 εκατομμυρίων ευρώ, κάνει πρόταση στην τράπεζα «Capitalia» που ήλεγχε ακόμη 28,45% του μετοχικού κεφαλαίου και γίνεται πρόεδρος. Πρώτο του μέλημα, να καταβάλλει 8,6 εκατομμύρια ευρώ για χρέη στο ιταλικό κράτος και να έρθει σε συμφωνία με το υπουργείο οικονομικών για την αποπληρωμή των 170 εκατομμυρίων ευρώ που βάραιναν το «παθητικό» μέσα σε 23 χρόνια.
«Πήρα τη Λάτσιο στην κηδεία της και την έφερα σε μη αναστρέψιμη κωματώδη κατάσταση», δήλωσε ο ίδιος μετά την ανάληψη της ηγεσίας της ομάδας, θέλοντας να καταδείξει με πρόδηλο τρόπο την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η ομάδα, έστω κι αν ο «σωτήρας» της ήταν ήδη στο «τιμόνι».
Νέα πρόσωπα, νέα ήθη, νέες κόντρες
Με τον Λοτίτο στην κεφαλή, πολλά ήταν τα πράγματα που άλλαξαν. Οι περικοπές προς πάσα κατεύθυνση ήταν το χαρακτηριστικό του σχεδίου του, αφού η κάνουλα προς προπονητές, παίκτες και… φιλάθλους έκλεισε οριστικά και αμετάκλητα. Πολλά πρόσωπα σε διοίκηση και αποδυτήρια που είχαν συμπληρώσει ακόμα και δεκαετίες στην ομάδα αποχώρησαν.
Αυτή η τακτική μείωνε συνεχώς το έλλειμμα, αλλά αύξανε την αντιπαλότητα του Λοτίτο με τους «σκληροπυρηνικούς» οπαδούς της ομάδας (και δεν είναι λίγοι αυτοί). Η κόντρα τους ήταν σε τέτοιο σημείο που μόλις ένα χρόνο μετά, το 2005, άγνωστοι πέταξαν εννέα αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς στον περιβάλλοντα χώρο του γραφείου του.
Επιθυμία τους ήταν να πουλήσει τις μετοχές του, αφού τον θεωρούσαν υπαίτιο για την απώλεια των «αστέρων» της ομάδας. Τα πραγματικά αίτια, όμως, ήταν τα προνόμια που τους αφαίρεσε και που είχαν εξασφαλίσει την περίοδο της διοίκησης Κρανιότι. Οι «Ultras» της ομάδας είχαν το ελεύθερο να εκμεταλλεύονται εμπορικά το λογότυπο της ομάδας, σε κάθε ματς προμηθεύονταν 800 εισιτήρια τα οποία και μεταπωλούσαν με κέρδος, ενώ συνολικά αποκόμισαν περίπου 25.000 ευρώ για τις χορογραφίες που παρουσίαζαν στις εξέδρες του «Ολίμπικο».
Η είσοδος της ομάδας στο Χρηματιστήριο του Μιλάνου το 1998 δεν επέτρεπε αντιπαλότητες και έχθρεςστον Κρανιότι, ο οποίος ανεχόταν ακόμα και τη ναζιστική συμπεριφορά των οπαδών απέναντι σε έγχρωμους παίκτες της Λάτσιο. «Οταν έφτασαν στην ομάδα είπα ότι δεν θέλω να μιλήσω με αυτούς τους φιλάθλους. Τι έχω να συζητήσω μαζί τους;», είχε αναρωτηθεί ο 48χρονος Λοτίτο, ο οποίος κατά καιρούς δέχεται απειλές, τόσο για τον ίδιο, όσο και για την οικογένειά του.
Στρατηγική εξυγίανσης
Δεν πτοήθηκε παρά το «βαρύ» κλίμα που υπήρχε εναντίον του. Τα διοικητικά αποτελέσματα, εξάλλου, τον δικαίωναν. Το θέμα ήταν οι υφιστάμενοί του να αντέξουν την πίεση. Ο προπονητής Ντέλιο Ρόσι και όσοι παίκτες στήριζαν τον πρόεδρο βρέθηκαν με τη σειρά τους στο «στόχαστρο», με τη συμβολή και ραδιοφωνικων σταθμών που ελέγχονταν από φανατικούς οπαδούς της ομάδας.
Οι παίκτες που βρίσκονταν στα «μαχαίρια» με τον Λοτίτο λόγω της περικοπής των μισθών τους τη γλίτωναν. Μαζί τους και ο Πάολο ντι Κάνιο, ο οποίος με τους φασιστικούς χαιρετισμούς του βρισκόταν πάντα στις καρδιές των «λατσιάλι». Εξάλλου, δέχθηκε να γίνει μέρος της νέας εποχής της Λάτσιο έστω κι αν αυτό σήμαινε ότι ο μισθός του θα ήταν κατά 75% μικρότερος.
Η λέξη-«κλειδί» για αυτές τις εξελίξεις ήταν το salary cap. Κατά τα πρότυπα του ΝΒΑ, τέθηκε ένα ανώτατο όριο στους μισθούς των παικτών, των προπονητών και των υπαλλήλων της ομάδας Ουδείς θα μπορούσε να είχε λαμβάνειν μεγαλύτερο από 750.000 ευρώ με τα μπόνους. Το μπάτζετ της ομάδας έφτανε (και φτάνει) μέχρι τα 22 εκατομμύρια ευρώ. Μιας ομάδας που πριν μία τετραετία είχε στην ενδεκάδα της παίκτες αξίας 120 εκατομμυρίων ευρώ!
«Συνεχίζω τη μάχη μου για να αλλάξω συγκεκριμένες προσεγγίσεις σε διάφορες πλευρές και να αναθεωρήσω τις σχέσεις μας με τη λίγκα και την ομοσπονδία. Πριν τρία χρόνια όλοι χαμογελούσαν. Τώρα το ξανασκέφτονται», δηλώνει ο Λοτίτο σε συνέντευξή του στην «Messaggero», ο οποίος έφτασε σε σημείο να ακυρώσει την μεταγραφή του αντικαταστάτη του Αντζελο Περούτσι, Μάρκο Αμέλια από τη Λιβόρνο, εξαιτίας του salary cap.
Από τη 10η θέση το 2004-05, η ομάδα τερματίζει 6η τη νέα σεζόν και εξασφαλίζει απρόσμενα θέση στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Παρ’ όλα αυτά, οι Λιβεράνι, Νταμπό, Σέζαρ και Τζιανικέντα δεν ανήκουν πλέον στην ομάδα, μην μπορώντας να αντέξουν τη λιτή οικονομική πολιτική του συλλόγου. Το χάσμα με τους οπαδούς βαθαίνει, αλλά τέσσερις συλλήψεις «Ultras» που φέρονται να έχουν σχέση με τις απειλές προς το πρόσωπό του κατευνάζουν τα πνεύματα.
Σύννεφα και ανατροπές
Το νεανικό σύνολο που αγωνιστικά συντηρεί ο Ντέλιο Ρόσι και που φέρνει αποτελέσματα αλλάζουν το κλίμα και οι αντιδράσεις στις εξέδρες μειώνονται. Το Calciopoli, όμως, αποτελεί πισωγύρισμα, τόσο για την ομάδα, όσο και για τις σχέσεις με τον κόσμο. Η Λάτσιο εμπλέκεται σε υπόθεση «στημένων» αγώνων, σε μία περίοδο που επικεφαλής ήταν ο 48χρονος επιχειρηματίας. Πρωτοδίκως η ομάδα υποβιβάζεται και ο ίδιος τιμωρείται με 2,5 χρόνια αποκλεισμού από κάθε αθλητική δραστηριότητα, ωστόσο μετά από εφέσεις σε κάθε αρμόδια αρχή, η Λάτσιο παραμένει στη Serie A και υπόκειται σε αφαίρεση τριών βαθμών, ενώ ο ίδιος τιμωρείται εν τέλει με τέσσερις μήνες.
Το 2003, στην προεδρία της Μπαρτσελόνα βρέθηκε ο Τζουάν Λαπόρτα. Η προσπάθειά του να φέρει και πάλι τους «μπλαουγκράνα» στην πρώτη γραμμή του ισπανικού και ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου πέρασε από χίλια κύματα, αφού έπρεπε να ρυθμίσει το δυσβάσταχτο χρέος των 92,5 εκατομμυρίων ευρώ.
Ο Καταλανός δικηγόρος, με προσεκτική διαχείριση κατάφερε να μειώσει το έλλειμμα, αλλάζοντας σχεδόν εξ ολοκλήρου το ρόστερ της ομάδας. Παρά την απόκτηση αστέρων όπως ο Ροναλντίνιο, ο Ετό, ο Ντέκο κ.ά., το μπάτζετ της ομάδας διαμοιράστηκε με τέτοιο τρόπο, ωστόσο κάθε σεζόν να εξοικονομούνται και χρήματα.
Το καλοκαίρι του 2005, μάλιστα, η ομάδα απέκτησε μόλις δύο ποδοσφαιριστές (φαν Μπόμελ, Εθκέρο) και μάλιστα ελεύθερους. Δύο χρόνια αργότερα, το οικονομικό έτος 2006-07 έκλεισε με κέρδη 6,8 εκατομμυρίων ευρώ, με έσοδα 290,1 εκατομμύρια ευρώ και έξοδα 270,6 εκατομμύρια ευρώ, ενώ οι οφείλες μειώθηκαν κατά 28,7 εκατομμύρια ευρώ (από 68,5 σε 39,8 εκατομμύρια ευρώ).
Η ρελάνς του είναι να αποκτήσει τον έλεγχο της ομάδας τον Νοέμβριο του 2006 και να γίνει μεγαλομέτοχος. Στις 27 Δεκεμβρίου ανακοινώνει ότι σκοπεύει να αποσύρει τις μετοχές της ομάδας από το Χρηματιστήριο κοστολογώντας τες 40 λεπτά η μία. Η Λάτσιο πραγματοποιεί εξαιρετική πορεία στο πρωτάθλημα και τερματίζει στην τρίτη θέση της βαθμολογίας, μπροστά από την μετέπειτα πρωταθλήτρια Ευρώπης Μίλαν.
Αυτή η θέση της δίνει δικαίωμα να ονειρεύεται τα εκατομμύρια ευρώ του Τσάμπιονς Λιγκ, εφόσον περάσει το εμπόδιο της Ντιναμό Βουκουρεστίου στον τρίτο προκριματικό γύρο. «Αυτοί οι δύο αγώνες αντιπροσωπεύουν το τελευταίο βήμα ενός σχεδίου που υλοποιήθηκε την προηγούμενη χρονιά και την αρχή μιας νέας εποχής για τη Λάτσιο. Για εμάς είναι η επιστροφή στην διεθνή σκηνή και ένα οικονομικό άλμα», δηλώνει ο πρόεδρος της ομάδας.
Μία ομάδα που επιστρέφει στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση δίχως Νέστα και Σταμ αλλά με Σεμπαστιάνο Σιβίλια και Λουτσιάνο Τζάουρι. Δίχως Βερόν και Νέντβεντ, αλλά με Μάσιμο Μουταρέλι και Στέφανο Μάουρι. Δίχως Κρέσπο αλλά με Τομάσο Ρόκι.
Ξανά προς τη δόξα
Από τις 67.738.911 μετοχές που συνθέτουν τη Λάτσιο, το 61,312% (στοιχεία Φεβρουαρίου του 2007) βρίσκεται στην κατοχή του Κλαούντιο Λοτίτο. Για να αποκτήσει πλήρη έλεγχο και να βγάλει την ομάδα από το Χρηματιστήριο θα χρειαστεί να αποκτήσει το 90% των μετοχών, αλλά η πίεση, πλέον, δεν είναι τόσο μεγάλη. Το κυνήγι και του παραμικρού εσόδου βρίσκεται σε ύφεση, αφού η «μαύρη τρύπα» έχει φτάσει στα 30 εκατομμύρια ευρώ.
Οταν ο Λοτίτο ενεπλάκη με την ομάδα, πολλοί έσπευσαν να τον εντάξουν στην κατηγορία «ricchi scemi» (=«ηλίθιοι πλούσιοι»), ήτοι των εύρωστων ανθρώπων που κάθονται στον προεδρικό θώκο ομάδων για να αυξήσουν τη δημοτικότητά τους και να αποκτήσουν ένα ακριβό χόμπι. «Η μπάλα είναι για όλους, το ποδόσφαιρο για λίγους», είναι το μότο του και το απέδειξε στην πράξη, σε αυτά τα τρία χρόνια αναγέννησης της Λάτσιο.
Μπορεί η ομάδα να μην αποτελεί το φόβο και τον τρόμο ακόμα και ευρωπαϊκών «κολοσσών», αλλά στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, το όνομα της Λάτσιο προκαλεί σεβασμό. Οι ποδοσφαιριστές του Ντέλιο Ρόσι «ψηλώνουν» μόνο και μόνο με την παρουσία τους σε έναν τέτοιο θεσμό, όπως συμβαίνει και με τα αποθέματα στα ταμεία του συλλόγου. Γιατί πλέον υπάρχουν και τέτοια, όσο ουτοπικό κι αν ακούγεται για μία ομάδα που πριν λίγα χρόνια βρισκόταν προ της καταστροφής…
Πηγές: UEFA, Il Messaggero, La Corriere della Sera