Κοουτίνιο, το πιο ακριβό φιάσκο στην ιστορία της Μπαρτσελόνα
Πώς η πιο δαπανηρή μεταγραφή στην ιστορία της Μπαρτσελόνα, μετατράπηκε μέσα σε ενάμισι χρόνο στην απόλυτη αποτυχία. Η εύθραυστη ψυχολογία και οι προσδοκίες που διαψεύστηκαν. Το Contra ανοίγει τον φάκελο του Φιλίπε Κοουτίνιο.
Τη Δευτέρα που μας πέρασε, στις 19 Αυγούστου, η Μπάγερν Μονάχου ανακοίνωσε την απόκτηση του Φιλίπε Κοουτίνιο ως δανεικού για έναν χρόνο από τη Μπαρτσελόνα, με οψιόν αγοράς το επόμενο καλοκαίρι. Ο γερμανικός σύλλογος θα πληρώσει 8.5 εκατομμύρια ευρώ στους Καταλανούς ως “ενοίκιο” για την παραχώρηση του Βραζιλιάνου, ενώ θα δώσει και τα 13 εκ. ευρώ που αντιστοιχούν στις ετήσιες απολαβές του παίκτη. Κάπως έτσι λοιπόν, γράφτηκε ο – προσωρινός; – επίλογος στη σχέση των “μπλαουγκράνα” με την πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία τους. Ο Κοουτίνιο έφτασε στη Βαρκελώνη τον Ιανουάριο του 2018, προερχόμενος από τη Λίβερπουλ, με δυο βασικούς – όσο και δύσκολους – στόχους: να αναπληρώσει ένα σημαντικό μέρος από το κενό που είχε αφήσει ο Νεϊμάρ και/ή να γίνει ο νέος Ινιέστα.
Ενάμιση χρόνο αργότερα, το στοίχημα του τότε τεχνικού διευθυντή του συλλόγου, Ρομπέρτ Φερνάντεθ, κατέληξε σε ένα οικονομικό όσο και αγωνιστικό φιάσκο, με αποτέλεσμα ο Βραζιλιάνος, αφού πρώτα προτάθηκε για αρκετές εβδομάδες ως πιθανό αντάλλαγμα στην Παρί Σεν Ζερμέν για την επιστροφή του Νεϊμάρ, να καταλήξει τελικά στη Μπάγερν, όπου θα προσπαθήσει να αναπληρώσει επάξια το κενό δυο θρύλων του βαυαρικού συλλόγου που ολοκλήρωσαν φέτος την εκεί παρουσία τους, του Ριμπερί και του Ρόμπεν. Η Μπαρτσελόνα προφανώς ελπίζει με αυτή την κίνηση να ανέβει και πάλι η χρηματιστηριακή αξία του παίκτη, ώστε είτε το επόμενο καλοκαίρι η Μπάγερν να ενεργοποιήσει την οψιόν και να τον αγοράσει, είτε να ενδιαφερθεί κάποιος άλλος σύλλογος για την απόκτησή του.
Όλα ξεκίνησαν από τη φυγή του Νεϊμάρ
Το μεγάλο ερώτημα βέβαια, είναι γιατί ο Κοουτίνιο δεν μπόρεσε να παρουσιαστεί στους “μπλαουγκράνα” το ίδιο ανταγωνιστικός και καθοριστικός όπως στην πενταετία του στη Λίβερπουλ και αυτό ακριβώς θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο σημερινό κείμενο. Η όλη ιστορία ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2017, τότε που ο Νεϊμάρ αποφάσισε να φύγει από τη Βαρκελώνη – και τη “σκιά” του Λιονέλ Μέσι – για να γίνει ο σούπερ σταρ στο πλάνο της Παρί Σεν Ζερμέν. Δεν χρειάζεται να μπούμε σε λεπτομέρειες, όλοι θυμόμαστε τον ανορθόδοξο τρόπο, με τον οποίο η πλευρά του Νεϊμάρ χειρίστηκε την αναχώρηση του Βραζιλιάνου και τον ακόμα πιο ανορθόδοξο τρόπο, με τον οποίο οι υπεύθυνοι της Μπαρτσελόνα προσπάθησαν να διαχειριστούν το επικοινωνιακό – αλλά και αγωνιστικό – χτύπημα που άφησε πίσω της η φυγή του Νέι.
Η αδικαιολόγητη σπουδή για την αναπλήρωση του κενού οδήγησε σε δυο πολύ δαπανηρές μεταγραφές. Πρώτος, τον Αύγουστο του 2017, έφτασε στην πρωτεύουσα της Καταλονίας ο Ουσμάν Ντεμπελέ, για τον οποίο οι Καταλανοί πλήρωσαν 105 εκ. ευρώ (συν 40 εκ. μπόνους) στην Μπορούσια Ντόρτμουντ, η οποία σημειωτέον, έναν χρόνο νωρίτερα, είχε αγοράσει τον Γάλλο από τη Ρεν έναντι μόλις 15 εκ. ευρώ! Παράλληλα, οι άνθρωποι της Μπαρτσελόνα είχαν ξεκινήσει επαφές και με τη Λίβερπουλ για την απόκτηση του Κοουτίνιο, όμως οι διαπραγματεύσεις δεν καρποφόρησαν, αφού τα 200 εκ. που έφτασαν να ζητούν οι Άγγλοι, είχαν κριθεί – και ήταν – υπερβολικό ποσό, που σε καμία περίπτωση δεν αντιπροσώπευε την αξία του παίκτη. Ο Μπαρτομέου πάντως δεν υποχώρησε, αλλά συνέχισε όλο το φθινόπωρο του 2017 να προσπαθεί να λυγίσει την αντίσταση των “reds”.
Υπερβολικά χρήματα, τεράστιες απαιτήσεις
Στις 6 Ιανουαρίου του 2018, η Λίβερπουλ ανακοίνωσε ότι είχε συμφωνήσει με τους “μπλαουγκράνα” την πώληση του Κοουτίνιο έναντι 120 εκ. ευρώ συν 40 εκ. μπόνους, κάτι που καθιστούσε τον Βραζιλιάνο ως την ακριβότερη μεταγραφή στην ιστορία του καταλανικού συλλόγου. Τα πάρα πολλά χρήματα που δόθηκαν για τη μετακίνηση του παίκτη, δεν προκάλεσαν μόνο γκρίνια στις τάξεις των φιλάθλων της Μπαρτσελόνα, αλλά παράλληλα αύξησαν κατακόρυφα τις προσδοκίες και – πολύ περισσότερο – τις απαιτήσεις του έτσι κι αλλιώς δύσκολου “Καμπ Νόου”. Εδώ να ανοίξουμε μια παρένθεση, για να πούμε ότι εκείνο δεν ήταν το πρώτο πέρασμα του Κοουτίνιο από τη Βαρκελώνη. Ο Βραζιλιάνος είχε αγωνιστεί το πρώτο εξάμηνο του 2012 στην Εσπανιόλ, δανεικός από την Ίντερ.
Εκεί τα είχε πάει αρκετά καλά, είχε αγωνιστεί σε 16 αγώνες με τη φανέλα των “περίκος”, σημειώνοντας και πέντε γκολ. Η μοίρα τα έφερε έτσι, ώστε ο Βραζιλιάνος να πραγματοποιήσει το ντεμπούτο του με τη φανέλα της Μπαρτσελόνα απέναντι στην παλιά του ομάδα, στον επαναληπτικό της προημιτελικής φάσης του ισπανικού Κυπέλλου εκείνης της σεζόν (είχαν νικήσει 2-0 οι culés, παίρνοντας την πρόκριση). Όμως οι πρώτες μέρες του στην πρωτεύουσα της Καταλονίας, δεν ήταν και τόσο ευχάριστες, αφού έναν μήνα μετά την άφιξή του, στις 20 Φεβρουαρίου του 2018, συνέβησαν τα εξής δυο περιστατικά: εκείνο το πρωί, είχε επισκεφθεί με την οικογένειά του την Σαγράδα Φαμίλια (τον εκπληκτικό ναό του Γκαουδί), αλλά η αστυνομία απέσυρε το παράνομα παρκαρισμένο αυτοκίνητό του με γερανό.
Υποψήφιος αντί-Νεϊμάρ και αντί-Ινιέστα
Αυτό ήταν το λιγότερο, αφού την ίδια ημέρα το βράδυ, την ώρα που είχε βγει με τη σύζυγό του για φαγητό, διαρρήκτες μπήκαν στο διαμέρισμά του και έκλεψαν κοσμήματα και μετρητά. Οι οιωνοί δεν ήταν οι καλύτεροι και δυστυχώς για τον ίδιο επιβεβαιώθηκαν και στο αγωνιστικό σκέλος. Το μεγάλο πρόβλημα με τον Κοουτίνιο ήταν ότι ποτέ δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στο σύστημα της Μπαρτσελόνα, είτε παίζοντας ως εσωτερικό χαφ (ως αντί-Ινιέστα), είτε ως αριστερό εξτρέμ (ως αντί-Νεϊμάρ). Ευκαιρίες πήρε και μάλιστα πολλές, αφού στο διάστημα που έμεινε στη Βαρκελώνη, έπαιξε σε 76 παιχνίδια, 55 εκ των οποίων στην αρχική ενδεκάδα. Δεν μπόρεσε όμως να ξεδιπλώσει το ταλέντο του και να επαναλάβει όσα είχε δείξει στη Λίβερπουλ, σαν να “εξατμίστηκε” η μαγεία του στην Καταλονία.
Οι δημοσιογράφοι στην Ισπανία αποδίδουν την αγωνιστική πτώση στην εύθραυστη ψυχολογία του, παρά το γεγονός ότι το ξεκίνημά του ήταν αρκετά καλό, αφήνοντας υποσχέσεις για το μέλλον. Όταν έφτασε στη Μπάρτσα, δεν είχε δικαίωμα συμμετοχής στο Champions League, αφού είχε αγωνιστεί στη διοργάνωση μέσα στη σεζόν με τους “reds”, όμως έπαιξε σε 18 ματς πρωταθλήματος (8 γκολ) και σε 4 του Κυπέλλου (2 γκολ). Στην περσινή σεζόν, ο Βραζιλιάνος έφτασε τις 54 συμμετοχές, όμως πέτυχε μόλις 11 τέρματα, ενώ κατηγορήθηκε ότι έχανε συνεχώς τη μπάλα στις ατομικές προσπάθειες και ότι οι πάσες του δεν δημιουργούσαν κινδύνους, αλλά ήταν τελείως ασήμαντες στην εξέλιξη του παιχνιδιού.
Ο Κοουτίνιο δεν μπόρεσε να καθορίσει με την απόδοσή του και τις όποιες εμπνεύσεις του την ανάπτυξη της Μπαρτσελόνα, ενώ και το μακρινό σουτ από την αριστερή μεριά – σήμα κατατεθέν του στη Λίβερπουλ – είχε πολύ μικρή αποτελεσματικότητα, μειώνοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό την ικανότητά του να σκοράρει. Ο κόσμος της Μπάρτσα τον στήριξε αρκετά, πίστεψε σε αυτόν, ακόμα και όταν ο ίδιος έμοιαζε πελαγωμένος μέσα στο γήπεδο. Αλλά και οι σχέσεις του με τους συμπαίκτες του και το τεχνικό τιμ ήταν καλές, δεν υπήρξαν δηλαδή εξωαγωνιστικά προβλήματα με το ποδοσφαιρικό “περιβάλλον” του στους Καταλανούς. Δυο είναι οι στιγμές ή μάλλον οι βραδιές που τον “καταδίκασαν” στα μάτια των “μπλαουγκράνα” φιλάθλων.
Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ & Λίβερπουλ
Η πρώτη ήρθε στις 16 Απριλίου του 2019, στον επαναληπτικό προημιτελικό του Champions League με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο “Καμπ Νόου”. Εκεί, ο Βραζιλιάνος πέτυχε ένα πολύ όμορφο γκολ με μακρινό σουτ, διαμορφώνοντας το τελικό 3-0, όμως αντί να το πανηγυρίσει με τους συμπαίκτες του, γύρισε προς την κερκίδα και έκλεισε τα αυτιά με τα δάχτυλά του, στέλνοντας “μήνυμα” προς τους φιλάθλους της Μπάρτσα: “Κράξτε όσο θέλετε, δεν σας ακούω” (κεντρική φωτογραφία του κειμένου). Εκεί έσπασε το γυαλί, αφού η χειρονομία του θεωρήθηκε αχαριστία προς τον κόσμο της ομάδας, που τον είχε στηρίξει ακόμα και όταν η απόδοσή του δεν ήταν η αναμενόμενη. Η δεύτερη και τελειωτική, ήρθε λίγες εβδομάδες αργότερα, στον επαναληπτικό ημιτελικό με αντίπαλο την Λίβερπουλ μέσα στο “Άνφιλντ”.
Ο Βαλβέρδε τον είχε βάλει στην αρχική ενδεκάδα, κάτι απόλυτα αναμενόμενο, αφού τόσο ο ίδιος, όσο και ο Σουάρες, γνώριζαν το γήπεδο και την ατμόσφαιρα, πέρα φυσικά από την κρισιμότητα του αγώνα. Ο Βραζιλιάνος αποδείχτηκε ανύπαρκτος στον αγώνα, δεν πρόσφερε απολύτως τίποτα και έγινε αλλαγή από τον Βαλβέρδε στο 60′, όταν πλέον οι “reds” είχαν φτάσει στο 4-0, δηλαδή σε σκορ πρόκρισης. Στο επόμενο παιχνίδι της Μπαρτσελόνα στο “Καμπ Νόου” για το πρωτάθλημα με αντίπαλο τη Ρεάλ Σοθιεδάδ, όταν ο Κοουτίνιο μπήκε αλλαγή στο 72′ στη θέση του Ντεμπελέ, ολόκληρο το γήπεδο τον αποδοκίμασε, με αποτέλεσμα μετά τη λήξη να “επέμβει” ο Μέσι, που ζήτησε από τους φιλάθλους να μην αντιδρούν με αυτόν τον τρόπο.
Μια νέα ευκαιρία στη Μπάγερν
Κάπως έτσι, η αγωνιστική πτώση του Βραζιλιάνου σε συνδυασμό με τις υψηλότατες απολαβές του (13 εκ. ευρώ το χρόνο), ανάγκασε τη διοίκηση των “μπλαουγκράνα” να τον βγάλει στο σφυρί. Ενδιαφερόμενοι για απευθείας αγορά δεν υπήρξαν, έτσι ο Μπαρτομέου τον χρησιμοποίησε ως πιθανό αντάλλαγμα για την επιστροφή του Νεϊμάρ. Όσο περνούσαν οι ημέρες και οι Γάλλοι δεν “υπέκυπταν” στις πιέσεις των Καταλανών, η Μπαρτσελόνα άρχισε να σκέφτεται τον δανεισμό, ώστε τουλάχιστον να γλυτώσει τα 13 εκατομμύρια της αμοιβής του. Ο παίκτης βρέθηκε αρχικά κοντά στην Τότεναμ, αλλά τελικά κατέληξε στη Μπάγερν. Εκεί, ο Κοουτίνιο θα προσπαθήσει να κάνει ένα νέο ξεκίνημα στην καριέρα του, μην ξεχνάμε ότι είναι μόνο 27 ετών.
Ο στόχος του θα είναι είτε να πείσει τους Βαυαρούς για την αξία του ώστε το επόμενο καλοκαίρι να ενεργοποιήσουν την οψιόν αγοράς του είτε – πολύ πιο δύσκολο αλλά όχι απίθανο – να αποδείξει στη Μπαρτσελόνα ότι αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία και να επιστρέψει στο “Καμπ Νόου”. Σε διάφορες ψηφοφορίες που έγιναν αυτές τις ημέρες σε ισπανικά μέσα για το αν η Μπάρτσα έπραξε καλώς που τον παραχώρησε δανεικό στη Μπάγερν, τα αποτελέσματα ήταν συντριπτικά υπέρ του “ναι”, με ποσοστά σχεδόν σε όλες που κυμαίνονταν κοντά στο 90%. Ο Ρομπέρτ Φερνάντεθ, ο άνθρωπος που εισηγήθηκε την απόκτησή του πριν από δυο χρόνια, σε δηλώσεις του τον περασμένο Μάιο, είχε πει ότι το ψυχολογικό είναι το σημαντικότερο πρόβλημα του Κοουτίνιο.
“Πρέπει να συνέλθει, να νιώσει χρήσιμος, είναι φανερό ότι σε πάρα πολλά παιχνίδια υποφέρει, αρκεί να δείτε τις εκφράσεις στο πρόσωπό του, τη γλώσσα του σώματος γενικά. Δεν είναι εύκολο να παίζεις στη Μπαρτσελόνα, αν και ο Κοουτίνιο είναι μεγάλος παίκτης. Η άποψή μου είναι ότι πρέπει να παίζει αποκλειστικά στα χαφ, αυτή είναι η θέση που του ταιριάζει περισσότερο. Εγώ τον έφερα στη Μπάρτσα και τον επέλεξα γιατί πίστευα ότι θα μπορούσε να αναλάβει την ευθύνη της αντικατάστασης του Ινιέστα, όσο αναντικατάστατος και αν είναι ο Αντρές”. Από την άλλη, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τη δήλωση που είχε κάνει στη διάρκεια της περσινής σεζόν ο Γιον Ασπιάθου, βοηθός του Βαλβέρδε: “Περιμένουμε πολλά από τον Φιλίπε, αλλά υπάρχουν στιγμές που ο Ντεμπελέ περνάει σαν οδοστρωτήρας από πάνω του, χωρίς να είναι σταθερός, προσφέρει πολλά περισσότερα”.
Θα καταφέρει να κλείσει την “παρένθεση”;
Και για να είμαστε ειλικρινείς, δεν έχει καθόλου άδικο ο Βάσκος. Ο Κοουτίνιο τα βρήκε όλα σχεδόν “έτοιμα” στη Μπαρτσελόνα. Τον βοήθησε ο Σουάρες, καλός φίλος από την συνύπαρξή τους στη Λίβερπουλ, η καλή σχέση με τον Ουρουγουανό βοήθησε ώστε να έχει αντίστοιχα καλή σχέση και με τον Μέσι, η επιμονή του να πάρει μεταγραφή στους “μπλαουγκράνα” τον ανέβασε κατακόρυφα στην εκτίμηση των φιλάθλων της ομάδας, το πρώτο εξάμηνο δίπλα στον Ινιέστα τον προετοίμασε τακτικά για το τι ακριβώς θα περίμεναν από τον ίδιο την επόμενη σεζόν, το κενό του Νεϊμάρ του άφησε μεγάλο “χώρο” για πρωτοβουλίες στην αριστερή πλευρά από την πρώτη μέρα του στον σύλλογο, η στήριξη του κόσμου ήταν διαρκής στο πρόσωπό του, οι ευκαιρίες από τον Βαλβέρδε συνεχόμενες.
Και όμως, παρόλα αυτά, ο Κοουτίνιο δεν κατάφερε να βρει τον πραγματικό ρόλο μέσα στην ομάδα. Η δεύτερη σεζόν του, που θα έπρεπε να είναι αυτή της απόλυτης καταξίωσης, αποδείχτηκε εκείνη της αποτυχίας. Δεν είναι τυχαίο ότι πέρυσι έπαιξε σε 54 παιχνίδια, ξεκίνησε βασικός στα 38, αλλά ολοκλήρωσε μόλις τα 12 από αυτά χωρίς να γίνει αλλαγή. Έδωσε μόνο πέντε ασίστ – πραγματικά πολύ μικρός αριθμός για την κλάση του – και τα γκολ του, παρά το γεγονός ότι κάποια από αυτά σημειώθηκαν σε σημαντικά παιχνίδια (στο 5-1 με τη Ρεάλ, στο 5-1 με τη Λιόν, στο 3-0 με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και δις στο 6-1 του Κυπέλλου με τη Σεβίγια), αποδείχτηκαν λίγα (11) για τα χρήματα που έπαιρνε. Όσο βαρύ και αν ακούγεται, η περίπτωσή του αποτελεί το μεγαλύτερο οικονομικό φιάσκο στην ιστορία της Μπαρτσελόνα. Πλέον, εξαρτάται από τον ίδιο να κλείσει αυτή τη δυσάρεστη παρένθεση και να θυμίσει ξανά τον παίκτη που πρωταγωνίστησε στη Λίβερπουλ.
Θα χάσει αυτό το πρωτάθλημα ο Ερνέστο Βαλβέρδε; Η απάντηση στο Pod-όσφαιρο που ακολουθεί: