Ισπανία-Ελλάδα: Οι ‘κλέφτες’ και ο… αμαρτωλός
Ο συνδυασμός των αλλαγών του Φαν'τ Σιπ, της αμυντικής συνέπειας των διεθνών και της αγαρμποσύνης του Ινίγο Μαρτίνεθ επέτρεψαν στην Εθνική να επιστρέψει με το 1-1 από την Ισπανία. Πριν υποδεχθεί τη Γεωργία στην Τούμπα.
Ίσως κρίνει πολλά, ίσως και τίποτα ο βαθμός που απέσπασε η Εθνική ομάδα επί ισπανικού εδάφους. Ούτως ή άλλως η εξασφάλιση μιας εκ των πρώτων δύο θέσεων που οδηγούν είτε απευθείας στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου είτε στη δεύτερη φάση των προκριματικών θα εξαρτηθεί από τ’ αποτελέσματα με τους έτερους ανταγωνιστές της στον 2ο όμιλο. Καθόλου άδικα πάντως και ανεξαρτήτως της τροπής των πραγμάτων το 1-1 στη Γρανάδα κερδίζει το δικό του χώρο στις λαμπρές στιγμές του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος. Σίγουρα δε στις πιο τρανταχτές της τελευταίας 7ετίας.
Ήθελε αμυντική αρετή και καθόλου τόλμη ο αγώνας στην έδρα του μεγάλου φαβορί. Ένα φαβορί που συγκαταλέγεται στις έξι κορυφαίες ομάδες του κόσμου, πάνω από την Αργεντινή ή την Ιταλία, και απέχει 47 θέσεις από την Ελλάδα στην παγκόσμια κατάταξη. Γιατί ναι μεν η Εθνική, του συντηρητικού 4-6-0, πολιορκήθηκε ακατάπαυστα επί 96 λεπτά από μια αντίπαλο που κυκλοφορούσε συνεχώς την μπάλα και προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί όλο το πλάτος του γηπέδου για να βρει μια χαραμάδα απειλής, αλλά από τις 9 τελικές που κατεγράφησαν στη στατιστική της μόλις οι 2 κατέληξαν εντός εστίας. Όντως είναι μια πραγματικότητα πως στη μία εκ των υπολοίπων 7 άστοχων, στο ευθύβολο και πολύ δυνατό σουτ του Όλμο στο 32′, η μπάλα τράνταξε το οριζόντιο δοκάρι του Οδυσσέα Βλαχοδήμου. Αφενός όμως ακριβώς 30 δεύτερα αργότερα, δίχως να έχει αλλάξει η κατοχή, ο Μοράτα άνοιξε το σκορ και η ‘φούρια ρόχα’ αποκόμισε καθυστερημένα ό,τι πιθανώς άξιζε, αφετέρου σε όλο το υπόλοιπο παιχνίδι η μόνη που φορά που ο γκολκίπερ της Εθνικής επενέβη ήταν σε μια αδύναμη κεφαλιά του Ισπανού σκόρερ.
Δεν συνέβη τυχαία, αλλά με κάποιο σχέδιο. Ο Φαν’τ Σχιπ είχε καταλάβει -εκ των υστέρων- ότι η επιλογή της χρησιμοποίησης του (ντεφορμέ) Μάνταλου σε ρόλο τρίτου χαφ δεν βόλευε το σχέδιο αναχαίτισης των αντιπάλων και τοποθετώντας τον Σιώπη δίπλα στους Ζέκα-Μπουχαλάκη επηρέασε μεμιάς τις ισορροπίες. Μαζί βοήθησε τον Τσιμίκα (όσο άντεξε) ενεργοποιώντας τον Τζόλη αντί του Λημνιού που του έλειπε εμφανέστατα ο ρυθμός. Ομολογουμένως το γεγονός ότι μεσολάβησε η ισοφάριση από το πέναλτι-γκολ του Τάσου Μπακασέτα στο 56′, από το χτύπημα που δέχθηκε ο Μασούρα από τον Ινίγο Μαρτίνεθ, ενίσχυσε το φρόνημα των διεθνών, που συνέχισαν να αμύνονται μαζικά, αντέχοντας σταθερά στις κατά κύματα επιθέσεις των γηπεδούχων.
Ο Ενρίκε, άλλωστε, είχε δυναμώσει τα άκρα του με τον -διεμβολιστή- Χιλ και τον -πατάω περιοχή- Ογιαρθάμπαλ, οπότε η οχύρωση πίσω από την μπάλα και οι αλληλοκαλύψεις ήταν προαπαιτούμενα στοιχεία για την αντίσταση. Σ’ αυτό το κομμάτι υπήρξε πολύτιμη η συνεισφορά του ‘φιλέλληνα’ Κάρλος Ζέκα, καθώς φρόντισε ν’ αφοπλίσει και σχεδόν αιχμαλωτίσει τον Αλκάνταρα, που ήρθε επίσης από τον πάγκο, επιτρέποντας παράλληλα στους δύο στόπερ, κυρίως δε τον καίριο στις επεμβάσεις Κυριάκο Παπαδόπουλο, να ασχοληθούν αποκλειστικά με τον Μοράτα. Που, εν τω μεταξύ, είχε αποκοπεί από το υπόλοιπο ‘στράτευμα’.
Η Εθνική ήταν μονίμως ταμπουρωμένη, αλλά για την περίσταση η αμυντική συνέπειά της υπήρξε απαράμιλλη. Τα όλα κι όλα 10 φάουλ, κάποια εκ των οποίων στο τελευταίο τέταρτο (από Τζόλη ή Γιακουμάκη), δεν χάρισαν στους Ισπανούς εύκολα χτυπήματα ή γεμίσματα στο ‘κουτί’ και η πολιορκία που προέκυψε μέσα από το 77%-23% στην κατοχή και τις 867 εύστοχες μεταβιβάσεις ήταν ημιτελείς. Το τελευταίο σφύριγμα, λυτρωτικό αλήθεια είναι, ήρθε να επιβεβαιώσει πως 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση ο ‘κλεφτοπόλεμος’ έχει το χώρο του στο σύγχρονο ποδόσφαιρο αρκεί να υλοποιείται με μέθοδο, σωστή προσέγγιση και προσήλωση στη λεπτομέρεια. Σε κάθε περίπτωση ένας ‘αμαρτωλός’ σαν τον Μαρτίνεθ (και όχι αρματολός) ήταν πολύτιμος σε αυτήν την προσπάθεια, υποπίπτοντας σ’ ένα ασυγχώρητο ατόπημα.
Ο αγώνας της ερχόμενης Τετάρτης με τη Γεωργία (που έχασε 1-0 από τη Σουηδία του Ζλάταν στη Στοκχόλμη) θα διεξαχθεί σ’ ένα άλλο πεδίο μάχης (Τούμπα) και εκεί ο Φαν’τ Σχιπ οφείλει, στρατηγικά, να παρουσιάσει κάτι εντελώς διαφορετικό.