Η σκληρότερη ατίμωση για τον Λάμπαρντ δεν ήταν η απόλυση από την Τσέλσι
Εντελώς διαφορετικό θα έπρεπε να ήταν το τέλος του Φρανκ Λάμπαρντ ως προπονητή της Τσέλσι.
Η απόλυση του Φρανκ Λάμπαρντ από την τεχνική ηγεσία της Τσέλσι εντάσσεται ξεκάθαρα στη βαναυσότητα του ποδοσφαίρου. “Ιδιαίτερα του σύγχρονου“, κατά τον ωμό πλην εύστοχο Ζοζέ Μουρίνιο (που τόσα έχει ζήσει), καθώς “όταν γίνεσαι προπονητής ξέρεις ότι αργά ή γρήγορα θα σου συμβεί“. Ούτε ο Πεπ Γκουαρδιόλα έπεσε από τα σύννεφα μαθαίνοντας τα νέα, διότι “δεν υφίστανται πρότζεκτς και ιδέες, οφείλεις να νικάς, ειδάλλως απολύεσαι“, ή ο Στίβεν Τζέραρντ, μια και “η Τσέλσι έχει παρελθόν“. Βεβαρυμμένο, μάλιστα.
Για τον 42χρονο Άγγλο μεσολάβησαν 18 μήνες και 21 ημέρες από την πανηγυρική ανακοίνωση της πρόσληψής του, ως διαδόχου του Ιταλού Μαουρίτσιο Σάρι. Εκείνη την ημέρα ήταν ο εκλεκτός. Σήμερα απλώς “τα αποτελέσματα και οι εμφανίσεις δεν συναντιούνται με τις προσδοκίες του κλαμπ“. Κι ας είχε προηγηθεί η νίκη-πρόκριση στο κύπελλο επί της Λούτον (3-1). Κι ας ήταν η ομάδα του αυτή που, στην πλειονότητα των αγώνων της, παρήγαγε περισσότερες ‘καθαρές’ ευκαιρίες από τους αντιπάλους της.
Η έκβαση της ιστορίας ήταν προδιαγεγραμμένη και η απόφαση ειλημμένη. Απέμενε η συμφωνία με τον αντικαταστάτη του (θα ‘ναι ο Γερμανός Τόμας Τούχελ που “θα τον αφήσουν 18 μήνες με 2 χρόνια” όπως προέβλεψε ο ‘I’m sure for that’ Γκάρι Νέβιλ) για να κοινοποιηθεί ως τελεσίδικη. Ναι μεν “δεν υπάρχει ποτέ σωστή χρονική στιγμή για να χωρίσεις μ’ έναν τέτοιο θρύλο του συλλόγου“, αλλά ταυτόχρονα “η αλλαγή ήταν επιβεβλημένη προκειμένου να δοθεί χρόνος στην ομάδα να βελτιώσει την απόδοση και τ’ αποτελέσματά της“.
Ούτως ή άλλως ο Λάμπαρντ ήταν εξ αρχής και αδιαλείπτως αντιμέτωπος με την αμφισβήτηση για την προπονητική επάρκειά του: από τα φιλικά των πρώτων εβδομάδων ως το πρόσφατο 2-0 από τη Λέστερ για το πρωτάθλημα πάλευε να ισορροπήσει σ’ ένα ταλαντευόμενο σχοινί που του αφαιρούσε από την αναγκαία ασφάλεια ενός άμαθου πρωτάρης σ’ ένα τέτοιο πρότζεκτ. Το ότι άρχισε κανονικά τη δεύτερη χρονιά του, παρά την ήττα στον τελικό του FA Cup, την 1η Αυγούστου και την απώλεια του τροπαίου, ήταν περισσότερο συγκυριακό παρά μια ξεκάθαρη δήλωση ότι εμπιστεύονται τη δουλειά του. Ήταν ή όχι ο καλύτερος προπονητής της περυσινής Premier League. Αποτυπώθηκε ότι δεν κατείχε στιβαρά ερείσματα κατά την αγωνιστική κρίση του Δεκεμβρίου, όταν σε 20 ημέρες, η μία ήττα άρχισε να διαδέχεται την άλλη. Πρώτα ήταν το 1-0 από την Έβερτον, ακολούθως το 2-1 από τη Γουλβς, πιο μετά το 3-1 από την Άρσεναλ, προτού στις 3/1 έρθει η ήττα με το ίδιο σκορ από τη Μάντσεστερ Σίτι.
Ο χρόνος του είχε πλέον λήξει και το ‘φτωχό’ 1-0 επί της -προτελευταίας- Φούλαμ επιμήκυνε ελάχιστα τη διαδικασία του διαζυγίου. Δεν υπήρχε πλέον επιστροφή στη σχέση ομάδας-προπονητή. Οι βαθύτερες αιτίες ποικίλουν ανάλογα με το μέσο που προτιμά να διαβάζει κανείς και τις πηγές που είχε καθένα εξ αυτών αναζητώντας απαντήσεις. Όπως ότι δεν ήταν ποτέ ένας μόνιμος προπονητής, αλλά μια προσωρινή λύση εξαιτίας συγκυριών.
Περισσότερο ‘μυημένες’ στην υπόθεση μοιάζουν οι αναλύσεις που δημοσίευσαν διαδοχικά το Athletic και ο Independent, στις οποίες γίνεται λόγος αφενός για διατάραξη των σχέσεων με τη διοίκηση, με πυρήνα τον μεταγραφικό σχεδιασμό και την αξιοποίηση πανάκριβων μεταγραφών (όπως ο απογοητευτικός Χάβερτς ή ο ‘άσφαιρος’ Βέρνερ), αφετέρου για έλλειψη επικοινωνίας στα αποδυτήρια με συγκεκριμένους ποδοσφαιριστές. Στην Daily Mail το πρόβλημα απεικονίστηκε στο πρόσωπο του στόπερ Αντόνιο Ρούντιγκερ, που είχε τεθεί εκτός πλάνων, ενώ στην Daily Mirror σε αυτό του Κέπα Αριθαμπαλάγα, το ζήτημα του οποίου ο Λάμπαρντ χρεώθηκε ότι απέτυχε να διαχειριστεί, επιμένοντας -άνευ δεύτερης σκέψης- στην απόκτηση ενός νέου γκολκίπερ (Εντουάρ Μεντί). Εμφανίζεται μάλιστα ως το σημείο τριβής με τη ‘σιδηρά κυρία’ της Τσέλσι, Μαρίνα Γκρανοφσκάγια.
Δεν θα ισχυριστούν οι ‘συνήγοροί’ του πως ο ‘πελάτης’ του λειτούργησε ολόσωστα σε κάθε μικρή ή μεγαλύτερη κρίση που προέκυψε κατά τη θητεία του στους ‘μπλε’. Ούτε πως απομακρύνθηκε από τη θέση δίχως να υπάρξουν οι κατάλληλες αφορμές. Θα ομολογήσουν ότι εμφάνισε έλλειψη ωριμότητας.
Μόνο που για έναν άνθρωπο, ο οποίος ανέλαβε σε μια αμφιλεγόμενη για το κλαμπ περίοδο και αφοσιώθηκε επί 1,5 χρόνο μονιμοποιώντας στην πρώτη ομάδα πολλά παιδιά από τις ακαδημίες, απέχει παρασάγγας η αντιμετώπιση που του επιφυλάχθηκε από τα μέλη της διοίκησης, μιας και (όπως διέρρευσε) του απαγορεύτηκε να δει για τελευταία φορά και να χαιρετήσει τους ποδοσφαιριστές του. Διατηρούσε ή όχι καλές σχέσεις με κάποιους εξ αυτών. Να πει δυο κουβέντες πριν κλείσει την πόρτα πίσω του. Έχει συμβεί κι αλλού και πιθανόν θα συμβεί εκ νέου στο μέλλον. Δεν αφορά ωστόσο οποιαδήποτε φιγούρα. Εδώ έχουμε να κάνουμε μ’ ένα τοτέμ το κλαμπ.
Ο Ρώσος δισεκατομμυριούχος και ‘προπονητοφάγος’ Ρόμαν Αμπράμοβιτς, στη δήλωση που μοίρασε συνοδεύοντας την ανακοίνωση του συλλόγου, έγραψε ότι ο Λάμπαρντ “θα είναι πάντα καλοδεχούμενος στο Στάμφορντ Μπριτζ“. Με αποτέλεσμα το σύνολο των λέξεων για το επικυρωμένο ‘άδειασέ μας τη γωνιά’ να φτάσει τις 246.
Μάλλον η προτροπή του, πάντως, αφορούσε μόνο το γήπεδο ως θεατής. Διότι στο προπονητικό ο ‘super Frankie’ δεν ήταν – σε καμία περίπτωση. Αυτή η απόπειρα -μερικής- αποκαθήλωσής του προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στους οπαδούς των ‘μπλε’, μολονότι καταλάβαιναν πως ως προπονητής δεν ήταν όσο (κατά το σύνθημα της κερκίδας) ‘absolutley awesome’ ήταν ως ποδοσφαιριστής. Ή δεν είχε το χρόνο να το αποδείξει.
Τουλάχιστον ο παλαίμαχος Άγγλος, παρά το σοκ της απόρριψης από την Τσέλσι (για δεύτερη χρονιά σε λιγότερα από 6 χρόνια), δεν σκοπεύει να παραδώσει το όνειρο μιας επιτυχημένης καριέρας στους πάγκους, ισοδύναμης μ’ αυτής που είχε στο χορτάρι, επειδή το πέρασμά του από μια τέτοια ‘ηλεκτρική καρέκλα’ ήταν πολύ σύντομο. Εξάλλου, ‘when he wants, he’ll score’.