OPINIONS

Το +10 δείχνει τον καλύτερο Ολυμπιακό

Στην Τούμπα δεν ήταν καλύτερος, όμως βρήκε τρόπο να αποδράσει με την κεφαλιά δυναμίτη του Ουσεϊνού Μπα και κράτησε το προβάδισμα στη βαθμολογία που αποδεικνύει ότι ο Ολυμπιακός είναι καλύτερος και από τον ΠΑΟΚ και από τις υπόλοιπες ομάδες, οι οποίες τον καταδιώκουν.

Το +10 δείχνει τον καλύτερο Ολυμπιακό

Το ματς που ο ΠΑΟΚ έπρεπε να το κερδίσει πάση θυσία, αν ήθελε να ξαναδώσει ενδιαφέρον στη Super League Interwetten, δεν το έχασε ο Ολυμπιακός! Πώς οι “ερυθρόλευκοι” να μην πάρουν αυτό το πρωτάθλημα και μάλιστα με μεγαλύτερη άνεση από το προηγούμενο; Ας λέει ο Πάμπλο Γκαρσία ότι κατά τη γνώμη του “οι δυο ομάδες είναι ισάξιες και το ότι είναι πρώτος ο αντίπαλος μας, οφείλεται στα δικά μας λάθη”. Μα, αγαπητέ Πάμπλο, όταν μια ομάδα δεν κάνει λάθη, δεν πέφτει σε λούμπες, δεν χάνει βαθμούς, όπως και να ‘χει είναι καλύτερη.

Θα μου πείτε, αν το ωραίο σουτ του Χρήστου Τζόλη έμπαινε γκολ στο 90′, ο Γκαρσία θα είχε μπει στο γήπεδο και θα πανηγύριζε μαζί με τους παίκτες του μια μεγάλη νίκη, ωστόσο η μπάλα βρήκε το δοκάρι του Ζοζέ Σα και ως γνωστόν με τα “αν” δεν γράφεται η ποδοσφαιρική ιστορία. Ένα δοκάρι άλλωστε (στην ίδια εστία, αλλά με τον Αλέξανδρο Πασχαλάκη γκολκίπερ), έσωσε στο 1ο ημίχρονο τον ΠΑΟΚ από το γκολ που έχασε δυο φορές ο Γιαν Εμβιλά. Θα ήταν διαφορετικό το ματς, αν έβαζε πρώτος γκολ ο Ολυμπιακός; Δεν το ξέρουμε, γιατί δεν το είδαμε…

Με βάση την πραγματικότητα των ελληνικών γηπέδων, ακόμη και σε μια μέρα που δεν παίζει καλά ο Ολυμπιακός, ο αντίπαλός του πιέζεται για το αποτέλεσμα και δίνει φουλ ένταση, αυτός βρίσκει τον τρόπο να αποδράσει με τον βαθμό της ισοπαλίας, που στο τέλος της ημέρας διατηρεί τη διαφορά απέναντι στον ΠΑΟΚ στο +10. Κι όπως λέγαμε παλιά, όταν πηγαίναμε ακόμη στο γήπεδο, “αν δεν μπορούμε να νικήσουμε, τουλάχιστον ας μη χάσουμε”. Για την ομάδα που προηγείται στη βαθμολογία, το παλιό ρητό είναι δόγμα και νόμος.

Το καλοχτυπημένο κόρνερ του Κώστα Φορτούνη κι η κεφαλιά του Ουσεϊνού Μπα, που πρόλαβε τον Πασχαλάκη στον αέρα έγραψαν το 1-1 και ουσιαστικά κράτησαν όρθιο τον Ολυμπιακό. Το γκολ μπορεί να αποτελέσει καταλύτη και για τον ίδιο τον Σενεγαλέζο στόπερ, που στα τελευταία ματς έπαιζε χωρίς αυτοπεποίθηση, ενώ στη φάση του 1-0 έχασε τη μονομαχία από τον δαιμόνιο και σπεσιαλίστα σε αυτές τις φάσεις που βγαίνει σαν κρυφός σέντερ φορ, Αμρ Ουάρντα. Ο Σα απέκρουσε, όμως ο Σβέριρ Ίνγκασον ήταν εκεί που έπρεπε, για να στείλει την μπάλα στα δίχτυα.

Αυτή η κεφαλιά δυναμίτης του Μπα μπορεί να δώσει στον παρτενέρ του, Ρούμπεν Σεμέδο, μια παραπάνω δόση σιγουριάς, γιατί είναι αλήθεια ότι ο Ολυμπιακός στα τελευταία ματς, έστω κι αν δεν το έχει πληρώσει, υποφέρει στο κέντρο της άμυνάς του. Οπωσδήποτε, πάντως, έδωσε τον πολύτιμο βαθμό στην ομάδα του ή αν προτιμάτε στέρησε τους 3 βαθμούς από τον ΠΑΟΚ, που είχε πιστέψει ότι κρατούσε το ματς στα χέρια του.

Με και χωρίς τους δυο μαέστρους

Ο Πέδρο Μαρτίνς, έχοντας αφήσει τον ασθενή Μπρούμα εκτός αποστολής, αποφάσισε να ξεκινήσει το ματς με τους δυο μαέστρους της ομάδας μέσα. Και Φορτούνη πίσω από τον Γιουσέφ ελ Αραμπί και Ματιέ Βαλμπουενά πρώτα στο αριστερό κι εν συνεχεία στο δεξί άκρο. Από την άλλη πλευρά, ο προπονητής των “ερυθρολεύκων” είχε διαλέξει τον “απρόβλεπτο” Μάριο Βρουσάι, αφήνοντας εκτός τον Λάζαρ Ραντζέλοβιτς, που συνήθως τον προτιμάει σε τέτοια εκτός έδρας ματς λόγω των χώρων που αφήνουν οι αντίπαλοι.

Με τους δυο πιο καταρτισμένους τεχνικά παίκτες του και αφού ξεπέρασε το αρχικό τρίλεπτο της συμφοράς, ο Ολυμπιακός κέρδισε σε ποιότητα στη μεσαία γραμμή και στις στημένες φάσεις. Θυμηθείτε τον έξοχο συνδυασμό από τον οποίο προήλθε η διπλή μεγάλη ευκαιρία του Εμβιλά. Ήταν οι στιγμές που ο Μαρτίνς είχε φορτώσει την πλευρά του Δημήτρη Γιαννούλη και ο Ολυμπιακός, χωρίς να πλαγιοκοπεί διαρκώς, δημιουργούσε καταστάσεις.

Ή σκεφτείτε το πεντάλεπτο 30′-35′, όταν με συνεχή κόρνερ κι ένα φάουλ του Φορτούνη που έδιωξε ωραία σε κόρνερ ο Πασχαλάκης, οι δυο άσοι του Ολυμπιακού με τα γεμίσματα ή τις πάσες τους έδειχναν ότι ήταν έτοιμοι να ψάξουν τη σωστή πάσα ή τη δική τους ενέργεια για το γκολ. Με μια διαφορά, όμως. Δεν είχε μπει στο παιχνίδι ο σέντερ φορ της ομάδας. Ο Ελ Αραμπί ναι μεν έσπασε πολλές φορές την μπάλα, απασχολούσε τους σέντερ μπακ, ήταν κινητικός, όμως ήταν ένα από τα ελάχιστα παιχνίδια που δεν πήρε μια πάσα ή δεν έκανε ο ίδιος φάση, για να απειλήσει επί προσωπικού τον αντίπαλο τερματοφύλακα.

Όταν ο ΠΑΟΚ κατάφερε να προηγηθεί στο σκορ, ο Μαρτίνς διαφοροποίησε τα σχέδιά του. Έβγαλε τον Βαλμπουενά, που έτσι κι αλλιώς δεν αποτέλεσε σημείο αναφοράς του Ολυμπιακού σε αυτό το ματς. Έριξε στο ματς τον Αχμέντ Χασάν, παίζοντας με δυο σέντερ φορ, άλλαξε τον Βρουσάι με τον Ραντζέλοβιτς, ενώ αμέσως μετά την ισοφάριση απέσυρε και τον Φορτούνη, ρίχνοντας στο παιχνίδι τον Ανδρέα Μπουχαλάκη και βάζοντας τον Γιώργο Μασούρα αντί του Ελ Αραμπί, αφού πλέον δεν τον εξυπηρετούσε το σχήμα με τα δυο φορ.

Χωρίς να κρατάει την μπάλα

Οι σκέψεις του προπονητή των “ερυθρολεύκων” ήταν σωστές. Όχι κι η πράξη στο γήπεδο. Το 4-4-2 δεν έμεινε για αρκετή ώρα πάνω στο χορτάρι της Τούμπας για να κριθεί. Ο Χασάν ήταν χωρίς ρυθμό, φανερά επηρεασμένος από την ταλαιπωρία του κορονοϊού. Δεν πρέπει να ακούμπησε ούτε μια φορά την μπάλα ο Αιγύπτιος, που πάντως παίρνοντας παιχνίδια, θα επανέλθει κάποια στιγμή και θα αποτελέσει μια καλή εναλλακτική λύση για τον Ελ Αραμπί, που δεν μπορεί να παίζει συνεχόμενα 90λεπτα χωρίς διακοπή.

Ο Μαρτίνς πίστεψε ότι με τους 3 κεντρικούς μέσους και τον Μασούρα θα μπορούσε να ελέγξει την κυκλοφορία της μπάλας στη μεσαία γραμμή και να βγάλει μια αντεπίθεση με τον Ραντζέλοβιτς, που είναι “μανούλα” στους ανοιχτούς χώρους. Μόνο που και ο Μπουχαλάκης έμοιαζε μακριά από τον καλό εαυτό του, ενώ οι άλλοι δυο (ο Μαντί Καμαρά και ο Εμβιλά) είχαν κουραστεί. Αποτέλεσμα, ο Ολυμπιακός όχι μόνο να μην μπορεί να κρατήσει την μπάλα, αλλά να τη διώχνει και όπως-όπως, δίνοντας στον ΠΑΟΚ έξτρα κατοχή και δημιουργία φάσεων. Εντάξει, δεν απειλήθηκε ο Σα, ωστόσο στο τέλος ο Τζόλης είχε την ευκαιρία του.

Η ουσία, βέβαια, δεν άλλαξε. Ο Ολυμπιακός πήρε αυτό που ήθελε ακόμη και σε ένα ματς που σίγουρα δεν ήταν καλύτερος από τον αντίπαλό του. Όμως είναι συνολικά ανώτερος και αυτό αποτυπώνεται εύλογα και δίκαια από το βαθμολογικό πίνακα. Η διαφορά είναι πολύ μεγάλη για να οφείλεται στις συγκυρίες και μόνο στα λάθη των ομάδων που τον καταδιώκουν, όπως αφελώς πιστεύει ο Γκαρσία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ