Ο Μαξίμ Τσιγκάλκο χάραξε μια ολόκληρη γενιά κερδίζοντας την αιωνιότητα
Ο θρύλος του Football Manager, Μαξίμ Τσιγκάλκο, απεβίωσε σε ηλικία 37 ετών. Ο ήρωας μιας ολόκληρης γενιάς, που ποτέ δεν θα μάθει την επιρροή που άσκησε στην καθημερινότητα χιλιάδων ή και εκατομμυρίων ανθρώπων, προσφέροντας τους την χαρά που ο ίδιος ποτέ δεν βίωσε στην πραγματική ζωή.
Είναι ποτέ δυνατόν ένας παίκτης που έγινε σταρ μέσα από ένα παιχνίδι προσομοίωσης να χαράξει για πάντα μια ολόκληρη γενιά; Είναι, όταν πρόκειται για τον Μαξίμ Τσιγκάλκο. Και η είδηση του θανάτου του σε ηλικία 37 ετών, ανήμερα των Χριστουγέννων από ανακοπή καρδιάς, δεν μπορεί παρά να ξυπνάει μνήμες και συγκίνηση στους σημερινούς 40άρηδες, που μεγάλωσαν πανηγυρίζοντας ως παιδιά τα γκολ του μπροστά από την οθόνη ενός υπολογιστή.
Το Championship Manager, ή Football Manager όπως το γνωρίζουμε τα τελευταία χρόνια, υπήρξε από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 ένα παιχνίδι που μπορούσε να σε καθηλώσει για ώρες. Κάθε λεπτό μακριά του δημιουργούσε σημάδια στέρησης, ήταν ο τρόπος που κάθε έφηβος, νέος ή και… μαντράχαλος μπορούσε να κάνει το όνειρο του πραγματικότητα, έστω και στην εικονική του μορφή: να διαλέξει την ομάδα με την οποία ως μάνατζερ θα έγραφε ιστορία στο ποδόσφαιρο. Ακόμη και στην πρώιμη μορφή του, όταν έβλεπες στην καρτέλα του παίκτη ‘expected to move abroad at the end of the season’. Κάτι που σήμαινε πως ένας από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές της ομάδας του θα έφευγε στο τέλος της σεζόν για ένα πρωτάθλημα του εξωτερικού, χωρίς ο ίδιος να μπορεί να αλλάξει ή καθορίσει τις εξελίξεις.
Το παιχνίδι αποκτούσε διαρκώς ορκισμένους ακόλουθους, εξελισσόταν, άλλαζε, η τεχνολογία έδινε στον χρήστη όλο και περισσότερα. Η μαγεία παρέμενε και στις αρχές της νέας χιλιετίας η έκδοση του Championship Manager έκρυβε έναν άγνωστο παίκτη – θρύλο που πολύ γρήγορα ανακαλύφθηκε από την κοινότητα της εικονικής πραγματικότητας. Αυτός ήταν ο Μαξίμ Τσιγκάλκο, ο Λευκορώσος στράικερ που έμελλε να αποδειχθεί ως ο φόβος και ο τρόμος κάθε άμυνας που τον αντιμετώπιζε.
Εξαιρετικά φτηνός, μπορούσες πανεύκολα να τον ντύσεις με τα χρώματα της ομάδας σου και μαζί του να ξεκινήσεις ένα ποδοσφαιρικό ταξίδι που δεν ήθελες να τελειώσει. Ήταν ο άνθρωπος σου, αυτός που θα σε οδηγούσε στην άνοδο, την κατάκτηση τίτλων, στην ανάδειξη σου ως τον κορυφαίο μάνατζερ του πλανήτη. Δεν χόρταινες να βλέπεις τα στατιστικά του. Τα γκολ που σκόραρε ήταν διπλάσια από τις συμμετοχές του. Δεν μπορούσες παρά να φαντάζεσαι ότι είχες ανακαλύψει ήδη έναν παίκτη, που σε λίγο καιρό θα μάθαινε όλος ο πραγματικός κόσμος του ποδοσφαίρου κι εσύ θα κόμπαζες σαν γύφτικο σκεπάρνι, γιατί ήδη θα είχες μιλήσει ΑΤΕΛΕΙΩΤΕΣ ώρες στους φίλους σου γι’ αυτόν.
Ήταν αυτός που θα σε έκανε να πανηγυρίζεις σαν ‘αεροπλανάκι’ διασχίζοντας όλο το σπίτι φωνάζοντας ‘γκοοοοοολ μωρή παράνοια’ από τα βάθη της ψυχής σου, αναγκάζοντας τη μάνα σου να σκέφτεται πως ίσως χρειάζεσαι ψυχολογική αξιολόγηση από κάποιον ειδικό. Στην πραγματικότητα, το μόνο που έκανες ήταν να χαίρεσαι σαν παιδί, μπαίνοντας έστω και για λίγο σε μια εικονική αλήθεια που σου επέτρεπε να ζεις όσα θα ήθελες ή πίστευες ότι μπορείς.
Ακόμη κι αν όταν εξελίσσονταν όλα αυτά δεν ήσουν παρά έφηβος ή στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής σου, ακόμη κι αν από τότε πέρασαν τόσα χρόνια και το παιχνίδι άλλαξε προς το καλύτερο -προσφέροντας σου πλέον ουσιαστικά όλες τις δυνατότητες επιρροής που μπορεί να έχει ένας προπονητής στην ομάδα του στον αληθινό κόσμο- ακόμη κι αν βρίσκεσαι στα 40-45 σου χρόνια, δεν μπορείς παρά να σκέφτεσαι εκείνη την εποχή, εκείνη την εκδοχή του παιχνιδιού αλλά και του εαυτού σου, γεμίζοντας με νοσταλγία. Δεν γίνεται παρά μέσα σου να αισθάνεσαι μια πραγματική στεναχώρια για το γεγονός πως ο Μαξίμ Τσιγκάλκο δεν είναι πια εδώ. Χωρίς ο ίδιος ουσιαστικά να καταλάβει ποτέ τον τρόπο που έδωσε χαρά σε εκατομμύρια ανθρώπους απλά και μόνο μέσα από ένα παιχνίδι στο οποίο είχε τον ρόλο ενός πραγματικού θρύλου.
Τον Φεβρουάριο του 2013 ο Αντόνιο Πουτίγιο, που ήταν ο υπεύθυνος αξιολόγησης των στατιστικών στους παίκτες της Λευκορωσίας για το Championship Manager, εξήγησε πώς ο Τσιγκάλκο έγινε παγκόσμιος σούπερ σταρ.
“Ήμουν πολύ νέος τότε. Πίστευα ότι το ποδόσφαιρο της Λευκορωσίας έχει μέλλον. Δεν υπήρχαν περιορισμοί στα ποσοστά αξιολόγησης που θα τοποθετούσες ως δεδομένα στο παιχνίδι για έναν παίκτη. Λάτρευα τον Τσιγκάλκο. Ήταν γρήγορος, είχε αίσθηση του γκολ και στις μικρές ηλικίες διέπρεπε. Είχε όλα όσα χρειάζονταν για να εξελιχθεί σε ένα σούπερ σκόρερ. Ήταν και διεθνής, επομένως τον τοποθέτησα σε έναν υψηλό δείκτη φήμης. Ξαφνικά τα φόρουμ είχαν πάρει φωτιά. Μπορούσες να τον αποκτήσεις με λίγα χρήματα. Εγγυημένα θα σου έδινε ένα τουλάχιστον γκολ ανά παιχνίδι”.
Ο Μαξίμ δεν έμαθε παρά χρόνια αργότερα για την τεράστια φήμη που είχε αποκτήσει μέσω του παιχνιδιού. Και αυτό γιατί εκείνη την περίοδο κανείς δεν γνώριζε σχετικά με αυτό στην Λευκορωσία… Πληροφορήθηκε την κατάσταση αργότερα από έναν δημοσιογράφο και αδυνατούσε να το πιστέψει.
Ο Τσιγκάλκο ξεκίνησε την καριέρα του από την ακαδημία της Ντινάμο Μινσκ και έφτασε μέχρι την πρώτη ομάδα. Φόρεσε τη φανέλα της Ναφτάν, πριν φύγει για το Καζακστάν και την Καϊσάρ το καλοκαίρι του 2007. Τον Ιανουάριο του 2008 πήγε στην Μπάναντς της Αρμενίας και έξι μήνες αργότερα επέστρεψε στη Λευκορωσία για λογαριασμό της Σάβιτ. Αποσύρθηκε οριστικά τον Ιανουάριο του 2009, σε ηλικία μόλις 26 ετών. Μόλις 77 επίσημες συμμετοχές πραγματοποίησε στην καριέρα του με απολογισμό 22 γκολ και 8 ασίστ.
Οι σοβαροί τραυματισμοί ήταν αυτοί που του στέρησαν περισσότερα. Ο πρώτος ήρθε στα 23 του χρόνια και ακολούθησαν οι υπόλοιποι. Τα χρήματα που είχε βγάλει από το ποδόσφαιρο δεν έφταναν για να του εξασφαλίσουν μια άνετη ζωή, έτσι άρχισε να δουλεύει ως εργάτης σε κατασκευαστικά έργα, με αρχική αμοιβή 5 δολάρια την ημέρα που σταδιακά έφτασαν τα 20. Ωστόσο η μέση και τα γόνατα του ήταν δύσκολο να αντέξουν μια τόσο σκληρή δουλειά και ο Τσιγκάλκο είδε την υγεία του να χειροτερεύει. Έφυγε με το παράπονο πως κανείς δεν του έδωσε μια ευκαιρία να εργαστεί στο ποδόσφαιρο, όποια πόρτα χτύπησε έμεινε κλειστή…
“Πρωταθλητής Λευκορωσίας, νικητής του Κυπέλλου με την Ντινάμο. Εκφράζουμε τα ειλικρινή μας συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους φίλους του Μαξίμ… αιωνία του η μνήμη”, ήταν η επίσημη τοποθέτηση της Ντινάμο Μινσκ στην οποία αγωνίστηκε για περισσότερο από μια πενταετία.
Όπως ήταν επόμενο, πολύς κόσμος εξέφρασε τη θλίψη του μέσω των social media. “Αναπαύσου εν ειρήνη θρύλε του Championship Manager”, “Τα παιδιά της δεκαετίας του ’90 δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ”, “Μαξίμ αναπαύσου εν ειρήνη. Ο καλύτερος παίκτης στην ιστορία όλων των παιχνιδιών προπονητικής ποδοσφαίρου”, ήταν μερικά από τα χιλιάδες μηνύματα που αφορούσαν την τραγική είδηση για τον θάνατο του Τσιγκάλκο.
Εκείνη η γλυκιά προσμονή της μπάρας που αναβόσβηνε πριν εμφανιστεί το ‘Tsigalko scores!’, η αγωνία να βρεθούμε μπροστά από την οθόνη για το επόμενο σημαντικό παιχνίδι, ο τρόπος που η φαντασία οργίαζε, τα ξενύχτια για να τελειώσουμε τη σεζόν με εκείνον πρώτο σκόρερ της Ευρώπης, η επίδραση που είχε στην gaming κοινότητα, είναι αναμνήσεις που απέκτησαν το χρώμα της μελαγχολίας με τον θάνατο του Μαξίμ. Ο άγνωστος θρύλος μιας ολόκληρης γενιάς, που ποτέ δεν θα μάθει την επιρροή που άσκησε στην καθημερινότητα χιλιάδων ή και εκατομμυρίων ανθρώπων, προσφέροντας τους την εικονική χαρά που ο ίδιος ποτέ δεν βίωσε στην πραγματική ζωή. Αναπαύσου εν ειρήνη, θρύλε…