OPINIONS

Ο Μαραντόνα είναι ο… Μαραντόνα του ποδοσφαίρου

"Ο Μάικλ Τζόρνταν ήταν ο... Μάικλ Τζόρνταν της σπουδαιότητας", είχε πει ο Μπαράκ Ομπάμα. Και ο Ντιέγκο Μαραντόνα είναι "ο Μαραντόνα του ποδοσφαίρου".

Ο Μαραντόνα είναι ο… Μαραντόνα του ποδοσφαίρου
Ο Ντιέγκο Μαραντόνα της Μπόκα Τζούνιορς, στην επιστροφή του στα γήπεδα ύστερα από 11 μήνες, πανηγυρίζει το γκολ που σημείωσε κόντρα στη Ράσινγκ Κλουμπ για το Apertura 1997 στο 'Μπομπονέρα', Μπουένος Άιρες, Κυριακή 13 Ιουλίου 1997 AP Photo/Eduardo Di Baia

Υπήρχε μία καταπληκτική διαφήμιση στην Αργεντινή πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002. Ακουγόταν το ‘Vamos Vamos Argentina’ από μία ταράτσα, ενώ ξημέρωνε και ο ουρανός βασιζόταν στο μούχρωμά του για να μείνει αλησμόνητος σε όσους τον αντίκριζαν. Ήταν οι ποδοσφαιριστές της εθνικής Αργεντινής, ο Κίλι Γκονσάλες, o Χουάν Πάμπλο Σορίν, ο Χαβιέρ Σανέτι, ο Ματίας Αλμέιδα, ο Μαρσέλο Γκαγιάρδο, ο Αριέλ Ορτέγα, ο Βάλτερ Σάμουελ.

Και μετά, όλα πήγαν στον διάολο. Και η Αργεντινή, με το 1-1 με τη Σουηδία, αποκλείστηκε πριν από τη φάση των 16 του Παγκόσμιου Κυπέλλου στην Ιαπωνία και τη Νότιο Κορέα. Όποιος θυμάται το κλάμα του Γκαμπριέλ Μπατιστούτα, μπορεί να καταλάβει τον πόνο που, όπως όλα τα συναισθήματα, στη Νότια Αμερική φαίνεται ότι δεν υπάρχει τρόπος για να σταματήσει.

Το 2002 ήταν ο 16ος χρόνος χωρίς Παγκόσμιο Κύπελλο. Η 91η συμμετοχή του Ντιέγκο Μαραντόνα έλαβε χώρα στο στάδιο ‘Φόξμπορο’ της ομώνυμης περιοχής, όταν χάρισε το τελευταίο εκπληκτικό στιγμιότυπο στον κόσμο: την ιδιοφυΐα του. Η πάσα από στημένη φάση στον Κλαούντιο Κανίγια, ενώ είχε κάνει σινιάλο να μη βιάζεται, αποπροσανατολίζοντας εντελώς τους Νιγηριανούς, έφερε το νικητήριο γκολ των Αργεντινών (2-1). Μαζί, την πρόκριση στην επόμενη φάση. Μαζί, έφερε μία ξανθιά νοσοκόμα στο γήπεδο, ώστε να τον πάρει από το χέρι και να πάνε για ντόπινγκ κοντρόλ. Αυτή ήταν η τελευταία εικόνα του με την εθνική ομάδα. Χάθηκε η ευκαιρία να δούμε ό,τι μπορεί να ήταν η κορυφαία εθνική Αργεντινής όλων των εποχών, με Μπατιστούτα και Κανίγια στην επίθεση και, πίσω από τον ‘Πελούσα’, τον Ντιέγκο Σιμεόνε και τον Φερνάντο Ρεδόντο, να παίζει σε νοκ άουτ φάση.

Στις ΗΠΑ, ό,τι είχε πια αποχαιρετήσει σε ικανότητα, από το βάρος και τις ουσίες, δηλαδή την ταχύτητα και την έκρηξη, τα αναπλήρωνε επειδή το ποδόσφαιρο ήταν συνώνυμό του. Η αναλογία με το σκάκι είναι και εδώ εύκαιρη. Για το μπρίο και το ταμπεραμέντο του, ήταν πολύ ψύχραιμος.

Το ποδόσφαιρο, δηλαδή, ήταν ο… Μαραντόνα των παιχνιδιών.

Κάπως έτσι τίμησε, την τελευταία χρονιά του ως Προέδρου των ΗΠΑ, ο Μπαράκ Ομπάμα τον Μάικλ Τζόρνταν, πριν του φορέσει το μετάλλιο της Τιμής. Ήταν τότε που επιτυχημένα χρησιμοποίησε ως λογοπαίγνιο το ονοματεπώνυμό του, για να δώσει το στίγμα όλων εκείνων που ήταν σπουδαίοι στη δουλειά τους. Και στο τέλος είπε: “Ο Μάικλ Τζόρνταν ήταν ο… Μάικλ Τζόρνταν της σπουδαιότητας”.

Για το ποδόσφαιρο της Αργεντινής, ο Μαραντόνα υπήρξε Άγγελος και Δαίμονας μαζί. Το είχε αυτό κι η ομάδα της δεκαετίας του ’50, με την πεντάδα που ποτέ δεν έφτασε στην παγκόσμια κορυφή: Ο Όμαρ Κορμπάτα, ο Αντόνιο Ανχελίλο, ο Όμαρ Σίβορι, ο Ουμπέρτο Μάστσιο και ο Οσβάλντο Κρους ήταν οι ‘Άγγελοι με τα βρόμικα πρόσωπα’. Ο Μαραντόνα ήταν, όμως, μόνος του και μέχρι το θάνατό του δεν τον έφτασε κανείς, ούτε καν αυτός ακόμα, ο λελογισμένος τους σύγχρονους καιρούς ως κορυφαίος παίκτης όλων των εποχών, Λιονέλ Μέσι. Προφανώς υπάρχει αδικία στο να σε χωρίζει ένα Παγκόσμιο Κύπελλο από τον προκάτοχό σου, αλλά εδώ δεν πρόκειται για τις ικανότητες απλώς, όσο για το γκελ στο λαϊκό αίσθημα. Και εδώ ο Μέσι αδικείται. Πρόκειται για τη διαφορά στο στυλ.

Η διαδοχή του Μαραντόνα, ακόμα κι αν ο ίδιος είχε παραδεχθεί για κάμποσους ποδοσφαιριστές ότι ήταν ανώτεροι από τον ίδιο, είναι ακόμα ένα πρόβλημα. Να είσαι μεγάλος δεν σημαίνει απλώς να έχεις τη μεγαλύτερη δεξιότητα ή ικανότητα, αλλά να είσαι αναντικατάστατος. Και δεν πρόκειται μόνο για την εθνική ομάδα, αλλά και τη Νάπολι: Καλοδέχθηκαν τον Έντισον Καβανι, τον Γκονσάλο Ιγκουαΐν, τον Εσεκιέλ Λαβέτσι, διότι πίστεψαν σε αυτό το πνεύμα. Βρέθηκαν στη 2η θέση, αλλά δεν υπήρχε εκείνος που θα χόρευε με τόση επιδεξιότητα τάνγκο ανάμεσα στους φτωχούς και την Καμόρα, που θα αναγκαζόταν να αφήσει το πρωτάθλημα του 1988 να του γλιστρήσει από τα χέρια, με μερικά αυτοκίνητα σπασμένα και απειλές, για να πάρει το επόμενο επειδή μπορούσε, αν και δεν ήθελε καν να βρίσκεται εκεί. Μαζί με εκείνο του 1987 και το Κύπελλο UEFA του 1989, βεβαίως βεβαίως.

Ο Γκεόργκε Χάτζι είχε το παρατσούκλι ‘ο Μαραντόνα των Καρπαθίων’ και μετά το 4-0 της Μίλαν επί της Μπαρτσελόνα στην Αθήνα, δηλαδή στις 19 Μαΐου του 1994, η ‘Ελευθεροτυπία’ τιτλοφορούσε, στην πρώτη σελίδα των αθλητικών ‘Ο Μαραντόνα των Βαλκανίων’, αναφερόμενη στον Ντέγιαν Σαβίτσεβιτς.

Το κληροδότημα, ως φλόγα σε δάδα, τρεμόσβηνε όλα αυτά τα χρόνια. Μαραντόνα έγιναν για λίγο ο Ορτέγα, ο Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν, ο Πάμπλο Αϊμάρ, ο Χαβιέρ Σαβιόλα, ο Γκαγιάρδο, ο Αντρές ντ’ Αλεσάντρο, ο Χουάν Ρομάν Ρικέλμε, ακόμα και πραγματικές απάτες, όπως ο Φερνάντο Γκάγκο και, βέβαια, ο αληθινός κλώνος, εκείνος που ύστερα απ’ το γκολ με σλάλομ το μακρινό 2007, στον πρώτο ημιτελικό κυπέλλου με τη Χετάφε, μπήκε δίπλα δίπλα στη σύγκριση.

Ο Μέσι πλησίασε περισσότερο από όλους. Τους χώριζε αυτό το μεγάλο χάσμα, του να πετύχει κάτι με την Αργεντινή. Αμέσως μετά τον αποκλεισμό στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας από τη Γαλλία, το 3-4 της 30ής Ιουνίου του 2018 στην Αγία Πετρούπολη, ο Μαραντόνα ζήτησε από τους ανθρώπους να αφήσουν ήσυχο τον Μέσι. Τους ζήτησε να μην τον επικρίνουν και είπε ότι ενδιαφέρεται πραγματικά για την εθνική.

Μέσι και Μαραντόνα στο Μουντιάλ του 2010.


Κι αν τα δεδομένα είναι διαφορετικά, κι αν τα παιχνίδια και οι περιοδείες και οι χορηγοί και οι προπονήσεις είναι πολλαπλάσιες, κι αν ο Μαραντόνα μπήκε πριν από 31 χρόνια, για την ακρίβεια στις 19 Απριλίου του 1989, στο Μόναχο και έκανε, με το ζέσταμά του για τον 1ο ημιτελικό του Κυπέλλου UEFA το ‘Live is Life’ ένα τραγούδι για την αιωνιότητα, αναδεικνύοντας όχι μόνο το εύρος της προσωπικότητάς του αλλά και την ελευθεριότητα σε ό,τι αφορά το σχεδιασμό, παραμένει αναντικατάστατος. Όπως στην Ιουδαία και παρά το μεγαλείο του αληθινού κληρονόμου του, κοιτάζουν τα μωρά και ψάχνουν ακόμη τον προφήτη που θα οδηγήσει την εθνική ομάδα της χώρας στην κορυφή του κόσμου.