Ο Κρμέντσικ δίνει στον ΠΑΟΚ αυτά που δεν μπορεί ο Σβιντέρσκι
Ο τρόπος που ήρθε το 3-0 του ‘δικέφαλου’ στο Ηράκλειο επί του ΟΦΗ, για τη 17η αγωνιστική της Super League Interwetten, είναι μια μικρογραφία αυτού που έχει στο μυαλό του ο Πάμπλο Γκαρσία.
Η απόφαση του Πάμπλο Γκαρσία να κάνει δηλώσεις στη μητρική γλώσσα του δείχνει ότι είναι διατεθειμένος να καταργήσει την επίκληση στο συναίσθημα. Ο Ουρουγουανός προπονητής του ΠΑΟΚ είναι πιθανόν να προέβη, αρχικά, στο εγχείρημα να μιλά στα ελληνικά έπειτα από τις λήξεις των παιχνιδιών, για να βρει την εγγύτητα με τη νέα κατάστασή στην οποία βρέθηκε, θελημένα ή αθέλητα, εμπλεγμένος και να δείξει αυτό που πιθανότατα νιώθει βαθιά (και ακριβώς γι’ αυτό δεν χρειαζόταν να το δείξει): ότι ταιριάζει απολύτως στην ομάδα, είτε πρόκειται για τη νοοτροπία είτε για το ένστικτο.
Ο Πάμπλο Γκαρσία στρίβει το καράβι σε ένα σημείο κατάλληλο για τον ίδιο: ώρα για ποδόσφαιρο. Αναπόφευκτα, λόγω της γενικής ατμόσφαιρας και της έντασης, θα στραφεί και πάλι, εν ευθέτω χρόνω, εναντίον κάποιου, διότι τα προσεχή παιχνίδια, με ΑΕΚ στην Τούμπα και Ολυμπιακό στο Καραϊσκάκη, θα είναι έμπλεα έντασης. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν αντιλήφθηκε πως ακόμα και αυτή η προσέγγιση, όπως όλες, πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ και ότι χρειάζεται να είναι ανοιχτός στις περιστάσεις, ακριβώς όσο είναι με εκείνα που (κάνει να) συμβαίνουν στον αγωνιστικό χώρο.
Βεβαίως, αυτό δεν σημαίνει ότι το ταμπεραμέντο του του επιτρέπει ευλιγισία, ειδικά όταν νιώθει ‘τσιγκλισμένος’. Παραδείγματος χάρη, ενώ χρησιμοποιήθηκε μεταφραστής για τις πρώτες δύο ερωτήσεις του δημοσιογράφου της συνδρομητικής τηλεόρασης, την τρίτη, γιατί, δηλαδή, δεν χρησιμοποίησε τον Χρήστο Τζόλη στο ματς της Τούμπας με τον Ολυμπιακό, ο Γκαρσία απάντησε στα ισπανικά μεν, απευθείας δε.
Όπως και να έχει, η τριβή γεννά την εμπειρία. Από τις εξομολογήσεις παλαίμαχων παικτών, άλλωστε, οι οποίοι μόλις κρέμασαν τα παπούτσια τους αποφάσισαν να κάνουν ένα επάγγελμα που προσομοιάζει το ‘όπου γης και πατρίς’, ο πάγκος είναι μεγάλος ψυχοβγάλτης και σου τρώει το σαράκι, ειδικά αν σε νοιάζει πραγματικά για έναν οργανισμό, σε διάσταση που εκτείνεται πέραν του επαγγελματικού. Ο Γκαρσία ήταν ειλικρινής όταν, στην ερώτηση για τα παιδιά που ‘σκάνε’ από την ακαδημία –στο 3-0 επί του ΟΦΗ, που ήταν η πρώτη εκτός έδρας νίκη έπειτα από τρία διαδοχικά αρνητικά αποτελέσματα, έπαιξε ο Γιάννης Κωνσταντέλιας, ετών 17- είπε ότι αυτό που τον νοιάζει είναι να φτιάξει μία καλή ομάδα. Σε ό,τι αφορά αυτό το σκέλος, η κυριαρχία του ΠΑΟΚ στο Παγκρήτιο, απέναντι σε έναν αντίπαλο που αυτήν τη στιγμή περισσότερο μοιάζει με μέλημά του να μην κινδυνέψει, στρέφεται προς αυτήν την κατεύθυνση. Ο ΠΑΟΚ απειλήθηκε από ελάχιστα ως καθόλου ακόμα και όταν οι δύο ομάδες ήταν στα ίσια, αλλά η κατοχή, που μέχρι το 35′ ήταν υπέρ του ΟΦΗ, θα μπορούσε να υποδηλώνει το αντίθετο.
Ο Κρμέντσικ δεν είναι Σβιντέρσκι
Είναι, όμως, ζητούμενο για τον ΠΑΟΚ να μάθει να παίζει γρήγορα και να εκμεταλλεύεται τους ποδοσφαιριστές που απέκτησε για αυτόν το σκοπό. Και σε αυτό σημαντικό ρόλο, όπως αποτυπώθηκε χθες, παίζει ο Μίκαελ Κρμέντσικ.
Ο Τσέχος επιδεικνύει ευκολία στο ξεμαρκάρισμα και αμεσότητα στην εκτέλεση. Η παραδοχή του Γιώργου Σίμου, όταν ήταν εκνευρισμένος για τον τρόπο που η ανισορροπία στην αμυντική αλληλοκάλυψη άφηνε εκτεθειμένο τον Βαχίντ Σελίμοβιτς απέναντί του, δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της ασυνέπειας στην επικοινωνία, αλλά και της αέναης κίνησης του πολύ ενεργητικού 27χρονου επιθετικού, ο οποίος παίζει με τέτοια ταχύτητα που τα 191 εκατοστά που τον χωρίζουν από το έδαφος απλώς δεν του φαίνονται. Ο Τζόλης κέρδισε την αποβολή από τον Μπόι Βάτερμαν επειδή ο Κρμέντσικ έκανε την αριστερή πλευρά της επίθεσης του ΠΑΟΚ ‘αδύναμη’, τρέχοντας σε ένα χώρο μακριά από εκεί.
Συν τοις άλλοις, αυτό που τον διαχωρίζει από τον Κάρολ Σβιντέρσκι και πολύ γρήγορα, στην τρίτη συμμετοχή του, τον κάνει σημαντικό στο παιχνίδι, είναι ότι επειδή είναι πια κοινό γνώρισμα των επιθετικών να παίζουν ρόλο στην παραγωγή και την κυκλοφορία, η ταχύτητα δεν αλλοιώνεται όταν η μπάλα περνά από τα πόδια του. Το play γίνεται ένα κλικ πιο γρήγορα από ό,τι στην περίπτωση του Πολωνού και, βεβαίως, του Αντόνιο Τσόλακ, που δεν ήταν καν στην αποστολή, ο οποίος, ωστόσο, δεν αποκτήθηκε για να παίξει σε μια τέτοια ομάδα, αλλά ένα άλλο είδος ποδοσφαίρου, που θα στήριζε το πιο βαρύ παιχνίδι.
Όταν μπήκε, δε, ο Σβιντέρσκι στο ματς και παρά την προσπάθειά του να παίζει γρήγορα, φάνηκε ότι αυτός ο τρόπος δεν είναι μπολιασμένος και μια σειρά από αστοχίες, όπως ένα κοντρόλ που έφερε την μπάλα πσω του ή η έλλειψη αναγνώρισης της κίνησης, κατέστη φανερό ότι ο ΠΑΟΚ έχασε σε ταχύτητα στην κυκλοφορία. Αυτό σήμαινε ότι κρατούσε την μπάλα περισσότερο και, ταυτοχρόνως, ότι γινόταν πιο στάσιμος και με λιγότερη κίνηση.
Τα πράγματα φαίνεται ότι ξεκαθαρίζονται, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις συνήθειες στον αγωνιστικό χώρο. Ζητούμενο είναι η λιγότερη δυνατή κατοχή, αρκεί να είναι ποιοτική, κάτι που θα δείχνει την ταχύτητα και την ισορροπία στην επίθεση. Όλοι οι παίκτες μπορεί να είναι χρήσιμοι σε ειδικές συνθήκες και, φυσικά, ο Σβιντέρσκι, που είναι ένας ποδοσφαιριστής ο οποίος διάγει αξιοσημείωτη θητεία στη Θεσσαλονίκη, θα είναι σημαντικός σε τέτοιες καταστάσεις. Αλλά στην καθημερινότητα χάνει έδαφος, ειδικά αν αυτή η εικόνα του Τσέχου είναι η ταυτότητά του και όχι ένας ενθουσιασμός του πρώτου καιρού.
Ο Γκαρσία εγκατέστησε τους Αμρ Ουάρντα και Κρμέντσικ μετά το ματς με τον Βόλο και πρέπει μάλλον να σημειωθεί ότι τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την επιθετική διάταξη και ανάπτυξη, αυτός ο τρόπος είναι ένα ποδόσφαιρο που του αρέσει, που θεωρεί ότι μπορεί να αποδώσει και που ασφαλώς έχει τη γνώμη ότι απέχει να είναι τελειοποιημένο. Είναι μάλλον βέβαιο ότι οι δύο ποδοσφαιριστές, προσθήκες χειμερινές, θα ξεκινήσουν απέναντι στην ΑΕΚ, η άμυνα της οποίας, όπως συνέβη και στην περίπτωση του Ελ Αραμπί, θα αντιμετωπίσει πρόβλημα με τον Κρμέντσικ, έναν επιθετικό που είναι άμεσος και που δοκιμάζει να σουτάρει, με αποτέλεσμα να έχει τις 6 από τις 21 τελικές προσπάθειες του ΠΑΟΚ στην εστία και 12 συνολικά, σε παιχνίδια, μάλιστα, που δεν έχει βγάλει 90λεπτο και σε συνολικό χρόνο 190 λεπτών, κάτι που του δίνει, ως τώρα, μία ανά 63 λεπτά. Αν εξαιρεθούν τα 18 με τον Ατρόμητο, στα οποία δεν κατάφερε να απειλήσει, το κλάσμα είναι ακόμα μικρότερο.
Το διάστημα, βεβαίως, είναι λίγο για να εκπορευθούν συμπεράσματα, αλλά η έφεση είναι εκεί.