LONGREADS

Tα 8 βήματα της Ferguson’s formula που έγινε μάθημα Harvard

Το 2013 ολοκληρώθηκε η εποχή του προπονητή που έκανε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το πιο επιτυχημένο club. Την ίδια χρονιά έγινε case study στο Harvard και ο λόγος για σεμινάριο που παρακολουθούν κορυφαία ονόματα της showbiz, όπου ανήκει και ο αθλητισμός. Ποια είναι όμως, η Ferguson's formula;

Tα 8 βήματα της Ferguson’s formula που έγινε μάθημα Harvard
O Άλεξ Φέργκιουσον ευχαριστεί το λαό για την αποθέωση, μετά το 2-1 επί της Τότεναμ, το Μάιο του 1999. AP Photo/Adam Butler

Ο Ντάνι Άλβες εμφανίστηκε να φορά γραβάτα που έγραφε πάνω Harvard, μαζί με ανάλογη ζακέτα, παντελόνι και ό,τι άλλο άνηκε στο μενού του πανεπιστημίου -σε ένδυση. Παρεμπιπτόντως, εμφανίστηκε έτσι στις εγκαταστάσεις του κορυφαίου όλων των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων του πλανήτη –για τρίτη συνεχόμενη χρονιά-, γιατί είχε μάθημα. Είχε και συμμαθητή έναν που επίσης, ξέρεις πολύ καλά: τον Κακά.

“Ο Άλβες είναι τελείως τρελός και είναι υπερήφανος για αυτό. Έχει κοινό εκατομμυρίων followers στα social media και μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Όπως και ο Κακά, ο οποίος είναι πολύ έξυπνος σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις. Τον φαντάζομαι να είναι πρόεδρος ποδοσφαιρικού συλλόγου” δήλωσε στην Guardian η Anita Elberse (Ανίτα Έλμπερς). Ποια είναι η κυρία; Η καθηγήτρια των παιδιών.

Παρεμπιπτόντως, το παλαιότερο ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης των ΗΠΑ πήρε το όνομα του από τον Τζον Χάρβαρντ, κληρικό που είχε χαρίσει (το 1639) στο Ίδρυμα 400 βιβλία της προσωπικής του συλλογής και έγινε ο πρώτος ευεργέτης (του). Η διοίκηση επιχειρήσεων είναι ένα από τα ‘δυνατά’ του τμήματα. Εκεί λοιπόν, διδάσκει η Έλσμπεργκ -απόφοιτος του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ στην επιστήμη της επικοινωνίας, με επόμενα πτυχία από το University of Southern California και London Business School-, μια από τις μικρότερες σε ηλικία γυναίκες που πήραν θέση full time καθηγητή στην ιστορία του Harvard. Χρωστά πολλά στον Sir Άλεξ Φέργκιουσον.

Να σου πω κάποια: τις συνεργασίες της με τον Κακά, τον Ζεράρ Πικέ και τον Ντάνι Άλβες, μεταξύ πολλών άλλων που παρακολούθησαν τα μαθήματα της. Tι διδάσκει; Υπομονή (δηλαδή, κάνε εσύ λίγη υπομονή -όχι διδάσκει υπομονή).

O έξω κόσμος βλέπει αυτούς τους ανθρώπους και σκέφτεται ‘είσαι ποδοσφαιριστής. Αυτό είναι που κάνεις και αυτό πιθανότατα, θα συνεχίσεις να κάνεις’. Ε, λοιπόν όχι. Αυτό που έμαθα είναι ότι μπορούν να κάνουν πολλά περισσότερα από όσα τους έχουμε δει να κάνουν στο γήπεδο. Υπάρχουν τόσα μαθήματα που ‘χουν πάρει, ανταποκρινόμενοι σε συνθήκες υψηλής πίεσης, όντες μέλη μιας ομάδας (που είναι όλες οι επιχειρήσεις), συνεργαζόμενοι με σπουδαίους ηγέτες και πιθανόν με κάποιους κακούς. Αυτό που κάνουμε είναι να τους δείχνουμε πως στην πράξη ξέρουν πολλά περισσότερα για τις επιχειρήσεις, από όσα νομίζουν. Μπορεί να μη γνωρίζουν τα λειτουργικά, αλλά ξέρουν πολλά άλλα”.

Πώς ξεκίνησαν όλα

Κάποια στιγμή, το 2010 ζήτησε από τους μαθητές της να ερευνήσουν το αν οι εταιρίες που επιλέγουν έναν αθλητή για ‘πρόσωπο’ τους κερδίζουν κάτι από αυτό. Στο επίκεντρο είχε θέσει τη Μαρία Σαράποβα -μια από τις πρώτες αθλήτριες που ‘έβγαλε’ εκατομμύρια από συνεργασίες με brands, χωρίς απαραίτητα να ‘χει ανάλογες διακρίσεις στα courts. Μετά η ιστορία πήγε στον ΛεΜπρον Τζέιμς και το ένα έφερε το άλλο. Ποιο ήταν το ένα και ποιο το άλλο.

Το καλοκαίρι του 2012 την πήρε στο τηλέφωνο ο Sir Άλεξ Φέργκιουσον, ο οποίος ήταν στη φάση αναζήτησης του τι θα κάνει μετά το τέλος της καριέρας του ως προπονητή και δεδομένων όσων είχε μάθει, κατά τη διάρκεια αυτής. Οι δυο τους μοιράστηκαν ένα πρωινό στη Βοστώνη. “Τότε κατάλαβα ότι με περνά από οντισιόν” εξήγησε η Έλμπερς , “αυτό που ήθελε να δει είναι αν είμαι ο άνθρωπος που θα τον βοηθήσει να διηγηθεί την ιστορία του, επί της ηγετικής ικανότητας, που δημιούργησε στο ποδόσφαιρο”. Συμφώνησαν να συνεργαστούν και η Έλμπερς τον ακολούθησε για ένα χρόνο -τον τελευταίο της καριέρας του. Πήγε στις προπονήσεις, στο γήπεδο, στο σπίτι του, στις συναντήσεις με τους φίλους του, με τους αντίπαλους προπονητές μετά τους αγώνες.

Το case study που έφτιαξε η καθηγήτρια είχε ως ερώτημα “τι χρειάστηκε για να ‘τρέξει’ τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ”. Μαζί έγραψαν και άρθρο που δημοσιεύτηκε στο Harvard Business Review, τον Οκτώβρη του 2013. Ο τίτλος ήταν “Ferguson’s formula”. Αφορούσε οκτώ μαθήματα/κατηγορίες επί της ηγετικής ικανότητας που συνέθεσαν τη βάση της προσέγγισης του. Η Έλμπερς είχε προσθέσει πως “πολλές έχουν ευρύτερη εφαρμογή -από τις επιχειρήσεις έως τη ζωή”. Να τα δούμε.

1. Άρχισε από τη βάση

Με την άφιξη του στο Μάντσεστερ, το 1986 δημιούργησε μια δομή με μακρόπνοο πλάνο, εκμοντερνίζοντας τις ακαδημίες της ομάδας. Καθιέρωσε τα ‘δυο κέντρα αρίστευσης’ για φερέλπιδες παίκτες από 9 χρόνων. Βρήκε και προσέλαβε scouts, οι οποίοι ανέλαβαν την αποστολή να βρουν τα καλύτερα ταλέντα. Ένα από τα πρώτα ήταν ο Ντέιβιντ Μπέκαμ. Το πιο σημαντικό, ίσως, ο Ράιαν Γκιγκς είχε εντοπιστεί όταν ήταν ένα 13χρονο λιπόσαρκο παιδί. Οι Πολ Σκόουλς και Γκάρι Νέβιλ ήταν επίσης, μεταξύ των ανακαλύψεων του. Σχολιαστής της τηλεόρασης είχε πει ‘δεν μπορείς να κερδίσεις τα πάντα με παιδιά’. Ο Φέργκιουσον όμως, είχε σύστημα και εξήγησε τη διαφορά μεταξύ του ‘χτισίματος’ ομάδας -όπου επικεντρώνουν οι περισσότεροι προπονητές- και του ‘χτισίματος’ ενός συλλόγου.

O Άλεξ Φέργκιουσον αγκαλιά με το τρόπαιο του πρωταθλητή Ευρώπης, το Μάιο του 1999. Στις 12/6 του ίδιου χρόνου, έγινε Sir. AP Photo/Adam Butler

Το πρώτο πράγμα που σκέφτεται το 99% των προπονητών που μόλις έχουν αναλάβει μια θέση είναι να κάνουν ό,τι μπορούν για να νικήσουν, ώστε να επιβιώσουν. Όταν πήγα στη Γιουνάιτεντ, στο ρόστερ ήταν μόνο ένας παίκτης κάτω των 24. Από την πρώτη στιγμή, σκεφτόμουν μόνο ένα πράγμα: να ‘φτιάξω’ έναν ποδοσφαιρικό σύλλογο, από το μηδέν. Aυτό ήταν κάτι που έπρεπε να γίνει, για να δημιουργηθεί η ευχέρεια και η συνέχεια σε προώθηση παικτών στην πρώτη ομάδα. Οι παίκτες μεγάλωσαν μαζί, δημιούργησαν δεσμούς και πνεύμα. Μπορείτε να πείτε πως ήταν γενναίο. Η τύχη βέβαια, βοηθά τους γενναίους. Η δουλειά ενός προπονητή είναι ίδια με αυτή ενός δασκάλου: πρέπει να εμπνέει τα παιδιά να γίνουν καλύτερα, να τους δώσει καλύτερες τεχνικές, να τους κάνει νικητές, να τους κάνει καλύτερους ανθρώπους και ικανούς να πάνε οπουδήποτε στη ζωή”.

“Όταν δίνεις ευκαιρία σε νέους ανθρώπους, δεν δημιουργείς μόνο μεγαλύτερη διάρκεια για την ομάδα σου. Δημιουργείς πίστη. Πάντα θα θυμούνται ποιος τους έδωσε την ευκαιρία. Και θα δεχθούν τον τρόπο σου. Αυτό που κάνεις στην ουσία, είναι ότι δημιουργείς την αίσθηση οικογένειας. Όταν δίνεις προσοχή στους νέους και την ευκαιρία να επιτύχουν, είναι απίστευτο το πόσο μπορούν να σε εκπλήξουν”.

2. Τόλμησε να ανοικοδομήσεις την ομάδα σου

Ακόμα και στις εποχές των μεγάλων επιτυχιών, ο Φέργκιουσον δούλευε στην επόμενη μέρα. Δημιούργησε πέντε ξεχωριστές νικήτριες ομάδες, επί των ημερών του στο σύλλογο, οι οποίες κατακτούσαν διαρκώς τρόπαια. Οι αποφάσεις του είχαν ως στόχο την αίσθηση του πού βρισκόταν η ομάδα του, σε έναν κύκλο ανοικοδόμησης και την αίσθηση του κύκλου ζωής των παικτών -πόση αξία έφερνε ο καθένας στην ομάδα, ανά πάσα στιγμή. Η διαχείριση της εξέλιξης του ταλέντου αφορούσε και το ‘κόψιμο’ παικτών, συμπεριλαμβανομένων κάποιων πιστών βετεράνων με τους οποίους είχε ‘δεθεί’. “Ποτέ δεν κοιτά το παρόν. Πάντα κοιτά το μέλλον” είχε πει ο Γκιγκς, “το τι χρειάζεται να γίνει πιο δυνατό ή να ανανεωθεί. Έχει αυτό το πλεονέκτημα”.

Η ανάλυση που έγινε στην αξία των μεταγραφών, σε μια δεκαετία αποκάλυψε την αποτελεσματικότητα του Φέργκιουσον, ως ‘διαχειριστή χαρτοφυλακίου’ του ταλέντου. Ήταν στρατηγικός, λογικός και συστηματικός. Τη δεκαετία που η Γιουνάιτεντ πήρε πέντε φορές τον τίτλο στην Αγγλία, ο σύλλογος ξόδεψε λιγότερα σε μεταγραφές από τους Τσέλσι, Σίτι και Λίβερπουλ. Ένας από τους λόγους ήταν η διαρκής δέσμευση νέων παικτών -κάτω των 25. Επειδή δε, η Γιουνάιτεντ είχε την τακτική να ‘πουλάει’ παίκτες που είχαν καλά χρόνια καριέρας μπροστά τους, έδωσε στο σύλλογο περισσότερα χρήματα από κάθε άλλο ‘ανταγωνιστή’. Και έτσι συνεχιζόταν η επένδυση σε ταλέντα. Περιστασιακά έδινε χρήματα και για καθιερωμένους superstars, όπως τον 29χρονο Ρόμπιν φαν Πέρσι, το 2012 για 31.700.000 ευρώ. Στους νέους έδινε χώρο και συνθήκες για να επιτύχουν, οι μεγαλύτεροι πωλούνταν σε άλλες ομάδες ενώ είχαν ακόμα ‘αξία’ και λίγοι κορυφαίοι βετεράνοι έμεναν για να εγγυηθούν τη συνέχεια -της κουλτούρας του συλλόγου.

Oι Κιν, Ρονάλντο, Φέργκιουσον, Σκόουλς και Γκιγκς το Δεκέμβρη του 2003, από την ανακοίνωση χορηγίας 52.710.000 ευρώ. AP Photo/John D McHugh

 

Αναγνωρίσαμε τρία επίπεδα παικτών: αυτό των 30+, εκείνων μεταξύ των ηλικιών 23 και 30 και τους νεαρότερους. Η ιδέα ήταν πως οι νέοι παίκτες εξελίσσονταν, ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που είχαν θέσει οι μεγαλύτεροι. Πιστεύω πως ο κύκλος μιας επιτυχημένης ομάδας είναι στα 4 χρόνια. Μετά χρειάζονται αλλαγές. Οπότε προσπαθούσαμε να φανταστούμε την ομάδα έπειτα από 3-4 χρόνια και να πάρουμε σχετικές αποφάσεις. Επειδή ήμουν για χρόνια στην Γιουνάιτεντ, είχα αυτήν την πολυτέλεια. Ήμουν τυχερός υπ’ αυτήν την έννοια. Ο στόχος ήταν η σταδιακή εξέλιξη, η μετακίνηση μεγαλύτερων παικτών και ο ερχομός νέων. Αυτό αφορούσε δυο πράγματα: πρώτον το ποιος θα έλθει και το πού τον βλέπαμε έπειτα από τρία χρόνια και δεύτερον υπήρχαν ‘σημάδια’ πως οι υπάρχοντες παίκτες μεγάλωναν;

“Κάποιοι μπορούν να αντέξουν για χρόνια (Γκιγκς, Σκόουλς, Φέρντιναντ). Αλλά η ηλικία πάντα μετράει. Είναι το πιο δύσκολο πράγμα να αφήνεις κάποιον, που είναι εξαιρετικός, να φύγει. Όλες οι αποδείξεις όμως, είναι στο γήπεδο. Αν δεις αλλαγή, ‘πτώση’ πρέπει να αναρωτηθείς πώς θα είναι τα πράγματα σε δυο χρόνια”.

3. Να θέτεις υψηλά στάνταρ -και να κρατάς τους πάντες εκεί

Ο Φέργκιουσον μιλά με πάθος για τη θέληση του να ενσταλάξει αξίες στους παίκτες του. Περισσότερο από το να τους έδινε τεχνικές ικανότητες, ήθελε να τους εμπνεύσει να κοπιάσουν για να γίνουν καλύτεροι και να μην παραιτηθούν. Με άλλα λόγια, να τους κάνει νικητές. Η έντονη επιθυμία για νίκη προήλθε εν μέρει, από τις δικές του εμπειρίες όταν έπαιζε ποδόσφαιρο. Αφότου πέτυχε σε μικρά κλαμπ της Σκωτίας, υπέγραψε στη Ρέιντζερς -την ομάδα που υποστήριζε ως παιδί-, αλλά σύντομα έπεσε σε δυσμένεια από τον νέο προπονητή. Τρία χρόνια μετά έφυγε, έχοντας μόνο μια παρουσία σε τελικό κυπέλλου να δείξει. “Οι αντιξοότητες μου έδωσαν την αίσθηση της αποφασιστικότητας που διαμόρφωσαν τη ζωή μου. Τότε αποφάσισα πως δεν θα παραιτηθώ ποτέ”. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αντιμετώπιζε και τους παίκτες του. Προσέγγιζε αυτούς που χαρακτήριζε ως ‘bad losers’ και απαιτούσε να δουλέψουν σκληρά. Με τα χρόνια αυτό έγινε ‘κολλητικό’ και οι παίκτες πια, δεν δέχονταν από συμπαίκτη τους να μη δώσει τα πάντα. Οι μεγάλοι σταρ δεν ήταν εξαίρεση.

Κάναμε τα πάντα για να διατηρήσουμε τα στάνταρ που είχαμε θέσει, ως σύλλογος. Για παράδειγμα, δεν επιτρέπαμε ποτέ κακή προπόνηση. Αυτά που γίνονται εκεί δείχνουν τι θα γίνει στο ματς. Όλες οι προπονήσεις είχαν να κάνουν με την ποιότητα. Δεν επιτρέπαμε την έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης. Αφορούσαν την ένταση, την αυτοσυγκέντρωση, την ταχύτητα -το υψηλό επίπεδο απόδοσης. Αυτό, ελπίζουμε πως, έκανε τους παίκτες μας να βελτιώνονται κάθε μέρα. Έπρεπε να ‘ανεβάζω’ τις απαιτήσεις των παικτών. Δεν έπρεπε να παραδίνονται. Τους έλεγα πως αν το κάνουν μια φορά, θα το κάνουν και δεύτερη. Ο τρόπος δουλειάς και η ενέργεια που είχα είχε ‘μοιραστεί΄’ σε όλο το σύλλογο. Ήμουν ο πρώτος που πήγαινα το πρωί. Τα τελευταία χρόνια, πολλοί συνεργάτες μου πήγαιναν νωρίτερα, γιατί είχαν καταλάβει το concept: πως έπρεπε να γίνει η δουλειά.

“Πάντα έλεγα στις ομάδες μου πως το να δουλεύουν σκληρά σε όλη τους τη ζωή, είναι ταλέντο. Ήταν κάτι που περίμενα περισσότερο από τους σταρ. Τους έλεγα πως έπρεπε να δείχνουν γιατί είναι κορυφαίοι. Και το έκαναν. Το ‘εγώ’ των superstars δεν είναι όσο πρόβλημα πιστεύουν κάποιοι. Χρειάζονται να είναι νικητές, γιατί έτσι ‘τρέφουν’ το ‘εγώ’ τους. Οπότε κάνουν τα πάντα για να νικήσουν. Έβλεπα τον Κριστιάνο Ρονάλντο, τον Μπέκαμ, τον Γκιγκς, τον Σκόουλς και άλλους να δουλεύουν για ώρες. Τους κυνηγούσα να σταματήσουν. Αλλά δεν έφευγαν. Είχαν αντιληφθεί πως το να παίζεις για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν είναι εύκολη δουλειά”.

4. Ποτέ -των ποτών- δεν παραδίδεις αλλού τον έλεγχο

Δεν μπορείς να χάσεις τον έλεγχο, όταν έχεις να κάνεις με 30 κορυφαίους επαγγελματίες που είναι εκατομμυριούχοι. Αν κάποιοι θέλουν να προκαλέσουν την εξουσία και τον έλεγχο μου, τους διαχειρίζομαι άμεσα”. Όταν παίκτες παραβίαζαν τα στάνταρ του, έπαιρνε αμέσως τα μέτρα του. Αν έμπλεκαν, ‘έτρωγαν’ πρόστιμο. Αν έβγαιναν εκτός ορίων, με τρόπο που διακύβευε την απόδοση της ομάδας, τους έδιωχνε. Το 2005, όταν ο Ρόι Κιν, επί χρόνια αρχηγός άσκησε δημόσια κριτική στους συμπαίκτες του, ‘έσπασε’ το συμβόλαιο του. Τον επόμενο χρόνο, όταν ο πρώτος σκόρερ Ρουντ φαν Νιστελρόι εξέφρασε τη δυσαρέσκεια του γιατί καθόταν στον πάγκο, πουλήθηκε στη Ρεάλ Μαδρίτης.

Αν έλθει η μέρα που οι παίκτες θα κάνουν κουμάντο στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ -θα αποφασίζουν για το πώς θα είναι η προπόνηση, ποιες μέρες θα κάθονται, ποιες θα είναι οι ποινές για τα παραπτώματα και ποιες οι τακτικές- η Γιουνάιτεντ δεν θα είναι αυτή που ξέρουμε. Πριν έλθω είπα στον εαυτό μου πως δεν θα επιτρέψω σε κανέναν να είναι πιο δυνατός από εμένα. Ότι η προσωπικότητα μου θα ήταν μεγαλύτερη όλων. Αυτό ήταν ζωτικής σημασίας.

O Ρουντ φαν Νιστελρόι με τον Φέργκιουσον, σε προπόνηση τον Οκτώβρη του 2005. AP Photo/Jon Super

 

“Υπάρχουν φορές που αναρωτιέσαι αν κάποιοι παίκτες επηρεάζουν την ατμόσφαιρα στα αποδυτήρια, την απόδοση της ομάδας και αν ελέγχεις τους παίκτες και τους συνεργάτες σου. Αν υπάρχει πρόβλημα, το ‘τελειώνεις’ αμέσως, ανεξάρτητα από το αν αφορά τον καλύτερο παίκτη του πλανήτη. Γιατί να πάω για ύπνο, με αμφιβολίες;

“Είναι σημαντικό να πιστεύεις στον εαυτό σου, όταν παίρνεις μια απόφαση, όσο σκληρή και αν είναι. Δεν έχει να κάνει με το να αποδεικνύεις τη δύναμη σου, αλλά με το να διατηρείς τον έλεγχο, όταν προκύπτει ένα θέμα. Το μακροπρόθεσμο πλάνο του κλαμπ είναι πιο σημαντικό από κάθε άτομο και ο προπονητής πρέπει να είναι ο πιο σημαντικός σε έναν σύλλογο”.

5. Να ταιριάζεις το μήνυμα με τη σωστή στιγμή

Σε ό,τι αφορά την επικοινωνία με τους, ο Φέργκιουσον -μολονότι ήταν προπονητής με τη φήμη του σκληρού και του απαιτητικού- πρόσεχε τις λέξεις του. Όταν έπρεπε να πει σε κάποιον που ήταν βασικός, ότι θα μείνει στον πάγκο το έκανε σε κατ’ ιδίαν συζήτηση. “Δεν είναι εύκολο. Λέω ‘κοίτα, ίσως να κάνω λάθος, αλλά πιστεύω πως αυτή είναι η καλύτερη ομάδα για σήμερα”. Τους έδινα αυτοπεποίθηση, τους εξηγούσα πως το ζήτημα είχε να κάνει με τακτική και θύμιζα ότι έρχονται μεγαλύτερα ματς”. Στις τελευταίες προπονήσεις, πριν τους αγώνες, οι συνεργάτες του εστίαζαν στα θετικά. “Μπορείς πάντα να φωνάζεις και να ουρλιάζεις, αλλά δεν έχει αποτέλεσμα” λέει. Ο Άντι Κόουλ είχε προσθέσει πως “αν χάσεις και ο Sir πιστεύει ότι έχεις κάνει ό,τι καλύτερο, δεν υπάρχει πρόβλημα. Διαφορετικά, πρόσεχε τα αυτιά σου”.

“Σε κανέναν δεν αρέσει να τον κριτικάρεις. Λίγοι γίνονται καλύτεροι, μέσω αυτής της μεθόδου. Οι περισσότεροι απαντούν στην εμψύχωση. Οπότε προσπαθούσα να κάνω αυτό, όταν μπορούσα. Για κάθε παίκτη, για κάθε άνθρωποι δεν υπάρχει κάτι καλύτερο από το να ακούσει ένα ‘μπράβο’. Είναι η καλύτερη λέξη που ‘χει εφευρεθεί ποτέ. Την ίδια ώρα, στα αποδυτήρια πρέπει να εστιάζεις στα λάθη των παικτών που δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες. Τότε είναι σημαντική η επίπληξη. Την έκανα μετά το παιχνίδι. Δεν μπορούσα να περιμένω έως τη Δευτέρα. Την έκανα, τελείωνα και πηγαίναμε στο επόμενο ματς. Εννοώ, δεν έχει νόημα να κατακρίνεις για πάντα έναν παίκτη”.

Πριν τα παιχνίδια μιλούσε για τις προσδοκίες και την πίστη των παικτών, στον εαυτό τους. Την εμπιστοσύνη ανάμεσα τους. Έκανε αναφορές στην εργατική τάξη “από την οποία δεν προέρχονταν οι παίκτες, αλλά προέρχονταν οι πατέρες ή οι παπούδες τους. Το έβρισκα ενδιαφέρον να θυμίζω πόσο μακριά έχουν φτάσει. Ήθελα να βελτιώνω την υπερηφάνεια τους, να τους θυμίζω πως η εμπιστοσύνη μεταξύ τους, το να μην απογοητεύουν τους συμπαίκτες τους, βοηθούσε στο να ‘χτίσουν’ το χαρακτήρα της ομάδας”.

Στα ημίχρονα είχε οκτώ λεπτά να δώσει ένα μήνυμα. “Όλα είναι εύκολα όταν νικάς. Μιλάς για την αυτοσυγκέντρωση, τα μικρά πράγματα. Όταν χάνεις, πρέπει να βρεις κάτι να πεις που να επηρεάσει. Μου άρεσε να επικεντρώνω στη δική μου ομάδα, τις δικές μας δυνάμεις. Έπρεπε να το κάνω σωστά, αλλιώς θα τους ‘έχανα’ όλους”.

“Όσο μεγάλωνα, καταλάβαινα πως το να δείχνεις το θυμό σου όλη την ώρα, δεν έχει αποτέλεσμα. Πρέπει να διαλέξεις στιγμές. Ως προπονητής παίζεις διαφορετικούς ρόλους, σε διαφορετικές στιγμές. Κάποιες φορές πρέπει να είσαι γιατρός ή δάσκαλος ή πατέρας. Δεν μπορείς να είσαι πολύ σκληρός, γιατί οι παίκτες δεν γίνεται να φοβούνται πάντα -έτσι δεν θα αποδίδουν”.

6. Προετοιμάσου για να νικήσεις

Οι ομάδες του Φέργκιουσον είχαν τη ‘συνήθεια’ να εξασφαλίσουν νίκες, στο τέλος των αγώνων. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε πως σε περισσότερες από 10 σεζόν, η Γιουνάιτεντ είχε το καλύτερο ρεκόρ -συγκριτικά με όλες τις ομάδες της Αγγλίας-, όταν τα ματς ήταν ισόπαλα στο ημίχρονο ή στα 15′ πριν το τέλος. Τα όσα έλεγε ο προπονητής στο ημίχρονο και οι σωστές τακτικές αλλαγές έπαιξαν το ρόλο τους. Αυτά όμως, δεν λένε όλη την ιστορία.

Όταν μια ομάδα είναι πίσω στο σκορ, συνήθως ο προπονητής ‘διατάζει’ την κίνηση προς τα εμπρός, την επίθεση. Ο Φέργκιουσον είχε άλλο σύστημα: έβαζε τους παίκτες του να προπονούνται συχνά στο πώς πρέπει να παίξουν, αν χρειάζονται ένα γκολ στα 10, τα πέντε ή τα τρία τελευταία λεπτά. Επικεντρώθηκε στην επανάληψη των ικανοτήτων και των τακτικών. “Κάποιες φορές οι παίκτες σκέφτονταν ‘άντε πάλι’, όταν έκαναν τα ίδια και τα ίδια. Έχει αποδειχθεί ωστόσο, πως οι νικήτριες ομάδες στηρίζονται στις συνήθειες τους. Στον αυτοματισμό. Το μήνυμα ήταν απλό: δεν μπορούμε να είμαστε ακίνητοι, σε αυτόν το σύλλογο. Το να νικώ είναι η φύση μου. Έθεσα τα στάνταρ σε μια μακρά χρονική περίοδο, κατά την οποία δεν υπήρχε άλλη επιλογή από το ‘πρέπει’ της νίκης. Περίμενα να νικήσουμε, κάθε φορά που ‘βγαίναμε’ στο γήπεδο. Ακόμα και αν οι πέντε πιο σημαντικοί παίκτες μας ήταν τραυματίες“.

“Είμαι τζογαδόρος. Ρισκάρω. Αυτό μπορείτε να το δείτε στο πώς παίζαμε στα τελειώματα των αγώνων. Αν ήμασταν πίσω στο σκορ, στο ημίχρονο, το μήνυμα ήταν ‘μην πανικοβάλεστε. Συγκεντρωθείτε στο πώς θα κάνετε τη δουλειά σας’. Αν παραμέναμε πίσω, στα 15′ για το τέλος, έπαιρνα περισσότερα ρίσκα. Δεν είχα πρόβλημα να χάσουμε 1-3, αν αυτό σήμαινε πως θα δίναμε στους εαυτούς μας την ευκαιρία για ισοπαλία ή νίκη. Έβαζα εξτρά επιθετικό και νοιαζόμουν λιγότερο για την άμυνα. Αν νικούσαμε, το συναίσθημα ήταν εκπληκτικό. Αν χάναμε… θα χάναμε ούτως ή άλλως, οπότε…”.

Το να είμαστε αισιόδοξοι και περιπετειώδεις, όπως και το να παίρνουμε ρίσκα ήταν το στιλ μας. Παίζαμε για να νικήσουμε, κάτι που καταλάβαιναν οι φίλαθλοι μας και μας στήριζαν. Ήταν πολύ όμορφο το να μας βλέπεις, τα τελευταία 15 λεπτά. Ένας βομβαρδισμός μέσα στην περιοχή, κορμιά παντού, παίκτες να δίνουν πραγματική μάχη. Φυσικά, μπορούσαμε να χάσουμε στην αντεπίθεση. Αλλά το αίσθημα της νίκης, όταν νομίζεις πως έχεις χάσει, είναι φανταστικό. Οι ομάδες μου είχαν αντίσταση. Δεν παραδίνονταν. Οπότε δεν αγχώθηκα ποτέ για το αν θα λάβουν το μήνυμα”.

7. Να στηρίζεσαι στη δύναμη της παρακολούθησης

Η καριέρα του, ως προπονητή άρχισε στο σύλλογο East Stirlingshire της Σκωτίας, το 1974, όταν ήταν 32. Δεν ήταν πολύ μεγαλύτερος από τους παίκτες του. Μετά πήγε στη St. Mirren, την Aberdeen και έπειτα στην Γιουνάιτεντ, όπου όσο περνούσαν τα χρόνια έδινε περισσότερο τις προπονήσεις στους συνεργάτες του. Εκείνος ήταν πάντα παρών και παρακολουθούσε. Η αλλαγή του από προπονητή σε παρατηρητή του επέτρεψε να εκτιμήσει καλύτερα τους παίκτες. “Ως προπονητής στο γήπεδο, δεν βλέπεις τα πάντα. Ως παρατηρητής μπορείς να εντοπίσεις αλλαγές σε επίπεδα ενέργειας, δουλειάς και αλλαγές στις συνήθειες μας. Το κλειδί είναι να αναθέσεις την άμεση επιστασία σε άλλους, να τους εμπιστευτείς πως θα κάνουν τη δουλειά τους και να επιτρέψεις στον εαυτό σου να παρατηρήσει πραγματικά, τι γίνεται.

O Tζο Φάγκαν με το βραβείο του 'καλύτερου προπονητή της χρονιάς' για το 1984. Δίπλα στον αείμνηστο κόουτς της Λίβερπουλ είναι ο Φρανσέσκο Μορίνι, της Γιουβέντους, ο οποίος αναδείχθηκε δεύτερος καλύτερος. Τρίτος ήταν ο Φέργκιουσον της Αμπερντίν. AP Photo/William Stevens

 

Η παρακολούθηση είναι το τελευταίο μέρος της δομής μου, ως προπονητή. Όταν άρχισα τη δουλειά, στηρίχθηκα σε συγκεκριμένα βασικά πράγματα: ότι θα μπορούσα να παίξω καλά το παιχνίδι, πως καταλάβαινα τις τεχνικές ικανότητες που χρειάζονταν για την επιτυχία σε υψηλό επίπεδο, ότι μπορούσα να κοουτσάρω τους παίκτες και είχα την ικανότητα να παίρνω αποφάσεις. Ένα απόγευμα στο Αμπερντίν, ενώ μιλούσα με έναν συνεργάτη μου, μου είπε ‘δεν ξέρω γιατί με έφερες εδώ. Δεν κάνω τίποτα. Δουλεύω με τους εφήβους και σε βοηθώ στις προπονήσεις και την επιλογή των ενδεκάδων’. Κατέληξε στο ότι θα είχα να ωφεληθώ, αν δεν ήμουν αυτός που έκανε τις προπονήσεις. Του υποσχέθηκα να δοκιμάσω. Ήξερα πως είχε δίκιο. Του ανέθεσα την προπόνηση και ήταν ό,τι καλύτερο έχω κάνει ποτέ. Δεν έχασα τον έλεγχο. Όταν βγήκα από τη ‘φούσκα’, αντιλήφθηκα καλύτερα όλες τις μικρές λεπτομέρειες και η απόδοση μου εκτοξεύθηκε”.

“Το να βλέπω μια συνήθεια ενός παίκτη ή μια μικρή πτώση στον ενθουσιασμό του, με έκανε να αναρωτηθώ αν είχε πρόβλημα με την οικογένεια ή με τα λεφτά ή αν ήταν κουρασμένος. Μπορούσα να δω αν κάποιος έχει πρόβλημα τραυματισμού. Έχω την αίσθηση ότι δεν καταλαβαίνουν πολλοί την αξία της παρακολούθησης. Είναι η ικανότητα να δεις πράγματα που δεν περίμενες να δεις. Και είναι κλειδί”.

8. Μη σταματήσεις ποτέ να προσαρμόζεσαι

Στο 1/4 του αιώνα που πέρασε ο Φέργκιουσον στη Γιουνάιτεντ, ο κόσμος του ποδοσφαίρου άλλαξε άρδην, οικονομικά και επιστημονικά. Η ανταπόκριση στην αλλαγή δεν είναι ποτέ εύκολη. Ίσως να είναι ακόμα πιο δύσκολη, όταν είσαι διαρκώς σε κορυφαίο επίπεδο. Η διάθεση του Φέργκιουσον να αλλάξει υπήρχε παντού. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 έγινε ο πρώτος προπονητής που έφτιαξε ομάδες με μεγάλο αριθμό νέων παικτών, κάτι που μετά έγινε συνήθεια για τους κορυφαίους συλλόγους της Premier League. Ήταν ο πρώτος που άφησε τέσσερις κορυφαίους σέντερ φορ να περάσουν μια σεζόν, διεκδικώντας δυο θέσεις στο ρόστερ (και αυτός προσδιορίστηκε ως ο λόγος της επιτυχίας, το 1999 του treble). Εκτός γηπέδου, πρόσθεσε στους συνεργάτες του ειδικό sport scientist για να βοηθά τους προπονητές, ακολούθησε τις επιταγές τους για εγκατάσταση ειδικού θαλάμου βιταμίνης D στα αποδυτήρια -για να καλύψει το ‘κενό’ του ήλιου της πόλης-, ενέκρινε τα γιλέκα μέτρησης των πάντων, με GPS, προσέλαβε οφθαλμίατρο για τους παίκτες του και δάσκαλο yoga, ενώ ήταν αυτός που επέβαλε τη δημιουργία ιατρικού κέντρου, τελευταίας τεχνολογίας, στις εγκαταστάσεις του συλλόγου -ώστε να γίνονται τα πάντα εκεί και να αποφεύγονται τα αδιάκριτα βλέμματα, μαζί με τις διαρροές πληροφοριών για την αποθεραπεία του παίκτη.

“Όταν ξεκίνησα, δεν υπήρχαν καν ατζέντηδες και τα media δεν έκαναν σταρ του σινεμά τους παίκτες, αναζητώντας διαρκώς νέες ιστορίες για αυτούς. Έκτοτε πολλά βελτιώθηκαν και η αθλητική επιστήμη επηρεάζει πια τα πάντα. Το πιο σημαντικό είναι να μην τελματώνεις. Είχα πει στον Ντέιβιντ Γκιλ πριν χρόνια ‘ο μόνος τρόπος για να κρατήσουμε τους παίκτες στη Γιουνάιτεντ είναι να έχουμε το καλύτερο στάδιο της Ευρώπης’. Και έτσι αποκτήσαμε το ιατρικό κέντρο. Δεν μπορούμε να μένουμε άπραγοι”.

“Ένα από αυτά που έκανα όλα τα χρόνια, ήταν να διαχειριστώ την αλλαγή. Πιστεύω ότι ελέγχεις την αλλαγή, όταν τη δέχεσαι. Τη στιγμή που προσλαμβάνεις συνεργάτες, πρέπει να τους εμπιστευτείς πως θα κάνουν τη δουλειά τους. Αν αρχίσεις το μικρομάνατζμεντ, δεν έχει νόημα η πρόσληψη”.

Πώς όμως, έκανε η Έλμπερς μαθητές τους Κακά και Άλβες;

Με αφορμή αυτό δημιούργησε ένα ειδικό μάθημα, για μεταπτυχιακούς φοιτητές, στο entertainment, τα media και τα σπορ -‘δημιουργικές βιομηχανίες’. Δίνει ως θέματα προς μελέτη την Boca Juniors και την FC Barcelona, την Beyonce, τη Lady Gaga και φυσικά, τους ΛεΜπρον Τζέιμς και Μαρία Σαράποβα, μαζί με το NFL, το MLB, την Marvel Enterprises, την πλατφόρμα Hulu και την Metropolitan Opera. Δηλαδή, δίνει επιτυχημένα ‘μοντέλα’ επιχειρηματικής λειτουργίας. Παρουσιάζει την ιστορία και μετά καλωσορίζει τις ερωτήσεις και τη συζήτηση. Στην περίπτωση του ΛεΜπρον το θέμα ήταν “τι προσπαθεί να ‘χτίσει’ στο Χόλιγουντ;”.

Χρόνο με το χρόνο αυξάνονταν αυτοί που ήθελαν να παρακολουθήσουν το μάθημα και δεν ήταν φοιτητές -από διάφορους τομείς των επιχειρήσεων. Τον Ιούνιο του 2013 δημιούργησε το τετραήμερο ειδικό πρόγραμμα Business of Entertainment, Media and Sport, ειδικά για αυτούς. Κοστίζει 8.930 ευρώ και ο πρώτος ποδοσφαιριστής που έγινε ‘μαθητής’ της Έλμπερς ήταν ο Πικέ, ο οποίος ανήκει στους ιδιοκτήτες εταιρίας που έχει αναλάβει την ανασύσταση του τένις. Ακολούθησε ο Κακά, μετά ο Άλβες, ο Σαχίν, ο Έντουιν φαν ντερ Σαρ, ο Όλιβερ Καν κλπ, κλπ. Από NBAers, οι Κρις Πολ, Ντουέιν Ουέιντ, Πάου Γκασόλ. Κέβιν Λοβ και Κρις Μπος έζησαν τη ζωή των φοιτητών στο Harvard -έστω για τέσσερις μέρες-, ενώ είχαν δίπλα τους ηθοποιούς του Χόλιγουντ και πολυβραβευμένους τραγουδιστές. Όλοι έφυγαν πιο ‘πλούσιοι’ σε γνώση επί του πώς λειτουργεί ο χώρος της διασκέδασης, γενικά, αλλά και τους τρόπους που ανακαλύπτεις πώς μπορείς να μπεις σε αυτόν.

(μια φωτογραφία 21 τίτλοι εθνικών λιγκών, έξι Champions League, τρία Europa League και ένα Παγκόσμιο Κύπελλο -συν αμέτρητες ατομικές διακρίσεις και κύπελλα -κατά το ESPN).

Την τελευταία ημέρα των μαθημάτων καλεί κάποιους από τους πιο γνωστούς ‘μαθητές’ στο πάνελ, για να δεχθούν ερωτήσεις. Αυτό που λατρεύει είναι η ειλικρίνεια στις απαντήσεις του. “Ο Κακά μίλησε για την εποχή που πήγε από τη Μίλαν στη Ρεάλ Μαδρίτης, εξηγώντας πως ήταν η μεγαλύτερη αποτυχία του πλανήτη. Ήταν ο καλύτερος παίκτης της χρονιάς, το συμβόλαιο ήταν επίσης ρεκόρ, αλλά τα πράγματα δεν ‘δούλεψαν’. Μίλησε για το τι κάνει αυτό σε έναν άνθρωπο και πώς συνέρχεσαι. Ήταν μια πολύ ‘δυνατή’ ομιλία”. Αντιστοίχως, ο Καν εστίασε στο 2002, όταν πήρε τη χρυσή μπάλα και το χρυσό γάντι του World Cup και το 2006, στο Παγκόσμιο της πατρίδας του της Γερμανίας, ήταν εκτός. “Αναφέρθηκε στο πώς έπρεπε να στηρίξει τον Γενς Λέμαν, για να γίνει ο Νο1 τερματοφύλακας του κόσμου και τι έπρεπε να πει στον εαυτό του”.

Παρεμπιπτόντως, για το νέο εξάμηνο της… κανονικής της δουλειάς θα ‘χει ως θέμα το ‘ο ερχομός του ισπανικού ποδοσφαίρου στις ΗΠΑ’. Δηλαδή, πιθανά παιχνίδια ‘κάποιων εκ των καλύτερων ομάδων του κόσμου εκτός της Ισπανίας’.

Ποιες μεταγραφές θα κάνουν ΠΑΟΚ, Ολυμπιακός, ΑΕΚ, Παναθηναϊκός; Το νέο Pod-όσφαιρο έχει τις απαντήσεις!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ