LONGREADS

Ρεάλ – Μπάρτσα 2011, τελικά έμεινα απ’ έξω!

Με αφορμή τον αποψινό τελικό του ισπανικού Κυπέλλου, ο Θανάσης Κρεκούκιας θυμάται τον αντίστοιχο του 2011. Τα ναυπηγεία, ο Λοθ, το μοναδικό εισιτήριο, το κέρμα της κρίσης, το ματς, τα εννιά γκολ του Μεγάλου Σαββάτου, τα "no" του Μουρίνιο και το Πάσχα στο Πουέρτο δε Σαγούντο!

Ρεάλ – Μπάρτσα 2011, τελικά έμεινα απ’ έξω!

Για να ξεκινήσουμε, να σας πω ότι “μεταφερόμαστε” στον Απρίλιο του 2011. Βρισκόμαστε δηλαδή στη σεζόν 2010/11 και πιο συγκεκριμένα στην τελική της ευθεία. Αφήνουμε την Ελλάδα και πάμε στην Ισπανία, όπου η συγκυρία είχε φτιάξει κάτι πραγματικά μοναδικό: ούτε ένα, ούτε δυο, ούτε τρία, αλλά τέσσερα συνεχόμενα clásicos μέσα σε 18 ημέρες, κάτι πρωτόγνωρο για τους δυο “αιώνιους” και την ιστορία των αναμετρήσεών τους. Το “πανηγύρι” θα ξεκινούσε στις 16 Απριλίου με το ματς του πρωταθλήματος στη Μαδρίτη, θα συνεχιζόταν με τον τελικό του Κυπέλλου στις 20 του μήνα στη Βαλένθια και θα ολοκληρωνόταν με τους δυο ημιτελικούς του Champions League, πρώτα στο “Μπερναμπέου” (27/4) και κατόπιν στο “Καμπ Νόου” (3/5).

Το Sport24 με είχε στείλει αποστολή για να καλύψω τα πρώτα δυο από αυτά τα clásicos, ενώ στη συνέχεια ταξίδεψα και πάλι για να παρακολουθήσω τον δεύτερο ημιτελικό του ChL. Σήμερα όμως, με αφορμή τον αποψινό τελικό του ισπανικού Κυπέλλου ανάμεσα στη Μπαρτσελόνα και τη Βαλένθια (25/5, 23.00 ώρα Ελλάδας), θα επικεντρωθούμε στον αντίστοιχο τελικό του 2011, που διεξήχθη στο “Μεστάγια”. Θα σας διηγηθώ τα του ματς, μαζί φυσικά με όλα τα ευτράπελα που μου συνέβησαν, με αποκορύφωμα εκείνο το κέρμα που με άφησε εκτός γηπέδου. Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Πριν ξεκινήσουμε, να σας θυμίσω ότι βρισκόμαστε στην πρώτη σεζόν του Μουρίνιο στον πάγκο της Ρεάλ και στον πρώτο γύρο του πρωταθλήματος, στο παρθενικό clásico του Πορτογάλου, οι “μπλαουγκράνα” είχαν φιλοδωρήσει τους “μερένγκες” με μια εντυπωσιακή “manita” (5-0).

Βίντεο: Δυο μικροί θεούληδες που συνάντησα στη Μαδρίτη, στον σιδηροδρομικό σταθμό της Ατότσα, στον δρόμο για τη Βαλένθια! Hala Madrid!

Ο Special One λοιπόν, έχοντας στο μυαλό του το κάζο του Νοεμβρίου, παρέταξε στο παιχνίδι της Λίγκας (το πρώτο από τα τέσσερα clásicos) με σαφείς αμυντικούς προσανατολισμούς την ομάδα του, η οποία έτσι κι αλλιώς, βρισκόταν στην τέταρτη θέση του πίνακα, 15 ολόκληρους βαθμούς πίσω από την πρωτοπόρο Μπαρτσελόνα και τελείως εκτός διεκδίκησης του τίτλου. Το ματς έληξε 1-1 με δυο πέναλτι, πρώτα του Μέσι και μετά του Κριστιάνο, ενώ ήταν φανερό ότι οι παίκτες και των δυο ομάδων είχαν τον νου τους στον τελικό του Κυπέλλου, που ακολουθούσε τέσσερις ημέρες αργότερα. Η Pep Team συνέχιζε να κυριαρχεί εντός και εκτός συνόρων και η Ρεάλ ήξερε ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ήταν “υποχρεωμένη” να φτάσει στην κατάκτηση κάποιου τροπαίου. Οι αποστολές ταξίδεψαν στη Βαλένθια και το ίδιο έκανε και ο υπογράφων, το πρωί της παραμονής του αγώνα.

Με το τραίνο υψηλής ταχύτητας, το περίφημο AVE, έκανα τη διαδρομή σε μια ώρα και 45 λεπτά, βλέποντας για πρώτη φορά στη ζωή μου το κοντέρ να γράφει 300 χλμ την ώρα! Με το που έφτασα στον προορισμό μου, ξεκίνησαν τα προβλήματα. Πηγαίνοντας στην πιάτσα των ταξί και δίνοντας τη διεύθυνση του ξενοδοχείου στο οποίο θα διέμενα, συνειδητοποίησα – σχεδόν με τρόμο – ότι αυτό δεν βρισκόταν μέσα στη Βαλένθια, αλλά 30 ολόκληρα χιλιόμετρα βόρεια αυτής, στο Πουέρτο δε Σαγούντο, μια βιομηχανική πόλη 50.000 κατοίκων, η οποία ήταν γνωστή για τα ναυπηγεία της! Το τρις χειρότερο ήταν ότι περίμενα αργότερα, μέσα στην ημέρα, τον φίλο και συνάδελφο Αλέξανδρο Λοθάνο, ο οποίος θα ερχόταν από την Ελλάδα για να καλύψει και εκείνος τον τελικό.

Βίντεο: Ο ύμνος της Μπαρτσελόνα παιγμένος από αυτοσχέδια ορχήστρα στη Βαλένθια, την ημέρα του τελικού! Visca Barca!

Πώς να του πω του ανθρώπου ότι είχα κάνει τέτοια πατάτα και ότι αμφότεροι θα ήμασταν υποχρεωμένοι να διανύουμε όλη αυτή την απόσταση για να πηγαινοερχόμαστε από τη Βαλένθια στην εξορία του Σαγούντο; Ευτυχώς ο Λοθ είναι γνωστός για την παροιμιώδη ευγένειά του και την ανεκτικότητα γενικότερα σε “extreme” καταστάσεις και γλύτωσα τη γκρίνια. Και το θέμα του ξενοδοχείου μπορεί να ξεπεράστηκε, εκείνο όμως που αποδείχτηκε αξεπέραστο εμπόδιο, ήταν η είσοδός μας στο “Μεστάγια”. Εξηγούμαι. Για διαπιστεύσεις φυσικά, ούτε λόγος. Σε τελικό ισπανικού Κυπέλλου, το να πεις στην ισπανική ομοσπονδία, είμαι ελληνικό σάιτ και θέλω να μπω στα δημοσιογραφικά, ισοδυναμούσε με ανέκδοτο επικών διαστάσεων. Είχα εξαντλήσει όλες τις γνωριμίες μου στην Ισπανία, δεν είχα βρει απολύτως τίποτα και σχεδόν το είχα πάρει απόφαση ότι… τελικός γιόκ!

Όσο βρισκόμουν στη Μαδρίτη για το πρώτο από τα τέσσερα clásicos, μου ήρθε μια φαεινή ιδέα. Τηλεφώνησα στον Κάρλος Αγκιλάρ, τον έναν από τους τρεις μάνατζερ του Μοϊσές Ουρτάδο (είχαμε γνωριστεί από την προηγούμενη χρονιά, όταν ο Μόι είχε έρθει στην Ελλάδα και τον Ολυμπιακό), του εξήγησα την κατάσταση και τον ρώτησα αν μπορούσε να βοηθήσει. Μου είπε ότι θα το κοίταζε και πράγματι, λίγες ώρες αργότερα, με πήρε και μου ανακοίνωσε ότι ένας γνωστός του είχε δυο εισιτήρια, αλλά τελικά δεν θα ταξίδευε στη Βαλένθια και αν ήθελα, μπορούσα να τα πάρω. Συμπλήρωσε βέβαια ότι η τιμή ήταν αρκετά “αλμυρή” (180 ευρώ έκαστο), αλλά εκείνη τη στιγμή, μέσα στην απελπισία, το τηλεφώνημά του ήταν χάδι στα αυτιά μου. Τα θέλω, του είπα, θα τα έχεις, μου απάντησε και μου είπε ότι θα με ενημέρωνε πώς θα μου τα έστελνε.

Ο υπογράφων έξω από το “Μεστάγια” την ημέρα του τελικού (20/4/2011)

Έτσι λοιπόν, μετά τις ευχάριστες εξελίξεις, επιστρέφουμε στο Πουέρτο δε Σαγούντο και το ξενοδοχείο. Μεσημεράκι, είχα καθίσει στο μπαλκονάκι, δίπλα στην είσοδο και περίμενα την άφιξη του Λοθ. Πράγματι, εμφανίστηκε μετά από λίγο, με τρολάρισε, είναι η αλήθεια, για την μαγική μου επιλογή στην τοποθεσία της διαμονής μας, απολαύσαμε μια υπέροχη Cruzcampo (ισπανική μπύρα) και αποσυρθήκαμε στο δωμάτιο για ξεκούραση. Το βραδάκι, φρέσκοι και πανέτοιμοι, πήραμε ένα ταξί (το τοπικό τραίνο ήταν απελπιστικά αργό και για μια απόσταση 30 χλμ, έκανε σχεδόν μια ώρα, αφού σταματούσε σε όλα τα ενδιάμεσα χωριά, κάνοντας μάλιστα και ένα ημικύκλιο λίγο πριν φτάσει στη Βαλένθια), γίναμε κολλητοί με τον οδηγό (Λιθουανός παρακαλώ!), τον οποίο πήραμε εργολαβία για όλες μας τις μετακινήσεις και φτάσαμε στη Βαλένθια, όπου κάναμε μια βόλτα, φάγαμε – τι άλλο; – παέγια και επιστρέψαμε με τον δικό μας στο εξωτικό Πουέρτο δε Σαγούντο.

Χαζέψαμε για ώρες ισπανική τηλεόραση – το κάνουμε αμφότεροι κάθε φορά που βρισκόμαστε στην Ισπανία – και την πέσαμε για ύπνο, αφού μας περίμενε μια γεμάτη ημέρα. Την επομένη, 20 Απριλίου, ξυπνήσαμε νωρίς, κατεβήκαμε στο ισόγειο για πρωινό και εκεί ήταν που χτύπησε το κινητό μου. Ήταν ο Κάρλος, ο οποίος ήθελε να μου πει ότι δυστυχώς ο γνωστός του, του είχε δώσει μόνο το ένα από τα δυο εισιτήρια και πως μέσα στην επόμενη ώρα θα έφτανε στη ρεσεψιόν με κούριερ. Κοιταχτήκαμε με τον Λοθ εξεταστικά, σαν να ήμασταν έτοιμοι να τραβήξουμε πιστόλια σε μονομαχία του Φαρ Ουέστ. Όχι, εντάξει, πλάκα κάνω, όμως με κάποιο τρόπο έπρεπε να λυθεί το καινούργιο πρόβλημα που είχε προκύψει. Και τη λύση έδωσε ένα νόμισμα του ενός ευρώ, με το οποίο παίξαμε το μοναδικό μας εισιτήριο “κορώνα-γράμματα”.

Το μαγικό χαρτάκι που κατέληξε στον Αλέξανδρο μετά τη ρίψη του νομίσματος!

Νικητής αναδείχθηκε ο Αλέξανδρος και για να είμαι ειλικρινής, το χάρηκα, αφού ήδη είχα τύψεις που τον είχα κουβαλήσει στου διαόλου τη μάνα, αντί για τη Βαλένθια. Αφού ξεκαθαρίσαμε και τα του εισιτηρίου, αποφασίσαμε να φωνάξουμε τον Λιθουανό οδηγό μας, για να μας πάει στην πρωτεύουσα του Λεβάντε, όπου ήδη είχαν στηθεί οι Fan-Zone και θέλαμε να ζήσουμε από κοντά αυτή τη γιορτή του ποδοσφαίρου. Πράγματι, διανύσαμε για μια φορά ακόμη τα 30 χλμ και στη συνέχεια βολτάραμε στο κέντρο της πόλης. Οι φίλαθλοι και των δυο ομάδων είχαν κατακλύσει τους δρόμους, φωνάζοντας συνθήματα, τραγουδώντας, πίνοντας και δημιουργώντας μια φανταστική ατμόσφαιρα. Φυσικά πουθενά δεν συναντήσαμε το παραμικρό πρόβλημα, η παρουσία της αστυνομίας ήταν διακριτική, όμως όποτε διασταυρώνονταν στο δρόμο παρέες με διαφορετικά κασκόλ, είχαμε καζούρα των μεν στους δε, γέλια, χαβαλέ, αλλά μέχρι εκεί.

Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε στις Fan-Zone. Δυο τεράστιες εκτάσεις με περίπτερα, μπουτίκ, συναυλίες, χώρους αναψυχής, μπαρ, εστιατόρια, φιλοξένησαν τους χιλιάδες φίλους της κάθε ομάδας και τους πρόσφεραν πολύωρη διασκέδαση πριν τον τελικό. Αυτοσχέδιες ορχήστρες, καραμούζες, καπνογόνα, σημαίες, κασκόλ, χρώματα, ενθουσιασμός, κέφι, φιέστα. Σε μια πιτσαρία που καθίσαμε να φάμε, στο διπλανό τραπέζι βρισκόταν μια παρέα από καμιά δεκαριά “μαδριδίστας”, αγόρια και κορίτσια. Κάθε φορά που περνούσε οποιοσδήποτε με φανέλα ή σημαία της Μπαρτσελόνα, χτυπούσαν τα πόδια τους ρυθμικά στο δάπεδο και φώναζαν όλοι μαζί “Μπάρσα, Μπάρσα, μιέρδα”. Ούτε ένας δεν παρεξηγήθηκε, όλοι σχεδόν απάντησαν με χιούμορ, κανείς δε σκέφτηκε να ζητήσει το λόγο. Μέχρι και ένας γλυκύτατος σκυλάκος πέρασε από δίπλα μας, με “μπλαουγκράνα” φουλάρι στο λαιμό του!

Ο “μπλαουγκράνα” σκυλάκος στη Βαλένθια, την ημέρα του τελικού.

Περάσαμε αρκετές ώρες στο κέντρο της Βαλένθιας και πήραμε γεύση από όσα συνέβαιναν πριν τον μεγάλο τελικό, γυρίσαμε στο Σαγούντο με τον Λιθουανό άρχοντα και δώσαμε ραντεβού μαζί του το ίδιο βράδυ για να μας ξαναπάει στο “Μεστάγια”. Μετά από μια αυτοκρατορική σιέστα, ξυπνήσαμε, ετοιμαστήκαμε και επιστρέψαμε στη Βαλένθια. Ο “Σαμπόνις” μας άφησε αρκετά μακριά από το γήπεδο, πρώτον διότι είχε απίστευτη κίνηση και δεύτερον γιατί έτσι κι αλλιώς, οι δρόμοι γύρω από το στάδιο ήταν κλειστοί. Μια ώρα πριν την έναρξη, αποχαιρέτησα τον Λοθ, του ευχήθηκα να απολαύσει το ματς και να φέρει γούρι στην αγαπημένη μας Μπάρτσα, του έδωσα το θρυλικό flip για να τραβήξει βίντεο και έφυγα για να συναντήσω τον Λιθουανό, ο οποίος με γύρισε στο ξενοδοχείο. Αγόρασα φαγητό, ανέβηκα στο δωμάτιο, άνοιξα το λάπτοπ για να είμαι έτοιμος για το χρονικό του αγώνα, στρογγυλοκάθισα μπροστά στην τηλεόραση και περίμενα τη σέντρα.

Το ματς ήταν φυσικά sold-out, αφού και τα 52.000 εισιτήρια είχαν εξαφανιστεί μέρες πριν. Η μαύρη αγορά έφερε τις τιμές σε δυσθεώρητα ύψη, φανταστείτε ότι είδαμε έξω από το γήπεδο επιτήδειους που ζητούσαν 2.000 ευρώ για ένα μαγικό χαρτάκι στη σκεπαστή του “Μεστάγια”! Οι εικόνες της τηλεόρασης από τις κερκίδες μιλούσαν από μόνες τους. Δεκάδες “μερένγκες” βρέθηκαν μέσα στη ζώνη των “μπλαουγκράνα” και το αντίθετο. Δεν υπήρχαν καν άγρια βλέμματα προς τους “εισβολείς”. Τα ντεσιμπέλ ανέβηκαν κατακόρυφα μόλις οι δυο ομάδες μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο και παρατάχθηκαν στο κέντρο μαζί με τον διαιτητή Ουντιάνο Μαγένκο. Ας δούμε τις δυο ενδεκάδες που κατέβασαν οι Ζοζέ Μουρίνιο και Πεπ Γουαρδιόλα.

– Ρεάλ Μαδρίτης: Κασίγιας, Αρμπελόα, Μαρσέλο, Ράμος, Καρβάλιο (119’ Γκαράι), Κεντίρα (103’ Γκρανέρο), Αλόνσο, Εζίλ (69’ Αντεμπαγιόρ), Πέπε, Ντι Μαρία, Ρονάλντο.

– Μπαρτσελόνα: Πίντο, Άλβες, Αντριάνο (118’ Μάξουελ), Μαστσεράνο, Πικέ, Τσάβι, Μπουσκέτς (107’ Κεϊτά), Ινιέστα, Πέδρο, Μέσι, Βίγια (106’ Αφελάι).

Ο Ίκερ Κασίγιας, κορυφαίος παίκτης του τελικού, με το τρόπαιο του Copa del Rey (20/4/2011)

Αμέσως μετά την ανάκρουση του ισπανικού εθνικού ύμνου – με παρόντα φυσικά στα επίσημα τον μονάρχη Χουάν Κάρλος – και το απαραίτητο ξεφώνημα από τους Καταλανούς φιλάθλους, το ματς ξεκίνησε. Η Ρεάλ επέβαλλε στα πρώτα 45 λεπτά τον ρυθμό της, με ασφυκτική πίεση σε όλο το γήπεδο, πολλά “μικρά” φάουλ και ερμητικό κλείσιμο κάθε διαδρόμου προς την περιοχή της. Το σύνθημα των “μερένγκες” ήταν “νίκη, νίκη, νίκη” με οποιοδήποτε τρόπο. Κυρίως μην επιτρέποντας στη Μπαρτσελόνα να κάνει το δικό της παιχνίδι, κάτι που πέτυχαν στο πρώτο ημίχρονο. Στην επανάληψη το σκηνικό άλλαξε, με τους “μπλαουγκράνα” να ανεβάζουν κατακόρυφα την απόδοσή τους. Οι παίκτες του Γουαρδιόλα έφτιαξαν ευκαιρίες, όμως βρήκαν απέναντί τους τον Κασίγιας που με τις επεμβάσεις του κράτησε ζωντανή την ομάδα του.

Το 0-0 δεν άλλαξε στο 90λεπτο και ξεκίνησε η παράταση. Στο 103′ ο Μαρσέλο και ο Ντι Μαρία συνδυάστηκαν εξαιρετικά, η μπάλα έφτασε στον Ρονάλντο, που με ένα φοβερό άλμα και κεφαλιά, παραβίασε την εστία του Πίντο, ανοίγοντας το σκορ και διαμορφώνοντας το τελικό αποτέλεσμα, μέσα σε ντελίριο της “μερένγκε” κερκίδας. Η κατάκτηση του τροπαίου έφερε τεράστια ανακούφιση στο στρατόπεδο της Ρεάλ και κυρίως στον ίδιο τον Ζοζέ Μουρίνιο, που μπόρεσε να πανηγυρίσει τον πρώτο του τίτλο στην Ισπανία. Βέβαια, το ίδιο το Κύπελλο, στα πανηγύρια στην Πλάθα δε Θιβέλες της Μαδρίτης, έπεσε από τα χέρια του Σέρχιο Ράμος που βρισκόταν στο διώροφο ανοιχτό λεωφορείο και έγινε κομμάτια από τις ρόδες του οχήματος! Μετά και την ολοκλήρωση της τελετής της απονομής – να πούμε ότι οι παίκτες της Μπαρτσελόνα δεν έφυγαν από τον αγωνιστικό χώρο, αλλά έμειναν στο τελετουργικό – άρχισα να γράφω το κείμενό μου για το Sport24, περιμένοντας τον Λοθ να επιστρέψει στο ξενοδοχείο.

Ο Ντι Μαρία έχει βγάλει τη σέντρα από αριστερά και ο Ρονάλντο ίπταται, έτοιμος να πετύχει το μοναδικό γκολ του τελικού.

Όταν έφτασε, τον τρολάρισα λίγο για το “γούρι” που έφερε στη Μπαρτσελόνα, είδαμε τα βίντεο που είχε τραβήξει μέσα στο γήπεδο και παρακολουθήσαμε τις τηλεοπτικές εκπομπές με τα post-game του τελικού. Την επόμενη ημέρα το πρωί ο Αλέξανδρος έφυγε για την Αθήνα και ήρθε η ώρα για ένα ακόμα μεγάλο, τεράστιο πρόβλημα. Το γραφείο ταξιδιών που είχε βγάλει τα αεροπορικά μου εισιτήρια, είχε κάνει λάθος και αντί για 24 Απριλίου το πρωί, είχε βάλει την επιστροφή μου στις 25 το πρωί. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα κοιτάξει τις ημερομηνίες, όταν όμως το συνειδητοποίησα, ψιλοπάγωσα. Μα καλά, θα μου πείτε, για μια ημέρα παραπάνω στην Ισπανία έκανες έτσι; Σιγά το πράγμα. Αυτό θα έλεγα και εγώ, αν στη μέση δεν υπήρχε μια σημαντική λεπτομέρεια: Η 24η Απριλίου και ημέρα Κυριακή, ήταν το Πάσχα! Το ελληνικό Πάσχα!

Και εκεί που υπολόγιζα ότι θα πετούσα πασχαλιάτικα και θα έφτανα μεσημέρι στο σπίτι μου στην Αθήνα, ακριβώς την ώρα του φαγητού, κατάλαβα ότι θα περνούσα το Πάσχα μόνος στο ξενοδοχείο, βλέποντας μέσα από την τζαμαρία σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια τα ναυπηγεία του Σαγούντο! Τι να κάνω, δεν είχα εναλλακτική, οπότε το πήρα απόφαση. Πάντως, είχα φροντίσει να διαπιστευτώ έγκαιρα για το ματς του Σαββάτου (Μεγάλου Σαββάτου για εμάς, βοήθειά μας), που θα διεξαγόταν και πάλι στο “Μεστάγια”, αυτή τη φορά για το ισπανικό πρωτάθλημα, με τις “νυχτερίδες” να υποδέχονται τη Ρεάλ, η οποία μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου είχε ταξιδέψει στη Μαδρίτη για τη φιέστα και αμέσως μετά επέστρεψε στη Βαλένθια για το παιχνίδι, το οποίο στην ουσία θα ήταν μια πρόβα τζενεράλε των “μερένγκες” ενόψει του τρίτου clásico στη σειρά, του πρώτου ημιτελικού του ChL.

Η ειδυλλιακή θέα από το παράθυρο του ξενοδοχείου στο Πουέρτο δε Σαγούντο!

Να είναι καλά και οι 22 ποδοσφαιριστές, αποζημιώθηκα 100%, αφού είδα σε 90 λεπτά ούτε λίγο, ούτε πολύ, εννιά γκολ! Τελικό αποτέλεσμα 3-6, εκπληκτική εμφάνιση των “μπλάνκος” που στο ημίχρονο νικούσαν 0-4, τρία γκολ για τον Ιγουαΐν, δυο για τον Κακά και ένα για τον Μπενζεμά. Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, ποιος είδε τον Έμερι και δεν τον φοβήθηκε! Ο τεχνικός της Βαλένθια, σε έξαλλη κατάσταση, τα έχωσε στους παίκτες του με ακραίες εκφράσεις, χαρακτήρισε τον εαυτό του “μαλάκα” (!), χτύπησε με τη γροθιά του το τραπέζι μπροστά του καμιά δεκαριά φορές και αφού ολοκλήρωσε το ξεφωνητό, αποχώρησε χωρίς να δεχτεί ερωτήσεις. Σειρά είχε ο Μουρίνιο, στον οποίο οι Ισπανοί συνάδελφοι έκαναν ερωτήσεις σχετικά με την εκπληκτική εμφάνιση του Κακά, το χατ τρικ του Ιγουαΐν και τον υψηλό βαθμό ετοιμότητας που έδειξε ο πάγκος της ομάδας του, όμως κανείς δεν αναφέρθηκε στα δυο ματς που έρχονταν και πάλι με αντίπαλο την Μπαρτσελόνα.

Προφανώς τον γνώριζαν πολύ καλύτερα από μένα που μη θέλοντας να χάσω την ευκαιρία, ζήτησα το μικρόφωνο και πήρα φόρα: “Κύριε Μουρίνιο, πιστεύετε ότι ενόψει ημιτελικών οι δυο ομάδες ξεκινούν με τις ίδιες πιθανότητες πρόκρισης ή θεωρείτε ότι η Ρεάλ έχει αποκτήσει ψυχολογικό προβάδισμα… λόγω της κατάκτησης του Κυπέλλου”, θέλησα να ολοκληρώσω, όμως ο Special One με διέκοψε φανερά ενοχλημένος από την ερώτηση! “Όχι, όχι, όχι, όχι, λυπάμαι αλλά δεν θέλω να μιλήσω για αυτό. Δε θέλω να μιλήσω γιατί δε θέλω να σκεφτώ. Δε θέλω να σκεφτώ. Το κάθε παιχνίδι με τη σειρά του. Πρώτα το ένα, μετά το επόμενο, ένα – ένα. Τώρα έχουμε τρεις μέρες, Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη, μέχρι να έρθει το ματς της Τετάρτης, και θέλω να αποσυνδεθούμε τελείως από το ποδόσφαιρο. Αύριο θα συγκεντρωθούμε για αποθεραπείες σε μικροτραυματισμούς, όχι όμως για να προπονηθούμε, ούτε για να σκεφτούμε το ποδόσφαιρο, ούτε για να σκεφτούμε τη Μπαρτσελόνα. Δε θέλω να σκεφτούμε τίποτα”.

Βίντεο: Ο Μουρίνιο απαντάει στην αφεντιά μου στο “Μεστάγια” (23/4/2011)

Αυτά μου είπε ο Μουρίνιο, ο οποίος πάντως, αποχωρώντας από την αίθουσα Τύπου, δέχτηκε χαμογελαστός να μου υπογράψει ένα λαβαράκι της Ρεάλ! Στη συνέχεια επέστρεψα στο Σαγούντο, όπου έκανα Ανάσταση χαζεύοντας τηλεόραση και τιμώντας μια ποικιλία χαμόν και τοπικών τυριών. Η Κυριακή του Πάσχα κύλησε πιο αδιάφορα και από την ίδια την αδιαφορία, βόλτα στα ναυπηγεία, βόλτα στην πόλη του Σαγούντο, βαρεμάρα στο ξενοδοχείο, τηλεόραση με τις ώρες, δώστου κι άλλο χαμόν, βάλε και μια παέγια για το γαμώτο, ωραίο αυτό το κόκκινο κρασί, να μαζέψω και τα πράγματα να είναι έτοιμα, ώρα για ύπνο γιατί έχει και ξύπνημα νωρίς. Πράγματι, στις 6 το πρωί ο Λιθουανός ήταν απίκο στην είσοδο του ξενοδοχείου και με πήγε στο αεροδρόμιο, όπου η πρώτη πτήση με έστειλε στη Μαδρίτη και η δεύτερη σπίτι μου, σπιτάκι μου, σπιτοκαλυβάκι μου. Και κάπως έτσι, με τη μαγειρίτσα να με περιμένει έστω και με καθυστέρηση για τα δέοντα, ολοκληρώθηκε εκείνο το ταξίδι των clásicos με την αξέχαστη εμπειρία του Πουέρτο δε Σσγούντο, με τις υγείες μας!

Βίντεο: Τα highlights από τον τελικό. Ρεάλ Μαδρίτης – Μπαρτσελόνα 1-0 (20/4/2011)

Μουρίνιο ή Γκουαρδιόλα στη θέση του Αλέγκρι στη Γιουβέντους; Η απάντηση στο νέο επεισόδιο του Pod-όσφαιρο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ