Οι 11 κορυφαίοι Βαλκάνιοι που έπαιξαν στην Ελλάδα
Το Contra.gr επέλεξε και σας παρουσιάζει τους έντεκα καλύτερους Βαλκάνιους παίκτες που έχουν αγωνιστεί στην ελληνική Superleague. Χωρίς... σύστημα, αφού λείπουν κάποιες θέσεις, με τον Ντούσαν Μπάγεβιτς στον πάγκο! Ψηφίστε στο poll στο τέλος του κειμένου τον κορυφαίο κατά τη γνώμη σας!
Μετά τα τέσσερα σχετικά προηγούμενα αφιερώματα του Contra.gr για τους καλύτερους έντεκα Ισπανούς , Αργεντίνους και Βραζιλιάνους παίκτες, αλλά και τους κορυφαίους έντεκα ξένους προπονητές που εργάστηκαν στη χώρα μας, συνεχίζουμε σήμερα με τους έντεκα καλύτερους Βαλκάνιους παίκτες που έπαιξαν στην Ελλάδα. Είχαμε γράψει ότι η Αργεντινή και η Βραζιλία αποτελούν τις σημαντικότερες αγορές για το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Μια άλλη πολύ ξεχωριστή αγορά για ολόκληρη την Ευρώπη είναι τα Βαλκάνια, αφού οι παίκτες των κρατών της χερσονήσου μας, διαχρονικά έχουν ενισχύσει τους συλλόγους όλων των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, όχι μόνο με ονόματα πρώτης γραμμής (Σούκερ, Μιγιάτοβιτς, Μπόμπαν, Χάτζι, Στόιτσκοφ, Μόντριτς), αλλά και με παίκτες κάθε επιπέδου και χρηματικής αξίας. Αρκετοί από αυτούς έχουν προσφέρει απλόχερα το ταλέντο τους, βοηθώντας τις ομάδες τους να ξεχωρίσουν, κατακτώντας τόσο εγχώριους όσο και ευρωπαϊκούς τίτλους. Οι Βαλκάνιοι ποδοσφαιριστές φημίζονται για την ποιότητά τους, αλλά και για τα προβλήματα που δημιουργούν λόγω της ιδιοσυγκρασίας και του ενίοτε δύσκολου χαρακτήρα τους που συχνά τους οδηγεί σε κρούσματα απειθαρχίας εντός και εκτός αγωνιστικών χώρων.
Παρόλα αυτά όμως, συνεχίζουν να επανδρώνουν τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, αποτελώντας μια εκ των συχνότερων επιλογών μικρών και μεγάλων συλλόγων της ηπείρου μας. Είναι προφανές ότι η Ελλάδα δε θα μπορούσε να μείνει αδιάφορη απέναντι στη βαλκανική ποδοσφαιρική πραγματικότητα, για διάφορους λόγους. Η εγγύτητα παίζει σημαντικό ρόλο, το ίδιο και η προσαρμοστικότητα των παικτών της Βαλκανικής στις συνήθειες και τον τρόπο ζωής της χώρας μας, αφού πολλά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Ελλάδας και των υπόλοιπων Βαλκανικών κρατών είναι κοινά. Έτσι λοιπόν, από το 1971 που επιτράπηκαν για πρώτη φορά οι ξένοι ποδοσφαιριστές στις ελληνικές ομάδες, η αγορά των Βαλκανίων βρέθηκε σε περίοπτη θέση. Ο Παναθηναϊκός απέκτησε το 1974 τον πρώτο του παίκτη από βαλκανική χώρα, τον Γιουγκοσλάβο αμυντικό Νικολάι Μπούντισιτς. Στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλοι σε άλλους συλλόγους και χρόνο με το χρόνο, η βαλκανική παροικία γιγαντώθηκε και διαχρονικά είναι μια από τις μεγαλύτερες του ελληνικού ποδοσφαίρου. Στο σημερινό κείμενο αποφασίσαμε να παραθέσουμε τους κορυφαίους έντεκα βαλκάνιους που έχουν αγωνιστεί στο πρωτάθλημά μας, μαζί με τον καλύτερο τεχνικό που έχει δουλέψει στη Superleague.
Αυτοί είναι οι κατά τη γνώμη μας 11 κορυφαίοι Βαλκάνιοι παίκτες που έχουν αγωνιστεί στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει σύστημα και “λογική” ομάδας, αφού “απουσιάζουν” κάποιες θέσεις, κυρίως στην άμυνα. Η τοποθέτησή τους στη γραφική απεικόνιση είναι τελείως τυχαία. Στον πάγκο βρίσκεται ο Ντούσαν Μπάγεβιτς.
Ας δούμε τώρα τί εννοούμε όταν λέμε “Βαλκάνιοι” παίκτες. Πρόκειται για τους ποδοσφαιριστές που προέρχονται από τις χώρες της Βαλκανικής χερσονήσου, δηλαδή τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Αλβανία, την ευρωπαϊκή Τουρκία και τη Γιουγκοσλαβία, η οποία από τη δεκαετία του ’90 διασπάστηκε στα εξής κράτη: Σερβία, Κροατία, Σλοβενία, Μαυροβούνιο, Βοσνία & Ερζεγοβίνη, Κόσοβο και ΠΓΔΜ (Σκόπια). Πριν προχωρήσουμε στο κείμενο, να ξεκαθαρίσουμε πρώτα δυο πράγματα. Πρώτον, η επιλογή των “12” είναι καθαρά υποκειμενική, πιθανότατα κάποιοι να έχουν τις ενστάσεις τους – μαζί με διαφορετικές επιλογές -, κάτι απόλυτα κατανοητό και σεβαστό. Δεύτερον, στη λίστα δεν έχουν μπει απαραίτητα τα μεγαλύτερα ονόματα που ήρθαν στην Ελλάδα από τα Βαλκάνια, αλλά εκείνοι οι παίκτες που το πέρασμά τους από τη χώρα μας συνοδεύτηκε από επιτυχία. Έτσι λοιπόν, περιπτώσεις όπως αυτές των Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ (ΠΑΟΚ), Ζλάτκο Ζάχοβιτς (ΟΣΦΠ) και Ντράγκαν Τσίριτς (ΑΕΚ), βρίσκονται εκτός της ενδεκάδας που επιλέξαμε, αφού, παρά το γεγονός ότι η άφιξή τους δημιούργησε υψηλές προσδοκίες, η απόδοσή τους δεν αποδείχτηκε ανάλογη της αξίας τους.
Θα θέλαμε να παρουσιάσουμε τους έντεκα Βαλκάνιους ως κανονική ομάδα, αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατό, αφού λείπουν παίκτες από συγκεκριμένες θέσεις (αριστερό μπακ, δεξί μπακ). Έτσι λοιπόν, στη γραφική απεικόνιση που βλέπετε πιο πάνω, τους τοποθετήσαμε τυχαία μέσα στο γήπεδο, χωρίς προφανώς να υπάρχει κάποιο σύστημα. Ας δούμε και μερικά στατιστικά στοιχεία από τη λίστα. Και οι έντεκα που επιλέξαμε είναι γεννημένοι στην πρώην ενωμένη Γιουγκοσλαβία! Αν τους δούμε με τα σημερινά δεδομένα, έχουμε πέντε Σέρβους (Τζόρτζεβιτς, Ίβιτς, Κοβάτσεβιτς, Μιλόγεβιτς & Πάντιτς), δυο Κροάτες (Νοβοσέλατς & Ζάετς), δυο Βόσνιους (Φούρτουλα & Μπάγεβιτς), έναν από το Μαυροβούνιο (Σαμπανάτζοβιτς) και έναν από την ΠΓΔΜ (Σαβέφσκι). Ο Ολυμπιακός έχει τον πρώτο λόγο με πέντε παρουσίες (Νοβοσέλατς, Σαμπανάτζοβιτς, Τζόρτζεβιτς, Ίβιτς, Κοβάτσεβιτς), η ΑΕΚ ακολουθεί στη δεύτερη θέση με τέσσερις παρουσίες (Μπάγεβιτς, Σαβέφσκι, Σαμπανάτζοβιτς, Ίβιτς) και ο Παναθηναϊκός κλείνει το βάθρο με δυο παρουσίες (Ζάετς, Μιλόγεβιτς). Μονή εκπροσώπηση έχουν οι ΠΑΟΚ (Φούρτουλα). Πανσερραϊκός (Φούρτουλα), Πανιώνιος (Πάντιτς), Πανηλειακός (Τζόρτζεβιτς), Άρης (Ίβιτς), ΠΑΣ (Μιλόγεβιτς), Καλαμάτα (Μιλόγεβιτς), Απόλλων Σμύρνης (Μιλόγεβιτς), Ηρακλής (Μιλόγεβιτς) και Ακράτητος (Μιλόγεβιτς).
Επειδή κάθε ομάδα χρειάζεται και τον πάγκο της, στους αναπληρωματικούς θα βάλουμε τους Αλιόσα Ασάνοβιτς (Κροατία / ΠΑΟ), Μάριο Γκαλίνοβιτς (Κροατία / ΠΑΟ, Καβάλα, Κέρκυρα), Αλεξάνταρ Πρίγιοβιτς (Σερβία / ΠΑΟΚ), Σίνισα Γκόγκιτς (Σερβία / ΟΣΦΠ) και Γκόραν Βλάοβιτς (Κροατία / ΠΑΟ). Όπως βλέπετε, τόσο οι 11 βασικοί, όσο και οι 5 αναπληρωματικοί, προέρχονται από την πρώην ενωμένη Γιουγκοσλαβία, πράγμα που σημαίνει ότι η μεγάλη των “πλάβι” σχολή κυριαρχεί απόλυτα στη λίστα! Πάμε τώρα στην αναλυτική παρουσίαση της εκλεκτής βαλκανικής ενδεκάδας (με χρονολογική σειρά άφιξης στην Ελλάδα), ξεκινώντας όμως από αυτόν που επιλέξαμε ως προπονητή της.
ΝΤΟΥΣΑΝ ΜΠΑΓΕΒΙΤΣ (ΑΕΚ, ΟΣΦΠ, ΠΑΟΚ, ΑΡΗΣ, ΑΤΡΟΜΗΤΟΣ)
– Θέση: Προπονητής
– Χρονική περίοδος: 1988-1996, 2002-2004 & 2008-2011 (ΑΕΚ), 1996-2000 & 2004-2005 (ΟΣΦΠ), 1999-2002 (ΠΑΟΚ), 2007-2008 (Άρης), 2012-2013 (Ατρόμητος)
– Συμμετοχές: 936
– Στατιστικά: 553 νίκες, 208 ισοπαλίες, 175 ήττες
Στην Ελλάδα έχουν εργαστεί αρκετοί Βαλκάνιοι προπονητές, κάποιοι εκ των οποίων συνέδεσαν το πέρασμά τους από τη χώρα μας με σημαντικές επιτυχίες. Ενδεικτικά αναφέρουμε τον Στίεπαν Μπόμπεκ (Γιουγκοσλαβία / 2 πρωταθλήματα & 1 Κύπελλο με ΠΑΟ), τον Χρίστο Μπόνεφ (Βουλγαρία / 1 πρωτάθλημα με ΠΑΟ), τον Ίβιτσα Όσιμ (Γιουγκοσλαβία / 1 Κύπελλο με ΠΑΟ), τον Μπράνκο Στάνκοβιτς (Γιουγκοσλαβία / 1 πρωτάθλημα με ΑΕΚ) και τον Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι (Γιουγκοσλαβία / 1 νταμπλ με την ΑΕΚ). Κανείς όμως δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε στο ελάχιστο με τον απόλυτο τεχνικό των ρεκόρ και των τίτλων. Αναφερόμαστε φυσικά στον Ντούσαν Μπάγεβιτς, τον πιο πετυχημένο προπονητή στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου με τα 8 πρωταθλήματα και τα 4 Κύπελλα που έχει στη συλλογή του. Ο “πρίγκηπας” του Νερέτβα δίνει διπλό “παρών” στο σημερινό κείμενο, αφού έχει παρουσία και στη λίστα που ακολουθεί. Το καλοκαίρι του 1988 ήρθε στην Ελλάδα όπου συνεργάστηκε με την ΑΕΚ, την οποία οδήγησε αμέσως στον τίτλο της πρωταθλήτριας, δέκα χρόνια μετά το 1979.
Ακολούθησαν τρία ακόμα πρωταθλήματα και μάλιστα συνεχόμενα (1992, 1993 & 1994), με την ΑΕΚ να κυριαρχεί παίζοντας εντυπωσιακό ποδόσφαιρο. Μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου το 1996 (7-1 τον Απόλλωνα Αθηνών), ο Μπάγεβιτς άλλαξε στρατόπεδο, πηγαίνοντας στον Ολυμπιακό, με τον οποίο κατέκτησε με το “καλημέρα” το πρωτάθλημα, το πρώτο για τους Πειραιώτες μετά από μια δεκαετία. Ακολούθησαν δυο ακόμα πρωταθλήματα (1998 & 1999) και ένα Κύπελλο (1999), αλλά στο ξεκίνημα της σεζόν 1999/00 απομακρύνθηκε από τους “ερυθρόλευκους”, για να καταλήξει λίγο αργότερα στον ΠΑΟΚ, με τον οποίο πήρε ένα ακόμα Κύπελλο (4-2 τον Ολυμπιακό), που ήταν και ο πρώτος τίτλος για τον “Δικέφαλο του Βορρά” μετά από 16 χρόνια! Στη συνέχεια πραγματοποίησε δεύτερα περάσματα από ΑΕΚ και ΟΣΦΠ (ένα ακόμα νταμπλ), ενώ στη συνέχεια εργάστηκε στον Άρη, επέστρεψε για τρίτη φορά στην ΑΕΚ και ολοκλήρωσε την προπονητική του καριέρα στον Ατρόμητο.
01. ΜΛΑΝΤΕΝ ΦΟΥΡΤΟΥΛΑ (ΠΑΝΣΕΡΡΑΪΚΟΣ, ΠΑΟΚ)
– Θέση: Τερματοφύλακας
– Χρονική περίοδος: 1974-1975 (Πανσερραϊκός), 1975-1984 (ΠΑΟΚ)
– Συμμετοχές: 267 (34 Πανσερραϊκός, 233 ΠΑΟΚ)
– Τέρματα: –
Ο Μλάντεν Φούρτουλα (γνωστός στην Ελλάδα ως Φορτούλα) γεννήθηκε το 1950 στο Σεράγεβο της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής Βοσνίας) και ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα ως τερματοφύλακας στην Παρτίζαν, στην οποία αγωνίστηκε για μια πενταετία (1969-1974). Στη συνέχεια ήρθε στη χώρα μας και τον Πανσερραϊκό, όπου έμεινε μια σεζόν (1974/75). Οι καλές του εμφανίσεις τον έφεραν στον ΠΑΟΚ, όπου έμεινε εννέα χρόνια (1975-1984). Στην πρώτη του χρονιά υπήρξε από τους πρωταγωνιστές της κατάκτησης του πρώτου πρωταθλήματος στην ιστορία του συλλόγου. Ο Φούρτουλα ήταν ένας πολύ καλός γκολκίπερ με εντυπωσιακά ρεφλέξ και εξόδους, γράφοντας τη δική του ιστορία στον “δικέφαλο του Βορρά”.
Στις 2 Νοεμβρίου του 1983 πραγματοποίησε μια από τις μεγαλύτερες εμφανίσεις του, στον επαναληπτικό αγώνα του ΠΑΟΚ με τη Μπάγερν στο Μόναχο, για το Κύπελλο UEFA. Το ματς έληξε 0-0 (όπως και εκείνο της “Τούμπας”), στην παράταση δεν άλλαξε κάτι και οι δυο ομάδες πήγαν στα πέναλτι. Ο Φούρτουλα σταμάτησε δυο φορές τον Άουγκενταλερ (ο Άγγλος διαιτητής Ρόμπινσον διέταξε ισάριθμες φορές επανάληψη, με τον Γερμανό να σκοράρει με την τρίτη προσπάθεια!), στη συνέχεια απέκρουσε το πέναλτι του Ντίτερ Χένες, αλλά τελικά ο ΠΑΟΚ αποκλείστηκε (9-8). Όταν ολοκλήρωσε την καριέρα του, έγινε προπονητής τερματοφυλάκων στον σύλλογο της Θεσσαλονίκης, τη σεζόν της κατάκτησης του δεύτερου πρωταθλήματος (1984/85). Στη συνέχεια αποσύρθηκε από τον χώρο του ποδοσφαίρου και ασχολήθηκε με το εμπόριο.
02. ΝΤΟΥΣΑΝ ΜΠΑΓΕΒΙΤΣ (ΑΕΚ)
– Θέση: Επιθετικός
– Χρονική περίοδος: 1977-1981
– Συμμετοχές: 113
– Τέρματα: 65
Ο Ντούσαν Μπάγεβιτς γεννήθηκε το 1948 στο Μόσταρ της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής Βοσνίας) και ξεκίνησε την καριέρα του στην τοπική Βελέζ, όπου έμεινε έντεκα χρόνια (1966-1977) σημειώνοντας 144 γκολ σε 277 συμμετοχές! Πήρε μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 με τη φανέλα της Εθνικής Γιουγκοσλαβίας, σημειώνοντας μάλιστα χατ-τρικ απέναντι στο Ζαΐρ. Το καλοκαίρι του 1977 ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό της ΑΕΚ, με την οποία κατέκτησε δυο συνεχόμενα πρωταθλήματα (1978 & 1979), καθώς και ένα Κύπελλο (1978), στον τελικό του οποίου απέναντι στον ΠΑΟΚ άνοιξε το σκορ με κεφαλιά (τελικό αποτέλεσμα 2-0).
Υπήρξε ένας χαρισματικός επιθετικός, πολύ καλός στο ψηλό παιχνίδι, αλλά και στα τελειώματα με σουτ. Έφτιαξε ένα τρομερό δίδυμο μαζί με τον Θωμά Μαύρο και τη σεζόν 1979/80 αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της Α’ Εθνικής με 25 τέρματα (ο μοναδικός Βαλκάνιος που το έχει πετύχει στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου). Έμεινε τέσσερα χρόνια στην “Ένωση” και το 1981 επέστρεψε στο Μόσταρ και τη Βελέζ, στην οποία ολοκλήρωσε την ποδοσφαιρική του καριέρα (1981-1983). Με την ΑΕΚ σημείωσε 65 γκολ σε 113 επίσημες συμμετοχές.
03. ΜΑΡΤΙΝ ΝΟΒΟΣΕΛΑΤΣ (ΟΣΦΠ)
– Θέση: Κεντρικός αμυντικός
– Χρονική περίοδος: 1979-1982
– Συμμετοχές: 107
– Τέρματα: 3
Ο Μάρτιν Νοβοσέλατς γεννήθηκε το 1950 στο Βινκόβτσι της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής Κροατίας) και ξεκίνησε την καριέρα του στην τοπική Ντιναμό που αγωνιζόταν τότε στη Β’ κατηγορία (1969-1972). Το 1972 μετακινήθηκε στη Βοϊβοντίνα, όπου έμεινε μια πενταετία (1972-1977) και το 1977 πήρε μεταγραφή στη Ντιναμό Ζάγκρεμπ, με τη φανέλα της οποίας αγωνίστηκε μέχρι το καλοκαίρι του 1979, όταν και ήρθε στη χώρα μας για να παίξει με τον Ολυμπιακό. Ο Νοβοσέλατς έπαιξε στη θέση του λίμπερο, όντας ένας από τους κορυφαίους κεντρικούς αμυντικούς στην ιστορία των “ερυθρόλευκων”. Η αρχοντική του παρουσία στα μετόπισθεν βοήθησε τον Ολυμπιακό να επανέλθει στις επιτυχίες και μετά από μια στείρα πενταετία, να κατακτήσει και πάλι το ελληνικό πρωτάθλημα.
Ο “Μπέκενμπαουερ των φτωχών”, όπως τον αποκαλούσαν οι φίλοι των Πειραιωτών, υπήρξε από τους βασικούς πυλώνες της κυριαρχίας των “ερυθρόλευκων” από το 1980 και μετά. Παρέμεινε τρία χρόνια στην Ελλάδα (1979-1982), κερδίζοντας ισάριθμα πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο (1981, 3-1 τον ΠΑΟΚ). Είχε 107 επίσημες συμμετοχές (έχασε μόλις δυο παιχνίδια στην τριετία του), ενώ πέτυχε 3 τέρματα. Το 1982 επέστρεψε στην πατρίδα του και ολοκλήρωσε την καριέρα του στην Ντιναμό Βινκόβτσι. Ασχολήθηκε περιστασιακά με την προπονητική, κυρίως στις μικρές εθνικές ομάδες της Κροατίας.
04. ΒΕΛΙΜΙΡ ΖΑΕΤΣ (ΠΑΟ)
– Θέση: Χαφ
– Χρονική περίοδος: 1984-1988
– Συμμετοχές: 85
– Τέρματα: 11
Ο Βέλιμιρ Ζάετς γεννήθηκε το 1956 στο Ζάγκρεμπ της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής Κροατίας) και ξεκίνησε την καριέρα του στην Ντιναμό Ζάγκρεμπ, με τη φανέλα της οποίας αγωνίστηκε για μια δεκαετία (1974-1984). Έπαιξε με την Εθνική Γιουγκοσλαβίας τόσο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982, όσο και στο EURO του 1984, όπου φόρεσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Το καλοκαίρι του 1984 ήρθε στην Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό, στον οποίο έμεινε μια τετραετία (1984-1988), ολοκληρώνοντας την ποδοσφαιρική του καριέρα. Ο Ζάετς υπήρξε ένας χαρισματικός χαφ, ένας παίκτης διεθνούς κλάσης, που δέσποσε στον χώρο του κέντρου, καθοδηγώντας με μαεστρία την ομάδα του.
Κατέκτησε ένα πρωτάθλημα με τους “πράσινους” (1985/86) και δυο Κύπελλα (1986 & 1988), αμφότερα απέναντι στον Ολυμπιακό (4-0 & 2-2, 4-3 στα πέναλτι). Ήταν από τους βασικούς πρωταγωνιστές στη μεγάλη πορεία του “τριφυλλιού” στο Κύπελλο Πρωταθλητριών 1984/85, όταν ο Παναθηναϊκός έφτασε μέχρι τα ημιτελικά της διοργάνωσης. Ταλαιπωρήθηκε συχνά από τραυματισμούς, έφτασε τις 85 επίσημες συμμετοχές και πέτυχε 11 γκολ. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την προπονητική, περνώντας από τον πάγκο των “πράσινων” τη σεζόν 1996/97, χωρίς όμως επιτυχία. Το 2002 έγινε τεχνικός διευθυντής του ΠΑΟ, θέση στην οποία παρέμεινε για δυο χρόνια.
05. ΤΟΝΙ ΣΑΒΕΦΣΚΙ (ΑΕΚ)
– Θέση: Μέσος
– Χρονική περίοδος: 1989-2001
– Συμμετοχές: 459
– Τέρματα: 59
Ο Τόνι Σαβέφσκι γεννήθηκε το 1963 στη Μπίτολα της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής ΠΓΔΜ) και ξεκίνησε την καριέρα του στη Βάρνταρ των Σκοπίων, όπου έπαιξε για μια οκταετία (1980-1988). Τον Ιανουάριο του 1989 πήρε μεταγραφή στην ΑΕΚ, με τη φανέλα της οποίας αγωνίστηκε για σχεδόν 13 χρόνια! Ο Σαβέφσκι υπήρξε ένας χαρισματικός χαφ, με επιθετικά χαρακτηριστικά, τόσο οργανωτικά, όσο και εκτελεστικά. Αποτέλεσε έναν από τους μεγάλους πρωταγωνιστές της “χρυσής περιόδου” του συλλόγου, όταν με προπονητή τον Μπάγεβιτς, η “Ένωση” κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα (1989, 1992, 1993 & 1994) και ένα Κύπελλο (1996).
Στη μετά Μπάγεβιτς εποχή κατέκτησε ακόμα δυο Κύπελλα (1997 & 2000) και συνολικά έφτασε τις 459 επίσημες συμμετοχές (ο τρίτος ξένος με τις περισσότερες συμμετοχές στην ιστορία του ελληνικού πρωταθλήματος, πίσω μόνο από τους Βαζέχα και Τζόρτζεβιτς), πετυχαίνοντας 59 τέρματα. Αγωνίστηκε τόσο με την Εθνική Γιουγκοσλαβίας, όσο και με εκείνη της ΠΓΔΜ. Το 2000 ολοκλήρωσε την ποδοσφαιρική του καριέρα και λίγο μετά κάθισε στον πάγκο της ΑΕΚ μέχρι το τέλος της σεζόν 2000/01. Ακολούθως εργάστηκε στην Κύπρο (Απόλλων Λεμεσού & Ολυμπιακός Λευκωσίας), ενώ διετέλεσε τεχνικός της ομάδας U20 της ΑΕΚ από το 2004 μέχρι το 2012.
06. ΡΕΦΙΚ ΣΑΜΠΑΝΑΤΖΟΒΙΤΣ (ΑΕΚ, ΟΣΦΠ)
– Θέση: Αμυντικό χαφ
– Χρονική περίοδος: 1991-1996 (ΑΕΚ), 1996-1998 (ΟΣΦΠ)
– Συμμετοχές: 217 (181 ΑΕΚ, 36 ΟΣΦΠ)
– Τέρματα: 8 (όλα με ΑΕΚ)
Ο Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς γεννήθηκε το 1965 στο Τούζι της Γιουγκοσλαβίας (σημερινού Μαυροβουνίου) και ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα από την τοπική Ντέσιτς, συνεχίζοντας στην Ζελιέζνιτσαρ του Σεράγεβο. Το 1987 πήρε μεταγραφή για τον Ερυθρό Αστέρα, όπου έμεινε μια τετραετία (1987-1991). Το καλοκαίρι του 1991 ήρθε στην Ελλάδα και την ΑΕΚ, στην οποία έμεινε μια πενταετία. Όπως και ο Σαβέφσκι, έτσι και ο “Σάμπα” υπήρξε από τους βασικούς πρωταγωνιστές της “χρυσής περιόδου” της “Ένωσης”, κατακτώντας τρία σερί πρωταθλήματα (1992, 1993 & 1994) και ένα Κύπελλο (1996). Ο Σαμπανάτζοβιτς έπαιξε στη θέση του αμυντικού χαφ, ένας παίκτης με ποιότητα και τεχνική, πολύ καλός στις τοποθετήσεις, στην πίεση, στο ατομικό μαρκάρισμα, αλλά και με οργανωτικές αρετές.
Το καλοκαίρι του 1996, όταν ο Μπάγεβιτς έφυγε από την ΑΕΚ για τον Ολυμπιακό, πήρε μαζί του και τον “Σάμπα”, ο οποίος έμεινε μια διετία στον Πειραιά, κατέκτησε ισάριθμα πρωταθλήματα, αλλά δεν έφτασε σε ανάλογα επίπεδα απόδοσης με εκείνα στην ΑΕΚ. Το 1998 έφυγε για τις ΗΠΑ και την Σπόρτινγκ Κάνσας Σίτι, όπου κρέμασε τα παπούτσια του. Στην Ελλάδα, με ΑΕΚ και ΟΣΦΠ, έφτασε τις 217 επίσημες συμμετοχές, πετυχαίνοντας 8 τέρματα. Αγωνίστηκε με την Εθνική Γιουγκοσλαβίας στο Μουντιάλ του 1990, φτάνοντας μέχρι τα προημιτελικά, όπου αντιμετώπισε την Αργεντινή. Σε εκείνο το ματς, ο “Σάμπα” ανέλαβε το μαρκάρισμα του Μαραντόνα και αποβλήθηκε μόλις στο 31′ της συνάντησης, έχοντας δεχτεί δυο κίτρινες κάρτες.
07. ΜΙΛΙΝΚΟ ΠΑΝΤΙΤΣ (ΠΑΝΙΩΝΙΟΣ)
– Θέση: Μεσοεπιθετικός
– Χρονική περίοδος: 1991-1995 & 1999-2001
– Συμμετοχές: 158
– Τέρματα: 58
Ο Μίλινκο Πάντιτς γεννήθηκε το 1966 στη Λοζνίτσα της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής Σερβίας) και ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στην Παρτίζαν Βελιγραδίου, όπου έμεινε μια εξαετία (1985-1991). Το καλοκαίρι του 1991 ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Πανιώνιου, στον οποίο έμεινε τέσσερα χρόνια. Ο Πάντιτς υπήρξε ένας καταπληκτικός μεσοεπιθετικός, ένα δεκάρι με τεράστιο ταλέντο, που οργάνωνε το παιχνίδι της ομάδας του και τροφοδοτούσε με ασίστ τους συμπαίκτες του, εκτελώντας παράλληλα φοβερά στημένα (κόρνερ και φάουλ). Στο τέλος της πρώτης του σεζόν, ο Πανιώνιος υποβιβάστηκε, όμως ο “Σόλε”, παρά τις προτάσεις που είχε από ομάδες της Α’ Εθνικής, αποφάσισε να συνεχίσει στους “κυανέρυθρους” για να βοηθήσει την ομάδα του να επιστρέψει στην πρώτη κατηγορία.
Η άνοδος επετεύχθη και ο Μίλινκο έγινε ο αγαπημένος της κερκίδας της Νέας Σμύρνης, συμπληρώνοντας 158 επίσημες συμμετοχές και 58 τέρματα. Το καλοκαίρι του 1995 αναχώρησε για την Ισπανία και την Ατλέτικο Μαδρίτης, την οποία οδήγησε στην κατάκτηση του νταμπλ τη σεζόν 1995/96, του μοναδικού στην ιστορία του μαδριλένικου συλλόγου. Μετά από μια τριετία στους “ροχιμπλάνκος” και μια σεζόν στη Χάβρη, επέστρεψε στον Πανιώνιο το καλοκαίρι του 1999, όπου αγωνίστηκε για έναν χρόνο, πριν κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Στη συνέχεια προπόνησε τη δεύτερη ομάδα της Ατλέτικο, την Μπακού (Αζερμπαϊτζάν) και την Νταλιάν Γιφάνγκ (Κίνα).
08. ΒΛΑΝΤΑΝ ΜΙΛΟΓΕΒΙΤΣ (ΠΑΣ, ΚΑΛΑΜΑΤΑ, ΑΠΟΛΛΩΝ ΣΜΥΡΝΗΣ, ΠΑΟ, ΗΡΑΚΛΗΣ, ΑΚΡΑΤΗΤΟΣ)
– Θέση: Κεντρικός αμυντικός
– Χρονική περίοδος: 1993-1994 (ΠΑΣ Γιάννινα), 1994-1996 (Καλαμάτα), 1996-1997 (Απόλλων Σμύρνης), 1997-2000 (ΠΑΟ), 2000-2003 (Ηρακλής), 2003 (Ακράτητος), 2004 (Απόλλων Σμύρνης)
– Συμμετοχές: 285 (4 ΠΑΣ, 40 Καλαμάτα, 46 Απόλλων, 82 ΠΑΟ, 101 Ηρακλής, 12 Ακράτητος)
– Τέρματα: 20 (2 ΠΑΣ, 1 Καλαμάτα, 3 Απόλλων, 8 ΠΑΟ, 5 Ηρακλής, 1 Ακράτητος)
Ο Βλάνταν Μιλόγεβιτς γεννήθηκε το 1970 στο Αραντέλοβατς της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής Σερβίας) και ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα από την Ραντνίτσκι Βελιγραδίου, όπου έμεινε μια τριετία (1990-1993). Το καλοκαίρι του 1993 ήρθε στην Ελλάδα, ξεκινώντας την ελληνική του περιπλάνηση από τον ΠΑΣ Γιάννινα (1993/94). Συνέχισε μια σεζόν στην Καλαμάτα (1994/95), επέστρεψε στην πατρίδα του παίζοντας ένα εξάμηνο στον Ερυθρό Αστέρα και το καλοκαίρι του 1996 ήρθε ξανά στη χώρα μας, αυτή τη φορά για τον Απόλλωνα Σμύρνης (1996/97). Επόμενος σταθμός του Μιλόγεβιτς ήταν ο Παναθηναϊκός, όπου αγωνίστηκε για τρία χρόνια (1997-2000), πριν μετακινηθεί στον Ηρακλή για μια ακόμη τριετία (2000-2003).
Ολοκλήρωσε την καριέρα του τη σεζόν 2003/04, παίζοντας στο πρώτο μισό της στον Ακράτητο και στο δεύτερο μισό στον Απόλλωνα Σμύρνης. Ο Μιλόγεβιτς ήταν κεντρικός αμυντικός, δυνατός και σταθερός, αγωνίστηκε πάντως και στη θέση του αμυντικού χαφ. Στην Ελλάδα έφτασε τις 285 επίσημες συμμετοχές και τα 20 τέρματα και στη συνέχεια ασχολήθηκε με την προπονητική. Πέρασε από τους πάγκους της Ομόνοιας και του Πανιωνίου, ενώ από πέρυσι είναι ο τεχνικός του Ερυθρού Αστέρα. Κατέκτησε το πρωτάθλημα Σερβίας (2017/18) και ψηφίστηκε ως ο κορυφαίος προπονητής της περσινής σεζόν στη χώρα του.
09. ΠΡΕΝΤΡΑΓΚ ΤΖΟΡΤΖΕΒΙΤΣ (ΠΑΝΗΛΕΙΑΚΟΣ, ΟΣΦΠ)
– Θέση: Αριστερό εξτρέμ
– Χρονική περίοδος: 1993-1996 (Πανηλειακός), 1996-2009 (ΟΣΦΠ)
– Συμμετοχές: 561 (92 Πανηλειακός, 469 ΟΣΦΠ)
– Τέρματα: 171 (13 Πανηλειακός, 158 ΟΣΦΠ)
Ο Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς γεννήθηκε το 1976 στο Κραγκούγιεβατς της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής Σερβίας) και ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα στην τοπική Ραντνίτσκι, για να μετακινηθεί στη συνέχεια στον Ερυθρό Αστέρα. Το 1993 ήρθε στην Ελλάδα για να παίξει στον Πανηλειακό, με τον οποίο πέτυχε δυο συνεχόμενες ανόδους, από τη Γ’ στη Β’ Εθνική και από εκεί στην Α’ Εθνική. Το καλοκαίρι του 1996 πήρε μεταγραφή στον Ολυμπιακό, όπου αγωνίστηκε για 13 συναπτά έτη (1996-2009). Ο Τζόλε υπήρξε ένας χαρισματικός (αριστερός) εξτρέμ, με μεγάλη ποιότητα, ταλέντο και αξία: ταχύτατος με φοβερή επιτάχυνση, καταπληκτικός ντριμπλέρ, με μοναδικές σέντρες και πάσες, με πολύ καλά στημένα, σπεσιαλίστας στα πέναλτι, με αίσθηση του γκολ, ηγετική προσωπικότητα, με δυο λόγια ένα από τα σημεία αναφοράς στη σύγχρονη ιστορία του Ολυμπιακού και μάλλον ο ξένος με τη μεγαλύτερη προσφορά στην ιστορία των “ερυθρόλευκων”.
Θα μπορούσε να πάρει μεταγραφή σε κάποιο μεγάλο σύλλογο του εξωτερικού, όμως προτίμησε να παραμείνει στον Πειραιά, την ομάδα της καρδιάς του. Φόρεσε για πολλά χρόνια το περιβραχιόνιο του αρχηγού και λατρεύτηκε από τους φίλαθλους του Ολυμπιακού. Κατέκτησε δώδεκα πρωταθλήματα (έχασε μόνο εκείνο του 2004), αριθμός ρεκόρ στο ελληνικό ποδόσφαιρο για έναν παίκτη, και 5 Κύπελλα, ενώ αναδείχθηκε τρεις φορές κορυφαίος ξένος του πρωταθλήματος (2001, 2002 & 2003). Έφτασε τις 561 επίσημες συμμετοχές με Πανηλειακό και ΟΣΦΠ, πέτυχε 171 τέρματα και σε ό,τι αφορά στο ελληνικό πρωτάθλημα, είναι ο δεύτερος σε συμμετοχές ξένος παίκτης με 375, πίσω μόνο από τον Κριστόφ Βαζέχα (390). Ο Τζόρτζεβιτς φόρεσε 37 φορές τη φανέλα της Εθνικής Σερβίας (1 γκολ).
10. ΙΛΙΑ ΙΒΙΤΣ (ΟΣΦΠ, ΑΡΗΣ, ΑΕΚ)
– Θέση: Επιθετικός
– Χρονική περίοδος: 1994-1999 (ΟΣΦΠ), 2000-2002 (Άρης), 2002-2004 (ΑΕΚ)
– Συμμετοχές: 243 (146 ΟΣΦΠ, 23 Άρης, 74 ΑΕΚ)
– Τέρματα: 110 (80 ΟΣΦΠ, 7 Άρης, 23 ΑΕΚ)
Ο Ίλια Ίβιτς γεννήθηκε το 1971 στο Ζρένιανιν της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής Σερβίας) και ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα από την τοπική Προλέτερ. Το 1991 μετακινήθηκε στον Ερυθρό Αστέρα, όπου έμεινε μια τριετία (1991-1994). Το καλοκαίρι του 1994 ήρθε στην Ελλάδα και τον Ολυμπιακό, με τη φανέλα του οποίου αγωνίστηκε μέχρι το 1999, κατακτώντας τρία σερί πρωταθλήματα (1997, 1998 & 1999) και ένα Κύπελλο (1999). Σε 146 επίσημες συμμετοχές πέτυχε 80 τέρματα, όντας ένας επιθετικός με πολλές αρετές, δυναμικός, τεχνίτης, με ικανότητα να παίζει τόσο μέσα στην περιοχή όσο και περιφερειακά έξω από αυτή.
Το 1999 έφυγε για την Ιταλία και την Τορίνο, όμως το 2000 επέστρεψε στην Ελλάδα, αυτή τη φορά για λογαριασμό του Άρη, στον οποίο έμεινε ενάμισι χρόνο. Τον Ιανουάριο του 2002 ο Ίβιτς υπέγραψε στην ΑΕΚ, όπου ολοκλήρωσε την καριέρα του στο τέλος της σεζόν 2003/04. Με την “Ένωση” κατέκτησε ένα ακόμα Κύπελλο (2002), όπου σκόραρε το νικητήριο γκολ απέναντι στον Ολυμπιακό, τέρμα το οποίο δεν πανηγύρισε. Συνολικά σε ΟΣΦΠ, Άρη και ΑΕΚ, συμπλήρωσε 243 συμμετοχές και σημείωσε 110 τέρματα. Διετέλεσε αθλητικός διευθυντής τόσο στην ΑΕΚ όσο και στον Ολυμπιακό, ενώ απασχολείται και ως μάνατζερ παικτών.
11. ΝΤΑΡΚΟ ΚΟΒΑΤΣΕΒΙΤΣ (ΟΣΦΠ)
– Θέση: Σέντερ φορ
– Χρονική περίοδος: 2007-2009
– Συμμετοχές: 61
– Τέρματα: 31
Ο Ντάρκο Κοβάτσεβιτς γεννήθηκε το 1973 στο Κόβιν της Γιουγκοσλαβίας (σημερινής Σερβίας) και ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα από την Προλέτερ Ζρένιανιν. Το 1994 μετακινήθηκε στον Ερυθρό Αστέρα, όπου έσπασε τα κοντέρ, πετυχαίνοντας 37 γκολ σε 49 συμμετοχές. Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από την Σέφιλντ Γουένσντεϊ, κατέληξε στη Ρεάλ Σοθιεδάδ, όπου συνέχισε τις πολύ καλές του εμφανίσεις με 53 γκολ σε 110 επίσημα παιχνίδια. Το καλοκαίρι του 1999, ο Ντάρκο έκανε τη μεγάλη μεταγραφή πηγαίνοντας στη Γιουβέντους, όπου έμεινε μια διετία (1999-2001) με 26 γκολ σε 71 συμμετοχές. Στο ξεκίνημα της σεζόν 2001/02 πήγε στη Λάτσιο, αλλά λίγους μήνες αργότερα, στη χειμερινή μεταγραφική περίοδο, επέστρεψε στην Ισπανία και το Σαν Σεμπαστιάν. Στο δεύτερο πέρασμά του από τη Ρεάλ Σοθιεδάδ πέτυχε 54 γκολ σε 174 συμμετοχές και έγινε ο πρώτος ξένος σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου.
Στην τελευταία του σεζόν (2006/07), η Σοθιεδάδ υποβιβάστηκε και ο Κοβάτσεβιτς αναζήτησε τον επόμενο σταθμό της καριέρας του, καταλήγοντας στον Ολυμπιακό. Με τους “ερυθρόλευκους”, ο “Νταρκογκόλ” κατέκτησε στις δυο σεζόν του (2007-2009) ισάριθμα νταμπλ, πετυχαίνοντας 31 τέρματα σε 61 επίσημες συμμετοχές, ενώ πέτυχε το πρώτο γκολ της ομάδας του στον τελικό του Κυπέλλου του 2008 απέναντι στον Άρη. Ο Ντάρκο ήταν ένα κλασικό σέντερ φορ παλαιάς κοπής, ένας “φουνταριστός” μέσα στην περιοχή με εξαιρετικά τελειώματα, που μπορούσε να παίξει και με πλάτη στο τέρμα, ενώ ήταν πολύ καλός και στο ψηλό παιχνίδι. Το 2009 αναγκάστηκε να κρεμάσει πρόωρα τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, λόγω ενός καρδιακού προβλήματος. Ο Κοβάτσεβιτς φόρεσε 59 φορές τη φανέλα της Εθνικής Σερβίας, πετυχαίνοντας 10 γκολ.
* Ακολουθεί το poll του Contra.gr, στο οποίο μπορείτε να ψηφίσετε τον κορυφαίο Βαλκάνιο παίκτη από τους 11 του κειμένου! Με την ευκαιρία, στο αντίστοιχο poll για τους 11 ξένους προπονητές, σε σύνολο 15.043 ψήφων, ο Ερνέστο Βαλβέρδε ήρθε πρώτος με ποσοστό 52%, δεύτερος ήταν ο Ντούσαν Μπάγεβιτς (18%) και τρίτος ο Φέρεντς Πούσκας (7%)!
* Photo credits: eurokinissi.gr
* Πηγές: transfermarkt.de, soccerbase.gr, wiki