Οι 11 κορυφαίοι Σκανδιναβοί που έπαιξαν στην Ελλάδα
Το Contra.gr επέλεξε και σας παρουσιάζει τους έντεκα καλύτερους Σκανδιναβούς παίκτες που έχουν αγωνιστεί στο ελληνικό πρωτάθλημα. Χωρίς... σύστημα, αφού λείπουν κάποιες θέσεις, με τον Τροντ Σόλιντ στον πάγκο! Ψηφίστε στο poll στο τέλος του κειμένου τον κορυφαίο!
Μετά τα πέντε σχετικά προηγούμενα αφιερώματα του Contra.gr για τους καλύτερους έντεκα Ισπανούς, Αργεντίνους, Βραζιλιάνους και Βαλκάνιους παίκτες, αλλά και τους κορυφαίους έντεκα ξένους προπονητές που εργάστηκαν στη χώρα μας, συνεχίζουμε με τους έντεκα καλύτερους Σκανδιναβούς ποδοσφαιριστές που αγωνίστηκαν στην Ελλάδα. Είχαμε γράψει ότι η Αργεντινή και η Βραζιλία αποτελούν τις σημαντικότερες αγορές για το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Μια άλλη πολύ ξεχωριστή αγορά για ολόκληρη την Ευρώπη είναι η Σκανδιναβία, αφού οι παίκτες που προέρχονται από τα κράτη της (Δανία, Σουηδία, Νορβηγία), διαχρονικά έχουν ενισχύσει τους συλλόγους όλων των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, όχι μόνο με ονόματα πρώτης γραμμής (Σίμονσεν, Λέρμπι, Σόλσκιερ, Λάουντρουπ, Λιούνγκμπεργκ, Λάρσον, Φλο, Ρίισε, Ιμπραχίμοβιτς), αλλά και με παίκτες κάθε επιπέδου και χρηματικής αξίας.
Αρκετοί από αυτούς έχουν προσφέρει απλόχερα το ταλέντο τους, βοηθώντας τις ομάδες τους να ξεχωρίσουν, κατακτώντας τόσο εγχώριους όσο και ευρωπαϊκούς τίτλους. Οι Σκανδιναβοί ποδοσφαιριστές φημίζονται για την ποιότητά τους, για την πειθαρχία τους στα “θέλω” των προπονητών τους, για τη γενικότερη ψυχραιμία τους μέσα στο γήπεδο, το εγκεφαλικό τους παιχνίδι, τη σωστή ποδοσφαιρική τους παιδεία, την ξεχωριστή “βόρεια” ιδιοσυγκρασία τους και βέβαια τον επαγγελματισμό τους. Διαχρονικά συνεχίζουν να επανδρώνουν τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, αποτελώντας μια αρκετά συχνή επιλογή μικρών και μεγάλων συλλόγων της ηπείρου μας. Είναι προφανές ότι ούτε η Ελλάδα έμεινε αδιάφορη απέναντι στη σκανδιναβική ποδοσφαιρική πραγματικότητα.
Μπορεί να μην υπάρχει η εγγύτητα, μπορεί τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της χώρας μας να είναι τελείως διαφορετικά από εκείνα των σκανδιναβικών χωρών, όμως οι παίκτες που προέρχονται από αυτά τα κράτη, έχουν επιδείξει μια σπάνια προσαρμοστικότητα στις συνήθειες, τον τρόπο ζωής και φυσικά στο μεσογειακό κλίμα, που πάντα για αυτούς υπήρξε ένας σημαντικότατος πόλος έλξης. Όπως θα θυμάστε από τα προηγούμενα σχετικά αφιερώματα, η αγορά των ξένων παικτών άνοιξε στην Ελλάδα το 1971. Χρειάστηκε να περάσουν μερικά χρόνια, μέχρι να έρθουν στο πρωτάθλημά μας το 1977 οι πρώτοι δυο Σκανδιναβοί και ήταν αμφότεροι Δανοί: ο Ούλε Σκόμποε για τον Άρη και ο Νιλς Σόρενσεν για τον Ολυμπιακό.
Οι “ερυθρόλευκοι” έφεραν δυο χρόνια αργότερα, το 1979, τον Τόμας Άλστρομ, τον πρώτο Σουηδό που αγωνίστηκε στην Ελλάδα και ακολούθησε ο Παναθηναϊκός το 1981 με τον Άρνε Ντόκεν, τον πρώτο Νορβηγό στο ελληνικό πρωτάθλημα. Από εκεί και μετά, πήραν τη σκυτάλη διάφορες ομάδες, η σκανδιναβική παροικία μεγάλωσε και μέχρι σήμερα αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές του ελληνικού ποδοσφαίρου. Στο σημερινό κείμενο αποφασίσαμε να παραθέσουμε τους κορυφαίους έντεκα Σκανδιναβούς που έχουν αγωνιστεί στο πρωτάθλημά μας, μαζί με τον καλύτερο τεχνικό που έχει δουλέψει στη Superleague. Ας δούμε όμως πρώτα τί εννοούμε όταν λέμε “Σκανδιναβοί” παίκτες.
Αυτοί είναι οι κατά τη γνώμη μας 11 κορυφαίοι Σκανδιναβοί παίκτες που έχουν αγωνιστεί στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει σύστημα και “λογική” ομάδας, αφού “απουσιάζουν” κάποιες θέσεις. Η τοποθέτησή τους στη γραφική απεικόνιση είναι τελείως τυχαία. Στον πάγκο βρίσκεται ο Τροντ Σόλιντ.
Πρόκειται για τους ποδοσφαιριστές που προέρχονται από τη Σκανδιναβία, ιστορική και γεωγραφική περιοχή που απαρτίζεται από τρία κράτη, τη Δανία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία. Κάποιοι συνυπολογίζουν τη Φινλανδία, την Ισλανδία και τα Νησιά Φερόε, κάτι όμως που δεν είναι σωστό, αφού όλα αυτά τα έξι κράτη μαζί σχηματίζουν τις λεγόμενες “Νορδικές (Βόρειες) Χώρες”, με τη Σκανδιναβία να αποτελεί απλά ένα μέρος τους. Έτσι λοιπόν, στους έντεκα της επιλογής μας, “περιοριστήκαμε” στη Δανία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία, που είναι τα σκανδιναβικά κράτη με τη στενή-αυστηρή έννοια του όρου. Πριν προχωρήσουμε στο κείμενο, να ξεκαθαρίσουμε πρώτα δυο πράγματα.
Πρώτον, η επιλογή των “11” είναι καθαρά υποκειμενική, πιθανότατα κάποιοι να έχουν τις ενστάσεις τους – μαζί με διαφορετικές επιλογές -, κάτι απόλυτα κατανοητό και σεβαστό. Δεύτερον, στη λίστα δεν έχουν μπει απαραίτητα τα μεγαλύτερα ονόματα που ήρθαν στην Ελλάδα από τις Σκανδιναβικές χώρες, αλλά εκείνοι οι παίκτες που το πέρασμά τους από τη χώρα μας συνοδεύτηκε από επιτυχία. Δεν ενδιαφέρει τί μπορεί να έκαναν στις προηγούμενες ή τις επόμενες ομάδες τους, αλλά αποκλειστικά τί πρόσφεραν αγωνιζόμενοι στο ελληνικό πρωτάθλημα. Θα θέλαμε να παρουσιάσουμε τους έντεκα Σκανδιναβούς ως κανονική ομάδα, αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατό, αφού λείπουν παίκτες από συγκεκριμένες θέσεις.
ΤΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ 11 ΣΚΑΝΔΙΝΑΒΩΝ ΤΗΣ ΛΙΣΤΑΣ
Έτσι λοιπόν, στη γραφική απεικόνιση που βλέπετε πιο πάνω, τους τοποθετήσαμε τυχαία μέσα στο γήπεδο, χωρίς προφανώς να υπάρχει κάποιο σύστημα. Ας δούμε και μερικά στατιστικά στοιχεία από τη λίστα. Από τους 11, οι πέντε είναι Σουηδοί (Άλστρομ, Σάντμπεργκ, Ζέτερμπεργκ, Μέλμπεργκ, Μπεργκ), οι τέσσερις Δανοί (Σκόμποε, Νίλσεν, Χένρικσεν, Μικάελσεν) και οι δυο Νορβηγοί (Μίκλαντ, Ελαμπντελαουί). Ο Ολυμπιακός έχει τον πρώτο λόγο με πέντε παρουσίες (Άλστρομ, Σάντμπεργκ, Ζέτερμπεργκ, Μέλμπεργκ, Ελαμπντελαουί), ο Παναθηναϊκός ακολουθεί στη δεύτερη θέση με τέσσερις παρουσίες (Μίκλαντ, Χένρικσεν, Μικάελσεν, Μπεργκ) και η ΑΕΚ κλείνει το βάθρο με δυο παρουσίες (Σάντμπεργκ, Νίλσεν). Μονή εκπροσώπηση έχουν ο Άρης (Σκόμποε) και ο Ηρακλής (Νίλσεν).
Επειδή κάθε ομάδα χρειάζεται και τον πάγκο της, στους αναπληρωματικούς θα βάλουμε τους Μίκαελ Νίλσον (ΠΑΟ, 2005-09), Μπεν Κρίστενσεν (ΟΣΦΠ, 1993/94), Γιάκομπ Γιόχανσον (ΑΕΚ, 2015-18), Ντάνιελ Μαϊστόροβιτς (ΑΕΚ, 2008-10) και Ρότζερ Άλμπερτσεν (ΟΣΦΠ, 1982-85). Πάμε τώρα να επιλέξουμε και τον προπονητή τους. Στην Ελλάδα έχουν εργαστεί ελάχιστοι Σκανδιναβοί τεχνικοί, σκεφτείτε μόνο ότι από τον πάγκο του Παναθηναϊκού έχουν περάσει μόλις δυο (Γκούντερ Μπένγκτσον και Χανς Μπάκε), από εκείνον του Ολυμπιακού ένας (Τροντ Σόλιντ), από τον ΠΑΟΚ επίσης ένας (Γκούντερ Μπένγκτσον) ενώ από την ΑΕΚ κανένας. Οι μοναδικοί που έχουν κερδίσει τίτλους στη χώρα μας είναι ο Σόλιντ (νταμπλ με τον Ολυμπιακό τη σεζόν 2005/06) και ο Μπένγκτσον (δυο σερί Κύπελλα με τον ΠΑΟ, το 1988 και το 1989).
Μάλιστα στον τελικό του 1989, ήταν η πρώτη και μοναδική φορά που είχαμε “σκανδιναβική” μονομαχία στους πάγκους, για την ακρίβεια “σουηδική”, αφού προπονητής του Παναθηναϊκού ήταν ο Γκούντερ Μπένγκτσον, ενώ του Πανιωνίου ο συμπατριώτης του, Μπο Γιόχανσον. Για τον πάγκο της δικής μας ενδεκάδας προκρίναμε τον Σόλιντ, ακριβώς επειδή είναι ο μόνος Σκανδιναβός τεχνικός που έχει κατακτήσει πρωτάθλημα στην Ελλάδα. Πάμε τώρα στην αναλυτική παρουσίαση της εκλεκτής σκανδιναβικής ενδεκάδας (με χρονολογική σειρά άφιξης στην Ελλάδα), ξεκινώντας όμως από αυτόν που επιλέξαμε ως προπονητή της. Οι συμμετοχές και τα γκολ αφορούν όλες τις επίσημες διοργανώσεις (πρωτάθλημα, Κύπελλο, Ευρώπη).
ΤΡΟΝΤ ΣΟΛΙΝΤ (ΟΣΦΠ)
– Εθνικότητα: Νορβηγός
– Θέση: Προπονητής
– Χρονική περίοδος: 2005-2006
– Συμμετοχές: 66
– Στατιστικά: 45 νίκες, 6 ισοπαλίες, 15 ήττες
Ο Τροντ Σόλιντ γεννήθηκε το 1959 στο Μου Ι Ράνα της Νορβηγίας και έκανε καριέρα ως αμυντικός κυρίως στις Βαλερένγκα και Ρόζενμποργκ, ενώ αγωνίστηκε και 15 φορές με τη φανέλα της Εθνικής του. Από το 1992 συνέχισε ως προπονητής, κατακτώντας πρωταθλήματα τόσο με τη Ρόζενμποργκ (1998) όσο και με την Κλαμπ Μπριζ στο Βέλγιο (2003 & 2005). Το καλοκαίρι του 2005 ήρθε στην Ελλάδα, διαδεχόμενος τον Ντούσαν Μπάγεβιτς στην τεχνική ηγεσία του Ολυμπιακού. Στην πρώτη του σεζόν έφτασε στην κατάκτηση του νταμπλ, τερματίζοντας στην πρώτη θέση της Α’ Εθνικής με 70 βαθμούς, τρεις περισσότερους από ΑΕΚ και ΠΑΟ, τους οποίους νίκησε σε όλες τις αναμετρήσεις τους, ενώ οι “ερυθρόλευκοι” πέτυχαν νέο ρεκόρ με 16 συνεχόμενες νίκες. Στον τελικό του Κυπέλλου αντιμετώπισε την ΑΕΚ του Φερνάντο Σάντος, την οποία νίκησε 3-0 στο “Παγκρήτιο”.
Στην Ευρώπη ο Ολυμπιακός ήρθε τέταρτος στον όμιλο του Champions League, πίσω από Λιόν, Ρεάλ Μαδρίτης και Ρόζενμποργκ και έμεινε εκτός συνέχειας της διοργάνωσης. Η δεύτερη σεζόν του Νορβηγού στον πάγκο ξεκίνησε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Οι “ερυθρόλευκοι”, με τη συμπλήρωση 15 αγωνιστικών στα μέσα Δεκεμβρίου, ήταν πρώτοι με 39 βαθμούς και σημαντική διαφορά από ΑΕΚ (5 βαθμούς) και ΠΑΟ (8 βαθμούς). Όμως υπήρχε γενικευμένη γκρίνια για τα άσχημα ευρωπαϊκά αποτελέσματα, όπου για δεύτερη σερί χρονιά ο Ολυμπιακός είχε τερματίσει τελευταίος στον όμιλο του ChL, πίσω από Βαλένθια, Ρόμα και Σαχτάρ. Οι αποτυχίες στην Ευρώπη ήταν τελικά εκείνες που στοίχισαν στον Σόλιντ την απόλυσή του στις 28 Δεκεμβρίου του 2006. Πριν φύγει πάντως, είχε προλάβει να βάλει τις βάσεις για ένα ακόμα πρωτάθλημα, αυτό της σεζόν 2006/07.
01. ΟΥΛΕ ΣΚΟΜΠΟΕ (ΑΡΗΣ)
– Εθνικότητα: Δανός
– Θέση: Μέσος
– Χρονική περίοδος: 1977-1980 & 1983-1984
– Συμμετοχές: 107
– Τέρματα: 5
Ο Ούλε Σκόμποε είναι συνολικά ο πρώτος Σκανδιναβός που ήρθε στη χώρα μας. Γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1949 στο Άαρχους της Δανίας και ο Άρης τον απέκτησε ελεύθερο από τη σουηδική Χέλσινμποργκ τον Ιανουάριο του 1977. Ο Σκόμποε αγωνιζόταν κυρίως ως μέσος και υπήρξε από τους πρωταγωνιστές της μεγάλης ομάδας του Άρη εκείνης της εποχής με συμπαίκτες όπως ο Κούης, ο Σεμερτζίδης, ο Μπαλής, ο Ζήνδρος, ο Φοιρός, ο Πάλλας και άλλοι. Οι “κιτρινόμαυροι”, στην τριετία του Σκόμποε στην ομάδα, πέτυχαν υψηλά πλασαρίσματα στη βαθμολογία της Α’ Εθνικής, 6οι τη σεζόν 1977/78, 3οι τη σεζόν 1978/79 και ισόβαθμοι με τον Ολυμπιακό στην πρώτη θέση τη σεζόν 1979/80, εκεί όπου ο Άρης έχασε τον τίτλο στο μπαράζ του Βόλου (2-0).
Εκείνη την ίδια αγωνιστική περίοδο (1979/80), ο Σκόμποε και η παρέα του εντυπωσίασαν και την Ευρώπη με δυο ιστορικές προκρίσεις στο Κύπελλο UEFA, πρώτα απέναντι στην Μπενφίκα (1-2 & 3-1) και μετά στην Περούτζα (1-1 & 0-3), πριν υποκύψουν στον τρίτο γύρο απέναντι στην Σεντ Ετιέν. Ο Δανός έφυγε από τη Θεσσαλονίκη το καλοκαίρι του 1980, όμως επέστρεψε στον Άρη για τη σεζόν 1984/85, χωρίς πάντως αυτό το δεύτερο πέρασμά του από τους “κιτρινόμαυρους” να έχει την ίδια επιτυχία με το πρώτο. Ο Σκόμποε πέρασε και από τον πάγκο του Άρη ως προπονητής τη σεζόν 2003/04. Συνολικά ως παίκτης, συμπλήρωσε 107 επίσημες συμμετοχές και 5 γκολ.
02. ΤΟΜΑΣ ΑΛΣΤΡΟΜ (ΟΣΦΠ)
– Εθνικότητα: Σουηδός
– Θέση: Μέσος-Επιθετικός
– Χρονική περίοδος: 1979-1982
– Συμμετοχές: 48
– Τέρματα: 15
Ο Τόμας Άλστρομ είναι ο πρώτος Σουηδός που αγωνίστηκε στον Ολυμπιακό και γενικότερα στην Ελλάδα. Γεννήθηκε το 1952 και έκανε καριέρα στην Έλφσμποργκ, στην οποία αγωνίστηκε συνολικά έντεκα χρόνια (1970-1979 & 1982-1984). Την τριετία ανάμεσα στα δυο περάσματά του από τους “κίτρινους” της Σουηδίας, ήρθε στην Ελλάδα και φόρεσε τη φανέλα των “ερυθρόλευκων” (από τον Δεκέμβριο του 1979 μέχρι τον Ιανουάριο του 1982), με τους οποίους κατέκτησε ισάριθμα πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο (1981). Ο Άλστρομ έπαιζε κυρίως ως επιτελικός μέσος, αλλά είχε και επιθετικές αρετές, με αρκετά καλή σχέση με το σκοράρισμα.
Στον Ολυμπιακό πάντως έπαιξε περισσότερο ως επιθετικός. Στην πρώτη του σεζόν (1979/80) και πρώτη του επαγγελματικού πρωταθλήματος στην Ελλάδα, πέτυχε το δεύτερο τέρμα της ομάδας του στο μπαράζ του Βόλου απέναντι στον Άρη του Σκόμποε, “κλειδώνοντας” έτσι τον τίτλο για τον Ολυμπιακό με το τελικό 2-0. Στα τρία χρόνια που έμεινε στη χώρα μας, ο Άλστρομ συμπλήρωσε 48 επίσημες συμμετοχές και 15 γκολ με τη φανέλα των “ερυθρόλευκων”. Να πούμε ότι το 1974 υπήρξε μέλος της αποστολής της Εθνικής Σουηδίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Δυτικής Γερμανίας.
03. ΧΟΚΑΝ ΣΑΝΤΜΠΕΡΓΚ (ΑΕΚ, ΟΣΦΠ)
– Εθνικότητα: Σουηδός
– Θέση: Σέντερ φορ
– Χρονική περίοδος: 1984-1987 (ΑΕΚ), 1987 (ΟΣΦΠ)
– Συμμετοχές: 87 (85 ΑΕΚ, 2 ΟΣΦΠ)
– Τέρματα: 30 (όλα με ΑΕΚ)
Ο Χόκαν Σάντμπεργκ γεννήθηκε το 1958 στη Λεντβίκα της Σουηδίας και ξεκίνησε την καριέρα του από την Έρεμπρο (1976-1981). Το 1981 μετακινήθηκε στην Γκέτεμποργκ, όπου κατέκτησε τα πάντα: τρία σερί πρωταθλήματα (1982-1984), δυο Κύπελλα (1982 & 1983) και ένα Κύπελλο UEFA (1982). Το καλοκαίρι του 1984 ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό της ΑΕΚ, τη φανέλα της οποίας φόρεσε για μια τριετία (1984-1987). Αγωνίστηκε στη θέση του σέντερ φορ, όπου διακρίθηκε στο σκοράρισμα τόσο στο χαμηλό όσο και στο ψηλό παιχνίδι. Ήταν ψηλός (1.88μ.), δυνατός, γρήγορος και εντυπωσιακός στις τελικές του προσπάθειες.
Την πρώτη του σεζόν σημείωσε 15 τέρματα, τη δεύτερη 12, όμως την τρίτη μόνο 3, με αποτέλεσμα το καλοκαίρι του 1987 να μετακινηθεί στον Ολυμπιακό. Με τους “ερυθρόλευκους” δεν μπόρεσε να φτάσει στα ίδια επίπεδα απόδοσης, έπαιξε μόνο σε δυο παιχνίδια και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, αναχώρησε για την πατρίδα του και τη Σέντσβαλ, στην οποία αγωνίστηκε για μια σεζόν, πριν κρεμάσει οριστικά τα παπούτσια του. Στην ΑΕΚ συμπλήρωσε 85 επίσημες συμμετοχές με 30 γκολ, έναντι μόλις δυο συμμετοχών στον Ολυμπιακό. Ο Σάντμπεργκ φόρεσε 13 φορές τη φανέλα της Εθνικής Σουηδίας.
04. ΧΕΝΡΙΚ ΝΙΛΣΕΝ (ΑΕΚ, ΗΡΑΚΛΗΣ)
– Εθνικότητα: Δανός
– Θέση: Επιθετικός
– Χρονική περίοδος: 1987-1988 (ΑΕΚ), 1989 (Ηρακλής)
– Συμμετοχές: 56 (42 ΑΕΚ, 14 Ηρακλής)
– Τέρματα: 27 (26 ΑΕΚ, 1 Ηρακλής)
Ο Χένρικ Νίλσεν γεννήθηκε το 1965 στο Βίρουμ της Δανίας και ξεκίνησε την καριέρα του παίζοντας με την Κοπεγχάγη Β93 (1984-1987) στη Β’ Εθνική της χώρας του. Εκεί τον εντόπισε ο προπονητής της ΑΕΚ, Τόζα Βεσελίνοβιτς και ο παίκτης πήρε μεταγραφή το καλοκαίρι του 1987 στην “Ένωση”. Ο “κούκλος της Κοπεγχάγης”, όπως ήταν το παρατσούκλι του στην Ελλάδα, ήρθε για να αντικαταστήσει τον Χόκαν Σάντμπεργκ, δηλώνοντας μάλιστα κατά την άφιξή του ότι θα πετύχαινε περισσότερα γκολ από τον Σουηδό. Ο Νίλσεν έδειξε αμέσως τις επιθετικές του αρετές, σκοράροντας με μακρινά σουτ, κεφαλιές, αλλά και από τη βούλα του πέναλτι. Στην πρώτη του σεζόν (1987/88) έκανε την έκπληξη και βγήκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 21 γκολ, παραβιάζοντας την εστία της Βέροιας τέσσερις φορές στη νίκη της ΑΕΚ με 7-1!
Όλα άλλαξαν στην επόμενη σεζόν, όταν ανέλαβε νέος προπονητής ο Ντούσαν Μπάγεβιτς. Τα συχνά νυχτοπερπατήματα του Δανού δεν άρεσαν στον Ντούσκο και έτσι ο παίκτης έμεινε ελεύθερος τον Δεκέμβριο του 1988, υπογράφοντας στον Ηρακλή. Εκεί δεν μπόρεσε να αποδώσει τα αναμενόμενα και το καλοκαίρι του 1989 έφυγε από την Ελλάδα, παίζοντας στη συνέχεια κατά σειρά στις Φενέρμπαχτσε, Λιλ και Μπρόντμπι, πριν ολοκληρώσει πρόωρα την καριέρα του σε ηλικία 28 ετών λόγω ενός τραυματισμού. Σε 42 συμμετοχές με την ΑΕΚ, πέτυχε 26 τέρματα και σε 14 συμμετοχές με τον Ηρακλή, μόλις ένα. Παρά το γεγονός ότι έμεινε μόλις ενάμισι χρόνο στην “Ένωση”, αγαπήθηκε από τους φιλάθλους του “Δικέφαλου”.
05. ΕΡΙΚ ΜΙΚΛΑΝΤ (ΠΑΟ)
– Εθνικότητα: Νορβηγός
– Θέση: Κεντρικός χαφ
– Χρονική περίοδος: 1997-2000
– Συμμετοχές: 95
– Τέρματα: 5
Ο Έρικ Μίκλαντ γεννήθηκε το 1971 στο Ρίσερ της Νορβηγίας και ξεκίνησε την καριέρα του από την Μπρίνε, για να περάσει στη συνέχεια από την Σταρτ, να δοθεί δανεικός στην ολλανδική Ουτρέχτη και να καταλήξει στην αυστριακή Λιντς, από όπου τον πήρε ελεύθερο το καλοκαίρι του 1997 ο Παναθηναϊκός. Ο βραχύσωμος Νορβηγός (1.72μ.), τελείως αντίθετος με τα στερεότυπα των συμπατριωτών του παικτών, μπορεί να μη “γέμισε το μάτι” όταν ήρθε στην Ελλάδα, όμως μέσα στο γήπεδο αποδείχτηκε ένας καταπληκτικός χαφ, με ατελείωτα τρεξίματα και πληθωρική παρουσία στον δημιουργικό τομέα.
Ο Μίκλαντ αγαπήθηκε από τους φιλάθλους των “πράσινων” και παρά το γεγονός ότι στην τριετία που έμεινε στη χώρα μας, ο ΠΑΟ δεν κατέκτησε κανένα τίτλο, το “κουνούπι” (όπως ήταν το παρατσούκλι του λόγω του τρόπου με τον οποίο πανηγύριζε, κουνώντας χέρια και πόδια) άφησε τις καλύτερες αναμνήσεις πίσω του, όταν έφυγε για να συνεχίσει την καριέρα του στη Μόναχο 1860 και στην Κοπεγχάγη, με την οποία πήρε δυο πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο. Με τη φανέλα του Παναθηναϊκού συμπλήρωσε 95 επίσημες συμμετοχές πετυχαίνοντας και 5 γκολ. Έγινε διεθνής 78 φορές με την Εθνική Νορβηγίας (2 γκολ), παίρνοντας μέρος στα Μουντιάλ του 1994 και του 1998, καθώς και στο EURO του 2000.
06. ΡΕΝΕ ΧΕΝΡΙΚΣΕΝ (ΠΑΟ)
– Εθνικότητα: Δανός
– Θέση: Κεντρικός αμυντικός
– Χρονική περίοδος: 1999-2005
– Συμμετοχές: 208
– Τέρματα: –
Ο Ρενέ Χένρικσεν είναι χωρίς αμφιβολία ο κορυφαίος Σκανδιναβός που έχει αγωνιστεί στη χώρα μας, αυτός με τη μεγαλύτερη προσφορά και την καθολική αναγνώριση της αξίας του από όλους τους Έλληνες φίλαθλους. Γεννήθηκε το 1969 στο Γκλόστρουπ της Δανίας και στη διάρκεια της καριέρας του έπαιξε μόνο σε δυο ομάδες, την Ακαντέμισκ Μπόλντκλουμπ στην Κοπεγχάγη και τον Παναθηναϊκό. Ο Χένρικσεν έπαιξε 11 χρόνια στην ΑΒ (1988-1999) και το καλοκαίρι του 1999 ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό των “πράσινων”. Ένας εκπληκτικός κεντρικός αμυντικός, με μοναδική αντίληψη του παιχνιδιού, με τέλειες τοποθετήσεις, κομψότητα στις κινήσεις, υψηλή τεχνική, πανέξυπνος και εγκεφαλικός, με καίριες αντιδράσεις και ηγετικές αρετές, ένας πληρέστατος παίκτης.
Έμεινε μια εξαετία στον ΠΑΟ και ήταν από τους πρωταγωνιστές στο νταμπλ του 2004, αλλά και στις δυο σημαντικές πορείες στην Ευρώπη, τη σεζόν 2001/02 στους “8” του Champions League και τη σεζόν 2002/03 στους “8” του Κυπέλλου UEFA. Το 2000 αναδείχθηκε κορυφαίος Δανός παίκτης της χρονιάς, ενώ με την Εθνική Δανίας είχε 66 συμμετοχές (τις 25 ως αρχηγός), παίρνοντας μέρος σε δυο Παγκόσμια Κύπελλα (1998 & 2002) και σε δυο EURO (2000 & 2004). Με τον Παναθηναϊκό έφτασε τις 208 συμμετοχές και είναι πρώτος σε αυτή τη λίστα από όλους τους Σκανδιναβούς που έχουν αγωνιστεί στην Ελλάδα. Το καλοκαίρι του 2005 επέστρεψε στη Δανία και την ΑΒ, στην οποία έκλεισε την καριέρα του. Το 2018 διαγνώστηκε με καρκίνο του μυελού των οστών, όμως κατάφερε να ξεπεράσει το πρόβλημα υγείας του.
07. ΠΑΡ ΖΕΤΕΡΜΠΕΡΓΚ (ΟΣΦΠ)
– Εθνικότητα: Σουηδός
– Θέση: Μεσοεπιθετικός
– Χρονική περίοδος: 2000-2003
– Συμμετοχές: 108
– Τέρματα: 12
Ο Παρ Ζέτερμπεργκ γεννήθηκε το 1970 στο Φάλκενμπεργκ της Σουηδίας και ξεκίνησε την καριέρα του από την τοπική ομάδα, για να μεταπηδήσει όμως σχεδόν αμέσως στη βελγική Άντερλεχτ, στην οποία αγωνίστηκε από το 1989 μέχρι και το 2000, με μια διετή παρένθεση (1991-1993), όταν είχε δοθεί ως δανεικός στη Σαρλερουά. Το καλοκαίρι του 2000 πήρε μεταγραφή στον Ολυμπιακό, στον οποίο έμεινε για τρία χρόνια, μέχρι το 2003, όταν και επέστρεψε στην Άντερλεχτ, όπου μετά από μια ακόμη τριετία (2003-2006) κρέμασε οριστικά τα παπούτσια του. Ο Ζέτερμπεργκ αγωνιζόταν ως χαφ, αλλά και ως μεσοεπιθετικός, με πολύ καλές επιδόσεις στο σκοράρισμα.
Με τους “ερυθρόλευκους” κατέκτησε ισάριθμα πρωταθλήματα στην τριετία του στον Πειραιά, τα δυο τελευταία εξ αυτών στις ισοβαθμίες με ΑΕΚ και ΠΑΟ. Ήταν αγαπητός στους φίλους του Ολυμπιακού λόγω του ήσυχου, φιλικού και ευγενικού χαρακτήρα του. Εκπροσώπησε 30 φορές την Εθνική Σουηδίας, πετυχαίνοντας 6 τέρματα. Με τους “ερυθρόλευκους” έφτασε τις 108 επίσημες συμμετοχές και τα 12 γκολ (ένα από αυτά το 2002 στο ιστορικό 6-2 του Ολυμπιακού επί της Μπάγερ Λεβερκούζεν). Με την Άντερλεχτ κατέκτησε 6 πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο Βελγίου. Στη διάρκεια της καριέρας του πέτυχε συνολικά 81 γκολ και μοίρασε 61 ασίστ.
08. ΓΙΑΝ ΜΙΚΑΕΛΣΕΝ (ΠΑΟ)
– Εθνικότητα: Δανός
– Θέση: Δεξί χαφ
– Χρονική περίοδος: 2001-2004
– Συμμετοχές: 106
– Τέρματα: 6
Ο Γιάν Μικάελσεν γεννήθηκε το 1970 στη Νάντη της Γαλλίας και ξεκίνησε την καριέρα του παίζοντας σε μικρές ομάδες της Δανίας (Σβέντμποργκ, Βάνλοσε, Χέλερουπ), μέχρι το 1996, όταν μετακινήθηκε στην Ακαντέμισκ Μπόλντκλουμπ, όπου έμεινε για πέντε χρόνια (1996-2001), έχοντας στα πρώτα τρία από αυτά συμπαίκτη του τον Ρενέ Χένρικσεν. Το καλοκαίρι του 2001 αποκτήθηκε από τον Παναθηναϊκό, όπου ξαναβρήκε τον Χένρικσεν και έμεινε στους “πράσινους” για μια τριετία (2001-2004), κατακτώντας και αυτός το νταμπλ του 2004. Αμέσως μετά έφυγε για τη Νορβηγία και τη Χαμ-Καμ, στην οποία έμεινε μέχρι το 2008, όταν και κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.
Ήταν και αυτός παρών στις δυο πορείες του ΠΑΟ στην Ευρώπη, τη σεζόν 2001/02 στους “8” του Champions League και τη σεζόν 2002/03 στους “8” του Κυπέλλου UEFA. Αγωνίστηκε στη θέση του δεξιού χαφ, αλλά και σε αυτή του δεξιού εσωτερικού χαφ, ένας μέσος με ατελείωτα τρεξίματα, ένας ακούραστος εργάτης στο χώρο του κέντρου, ένα πραγματικό “μηχανάκι” με μοναδικά πνευμόνια! Τελείως μακριά από τα χαρακτηριστικά των Βόρειων, ο Μικάελσεν είχε μεσογειακή ιδιοσυγκρασία, γι’ αυτό και ταυτίστηκε τόσο πολύ με τον σύλλογο και τους φιλάθλους, που τον αγάπησαν όσο λίγους ξένους. Φόρεσε 20 φορές τη φανέλα της Εθνικής Δανίας (1 γκολ) και πήρε μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002. Με τον Παναθηναϊκό έφτασε τις 106 επίσημες συμμετοχές και τα 6 τέρματα.
09. ΟΥΛΟΦ ΜΕΛΜΠΕΡΓΚ (ΟΣΦΠ)
– Εθνικότητα: Σουηδός
– Θέση: Κεντρικός αμυντικός
– Χρονική περίοδος: 2009-2012
– Συμμετοχές: 106
– Τέρματα: 9
Ο Ούλοφ Μέλμπεργκ γεννήθηκε το 1977 στο Γκούλσπανγκ της Σουηδίας και είναι το μεγαλύτερο όνομα Σκανδιναβού ποδοσφαιριστή που έχει αγωνιστεί στη χώρα μας. Ξεκίνησε την καριέρα του από την Ντέγκερφορς και ένα χρόνο αργότερα μεταπήδησε στην ΑΙΚ Στοκχόλμης, από όπου πήρε μεταγραφή το καλοκαίρι του 1998 για την Ράθινγκ του Σανταντέρ, όπου έμεινε μια τριετία (1998-2001). Εκεί καθιερώθηκε, οι καλές του εμφανίσεις προκάλεσαν το ενδιαφέρον συλλόγων όπως η Μπαρτσελόνα και η Βαλένθια, όμως τελικά το καλοκαίρι του 2001 πήγε στην Αγγλία και την Άστον Βίλα. Με τους “χωριάτες” έπαιξε επτά χρόνια, αγαπήθηκε από τους φιλάθλους της Βίλα και θωρείται ένας από τους σημαντικότερους παίκτες στην ιστορία του συλλόγου. Το καλοκαίρι του 2008, ο Μέλμπεργκ έκανε το μεγάλο βήμα, παίρνοντας μεταγραφή στη Γιουβέντους, όμως ένα χρόνο αργότερα άφησε το Τορίνο και ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Ολυμπιακού, στον οποίο αγωνίστηκε μια τριετία (2009-2012).
Με τους “ερυθρόλευκους” κατέκτησε δυο πρωταθλήματα (2011 & 2012) και ένα Κύπελλο (2012). Ένας καταπληκτικός κεντρικός αμυντικός (που ενίοτε έπαιζε και δεξί μπακ), πραγματική εγγύηση για τα μετόπισθεν, εγκεφαλικός, σχεδόν ανίκητος στον αέρα, με καλή τεχνική και σωστή αντίληψη του χώρου, έξυπνες και γρήγορες αντιδράσεις, ο Μέλμπεργκ υπήρξε πάντοτε η πρώτη και βασική επιλογή στην άμυνα του Ολυμπιακού, όποιος και αν ήταν ο προπονητής στον πάγκο. Το καλοκαίρι του 2012, ο Σουηδός επέστρεψε στην Ισπανία και έπαιξε στη Βιαγιαρεάλ, την οποία βοήθησε να επανέλθει στην Πριμέρα Ντιβισιόν και αμέσως μετά ολοκλήρωσε την καριέρα του στην Κοπεγχάγη, όπου έπαιξε για μια σεζόν (2013-2014). Με 117 εμφανίσεις (και 8 γκολ) στην Εθνική Σουηδίας, είναι ο 6ος παίκτης της χώρας του με τις περισσότερες διεθνείς συμμετοχές, υπήρξε αρχηγός της και πήρε μέρος σε δυο Παγκόσμια Κύπελλα (2002 & 2006) και σε τέσσερα EURO (2000, 2004, 2008 & 2012). Στον Ολυμπιακό συμπλήρωσε 106 συμμετοχές και πέτυχε 9 τέρματα.
10. ΜΑΡΚΟΥΣ ΜΠΕΡΓΚ (ΠΑΟ)
– Εθνικότητα: Σουηδός
– Θέση: Σέντερ φορ
– Χρονική περίοδος: 2013-2017
– Συμμετοχές: 151
– Τέρματα: 95
Ο Μάρκους Μπεργκ είναι το δεύτερο σημαντικότερο όνομα Σκανδιναβού (μετά τον Μέλμπεργκ) που έχει έρθει στην Ελλάδα, με διαφορά ο μεγαλύτερος σκόρερ και διαχρονικά ένας από τους καλύτερους και πιο παραγωγικούς επιθετικούς στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Γεννήθηκε το 1986 στο Τόρσμπι της Σουηδίας, πέρασε από τις ακαδημίες της Γκέτεμποργκ και από εκεί πέρασε το 2005 στην πρώτη ομάδα, όπου έμεινε δυο χρόνια, κατακτώντας στη δεύτερη σεζόν του (2007) το πρωτάθλημα Σουηδίας. Το καλοκαίρι του 2007 πήρε μεταγραφή στην ολλανδική Χρόνινγκεν για να αντικαταστήσει τον Λουίς Σουάρες, έμεινε εκεί άλλα δυο χρόνια (2007-2009) και στη συνέχεια πήγε στο Αμβούργο, όπου έμεινε μέχρι το 2013, εκτός από τη σεζόν 2010/11 που δόθηκε δανεικός στην PSV Αϊντχόφεν. Το καλοκαίρι του 2013 ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Παναθηναϊκού, με τον οποίο υπέγραψε τετραετές συμβόλαιο.
Φορώντας τη φανέλα των “πράσινων”, ο Μπεργκ πραγματοποίησε εξαιρετικές εμφανίσεις και στα τέσσερα χρόνια της παρουσίας του στο σύλλογο, πέτυχε χατ-τρικ στον τελικό του Κυπέλλου του 2014 εναντίον του ΠΑΟΚ (4-1), ισοφάρισε το ρεκόρ του Αντωνιάδη σε ευρωπαϊκό ματς, σημειώνοντας 4 γκολ εναντίον της Μίντιλαντ, ισοφάρισε το ρεκόρ των Βαζέχα και Βλάοβιτς στο ελληνικό πρωτάθλημα με πέντε γκολ εναντίον του Πανθρακικού και την τελευταία του σεζόν (2016/17) αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της Σούπερ Λιγκ με 22 τέρματα, μόλις ο δεύτερος Σκανδιναβός που το έχει πετύχει στην Ελλάδα μετά τον Χένρικ Νίλσεν της ΑΕΚ το 1987/88. Το καλοκαίρι του 2017 παραχωρήθηκε στην Αλ Αΐν των ΗΑΕ, όπου κατέκτησε το νταμπλ και από το 2019 αγωνίζεται στη ρωσική Κράσνονταρ. Ο Μπεργκ είναι διεθνής 76 φορές με τη Σουηδία (21 γκολ) και έχει πάρει μέρος στο EURO του 2016 και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2018. Με τον Παναθηναϊκό έφτασε τις 151 συμμετοχές και τα 95 γκολ.
11. ΟΜΑΡ ΕΛΑΜΠΝΤΕΛΑΟΥΙ (ΟΣΦΠ)
– Εθνικότητα: Νορβηγός
– Θέση: Δεξί μπακ
– Χρονική περίοδος: 2014-Σήμερα
– Συμμετοχές: 169
– Τέρματα: 11
Ο Ομάρ Ελαμπντελαουί, ο τελευταίος της λίστας και ο μοναδικός αυτής που συνεχίζει να αγωνίζεται στην Ελλάδα (αν και τις τελευταίες μέρες ακούγονται διάφορα για πιθανή μεταγραφή του στο εξωτερικό), γεννήθηκε το 1991 στο Σούρνανταλ της Νορβηγίας (με καταγωγή από το Μαρόκο) και σε ηλικία 16 ετών πήγε στις ακαδημίες της Μάντσεστερ Σίτι. Στη συνέχεια προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα, χωρίς όμως να αγωνιστεί στην Πρέμιερ και δόθηκε δανεικός κατά σειρά στη νορβηγική Στρέμσγκοντσετ (2011), στην ολλανδική Φέγενορντ (2012) και στη γερμανική Άιντραχτ Μπράουνσβαϊγκ (2013), με την οποία κέρδισε την άνοδο στην Μπουντεσλίγκα. Η Μπράουνσβαϊγκ τον απέκτησε από τη Σίτι το καλοκαίρι του 2013 και ένα χρόνο αργότερα, ο Ομάρ ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Ολυμπιακού.
Εκτός από το πρώτο εξάμηνο του 2017, όταν δόθηκε δανεικός στη Χαλ Σίτι, παραμένει στο ρόστερ των “ερυθρόλευκων”, με τους οποίους έχει κατακτήσει τέσσερα πρωταθλήματα (2015, 2016, 2017 & 2020) και ένα Κύπελλο (2015). Σταθερή αξία στο δεξί άκρο της άμυνας (μπορεί να παίξει και ως δεξί χαφ), ο Ομάρ έχει βελτιωθεί με το πέρασμα των χρόνων, ενώ πρέπει να πούμε ότι στη διάρκεια της φετινής σεζόν (2019/20) φόρεσε και το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Είναι 44 φορές διεθνής με την Εθνική Νορβηγίας, ενώ με τον Ολυμπιακό έχει συμπληρώσει ήδη 169 επίσημες συμμετοχές και έχει πετύχει 11 τέρματα.
* Ακολουθεί το poll του Contra.gr, στο οποίο μπορείτε να ψηφίσετε τον κορυφαίο Σκανδιναβό παίκτη από τους 11 του κειμένου! Με την ευκαιρία, να θυμίσω ότι στα παλαιότερα σχετικά αφιερώματα, κορυφαίος Αργεντίνος είχε ψηφιστεί ο Χουάν Ραμόν Ρότσα με ποσοστό 23%, κορυφαίος Βραζιλιάνος ο Ζιοβάνι με 39%, κορυφαίος Βαλκάνιος ο Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς με 59% και κορυφαίος ξένος προπονητής ο Ερνέστο Βαλβέρδε με 51%.
* Photo credits: eurokinissi.gr
* Πηγές: transfermarkt.de, soccerbase.gr, wiki