O Πέρσι Ολιβάρες στην πιο τρελή συνέντευξη της ζωής του στο Contra.gr
Είναι ένας από τους πιο αγαπητούς, αλλά και συνάμα πιο απίθανους χαρακτήρες που πέρασαν από τα ελληνικά γήπεδα. Ο Πέρσι Ολιβάρες, 16 χρόνια αφότου έφυγε από την Ελλάδα, ανοίγει την καρδιά του στο Contra.gr και ιντριγκάρει. Μιλάει για ΠΑΟΚ, Παναθηναϊκό, Αναστασιάδη, συμπαίκτες, αντιπάλους, γκολ, ανέκδοτα σκηνικά της καριέρας του στο ποδοσφαιροκοσμό μας και τη ζωή του μετά. Μια συνέντευξη που θα διαβάζεις ξανά και ξανά... Υπάρχει και VIDEO στα ελληνικά.
Αποτελεί μία από τις πιο επικές μορφές της τελευταίας 20ετίας στα ελληνικά γήπεδα. Μια μορφή που άφησε τη σφραγίδα της στο ποδόσφαιρο της χώρας μας φορώντας τα χρώματα πρώτα του ΠΑΟΚ και στη συνέχεια του Παναθηναϊκού. Ο λόγος φυσικά για τον Πέρσι Ολιβάρες, τον Περουβιανό ακραίο μπακ που έκανε συνώνυμο του ονόματός του την ποδοσφαιρική τρέλα και κατάφερε να γίνει αγαπητός σε όλο το φίλαθλο κόσμο, ανεξαρτήτου χρώματος.
Μπορεί να έχουν περάσει σχεδόν 16 χρόνια από την τελευταία φορά που τον είδαμε να αγωνίζεται στην Ελλάδα, μπορεί εδώ και αρκετό καιρό να έχει κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, αλλά δεν ξεχνάει την Ελλάδα και τα όσα έζησε εδώ. Ούτε ο κόσμος τον ξεχνάει. Πώς άλλωστε να ξεχάσεις έναν τέτοιο ποδοσφαιριστή, μια τέτοια προσωπικότητα;
Τον εντοπίσαμε στη Λίμα, στην πρωτεύουσα του Περού. Περίπου 11.500 χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα. Εκεί ζει και εργάζεται πλέον, παραμένοντας δίπλα στο άθλημα που αγαπά, το ποδόσφαιρο. Η πρώτη ερώτηση ήταν αν θέλει να κάνουμε μια συνέντευξη και να θυμηθούμε μαζί μία προς μία στιγμές, καταστάσεις, αγώνες και πρόσωπα από την Ελλάδα. Η απάντηση του Πέρσι μέσα σε κλίμα συγκίνησης ήταν “φυσικά. Μου έχετε δώσει τόσα σαν λαός που θα αυτό είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω”.
Τον Ολιβάρες τον είχα δει να αγωνίζεται, όμως, δεν τον γνώριζα ως άνθρωπο. Μέσα από τις συζητήσεις μας, κατάλαβα πόσο ξεχωριστός είναι. Και πόσο κρίμα ήταν που δεν τον “κρατήσαμε” περισσότερα χρόνια στη χώρα μας. Αλλά επειδή η ζωή δεν ξέρεις πώς τα φέρνει, μπορεί να τον ξαναδούμε όπως θα αποκαλύψει ο ίδιος παρακάτω.
ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΥΠΟΔΟΧΗ ΣΤΟΝ ΠΑΟΚ
Ο Πέρσι Ολιβάρες, για όσους δεν θυμούνται ή δεν γνωρίζουν, ήρθε στον ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 1997 ως ένα μεγάλο όνομα, με πολλές συμμετοχές σε Κόπα Αμέρικα με την Εθνική ομάδα του Περού και θητεία σε συλλόγους όπως η Τενερίφη και η Νυρεμβέργη. Η έλευσή του στην ομάδα προκάλεσε ενθουσιασμό στις τάξεις των φιλάθλων που έσπευσαν κατά χιλιάδες για να τον υποδεχθούν στο αεροδρόμιο όταν πάτησε για πρώτη φορά το πόδι του στη Θεσσαλονίκη. Κάτι που ακόμη και σήμερα δεν μπορεί να ξεχάσει:
“Έχω φωτογραφίες εδώ και τις βλέπω συχνά. Δεν περίμενα με τίποτα τέτοια υποδοχή που μου είχαν κάνει οι φίλοι του ΠΑΟΚ τότε. Δεν το περίμενα ποτέ αυτό. Εγώ απλά νόμιζα ότι θα πάω στο αεροδρόμιο και μετά κατευθείαν στο ξενοδοχείο. Με αποθέωσαν! Και εντάξει ήμουν πολύ χαρούμενος για όλο αυτό. Ήθελε ο Θεός να γίνει έτσι. Θα σου πω την αλήθεια, δεν ήμουν πολύ χαρούμενος όταν πήγα, γιατί δεν ήξερα τίποτα για τον ΠΑΟΚ. Αλλά πιστεύω πάρα πολύ στο Θεό. Και πιστεύω ότι κι Εκείνος ήθελε να γίνει έτσι”, θα μου πει ο Πέρσι.
Τι είναι όμως αυτό που θυμάται πιο έντονα από εκείνη την ημέρα; “Θυμάμαι κάθε στιγμή. Από την πρώτο λεπτό που ήμουν στο αεροδρόμιο και μου είπε ο Κώστας Ορφανός (σ.σ. τότε αντιπρόεδρος του ΠΑΟΚ) ότι πρέπει να υπογράψω. Εγώ του εξήγησα πως δεν είχα μάνατζερ και του ζήτησα να έρθει ένας άνθρωπος να με βοηθήσει με τη διαδικασία. Και μου είπε “όχι πρέπει να το κάνεις τώρα” και διαφώνησα. Μου απάντησε “εντάξει θα πας στην προετοιμασία της ομάδας, μην υπογράψεις και αν είσαι καλός θα μείνεις”. Δεν ήξερα πολλά πράγματα για τον ΠΑΟΚ. Όταν ήμουν στο Περού, μου είπαν, Πέρσι θα πας εκεί (σ.σ. στην Ελλάδα) και όλα θα είναι καλά. Αλλά από την πρώτη στιγμή που ήρθα έγινε μπέρδεμα. Τελικά όλα πήγαν καλά στη συνέχεια…”.
Λίγο καιρό αργότερα, στην πρώτη του προετοιμασία με τον ΠΑΟΚ τι έγινε όμως; “Όταν πήγα εκεί θυμάμαι ότι όλοι γέλαγαν στην αρχή. Θυμάμαι είδα όλη την ομάδα στο ξενοδοχείο και ο Σιδηρόπουλος μου έκανε ένα αστείο. Μου έκανε πλάκα και εντάξει εγώ δεν είπα κάτι μόνο ένα “να είσαι καλά” και όλοι γελούσαν. Έβλεπα τι γινόταν, αλλά δεν είπα κάτι. Μετά από αυτό είχαμε προπόνηση και έκανα πολλά πράγματα στο γήπεδο, ήμουν πολύ καλός. Όταν τελείωσε η προπόνηση και πήγαμε στα αποδυτήρια, θυμάμαι ο Άγγελος Αναστασιάδης έκανε πλάκα με τον Σιδηρόπουλο. Και του λέει “μετά από αυτό που έκανες στον Πέρσι δεν θα ξαναπαίξεις”, για πλάκα. Μετά από αυτά που είδε ο Αναστασιάδης σε εκείνη την προπόνηση με έκανε βασικό”.
ΤΑ ΚΛΑΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΤΟΥΜΠΑ
Ο Πέρσι Ολιβάρες είναι ένας ιδιαίτερα συναισθηματικός άνθρωπος. Και αυτό φυσικά τον επηρέασε και στην ποδοσφαιρική του καριέρα. Τις πρώτες μέρες του στην Θεσσαλονίκη αντιμετώπισε δυσκολίες, αλλά ήταν “μαχητής” και είχε μάθει στη ζωή του να τις ξεπερνά.
“Οι πρώτες μέρες στη Θεσσαλονίκη ήταν δύσκολες. Πιο πολύ απ’ όλα με τη γλώσσα. Ήταν διαφορετική χώρα, αλλά οι Έλληνες ταιριάζουν σαν λαός με εμάς και αυτό με βοήθησε. Μετά τους πρώτους μήνες ήταν φυσιολογικά. Δεν ήταν κάτι που δεν ήξερα. Έμενα μέσα στη Θεσσαλονίκη. Πρώτα ήρθα μόνος μου για ένα μήνα και μετά ήρθε η οικογένεια μου. Στην αρχή οι οπαδοί του ΠΑΟΚ δεν γνώριζαν ποιος είμαι όταν με έβλεπαν στο δρόμο. Αλλά από τη στιγμή που έπαιξα το πρώτο παιχνίδι μου στην Τούμπα όλα άλλαξαν”.
Η κατάλληλη πάσα δόθηκε. Τι θυμάται ο Πέρσι Ολιβάρες από την Τούμπα; “Τα θυμάμαι ΟΛΑ. Θυμάμαι τα πάντα και στο λέω αληθινά. Νομίζω ότι όταν ξαναπάω στην Τούμπα θα βάλω και πάλι τα κλάματα. Την πρώτη φορά που έπαιζα σε αυτό το γήπεδο έκλαιγα. Δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα συναισθήματά μου. Ο κόσμος δεν με είδε, αλλά εγώ μέσα στο γήπεδο έπαιζα και έκλαιγα από συγκίνηση. Πάντα θα το θυμάμαι αυτό. Θυμάμαι τον κόσμο που φώναζε. Φώναζε πάντα στην Τούμπα συνθήματα για την ομάδα και μας βοηθούσε. Ο κόσμος με αγαπούσε. Ήταν για μένα πάρα πολύ σημαντικό όλο αυτό που μου χάρισαν”.
Μιλάω στα παιδιά μου γι’ αυτό το παιχνίδι. Μπορεί να είχα πεθάνει, αλλά ο Θεός ήθελε να παίξω. Και έβαλα δύο γκολ!
Καθώς προχωρούσε η συζήτηση, θυμόταν όλο και περισσότερα γεγονότα από την καριέρα του στην Ελλάδα. Γεγονότα που όσοι βρίσκονταν έξω από την ομάδα δεν γνώριζαν. Όπως το παιχνίδι που τον σημάδεψε. Το ματς για το οποίο μιλάει μέχρι σήμερα στα παιδιά του για να τους εξηγήσει πόσο σημαντικό είναι να θες κάτι πάρα πολύ και να παλεύεις γι’ αυτό.
Ήταν το παιχνίδι για την 9η αγωνιστική του πρωταθλήματος της σεζόν 1998-99. Αντίπαλος η ΑΕΚ στην κατάμεστη Τούμπα. Ο Ολιβάρες δεν μπορούσε με τίποτα να χάσει αυτό το ματς. Ό,τι και να γινόταν ήθελε να παίξει. Μόνο που υπήρχε ένα… πρόβλημα. Στο παιχνίδι της προηγούμενης αγωνιστικής με αντίπαλο τον Ολυμπιακό ξανά στην Τούμπα, είχε τραυματιστεί στο γόνατο και είχε γίνει αναγκαστική αλλαγή μετά από 35 λεπτά αγώνα.
“Θυμάσαι το παιχνίδι με την ΑΕΚ; Σε εκείνο το ματς έπαιξα τραυματίας. Μια βδομάδα πριν είχα τραυματιστεί στο γόνατο. Ο γιατρός τότε μου είπε πως δεν θα ξαναπαίξω για τρεις μήνες. Εγώ μόλις το άκουσα έκλαψα πάρα πολύ. Για εμένα ήταν το χειρότερο να μην μπορώ να παίξω για τόσο μεγάλο διάστημα. Αυτή τη βδομάδα μετά τον Ολυμπιακό υποδεχόμασταν την ΑΕΚ. Έκανα προπόνηση τραυματίας και ο γιατρός μου είπε “Πέρσι δεν γίνεται να κάνεις προπόνηση”. Αλλά εγώ έκανα. Μίλησα με τον Άγγελο Αναστασιάδη και με ρώτησε αν θέλω να κάνω προπόνηση. Του είπα θέλω να κάνω και το δέχτηκε. Την πρώτη μέρα, την Τρίτη έκανα προπόνηση και πήγα γύρω γύρω από το γήπεδο για τρέξιμο. Δεν ήμουν καλά.
Την Τετάρτη πάω πάλι για να κάνω πιο εντατική προπόνηση. Την Πέμπτη είχαμε οικογενειακό διπλό αλλά δεν ήμουν ούτε τότε καλά. Έτσι μου είπε ο Αγγελος “μπορείς να παίξεις την Κυριακή;” Του είπα θέλω, αλλά δεν ξέρω αν θα μπορώ. Τότε ο Μπάμπης (σ.σ. Μιχαηλίδης), ο γυμναστής, μου είπε Πέρσι πάμε να κάνουμε κάτι να δούμε αν μπορείς ή όχι. Ήταν πολύ αργά θυμάμαι όλοι είχαν πάει σπίτι και εγώ ήμουν στο γήπεδο με τον Μπάμπη. Του έλεγα ότι πονάω και μου είπε εντάξει θα δούμε την Παρασκευή πώς θα είσαι.
Πήγα την άλλη μέρα και ήμουν καλύτερα και του είπα θέλω να παίξω. Ένιωθα καλά αλλά όταν περπατούσα είχα κάποιες ενοχλήσεις και αυτό φαινόταν. Την ημέρα του αγώνα έπαιξα κανονικά και έβαλα δύο γκολ. Έτσι όπως ήμουν! Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Οι γιοι μου ασχολούνται με τη μπάλα και όταν με ρωτούν τι θυμάμαι περισσότερο στη ζωή μου ως ποδοσφαιριστής, τους μιλάω για εκείνο το ματς. Σε όλη τη ζωή μου αυτό θυμάμαι πιο πολύ. Δεν ξέρω πώς έπαιξα σε εκείνο το παιχνίδι. Για μένα ήταν από το Θεό αυτό. Τους το αναφέρω ως παράδειγμα. Να ξέρουν ότι όταν θέλεις τόσο πολύ να παίξεις, κάτι θα γίνει. Δεν ξέρω τι έγινε τότε. Με εμένα έτσι είχε γίνει. Δεν ξέρω, δεν ήξερα αν θα μπορέσω, μπορεί να πέθαινα εκείνη τι στιγμή. Αλλά όλα καλά”.
ΑΠΙΣΤΕΥΤΑ ΣΚΗΝΙΚΑ ΜΕ ΑΓΓΕΛΟ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ
Εκείνη την εποχή, προπονητής στον ΠΑΟΚ ήταν ο Άγγελος Αναστασιάδης, οπότε καταλαβαίνετε για τι δίδυμο μιλάμε. Από τη μία ο σοβαρός και Θεοσεβούμενος Άγγελος και από την άλλη ο εκρηκτικός χαρακτήρας του Πέρσι Ολιβάρες. Για τους δυο τους έχουμε ακούσει και έχουμε διαβάσει φοβερές ιστορίες. Όπως κατάλαβα και θα διαβάσετε, από αυτά που είπε ο Πέρσι, ισχύουν σχεδόν όλα!
Μην ξεχνάμε ότι ο Αναστασιάδης όταν είχε ερωτηθεί τότε για τον Περουβιανό άσο είχε πει το κορυφαίο: “Ρε σεις, αυτός παίζει με τρελόχατρο και χάπια, αλλιώς δεν τον κουμαντάρεις”! Κάτι ήξερε…
“Τα πήγαινα πάρα πολύ καλά με τον Άγγελο. Είμαι πολύ ευχαριστημένος με τη συνεργασία μας. Κανείς άλλος προπονητής δεν με πίστεψε τόσο όσο εκείνος. Όλοι έλεγαν ότι ήμουν τρελός. Δεν ήμουν τρελός… επειδή ήμουν, αλλά επειδή ο Άγγελος το χρειαζόταν από εμένα! Αυτό μου ζητούσε κι αυτό έπαιρνε. Δεν είχαμε τσακωθεί ποτέ. Μερικές φορές μου έλεγε “θα κάτσεις εδώ”, και του έλεγα “ναι”, αλλά έφευγα. Αυτό τον ενοχλούσε. Μετά όμως γυρνούσα στη θέση μου και τελείωνε. Σαν οικογένεια ήμασταν. Ο Άγγελος για μένα ήταν σαν πατέρας. Έτσι τον ένιωθα. Πολλά πράγματα στον χαρακτήρα του δεν μου άρεσαν, αλλά ήταν άνθρωπος και δεν είμαστε όλοι τέλειοι. Μερικές φορές δεν μπορούσαμε να έχουμε επαφή.
Ο Ολιβάρες ήταν (και είναι ακόμη δηλαδή) σπάνιος χαρακτήρας. Δεν μπορείς εύκολα να τον ψυχολογήσεις. Αυτό συνέβαινε αρκετά συχνά και στους ανθρώπους του ΠΑΟΚ τότε που τον… έχαναν και δεν μπορούσαν να τον βρουν με τίποτα. Όπως κάποια στιγμή τον χειμώνα του 1999 όταν κατά τη διάρκεια προπόνησης του Δικεφάλου πέταξε το σκούφο του και έφυγε τρέχοντας προς άγνωστη κατεύθυνση. Στην αρχή δεν έδωσαν σημασία.
Μετά από λίγο όμως ο Αναστασιάδης άρχισε να τον αναζητεί. Με το γνωστό του ύφος είχε στείλει τον γυμναστή της ομάδας να πάει να ψάξει. Ο Ολιβάρες όμως, ήταν εξαφανισμένος από προσώπου γης. Για κανένα δεκαήμερο αναζητούνταν από τους πάντες. Επισήμως, ήταν αδικαιολογήτως απών από τις προπονήσεις, ώσπου κάποια στιγμή αποφάσισε ο ίδιος να εμφανιστεί. Και δεν ήταν το μόνο σκηνικό που είχε συμβεί σε προπονήσεις του ΠΑΟΚ με τον ίδιο πρωταγωνιστή.
“Έχω πάει ακόμα και με πιτζάμα στην προπόνηση (γέλια). Πήγαινα όπως ήθελα. Τίποτα δεν μου έλεγε κανείς. Όλοι γελούσαν. Εγώ ήμουν σαν κλόουν στην ομάδα, είχα χιούμορ και τους άρεσε. Το ήξεραν και όλοι γελούσαν. Αυτό που έκανα, δεν το έκανα στα σοβαρά. Τα έκανα έτσι, βλακείες. Μερικές φορές έκανα πράγματα επειδή έτσι μου ερχόταν, απλά για να γελάσουν. Γι’ αυτό με αγαπάνε όλοι εκεί. Πριν ένα μήνα μιλούσα με τον Αχιλλέα τον Ζαφειρίου. Και μιλάγαμε για όλα αυτά που γίνονταν τότε, για τον ΠΑΟΚ, για τον Αναστασιάδη. Εν τω μεταξύ, ξαναήρθε στον Παναθηναϊκό ο Αναστασιάδης και συναντηθήκαμε όταν πήγα. Ο κόσμος νομίζει ότι ο Άγγελος μου είχε πει πολλά πράγματα. Δεν μου είχε πει τίποτα. Ο Άγγελος μόνο με έβλεπε, γέλαγε ή μιλούσε όπως μίλαγα εγώ και τίποτε άλλο. Δεν είχε κάνει τίποτα σπέσιαλ”.
ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΑΠΟ ΠΑΟΚ ΚΑΙ ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΣΤΟΝ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟ
Ο Πέρσι Ολιβάρες είναι πολύ συναισθηματικός άνθρωπος και ίσως ο παίκτης που δέθηκε περισσότερο με τον ΠΑΟΚ απ’ όσους πέρασαν τα τελευταία χρόνια. Γι’ αυτό και όταν του ανακοίνωσε μια μέρα ξαφνικά ο τότε πρόεδρος της ομάδας Γιώργος Μπατατούδης ότι τον πούλησε στον Παναθηναϊκό, δεν άντεξε και “λύγισε”. Ο ίδιος τη θυμάται με μια δόση πικρίας:
“Έφυγα από τον ΠΑΟΚ γιατί ο Μπατατούδης δεν έκανε αυτό που ήθελα στην ουσία. Εγώ ήθελα να μείνω στον ΠΑΟΚ. Δεν το λέω ψέμματα, ήθελα να μείνω για πάντα. Αλλά δεν έγινε έτσι. Έπαιζα πολύ καλά τότε και ήρθε η πρόταση από τον Παναθηναϊκό. Το έμαθα τέσσερις εβδομάδες πριν τελειώσει το πρωτάθλημα. Είχα πει στον Μπατατούδη ότι ήθελα να μείνω. Εκείνος δεν ήθελε. Δεν μου είπε “θέλω να φύγεις”, αλλά μου εξήγησε ότι πρέπει να πάω και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα γι’ αυτό. Σαν επαγγελματίας ήθελα να πάω ναι, αλλά είμαι άνθρωπος με πολλά αισθήματα. Δεν είναι καλό αυτό και το έχω ξαναπεράσει στη ζωή μου με την Εθνική ομάδα”.
Ο Περουβιανός αρχικά δεν μπορούσε να το πιστέψει ότι την επόμενη χρονιά δεν θα φοράει τα “ασπρόμαυρα”, αλλά τα “πράσινα”. Χιλιάδες σκέψεις “έτρωγαν” το μυαλό του, καθώς ταξίδευε από Θεσσαλονίκη για να εγκατασταθεί πλέον μόνιμα στην Αθήνα. Σκέψεις που τις μοιράστηκε μαζί μας…
“Ως επαγγελματίας στον Παναθηναϊκό ήμουν πάρα πολύ καλά. Αγαπάω και έχω συναισθήματα όχι μόνο για τη Θεσσαλονίκη και τον ΠΑΟΚ, αλλά και την Αθήνα και τον Παναθηναϊκό. Ο κόσμος έτσι θέλω να με αντιμετωπίζει γιατί έχω στην καρδιά μου όλη την Ελλάδα. Ο κόσμος του Παναθηναϊκού με περίμενε στην Αθήνα, με αποθέωσαν.
Οι πρώτες μέρες στην Αθήνα ήταν δύσκολες. Δεν μπορούσα να μη σκέφτομαι τον ΠΑΟΚ. Δεν μπορούσα να ξεχωρίσω ότι τώρα θα παίζω αντίπαλος του ΠΑΟΚ. Όταν έπαιξα για πρώτη φορά κόντρα στην παλιά μου ομάδα, ήταν έντονο, αλλά ήμουν επαγγελματίας και έπαιξα κανονικά. Ο ΠΑΟΚ όμως για εμένα ήταν, άλλα πράγματα…”.
ΤΑ ΔΥΟ “ΑΙΩΝΙΑ” ΝΤΕΡΜΠΙ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΗΜΑΔΕΨΑΝ
Στις δύο χρονιές που αγωνίστηκε στον Παναθηναϊκό πρόλαβε να γίνει πρωταγωνιστής σε δύο ντέρμπι κόντρα στον Ολυμπιακό. Στο ένα του θετικός χάρη στο υπέροχο γκολ που πέτυχε και δεν μπορεί να ξεχάσει με τίποτα και στο άλλο αρνητικό εξαιτίας εκείνου του πέναλτι που έκανε χωρίς να καταλάβει κανείς γιατί ακούμπησε τελικά τη μπάλα με το χέρι. Αυτές οι δύο φάσεις δεν θα μπορούσαν να λείπουν από την συζήτησή μας. Ξαναείδαμε μαζί τα δύο video από εκείνα τα ματς και οι αναμνήσεις τον κατέκλυσαν.
Ας τα πάρουμε όμως ένα-ένα. Το πρώτο ντέρμπι που έφερε φαρδιά πλατιά το όνομα του Πέρσι Ολιβάρες ήταν εκείνο της σεζόν 1999-2000 στο ΟΑΚΑ για την 8η αγωνιστική του πρωταθλήματος. Ο Περουβιανός αριστερός μπακ που είχε μεταγραφεί εκείνη τη σεζόν ύστερα από δύο καλά χρόνια στον ΠΑΟΚ, άνοιξε το σκορ στο 58′ με άπιαστη σκαστή κεφαλιά ύστερα από κόρνερ του Φλίπσεν, ενώ έξι λεπτά αργότερα σέρβιρε την ασίστ στον Βαζέχα.
Τι θυμάται όμως ο ίδιος από εκείνο το παιχνίδι; “Εκείνη την εβδομάδα πριν παίξουμε με τον Ολυμπιακό ο προπονητής μου ο Γιάννης Κυράστας, μου ζητούσε όλο και περισσότερα. Μου έλεγε πάντα ότι μπορώ να γίνω καλύτερος. Εκείνη την εβδομάδα ειδικά, όμως, μου το έλεγε επειδή θα παίζαμε με τον Ολυμπιακό. Ήξερε ότι μπορούσα να κάνω περισσότερα. Με πίστευε πολύ και ίσως όλο αυτό με βοήθησε να παίξω κι έτσι. Πώς δε θυμάμαι εκείνο το γκολ; Έχω μιλήσει με τον Τάκη Φύσσα πρόσφατα και με τον Βόκολο. Γελούσε ο Τάκης και μου λέει “θυμάσαι εκείνη την ημέρα που δεν έβγαλες τη φανέλα; Ναι βρε του λέω πώς δεν το θυμάμαι”.
Ήταν η τρέλα εκείνη τη στιγμή. Είχε γίνει χαμός. Αυτό το παιχνίδι ήταν ίσως το πιο ωραίο παιχνίδι μου στην Ελλάδα. Είχα κίτρινη και θα έπαιρνα κόκκινη. Ήμουν έτοιμος να τη βγάλω τη φανέλα. Τώρα που το ξαναείδα σε βίντεο λέω τι βλακεία θα έκανα! Αν δεν ήταν ο Τάκης θα το έκανα, θα έβγαζα τη φανέλα. Θα έπαιρνα κόκκινη σίγουρα. Και δεν το καταλάβαινα τότε”.
Περίπου ένα χρόνο μετά, τον Μάρτιο του 2001, στο πρώτο ματς μεταξύ του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού για τα προημιτελικά του Κυπέλλου, ο Ολιβάρες έκανε την… γκάφα της ζωής του.
Χωρίς να καταλάβει κανείς πώς έγινε, βρήκε τη μπάλα με το χέρι μέσα στην περιοχή και “χάρισε” ένα πέναλτι στους “ερυθρόλευκους” που το έκανε γκολ ο Τζόρτζεβιτς. Για καλή του τύχη στη συνέχεια, ο Λυμπερόπουλος με ανεπανάληπτο γκολ έκανε το 1-1 και έσωσε προσωρινά τον Παναθηναϊκό, γιατί στη ρεβάνς ήρθε εκείνο το εντυπωσιακό 1-4 του Ολυμπιακού στη Λεωφόρο.
Πώς είχε γίνει όμως εκείνη η φάση του πέναλτι; Πώς την θυμάται ο Πέρσι; “Mερικές φορές σου πηγαίνουν τα πράγματα καλά, μερικές όχι. Έγινε ακριβώς αυτό που είπα και τότε. Σηκώθηκα για την κεφαλιά και δεν είδα τη μπάλα, τυφλώθηκα κάπως και απλά πήγε στο χέρι μου. Τι μπορούσα να κάνω; Δεν έχει εξήγηση. Και εκείνη τη στιγμή τρελάθηκα λέω τι έκανα; Δεν στενοχωρήθηκα όμως. Τότε ο Στράτος (σ.σ. Αποστολάκης, τότε προπονητής του Παναθηναϊκού) μου είπε πως νόμιζε ότι το έχω κάνει επίτηδες. Ότι το ήθελα να το κάνω. Του λέω “τι λες βρε, εγώ θα κάνω αυτό για να να πληγώσω την ομάδα και εμένα; Πώς να το κάνω επίτηδες;”. Όταν μου το είπε αυτό έγινε ένα επεισόδιο εκείνη τη στιγμή. Μιλήσαμε και του εξήγησα ότι δεν είμαι τρελός για να κάνω αυτό ενάντια στην ομάδα μου. Αυτό ήταν όλο”.
Το γκολ, όμως, που πέτυχε κόντρα στον Ολυμπιακό με εκείνη την αξέχαστη κεφαλιά δεν μπορεί να το ξεχάσει με τίποτα. Έτσι, όταν τον ρώτησα ποιο ήταν το αγαπημένο του γκολ με το “τριφύλλι” η απάντηση ήταν άμεση: “Ε αυτό κόντρα στον Ολυμπιακό στο ντέρμπι τότε”.
Όταν πήρα τη φανέλα του Ζιντάν…
Ο Ολιβάρες ήταν τυχερός γιατί βρέθηκε μια πολύ καλή περίοδο στην ομάδα του Παναθηναϊκού. Μια περίοδο που το “τριφύλλι” αγωνιζόταν στο Champions League κι έτσι είχε την ευκαιρία να κάνει ακόμη ένα παιδικό του όνειρο πραγματικότητα.
“Τα παιχνίδια με τον Παναθηναϊκό στο Champions League τα θυμάμαι όλα. Αλλά το καλύτερο παιχνίδι που έχω παίξει ήταν αυτό με την Γιουβέντους. Ένιωθα υπερήφανος όταν παίζαμε σε αυτή τη διοργάνωση, ότι κάνουμε κάτι για όλη την Ελλάδα όχι μόνο για τον Παναθηναϊκό. Έτσι γινόταν και στα ευρωπαϊκά παιχνίδια που έπαιζα με τον ΠΑΟΚ”.
Συζητώντας για το Champions League, οι λέξεις έβγαιναν πολύ εύκολα και γρήγορα από το στόμα του. Σίγουρα αυτά τα ματς θα τα θυμάται μια ζωή. Κατάφερε να γνωρίσει από κοντά παίκτες που θαύμαζε, όπως για παράδειγμα τον Ζιντεντίν Ζιντάν για τον οποίο στάζει μέλι. Και θυμάται ακόμη τη στιγμή που είχαν ένα μικρό τετ-α-τετ:
“Έχω ακόμη τη φανέλα που πήρα από τον Ζιντάν στο ματς με τη Γιουβέντους. Για εμένα ήταν ο καλύτερος παίκτης του κόσμου. Δεν είχα καν ονειρευτεί πως θα πάρω τη φανέλα του. Λοιπόν άκου τι είχε γίνει τότε. Στο ματς στο Τορίνο, ο Ντάβιντς μου είχε κάνει φάουλ στο φινάλε και είχα πέσει στο χορτάρι. Τότε ο διαιτητής σφύριξε τη λήξη (τελικό σκορ 2-1). Όλοι πήγαν προς τα αποδυτήρια και εγώ καθυστέρησα λίγο. Όταν σηκώθηκα και περπατούσα προς τη φυσούνα είδα μπροστά μου το Ζιντάν και ήταν σαν να βλέπω το Θεό. Ντρεπόμουν. Λέω δεν το ζω αυτό.
Δεν είπα τίποτα γιατί ντρεπόμουν και βλέπω το Ζιντάν να κάνει έτσι σαν να βγάζει τη φανέλα. Έκανα κάπως το χέρι μου και έβγαλα και εγώ τη φανέλα μου. Γυρνάει και μου λέει “όλα καλά” και μου έδωσε τη φανέλα του. Εκείνη τη στιγμή ο Ζιντάν έγινε το είδωλό μου. Το μόνο που του είπα είναι “ευχαριστώ”. Πάντα ήμουν φαν, αλλά από τότε ήμουν πιο πολύ. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι ήταν καλός και ως άνθρωπος. Ήταν απίστευτο να πάρω τη φανέλα του Ζιντάν. Με έκανε να νιώσω ότι είμαστε ίσιοι. Αντίθετα με τον Μπέκαμ κάποιος συμπαίκτης μου ήθελε να αλλάξει φανέλα σε ματς με τη Γιουνάιτεντ. Του είπε στο ματς να αλλάξουν φανέλες κι αυτός του είπε όχι θα το κάνουμε μετά. Και δεν την άλλαξαν. Εγώ σε εκείνο το παιχνίδι είχα αλλάξει τη φανέλα μου με τον Μπράουν”.
ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΗΠΕΔΑ
Δεν θα μπορούσαμε να μην μιλήσουμε όμως για προσωπικότητες που γνώρισε στην Ελλάδα.
Πρώτα απ’ όλους για τον Γιάννη Κυράστα που τον είχε προπονητή στον Παναθηναϊκό: “Με τον Γιάννη τον Κυράστα ήμασταν πάντα καλά. Το πρόβλημα ήμουν εγώ. Ο Γιάννης δεν ήταν σαν τον Άγγελο. Ήταν δύσκολη η αλλαγή. Έπρεπε να ξέρω ότι ο Γιάννης δεν ήταν Άγγελος και η κατάσταση θα ήταν διαφορετική. Άλλος άνθρωπος”.
Ποιοι ήταν οι καλύτεροι συμπαίκτες που είχε σε Παναθηναϊκό και ΠΑΟΚ; “Στον Παναθηναϊκό ήταν σίγουρα οι Τάκης Φύσσας και Λεωνίδας Βόκολος. Στον ΠΑΟΚ όλοι! Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κανέναν. Μιλάω με όλους. Και όταν λέω όλους, το λέω κυριολεκτικά. Μιλάω με όλη την ομάδα. Όχι μόνο παίκτες, με όλους. Τους θυμάμαι και με θυμούνται”.
Για τον Γιώργο Καραγκούνη που είχε πρόσφατα και γενέθλια τι θυμάται ακριβώς; “Σίγουρα ήταν παικταράς, αλλά ήθελε να τα κάνει όλα μόνος του. Δεν φώναζε στα αποδυτήρια. Ήταν μικρός τότε. Εγώ ήμουν πιο μεγάλος από εκείνον. Όταν ήθελε να μου πει κάτι μου το έλεγε… σιγά. Μέσα στο γήπεδο ήταν λίγο τρελός. Νομίζω όμως ότι ήταν καλό για την ομάδα. Την χρειαζόμασταν αυτή την τρέλα του”
Δεν ήθελα με τίποτα τον Ντέμη
Για συμπαίκτες μιλήσαμε. Πάμε τώρα στους αντιπάλους. Ποιος τον δυσκόλεψε περισσότερο όσο αγωνίστηκε στην Ελλάδα; “Δεν ξέρω αν ήταν δύσκολος, αλλά εγώ δεν ήθελα να παίζουμε με την ΑΕΚ. Εκείνος ο μικρός ο πολύ διάσημος στην Ελλάδα τότε, ο Ντέμης Νικολαΐδης, αυτός ήταν… γαμώτο. Δεν τον ήθελα με τίποτα. Ήταν δύσκολος, ήταν πάρα πολύ καλός παίκτης και δεν τον ήθελα. Θυμάμαι τα παιχνίδια που ήμασταν αντίπαλοι. Αυτό που λέω, το λέω ως επαγγελματίας, ως ποδοσφαιριστής, δεν τον γνωρίζω προσωπικά. Αλλά στο γήπεδο δεν τον ήθελα με τίποτα”.
Το έκανα ακόμη πιο δύσκολο. Τον έβαλα να διαλέξει μεταξύ Παναθηναϊκού και ΠΑΟΚ. Που έχει τις καλύτερες αναμνήσεις.
“Στην καρδιά μου; Ο ΠΑΟΚ. Κανονικά δεν πρέπει να το πω αυτό. Γιατί ο Παναθηναϊκός μου έδωσε πάρα πολλά. Αλλά πιστεύω ότι στην Ελλάδα οι περισσότεροι με θυμούνται με τη φανέλα του ΠΑΟΚ”.
Σίγουρα τον θυμάστε να φοράει εκείνο τον επίδεσμο στο χέρι. Χωρίς απαραίτητα να είναι τραυματίας. Τρέλες του Πέρσι Ολιβάρες. Δεν γινόταν να μην πέσει στο τραπέζι.
“Είχα τραυματιστεί όταν είχα παίξει με την εθνική του Περού κόντρα στην Ουρουγουάη. Το είχα, το έβγαλα και μετά εντάξει μου άρεσε και το ξαναέβαλα. Μου λένε πολλοί ότι με θυμούνται με αυτό. Δεν πιστεύω στην τύχη γι’ αυτό στο λέω, δεν το είχα για γούρι. Ήμουν τραυματισμένος μια εβδομάδα, αλλά μετά ήταν κάτι που το έβλεπα και μου άρεσε. Και λέω θα το ξαναβάλω στα παιχνίδια. Έτσι (γέλια)”.
Να σημειωθεί ότι σχεδόν όλη η συνέντευξη έγινε στα ελληνικά. Ακόμη και σήμερα που έχουν περάσει 16 χρόνια από τη μέρα που έφυγε από την Ελλάδα, δεν τα ξεχνάει και μάλιστα τα μιλάει και πολύ καλά. Πώς τα κατάφερε αλήθεια;
“Δεν έμαθα γρήγορα τα ελληνικά. Την πρώτη φορά είχα μεγάλο πρόβλημα, αλλά σε εννιά μήνες τα έμαθα όλα. Απλά ξέρεις μιλούσα με όλους και με βοήθησε. Κοίτα, όταν είσαι καλά σε μια χώρα, μπορείς να μάθεις πιο γρήγορα και πιο καλά τη γλώσσα. Οι πρώτες λέξεις που έμαθα ήταν το “ευχαριστώ πολύ”. Έμαθα και άσχημες λέξεις ναι (γέλια). Έχω μάθει πολλές. Μέσα στο γήπεδο τα μαθαίνεις όλα.
Και έξω από το γήπεδο όμως ο Κώστας (Φρατζέσκος), ο Σπύρος (Μαραγκός), ο Αχιλλέας (Ζαφειρίου), ο Κολομπούρδας, ο Τασιόπουλος έχουν κάνει πολλά αστεία με εμένα, βλακείες και γελούσαμε. Με έβαζαν και έλεγα διάφορες κακές λέξεις στα ελληνικά τότε και δεν τα ήξερα. Αλλά μετά τα έμαθα όλα σε τρεις μήνες. Και όλοι αυτοί πίστευαν ότι δεν καταλάβαινα τη γλώσσα. Αλλά τα ήξερα όλα αυτά που μου είχαν πει. Θυμάμαι ένα σκηνικό που ήμασταν όλοι μαζί με τον Αναστασιάδη στα αποδυτήρια πριν από ένα παιχνίδι. Εγώ δεν μιλούσα, αυτοί τα έλεγαν στα ελληνικά και εγώ καθόμουν έτσι. Δεν ήξεραν ότι καταλαβαίνω. Τους άκουγα και όταν ο Άγγελος πήγε να μου εξηγήσει τι ήθελε από μένα, του απάντησα στα ελληνικά γρήγορα. Και όλοι στην ομάδα αρχικά ξαφνιάστηκαν και μετά ξέσπασαν σε γέλια επειδή μίλησα στα ελληνικά και δεν το περίμενε κανείς”.
Η ΖΩΗ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ
Το 2001 έφυγε από τον Παναθηναϊκό έχοντας “γράψει” 43 συμμετοχές σε ματς πρωταθλήματος και έχοντας πετύχει δύο γκολ. Στη συνέχεια γύρισε στην πατρίδα του το Περού, όπου έπαιξε σε μερικές ομάδες, ενώ έκανε και ένα πέρασμα από της ΗΠΑ. Τελικά το 2005 αποφάσισε να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια σε ηλικία 37 ετών.
Ήταν δύσκολη απόφαση η απόσυρση από το ποδόσφαιρο; “Ήταν πολύ δύσκολη. Είχα το πρόβλημα που έχουν όλοι οι ποδοσφαιριστές. Δεν ξέρουμε τι θα κάνουμε μετά. Νομίζω δεν ήμουν έτοιμος για να τελειώσω το ποδόσφαιρο. Είχα πάθει κατάθλιψη. Αλλά τώρα μπορώ να πω τι ακριβώς ήταν. Ήμουν ένας άνθρωπος που τελείωσε κάτι και μετά δεν ήξερα την επόμενη ημέρα. Αν το κάνεις αυτό σιγά σιγά δεν είναι τόσο δύσκολο. Αλλά εγώ το έκανα απότομα. Το πέρασα και σιγά σιγά ήμουν εντάξει“.
Μετά το τέλος της καριέρας του τον είδαμε και σε μερικά σόου στο Περού όπως η στιγμή της Αλήθειας και το “Dancing with the Stars”: “Ναι μετά με κάλεσαν και πήγα σε κάτι σόου. Νομίζω ήταν για ένα χρόνο όλο αυτό. Το απόλαυσα δεν στο κρύβω. Όταν τελειώνεις δεν ξέρεις τι θα κάνεις και μου το πρότειναν και είπα ναι. Δεν ήταν κάτι κακό. Ήταν κάτι διαφορετικό”.
Η Ελλάδα αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο στην ζωή του. Γι’ αυτό και όταν τον ρώτησα αν έχει ξαναέρθει από τότε, αναστέναξε. Θυμάται τα πάντα και τα νοσταλγεί σαν να είναι δική του πατρίδα. Τον κόσμο, την ελληνική σαλάτα, το σουβλάκι…
“Όχι, δεν έχω έρθει από τη στιγμή που έφυγα. Στην Ελλάδα μου άρεσαν όλα, δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάτι. Αλλά πιο πολύ ο κόσμος. Μου έχει φερθεί καλά όπου κι αν βρέθηκα. Το φαγητό, αυτό κι αν το θυμάμαι. Αυτό που μου άρεσε περισσότερο ήταν η ελληνική σαλάτα. Ήθελα να τρώω συνέχεια, δεν μπορούσα να σταματήσω. Και σουβλάκι εντάξει”.
Θέλω να προπονήσω ομάδα στην Ελλάδα
Τώρα με τι ασχολείται όμως; Θα τον ξαναδούμε στα μέρη μας; “Αυτή τη στιγμή δεν είμαι μάνατζερ, αλλά έχω παίκτες που δουλεύουν μαζί μου. Είχα πάει και στη Γερμανία πριν μερικούς μήνες και μίλησα με ανθρώπους που ξέρω. Σαν επαγγελματίας είμαι προπονητής, αλλά κάνω και συστάσεις για παίκτες. Τώρα δεν έχω δουλειά σε κάποια ομάδα επειδή δεν υπάρχουν θέσεις.
Είναι λίγο δύσκολο. Έχω επαφές σε όλες τις χώρες που έπαιξα Ισπανία, Γερμανία, Ελλάδα και νομίζω ότι μπορώ να βοηθήσω παίκτες για να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα. Έχω και παίκτες από την Εθνική ομάδα του Περού. Θέλω και στην Ελλάδα να προτείνω παίκτες. Το έχω κάνει στη Γερμανία αυτό και θέλω να βοηθήσω. Είναι δουλειά, αλλά όχι η κυρίως δουλειά μου. Έχω δίπλωμα προπονητή και έχω προπονήσει στη δεύτερη κατηγορία. Ήμουν και σχολιαστής στην τηλεόραση σε ποδοσφαιρικούς αγώνες για τρία χρόνια. Θέλω να συνεχίσω επαγγελματικά με την προπονητική. Θα το κάνω κάποια στιγμή. Αλλά μέχρι τότε πρέπει να κάνω κι άλλα πράγματα για να ζήσω, δεν μπορώ να περιμένω μόνο αυτό.
Θέλω να δουλέψω στην Ελλάδα και σε ομάδα. Η πρώτη φορά που θα έρθω είναι γιατί το θέλω πολύ. Κυρίως να δω και αν μπορώ να συνεχίσω την καριέρα μου στη χώρα σας. Θα συναντηθώ με ανθρώπους που γνωρίζω να δω αν είναι δυνατό να γίνει. Θέλω να έρθω να δω πως είναι τα πράγματα και να δούμε. Θα στο πω, προετοιμάζω τα πράγματα για να έρθω πάλι σύντομα για να συζητήσω”.
Αλήθεια όμως υπάρχουν ταλέντα στο Περού κι αν “ναι” τότε γιατί δεν βλέπουμε περισσότερους παίκτες από τη χώρα του Ολιβάρες όπως παλαιότερα;
“Στο Περού έχει πολλά παιδιά με ταλέντο. Υπάρχει ένα πρόβλημα όμως. Το Περού δεν έχει προβολή. Πρέπει να συμμετέχει σε Μουντιάλ για να βλέπει ο κόσμος τους παίκτες που διαθέτει. Αν δεν το κάνουμε, δεν έχουν εικόνα, δεν ξέρουν τι έχουμε εδώ. Αν έρθεις εδώ θα δεις πόσο καλούς παίκτες έχουμε. Δεν το λέω επειδή είμαι εδώ. Εντάξει δεν έχουμε τον Μέσι, αλλά έχουμε παίκτες που μπορούν εύκολα να παίξουν στην Ελλάδα.
Όταν ήμουν εγώ στην Ελλάδα και έπαιζα υπήρχαν 17 ποδοσφαιριστές από το Περού που έπαιζαν εκεί και τώρα δεν έρχεται κανείς. Δεν έχουν επαφές με την Ελλάδα και γι’ αυτό θέλω να μεσολαβήσω. Τουλάχιστον να τους δείτε, αν είναι καλός ή όχι. Να δούμε τι μπορεί να γίνει όταν έρθω”.
Οι ερωτήσεις προς τον Πέρσι Ολιβάρες τελείωσαν, αλλά εκείνος φαινόταν πως είχε κι άλλα να πει. Οπότε του δώσαμε την καλύτερη ασίστ για να πετύχει ακόμη ένα γκολ. Όπως τότε. Πήρε το λόγο και έστειλε το δικό του μήνυμα στην Ελλάδα, τη χώρα που αγάπησε σαν πατρίδα του. Και έκλεισε τη συνέντευξη με τον καλύτερο δυνατό τρόπο…
“Θέλω να πω πρώτα απ’ όλα αυτό που έμαθα από εσάς. Ευχαριστώ πάρα πάρα πολύ! Για όλα αυτά που έχετε κάνει για μένα στην Ελλάδα. Όχι μόνο για εμένα, αλλά και την οικογένειά μου. Για το πώς μου έχετε φερθεί από την πρώτη φορά που πάτησα το πόδι μου στο αεροδρόμιο μέχρι την τελευταία που έφυγα. Και γι αυτό ευχαριστώ πάρα πολύ από την καρδιά μου. Εγώ εύχομαι πάρα πολύ να είμαι εκεί σύντομα και θα κάνω ότι πρέπει για να γίνει. Και τότε θα τα πούμε κι από κοντά…”