Ο Λούκα Ντόντσιτς θέλει απλά να γίνει ο καλύτερος
Fact: ο Λούκα Ντόντσιτς γεννήθηκε για να παίζει μπάσκετ. Fact 2: θα γίνει σούπερ σταρ. Τρίτο δεδομένο θα υπάρξει, όταν μάθει να διαχειρίζεται τον εαυτό του ως ηγέτης και εκτός των τεσσάρων γραμμών. Προς το παρόν, παίζει μπάσκετ, Fortnite και... αυτά.
Τα τελευταία 40 χρόνια του ΝΒΑ μόνο τέσσερις ρούκι είχαν κατά μ.ο. τουλάχιστον 18 πόντους, 6 ριμπάουντ και 4 ασίστ. Οι Γκραντ Χιλ, Μάικλ Τζόρνταν, Μάτζικ Τζόνσον και Λάρι Μπερντ. Όλοι ήταν τουλάχιστον δυο χρόνια μεγαλύτεροι του Λούκα Ντόντσιτς που από ό,τι φαίνεται θα τους κάνει παρέα.
Το Σακραμέντο του πολυπολιτισμικού ρόστερ, είχε την ευκαιρία να τον αρπάξει το βράδυ του ΝΒΑ draft. Από τις 21 Iουνίου, οπότε αποκαταστάθηκαν οι καλύτεροι νέοι μπασκετμπολίστες της υφηλίου, στο Barclays Center του Μπρούκλιν, μέχρι τη σήμερον ημέρα, δεν υπάρχει μέρα που να μη μνημονεύεται το άστοχο του “ πιστεύουμε ότι ο Μάρβιν Μπάγκλεϊ μας ταιριάζει καλύτερα. Είναι καλύτερος παίκτης. Μεγάλο ταλέντο. Ήταν μια εύκολη επιλογή για εμάς” του Βλάντε Ντίβατς, που προτίμησε τον πάουερ φόργουορντ του Duke από τον βετεράνο ετών 18 της Ρεάλ.
Στα μέσα του Δεκέμβρη ο κόουτς των Κινγκς, Ντέιβ Γιέργκερ ομολόγησε -σχεδόν με πόνο- πως “ ίσως να πιστέψαμε πως έχει ταβάνι ο Ντόντσιτς” πριν πάρει μια ανάσα και προσθέσει από τα μύχια της ψυχής του το “ δεν το βλέπω, δυστυχώς για εμάς”. Μετά την πρώτη μέρα του 2019 προέκυψε το ” ο Ντόντσιτς ήταν ο πιο έτοιμος, από όλα τα παιδιά της ‘τάξης’ του“, δηλαδή του 2018 NBA draft, ” γιατί έπαιζε στην Ευρώπη για κάποια χρόνια και ταίριαξε απόλυτα στο Ντάλας” του Ντίβατς, στο eurohoops.net. Ο Σλοβένος βέβαια, θεωρείται από το Δεκέμβρη το φαβορί για τον τίτλο του ‘καλύτερου ρούκι της σεζόν’. Από την πρώτη μέρα που τον ρώτησαν πώς κάνει ό,τι κάνει, έως σήμερα η απάντηση παραμένει η ίδια.
Δεν με φοβίζει τίποτα, θέλω μόνο να παίζω μπάσκετ που είναι το ίδιο παντού
Για την ιστορία, ο Ντίβατς δεν ήταν ο μόνος που δεν πίστευε πως θα τα καταφέρει -τουλάχιστον όπως τα ‘χει καταφέρει. Όπως έχει πει ο Ρικ Καρλάιλ, υπήρχαν… τέτοιοι και μέσα στο Ντάλας και ο λόγος είχε να κάνει με το γεγονός ότι δεν είναι ο πιο γρήγορος του πλανήτη. Για την ακρίβεια, δεν είναι γρήγορος για τα δεδομένα του ΝΒΑ. Αυτό ίσχυε πάντα. Και είχε βρει τους τρόπους να το διαχειριστεί, όπως ‘έλαμπε’ στην Ευρώπη. Σιγά μην δεν έβρισκε και τρόπο να κάνει δουλίτσα στη μεγαλύτερη σκηνή του παγκοσμίου μπάσκετ. “Δεν με φοβίζει τίποτα. Θέλω μόνο να παίζω μπάσκετ” έχει πει. Βλέπεις, το μπάσκετ ήταν ανέκαθεν η διασκέδαση του.
Θα ‘χεις διαβάσει κάμποσα θέματα για αυτόν τον τύπο. Για αυτό που ακολουθεί, ζητήσαμε τη βοήθεια της Μαρία Πιλάρ Κασάδο, ραδιοφωνικής παραγωγού του Cope, που εδρεύει στη Μαδρίτη και είναι το δεύτερο δημοφιλέστερο στη γενική λίστα εξ όσων ακούγονται στην Ισπανία. Η Μαρία βρίσκεται σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις και έχει πάντα τα ρεπορτάζ, όπως και την ευχέρεια να ‘βγάζει’ στην εκπομπή της τους πάντες -από ΝΒΑ και Ευρώπη. Ασχολείται χρόνια με τη Ρεάλ Μαδρίτης και έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη παικτών, προπονητών και όσων άλλων ασχολούνται με το σπορ.
“Όταν ήλθε στη Μαδρίτη, ήταν παιδί”
Το πρώτο που μας είπε είναι ότι εμφανίστηκε στη Μαδρίτη το 2012. Ήταν 13 χρόνων, όταν η Ρεάλ τον πήρε κοντά της, στο Ciudad Real Madrid. “Δεν ήταν έφηβος. Στην πραγματικότητα, ήταν ένα μικρό παιδί. Ο Λούκα που ήλθε πριν πέντε χρόνια και αυτός που είναι σήμερα, είναι δυο διαφορετικοί άνθρωποι -ξεκάθαρα. Αλλά στην ουσία, το θέμα του ήταν απλό: γεννήθηκε για να παίζει μπάσκετ. Αυτή η φράση περικλείει και περιγράφει όλη την ιστορία του Λούκα”. Τι θα έκανε αν δεν έπαιζε μπάσκετ; “Ο ίδιος έχει πει πως ίσως θα τραγουδούσε”!
Τον τοποθέτησε στην ομάδα Under 16 που είχε για προπονητή τον Πάκο Ρεδόντο. Ο τελευταίος ήταν μεταξύ εκείνων που ευχαρίστησε ο Σλοβένος, όπως έφευγε για το ταξίδι του στις ΗΠΑ.
Ο Ρεδόντο τον ανέλαβε, όταν εκείνος δεν ήξερε λέξη ισπανικά -ή αγγλικά. Τον φρόντισε σαν να ήταν παιδί του, έγινε η πατρική φιγούρα που του έλειπε, αλλά και ο προπονητής που δεν του χάιδεψε τα αυτιά, μηδέ του χαρίστηκε. Για αυτό και ο Λάσο κάλεσε τον Ρεδόντο στον πάγκο του, όταν πήρε στην ανδρική ομάδα τον Λούκα. “Για να διαχειριστεί τον Λούκα, να ασχοληθεί μαζί του, να κάνει όσα έπρεπε για να μη ‘χαθεί’, να συνεχίσει τη δουλειά. Είναι αυτός που ξέρει καλύτερα από τον καθένα τον Λούκα. Ξέρει τι να κάνει, σε κάθε δεδομένη στιγμή, για να τον βοηθήσει. Έχει βρει τα ‘κουμπιά’ του”.
Η Marca τον χαρακτήρισε πρώτη ‘El Niño Maravilla’. Το ‘Μatador’ ανήκει στους συμπαίκτες του, στο Ντάλας
“Κανείς μας δεν είχε ακούσει για εκείνον πριν παίξει στο Minicopa της ACB -το Νοέμβριο του 2013. Aντιλαμβάνεσαι πως είναι τουρνουά που δεν παρακολουθούν πολλοί δημοσιογράφοι. Αυτή ήταν η διοργάνωση της αποκάλυψης. Από παιχνίδι σε παιχνίδι αυξανόταν κατακόρυφα το κοινό στις εξέδρες και η παρουσία των εκπροσώπων του Τύπου. Στο τέλος όλοι μιλούσαμε για το τι μπορούσε να κάνει αυτό το παιδί. Την ίδια ώρα ουδείς από τη Ρεάλ Μαδρίτης έκανε λόγο για ‘νέο αστέρι’”. “Ο Ντόνσιτς ήταν αυτός που έδωσε το τρόπαιο στη Ρεάλ, για πρώτη φορά σε 10 συμμετοχές (κατά βάση το έπαιρναν οι Μπαρτσελόνα και Χοβενδούδ).
Στον τελικό με τους ‘μπλαουγκράνα’ το παιδί αυτό μέτρησε 25 πόντους, 16 ριμπάουντ, 3 ασίστ και 5 κλεψίματα και εύλογα αναδείχθηκε MVP. Επίσης εύλογα άρχισαν οι συγκρίσεις με τον Ρίκι Ρούμπιο. Εκείνος εξήγησε ότι “όταν παίζω, νιώθω όπως όταν ονειρεύομαι”. Γιατί έκανε αυτά ακριβώς που ονειρευόταν. Αβίαστα. Αργότερα είπε πως “γεννήθηκα για να παίζω μπάσκετ” και μολονότι ακούγεται κλισέ, στην περίπτωση του ισχύει 100%. Γεννήθηκε εξόχως ευλογημένος, με καντάρια ταλέντου που του επιτρέπουν να κάνει όλα αυτά τα οποία δεν μπορείς να διδάξεις.
“Δεν μπορείς να μάθεις σε κάποιον πώς να είναι ηγέτης και πώς να συμπεριφέρεται στο παρκέ ως τέτοιος” είχε εξηγήσει ο Ιγκόρ Κοκόσκοβ, κόουτς της πρωταθλήτριας Ευρώπης, Σλοβενίας και των Σανς, “από παιδί κινούνταν στο γήπεδο σαν ώριμος άνδρας. Δεν αμφέβαλε ποτέ για τον εαυτό του και έκανε πράγματα που συνήθως είναι αποτέλεσμα εμπειριών”. Εκτός και αν είσαι ο Ντόντσιτς.
Στη Μαδρίτη είχε μετακομίσει το καλοκαίρι του 2012, από την Ολίμπια Λιουμπλιάνας όπου άρχισε η ιστορία του -χάρη στον πατέρα του, Σάσα, ξακουστό μπασκετμπολίστα της εποχής του. O πρώτος του προπονητής ήταν ο Γέρνεϊ Σμόλνικαρ. “Δούλεψα πέντε χρόνια κοντά του και ήταν πολύ σημαντικός για εμένα. Θυμάμαι μια μέρα που είχα πάρει κακό βαθμό στο σχολείο. Δεν με άφησε να κάνω προπόνηση, ως τιμωρία. Δεν ξαναείχα κακούς βαθμούς” για να μη χάνει τις προπονήσεις. Δεν έπαιρνε επαίνους. Ήταν όμως, συνεπής, όχι για το εκπαιδευτικό του πράγματος, αλλά για να μη χάνει το μπάσκετ.
O Σμόλνικαρ ήταν αυτός που στα 15 λεπτά της πρώτης προπόνησης του Λούκα, τον ανέβασε ομάδα (και ηλικιακή κατηγορία). Έχει αποκαλύψει ότι “υπήρχαν ημέρες που του έλεγα ‘πήγαινε σπίτι και παίξε με τα παιχνίδια σου, με τους φίλους σου. Εν πάση περιπτώσει ξεκουράσου. Μου τηλεφωνούσαν οι γονείς του και μου έλεγαν ‘άφησε τον να έλθει στο γήπεδο. Μας παρακαλάει όλη μέρα να τον φέρουμε”.
Όλοι τον ήθελαν, εκείνος διάλεξε Ρεάλ
Οι Μαδριλένοι τον είχαν καλέσει στο Minicopa της προηγούμενης σεζόν. Μετά εκείνος γύρισε στη Σλοβενία και εμφανίστηκε ως παίκτης της Λιουμπλιάνα σε τουρνουά της Ρώμης, όπου στον τελικό του Απρίλη του 2012 είχε 54 πόντους, 11 ριμπάουντ και 10 ασίστ. Πήρε και τον τίτλο του MVP. Τότε οι της Ρεάλ αποφάσισαν πως θα τον πάρουν. Δεν ήταν οι μόνοι που τον ήθελαν. “Εκείνος όμως, ήθελε να φορέσει τη φανέλα τους”. Ήταν η περίοδος που το σώμα του ήλθε σε απόλυτη αρμονία με το μυαλό του. “Ξαφνικά ήταν ο πιο ψηλός από όλους”.
Ο Αλμπέρτο Ανγκούλο, διευθυντής της ακαδημίας της Ρεάλ έχει πει πολλάκις ότι “δεν κάνουμε κάτι ιδιαίτερο για να πείσουμε τα παιδιά που θέλουμε να έλθουν κοντά μας. Απλά τους δείχνουμε τον τρόπο που δουλεύουμε”. Ο οργανισμός προσφέρει πλήρεις υποτροφίες και χρήματα για εισιτήρια στους γονείς, ώστε να μπορούν να συναντήσουν τα αγόρια τους, όποτε το θελήσουν. Τη χρονιά του Ντόντσιτς υπήρχαν παιδιά από τη Σενεγάλη, το Κονγκό, τη Σουηδία και τη Βραζιλία -τον Φελίπε ντος Άνιος.
Ο φανταστικός κανόνας της Ρεάλ Μαδρίτης να μην επιτρέπει στους ανήλικους να έρχονται σε επαφή με τα media
Στους τρεις πρώτους μήνες είχε ένα θεματάκι με την επικοινωνία (με τον πρώτο του κόουτς συνεννοούνταν με χειρονομίες) και την προσαρμογή. Και ναι, σκέφτηκε να γυρίσει σπίτι του. Ζούσε στο ίδιο δωμάτιο με ένα παιδί από τη Βοσνία και ένα από την Ισπανία. Ήταν ή στα μαθήματα ή στις προπονήσεις. “Σύντομα κατάλαβε πως αυτό θα ήταν κάτι που θα αντιμετώπιζε και στο μέλλον. Οπότε άρχισε να μαθαίνει τη γλώσσα και να περνά ώρες με τους συμπαίκτες του, παίζοντας video games”. Το 2013 αναδείχθηκε MVP του πρώτου Minicopa των ‘μερένγκες’, μεταξύ παιδιών που ήταν 3-4 χρόνια μεγαλύτεροι του. Κάτι που δεν του συνέβαινε για πρώτη φορά, αλλά όλη την μπασκετική του ζωή. “Βοήθησε και η άφιξη της μητέρας του, Μίριαμ που μετακόμισε στη Μαδρίτη -μεσολάβησε και το διαζύγιο με τον πατέρα του μικρού. Έμενε μαζί της ή με τη γιαγιά του”.
Μετά η κατάσταση έγινε ακόμα πιο απλή, με την άφιξη του Ντίνο Ράντονσιτς (19χρονος φόργουορντ που γεννήθηκε στη Γερμανία, με καταγωγή από το Μαυροβούνιο, ο οποίος πήγε στη Ρεάλ το 2014 φέτος παίζει ως δανεικός στη Μπουργκός) και Μάριο Νάκιτς (17χρονος Σέρβος σούτινγκ γκαρντ, ο οποίος πήγε από την Παρτίζαν στη Ρεάλ το 2015). “Ο τελευταίος είναι πιθανότατα ο διάδοχος του Ντόντσιτς, σε ό,τι αφορά τα παιδιά της ακαδημίας που φτάνουν στην πρώτη ομάδα”.
Εξαφανίστηκε για τον επόμενο χρόνο
Τον επόμενο ενάμιση χρόνο, μετά το Minicopa του 2012 “ συνέβη κάτι πολύ περίεργο. Δεν ξανακούσαμε για εκείνον. Στην πραγματικότητα, ήταν ένα 13χρονο που είχε δει τον εαυτό του σε ώρες τηλεοπτικής κάλυψης και σε αμέτρητα άρθρα που τον αφορούσαν. Οι πληροφορίες τον ήθελαν να είναι καταβεβλημένος ψυχολογικά”. Όσο και αν ρωτούσαν οι δημοσιογράφοι πού είναι αυτό το παιδί, απάντηση δεν έπαιρναν.
“ Μάλλον όσα είχε ζήσει ήταν τόσα πολλά που σε συνδυασμό με την απουσία του πατέρα του -δεν είχε εμφανιστεί ένα χρόνο-, δεν μπορούσε να τα διαχειριστεί. Οι γονείς του έχουν χωρίσει μεν, αλλά έχουν καλή σχέση”. Ενδεχομένως η σχέση του Λούκα με τον πατέρα του να μην είναι στην καλύτερη φάση. Αυτόπτες μάρτυρες που τους είδαν τον Ιούνιο, στη Σλοβενία, στο ‘παράθυρο’ της FIBA (ο Σάσα είναι τηλεσχολιαστής της κρατικής τηλεόρασης), παρατήρησαν πως συναντήθηκαν μεν, στο ίδιο γήπεδο, αλλά δεν πλησίασε ο ένας τον άλλον. Αυτά βέβαια, σε μια οικογένεια συμβαίνουν. Και αλλάζουν.
Κράτα όμως, και κάτι ακόμα: η ακαδημία της Ρεάλ έχει πολύ συγκεκριμένους κανόνες, ώστε τα παιδιά να έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τα σωστά τους, να κάνουν και τα λάθη τους και να ζήσουν την ηλικία τους. Για αυτό και απαγορεύουν την οποιαδήποτε επαφή με τα media έως ότου ‘κλείσουν’ τα 18.
Σημειωτέον, έως τότε τον πήγαινε η μητέρα του στις προπονήσεις. Άπαξ και ‘έκλεισε’ τα 18 και ‘έβγαλε’ δίπλωμα οδήγησης, αγόρασε μια Porsche Panamera, στο διακριτικό μπλε ιλεκτρίκ χρώμα.
“ Βέβαια, στην περίπτωση του, όταν είσαι στη μεγάλη σκηνή, ανεξάρτητα από την ηλικία σου, είναι τόσο λίγα αυτά που μπορείς να κάνεις και ανταποκρίνονται στην ηλικία σου. Ήταν παιδί, αλλά όχι το φυσιολογικό παιδί. Ναι, έβγαινε τα βράδια, αλλά όχι κάθε βράδυ. Όχι όποτε ήθελε. Και προτιμά πάντα να παίζει μπάσκετ. Ή PlayStation, με τους φίλους του”.
Στην τελευταία κατηγορία, των φίλων ανήκει ο Λούκα Ρούπνικ, Σλοβένος πόιντ γκαρντ της Φουενλαμπράδα.
Κατά την αποθεραπεία του από τον τραυματισμό του, πέρυσι το Δεκέμβρη είχε πάει στη Φουενλαμπράδα και έκανε προπονήσεις με τον Ρούπνικ. Θέλει να γίνει ο καλύτερος που υπάρχει εκεί έξω και κάνει δουλεύει όσο χρειάζεται για να φτάσει εκεί
Eκείνος έχει ξεκαθαρίσει ότι “ νιώθω την ανάγκη να απολαμβάνω το μπάσκετ. Όταν αισθάνομαι ότι δεν διασκεδάζω, αντιλαμβάνομαι πως υπάρχει πρόβλημα. Τι μου αρέσει περισσότερο; Δεν έχω θέμα: το να βλέπω συμπαίκτη μου να σκοράρει, το να δίνω πάσες, το να παίζω άμυνα. Δεν με νοιάζει τι πρέπει να κάνω. Το μόνο που με νοιάζει είναι να κάνω ό,τι χρειάζεται για να νικήσει η ομάδα μου”.
Το step-back ήταν ο τρόπος του να νικά τους πιο μεγαλόσωμους
To περίφημο step-back το κάνει από όταν θυμάται τον εαυτό του -για να νικήσει τους μεγαλύτερους, τους ψηλότερους, τους πιο γρήγορους. Ο Σμόλνικαρ, ο πρώτος του κόουτς έχει επισημάνει πως από τα 9 του είχε αυτήν τη συνήθεια “ανεξάρτητα από το ποιον είχε απέναντι του. Στα τρία πρώτα χρόνια δεν ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικός. Μετά… το βρήκε” και το εξέλιξε σε τέχνη από το 2016 και μετά. Η κίνηση του έχει περιγραφεί ως αυτήν ‘ανθρώπου που εισβάλει σε μια συζήτηση’. Ένα χρόνο νωρίτερα, το The Bleacher Report είχε κάνει θέμα την εξέλιξη του βήματος “με τα στοιχεία να θέλουν το 48.9% των σουτ που έκαναν τη σεζόν 2015-16 οι NBΑers να είχαν step-back”. Γεγονός λογικό, αφού δίνει ελεύθερο οπτικό πεδίο, όταν το κάνεις σωστά. Μετρ ήταν ο Καρμέλο Άντονι. Ακολουθούσε ο Τζον Ουόλ.
Ο Ντόντσιτς δεν μπορεί καν να συγκριθεί μαζί τους, σε ταχύτητα. Μπορεί όμως, να συγκριθεί σε αποτελεσματικότητα -όπως απαντά σε όσους αμφέβαλαν ότι θα μπορεί να κάνει το step-back του, με τον τρόπο που το έκανε στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και να ‘χει επιτυχία.
Για τη φάση που μόλις είδες, τοποθετήθηκε η επίσημη αρχή των διαιτητών, για να σωπάσουν όσοι ούρλιαζαν πως από τον πρώτο του χρόνο στο ΝΒΑ απολαμβάνει της μεταχείρισης που έχει ο Τζέιμς Χάρντεν -των μόνιμων βημάτων που δεν ‘δίνονται’ για κανένα λόγο.
“ Η διαφορά με την συντριπτική πλειοψηφία των παικτών που αποφεύγουν τα step-back είναι πως ο Λούκα δεν φοβάται” εξηγεί ο Σαλάχ Μεζρί, συμπαίκτης του μικρού όταν ήταν 15 χρόνων. “ Ό,τι και αν γίνει, συνεχίζει να παίζει με τον ίδιο τρόπο. Δεν τον ενδιαφέρει αν του φωνάζουν ή αν του λένε τι να κάνει. Νιώθει πως ξέρει καλύτερα” και κατά τα φαινόμενα το ένστικτο τα ‘χει τα δίκια του. Έως τις 10/12 είχε και τα περισσότερα τρίποντα με step-back (16) από όλους τους άλλους που επιλέχθηκαν το ίδιο βράδυ, μαζί (13).
Μη του μιλάτε όταν χάνει -βασικά, όταν χάνει εξαφανίζεται
” Από τα πρώτα πράγματα που έγιναν ξεκάθαρα στη Μαδρίτη, με τον ερχομό του είναι το πόσο θέλει να νικάει. Και το πόσο δεν του αρέσουν οι ήττες”. Μεταγενέστερα, όταν τον ήξερε όλη η Ευρώπη “ όταν η Ρεάλ νικούσε, σε περίμενε στα αποδυτήρια με ένα τεράστιο χαμόγελο και έκανε δηλώσεις. Μετά τις ήττες, όσο και αν έψαχνες να τον βρεις, δεν ήταν πουθενά.
Δεν αμφισβητείται το μοναδικό ταλέντο του, οι εξαιρετικές ικανότητες του. Όταν ωστόσο, θες να είσαι ηγέτης, οφείλεις να είσαι μπροστά παντού και κυρίως στα δύσκολα. Έχω την αίσθηση ότι όταν φτάσει τα 22, 23 θα καταλάβει πως ο πραγματικός ηγέτης δεν είναι αυτός που κάνει τα καλύτερα στο παρκέ, αλλά εκείνος που έχει ηγετική προσωπικότητα και μακριά από τον αγωνιστικό χώρο. Έχει χρόνια μπροστά του”.
Ένα από τα θέματα που αρνείται να δουλέψει, είναι η σχέση με τα media. “ Δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα ταλαντούχος στο θέμα των συνεντεύξεων. Θυμάμαι την πρώτη μας επαφή, προ διετίας. Ήταν του ιδίου περιεχομένου με όσες ακολούθησαν: οι απαντήσεις του δεν διαρκούν παρά λίγα δευτερόλεπτα”, γιατί βαριέται αυτή τη διαδικασία. Νιώθει πως δεν τον αφορά -αφού δεν κάνει καλύτερο το παιχνίδι του.
Το ίδιο ισχύει και για τα τάιμ άουτ του ΝΒΑ: επίσης βαριέται. Σε ερώτηση που του έγινε για τις διαφορές μεταξύ του ευρωπαϊκού μπάσκετ και του ΝΒΑ είπε ” τα τάιμ άουτ διαρκούν πολύ εδώ. Σηκώνομαι και έχω άλλο ένα λεπτό, πριν μπω στο γήπεδο. Οπότε… ξανακάθομαι. Ακόμα δεν ξέρω τι να κάνω για να γεμίσω το χρόνο“.
Μην κάνετε το λάθος να πιστέψετε πως είναι ντροπαλό παιδί, όταν δεν είναι στο παρκέ. Καμία σχέση. Όταν γνωριστεί μαζί σου και νιώσει άνετα, κάνει αστεία και μιλά κανονικά. Όταν δίνει συνεντεύξεις, οι απαντήσεις φτάνουν στο top των 10 δευτερολέπτων. Έχει χιούμορ και ξέρει να ‘σπάει’ την αμηχανία, αλλά μόνο όταν το επιλέγει
Όπως όταν έκανε high five με τον εαυτό του.
Για να καταλάβεις τι τραβάνε οι Αμερικανοί που τον προσεγγίζουν -και εκείνος πια, βάσει των κανονισμών του ΝΒΑ οφείλει να θέτει εαυτόν στις υπηρεσίες των media-, σε μια από τις πλέον χαρακτηριστικές στιγμές. Εκείνη της ημέρας που αναδείχθηκε καλύτερος ρούκι για το μήνα Νοέμβριο.
Video που μας πάει στο επόμενο θέμα μας.
Όταν δεν παίζει μπάσκετ, παίζει Fortnite
Ρώτησαν τον Μαρκ Κιούμπαν (aka ιδιοκτήτης είδωλο που ‘χει δώσει εκατομμύρια σε πρόστιμα, στο ΝΒΑ) τι έκανε ο Σλοβένος το καλοκαίρι και κάνει φέτος ό,τι γουστάρει στο ΝΒΑ. “Πιστεύω ότι ήταν σε ένα σκάφος και έπαιζε Fortnite κάθε μέρα”, απάντησε με απόλυτη φυσικότητα. Γιατί είπαμε πως ο τύπος αυτός έχει γεννηθεί για να παίζει μπάσκετ, αλλά όταν δεν κρατά την πορτοκαλί μπάλα στα χέρια του, έχει το τηλεχειριστήριο του PlayStation και δίνει μάχες.
Εξυπακούεται πως δεν είναι ο μόνος NBAer που κοιμάται μέσα στο Fortnite. Ένας, ο Κένεθ Φαρίντ έφτιαξε ίδρυμα με χρήματα που κέρδισε από τη συμμετοχή του σε τουρνουά της Epic Games -όπου ανήκει το πιο δημοφιλές video game του πλανήτη. Ο Ντόντσιτς παίζει με τους φίλους του από τη Ρεάλ -ενώ συχνά τον εντοπίζουν και φαν του ΝΒΑ. Η αλήθεια είναι πως δεν διακρίνεται για το ταλέντο του στο παιχνίδι επιβίωσης. Τουλάχιστον όχι όσο διακρίνεται για αυτό που ‘χει στο μπάσκετ.
Από πέρυσι ασχολούνταν μόνο με την Αμερική
Το πρακτορείο που τον εκπροσωπεί έχει ορίσει από πέρυσι έναν άνθρωπο που ασχολείται ειδικά με τα αιτήματα που λαμβάνει ο Ντόντσιτς από τα media. Την πρώτη σεζόν αυτής της ιστορίας (207-18) η κυρία που είναι υπεύθυνη δεν απαντούσε καν στα αιτήματα από την Ευρώπη. Μόνο σε εκείνα από τις ΗΠΑ, όπου πήγε ως πρωταθλητής Ευρώπης με τη Ρεάλ και τη Σλοβενία, τρεις φορές πρωταθλητής Ισπανίας, κάτοχος δυο Copa del Rey και τρεις τίτλους MVP -συν δυο τίτλους Rising Star της Euroleague.
Mέσω λοιπόν, αμερικανικών μέσων μάθαμε ότι πρωτοέπιασε μπάλα μπάσκετ στα χέρια του, όταν ήταν 7 μηνών και όταν έκλεισε τον πρώτο χρόνο σε αυτήν τη ζωή, άρχισε να σουτάρει σε ειδική -μίνι- μπασκέτα που ‘χε στηθεί σπίτι, στο δωμάτιο του. Έπαιξε και ποδόσφαιρο (φευ), αλλά ψήλωσε πολύ και στα 7 αφοσιώθηκε στο λόγο που ήλθε στον κόσμο. “Πάντα έπαιζα με μεγαλύτερα παιδιά” έχει πει, “και έτσι έμαθα να χρησιμοποιώ το μυαλό μου για να τα κερδίσω, αφού δεν ήμουν αρκετά ψηλός ή αρκετά γρήγορος”. Και το ζητούμενο ήταν πάντα να τους νικήσει.
Ήθελε, θέλει και θα θέλει να είναι ο ήρωας του ματς
Ο Κούμπαν υπέθεσε τι έκανε ο Ντόντσιτς το περασμένο καλοκαίρι. Ο ντουνιάς όμως, ξέρει τι έκανε εκείνο του 2016, μετά την πρώτη του σεζόν στην ανδρική ομάδα της Ρεάλ Μαδρίτης (έκανε ντεμπούτο στις 30/4 του 2015, ημέρα που έγινε ο νεαρότερος παίκτης του οργανισμού που έπαιξε στη λίγκα).
Είχε πάει στη Σάντα Μπάρμπαρα, όχι για μπάνια, αλλά για δουλειά με την P3 Sports Science, που χρησιμοποιεί την τελευταία λέξη της τεχνολογίας για τους καλύτερους αθλητές του ΝΒΑ. Όταν γύρισε στη Μαδρίτη, το σώμα του είχε αλλάξει, σαν να είχε βελτιωθεί στο επίπεδο των αποφάσεων και είδε το ρόλο του να αυξάνεται. Ήταν 17 χρόνων.
Τη σεζόν που ακολούθησε (στο μισό που τον είδαμε) ήταν ο μόνος παίκτης της Euroleague με τουλάχιστον 15 πόντους, 8 ριμπάουντ και 8 ασίστ per 40 λεπτά. Είχε τα θέματα του στο Final Four. Τα ξεπέρασε στο Eurobasket, στη διαδρομή της Σλοβενίας για το χρυσό.
Νιώθω σαν να θέλω να είμαι ο ήρωας του ματς. Όταν κρίνονται αποτελέσματα θέλω την μπάλα στα χέρια μου. Ναι, έχω χάσει σημαντικά σουτ. Έμαθα όμως, από αυτά. Προχώρησα. Πάντα προχωρώ. Είτε κάνω ένα καλό παιχνίδι, είτε κάνω ένα κακό. Έχω μπροστά μου χιλιάδες άλλα.
Η φορά που ο Ρούντι ‘έκραξε’ τον Ντόνσιτς
Πριν τρία χρόνια, όταν ο Πάμπλο Λάσο έκρινε πως είχε έλθει η ώρα να του δώσει ρόλο στην ανδρική ομάδα -ήταν η πρώτη σεζόν της μεγάλης συμμετοχής-, σε ένα ματς για το Copa del Rey κατέβαζε την μπάλα. Στη γωνία ήταν ο Ρούντι Φερνάντεθ, μόνος και ζητούσε πάσα. Ο Λούκα επέλεξε να πάρει ο ίδιος το σουτ. Ο Λάσο πήρε τάιμ άουτ και όπως πήγαιναν προς τον πάγκο, ο Ρούντι άρχισε να ψέλνει τον μικρό.
Ο κόουτς της Ρεάλ πλησίασε τον Φερνάντεθ και του είπε “μην ασχοληθείς ποτέ ξανά με άλλους. Να κοιτάς μόνο τον εαυτό σου. Δηλαδή, εσύ τα κάνεις όλα σωστά; Όχι. Άρα μη τα ξαναβάλεις ποτέ με τον μικρό”. Ο Ρούντι δεν τα ξαναέβαλε ποτέ με τον μικρό.
O Λάσο είχε ξεκαθαρίσει από τον Οκτώβρη του 2016 πως “δεν του χαρίζουμε τίποτα. Κερδίζει ό,τι βλέπετε, μέσω των όσων κάνει στις προπονήσεις. Δεν με νοιάζει πόσων χρόνων είναι. Δεν του φέρομαι διαφορετικά. Κάνω ό,τι κρίνω ότι είναι καλό για εκείνον.
Από την πρώτη μέρα προσπαθούσα να του περάσω το αίσθημα ότι δεν έχει ανάγκη τα δώρα, εξαιτίας της ποιότητας που διαθέτει και της προσοχής που έχει κερδίσει για το νεαρό της ηλικίας του σε συνδυασμό με το ταλέντο του
Η Μαρία λέει στο Contra.gr ότι “όλοι οι παίκτες της Ρεάλ που έπαιξαν μαζί τους, αναγνώριζαν από την αρχή πως είναι μοναδικός, ότι έχει τεράστιο ταλέντο και θα γίνει σούπερ σταρ. Όλοι όμως, είχαν περάσει ηλικιακά ό,τι εκείνος. Δηλαδή, πήγαν σε πρώτες ομάδες όταν ήταν πολύ μικροί. Και οι παλιότεροι τους έδειχναν ποιος είναι το αφεντικό, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο”. Υπήρχε δηλαδή, μια ιεραρχία που τηρούνταν, ένας σεβασμός που θα ήταν χρήσιμο να υπάρχει.
Αστικός μύθος θέλει τον Ντόντσιτς να ρώτησε ενώπιον κόσμου, πριν την επιστροφή του Γιουλ στα παρκέ πέρυσι -μετά τον τραυματισμό που τον κράτησε ένα χρόνο εκτός- “και τώρα πού θα παίξει; Τι θα γίνει με εκείνον, γιατί είμαι εγώ ο ηγέτης”.
Υπήρξαν και φορές που του έδινε και καταλάβαινε λίγο παραπάνω, σε ξενύχτια και όταν όλοι οι άλλοι του θύμιζαν πως έχει την προσοχή πάνω του, -άρα θα έπρεπε να προσέχει- τους αγνοούσε.
Κάποιες φορές έδειχνε να μη σέβεται τους μεγαλύτερους, τους παλιότερους ή τους διαιτητές -οι οποίοι είχαν φτάσει στο αμήν με όσα άκουγαν από εκείνον. Στο περυσινό ματς των πρωταθλητών Ευρώπης με τη Βαλένθια, είχε γράψει σε φανέλα που υπέγραψε “είμαι ο Λούκα Ντόντσιτς και είμαι ο ηγέτης της Ρεάλ”. Αυτά είναι πράγματα που ‘χουν συμβεί, αλλά οι Ισπανοί αρνούνται να τα κάνουν δεδομένα -γιατί ο Ντόντσιτς κάνει καριέρα πια μεταξύ των καλύτερων και δεν μπορεί παρά να είναι “ο ‘δολοφόνος’ με το αγγελικό πρόσωπο”.
Έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα, κάτι που ισχύει για όλους τους ιδιαίτερους κατοίκους του πλανήτη. Όλα βέβαια, έχουν ένα διακριτό όριο, για εκείνους που ενδιαφέρονται να φτάσουν όσο πιο μακριά μπορούν, τιμώντας το ταλέντο τους, αφήνοντας βέβαια, παρακαταθήκη και ως άνθρωποι. Όπως ο Ντιρκ Νοβίτσκι, ο οποίος παρεμπιπτόντως είναι στα ίδια αποδυτήρια με τον Σλοβένο.
Ο Γκόραν Ντράγκιτς πιστεύει πως δεν θα χάσει το δρόμο του
Ο Γκόραν Ντράγκιτς, ηγέτης της Σλοβενίας στην πρώτη κατάκτηση της ευρωπαϊκής κορυφής, είχε σπεύσει να διευκρινίσει ότι “έχω δει πολλούς παίκτες που να κάνουν πράγματα και μετά να χάνουν τον έλεγχο. Παθαίνει το μυαλό τους και τελικά, εξαφανίζονται. Δεν πιστεύω ότι θα συμβεί αυτό με τον Λούκα”. Εκ των εκπροσώπων του, ο Κικε Βιγιαλόμπος είπε στη Marca ότι “δεν έχει αλλάξει τις συνήθειες του. Ζει σε ένα διαμέρισμα, στο κέντρο της πόλης -κοντά στα προπονητήρια της ομάδας- με τη μητέρα του, ενώ η κοπέλα του τον επισκέπτεται συχνά. Επί της ουσίας, πέραν των προπονήσεων και του να παίζει Fortnite δεν κάνει πολλά άλλα”.
Εφόσον εκείνοι που τον γνωρίζουν και τον ζουν διαβεβαιώνουν πως όλα θα πάνε καλά, ποιοι είμαστε εμείς να το αμφισβητήσουμε;
Πριν σε αφήσω να σε ενημερώσω για τις πέντε φάσεις που απομόνωσε το The Ringer και ‘εξηγούν το φαινόμενο Λούκα Ντόντσιτς” και να σου δείξω ένα ποτ πουρί. Καλή χρονιά να έχεις.