Ντε Γιόνγκ vs Βαλβέρδε: η μεταβλητή “F” του clásico
Από τη μία ο (F)renkie, από την άλλη ο (F)ede, τα δυο ταλαντούχα χαφ της Μπάρσα και της Ρεάλ, που απόψε θα πάρουν το βάπτισμα του πυρός σε clásico. Η μέχρι σήμερα πορεία τους και η προοπτική στους συλλόγους τους.
Το πρώτο clásico της φετινής σεζόν στην Πριμέρα ήταν κανονικά προγραμματισμένο να παιχτεί στις 26 Οκτωβρίου, στο πλαίσιο της 10ης αγωνιστικής του ισπανικού πρωταθλήματος, όμως η τεταμένη ατμόσφαιρα στη Βαρκελώνη λόγω της καταδίκης εννέα αυτονομιστών ηγετών από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ισπανίας σε ποινές κάθειρξης από 9 έως 13 χρόνια (για τον ρόλο τους στην αποτυχημένη προσπάθεια του αυτόνομου διαμερίσματος να αποκτήσει την ανεξαρτησία του το 2017), υποχρέωσε τη Λίγκα να αναβάλλει το παιχνίδι, φοβούμενη επεισόδια και ακραίες αντιδράσεις μέσα και έξω από το “Καμπ Νόου”. Η νέα ημερομηνία διεξαγωγής του αγώνα ορίστηκε για την Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου (21:00 ώρα Ελλάδας), έτσι λοιπόν ολόκληρος ο ποδοσφαιρικός πλανήτης περιμένει απόψε τη μονομαχία των δυο “αιωνίων”, η οποία φτάνει σε μια ιδιαίτερη συγκυρία, αφού οι δυο αντίπαλοι μοιράζονται την κορυφή του βαθμολογικού πίνακα.
Κανονικά, το μεγάλο θέμα θα ήταν το βάπτισμα του πυρός σε ένα clásico για τις δυο σημαντικότερες μεταγραφές του καλοκαιριού τόσο της Μπαρτσελόνα όσο και της Ρεάλ. Αναφέρομαι φυσικά στους Γκριεζμάν και Αζάρ, όμως η απουσία του δεύτερου λόγω τραυματισμού, θα μας στερήσει αυτό το δίδυμο από τον αγωνιστικό χώρο του “Καμπ Νόου”. Αμφότεροι πάντως, είχαν ένα μέτριο ξεκίνημα, αλλά σιγά-σιγά άρχισαν να βρίσκουν τα πατήματά τους και να προσαρμόζονται στο παιχνίδι των ομάδων τους, δείχνοντας ότι μπορούν να προσφέρουν όλα αυτά για τα οποία δαπανήθηκαν μεγάλα ποσά για την απόκτησή τους: 120 εκατομμύρια ευρώ για τον Γάλλο και 100 εκ. ευρώ για τον Βέλγο.
Πέρα όμως από αυτούς τους δυο παίκτες, υπάρχει ένα άλλο δίδυμο, το οποίο επίσης θα πραγματοποιήσει το ντεμπούτο του σε clásico. Πρόκειται για δυο ποδοσφαιριστές που έχουν εντυπωσιάσει φέτος με την απόδοσή τους και έχουν κερδίσει θέσεις στις αρχικές ενδεκάδες των ομάδων τους, δείχνοντας ότι το παρόν και το μέλλον τους ανήκουν. Ο Φρένκι Ντε Γιόνγκ (Μπαρτσελόνα) και ο Φεδερίκο Βαλβέρδε (Ρεάλ Μαδρίτης) είναι τα δυο νέα μεγάλα αστέρια της μεσαίας γραμμής των “μπλαουγκράνα” και των “μερένγκες”. Σχεδόν συνομήλικοι, 22 ο Ολλανδός, 21 ο Ουρουγουανός, έχουν εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις ευκαιρίες που τους έχουν δώσει οι προπονητές τους και πλέον αποτελούν βασικές επιλογές τόσο του Βαλβέρδε όσο και του Ζιντάν.
Η μεγάλη διαφορά τους βρίσκεται στα χρήματα που δαπανήθηκαν για την απόκτησή τους. Η Μπαρτσελόνα πλήρωσε 75 εκατομμύρια στον Άγιαξ, σε μια μεταγραφή που έκλεισε τον περασμένο Ιανουάριο, παρά το γεγονός ότι ο Φρένκι πήγε στη Βαρκελώνη το καλοκαίρι, ενώ η Ρεάλ Μαδρίτης από τη μεριά της, έδωσε μόλις 5 εκ. ευρώ για τον Φέδε στην Πενιαρόλ το 2016. Βέβαια, ο Ολλανδός αγωνίστηκε αμέσως στην πρώτη ομάδα των Καταλανών, σε αντίθεση με τον Ουρουγουανό που χρειάστηκε να περάσει πρώτα μια σεζόν στην Καστίγια (2016/17) και άλλη μια ως δανεικός στην Ντεπορτίβο Λα Κορούνια (2017/18), πριν αγωνιστεί πέρυσι για πρώτη φορά με την πρώτη ομάδα των “μερένγκες”.
Από εκεί και μετά, οι ομοιότητες ανάμεσά τους είναι πολύ περισσότερες. Ταλαντούχοι κεντρικοί χαφ και οι δυο, μπορούν να αγωνιστούν σε όλες τις θέσεις του κέντρου (κεντρικά χαφ, εσωτερικά χαφ, αμυντικά χαφ), ενώ αμφότεροι χαρακτηρίζονται από την ικανότητά τους να παίζουν σε όλο τον άξονα, παίρνοντας τη μπάλα μπροστά από την άμυνα και μεταφέροντάς τη μέχρι την επίθεση, πρόκειται δηλαδή για δυο ικανότατους “box to box” μέσους, που προσφέρουν τόσο στο ανασταλτικό όσο και στο δημιουργικό κομμάτι του παιχνιδιού. Με δυο λόγια, έχουμε να κάνουμε με δυο παίκτες που αντιπροσωπεύουν την έννοια του μοντέρνου χαφ στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.
Α. ΦΡΕΝΚΙ ΝΤΕ ΓΙΟΝΓΚ, Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ
Ας τους δούμε τώρα λίγο πιο αναλυτικά, ξεκινώντας από τον Ντε Γιόνγκ, ο οποίος θα είναι γηπεδούχος στο clásico της Τετάρτης. Ο Φρένκι γεννήθηκε το 1997 στο Χόρκεμ, μια πόλη της Νότιας Ολλανδίας και από πολύ μικρός γράφτηκε στις ακαδημίες της Βίλεμ ΙΙ, περνώντας από όλα τα τμήματα των υποδομών. Δυο ημέρες πριν τα 18α γενέθλιά του, τον Μάιο του 2015, πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα στην Eredivisie, ενώ το ίδιο καλοκαίρι υπέγραψε τετραετές συμβόλαιο με τον Άγιαξ, παραμένοντας όμως μέχρι το τέλος της χρονιάς – ως δανεικός πλέον – στην Βίλεμ ΙΙ. Όταν επέστρεψε στον “Αίαντα”, αγωνίστηκε αρχικά στη δεύτερη ομάδα του συλλόγου, τον Jong Ajax, όπου παρέμεινε μέχρι το καλοκαίρι του 2017.
Τότε ήταν που ο προπονητής Μάρτσελ Κάιζερ τον πήρε μαζί του στην πρώτη ομάδα, στην οποία τον διατήρησε και ο διάδοχός του, λίγους μήνες αργότερα, Έρικ Τεν Χαγκ. Ο τίτλος του κορυφαίου ταλέντου της σεζόν 2016/17, τον οποίο κέρδισε παίζοντας με τον Jong Ajax στη Β’ κατηγορία της Ολλανδίας (Eerste Divisie), επαληθεύτηκε γρήγορα και στον Άγιαξ της Eredivisie, εκεί όπου ο Ντε Γιόνγκ άρχισε σιγά-σιγά να “μεταμορφώνεται” από σέντερ μπακ (θέση στην οποία έγινε γνωστός) σε ένα ποιοτικότατο “πολυεργαλείο” του κέντρου, με μοναδική αίσθηση του χώρου, εκπληκτικές μακρινές μπαλιές, αλλά και κάθετες πάσες στους επιθετικούς που θα ζήλευαν τα καλύτερα “δεκάρια”.
Όπως ήταν φυσικό, οι εμφανίσεις του με τον “Αίαντα”, κυρίως στη δεύτερη σεζόν του στην πρώτη ομάδα (2018/19) προκάλεσαν το ενδιαφέρον μεγάλων ευρωπαϊκών συλλόγων, κυρίως όμως της Παρί Σεν Ζερμέν και της Μπαρτσελόνα. Οι Παριζιάνοι φάνηκε αρχικά να βρίσκονται πιο κοντά, αφού η οικονομική τους προσφορά ήταν σαφώς μεγαλύτερη εκείνης των Καταλανών, όμως τελικά μέτρησε η επιθυμία του ίδιου του παίκτη, που προτιμούσε σαφώς τους “μπαλουγκράνα”, κυρίως λόγω της ποδοσφαιρικής τους “φιλοσοφίας”, αλλά και της ολλανδικής παράδοσης του συλλόγου της Βαρκελώνης. Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι η μεταγραφή ήταν απλή υπόθεση, κάθε άλλο μάλιστα.
Ήδη από το ξεκίνημα της περσινής σεζόν (2018/19), οι “μνηστήρες” άρχισαν να σχηματίζουν ουρά έξω από τα γραφεία του ‘Αγιαξ: Παρί, Μπάρσα, Γιούβε, Σίτι. Οι μάχες που δόθηκαν από τους διεκδικητές του Φρένκι, αποδείχτηκαν πολύ σκληρές. Οι άνθρωποι της Μπαρτσελόνα ήθελαν όσο τίποτα να εξασφαλίσουν το “ναι” των Ολλανδών, αφού έβλεπαν στον Ντε Γιόνγκ έναν παίκτη-επένδυση, που θα μπορούσε να καλύψει επάξια τα τεράστια κενά που είχαν αφήσει με την αναχώρησή τους από την ομάδα στο χώρο του κέντρου, τόσο ο Τσάβι όσο και ο Ινιέστα. Η διοίκηση ήταν αποφασισμένη να κάνει τα πάντα, οι επαφές ήταν συνεχόμενες, ο ίδιος ο Μπαρτομέου ταξίδεψε στο Άμστερνταμ για να μιλήσει απευθείας τόσο με τον παίκτη, όσο και με τη διοίκηση του Άγιαξ.
Η πίεση ήταν τεράστια, το περιθώριο αποτυχίας μηδενικό, οπότε η Μπαρτσελόνα χρειάστηκε να ανεβάσει την προσφορά της σε πολύ υψηλά επίπεδα, μέχρι να πέσουν οι τελικές υπογραφές. Ένας εκ των μάνατζερ του Ντε Γιόνγκ, ο Χασάν Τσιτενκάγια, αποκάλυψε πως όταν επισημοποιήθηκε η συμφωνία, ο Πεπ Σεγούρα, τότε γενικός διευθυντής των “μπλαουγκράνα”, ξέσπασε σε κλάματα, σημάδι της τεράστιας φόρτισης και της “υποχρέωσης” που ένιωθε η διοίκηση του συλλόγου για την επιτυχία των διαπραγματεύσεων. Ο Τσιτενκάγια ομολόγησε ότι βλέποντας το ξέσπασμα του Σεγούρα, βούρκωσε και ο ίδιος, κάτι που του συμβαίνει σπάνια: “Υπήρχαν αγκαλιές ανάμεσα σε όλους, ανοίχτηκαν σαμπάνιες και στο τέλος πήγαμε όλοι μαζί με τον Φρένκι και την οικογένειά του σε ένα κυριλέ εστιατόριο στη Βαρκελώνη”.
Η μεταγραφή ανακοινώθηκε επίσημα από την Μπαρτσελόνα στις 23 Ιανουαρίου του 2019, η οποία ενημέρωσε ότι ο παίκτης θα ολοκλήρωνε τη σεζόν με τον Άγιαξ και θα πήγαινε στους “μπλαουγκράνα” το καλοκαίρι. Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο “Αίαντας” ξεπέρασε στους “16” του Champions League το εμπόδιο της Ρεάλ Μαδρίτης με το απίστευτο 1-4 μέσα στο “Μπερναμπέου”, άφησε εκτός τη Γιούβε στους “8” με μια ακόμα εκτός έδρας μέσα στο Τορίνο και έφτασε μια ανάσα πριν τον τελικό του “Wanda Metropolitano”, γνωρίζοντας οδυνηρό αποκλεισμό από την Τότεναμ με το τέρμα του Λούκας Μόουρα στο 96′ της ρεβάνς. Σε όλα αυτά τα ματς, ο Ντε Γιόνγκ – που κατέκτησε το νταμπλ στην Ολλανδία – ήταν πρωταγωνιστής, με εκπληκτικές εμφανίσεις, κάνοντας τους ανθρώπους της Μπάρσα να τρίβουν τα χέρια τους από ικανοποίηση.
Λίγους μόλις μήνες αργότερα, ο Ολλανδός παίκτης είναι πλέον βασικός και αναντικατάστατος στο σχήμα του Βαλβέρδε, ένας υπερπολύτιμος “πασπαρτού” που μπορεί να παίξει στη θέση του Ράκιτις ως κεντρικό χαφ, στη θέση του Μπουσκέτς ως αμυντικό χαφ, στη θέση του Αρτούρ ως εσωτερικό χαφ, αλλά και στη θέση του στόπερ αν χρειαστεί, όπως έκανε συχνά και στον Άγιαξ, δίπλα στον Ματάις ντε Λιχτ. Ο ίδιος ο Φρένκι δηλώνει ότι δεν έχει φτάσει ακόμα στα επίπεδα απόδοσης που θέλει και μπορεί, όμως οι φίλαθλοι της ομάδας είναι ενθουσιασμένοι μαζί του, αφού στο πρόσωπό του βλέπουν να λειτουργεί και πάλι ο ιστορικός “σύνδεσμος” ανάμεσα σε Μπαρτσελόνα, Γιόχαν Κρόιφ και ολλανδικό ποδόσφαιρο.
Κλείνοντας την παρουσίαση του Ντε Γιόνγκ, να πούμε ότι σε αυτή την πρώτη σεζόν του στους “μπλαουγκράνα”, έχει αγωνιστεί σε όλα ανεξαιρέτως τα φετινά επίσημα παιχνίδια της Μπαρτσελόνα, συνολικά 22 (16 στη Λίγκα και 6 στο Champions League), εκ των οποίων ήταν βασικός στα 20! Ως αλλαγή τον είδαμε μόνο στο ματς της Μπάρσα με τη Βιγιαρεάλ στο πρωτάθλημα και στο αδιάφορο τελευταίο παιχνίδι του ομίλου στο ChL με την Ίντερ. Ο Φρένκι έχει πετύχει ένα γκολ και έχει δώσει μια ασίστ, αμφότερα στον αγώνα με τη Βαλένθια στο “Καμπ Νόου”. Στην Πριμέρα έχει δώσει 880 σωστές πάσες (55 μ.ο. ανά αγώνα) και έχει 84 κλεψίματα (5,25 μ.ο.), ενώ στο ChL οι σωστές του πάσες είναι 357 (59,5 μ.ο.) και τα κλεψίματά του 40 (6,67 μ.ο.).
Β. ΦΕΔΕΡΙΚΟ ΒΑΛΒΕΡΔΕ, Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ
Περνάμε τώρα στον έτερο του σημερινού αφιερώματος, τον φιλοξενούμενο – στο αποψινό clásico – Βαλβέρδε. Ο Φέδε γεννήθηκε το 1998 στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης και από τα δέκα του χρόνια γράφτηκε στις ακαδημίες της Πενιαρόλ, περνώντας από όλες τις βαθμίδες των υποδομών των “καρμπονέρος”. Με τις μικρές κατηγορίες κατέκτησε διάφορους τίτλους και μέσω των σκάουτ των ευρωπαϊκών ομάδων που βρίσκονταν στη Λατινική Αμερική, έγινε γνωστός στους συλλόγους της ηπείρου μας. Τον Ιανουάριο του 2015 ταξίδεψε στο Λονδίνο για να επισκεφθεί τις εγκαταστάσεις της Άρσεναλ, η οποία συμφώνησε με την Πενιαρόλ να τον ασφαλίσει για 4 εκατομμύρια ευρώ, απλά και μόνο για να τον δοκιμάσει σε προπονήσεις της πρώτης ομάδας.
Δυο μήνες αργότερα, ο Βαλβέρδε πήρε μέρος με την Εθνική Ουρουγουάης U17 στο Πρωτάθλημα Νότιας Αμερικής U17 που διεξήχθη στην Παραγουάη. Εκεί πέτυχε 4 γκολ στα τρία από τα τέσσερα ματς του ομίλου και οδήγησε τη “σελέστε” στην τελική φάση, όπου με τρία ακόμη τέρματα (2 εναντίον της Βραζιλίας και 1 εναντίον της Παραγουάης), έφτασε τα 7 συνολικά και βγήκε πρώτος σκόρερ στη διοργάνωση. Οι εμφανίσεις του σε εκείνο το τουρνουά, εκτός της Άρσεναλ, προκάλεσαν το ενδιαφέρον και σε άλλους ευρωπαϊκούς συλλόγους, όπως η Τσέλσι, η Μπαρτσελόνα και η Ρεάλ Μαδρίτης. Οι “κανονιέρηδες” μάλιστα έκαναν και επίσημη πρόταση στην Πενιαρόλ, ύψους 3,4 εκ. ευρώ, η οποία πάντως απορρίφθηκε.
Λίγες μέρες μετά την ολοκλήρωση του Sudamericano U17, έγινε γνωστό από Ουρουγουανούς δημοσιογράφους, ότι η Ρεάλ Μαδρίτης είχε προσφέρει 5 εκ. ευρώ για να τον αποκτήσει, σε μυστικές επαφές και συζητήσεις που είχαν γίνει απευθείας με την οικογένεια του Βαλβέρδε στη διάρκεια εκείνης της διοργάνωσης. Τον Μάιο του 2015, ο Φέδε ταξίδεψε στην Ισπανία για να περάσει ιατρικές εξετάσεις από το ιατρικό τιμ της Ρεάλ και στη συνέχεια επέστρεψε στην Ουρουγουάη, όπου υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο με την Πενιαρόλ, διάρκειας τριών χρόνων. Τέσσερις μέρες μετά την συμφωνία του με τους “καρμπονέρος”, ανακοινώθηκε επίσημα από την ομάδα του ότι είχε συμφωνηθεί η παραχώρησή του στους “μερένγκες”, όχι όμως νωρίτερα από το καλοκαίρι του 2016.
Στην πρώτη του σεζόν με την πρώτη ομάδα (2015/16), ο Βαλβέρδε έφτασε τις 13 συμμετοχές (2 γκολ & 1 ασίστ) και κατέκτησε το πρωτάθλημα της Primera División της Ουρουγουάης, με συμπαίκτες τους Ντιέγο Φορλάν και Μαρσέλο Σαλαγέτα. Στις 28 Ιουλίου του 2016, ο Φέδε έφτασε στη Μαδρίτη, υπέγραψε συμβόλαιο με τη Ρεάλ και ενσωματώθηκε στη θερινή προετοιμασία της Καστίγια (Real Madrid B), ενώ προπονήθηκε για πρώτη φορά με την πρώτη ομάδα των “μερένγκες” στις 31 Αυγούστου. Ο 18χρονος πέρασε όλη τη σεζόν 2016/17 στις τάξεις της Καστίγια (30 συμμετοχές & 3 γκολ), με προπονητή τον Σαντιάγο Σολάρι, ο οποίος παρουσιάστηκε απόλυτα ικανοποιημένος από την απόδοση του παίκτη του: “Είναι καταπληκτικός, παράγει ποδόσφαιρο κάθε στιγμή και έχει προσαρμοστεί άριστα στην ομάδα και την Ισπανία”.
Το καλοκαίρι του 2017, ο Βαλβέρδε δόθηκε δανεικός στην Κορούνια, για να πάρει αγώνες στα πόδια του και να “γνωρίσει” την Πριμέρα Ντιβισιόν. Σε μια πολύ άσχημη χρονιά για την Ντέπορ (τερμάτισε 18η και υποβιβάστηκε), με τρεις διαφορετικούς προπονητές στη διάρκεια της σεζόν (Μελ, Παράλο και Ζέεντορφ), ο Φέδε έφτασε τις 25 συμμετοχές, χωρίς να “λάμψει” ιδιαίτερα, αλλά πλέον γεμάτος παραστάσεις από το υψηλότερο επίπεδο, ήταν έτοιμος να επιστρέψει στη Μαδρίτη και να διεκδικήσει τη θέση του στην ομάδα της Ρεάλ. Στη διάρκεια της προετοιμασίας, ο Τζούλεν Λοπετέγκι ενθουσιάστηκε με όσα είδε και αποφάσισε να κρατήσει τον Βαλβέρδε στην πρώτη ομάδα.
Ο Σολάρι (που διαδέχτηκε τον Λοπετέγκι) άρχισε να δίνει τις πρώτες – λίγες – ευκαιρίες στον Φέδε, περνώντας τον ως αλλαγή σε κάποια παιχνίδια, όμως η κατάσταση βελτιώθηκε με τον ερχομό του Ζιντάν στην ομάδα. Ο Γάλλος γρήγορα κατάλαβε ότι είχε ένα “διαμαντάκι” στο ρόστερ του και ήταν αυτός που έδωσε φανέλα βασικού στον “pajarito” (παχαρίτο, πουλάκι στα ισπανικά, το παρατσούκλι του Βαλβέρδε) προς το τέλος της σεζόν. Ο Ουρουγουανός έφτασε τελικά τις 25 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις (Λίγκα, Κύπελλο, ChL), αφήνοντας πολλές υποσχέσεις για το άμεσο μέλλον. Φέτος τα πράγματα είναι ακόμα καλύτερα για τον 21χρονο χαφ, τόσο σε συμμετοχές, όσο και σε απόδοση.
Όπως ο Ντε Γιόνγκ, έτσι και ο Βαλβέρδε μπορεί να παίξει σε όλες τις θέσεις του κέντρου, αλλά και να καλύψει τον άξονα από την άμυνα μέχρι την επίθεση. Ο Ζιζού τον έχει χρησιμοποιήσει ως αμυντικό χαφ στη θέση του Κασεμίρο, ως κεντρικό χαφ στη θέση του Μόντριτς ή ως εσωτερικό χαφ στη θέση του Κρόος. Το καλύτερο όμως για τη Ρεάλ, είναι ότι στο πρόσωπο του Φέδε, έχει βρει έναν σύγχρονο “box to box” χαφ, ο οποίος άνετα μπορεί να σταθεί μέσα στην ομάδα ως βασικός, χωρίς να είναι απαραίτητο να αντικαταστήσει κάποιον από την “αγία τριάδα” για να μπει στην ενδεκάδα. Που σημαίνει ότι ο Βαλβέρδε μπορεί και φέτος να ξεκίνησε ως μέλος του Plan B της Ρεάλ, αλλά κάλλιστα μπορεί να ολοκληρώσει τη σεζόν έχοντας “προβιβαστεί” στο Plan A του Ζιντάν.
Κλείνοντας την παρουσίαση του Βαλβέρδε, να πούμε ότι σε αυτή τη δεύτερη χρονιά του στους “μερνέγκες”, έχει αγωνιστεί στα 16 από τα 22 συνολικά φετινά επίσημα παιχνίδια της Ρεάλ (12 στη Λίγκα και 4 στο Champions League), εκ των οποίων ήταν βασικός στα 11! Ο Φέδε έχει πετύχει δυο γκολ (εναντίον της Έιμπαρ και της Ρεάλ Σοθιεδάδ) και έχει μοιράσει τρεις ασίστ (με Γρανάδα, Έιμπαρ και Εσπανιόλ). Στην Πριμέρα έχει δώσει 336 σωστές πάσες (28 μ.ο. ανά αγώνα) και έχει 42 κλεψίματα (3,5 μ.ο.), ενώ στο ChL οι σωστές του πάσες είναι 158 (39,5 μ.ο.) και τα κλεψίματά του 21 (5,25 μ.ο.). Να προσθέσουμε, τέλος, ότι με τη Ρεάλ κατέκτησε το Μουντιάλ Συλλόγων του 2018 (ήταν στην αποστολή, αλλά δεν αγωνίστηκε).
Πριν ολοκληρώσουμε το κείμενο, να κάνουμε και μια σύντομη αναφορά στην παρουσία των δυο χαφ στις εθνικές τους ομάδες. Ο μεν Ντε Γιόνγκ, αφού πέρασε από όλες τις μικρές εθνικές (U15, U17, U19 & U21), πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με τους Άνδρες τον Σεπτέμβριο του 2018, σε φιλικό ματς της Ολλανδίας με το Περού και από τότε έχει συμπληρώσει 15 συμμετοχές και ένα γκολ. Ο δε Βαλβέρδε, αφού και αυτός πέρασε από τις μικρές εθνικές της Ουρουγουάης (U15, U17, U18 & U20), κερδίζοντας την Ασημένια Μπάλα στο Μουντιάλ U20 του 2017, έκανε το ντεμπούτο του με τη “σελέστε” τον Σεπτέμβριο του 2017, σκοράροντας μάλιστα το νικητήριο γκολ στο 1-0 επί της Παραγουάης. Ο Φέδε βρέθηκε στην προεπιλογή του Ταβάρες για το Μουντιάλ της Ρωσίας, αλλά τελικά αποκλείστηκε. Μέχρι σήμερα μετράει 20 συμμετοχές και 2 τέρματα.
Αυτή είναι – με λίγες λέξεις – η πορεία του Ντε Γιόνγκ και του Βαλβέρδε στο ποδόσφαιρο. Δυο μοντέρνα χαφ, με πολύ ταλέντο, τεχνική και ευστροφία μέσα στο γήπεδο, προσφέρουν αμφότεροι ποικιλία επιλογών στους προπονητές τους και βοηθούν τις ομάδες τους όχι μόνο να καλύψουν κενά, αλλά και να έχουν στη διάθεσή τους δυο παίκτες που αναμένεται να πρωταγωνιστήσουν στα επόμενα πολλά χρόνια. Το πόσο μακριά θα φτάσουν, θα το δείξει φυσικά ο χρόνος, όμως όλα τα μέχρι τώρα δεδομένα, συνηγορούν στο ότι έχουμε μπροστά μας δυο παίκτες που τους ανήκουν και το παρόν και το μέλλον.
* Πηγές: sport.es, culemania.com, fcbarcelona.es, as.com, marca.com, punditfeed.com, goal.com, infobae.com, elpais.com