I Love this Game
Ένα κείμενο-ωδή στο ΝΒΑ. Αυτό που μάθαμε, με αυτό που μεγαλώσαμε. Τη δεκαετία του '90 ο μαγικός κόσμος μπαίνει στα σπίτια μας και εμείς μαθαίνουμε τον ήρωα Jordan, τη δυναστεία των Bulls και όλα όσα μας έκαναν να αγαπήσουμε το συγκεκριμένο σπορ. Με αφορμή τον τζάμπολ του νέου πρωταθλήματος, ο Zastro σας παρουσιάζει, σε ένα συγκλονιστικό και συνάμα νοσταλγικό αφιέρωμα, την ιστορία του ΝΒΑ, τότε που "παγκοσμιοποιήθηκε" και απέκτησε φανατικό κοινό.
Η δεκαετία του ‘90 για το ΝΒΑ είναι τα χρόνια της διεύρυνσης, του expansion, του ονείρου του Stern που γίνεται πραγματικότητα: το ΝΒΑ “παγκοσμιοποιείται”, γίνεται mainstream, αποκτά φανατικό κοινό και overseas. Oι μεγάλοι του παρελθόντος, όλοι εκείνοι που είχαν θέσει τις στέρεες βάσεις για τη “μαγεία” του NBA κυρίως από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’70 κι έπειτα, όλοι είχαν κρεμάσει τις φανέλες τους ή στην καλύτερη περίπτωση βρίσκονταν σε σωματική κατάπτωση. Είχε έρθει ο καιρός για νέους ήρωες και οι προϋποθέσεις ήταν όλες εκεί και περίμεναν να απογειωθούν μέσω της ορθής διαχείρισης και διαφήμισης του αθλήματος.
Ένας νεαρός που “πετούσε” στον αέρα
Οι Chicago Bulls είχαν επιλέξει σαν τρίτη επιλογή στο draft το 1984, έναν παίκτη που προερχόταν από τη North Carolina, τον Michael Jeffrey Jordan. Εξαιρετικός σκόρερ, εξωγήινα αθλητικά προσόντα, άλμα που του επέτρεπε…πτήσεις προς το καλάθι, καρφώματα που μέχρι τότε δεν είχε αποτολμήσει κανείς (πλην ίσως του Dominique Wilikins και του “rock the baby” Doctor J.). Tο γεγονός ότι ο νεαρός MJ μπορούσε να μείνει στον αέρα έστω ένα δευτερόλεπτο περισσότερο από όλους τους αντιπάλους του, έκανε τη φαντασία του κοινού να οργιάζει, ανάγκαζε τα παιδιά στα playgrounds να αφιερώνουν ώρες ολόκληρες για να αντιγράψουν έστω μια κίνησή του. Ήταν τόσο δύσκολο που σχεδόν άμεσα του αποδόθηκε ο χαρακτηρισμός Air. “Αέρας”, γιατί ο Jordan περπατούσε στους αιθέρες, έκανε πράγματα στα παρκέ που μέχρι πρότινος δεν μπορούσε κανείς να διανοηθεί.
Το Chicago βρισκόταν σε πλήρη αναδόμηση, η ομάδα ακόμη χτιζόταν μετά τις προηγούμενες καταστροφικές χρονιές, αλλά με τον νεαρό Michael υπήρχε η πεποίθηση ότι τα playoffs είναι εφικτά κάθε χρόνο, με λίγη τύχη και λίγο παραπάνω, αφού η ομάδα είχε την “ατραξιόν” του πρωταθλήματος και η διοίκηση των Bulls είχε κινηθεί καλά στην αγορά και στο σχεδιασμό. Όλα αυτά τα χρόνια είχε μαζευτεί μια “μαγιά” αποτελούμενη από σημαντικούς παίκτες, ο Scottie Pippen, ο Horace Grant, ο BJ Armstrong για να αναφέρουμε μερικά από τα ονόματα, σχημάτιζαν μια ομάδα που της έλειπε μόνο η εμπειρία για να χτυπήσει τον τίτλο. Στο δρόμο τους, team to beat, ήταν εκείνοι: οι Detroit Pistons, οι περίφημοι Bad Boys του Chuck Daly. Oι Bulls ασφυκτιούσαν από την περίφημη άμυνα των Bad Boys, θα μπορούσε να πει κανείς ότι το συναίσθημα ήταν ο φόβος, η ψυχολογική ανωτερότητα των Pistons που κάθε φορά τους έδινε το πλεονέκτημα στις σειρές.
Δεν ήταν τόσο θέμα του Jordan, άλλωστε εκείνος πλησίαζε ολοένα και περισσότερο την τελειότητα, όσο η αναγκαιότητα μιας ακόμη ηγετικής μεν φυσιογνωμίας, πρόθυμης δε να αναλάβει τον ξεκάθαρο ρόλο του “νούμερο 2”. Αυτόν τον άκρως νευραλγικό ρόλο ανέλαβε να τον διαδραματίσει ο Scottie Pippen, ο “Iνδιάνος” που κατά τη διάρκεια της σειράς του 1989, έβρισκε πάσης φύσεως δικαιολογίες για να κρυφτεί πίσω από το προσωπικό underachieve, με αποκορύφωμα εκείνη την ξαφνική ημικρανία που κατά δήλωσή του στον Τύπο, τον είχε εμποδίσει να αποδώσει. Ο Jordan δεν μπορούσε μόνος του, κανείς δεν μπορεί μόνος του σε ένα ομαδικό άθλημα. Ήταν μέχρι τότε ένας θεαματικός παίκτης, ένας αξιοζήλευτος αθλητής, ασταμάτητος στο ένας εναντίον ενός, πρωταγωνιστής, αλλά κάτι σαν μοναχικός καβαλάρης. Τα έκανε όλα σε ατομικό επίπεδο, αλλά σε ομαδικό δεν μπορούσε να κερδίσει το “δαχτυλίδι”. Πολλοί τότε πίστευαν ότι δεν θα το κερδίσει ποτέ.
Η κατάρα του Jordan
Ήταν άλλωστε απόλυτα συνηθισμένο αυτό στο ΝΒΑ, μια πραγματική “ασθένεια” που έπληξε πολλούς “εξωπραγματικούς” παίκτες στην εποχή τους, οι οποίοι δεν κέρδισαν τίποτα διότι έπεφταν πάνω σε καλύτερες ομάδες, πιο άρτιες και πιο έτοιμες, αν και με λιγότερο ταλέντο. Δεν ήταν κάτι νέο, έγινε και πριν και μετά από αυτόν, συνεπώς ουδεμία έκπληξη. Αυτή η “νόσος” νικήθηκε ακριβώς την περίοδο 1990/91 και έμεινε απλά μια ανάμνηση, μια αναφορά στο ξεκίνημα της καριέρας στην περίπτωση του Jordan. Μια ξεθωριασμένη ανάμνηση, ένα παράδοξο, που σήμερα δεν μπορεί παρά να χαρίζει ένα χαμόγελο σε εκείνους που έζησαν και θυμούνται τη συζήτηση της εποχής, τους τόνους μελάνης που είχαν χυθεί για να εξηγήσουν την “κατάρα” του Jordan, που ναι μεν είναι ο καλύτερος, αλλά είναι καταδικασμένος να μείνει χωρίς δαχτυλίδι, χωρίς το πρωτάθλημα (παγκόσμιο πρωτάθλημα όπως αρέσκονται να το αναφέρουν οι Aμερικανοί) που θα του χάριζε την αιωνιότητα.
Οι Bulls στη regular κέρδισαν 61 παιχνίδια, νέο ρεκόρ στην ιστορία τους, ο Jordan κέρδισε το δεύτερο MVP της καριέρας του, συμπεριλήφθηκε εκ νέου στην καλύτερη πεντάδα, ψηφίστηκε και για την καλύτερη αμυντική πεντάδα, βγήκε πέμπτη φορά πρώτος σκόρερ. Στον πρώτο γύρο των p.o. ήρθε το sweep κόντα στους εν πλήρη ανακατασκευή Knicks. Στη συνέχεια, ένα εύκολο 4-1 με τους Sixers και μπροστά στο Chicago πλέον ήταν ο δαίμονας. Οι Bad Boys, ο Isaiah, o Dumars, o Mahorn, ο Laimbeer, o Rodman, η πολύ σκληρή άμυνα του Daly, στα όρια του αντιαθλητικού. Αυτή τη φορά όμως, η σειρά δεν ξεκίνησε ποτέ. Οι Bulls επιτέλους δεν ήταν μόνο Jordan, ήταν μια ομάδα με όλη τη σημασία της λέξης, μια απόλυτα συγκεντρωμένη μηχανή, προγραμματισμένη να νικά. Το 4-0 τα λέει όλα.
Οι Pistons προσπάθησαν να διασώσουν την αξιοπρέπειά τους στο τέταρτο ματς, αλλά έχασαν τα πάντα. Πάνω απ’ όλα έχασαν την τιμή τους όταν η πιο εμβληματική φιγούρα τους, ο Isaiah Thomas βιαστικά έκανε νόημα στους συμπαίκτες του να αποχωρήσουν στα αποδυτήρια χωρίς καν να περιμένουν την κόρνα της λήξης, προκειμένου να μην υποχρεωθούν να συγχαρούν τους αντιπάλους τους. Στους τελικούς, οι Bulls βρέθηκαν αντιμέτωποι με το επόμενο Holy Grail, τους φοβερούς Showtime Lakers στην ένατη εμφάνιση των Λιμνανθρώπων σε τελικούς τα τελευταία 12 χρόνια. Όλη η Αμερική περίμενε εκείνους τους τελικούς, ήταν η πρώτη φορά που κοντράρονταν οι δύο μεγάλοι ήρωες, o Magic και o Air.
To ιστορικό “perfect match”!
Στον πρώτο αγώνα της σειράς, τα παλιά φαντάσματα επέστρεψαν για να στοιχειώσουν τον MJ. Οι Lakers επιβλήθηκαν με 93-91 χάρη σε ένα σουτ τριών του Perkins. Πολλοί προέβλεψαν sweep, είχαν υπολογίσει όμως χωρίς το ιστορικό μέχρι σήμερα “perfect match”: Οι Bulls σούταραν με 62% ευστοχία (50 στα 81 σουτ), το πρώτο ημίχρονο έκλεισε στο 48-43, ένα +5 που άφηνε το παιχνίδι ανοιχτό. Στην τρίτη όμως περίοδο, τα 17 στα 20 σουτ δεν άφησαν περιθώρια, παρόλο που οι Lakers έκαναν ότι ήταν δυνατόν για να παρακολουθήσουν, εκείνη η τρίτη περίοδος υπήρξε αποφασιστική για τη σειρά, ίσως και για την ιστορία του ΝΒΑ.
Pippen και Grant με 20 πόντους ο καθένας, Paxson και Cartwright 16 και 12. Επιπλέον ο Scottie αποδείχθηκε καταλυτικός και στον περιορισμό του Magic, κρατώντας τον στο φτωχό 4 στα 13 σουτ, αποδιοργανώνοντας πλήρως το pick ‘n’ roll του Los Angeles. O Jordan υπήρξε θεϊκός: σκόραρε 33 πόντους με 15 στα 18 σουτ, τα 13 εκ των οποίων ήταν συνεχόμενα εύστοχα, έκανε ίσως το καλύτερο παιχνίδι της καριέρας του, ένα από τα καλύτερα στην ιστορία του NBA. Σε εκείνο το δεύτερο παιχνίδι έγινε και η φάση που επαναλαμβάνεται ασταμάτητα έκτοτε σε όλα τα αφιερώματα των τελικών, μια εποποιία που το NBC παρουσιάζει κάθε μα κάθε χρονιά προσθέτοντας απλώς μια αναφορά: just perfect.
Ο MJ απέφυγε τον προσωπικό φρουρό του με μια “πλαστική” προσποίηση, μπήκε στο ζωγραφιστό και απογειώθηκε για το – αναμενόμενο – κάρφωμα. Τη μπάλα την είχε στο δεξί του χέρι, όταν ο AC Green ορθώθηκε μπροστά του για να τον σταματήσει. Κάθε άλλος παίκτης θα είχε πασάρει ή θα προσπαθούσε να πάρει το φάουλ αναζητώντας την επαφή, έστω θα προσπαθούσε να περάσει τη μπάλα πάνω από το χέρι του αμυντικού και να δώσει καμπύλη στην τροχιά. Όχι όμως ο Jordan. Eν πτήση, πέρασε την μπάλα από το δεξί στο αριστερό, απέφυγε με μια απίστευτη κίνηση του σώματος τον AC Green που έμεινε έκπληκτος να απορεί κοιτώντας τον Air να αφήνει τη μπάλα στο καλάθι.
Συγκλονιστικό και το τρίτο παιχνίδι στο Σικάγο, όπου οι Bulls επικράτησαν με 104-96 στην παράταση, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Jordan σκόραρε τους 6 από τους 12 πόντους της ομάδας. Το τέταρτο παιχνίδι πιο άνετο: 97-82 και η σειρά στο 3-1, το δαχτυλίδι λαμπύριζε, ήταν πιο κοντά από ποτέ. Οι Lakers παγιδευμένοι στην άμυνα και τη διάθεση των Bulls πυροβoλούσαν άσφαιρα. 36% στα σουτ, με μόνο διασωθέντα έναν συγκινητικό Vlade Divac που αποδείχθηκε o πιο αξιόπιστος κρίκος των Lakers κλείνοντας εκείνη τη σειρά με μέσους όρους hall of famer: 18.2 πόντους, 8.8 ριμπάουντ και 2.4 κοψίματα.
I‘m numb
Το πέμπτο ματς είναι το ματς του John Paxson, οι δικοί του 10 πόντοι στο τελευταίο πεντάλεπτο έκριναν τον τίτλο, δικαίως ανακηρύχθηκε σε αφανή ήρωα εκείνης της βραδιάς. Η σειρά όμως ανήκε σε έναν. Ο Jordan ολοκλήρωσε τους πέντε αγώνες των τελικών έχοντας τρομακτικά στατιστικά: 31.2 πόντοι, 56% στα σουτ και 85% από τη γραμμή. Επιπλέον, 11.4 ασίστ, 6.6 ριμπάουντ, 1.4 μπλοκ και 2.8 κλεψίματα. Με το που τελείωσε το πέμπτο παιχνίδι, έτρεξε στα αποδυτήρια του Forum. Εκεί, με τον πατέρα του James στα αριστερά και τη σύζυγό του Juanita στα δεξιά, έκλαψε. “I‘m numb” ήταν η φράση που ψέλλισε σαν – επιτέλους – πρωταθλητής του ΝΒΑ. Ήταν η πρώτη δικαίωση για πολλά χρόνια αμφισβήτησης, το πρώτο δαχτυλίδι και ως γνωστόν, ποτέ δεν είναι ξανά σαν την πρώτη φορά.
Κάπως έτσι, ο MJ εμφανίστηκε στη σεζόν 1991-92 ως ο απόλυτος ηγέτης του πρωταθλήματος που βίωνε την αλλαγή σκυτάλης των γενέων, αφήνοντας πίσω ιερά τέρατα του παρελθόντος. Στο παλκοσένικο πλέον ανέβαιναν παίκτες όπως ο Hakeem, o Barkley, o Clyde Drexler, ο Patrick Ewing, o Karl Malone, o John Stockton. Αυτοί ήταν οι επόμενοι super stars, εκείνους έψαχναν μετά μανίας οι πολυεθνικές για να διαφημίσουν τα προϊόντα τους, μέσα από αυτούς θα προέκυπτε ο επόμενος εκλεκτός, ο αμφισβητίας των πρωτείων του Michael Jordan για τα αδηφάγα ΜΜΕ που ήδη είχαν βγει παγανιά και αναζητούσαν το «δολοφόνο» του βασιλιά. Έπρεπε όμως να περιμένουν πολύ.
Η κανονική περίοδος είχε ξεκινήσει με την πεποίθηση στο κοινό, ότι το back2back των Bulls ήταν σχεδόν φυσιολογικό. Οι Lakers, ξαφνικά χάνουν τον Magic, ο οποίος συνταξιοδοτήθηκε πρόωρα για τους γνωστούς προσωπικούς λόγους της ασθενείας του και χάνονται στον πυθμένα της βαθμολογίας στην Pacific. Οι Pistons παρά τη μεγάλη προσπάθεια, έμοιαζαν γερασμένοι, κουρασμένοι και άδειοι, τελείωσαν μόλις με το πέμπτο ρεκόρ στην Ανατολή, ήταν σαφές ότι λίγοι θα μπορούσαν να αντισταθούν στην συντριπτική επικράτηση του Chicago, που έκλεισε τη regular season κερδίζοντας 67 παιχνίδια. Ο πρώτος γύρος στα play offs ήταν ένα σχεδόν banal 3-0 απέναντι στο «βρέφος» του Miami, στην πρώτη εμφάνιση των Heat στην post season.
Oι Bulls απλώς ανέμεναν τον αντίπαλο στο δεύτερο γύρο, διακριτικά μελετούσαν τη σειρά των Pistons κόντρα στη Νέα Υόρκη, υπήρχε ένα ψήγμα αβεβαιότητας σχετικά με το κατά πόσον θα κατορθώσουν να επιβεβαιώσουν την ανωτερότητά τους απέναντι σε πιο physical ομάδες. Τα “Πιστόνια”, οι πληγωμένοι πρώην (δις) πρωταθλητές, έχουν χάσει το πρώτο παιχνίδι, κερδίζουν στο Madison το δεύτερο και χάνουν το τρίτο στην παράταση. Ισοφαρίζουν και όλα θα κριθούν στο πέμπτο ματς, σε μια σειρά που έμοιαζε η πιο σκληρή όλων των εποχών. Οι δύο ομάδες έμοιαζαν σαν δυο σταγόνες νερό, οι Pistons είχαν την εμπειρία, οι Knicks τον ενθουσιασμό και την πίστη στο νέο project.
O αρχιτέκτονας του showtime Pat Riley, είχε χτίσει τη Νέα Υόρκη κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των Bad Boys, μόνο που οι Knicks ήταν ακόμα πιο αθλητικοί, ακόμα πιο “κακοί”, ακόμα πιο σκληροί. Προκρίθηκαν κάνοντας την έκπληξη και από εκείνο το σημείο ξεκίνησε μια από τις πιο χαρακτηριστικές κόντρες στην ιστορία του ΝΒΑ, ένα rivalry που όμοιό του δεν έχει ξαναεμφανιστεί μέχρι σήμερα και δεν μπορούσε να περιμένει κανείς εκείνη την εποχή. Είναι ίσως η πιο σκληρή σειρά αγώνων που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι “ανίκητοι” Bulls σε οποιονδήποτε από τους έξι τίτλους που κατέκτησαν τη δεκαετία του ’90, όπως θα πει αργότερα ο Jordan, είναι η επιτομή της αδρεναλίνης να παίζεις στο Madison Square Garden, το πιο “εχθρικό” γήπεδο που συνάντησε στην καριέρα του.
Στον πρώτο αγώνα οι Knicks αγγίζουν την τελειότητα στην άμυνα, περιορίζουν τους Bulls σε (σχεδόν) τραγικά ποσοστά, Jordan συμπεριλαμβανομένου, αποδράμουν από το Chicago Stadium με ένα αναπάντεχο 89-94 στη φαρέτρα τους που επί της ουσίας μεταφέρει το πλεονέκτημα έδρας στη Νέα Υόρκη. Στο δεύτερο παιχνίδι οι Bulls επικρατούν με αίμα 86-78, είναι εκνευρισμένοι, δεν έχουν αντίδοτο στην άμυνα του Riley, o ίδιος ο Jordan παρουσιάζεται αγνώριστος. Παρά το γεγονός ότι βγαίνει πρώτος σκόρερ, τα ποσοστά του είναι άθλια, διαμαρτύρεται για το hand checking των αντιπάλων, ασφυκτιά στις συνδυασμένες άμυνες του Riley και νιώθει για μέρες τους πόνους στο κορμί του από τις συγκρούσεις με τους πολύ αθλητικούς ψηλούς των Knicks. Υπάρχει αντίδοτο;
Ο MJ θα απαντήσει στο τρίτο παιχνίδι στο αλαλάζον Madison Square Garden, θα ξεσπάσει οδηγώντας τους Bulls σε μια πολύ δύσκολη νίκη με 94-86. όταν οι ταύροι ήταν σε θέση να ανακτήσουν το πλεονέκτημα έδρας. Τύπος και ειδικοί θεώρησαν τη σειρά περαιωθείσα, ήταν αδύνατον για όλους να επαναληφθεί το τέλειο αμυντικό παιχνίδι των Knicks οι οποίοι δεν είχαν αντίδοτο στον Air. Mέχρι που φθάσαμε στο τέταρτο ματς. Ο αγώνας είναι πιο σκληρός από ποτέ, η ένταση είναι εξωπραγματική μέσα στο παρκέ, οι συγκρούσεις και οι επαφές αγγίζουν τα όρια της σωματικής βίας, το “ξύλο” των Knicks είναι δυσεξίτηλο. Η Νέα Υόρκη κερδίζει, 2-2, αναπάντεχα, όλη η Αμερική μένει με το στόμα ανοιχτό.
Το πέμπτο ματς στο Illinois αποκτά έναν απροσδόκητο χαρακτήρα, η άμυνα των Knicks (ξανα)περιορίζει τους Bulls, αλλά όχι εκείνον. Ο Mike σταματάει στους 37, οι Bulls επιβάλλονται ξανά με αίμα 96-88 και ξαναγίνονται το φαβορί. Κάπου εκεί οι περισσότεροι ανέμεναν ότι οι Knicks δεν έχουν άλλη βενζίνη στο ρεζερβουάρ, δεν είναι δυνατόν να ξαναδείξουν τέτοια και τόση προσήλωση στην άμυνα, είναι φύσει αδύνατον να παίζεις τόσο physical για 6 σερί παιχνίδια σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Έκαναν λάθος. Η Νέα Υόρκη κερδίζει με 14, σχεδόν διαλύει τους Bulls μέσα στο σπίτι τους, στέλνει το μήνυμα ότι δεν είναι ανίκητοι, δεν είναι υπεράνθρωποι, λυγίζουν. Η πίεση είναι τεράστια, το έβδομο και τελευταίο παιχνίδι γίνεται talk of the country στις ΗΠΑ, ξεφεύγει από τα κλειστά αθλητικά όρια της λίγκας, είναι πρώτο θέμα στα late shows, αρχίζει και αφορά ανθρώπους που μέχρι τότε δεν είχαν επαφή με τα play offs του ΝΒΑ, δεν ασχολούνταν γενικά με το μπάσκετ.
What should I do dad?” Should I take over?
Πριν το μοιραίο παιχνίδι, ο Jordan αποσύρεται σε ένα μικρό δωμάτιο με τον πατέρα του. Είναι σε τεράστιο δίλημμα, οι οδηγίες του τεχνικού team δεν αντικατοπτρίζουν τη δική του οπτική για τον τρόπο που μπορεί να καμφθεί το εμπόδιο των Knicks. “What should I do dad?” ρωτά ο πελαγωμένος Michael, “should I take over?”. O James Jordan κοιτάζει στα μάτια το γιο του, διακρίνει τη φλόγα και την εσωτερική αναγκαιότητα της (αθλητικής) επιβολής, τον πληγωμένο εγωισμό του καλύτερου. “I’d take over” είναι η απάντηση. Και ο γιος του φρόντισε να το αναλάβει.
Στα πρώτα λεπτά η Νέα Υόρκη προηγείται με 7-4. Είναι το τελευταίο προβάδισμα στο παιχνίδι, η τελευταία φορά που αισθάνθηκαν να ελέγχουν την κατάσταση. Οι Bulls ξεφεύγουν και τότε μπαίνει σε εφαρμογή το σχέδιο του αποσυντονισμού, ο μοναδικός τρόπος που είχε απομείνει στους Knicks να γυρίσουν την κατάσταση. Υψώνουν το στα όρια του αντιαθλητικού αμυντικό τείχος τους, αλλά δεν είναι αρκετό. Το ξύλο είναι ανείπωτο, ο εμβληματικός badass McDaniel άρχιζει να επικεντρώνεται στον αγαπημένο του στόχο: το Scottie Pippen. Ο Xavier McDaniel, ένα δίμετρο θηρίο γεμάτο μούσκουλα με τρομερή φυσική δύναμη, ένας θρύλος του Big Apple, σε όλη τη σειρά έχει διαλύσει τη φανέλα με το “33” των Bulls. Είναι το έβδομο παιχνίδι, τώρα ή ποτέ.
F@ck you motherf@cker, f@ck you!
Περίπου τρία λεπτά πριν λήξει η πρώτη περίοδος, απωθεί βίαια τον Pippen που προσπαθεί να απομακρυνθεί γρήγορα. No big deal. Τριάντα δευτερόλεπτα αργότερα, οι διαιτητές σφυρίζουν επιθετικό φάουλ στον X-Man που επιστρέφοντας αθόρυβα στην άμυνα χτυπάει τον Pippen. Ο Scottie δεν αντιδρά και πάλι, ο Xavier φωνάζει κάτι στο πρόσωπό του και πηγαίνει να του επιτεθεί. Ο Jordan είναι εκεί παραδίπλα και παρακολουθεί να εκτιλίσσεται μια μάχη που παραπέμπει σε νόμο της ζούγκλας. Η σκηνή γράφει ιστορία. Κολλάει το πρόσωπό του σε εκείνο του McDaniel, τα βλέμματα είναι δολοφονικά, το trash talk μοναδικό, oι κάμερες απαθανατίζουν μια εξαγριωμένη και σεληνιασμένη εικόνα του MJ να φωνάζει με τις φλέβες πεταμένες στον X-Man “Fuck you motherfucker, fuck you!” .
Οι διαιτητές τους χωρίζουν αμέσως, τεχνική ποινή και για τους δύο. Τα πνεύματα ηρεμούν, η δουλειά όμως είχε γίνει, το μήνυμα ήταν σαφές: no fear. Οι “Ταύροι” δεν δέχονται τον εκφοβισμό, στη ζούγκλα αν χρειαστεί θα μετατραπούν κι εκείνοι σε άγρια θηρία, θα παλέψουν για το τομάρι τους. Jordan took over, όπως ακριβώς είχε πει στον πατέρα του, το παιχνίδι δεν ήταν ούτε τακτικό, ούτε όπως όλα τ’ άλλα. Ήταν το σημείο που άλλαξε την ιστορία, η στιγμή που η ομάδα ακολούθησε τον αριθμό 23 αναγάγοντάς τον σε leader παντού. Το Chicago δεν χάνει ποτέ το προβάδισμα και ο τελευταίος αναπληρωματικός που μπαίνει να ξεκουράσει τους βασικούς παίζει με το μαχαίρι στα δόντια, όταν οι Knicks επιστρέφουν στην απέλπιδα προσπάθεια να το γυρίσουν, oι Bulls παίζουν τρομακτική άμυνα, οι “σκληροί” μένουν άποντοι για 5 ολόκληρα λεπτά. Όλα τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Τελικό 110-81. “Αποκαταστάθηκε η τάξη” είναι ο τίτλος της Chicago Tribune την επόμενη μέρα, για ένα από τα πιο δημοφιλή παιχνίδια που έγιναν ποτέ.
Παρά την απίστευτη ένταση και κούραση από τη θρυλική σειρά με τους Knicks, απέμεναν οι Cavs για το τυπικό της υπόθεσης. Η πρόκριση στους τελικούς δεδομένη, εκεί περίμενε το Portland, μια ομάδα δυνατή, σε καμία περίπτωση όμως δεν προβλημάτισε τους Bulls όσο οι Knicks. 14 Ιουνίου του 1992 το Chicago γιορτάζει το back2back στον έκτο τελικό εναντίον του Portland, σε μια σειρά που έμεινε στην ιστορία περισσότερο για τους 35 πόντους του Jordan σε ένα ημίχρονο με έξι εύστοχα σουτ τριών πόντων. Ο Jordan είναι έτοιμος για την επόμενη πρόκληση, τους 25ους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης που θα ξεκινούσαν μόλις ενάμιση μήνα αργότερα στην Καταλονία.
Τέσσερα χρόνια πριν, το 1988 στη Σεούλ, η ομάδα των ΗΠΑ επανδρωμένη από παίκτες κολεγίου, είχε χάσει τον ημιτελικό εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, πληγώνοντας βαθύτατα το φρόνημα των Αμερικανών που θεωρούσαν ότι είναι ανίκητοι και πέραν πάσας αμφισβήτησης στο άθλημα. Για να ανακτηθούν τα πρωτεία και το χρυσό μετάλλιο, αποφασίστηκε στη Βαρκελώνη να παραταχθούν επαγγελματίες. Σχεδόν όλα τα αστέρια εκείνης της εποχής δίνουν το «παρών»: Jordan, Μagic, Stockton, Drexler, Mullin, Pippen, Bird, Barkley, Malone, Ewing, Robinson, συν το μοναδικό κολεγιόπαιδο, τον Christian Laettner. Προπονητής ήταν ο Chuck Daly, πρώην προπονητής του Detroit, που μόλις είχε αναλάβει τους Nets.
Magic και Bird είχαν κληθεί τελευταία στιγμή μετά από μακροήμερες διαβουλεύσεις, ήταν ένας ελάχιστος φόρος τιμής σε δύο καριέρες απαράμιλλες, ένα απαραίτητο “τιμής ένεκεν” σε δύο από τους πιο σπουδαίους όλων των εποχών. Τελευταία στιγμή, κλήθηκε και ο Scottie Pippen για να αντικαταστήσει έναν τραυματία Isaiah Thomas, πιο πολύ όμως ο Thomas αρνείτο την πραγματικότητα και δεν ανεχόταν την παρουσία του Michael Jordan ως εμβληματική φιγούρα εκείνης της ομάδας. Και τι ομάδας… Οι Αμερικάνοι, μετρ του marketing δεν άργησαν καθόλου: Dream Team, ομάδα όνειρο που θα διαλύσει τους πάντες και τα πάντα στο διάβα της. Ο αντίκτυπος στα μέσα ενημέρωσης δεν είχε προηγούμενο, η λατρεία με την οποία υποδέχτηκαν τους παίκτες οι Ευρωπαίοι ήταν μοναδική. Συχνά τα παιχνίδια ξεκινούσαν με τους αντιπάλους να βγάζουν φωτογραφίες με τα ινδάλματά τους από το ΝΒΑ. Ο Stern άρπαξε την ευκαιρία χωρίς χρονοτριβή, το έκανε σύστημα με στόχο την παγκοσμιοποίηση του αμερικάνικου μπάσκετ. Είναι η χρυσή εποχή του ΝΒΑ.
Ανώφελο να εξιστοριθεί εκείνη η παρουσία της Dream Team, οι Αμερικανοί κατέκτησαν το χρυσό μετάλιο και πολύ γρήγορα οι αστέρες έσπευσαν να αποσυρθούν για να προετοιμαστούν για την επόμενη πολύ δύσκολη σεζόν. Όλες οι ομάδες εμφανίζονταν ενισχυμένες, έχοντας ως κεντρικό στόχο να εκθρονίσουν τους Bulls, προεξέχοντος του Phoenix. Οι Suns αγόρασαν το δεύτερο καλύτερο παίκτη του πρωταθλήματος την προηγούμενη σεζόν, τον πολύ Charles Barkley και στο τέλος της regular season ήταν το φαβορί με ένα αξιοζήλευτο ρεκόρ (62-20). Όλοι όμως γνώριζαν ότι η πραγματική μάχη θα γίνει στην Ανατολή, όλοι περίμεναν έναν ολόκληρο χρόνο την επανάληψη της μονομαχίας Bulls-Knicks.
H Nέα Υόρκη είχε προσπαθήσει να μειώσει την απόσταση σε ταλέντο, να γεφυρώσει το χάσμα με τους Bulls και να κατακτήσει το πολυπόθητο πρωτάθλημα που αναζητούσε από τον καιρό του legendary Walt Frazier. O McDaniel είχε αποχωρήσει μετά από ένα πολύκροτο trade, κατηγορώντας τον ατζέντη του David Falk, ότι είχε δεχθεί πιέσεις και από τον ίδιο το Jordan προκειμένου να αποχωρήσει από τη Νέα Υόρκη. Οι Knicks ήταν πολύ δυνατοί. Καθοδηγούμενοι από έναν εξαιρετικό Patrick Ewing που έκλεισε τη regular season με 24.2 πόντους, 12.2 ριμπάουντ και 2 μπλοκ ανά παιχνίδι, είχαν το καλύτερο ρεκόρ της Ανατολής με 60 νίκες και έναν Riley αποφασισμένο και βέβαιο ότι έχει βρει τη μαγική συνταγή για να εκθρονίσει τους Bulls.
To Chicago κέρδισε 57 παιχνίδια, πληρώνοντας το όχι νεανικό και μακρύ ρόστερ, κυρίως όμως τη λύσσα των αντιπάλων του να κερδίσουν “την ομάδα του Jordan”. Φυσιολογικά, οι δύο ομάδες βρίσκονταν στον τελικό της Ανατολής, αυτή τη φορά όμως το πλεονέκτημα έδρας το είχε εξασφαλίσει η Νέα Υόρκη. Το πρώτο ματς ήταν ισορροπημένο μέχρι την τέταρτη περίοδο. Η άμυνα της Νέας Υόρκης και πάλι ήταν καθοριστική, περιόρισε τον Jordan στα 10/27 σουτ, αλλά εκείνο που δέσποσε ήταν η δημιουργία ενός ακόμη μύθου: του John Starks. Στην τέταρτη περίοδο, o προσωπικός αντίπαλος του Jordan σε άμυνα και επίθεση, με τέσσερα συνεχόμενα τρίποντα χαρίζει τη νίκη και τον αέρα του φαβορί στους Knicks.
Μια βραδιά στο Las Vegas
Η επόμενη μέρα βρήκε τον MJ θυμωμένο και άδειο. Μετά την απογευματινή προπόνηση πήγε να μιλήσει με τον πατέρα του και αμέσως μετά νοίκιασε μια λιμουζίνα για να πάει στο Atlantic City, ακoλουθώντας και πάλι τη συμβουλή του James Jordan ο οποίος είχε προτείνει μια βραδιά χαλάρωσης και διασκέδασης στο Las Vegas. Περίπου δύο ώρες μετά τα μεσάνυχτα, ένας από τους πελάτες του καζίνο είδε τον Jordan και ενημέρωσε τον Harvey Araton, διάσημο δημοσιογράφο των New York Times. Ο Araton δεν δημοσιεύει αμέσως την είδηση, αφενός δεν είχε διπλοτσεκάρει και αφετέρου ήθελε να περιμένει την έκβαση του αγώνα την επόμενη μέρα και στη συνέχεια να “χτυπήσει” στην πρώτη σελίδα.
Στο δεύτερο ματς ο MJ έχει και πάλι άσχημα ποσοστά. 10 στα 32 σουτ, νέα νίκη των Knicks με 96-91 και προβάδισμα 2-0 στη σειρά. Το αποφασιστικό καλάθι του αγώνα ήταν και πάλι του Starks που ξεπέρασε τον Jordan στο ένας εναντίον ενός και κάρφωσε με μανία πάνω από το κεφάλι του συνθλίβοντας και τους παριστάμενους ψηλούς. Ακόμα και σήμερα το συγκεκριμένο κάρφωμα μνημονεύεται στη Νέα Υόρκη: “The Dunk”. Είναι η φάση που μετέτρεψε τον John Starks από ήρωα της μιας βραδιάς σε legend, σε μια από τις πιο δύσκολες πιάτσες του πλανήτη. Την επόμενη μέρα, η είδηση της παρουσίας του Jordan στο Vegas κάνει το γύρο του κόσμου. Η κριτική είναι ανηλεής, πιο έντονη από ποτέ, ξεπερνά τα όρια του επιτρεπτού. Ήταν γνωστό ότι στο Michael άρεσε να τζογάρει και να παίζει τυχερά παιχνίδια, αλλά η διανυκτέρευση στο Atlantic City πριν από έναν τόσο σημαντικό αγώνα θεωρήθηκε απαράδεκτη, σχεδόν έγκλημα.
Ο Jordan θάφτηκε ζωντανός, ο Τύπος βρήκε την ευκαιρία να τονίσει όλα τα αρνητικά στοιχεία του χαρακτήρα του, όλες τις μαύρες στιγμές της καριέρας του, παρουσιάστηκε σαν άρρωστος με το τζόγο, μια πολύ σοβαρή υπόθεση που στην Αμερική λαμβάνει κολοσσιαίες διαστάσεις και πολύς κόσμος αντιμετωπίζει πρόβλημα. Αρχικά αντέδρασε ψύχραιμα και προσπάθησε να εξηγηθεί του σε μια συνέντευξη Τύπου, αλλά εφημερίδες και τηλεόραση δεν υπήρχε περίπτωση να υποβαθμίσουν το γεγονός. Οι τοπικοί σταθμοί του Chicago ασχολούνταν 24/7 με το θέμα, ειδικοί και «ειδικοί» κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι ο Jordan ήταν εθισμένος στο τζόγο, κάποιοι πιο τολμηροί είχαν φέρει στο φως και κάποιες σχέσεις του με τη Μαφία, επέμεναν ότι χρωστάει πολλά λεφτά από αποτυχημένα στοιχήματα.
Οι Bulls κέρδισαν αλλά ο Jordan ήταν τραγικός: 3 στα 18 σουτ, μπόρεσε να συνεισφέρει ουσιαστικά πασάροντας (11 ασίστ) στο τελικό 103-83, με το οποίο δεν ασχολήθηκε κανείς. Οι Knicks είχαν κάνει ένα τραγικό λάθος, αδιαφορώντας για το τρίτο παιχνίδι και στοχεύοντας στη δύναμη της έδρας τους. Είχαν βρει τους Bulls στα πρόθυρα της κατάρρευσης, έναν Jordan καταρρακωμένο και πληγωμένο βαθύτατα από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και άφησαν την ευκαιρία να περάσει ανεκμετάλλευτη. Εκεί χάθηκε η σειρά για τη Νέα Υόρκη, εκεί ξαναγύρισε το κέρμα υπέρ του Jordan, ο οποίος αποσύρθηκε στο σπίτι του, επέβαλε εμπάργκο στους δημοσιογράφους και απευθύνθηκε σε ειδικό ψυχολόγο για να αποφύγει το σκόπελο της καταστροφής. Ο εγωισμός του ήταν υπέρμετρος, ήταν αδύνατον να αποδεχθεί να λύσει τα όποια θέματα των απασχολούσαν αποδομώντας το μύθο του. Γι’ αυτό και αποφάσισε πρώτα “να τελειώσει τη δουλειά” και μετά να θέσει εαυτόν απέναντι στο πρόβλημα.
Η Νέα Υόρκη παίρνει την κατάρα
Ήταν το τέλος για τους Knicks. Στο τέταρτο παιχνίδι ο Jordan σκοράρει 54 πόντους, έχοντας 60% στα σουτ και 6 στα 9 τρίποντα. Το τελικό 105-95 ήρθε απόλυτα φυσιολογικά, η σειρά πήγε στο 2-2 και το πέμπτο ματς αναμενόταν με τεράστιο ενδιαφέρον. Το πέμπτο ματς είναι (και πάλι) από τα πιο σκληρά όλων των εποχών: 44 δεύτερα πριν το τέλος με το σκορ στο 95-94, οι Bulls χάνουν την επίθεση και η κατοχή περνάει στη Νέα Υόρκη. Ο Ewing έχει ανέβει στο high post και βλέπει τον Charles Smith ελεύθερο. Ο forward των Knicks θα ζήσει τον απόλυτο εξευτελισμό: τέσσερα σουτ στη σειρά, τέσσερις τάπες. Δύο από τον Pippen και δύο από τον Jordan. Θαρρείς και η μπάλα επέστρεφε από καπρίτσιο στα χέρια του, θαρρείς και κάποιος έπρεπε να αναλάβει το βάρος του μαρτυρίου και σαν σύγχρονος Σίσσυφος να χαθεί στο inception του ονείρου της κατάκτησης του τίτλου. Tελικό 97-94. Michael Jordan 29 πόντους, 10 ριμπάουντ, 14 ασίστ. Το έκτο παιχνίδι δεν είχε καμία σημασία μετά το σημάδι της μοίρας, οι Bulls επιβάλλονται με συνοπτικές διαδικασίες 96-88. Το κακό ξορκίστηκε, η Νέα Υόρκη είναι πλέον η “καταραμένη”.
Στους τελικούς περίμενε ο Barkley στην καλύτερη σεζόν της καριέρας του στο πρωτάθλημα με 25,6 πόντους και 12,2 ριμπάουντ, στατιστικά που του είχαν χαρίσει τον τίτλο του MVP στρώντας από το Jordan το τρίτο συνεχόμενο τρόπαιο. Το κλίμα για τη φανέλα με το 23 δεν ήταν καλό και παρά τη ζεν αντιμετώπιση, ένα καινούριο γεγονός ήλθε να διαταράξει τον ψυχισμό του. Πριν το πρώτο παιχνίδι των τελικών δημοσιεύεται το βιβλίο του Richard Esquinas, ενός πρώην φίλου του Michael, όπου ουσιαστικά εξιστορείται το backstory των μεταξύ τους παιχνιδιών στο γκολφ, αποκαλύπτοντας ότι πίσω από τη διασκέδαση κρύβονταν στοιχήματα για μεγάλα χρηματικά ποσά, συναντήσεις με ανθρώπους του υπόκοσμου και πάνω απ’ όλα ένας τεράστιος όγκος χρεών που ξεπερνούσε το ενάμισι εκατομμύριο δολάρια.
Ξεσπά νέο σκάνδαλο, η ιδιωτική ζωή του MJ βρισκόταν κάθε μέρα – όλη μέρα σε τηλεοράσεις και εφημερίδες, είχε ξεκινήσει η αποδόμηση ενός μύθου, η Αμερική ήθελε να εκδικηθεί “τον καλύτερο”, έμοιαζε να ψάχνει από καιρό την ευκαιρία να βρει το ψεγάδι που θα τον κάνει γήινο, απτό, ανθρώπινο. Ο Jordan αναγκάζεται να σπάσει το εμπάργκο στα ΜΜΕ και παραχωρεί μια συνέντευξη στο NBC, η οποία προβλήθηκε στο ημίχρονο του πρώτου τελικού. Στη συνέντευξη, ο MJ παραδέχτηκε ότι έχασε χρήματα παίζοντας γκολφ με τον Esquinas, αλλά η δική του εκδοχή των γεγονότων απείχε παρασάγγας από όσα αναφέρονταν στο βιβλίο. Το παιχνίδι τελειώνει, οι Bulls κερδίζουν 100-92 με τον Jordan να τελειώνει με 31 πόντους και τον Pippen να προσθέτει 27. Μετά το τέλος στην αίθουσα Τύπου, πανδαιμόνιο: επί μία ώρα ο Jordan απαντάει σε οτιδήποτε άλλο εκτός από μπάσκετ. Χρέη, Esquinas, Μαφία, εθισμός στο τζόγο, οικογενειακά προβλήματα, ότι βάζει ο νους. Υπομένει στωικά και με παροιμιώδη ψυχραιμία απαντά σε όλες τις ερωτήσεις.
Υπό τη σκιά του σκανδάλου, διεξάγεται και ο δεύτερος τελικός. Ο Sir Charles κάνει ότι μπορεί. Σκοράρει 42 πόντους, κατεβάζει 13 ριμπάουντ, αλλά το Chicago ξανακερδίζει. Η σειρά πάει στο Illinois, το ματς είναι ισορροπημένο και πάει στην παράταση αφού στην τελευταία περίοδο ο Jordan κάνει 0 στα 10 σουτ και βγάζει εκνευρισμό. Δεύτερη παράταση, φεστιβάλ μπάσκετ από Jordan, Barkley και έναν συγκινητικό Dan Majerle, τρίτη παράταση. Μ’ ένα σερί 9-0 οι Suns βγάζουν την ψυχή τους στο παρκέ και κερδίζουν 129-121 σε έναν από τους απολαυστικότερους τελικούς ever. Ο MJ απάντησε την επόμενη μέρα, αψηφώντας την κούραση και τον ψυχολογικό πόλεμο σκοράροντας 55 πόντους στο 3-1 των Bulls. Στην άλλη όχθη, το triple-double του Barkley (32 πόντους, 12 ριμπάουντ και 10 ασίστ) αποδείχθηκε λίγο για να δώσει τη νίκη στους Suns.
To Phoenix θα αντιδράσει στο πέμπτο παιχνίδι, παρά τους 42 πόντους του Jordan, θα πάει τη σειρά σε έκτο ματς, καθοδηγούμενο από έναν λυσσασμένο Barkley που ψάχνει εναγωνίως ένα δαχτυλίδι πρωταθλητή. Το έκτο ματς είναι τρομερό, δεκατέσσερα δευτερόλεπτα και τέσσερα δέκατα πριν το τέλος οι Bulls χάνουν με δύο, αλλά έχουν τη μπάλα και την ευκαιρία να οδηγήσουν το ματς είτε στην παράταση είτε να κατακτήσουν το τρίτο συνεχόμενο πρωτάθλημα. Όλους κι όλους έχουν πετύχει 9 πόντους και οι 9 από τον Jordan. O MJ επαναφέρει από την πλάγια γραμμή στον Paxson, ο οποίος του επιστρέφει αμέσως τη μπάλα, παρά το γεγονός ότι..όλο το Phoenix έχει πέσει πάνω του. Ο Jordan θα δει τον Pippen, που όμως είναι επίσης κλεισμένος από το Mark West και πασάρει στον Grant. Ο Grant διστάζει και δεν παίρνει το σουτ, άλλωστε έχει μόλις 2 πόντους στα τελευταία δύο παιχνίδια δεν τραβά. Ο διοπτροφόρος power forward βλέπει με την κόρη του ματιού τον John Paxson ακροβολισμένο έξω από τη γραμμή. Ο λευκός John θα κάνει την κίνηση μηχανικά. Nothing but net. Αυτό ήταν το καλάθι του διάσημου three-peat.
Η τραγωδία, οι κατηγορίες και η κατάθλιψη
Η γιορτή δεν κράτησε πολύ, η ατμόσφαιρα ήταν βαριά. Τα νέα άρχισαν να κυκλοφορούν γρήγορα μόλις μια ημέρα μετά το παιχνίδι. Ο Michael Jordan σκέφτεται σοβαρά να σταματήσει το μπάσκετ. Ήταν μόλις 30 ετών, στο αποκορύφωμα της καριέρας του. Για πολλούς ήταν ήδη ο κορυφαίος, ο καλύτερος που υπήρξε ποτέ στο άθλημα. Για άλλους, αν όχι ο καλύτερος, ανήκε σίγουρα στους τρεις καλύτερους όλων των εποχών. Για όλους όμως είχε ακόμα πολλά να προσφέρει στον κόσμο του μπάσκετ. Το σκάνδαλο που είχε προκύψει σχετικά με την πτήση του στο Atlantic City και το βιβλίο του Esquinas τον είχε επηρεάσει, δεν ήταν όμως εκείνο που τον λύγισε, δεν ήταν το βασικό συστατικό της αποστασιοποίησής του από το άθλημα που απογείωσε. Ο βασικός λόγος της αποχώρησης ήταν μια τραγωδία που έπληξε την οικογένεια Jordan μία νύχτα του Αυγούστου.
Ο James Jordan επέστρεφε από την κηδεία ενός φίλου του στη North Carolina. Oδηγούσε ένα πολυτελές Lexus που του είχε δωρίσει ο γιος του ο Michael, όταν αποκαμωμένος από την κούραση, είχε αποφασίσει να σταματήσει στον παράδρομο για να ξεκουραστεί. Οι δράστες είδαν το πολυτελές αυτοκίνητο σταθμευμένο, πλησίασαν και πυροβόλησαν δύο φορές στο κατεβασμένο παράθυρο της θέσης του οδηγού. Τον δολοφόνησαν εν ψυχρώ, τον λήστεψαν και στη συνέχεια, πέταξαν το πτώμα του σε ένα κοντινό αλσύλιο. Ο James συνήθιζε να μη δίνει σημεία ζωής για αρκετές ημέρες, ήταν μια συμπεριφορά που ουδέποτε προκαλούσε ιδιαίτερη ανησυχία στην οικογένεια. Όταν όμως η απουσία άρχισε να γίνεται αισθητή και οι μέρες περνούσαν, ολόκληρη η οικογένεια Jordan ξεκίνησε να ανησυχεί σοβαρά.
Ξεκίνησε μια ενδελεχής έρευνα και από ιδιωτικούς detectives, ο MJ δεν φείδεται χρημάτων προκειμένου να βρει τον πατέρα του. Το αυτοκίνητο βρέθηκε τελικά σε ένα παράπλευρο χαντάκι, λίγο αργότερα ανακαλύφθηκε ότι το πτώμα του James Jordan, είχε βρεθεί λίγες μέρες πριν και καθότι κανείς δεν είχε εντοπιστεί από τις Αρχές για να τον αναγνωρίσει, το πτώμα οδηγήθηκε στο κρεματόριο και αποτεφρώθηκε σύμφωνα με το νόμο. Τα οδοντιατρικά αρχεία επιβεβαίωσαν ότι ήταν πράγματι εκείνος, μετά από αντιπαραβολή του dna της οδοντοστοιχίας του με την αποτεφρωμένη γνάθο. Οι εφημερίδες πληροφορήθηκαν το θλιβερό γεγονός, το οποίο αμέσως θεωρήθηκε ότι ήταν μια προειδοποίηση προς τον MJ από τη Μαφία, ψιθυριζόταν ότι εκείνος ήταν ο κύριος υπεύθυνος για αυτόν το θάνατο.
Λίγες ημέρες αργότερα, οι δολοφόνοι βρέθηκαν και φυλακίστηκαν, η Μαφία, τα στοιχήματα και τα χρέη δεν είχαν καμία σχέση με τη δολοφονία, ήταν μια απλή και θλιβερή περίπτωση δολοφονίας για ληστεία, όπως χιλιάδες ακόμη στη χώρα της ευκαιρίας. Οι φήμες όμως και οι ψίθυροι είχαν καταρρακώσει τον Jordan, κινδύνευε σοβαρά να οδηγηθεί στην έσχατη λύση του εγκλεισμού σε ίδρυμα για να αντιμετωπίσει την κατάθλιψη. Στο μυαλό του υπήρχε μόνο μια λύση, που περιέκλειε και τιμωρία για τους αδηφάγους και αδίστακτους διώκτες του. Η Ανακοίνωση έγινε στο Berto Center στις 6 Οκτωβρίου, σε μια συνέντευξη Τύπου. Ο MJ βλοσυρός σε ένα τραπέζι, δίπλα του η γυναίκα του Juanita, ο Phill Jackson και o Jerry Reinsdorf. Γύρω του, όλοι οι συμπαίκτες του στους Bulls.
Kατηγορεί τον Τύπο ότι έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην απόφασή του, διαμαρτύρεται ότι η ζωή του είχε καταστεί κολαστήριο, εξ αιτίας των κυνηγών της “είδησης” και του κίτρινου Τύπου. Ο μόνος τρόπος να επιστρέψει σε φυσιολογικούς ρυθμούς είναι να αποσυρθεί και να ξαναβρεί την εσωτερική γαλήνη του, να πενθήσει απερίσκεπτος τον πατέρα του. Την επόμενη ημέρα, η Chicago Sun-Times βγαίνει με οκτάστηλο τίτλο “Say it ain’t so, Mike”, πες μας ότι δεν είναι αλήθεια, Μάικ. Παρά την τεράστια απώλεια, οι Bulls κέρδισαν 55 παιχνίδια με μπροστάρη τον Pippen και τερμάτισαν τρίτοι πίσω από τους Nicks και τους Hawks. Ο Pippen πήρε από το χέρι την ομάδα, ήταν πρώτος σε πόντους, ασίστ και κλεψίματα, αλλά το Chicago ήταν ορφανό χωρίς τον ηγέτη του.
Αυτή τη φορά δεν υπήρχε αντίδοτο στους Knicks, οι οποίοι μετά από μια συγκλονιστική σειρά 7 αγώνων κόντρα στους Indiana Pacers, απέκλεισαν και τους Bulls, επίσης σε 7 παιχνίδια. Στους τελικούς τους περίμεναν οι πεινασμένοι Rockets του MVP της regular season, Hakeem Olajuwon. Είχαν περάσει κιόλας 10 χρόνια από τότε που Georgetown και Houston, κονταροχτυπήθηκαν στο March Madness. Olajuwon εναντίον Ewing, ο Patrick είχε κερδίσει εκείνον τον τελικό στο NCAA, είχε έρθει η ώρα να κερδίσει και ένα δαχτυλίδι πρωταθλητή στο ΝΒΑ, στο μπάσκετ που μετράει. Η σειρά ήταν μία από τις πιο αμυντικογενείς όλων των εποχών, και ουσιαστικά κρίθηκε στην αλλοίωση του Hakeem στο σουτ του Starks στο έκτο παιχνίδι. Εάν έμπαινε το καλάθι, ο τίτλος θα κατέληγε στη Νέα Υόρκη, τελικά κατέληξε στο Texas και το κόψιμο του Olajuwon έμεινε στην ιστορία των τελικών ως “The Block”.
Don’t ever underestimate the heart of a champion
Την επόμενη σεζόν, ο Hakeem επιστρέφει στους τελικούς, συνεπικουρούμενος από τον παλιόφιλο Clyde “the Glyde Drexler” και αφού προηγουμένως έχει βγει νικητής στην τιτανομαχία με τον “Admiral” David Robinson στους τελικούς της Δύσης. Οι Rockets σεληνιάζονται στα play offs, αποκλείουν τους πάντες με μειονέκτημα έδρας και φθάνουν σε μια πανηγυρική κατάκτηση του τίτλου (και δικού τους repeat) με τον προπονητή τους Rudy Tomjanovich να αρπάζει το μικρόφωνο και να λέει μια φράση καταδικασμένη να μείνει στο διηνεκές: “Don’t ever underestimate the heart of a champion” – μην υποτιμάτε ποτέ την καρδιά του πρωταθλητή!
Οι χαμένοι ήταν οι Orlando Magic, με επικεφαλής το δίδυμο O ‘Neal-Hardaway, οι οποίοι είχαν αποκλείσει τους Bulls του επανακάμψαντος Michael Jordan τον περασμένο Μάρτιο και στον τελικό της Ανατολής τους Pacers του μοναδικού Reggie Miller.
Το καλοκαίρι και με την επιστροφή του Jordan να τους επανακαθιστά φαβορί, οι Bulls παίρνουν τον Dennis Rodman, καλύτερο ριμπάουντερ στο πρωτάθλημα, αλλά με απείρως προβληματικό χαρακτήρα. Ήταν ένα τεράστιο ρίσκο, το οποίο όμως απέδωσε για μεγάλο χρονικό διάστημα, αφού η «πείνα» του Rodman για τίτλους, υπερίσχυσε του ιδιάζοντος χαρακτήρα του. Η παρουσία του Rodman ήταν καταλυτική στην τελική εξίσωση του Chicago, η regular season έκλεισε με 72 νίκες – επίδοση ρεκόρ για το ΝΒΑ – και στα επερχόμενα play offs αναξαρτήτως αντιπάλου, η επικράτηση ήταν καθολική. Σε μια άτυπη ρεβάνς της προηγούμενης σεζόν, οι Magic διαλύθηκαν με ένα καθαρό 4-0 και το τέταρτο δαχτυλίδι ήταν θέμα χρόνου. Στους τελικούς εναντίον του Seattle, o Jordan κέρδισε το τέταρτο MVP του, αλλά o Rodman ήταν ο καθοριστικός παράγοντας που έκρινε τη σειρά.
Την επόμενη χρονιά οι Bulls επέστρεψαν και πάλι στους τειλούς, αυτή τη φορά απέναντι στους Jazz των Stockton-Malone, με τον Mailman να έχει κερδίσει το βραβείο του MVP, υπερισχύοντας για μερικές ψήφους του MJ, κάτι που στο Chicago, δεν αντιμετωπίστηκε και πολύ ευχάριστα. Η άτυπη κόντρα είχε περάσει και στους τελικούς με αποκορύφωμα το πέμπτο παιχνίδι και ενώ η σειρά ήταν άκρως ισορροπημένη στο 2-2. Κατά τη συνήθη φαντασμαγορική παρουσίαση των ομάδων, οι κάμερες εστιάζουν στο Michael Jordan. Από την έκφρασή του είναι εμφανές ότι κάτι δεν πάει καλά. Το βλέμμα του Jordan σε άφηνε έκθαμβο όπως είχε πει ο Clyde Drexler, αυτή τη φορά έμοιαζε να είναι σβηστό, αβέβαιο, χαμένο στο άπειρο. Υγρά μάτια, απλανή, νωχελικά, η εφίδρωση είναι εμφανής παρόλο που δεν έχει ξεκινήσει ακόμα το παιχνίδι, κάτι συμβαίνει. Έχει 39 πυρετό, το έχει κρατήσει μυστικό από Τύπο και αντιπάλους γιατί αυτός ο τίτλος είναι δικός του, ο Malone μπορεί να αρκεστεί στο βραβείο του MVP της regular season.
Παρά το γεγονός ότι αγωνίζεται πυρέσσων, σκοράρει 38 πόντους και ξαναδίνει το προβάδισμα στους Bulls με 3-2. Στα αποδυτήρια καταρρέει, παραληρεί από τον πυρετό και την ένταση, φαίνεται σαν να μην έχει επαφή με την πραγματικότητα. Το ιατρικό επιτελείο των Bulls συστήνει αυστηρά ξεκούραση, ο επικεφαλής δεν παίρνει την ευθύνη για τη συμμετοχή του στο επόμενο παιχνίδι αφού είναι αφυδατωμένος και οι δυνάμεις του τον έχουν εγκαταλείψει. Ο Jordan ανανήπτει, ακολουθεί μια επιθετική αγωγή και στο έκτο παιχνίδι είναι εκεί, παρών στο καθήκον, έτοιμος για την πρόκληση του επόμενου δαχτυλιδιού. Το ματς είναι πολύ κλειστό, η Utah είναι μια πολύ καλή ομάδα, ο Jerry Sloan παρατάσσει ετοιμοπόλεμους όλους τους άσσους στο μανίκι των Μορμόνων. Απομένουν μερικά δευτερόλεπτα για το τέλος, η μπάλα είναι στα χέρια του Jordan. Double team πάντα βάσει των εντολών του Sloan και o Αir πασάρει στον Steve Kerr που βρίσκεται πίσω από τη γραμμή, ακριβώς όπως ο John Paxson λίγα χρόνια νωρίτερα. Η κατάληξη ίδια: nothing but net. Είναι ο πέμπτος τίτλος σε επτά χρόνια, ο προτελευταίος πριν το “last dance”.
“The Last Dance” γιατί οι Bulls πλησιάζουν στο τέλος του κύκλου, η ομάδα έχει δώσει τα πάντα, έχει πάρει τα πάντα, έχει αλλάξει ακόμα και την ίδια τη λίγκα. Εκτός αυτού αχνοφαίνεται και ένα καταστροφικό lock-out, το ΝΒΑ έχει αλλάξει, τα λεφτά πλέον είναι δυσθεώρητα, το ενδιαφέρον έχει πολλαπλασιαστεί, το κοινό έχει ζήσει τα πάντα, το internet απομυθοποιεί και δεν δίνει τον απαραίτητο χρόνο να δημιουργηθούν νέοι ήρωες από στόμα σε στόμα. Ο τελευταίος μεγάλος ήρωας ήταν εκεί, οι δικοί του Bulls ήθελαν το έκτο δαχτυλίδι και στη συνέχεια, καθένας να τραβήξει το δρόμο του. Έφθασαν στον τελικό, ξαναβρίσκοντας τους Jazz, πιο αποφασισμένους από ποτέ. Πάμε κατ’ ευθείαν στο έκτο ματς. 46 δευτερόλεπτα για το τέλος, time out Chicago. Η επαναφορά από την πλάγια γραμμή και πάλι στα χέρια του MJ. Ο Sloan δεν θέλει να την πάθει όπως την προηγούμενη σεζόν, δίνει εντολή για άμυνα ένας εναντίον ενός.
O Jordan αποφασίζει να πάει στη διείσδυση, νικά κατά κράτος τον αντίπαλό του, Bryon Russell και μειώνει σε 86-85. Οι Jazz ξεκινούν την επίθεση στα σίγουρα χέρια του computerized John Stockton. Κλασσικό pick ‘n’ roll με τον Malone που κρατά τη μπάλα και φυλάσσεται από το Rodman. Δεν καταλαβαίνει ούτε ο ίδιος το κλέψιμο του Jordan, χάνει τη μπάλα σε χρόνο λιγότερο από το κλείσιμο του ματιού. Ο Jordan ξεχύνεται μπροστά, έχει τη μπάλα στο χέρι και όλη την πίεση του κόσμου στις πλάτες του. Όλα τα μάτια είναι στραμμένα πάνω του, όλη η καριέρα του περνά από μπροστά του. Απομένουν λίγα δευτερόλεπτα. Οι Jazz και πάλι επιλέγουν να μην ντουμπλάρουν. 8 δευτερόλεπτα, 7, 6, 5. Τρία δευτερόλεπτα, μια απόφαση, ένα πρωτάθλημα. Στο επόμενο δευτερόλεπτο ο Bryon Russell βρίσκεται στο έδαφος, οι Αμερικανοί το λένε ankle breaker, “το σπάσιμο του αστραγάλου”.
Ο Jordan έχει φάτσα το καλάθι, περίπου στα έξι μέτρα, για ένα σουτ που έχει πάρει άπειρες φορές στην καριέρα του. Σηκώνεται και πυροβολεί. Μέσα. 86-87, τέλος. “The greatest clutch sequence in basketball history”. 45 από τους 87 πόντους των Bulls είναι δικοί του, το έκτο δαχτυλίδι και ο έκτος τίτλος φέρουν πέρα για πέρα το όνομα και την υπογραφή του. Σε εκείνο το σουτ του Jordan σταμάτησε ο χρόνος, το ΝΒΑ έπαψε να είναι πια το ίδιο, το lock-out της επόμενης σεζόν το έκανε ακόμα πιο απόμακρο, ήταν το κλείσιμο ενός κύκλου, το τέλος μιας εποχής. Ήρθαν νέα είδωλα, νέες (πολύ καλές) ομάδες, ωραίες παρέες, καμία όπως εκείνη του Chicago, καμία με το impact εκείνων των Bulls του Jordan στο άθλημα. Το παιχνίδι έγινε ακόμη πιο αθλητικό, τα κόλπα είναι πολύ περισσότερα, τα highlights στην ημερήσια διάταξη, τίποτα όμως δεν συγκρίνεται με εκείνη τη μαγική οκταετία, την πραγματική κορύφωση στα golden 90ς. I love this game.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: