LONGREADS

Είναι αυτή η τελευταία σεζόν του Βαλβέρδε στην Μπαρτσελόνα;

Το κακό ξεκίνημα στη φετινή σεζόν, οι οδυνηροί αποκλεισμοί στο ChL, οι συγκυρίες που δημιούργησαν ένα πολυεπίπεδο πρόβλημα, οι αριθμοί που δε συγχωρούν, οι ευθύνες του Βαλβέρδε και η μέχρι τώρα αποτίμηση του έργου του στη Βαρκελώνη.

Είναι αυτή η τελευταία σεζόν του Βαλβέρδε στην Μπαρτσελόνα;
Ο Ερνέστο Βαλβέρδε στο προπονητικό κέντρο της Μπαρτσελόνα. AP

Είναι αλήθεια ότι ο Ερνέστο Βαλβέρδε δεν περνάει και τις καλύτερες μέρες του στη Βαρκελώνη. Το κακό ξεκίνημα της ομάδας στο φετινό πρωτάθλημα, αλλά και ο σκληρός αποκλεισμός στον περσινό ημιτελικό του Champions League από τη Λίβερπουλ, σε συνδυασμό με διάφορα γεγονότα που συμβαίνουν τις τελευταίες εβδομάδες στο στρατόπεδο των “μπλαουγκράνα”, έχουν διαμορφώσει ένα ιδιαίτερα αρνητικό κλίμα για τον Ισπανό προπονητή. Προς το παρόν τουλάχιστον, ο Txingurri έχει τη στήριξη του Μπαρτομέου, αλλά και την εμπιστοσύνη των παικτών, όμως η ισορροπία είναι σίγουρα εύθραυστη, αφού όλα θα εξαρτηθούν από τα επόμενα αποτελέσματα στην Πριμέρα και την Ευρώπη.

Ο πρόεδρος της Μπαρτσελόνα δύσκολα απολύει προπονητές στη μέση της σεζόν, όμως αυτό δεν αποτελεί εγγύηση για τον Ερνέστο, που καλείται – το συντομότερο δυνατό – να ξαναβάλει την ομάδα στη σωστή πορεία, κάτι που απαιτεί πρώτα νίκες και μετά καλό ποδόσφαιρο. Αν εξετάσουμε προσεκτικά όλες τις διαφορετικές παραμέτρους που έχουν επηρεάσει αρνητικά την απόδοση των culés στο γήπεδο, θα δούμε ότι η ευθύνη για την αγωνιστική εικόνα της Μπάρτσα δεν ανήκει αποκλειστικά στον Βαλβέρδε. Στο σημερινό κείμενο θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε την κατάσταση που επικρατεί στους “μπλαουγκράνα” και τις αιτίες που έχουν οδηγήσει στη σημερινή κατάσταση.

ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΣΕ ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΑΙ ΑΜΥΝΑ

Ο Μέσι στην ήττα της Μπαρτσελόνα με 2-0 από τη Γρανάδα.

Ας δούμε πρώτα πώς μεταφράζεται σε αριθμούς το ξεκίνημα της ομάδας στο φετινό πρωτάθλημα. Οι culés στις πρώτες έξι αγωνιστικές έχουν δέκα βαθμούς με τρεις νίκες, μια ισοπαλία και δυο ήττες, ενώ τα γκολ είναι 14 υπέρ και 10 κατά. Η Μπάρτσα βρίσκεται στην έκτη θέση του πίνακα, πίσω από Ρεάλ Μαδρίτης (14), Ρεάλ Σοθιεδάδ (13), Ατλέτικο Μαδρίτης (13), Αθλέτικ (12) και Γρανάδα (11), ενώ ισοβαθμεί με τη Σεβίγια (10). Είναι προφανές ότι οι γκέλες και των υπόλοιπων διεκδικητών, κυρίως της Ρεάλ και της Ατλέτικο, έχουν κρατήσει τη διαφορά σε χαμηλά επίπεδα, κάτι που σίγουρα έχει βοηθήσει ώστε η γκρίνια των Καταλανών φιλάθλων να είναι ακόμα ελεγχόμενη.

Το μεγάλο πρόβλημα των “μπλαουγκράνα” εστιάζεται κυρίως σε δυο πράγματα: το πρώτο είναι οι κακές εμφανίσεις εκτός έδρας (μια ισοπαλία & δυο ήττες) και το δεύτερο η κάκιστη αμυντική λειτουργία. Η ομάδα έχει δεχτεί ήδη δέκα τέρματα, τη στιγμή που τις δυο προηγούμενες σεζόν με τον Βαλβέρδε στον πάγκο, είχε παθητικό 36 γκολ (πέρυσι) και 29 γκολ (πρόπερσι), δηλαδή μέσο όρο ανά παιχνίδι μικρότερο του ενός τέρματος, τη στιγμή που φέτος πλησιάζει τα δυο. Οι “μπλαουγκράνα” έχουν δεχτεί γκολ και στα έξι ματς της Πριμέρα, ενώ η μοναδική φορά που κατάφεραν να κρατήσουν την εστία τους στο “μηδέν”, ήταν στο ματς του ChL με την Μπορούσια του Ντόρτμουντ (0-0).

Ένα πρόσθετο πρόβλημα, είναι η επιθετική αφλογιστία μακριά από το “Καμπ Νόου”. Οι culés μπορεί να έχουν την καλύτερη επίθεση στην Πριμέρα με τα 14 τέρματα που έχουν πετύχει, όμως στα τρία εκτός έδρας παιχνίδια που έχουν δώσει, μπόρεσαν να σκοράρουν μόνο δυο φορές, αμφότερες στο ματς με την Οσασούνα. Κάτι που σημαίνει ότι στους αγώνες με Αθλέτικ και Γρανάδα, συν την Ντόρτμουντ, οι παίκτες του Βαλβέρδε δεν βρήκαν δίχτυα, ενώ και οι τελικές τους προσπάθειες ήταν απελπιστικά λίγες. Ένα επιπλέον ζήτημα είναι το γεγονός ότι η ομάδα δεν αποδίδει ικανοποιητικό ποδόσφαιρο, κάτι που προβληματίζει ιδιαίτερα το απαιτητικό κοινό του “Καμπ Νόου”.

ΟΙ ΔΥΟ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΙ ΑΠΟ ΡΟΜΑ ΚΑΙ ΛΙΒΕΡΠΟΥΛ

Κλοπ και Βαλβέρδε στο 4-0 της Λίβερπουλ επί της Μπαρτσελόνα.

Οι Καταλανοί δημοσιογράφοι κατηγορούν τις τελευταίες εβδομάδες τον Ερνέστο ότι δεν έχει καταλήξει ακόμα σε ένα βασικό σχήμα, αλλά και πως δεν διαχειρίζεται σωστά το υλικό του ρόστερ. Κάποιοι από αυτούς ζητούν πλέον ανοιχτά την παραίτησή του, μιλώντας με σκληρά λόγια στις αρθρογραφίες τους. Όμως το βασικό ερώτημα είναι μέχρι πού φτάνει η ευθύνη του Βαλβέρδε. Πριν μπούμε σε μια πιο προσεκτική ανάλυση, πρέπει να πούμε ότι ο προπονητής των “μπλαουγκράνα” κουβαλάει ένα πολύ βαρύ φορτίο από τις δυο προηγούμενες χρονιές του, δηλαδή τους ισάριθμους αποκλεισμούς των culés από το Champions League, πρόπερσι από τη Ρόμα και πέρυσι από τη Λίβερπουλ.

Δεν είναι τόσο η ιδέα των δυο αποκλεισμών, όσο ο τρόπος με τον οποίο ήρθαν. Και στις δυο περιπτώσεις, η Μπαρτσελόνα είχε πάρει από τα εντός έδρας πρώτα ματς, αυτό που αποκαλούμε σκορ πρόκρισης (4-1 τη Ρόμα & 3-0 τη Λίβερπουλ). Νομίζω ότι τα πράγματα θα ήταν τελείως διαφορετικά, αν ας πούμε η Μπάρτσα είχε νικήσει 1-0 και είχε χάσει 2-0. Αυτό που δεν μπορούν να χωνέψουν ακόμα οι φίλαθλοι, είναι ότι δυο σερί χρονιές, η ομάδα έμεινε εκτός συνέχειας, ξοδεύοντας με φτηνό τρόπο το τεράστιο πλεονέκτημά της. Και εκεί είναι που “σημαδεύουν” τον Ερνέστο, αφού του καταλογίζουν ανικανότητα στη διαχείριση των ρεβάνς, κακή αγωνιστική και ψυχολογική προετοιμασία των παικτών και αποτυχημένη τακτική προσέγγιση τόσο στη Ρώμη όσο και στο Λίβερπουλ.

Αυτό λοιπόν το “βάρος” είναι σχεδόν ασήκωτο για τον ψυχισμό των culés, πολύ περισσότερο το περσινό κάζο παρά το προπέρσινο. Ο Txingurri λοιπόν, συνεχίζει έχοντας ένα σταθερό σημείο αρνητικής αναφοράς, αφού οι δυο συγκεκριμένες αποτυχίες είναι πολύ πρόσφατες και έχουν επισκιάσει σε μεγάλο βαθμό τα δυο πρωταθλήματα και το ένα Κύπελλο που έχει κατακτήσει ο σύλλογος την τελευταία διετία. Το περσινό “χτύπημα” ήταν τόσο μεγάλο, που λίγο έλειψε να στοιχίσει στον Βαλβέρδε το πόστο του, αφού το καλοκαίρι που μας πέρασε, αρκετά μέλη της διοίκησης είχαν ζητήσει από τον Μπαρτομέου την απομάκρυνση του προπονητή και την αντικατάστασή του.

ΧΩΡΙΣ ΜΕΣΙ ΚΑΙ ΣΟΥΑΡΕΣ

Μέσι και Σουάρες.

Ο πρόεδρος αντιστάθηκε σθεναρά και επέβαλλε τελικά την παραμονή του “Βάσκου” στον πάγκο, χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει κάτι δεσμευτικό και παρά το γεγονός ότι ο Βαλβέρδε έχει υπογράψει από τον περασμένο Φεβρουάριο ανανέωση στο συμβόλαιό του για 1+1 χρόνια (η δεύτερη χρονιά με οψιόν). Ας περάσουμε τώρα να δούμε αναλυτικά ποια είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ομάδα σε αυτό το ξεκίνημα της φετινής σεζόν, πέρα από τους συνολικούς αριθμούς που παραθέσαμε στην αρχή του κειμένου. Πρώτο και καλύτερο, η απουσία των Μέσι και Σουάρες. Ο Βαλβέρδε δε θέλησε σε καμία περίπτωση να ρισκάρει πιθανή υποτροπή και περίμενε υπομονετικά την επιστροφή του Αργεντίνου στην αγωνιστική δράση.

Ο Σουάρες τραυματίστηκε στο πρώτο παιχνίδι, οπότε η επιθετική γραμμή της Μπαρτσελόνα αποδυναμώθηκε ακόμα περισσότερο, κυρίως επειδή έλειψαν οι εμπνεύσεις, τα γκολ και οι ασίστ του Λέο, μαζί φυσικά με τα τέρματα του Ουρουγουανού. Σαν να μην έφταναν αυτά, προέκυψε ένας ακόμα τραυματισμός, αυτός του Ντεμπελέ, στερώντας από τους “μπλαουγκράνα” μια ακόμα εναλλακτική λύση στη γραμμή κρούσης, με αποτέλεσμα να κληθεί να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά ο Γκριεζμάν. Βέβαια, μέσα σε αυτή την αρνητική συγκυρία των απουσιών των επιθετικών, βρήκε την ευκαιρία να δηλώσει “παρών” ο Ανσού Φατί, ο οποίος προερχόμενος από τη Μασία, φρόντισε να εντυπωσιάσει τους πάντες.

ΤΟ ΣΥΝΘΕΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΜΠΟΥΣΚΕΤΣ

Ο Σέρχιο Μπουσκέτς με το τρόπαιο του τουρνουά Joan Gamper.

Πάμε τώρα στα μετόπισθεν, εκεί όπου έχουμε ένα ακόμα σημαντικό πρόβλημα για τη Μπαρτσελόνα. Η αμυντική λειτουργία παρουσιάζεται εξόχως αποσυντονισμένη σε αυτά τα πρώτα παιχνίδια της σεζόν, απόδειξη τα δέκα γκολ που έχει δεχθεί στις πρώτες έξι αγωνιστικές (δεύτερη χειρότερη επίδοση της Λίγκας!). Ο Πικέ δε βρίσκεται στο καλύτερο φεγγάρι του, το θέμα όμως δεν είναι τόσο ατομικό, όσο ομαδικό για την άμυνα και ξεκινάει από την… επίθεση. Οι τρεις προωθημένοι δε μαρκάρουν ψηλά όπως τα προηγούμενα χρόνια, με αποτέλεσμα οι αμυντικοί να μην ανεβαίνουν στο γήπεδο, αλλά να κρατούν τις θέσεις τους πίσω, με άμεσο επακόλουθο να δημιουργείται ένα πολύ μεγάλο κενό ανάμεσα στην προωθημένη γραμμή και τα μετόπισθεν, κενό που μοιραία καλείται να διαχειριστεί η τριάδα των χαφ.

Εκεί, στον χώρο του κέντρου, έχει προκύψει άλλο ένα θέμα, η λύση του οποίου μπορεί να μοιάζει απλή, η εφαρμογή της όμως είναι πάρα πολύ δύσκολη. Το “πρόβλημα” έχει ονοματεπώνυμο: Σέρχιο Μπουσκέτς. Το αμυντικό χαφ των “μπλαουγκράνα” δυσκολεύεται πλέον να ακολουθήσει τους ρυθμούς του παιχνιδιού, ειδικά όταν οι αντίπαλοι παίζουν γρήγορα. Ο Μπούσι, παραμένοντας βασικός στη σύνθεση του Βαλβέρδε, “αναγκάζει” τον Ντε Γιόνγκ να παίζει δίπλα του ως εσωτερικό χαφ, όχι δηλαδή στην κανονική του θέση. Η λογική λέει ότι ο Ολλανδός θα έπρεπε να αγωνίζεται ως αμυντικό χαφ, έχοντας δίπλα του δυο εκ των Αρτούρ, Ράκιτιτς και Σέρτζι Ρομπέρτο. Για να γίνει όμως αυτό, ο Μπουσκέτς θα μείνει στον πάγκο.

Και εκεί μπαίνει το μεγάλο ερώτημα. Ποιος θα πάρει την απόφαση να βγάλει από τη βασική ενδεκάδα έναν παίκτη-τοτέμ για τη Μπαρτσελόνα, έναν ποδοσφαιριστή που θεωρείται από πολλούς ως το κορυφαίο αμυντικό χαφ της τελευταίας δεκαετίας στον κόσμο και που έχει πρωταγωνιστήσει σε όλους τους θριάμβους των culés αλλά και της Εθνικής; Η απάντηση, όπως είπα και πριν, είναι απλή. Πρόκειται αποκλειστικά για απόφαση του προπονητή και εδώ, για να είμαστε ειλικρινείς, ο Ερνέστο έχει δείξει ότι διστάζει, προτιμώντας να διατηρεί τον Μπουσκέτς στο γήπεδο και να “θυσιάζει” τον Ντε Γιόνγκ σε έναν ρόλο, στον οποίο αποδίδει μεν, όχι όμως με την αποτελεσματικότητα που θα το έκανε αν αγωνιζόταν στην κανονική του θέση.

ΟΙ ΜΕΤΑΓΡΑΦΕΣ ΣΤΗΝ ΜΠΑΡΤΣΕΛΟΝΑ

Ο Ερίκ Αμπιντάλ, τεχνικός γραμματέας της Μπαρτσελόνα. AP

Επιστρέφοντας στην άμυνα, πολλοί Ισπανοί δημοσιογράφοι καταλογίζουν στον Βαλβέρδε το ότι δεν πήρε ένα αξιόπιστο στόπερ για να ενισχύσει τα μετόπισθεν. Εδώ θα ανοίξουμε μια παρένθεση για να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα σχετικά με τις μεταγραφές. Το οργανόγραμμα του συλλόγου αποτελείται από πολλούς και διάφορους “υπεύθυνους” του αγωνιστικού, αθλητικού και μεταγραφικού σχεδιασμού. Θα μπορούσα να πω ότι ο Ερνέστο είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης σε ό,τι αφορά στις αγορές ποδοσφαιριστών και οπωσδήποτε όχι εκείνος που παίρνει τις τελικές αποφάσεις. Σε αυτόν τον τομέα τον πρώτο λόγο έχουν ο ίδιος ο Μπαρτομέου και πρόσωπα όπως ο Ρομπέρτ Φερνάντεθ, ο Πεπ Σεγούρα, ο Ερίκ Αμπιντάλ κλπ.

Είναι άδικο λοιπόν να φορτώνουμε τέτοιου είδους ευθύνες στον Txingurri, κάτι το οποίο γνωρίζουν πολύ καλά οι Καταλανοί δημοσιογράφοι της Mundo Deportivo και της Sport, αλλά επειδή αμφότερες είναι “φιλοκυβερνητικές” εφημερίδες, προτιμούν το εύκολο “θύμα”, παρά να στοχεύσουν με τα πυρά τους τη διοίκηση των “μπλαουγκράνα”. Θα το προχωρήσω ακόμα περισσότερο, λέγοντας ότι στην παρούσα Μπαρτσελόνα – ή μάλλον, για να το θέσω πιο σωστά, στη μετά Γουαρδιόλα Μπαρτσελόνα – μεγαλύτερη βαρύτητα έχει η γνώμη των ποδοσφαιριστών παρά του προπονητή. Τα παραδείγματα είναι ατελείωτα, αλλά θα παραθέσω μερικά, ξεκινώντας από τη μοναδική μεταγραφή που είχε ζητήσει ο Βαλβέρδε μόλις ανέλαβε την ομάδα, το καλοκαίρι του 2017, εκείνη του Ίνιγο Μαρτίνεθ από τη Ρεάλ Σοθιεδάδ.

Η “ΕΞΟΥΣΙΑ” ΤΩΝ ΠΑΙΚΤΩΝ ΤΗΣ ΜΠΑΡΤΣΑ

Βαλβέρδε, Μέσι και Πικέ. VMP

Ο παίκτης βρισκόταν με το ενάμισι πόδι στη Βαρκελώνη, αλλά η συμφωνία ακυρώθηκε, επειδή η διοίκηση δε θέλησε να δυσαρεστήσει τον Πικέ. Οι επιθυμίες των παικτών έχουν γίνει την τελευταία δεκαετία απόλυτη προτεραιότητα για τους διοικούντες. Κάτι που ξεκίνησε σιγά-σιγά και εξελίχθηκε σε αυτό που βλέπουμε σήμερα. Οι προπονήσεις έγιναν κλειστές για τον Τύπο, οι συνεντεύξεις κόπηκαν, οι δημοσιογράφοι σταμάτησαν να ταξιδεύουν μαζί με την ομάδα. Οι παίκτες ερωτήθηκαν για τον διάδοχο του Τίτο, η διοίκηση “έπεισε” τον Λουίς Ενρίκε να μην τιμωρήσει κανέναν παίκτη μετά την κρίση του “Ανοέτα”, ο Πεπ Σεγούρα πλήρωσε τις δημόσιες αυστηρές τοποθετήσεις του εναντίον παικτών όπως ο Πικέ ή ο Αρτούρο Βιδάλ και είδε την πόρτα της εξόδου.

Και πάλι οι παίκτες ρωτήθηκαν για το αν ήταν σύμφωνοι με την πρόσληψη του Αμπιντάλ, τους ζητήθηκε το οκ για να γίνει η πρόσφατη πρόταση στον Πουγιόλ, άσχετα αν στη συνέχεια ο Κάρλες αρνήθηκε. Τα αποδυτήρια έχουν τελικά πολύ συχνά το ρόλο του αθλητικού διευθυντή. “Έκφράζουν τη γνώμη τους”, για να χρησιμοποιήσουμε τις λέξεις του ίδιου του Μπαρτομέου. Με άλλα λόγια, προτείνουν, υπαινίσσονται ή θέτουν βέτο. Πρόσφατα καλοκαιρινά παραδείγματα, η αρνητική τους στάση στον ερχομό του Γκριεζμάν, λόγω του περσινού σίριαλ (το οποίο είχε δυσαρεστήσει αρκετούς παίκτες της Μπάρτσα), αν και στην προκειμένη περίπτωση δεν τους πέρασε. Και φυσικά η υπόθεση του Νεϊμάρ, τον οποίο οι κολλητοί του, Σουάρες και Μέσι, ήθελαν να ξαναδούν στο “Καμπ Νόου”.

Ο ΝΕΪΜΑΡ ΤΟ 2019 ΚΑΙ ΤΟ 2017

Ο Νεϊμάρ με τη φανέλα της Μπαρτσελόνα.

Με την ευκαιρία, αφού τον αναφέραμε, να πούμε ότι το σίριαλ του Βραζιλιάνου μόνο κακό έκανε στη Μπαρτσελόνα αλλά και στον Βαλβέρδε. Από τη μια είχαμε τους παίκτες που πίεζαν διακριτικά τη διοίκηση να τον ξαναφέρει στην ομάδα, από την άλλη είχαμε την αχαρακτήριστη συμπεριφορά του Μπαρτομέου, ο οποίος έβαλε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Παρί, παίκτες τους οποίους δεν είχε καν ενημερώσει (Ράκιτιτς, Σεμέδο, Κοουτίνιο, Ντεμπελέ, Τοντιμπό), με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός αρνητικού κλίματος στη διάρκεια της προετοιμασίας, μαζί με τη συνεχόμενη αβεβαιότητα του Txingurri, ο οποίος δεν ήξερε μέχρι την τελευταία στιγμή αν θα υπολόγιζε ή όχι στον Νέι, ώστε να χτίσει το πλάνο του.

Σε αυτό το σημείο, κανείς δεν πρέπει να ξεχνάει ότι ο Βραζιλιάνος είχε αποτελέσει έναν τεράστιο πονοκέφαλο για τον Ερνέστο ήδη από το καλοκαίρι του 2017, όταν ανέλαβε τους “μπλαουγκράνα”. Η αναχώρησή του για το Παρίσι εν μέσω καλοκαιρινής προετοιμασίας, πέρα από το σοκ που προκάλεσε σε ολόκληρο τον οργανισμό της Μπαρτσελόνα, υποχρέωσε τον Βαλβέρδε να αλλάξει όλο του τον σχεδιασμό και να αναπροσαρμόσει τα αγωνιστικά του πλάνα. Δεν έχει νόημα να με ρωτήσετε αν ήταν δικές του επιλογές, πρώτα ο Ντεμπελέ και μετά ο Κοουτίνιο, την απάντηση την υποψιάζεστε: Όχι. Όμως μέσα στο γενικό χάος εκείνων των ημερών και παρά τις δυο ήττες από τη Ρεάλ στα ματς του ισπανικού Σούπερ Καπ, ήταν ο “Βάσκος” εκείνος που κράτησε το “πλοίο” στη σωστή ρότα, οδηγώντας το στην κατάκτηση του νταμπλ.

ΤΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ & ΤΟ ΠΟΛΥΕΠΙΠΕΔΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Ο Ράκιτιτς σε αγώνα της Μπαρτσελόνα. AP Photo/Joan Monfort

Ο Βαλβέρδε έχει να αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα μαζί, σε ένα πολύ κρίσιμο σημείο της χρονιάς, αφού από τη μία δεν πρέπει να χάσει επαφή με τους πρωτοπόρους στη βαθμολογία του πρωταθλήματος, ενώ από την άλλη πρέπει να προχωρήσει χωρίς απώλειες στο Champions League. Μέσα στον Οκτώβριο οι culés θα δώσουν δυο πολύ δύσκολα ματς στο “Καμπ Νόου”, πρώτα με τη Σεβίγια (6/10) και κατόπιν με τη Ρεάλ Μαδρίτης στο πρώτο clásico της σεζόν (26/10). Και στο ChL την επόμενη εβδομάδα έρχεται στη Βαρκελώνη η Ίντερ. Τα αποτελέσματα αυτών των αγώνων θα δείξουν πολλά σε ό,τι αφορά στη βελτίωση του παιχνιδιού της Μπάρτσα. Όμως το ίδιο σημαντικές θα είναι και οι επισκέψεις σήμερα στη Χετάφε και στις 19/10 στο Έιμπαρ.

Το θέμα για τον Βαλβέρδε είναι ότι αντιμετωπίζει ένα πολυεπίπεδο πρόβλημα. Πρέπει να μετατρέψει αυτή την ακίνδυνη και φλύαρη κατοχή μπάλας σε δημιουργική ανάπτυξη, να κατασταλάξει στο σύστημα και την ενδεκάδα που θα φέρουν τα καλύτερα αποτελέσματα, να “μαζέψει” τις γραμμές περιορίζοντας τους χώρους που πρέπει να καλύψουν τα χαφ, βάζοντας στην εξίσωση της πίεσης τους επιθετικούς και ανεβάζοντας την άμυνα, να αλλάξει το πρόσωπο της ομάδας στα εκτός έδρας παιχνίδια και βέβαια να βελτιώσει τόσο την αμυντική λειτουργία όσο και την επιθετική παραγωγικότητα. Εύκολα ακούγονται όλα αυτά, αλλά δεν είναι καθόλου απλά. Ο Γκριεζμάν δεν έχει προσαρμοστεί ακόμα, ο Σουάρες έχει να σκοράρει δυο χρόνια μακριά από το “Καμπ Νόου” στο ChL και ο Μέσι δεν έχει βρει 100% τον ρυθμό του.

Ο παραγκωνισμός του Ράκιτιτς είναι ένα ακόμα πρόβλημα, το οποίο λογικά συνδέεται άμεσα με την “καραμπόλα” των χαφ, την οποία αναφέραμε πιο πάνω με την επιμονή στον Μπουσκέτς και την τοποθέτηση του Ντε Γιόνγκ πιο δίπλα. Ο Txingurri πρέπει να τολμήσει, όσο δύσκολη και αν είναι η απόφαση. Τα στόπερ πρέπει να δείξουν περισσότερη συγκέντρωση και ένταση, στο ματς με τη Γρανάδα είχαν την ίδια εικόνα – αν όχι χειρότερη – με την περσινή ρεβάνς του “Άνφιλντ”. Από τη στιγμή που δεν αποκτήθηκε ο Ντε Λιχτ, τα κουκιά είναι μετρημένα. Πικέ, Ουμτιτί και Λανγκλέ (ειδικά οι δυο πρώτοι) χρειάζεται να θυμηθούν ο μεν πρώτος την περσινή του απόδοση, ο δε δεύτερος την πρώτη του σεζόν.

Θα ήταν μια καλή ευκαιρία για τον Ερνέστο να δουλέψει κάποια πράγματα στη διακοπή του Οκτωβρίου για τις εθνικές ομάδες, αλλά όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, το προπονητικό κέντρο εκείνες τις μέρες θα ερημώσει. Τα διαδοχικά παιχνίδια πρωταθλήματος και ChL αφήνουν πολύ στενά περιθώρια για πραγματική δουλειά στις προπονήσεις, όμως αν κάτι έχουμε διδαχτεί από το προπονητικό παρελθόν του Βαλβέρδε, είναι ότι δε χάνει εύκολα την ψυχραιμία του. Το ξεκίνημα, με όλες τις αρνητικές συγκυρίες, μπορεί να είναι το χειρότερο της τελευταίας 25ετίας για τους “μπλαουγκράνα”, όμως προς το παρόν τουλάχιστον, τίποτα δεν έχει χαθεί. Η ισορροπία μπορεί να είναι εύθραυστη, αλλά είναι στο χέρι τεχνικής ηγεσίας και παικτών να δείξουν ένα καλύτερο πρόσωπο στη συνέχεια.

ΘΑ ΗΘΕΛΕ Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΒΑΛΒΕΡΔΕ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ;

Ο Ερνέστο Βαλβέρδε στην επίσημη παρουσίασή του από τη Μπαρτσελόνα το 2017. EV

Αφού όμως αναλύσαμε όλα τα προβλήματα και τα κακώς κείμενα της φετινής Μπαρτσελόνα, ας αντιστρέψουμε τώρα το αρχικό ερώτημα και ας το “απευθύνουμε” στον ίδιο τον Txingurri. Ας υποθέσουμε ότι η ομάδα θα συνέλθει, πως η γκρίνια θα σταματήσει και πως η από εδώ και πέρα πορεία θα αποδειχτεί η σωστή και η ενδεδειγμένη. Όπως έγραψα στην αρχή του κειμένου, ο Βαλβέρδε έχει συμβόλαιο μέχρι το τέλος της φετινής σεζόν με οψιόν ανανέωσης για μια ακόμη. Πόσοι πιστεύουν ότι θα θελήσει να συνεχίσει, αν ο Μπαρτομέου του το ζητήσει; Εδώ η απάντηση είναι πραγματικά δύσκολη, αφού όλα αυτά είναι υποθετικά, όμως κάτι μου λέει πως σε μια τέτοια πρόταση, πιθανότατα θα αρνηθεί.

Ο Ερνέστο είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι έχει κουραστεί σε έναν από τους πιο δύσκολους, απαιτητικούς και ενίοτε άδικους πάγκους παγκοσμίως. Η φθορά είναι και φυσιολογική και αναμενόμενη. Μην ξεχνάτε ότι ο ίδιος ο Πεπ άντεξε τέσσερα χρόνια, ενώ ο Λουίς Ενρίκε όταν έληξε το συμβόλαιό του στην τριετία και παρά την επιθυμία της διοίκησης να συνεχίσει, επίσης αποχώρησε. Το καλοκαίρι – αν δεν υπάρξει κάποιο απρόοπτο – ο Βαλβέρδε θα έχει συμπληρώσει και αυτός τριετία. Δεν ξέρω αν και τί θα έχει προσθέσει στο παλμαρέ του, αλλά έχω την αίσθηση ότι ακόμα και το Champions League να κατακτήσει, δύσκολα θα δεχτεί να παραμείνει για τέταρτη χρονιά στον πάγκο.

Τον έχουμε γνωρίσει, ξέρουμε ότι είναι ακούραστος εργάτης, αλλά επίσης ξέρουμε ότι είναι αυτός που βάζει τα όρια στον εαυτό του. Ίσως η μοναδική φορά που δεν αποφάσισε εξ ολοκλήρου ο ίδιος για το μέλλον του, ήταν το καλοκαίρι του 2017, τότε που υπέκυψε στην πίεση της οικογένειάς του, του Ασπιάθου και των συνεργατών του για να αναλάβει τον πάγκο των “μπλαουγκράνα”. Αποδέχτηκε το καινούργιο του πόστο με πολλές αμφιβολίες, αλλά άπαξ και το αποφάσισε, αφοσιώθηκε ψυχή τε και σώματι στη νέα του ομάδα. Κατέκτησε μέχρι τώρα δυο πρωταθλήματα (το πρώτο παρά λίγο αήττητος) και ένα Κύπελλο, έφτασε σε έναν ημιτελικό του Champions League και είναι αήττητος στα clásicos της Πριμέρα και του Κυπέλλου, έχοντας φιλοδωρήσει τη Ρεάλ με δυο τριάρες μέσα στο “Μπερναμπέου” και μια πεντάρα στο “Καμπ Νόου”.

ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΟΣ Ο TXINGURRI ΣΤΗΝ ΜΠΑΡΤΣΑ;

Ο Ερνέστο Βαλβέρδε υπογράφει αυτόγραφα σε μικρούς φίλους της Μπαρτσελόνα.

Μπορεί κανείς να πει ότι με όλα τα παραπάνω στη μια πλευρά της ζυγαριάς και τους δυο οδυνηρούς αποκλεισμούς στο ChL στην άλλη, ότι είναι αποτυχημένος; Δεν θα τολμούσα να το υποστηρίξω, νομίζω ότι θα ήταν και άδικο και υπερβολικό. Η ψύχωση που έχουν οι Καταλανοί για το ευρωπαϊκό τρόπαιο τα τελευταία χρόνια, πολύ δε περισσότερο μετά τις τρεις διαδοχικές κατακτήσεις της Ρεάλ, οριοθετεί απλά την έκταση της επιθυμίας τους, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηρίσει το πέρασμα του Βαλβέρδε από την ομάδα αποτυχημένο. Ίσως το πιο δίκαιο να ήταν (αν ο απολογισμός γινόταν τώρα), ότι ο Ερνέστο είχε μια καλή παρουσία στους “μπλαουγκράνα”, με ένα αρκετά μεγάλο “αλλά” (όχι όμως καταδικαστικό).

Με άλλα λόγια, το “απωθημένο” ενός ολόκληρου οργανισμού (πρόεδρος, διοίκηση, παίκτες, φίλαθλοι), δε γίνεται να αποτελεί αποκλειστική ευθύνη του προπονητή. Ο Txingurri έχει κατηγορηθεί ότι κοιτάζει το αποτέλεσμα, ότι έχει αλλάξει το αγωνιστικό στιλ της Μπαρτσελόνα, ότι είναι συντηρητικός στις επιλογές του, ότι είναι πολύ “μετρημένος” στις τακτικές του, ότι θυσιάζει το θέαμα για την ουσία. Κάποια από αυτά μπορεί να ισχύουν σε κάποιο βαθμό. Όχι απαραίτητα ως ελαττώματα, αλλά ως προσωπική του φιλοσοφία. Όμως θα πρέπει και ο κόσμος της ομάδας να “ωριμάσει” και να αποδεχτεί την πραγματικότητα. Η γενιά της Pep Team δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται εσαεί. Όσο καλοί παίκτες και αν είναι, για παράδειγμα, οι Αρτούρ και Ντε Γιόνγκ, ποτέ δε θα γίνουν Ινιέστα και Τσάβι.

Κάτι που σημαίνει ότι ο κάθε προπονητής είναι υποχρεωμένος να προσαρμόζεται στις ρεαλιστικές ανάγκες της ομάδας και να προσαρμόζει τους παίκτες του στο σύστημα ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Δεν υπάρχει πια Πουγιόλ, ο Μπουσκέτς είναι 31, ο Πικέ 32, ο Σουάρες το ίδιο και ο Μέσι, επίσης 32, χρειάζεται πλέον πολύ προσεκτική διαχείριση. Με άλλα λόγια, η Pep Team μπορεί να είναι το παράδειγμα προς μίμηση, έχοντας όμως πάντα υπόψη ότι εκείνη η ομάδα ήταν μια, μοναδική και δε θα επαναληφθεί ούτε στο παρόν, ούτε στο μέλλον. Με αυτό ξεκαθαρισμένο, το μόνο για το οποίο είμαι απόλυτα σίγουρος, είναι ότι ο Txingurri θα συνεχίσει μέχρι την τελευταία στιγμή της παρουσίας του στον πάγκο των culés, να εργάζεται με την ίδια διάθεση, την ίδια μεθοδικότητα και την ίδια αφοσίωση. Για τα αποτελέσματα, απαντήσεις θα δώσει μόνο ο χρόνος.

* Photo credits: AP Images

* Πηγές: as.com, marca.com, mundodeportivo.com, sport.es, elconfidencial.com, 90min.com, prensalibre.com, laliga.com

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ