Η δικαίωση του Κώστα Σλούκα (κι ας έχασε…)
Από εκείνη την ημέρα που ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς απέσπασε το "ναι", ήξερες κι εσύ ότι ο Κώστας Σλούκας είχε πάρει τη σωστή απόφαση. Ο Γιάννης Ζωιτός γράφει για τον παίκτη που δεν φοβήθηκε να ρισκάρει και από τότε έχει παίξει τρεις διαδοχικούς τελικούς.
Το εν λόγω κείμενο θα είχε την ίδια ακριβώς ισχύ είτε η Φενέρμπαχτσε κατακτούσε το τρόπαιο είτε έχανε – όπως και συνέβη.
Η τρίτη διαδοχική συμμετοχή του Κώστα Σλούκα στον τελικό του Final-4 επιτρέπει στον 28χρονο -πλέον- πόιντ γκαρντ να μην μετανιώνει για ό,τι έπραξε τόσο πριν από τρία χρόνια, αφήνοντας τον Ολυμπιακό, όσο και πέρυσι, όταν απέρριψε το ενδεχόμενο επαναπατρισμού στον Παναθηναϊκό με σούπερ πρόταση.
Ούτε στη μία ούτε στην άλλη περίπτωση η απόφασή του εξαρτήθηκε από τα χρήματα. Κι αν το “όχι” στο “τριφύλλι” ήταν μια περισσότερο εύκολη απόφαση, η επιλογή του ν’ αφήσει τον Πειραιά, ένα οικείο περιβάλλον που ένιωθε ασφάλεια, μετά από έξι σεζόν (η έβδομη ήταν στον Άρη) δικαιώθηκε απόλυτα.
Ο Σλούκας έβαλε προτεραιότητα την καριέρα, την πρόοδό του. Όταν έλεγε στους Αγγελόπουλους πως “φεύγω γιατί ο Ομπράντοβιτς μού έχει υποσχεθεί 25 λεπτά” και πως “δεν πείστηκα ότι αυτά που μου ‘πε ο κόουτς Σφαιρόπουλος θα γίνουν πράξη”, είχε κατασταλάξει. Ώριμος πια, μπορούσε να διαβάσει το μέλλον του. Χωρίς να κοιτάξει στη γύαλινη σφαίρα, μπορούσε να φανταστεί τι θα συμβεί.
Τον… λοιδώρησαν πολύ κατά την πρώτη σεζόν του. Ότι δεν παίζει πολύ, ότι τον κορόιδεψε ο Ομπράντοβιτς, ότι δεν έχει ρόλο, ότι είναι πίσω ακόμη κι από τον Χίκμαν. Ας θυμηθεί ωστόσο κανείς τα προβλήματα που αντιμετώπισε (σαν να τον μάτιασαν), όπως επίσης πόσο έπαιξε στο Final-4 του Βερολίνου και πόσα έδωσε στη Φενέρμπαχτσε.
Ήταν ήδη ίσος μεταξύ ίσων στα μάτια του “Ζοτς”, συμπληρώνοντας απόλυτα όλους τους υπόλοιπους. Επειδή δε ο χρόνος και η διάρκεια θα δικαιολογούσαν στον απόλυτο βαθμό εκείνο το “για μένα θα είναι καλύτερα να φύγω” που αποκρίθηκε στο τελευταίο ραντεβού με τον Ολυμπιακό, η επόμενη σεζόν ήταν αυτή της καθιέρωσης. Η σεζόν που έπεισε ότι ο Σλούκας γνώριζε καλά γιατί άλλαζε περιβάλλον τόσο απρόσμενα (και άκομψα, αν θέλετε). Πρωταθλητής Ευρώπης γαρ.
Ως τώρα δεν έζησε ποτέ στη σκιά οποιουδήποτε. Ούτε καν του Μπογκντάνοβιτς στην κορυφαία χρονιά της καριέρας του. Αυτόφωτος. Τόσο που η δική του λάμψη κάλυψε την απώλεια του Σέρβου, όταν αποφάσισε να φτιάξει τα μπαγάζια του και να ζήσει το american dream στο Σακραμέντο.
Ο Σλούκας έφτασε με τη Φενέρμπαχτσε στο Βελιγράδι, έχοντας την πιο παραγωγική χρονιά της καριέρας του. Σε σκορ (10.1 πόντοι) και ασίστ (5.4 ασίστ). Παίκτης που από τον πάγκο, σχεδόν πάντα, έρχεται να καλμάρει, να κοντρολάρει, να οριοθετήσει το τέμπο. Να γίνει η πυξίδα για το παιχνίδι των πρωταθλητών.
Τρίβαμε τα μάτια ματς με την απόδοσή του στα πλέι οφ κόντρα στην Μπασκόνια, τις 9 τελικές δεν τις έπιασε άλλος – ούτε ο Καλάθης των 7.25 ούτε ο Ροντρίγκεθ των 6.5! Δεν είναι τυχαίο πως στον τελικό της Κυριακής ο Λάσο έστειλε πάνω του τους καλύτερους αμυντικούς του (Τέιλορ, Κοζέρ) ή καλοστημένες παγίδες για να του κόψει τη δημιουργία. Ο ίδιος δεν δείλιασε.
Ήταν πολύ καλός στο πρώτο μισό (7 πόντοι, 3 ασίστ) και εγκλωβίστηκε στο δεύτερο (0 πόντοι, 1 ασίστ, 2 λάθη). Άλλη μία απόδειξη του πόσο το παιχνίδι της Φενέρμπαχτσε εξαρτάται από αυτόν. Ο Λάσο τον απέκοψε από τους υπόλοιπους, σταμάτησε τη δημιουργία του, θολωσε την ορατότητά του και μοιραία η ομάδα του Ομπράντοβιτς επηρεάστηκε επιθετικά. Ακόμη κι αυτό ήταν μια απόδειξη πως ο Κώστας Σλούκας έγινε αυτό που ήθελε πριν από τρία χρόνια. Βασικός άξονα σε μια ομάδα κορυφής.
ΥΓ. Οι συγκρίσεις με τον Βασίλη Σπανούλη είναι ανεδαφικές.