Με τον Σάντος τελείωσαν οι υπόλοιποι "προπονητές"
Από το κλωτσοσκούφι και το κρυφτούλι (στα περισσότερα ματς) των προκριματικών στο ποδόσφαιρο κυριαρχίας στο Φάληρο και στο ποδόσφαιρο του ρεαλισμού στο Βουκουρέστι η μεταμόρφωση ήταν θεαματική.
Η Εθνική σε 180 λεπτά ήταν πολύ απλά η καλύτερη ομάδα απέναντι στη χειρότερη ποιοτικά Ρουμανία της νεώτερης ιστορίας. Ήταν ποδόσφαιρο απόλυτης κυριαρχίας αυτό που λάνσαρε το τελευταίο πενθήμερο η Ελλάδα, ακόμα και στις ελάχιστες στιγμές (ανορθόδοξης) πίεσης που δέχτηκε από κάτι παίκτες τύπου Μαρικά, Τανάσε, Τόριε και Μαξίμ – ούτε έξω από την πόρτα της Εθνικής τους θα περνούσαν τον καιρό του Χάτζι, του Λάκατους και του Ποπέσκου.
Η πρόκριση στο Μουντιάλ είναι η επιβράβευση της δουλειάς και προσπάθειας ενός ικανότατου προπονητή και μιας παρέας Ελλήνων ποδοσφαιριστών, οι περισσότεροι εκ των οποίων ξέφυγαν από την τραγική καθημερινότητα του ελληνικού πρωταθλήματος, βρήκαν την υγειά τους σε χώρες με σοβαρό ποδόσφαιρο και έγιναν καλύτεροι. Τόσο ...παικτικώς (ιδίως σε τακτική συμπεριφορά και ωριμότητα) όσο και στη νοοτροπία για τον τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται το ποδόσφαιρο. Άλλοι συνεχίζουν να απολαμβάνουν την χαρά του παιχνιδιού εκτός συνόρων, άλλοι επέστρεψαν με σημαντικές παραστάσεις, όλοι τους ενώθηκαν με τους πιο ταλαντούχους ή έμπειρους ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού και του ΠΑΟΚ και έφτιαξαν έναν κορμό μπετόν.
Aγαπημένο σπορ από παλιά
Έχουμε φτάσει πλέον στο σημείο να μην αμφισβητούμε τις επιλογές του ομοσπονδιακού προπονητή. Αγαπημένο σπορ όλων μας, από τα πολύ παλιά χρόνια, όταν καλούσε παίκτες στην Εθνική ο Αλκέτας και πάντα βρίσκαμε 4-5 κομμένους που άξιζαν να είναι μέσα. Ακόμα και επί Ρεχάγκελ μέχρι να γραφτεί το έπος της Πορτογαλίας, μόνιμο θέμα συζήτησης ήταν ο παραγκωνισμός του Ζήκου – έλα όμως που το αυτί του Γερμανού ποτέ δεν ίδρωνε.
Και σ' άλλες χώρες πίσω από την πλάτη του ομοσπονδιακού υπάρχουν χιλιάδες προπονητές. Στην Ισπανία ο Ντελ Μπόσκε είναι αμετακίνητος στην γραμμή του να μην καλέσει τον Ντιέγκο Λόπεθ. Στην Ιταλία για κάνα-δυο χρόνια (και μέχρι πέρσι) το θέμα συζήτησης ήταν η μη κλήση Κασάνο. Στους Γερμανούς ο Λεβ δεν ενδίδει στις πιέσεις να πάρει στην ομάδα τον κορυφαίο σκόρερ των τελευταίων χρόνων (Κίσλινγκ). Στους Άγγλους ο ντόρος αφορά τη θέση του τερματοφύλακα: Χαρτ ή Φόρστερ. Στην οικοδέσποινα του Μουντιάλ πληθαίνουν τα δημοσιεύματα με επικρίσεις για τον παραγκωνισμό του Ροναλντίνιο.
Μοναδικός προπονητής
Στην δική μας την ομάδα ο Σάντος τα έχει λυμένα όλα αυτά τα ζητήματα και ο Πορτογάλος είναι ο ...μοναδικός προπονητής της Εθνικής. Όχι επειδή ήρθαν τα αποτελέσματα και μαζί η πρόκριση είναι όλα άγια και ωραία. Αλλά επειδή σε τούτη την Εθνική παίζουν μονάχα αυτοί που πραγματικά το αξίζουν. Καμιά δεκαριά ξενιτεμένοι, άλλοι τόσοι από Ολυμπιακό και ΠΑΟΚ, ο Καπίνο, ο Σηφάκης και τέλος. Χωράει από τον φετινό Παναθηναϊκό άλλος παίκτης στην Εθνική; Για την ΑΕΚ δεν το συζητάμε, στην κατηγορία που ανήκει. Υπάρχουν ξεχωριστοί Έλληνες παίκτες που θα ταίριαζαν στα σχέδια του Πορτογάλου από ομάδες όπως ο Αστέρας, ο Ατρόμητος ή από οποιαδήποτε άλλη ομάδα; Νομίζω πως όχι. Και ζητήματα ρουτίνας, όπως για παράδειγμα αν θα πρέπει ή όχι να ξεκινά ο Τζιόλης ή αν θα πρέπει να κληθεί ξανά ο Φετφατζίδης, ούτε καν μας απασχολούν και δικαίως. Εδώ έχουμε (ορθώς) αποδεχτεί ότι τερματοφύλακας της Εθνικής πρέπει να είναι ο Καρνέζης κι ας μην αγωνίζεται στην Γρανάδα. Διότι δεν υπάρχει άλλος καλύτερος (ή φορμαρισμένος) αυτή τη στιγμή...
Κραυγές και κορώνες
Η Εθνική προκρίθηκε, το χαρήκαμε όλοι, αλλά ας μην καταφεύγουμε στις συνήθεις υπερβολές και σε κραυγές για το ...DNA του Έλληνα. Ποδόσφαιρο είναι, δηλαδή ένα παιχνίδι συναισθημάτων. Χαρά και απόλαυση, πίκρα και απογοήτευση (όταν στραβώνει). Καμία πρόκριση της Εθνικής στο Μουντιάλ δεν μας λύνει τα άπειρα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί στην καμπούρα μας τα τελευταία χρόνια. Είναι εντελώς άτοπο και εκτός πραγματικότητας να συνδέουμε από τη μια την οικονομική κρίση, την εξαθλίωση και ανέχεια με την πρόκριση της Εθνικής στο μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό ραντεβού του κόσμου. Η καθημερινότητα μας δεν αλλάζει από μια σημαντική επιτυχία του ελληνικού αθλητισμού και οι πατριωτικές κορώνες το μόνο που πετυχαίνουν είναι να χαϊδεύουν αυτιά.
Επίσης δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι επιτυχίες της Εθνικής από το 2004 και μετά δεν έχουν να κάνουν ούτε στο ελάχιστο με κάποια πρόοδο ή βελτίωση του επιπέδου του ελληνικού ποδοσφαίρου. Έχουμε ένα τριτοκοσμικό πρωτάθλημα, στο οποίο μήνα Νοέμβριο ακόμα δεν γνωρίζουμε πόσες ομάδες θα υποβιβαστούν (!!!), με άθλιες υποδομές (γηπεδικές και όχι μόνο) και προβλέψιμο αποτέλεσμα – κατά συνέπεια σχεδόν μηδενικό ενδιαφέρον. Μέσα σ' αυτό το μίζερο τοπίο, ξεπετάχτηκε μια παρέα ικανών ποδοσφαιριστών που υπό την καθοδήγηση ενός σπουδαίου προπονητή έγραψαν το 2004 τον μεγαλύτερο άθλο του ελληνικού αθλητισμού. Το ευτύχημα είναι ότι ο Ρεχάγκελ παρέδωσε τα κλειδιά στον μοναδικό προπονητή που θα μπορούσε να συνεχίσει την ίδια συνταγή (με κάποιες παραλλαγές). Ο Σάντος θεωρείται μετρ και στο χτίσιμο και στην τακτική, το έχει αποδείξει και στη διαδρομή του σε συλλόγους. Δεν είχε να επιλέξει από εκατοντάδες ταλαντούχους ποδοσφαιριστές, αλλά στην πραγματικότητα από 30-40. Απ' αυτούς έφτιαξε και κορμό και μόνιμο σχήμα, χωρίς να τα ... μπουρδουκλώνει – όπως σ' αρκετές περιπτώσεις ο Ρεχάγκελ αλλάζοντας θέσεις σε παίκτες.
Παίκτες, προπονητές και πρόεδροι
Αποκτήσαμε Εθνική που παίζει σε υψηλό επίπεδο, χάρη σε μια-δυο παρέες παικτών και σε δυο προπονητές με το Π κεφαλαίο. Οι πρόεδροι της ομοσπονδίας σ' αυτή τη διαδρομή ελάχιστα μνημονεύονται, διότι με τα πεπραγμένα τους στην άθλια ελληνική ποδοσφαιρική πραγματικότητα χάνουν τους πόντους που είχαν κερδίσει με την επιλογή ενός Ρεχάγκελ κι ενός Σάντος (Αρκεί να διαβάσουμε διαλόγους Σοφοκλή Πιλάβιου στις κασέτες της “φούσκας” των στημένων για να περιοριστεί ο σεβασμός προς το πρόσωπο τους...).
Συνήθως αξιοποιείται ένα ολόκληρο πρωτάθλημα (με παίκτες, ταλέντα, υποδομές, γήπεδα, συνθήκες, μεγάλα παιχνίδια, απονομή δικαιοσύνης κλπ) για να φτιάξεις καλή Εθνική. Στη δική μας την περίπτωση όχι μόνο δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, αλλά θα ήταν ευχής έργον να βλέπαμε τα πράγματα να εξελίσσονται αντίστροφα. Μέσα από την Εθνική και τις επιτυχίες της (να δηλώνει παρούσα παντού) μήπως και φτιάχναμε καλύτερο ποδόσφαιρο. Δηλαδή καλύτερο πρωτάθλημα...