Το ‘παλιοτόμαρο’ έγινε αρνάκι και οι Σανς είδαν προκοπή
Ο Ρόμπερτ Σάρβερ είναι άκρως επιτυχημένος επιχειρηματίας, σε όλες του τις δουλειές, πέραν αυτής του ιδιοκτήτη των Σανς. Για χρόνια δεν τον ένοιαζε που τον έβριζαν, μηδέ ο καταποντισμός της ομάδας. Ώσπου κατάλαβε ότι δεν έφταιγαν μόνο οι άλλοι. Φέτος απολαμβάνουμε τις συνέπειες της αλλαγής.
Στις 22/10, πριν δοθεί το τζάμπολ της αγωνιστικής περιόδου 2019-20 στο ΝΒΑ, το AzCentral ενημέρωσε πως ‘οι Φοίνιξ Σανς είναι η καλύτερη ιστορία της Αριζόνα και δεν μιλάμε απλά για τα σπορ‘. Στις πρώτες γραμμές ανέφερε “χωρίς ανταγωνισμό, η καλύτερη ιστορία στην Αριζόνα αυτήν τη στιγμή αρχίζει με ένα ‘παλιοτόμαρο’. Έτσι βλέπει ο μπασκετικός κόσμος τον Ρόμπερτ Σάρβερ. H φήμη του, ως κακού είναι τόσο εδραιωμένη που μπορείς να τη σμιλεύσεις σε γρανίτη. Και δεν πρόκειται να αλλάξει. Δεν θεωρείται μόνο ως ένας από τους χειρότερους ιδιοκτήτες στο ΝΒΑ, αλλά σε όλα τα επαγγελματικά σπορ”. Mια στιγμή, να συστήσουμε αυτόν τον άνθρωπο, ο οποίος μεταξύ πολλών άλλων, είναι και ιδιοκτήτης της ποδοσφαιρικής RCD Mallorca.
Ημουν στο σωστο σημειο, με τους σωστους γονεις, τη σωστη ωρα
Γεννήθηκε στο Τουσόν της Αριζόνα (1961). O πατέρας του, Τζακ ήταν επιχειρηματίας, τραπεζίτης, ενώ δημιούργησε και διοίκησε τρία ξενοδοχεία στο Τουσόν. Κάπως έτσι η οικογένεια έγινε γνωστή ως αυτή που ήξερε να δημιουργεί ωραία ξενοδοχεία και να φτιάχνει το προφίλ της πόλης. Πέθανε από ανακοπή καρδιάς το 1979. Ήταν 58. Ο γιος του δώρισε χρόνια, στο Πανεπιστήμιο από το οποίο αποφοίτησε (University of Arizona -πτυχίο στη διοίκηση επιχειρήσεων) εκατομμύρια, για τις έρευνες στις καρδιακές παθήσεις. Το 1998 έδωσαν στο σχετικό κέντρο το όνομα της οικογενείας -στη μνήμη του Τζακ. O Ρόμπερτ άρχισε να εργάζεται σε μια από τις εταιρίες του πατέρα του -American Savings and Loan (ειδική στην αποταμίευση και τα δάνεια)-, από τα 16. Προσελήφθη ως ατζέντης στεγαστικών δανείων μερικής απασχόλησης και εσωτερικός συνεργάτης, στον τομέα των ελέγχων.
Επτά χρόνια μετά, ήταν ο μικρότερος σε ηλικία άνθρωπος που ίδρυσε τράπεζα.
Αφότου τελείωσε το πανεπιστήμιο το τελείωσε σε 3 1/2 χρόνια, έφτιαξε το 1984 (σε ηλικία 23 χρόνων) την National Bank of Arizona. Την πούλησε το 1994. Επεκτάθηκε στο Σαν Ντιέγκο και το Λας Βέγκας, αλλά και στα κτηματομεσιτικά της Αριζόνα και της Καλιφόρνια. Μπήκε σε ομάδα επενδυτών που αγόραζε γη και έφτιαχνε διαμερίσματα, τα οποία μετά πουλούσε -στη συνέχεια της φάσης έφτιαχνε κτίρια γραφείων, τα οποία υπενοικίαζε ή πουλούσε- στο κέντρο του Σαν Ντιέγκο και το Λος Άντζελες. Το concept ήταν να φτιάχνει (τράπεζες ή ακίνητα) και να τα πουλάει. Μια από τις επενδύσεις του Ρόμπερτ ήταν σε τράπεζα της Καλιφόρνια, αξίας 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το 2008 το portfolio της ομάδας του (της επενδυτικής) είχε assets αξίας 5.2 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Σε συνέντευξη που είχε δώσει τότε στη Las Vegas Review Journal είχε πει ότι “φροντίζω πάντα να λέω στους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζομαι τι πιστεύω -ανά πάσα στιγμή. Έχω πάθος για τις επιχειρήσεις και θέλω το ίδιο να ισχύει και για τους υπαλλήλους μου. Θεωρώ πως είμαι αξιοκρατικός”.
Είχαν ήδη προκύψει θέματα με τα -πολλά- δάνεια που είχαν δοθεί, αδιακρίτως. Κυρίως τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια. Το πράγμα άρχισε να μη ‘μαζεύεται’ και επικρατούσε ένας πανικός. Εκείνος αισθανόταν ήρεμος, εξηγώντας πως με τους συνεργάτες του είχαν πάρει τα μέτρα τους. “To πιο σημαντικό πράγμα που πήρα από τον πατέρα μου ήταν να μπορώ να προβλέπω και το ένστικτο. Ήταν καλός άνθρωπος. Έδωσε πολλά στην κοινότητα. Ίσως να με βοήθησε στο να με οδηγεί σε κινήσεις, ώστε να πάνε όλα καλά. Υπήρξα πολύ τυχερός”.
Παιδικός του είχε πει στην Tuscon Citizen, τo 2005 πως “είναι απίστευτα έξυπνος και πάντα στις επάλξεις. Μπορεί και ‘διαβάζει’ τους ανθρώπους και είναι προσγειωμένος”. Στο ίδιο μέσο, ο Σάρβερ αποκάλυψε ότι ‘δεν έπαιξα ποτέ σε fantasy league, στα νιάτα μου‘, μάλλον γιατί έκανε τη διαδικασία στην κανονική ζωή. Εν τοιαύτη περιπτώσει, εκείνη τη χρονιά είχε αποφασίσει να πάρει τους Σανς -δηλαδή να γίνει κάτοχος του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών. Ήταν 43. Είχε δώσει 401.000.000 δολάρια στον Τζέρι Κολάντζελο -για να πάρει το πακέτο-, ποσό που ήταν ρεκόρ για το ΝΒΑ.
Ο ρόλος του Στιβ Κερ στην εξαγορά των Σανς από τον Σάρβερ
Λίγους μήνες πριν τις ανακοινώσεις, ο κόουτς της Αριζόνα, Λουτ Όλσον, παιδικός φίλος του Σάρβερ του πρότεινε να μιλήσει με το πρώην αστέρι του πανεπιστημίου, Στιβ Κερ, για το ενδεχόμενο να αγοράσει ομάδα. Ο Σάρβερ συνάντησε τον Κερ και μαζί πήγαν στη Νέα Υόρκη, για να συναντήσουν τον κομισάριο Ντέιβιντ Στερν, ώστε να μάθουν τι χρειαζόταν. Εκείνος τους συνέστησε να βρουν τον Κολάντζελο ‘και δυο μήνες μετά δίναμε προκαταβολή 10 εκατομμυρίων δολαρίων’.
Τον πρώτο καιρό της ιδιοκτησίας του, είχε πει ότι “είναι το όνειρο κάθε παιδιού να είναι μέλος αυτής της επιχείρησης. Για όσους δεν μπορούμε να παίξουμε, είναι συναρπαστικό να μπορούμε να είμαστε ιδιοκτήτες”. Ομολόγησε πως “την πρώτη εβδομάδα, μετά την αγορά νόμισα πως ήμουν στη fantasy league. Δεν ήμουν βέβαιος για αυτό που έκανα. Είχαμε πάει στο Ντάλας, πήραμε τον Στιβ Νας (για 60 εκατομμύρια και μετά τον Κουεντίν Ρίτσαρτσον, για 43 εκατομμύρια) και σκεφτόμουν ‘είμαι στην Candid Camera; Τα έκανα πραγματικά αυτά;’. Όλα συνέβησαν πολύ γρήγορα”.
Εκείνη τη σεζόν (2004-05), οι Σανς είχαν τελειώσει την κανονική περίοδο με το καλύτερο ρεκόρ (62-20). Για δεύτερη φορά στην ιστορία τους (μετρά από το 1993) είχαν μετρήσει περισσότερες από 60 νίκες και ήταν στα play-offs. “Κάναμε πολύ ωραία διαδρομή. Ήταν διασκεδαστικό να παρακολουθεί κάποιος την ομάδα, το γρήγορο ρυθμό της. Είναι μια εκπληκτική παρέα παιδιών που περνούν καλά μαζί“.
“Στη συνάντηση που είχαμε, πριν αρχίσει η σεζόν, τους είχα πει ότι με 45 νίκες θα ήμουν ΟΚ και ότι αν είχαν πάλι για ρεκόρ το 29-53 (εκεί τελείωσαν το 2004), θα πήγαινα στη Conorado Bay Bridge με τον Αμαρέ Στάνταμαϊρ και τον Σον Μάριον και θα πηδούσαμε”.
Πάνω στον ενθουσιασμό του, εκείνη την πρώτη χρονιά, εμφανίστηκε σε ένα ημίχρονο να κάνει τη δουλειά της μασκότ -με άλμα στο τραμπολίνο και κάρφωμα. Τον είχαν συγκρίνει με τον Μαρκ Κιούμπαν, ως προς την αμεσότητα που είχε. Είχε γίνει ένας από τους φαν των Σανς. “Με τον Μαρκ έχουμε ως κοινό ότι δείχνουμε τα συναισθήματα μας, ενθουσιαζόμαστε εύκολα και έχουμε πάθος με την ομάδα. Δεν μπλέκομαι όσο εκείνος με τα του μπάσκετ, αλλά περνάω ωραία. Κάποιες φορές ξεχνώ ότι είμαι ο ιδιοκτήτης του οργανισμού”.
Ευτυχώς για όλους, η ομάδα είχε για προπονητή τον Μάικ Ντ’ Αντόνι και ήταν η εποχή που αυτός πέρασε από τη θεωρία του ‘seven seconds or less‘ στην πράξη, με θαυμαστά αποτελέσματα.
➔ Το 2005 οι Σανς ήταν πρώτοι στην κανονική περίοδο (62-20), αλλά έχασαν στους τελικούς της Δύσης από τους Σπερς.
➔ Το 2006 στη regular season (54-28) και έμειναν πάλι, εκτός τελικών -αυτήν τη φορά από τους Μαβς.
➔ Το 2007 είχαν για ρεκόρ το 61-21 και αποκλείστηκαν στα ημιτελικά της δυτικής περιφέρειας από τα ‘Σπιρούνια’
➔ Το 2008 έφτασαν στο 55-27 και έχασαν στον πρώτο γύρο της postseason από τους Σπερς.
➔ Το 2009, όταν στον πάγκο καθόταν ο Τέρι Πόρτερ για 51 ματς, πριν εμφανιστεί ο Άλβιν Τζέντρι, τελείωσαν με 46-36 και δεν μπήκαν στα playoffs
➔ Το 2010 είχαν για ρεκόρ το 54-28 και οι Λέικερς δεν τους άφησαν να φτάσουν στους τελικούς του ΝΒΑ.
Μέχρι εδώ όλα πήγαιναν βάσει πλάνου ή καλύτερα βάσει όσων είχε ζήσει έως τότε ο Σάρβερ (βλ. ‘ό,τι πιάνω γίνεται χρυσός’). Ώσπου αυτό έπαψε να ισχύει.
Έκτοτε αγνοείται η τύχη τους από την postseason, με τα ρεκόρ να είναι κακά (2011: 50-42, 2012: 33-33, 2013: 25-57, 2014: 48-34, 2015: 39-43, 2016: 23-59, 2017: 24-58, 2018: 21-61). Το χειρότερο ήταν το περυσινό (2019: 19-63).
Οι αλλαγές προπονητών
Ενόσω συνέβαιναν αυτά, πηγαινοέρχονταν προπονητές. Ο Σάρβερ βρήκε τον Μάικ Ντ’ Αντόνι στον πάγκο (ήταν από το 2003) και τον αποχαιρέτησε το 2008, αφότου το 2005 αναδείχθηκε ‘καλύτερος κόουτς της χρονιάς’. Τη σεζόν 2008-09 έδωσε τη δουλειά στον Τέρι Πόρτερ. Του την πήρε πίσω μετά 51 ματς και την έδωσε στον Άλβιν Τζέντρι. Αυτός έμεινε έως το 2013 οπότε έκανε ένα γκεστ σταρ (41 ματς) ο Λίντσι Χάντερ, πριν προσληφθεί ο Τζεφ Χόρνασεκ. Αυτός ‘έκλεισε’ τριετία. Μετά έδωσε την καρέκλα στον Ερλ Ουότσον, ο οποίος στο τέλος της περιόδου 2016-17 την έδωσε τον Τζέι Τριάνο. Και αυτός αρκέστηκε στη μια σεζόν, πριν παραδώσει στον Ιγκόρ Κοκόσκοφ, ο οποίος έγινε ο τέταρτος μονοετής προπονητής του Φοίνιξ, με τον Μόντι Ουίλιαμς να συμφωνεί να καθίσει στην -θα την έλεγες και ηλεκτρική- καρέκλα.
Όσο στράβωναν τα πράγματα, τόσο ‘μουλάρωνε’ ο Σάρβερ, καθώς δεν είχε μάθει να χάνει. Και είχε και τις σχετικές εκρήξεις. Χαρακτηριστική ήταν αυτή του Δεκέμβρη του 2018, όταν το Φοίνιξ αρνήθηκε να συμβάλει στην ανέγερση του νέου σταδίου ‘γιατί η ομάδα ήταν αποτυχημένη’. Οι φαν του χρέωναν όλες τις αποτυχίες (μαζί και την τυφλή εμπιστοσύνη στα advanced stats και τα analytics, χωρίς να φαίνεται να λειτουργεί αυτή -πολλώ δε όταν δεν αφορούσε ανθρώπους του μπάσκετ, αλλά μόνο ειδικούς επί των αριθμών, ενώ αποδεδειγμένα χρειάζονται και τα δυο, πια) και εκείνος κάποια στιγμή -πέρυσι- το ‘έχασε’ τελείως, όταν οπαδός του είπε να πουλήσει τον οργανισμό, για να σωθεί -ο οργανισμός. Ο ιδιοκτήτης προσέβαλε τον φίλαθλο, αποδεικνύοντας και πάλι πως στο μυαλό του η ομάδα άνηκε μόνο σε εκείνον.
Γνώριζε πολύ καλά ότι δεν τον αγαπούν στο Φοίνιξ, όπως και ότι όλοι οι φίλαθλοι ζουν για την ημέρα που θα δώσει σε άλλα χέρια τις μετοχές. Αλλά δεν τον ένοιαζε. Και φρόντιζε να ενημερώνει για αυτήν την αδιαφορία, ως προς τα συναισθήματα των φαν. Μέσα του μάλλον κάτι τον ‘έτρωγε’, αν κρίνουμε από το την αλλαγή που ήλθε από τις αρχές του 2019, όταν παραδέχθηκε κάποια από τα λάθη του. Ήταν αυτά που ‘χαν εξελίξει τον οργανισμό σε ένα τοξικό περιβάλλον. Στα highlights ανήκουν οι έφοδοι στα αποδυτήρια τον κόουτς, σε ημίχρονα για να περάσει από γενιές δεκατέσσερις τον -όποιον- κόουτς, σχετικά με τις αποφάσεις του, η απαίτηση του (το Γενάρη του 2012) να μην παίξει ο Γκραντ Χιλ στο δεύτερο ημίχρονο αγώνα, γιατί είχε αφήσει τον -πρώην ‘Ήλιο’- Βινς Κάρτερ να βάλει 15 πόντους, τα πειράγματα στους αντιπάλους -από τη θέση του στο γήπεδο- και τα ουρλιαχτά για αλλαγές προς τον δικό του πάγκο.
Yπήρξε παρεμβατικός, χωρίς να ‘χει την εμπειρία, βύθισε στην αστάθεια τη διοίκηση, πετσόκοψε τον κόσμο που δούλευε στο scouting και δημιούργησε χάσμα μεταξύ αυτών που έπαιρναν τις αποφάσεις και των παικτών/προπονητών.
Τον Μάρτιο του 2019 είπε το “ο οργανισμός δεν λειτουργεί στο επίπεδο που θα ήθελα ή θα ήθελαν οι φανς. Δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και υπεύθυνος για να αλλάξει αυτό, είμαι εγώ. Προσπάθησα να δημιουργήσω τη φόρμουλα που ακολουθούσα και στις επιχειρήσεις μου, όπου έπαιρνα νέους και τους εκπαίδευα. Στις άλλες δουλειές αυτή η κατάσταση έδινε επιτυχίες. Σε αυτήν τη δουλειά, κάποιες φορές υποτίμησα τις προκλήσεις των ευθυνών των διοικούντων, στο σημερινό ΝΒΑ και την εμπειρία που χρειάζεται για να κάνεις καλή δουλειά”.
Προηγήθηκε η ‘επιχείρηση σκούπα’ που έκανε στα αρχηγεία, τον Οκτώβρη του 2018 και κάποιες άλλες κινήσεις (πχ επένδυσε στις εγκαταστάσεις και τα οργανωτικά, ‘έκλεισε’ συμφωνία 230.000.000 δολαρίων με την πόλη του Φοίνιξ, για να εκσυγχρονιστεί η Τalking Stick Resort Arena, άρχισε να φτιάχνει νέο προπονητικό κέντρο, ενώ μια φυσιοθεραπεύτρια ακολουθεί την ομάδα, σε όλα τα ταξίδια). Έτσι κατάφερε να πείσει πως όντως έχει αλλάξει και να βρει συνεργάτες που μπορούσαν να κάνουν επιτυχημένο τον οργανισμό.
Το πρώτο ήταν πως από εκεί που δεν ασχολούνταν με τα του μπάσκετ -όπως είχε πει όταν πρωτοανέλαβε-, έπαιρνε τις αποφάσεις για τα πάντα. Κάτι που οδήγησε στο χάος. Όταν συνάντησε τον Μόντι Ουίλιαμς, για να του προσφέρει πενταετές συμβόλαιο, του ξεκαθάρισε πως εκείνος θα κάνει ό,τι κρίνει πως χρειάζεται -σε επίπεδο κοουτσαρίσματος, εξέλιξης νέων παικτών και αλλαγών. Ότι θα τον εμπιστευόταν απόλυτα, κάτι που ίσχυε και για τον Τζέιμς Τζόουνς -ο οποίος ήταν παρών στο ραντεβού με τον κόουτς.
Ο Σάρβερ έδωσε πέρυσι στον Τζόουνς το πόστο του interim GM (και τη δουλειά να ενώσει τη διοίκηση με τους παίκτες και τους κόουτς) και το καλοκαίρι τον έκανε… βασικό. Η ανοικοδόμηση των Σανς δεν αφορούσε κάποια μεγάλη κίνηση, από τις πολλές που έγιναν το καλοκαίρι (γιατί ποιος superstar θα δεχόταν να πάει στο Φοίνιξ, έτσι όπως είναι;), αλλά με αρκετές μικρές, που ήταν ουσιαστικές.
Ο Τζόουνς είναι ένας τύπος που εμπιστεύονται οι καλύτεροι. Ο ΛεΜπρον Τζέιμς τον έχει χαρακτηρίσει ως τον καλύτερο συμπαίκτη που είχε ποτέ -στους Καβς. Ο Ρίτσαρντ Τζέφερσον είχε προσθέσει ότι ‘αν ο ΛεΜπρον ήταν η καρδιά αυτής της πρωταθλήτριας ομάδας, ο Τζόουνς ήταν η ψυχή‘. Ο Κέβιν Λοβ είχε δηλώσει ότι “αν είσαι στο σχολείο, ο Τζέιμς είναι ο τύπος που θες να κάθεται δίπλα σου. Ήμουν πάντα δίπλα στο αεροπλάνο και προσπαθούσα να μάθω από αυτόν και στα αποδυτήρια. Να μάθω για το μπάσκετ, για την οικογένεια, για τα πάντα”. Ο Τζόουνς έχει δημιουργήσει με τη σύζυγο του, Ντέστινι το James Jones Legacy Foundation για να βοηθά τα παιδιά της South Florida να ‘χτίζουν’ χαρακτήρα και αυτοπεποίθηση, ώστε να μπουν σε κολέγια και να πάρουν πτυχία.
Το μπασκετικό IQ του νέου GM είναι αδιαπραγμάτευτο. Είναι επίσης, γνωστός για την ικανότητα του να δημιουργεί, βάσει πλάνου. Είναι όμως, και γνωστός ως τύπος που δίνει τζάμπα παίκτες που θεωρούνται ‘κεφάλαια’ (έκανε δώρο τον δεύτερο σκόρερ της ομάδας -και τα 35 εκατομμύρια του μισθού του- TJ Ουόρεν στους Πέισερς, γιατί αμυντικά δεν ήταν αυτό που ήθελαν).
Η βασική σκέψη ωστόσο, στο μυαλό των φαν ήταν πως ό,τι και αν κάνει ο Τζόουνς, αποκλείεται να είναι χειρότερο από ό,τι θα έκανε ο Σάρβερ, για τον οποίον είπε ο GM -στο The Jump του ESPN πως “είναι πολύ παθιασμένος. Υπήρξε εξαιρετικά επιτυχημένος, σε κάθε βήμα της ζωής του, αλλά σε ό,τι αφορά το μπάσκετ και τους Σανς τον κέρδισε το πάθος. Είναι παρόν, στηρίζει, ωστόσο το πιο σημαντικό είναι πως έχει ωριμάσει και καταλαβαίνει ότι χρειάζεται μια ομάδα ηγετών γύρω του. Ανθρώπους που θα του επιτρέψουν να αισθανθεί άνετα, γνωρίζοντας πως κατ’ αρχάς είναι οργανισμός. Εκεί επικέντρωσαν οι συζητήσεις που είχα εγώ και ο Μόντι, μαζί του. Μας έπεισε πως το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η επιτυχία του οργανισμού. Μας προκαλεί κάθε μέρα να είμαστε δημιουργικοί και να βρίσκουμε λύσεις. Έχω υπάρξει παίκτης και ξέρω πώς να διαχειρίζομαι τη διαρκή πίεση. Ξέρω πώς να θριαμβεύω σε τέτοια περιβάλλοντα”.
Τι είχαν πρόχειρο οι Σανς και τι ‘έβαλαν’
Στην άφιξη του Ουίλιαμς, βρήκε στο ρόστερ νέα παιδιά, με ταλέντο (προεξέχοντος του Ντέβιν Μπούκερ και ακολουθούσε ο Ντιάντρε Άιτον, ο οποίος ‘συνελήφθη’ με απαγορευμένη ουσία, σε δείγμα του) και νέο προπονητικό κέντρο (στο οποίο εστιάζουν όσοι θέλουν να αλλάξουν οργανισμούς -γιατί αφορά την επένδυση κάθε ιδιοκτήτη στο project, εντός και εκτός εισαγωγικών). Διαθέσιμος υπήρχε και ο Κέλι Ουμπρ (ήταν στην ανταλλαγή του Αρίζα), ο οποίος ‘παίζει σαν εκτελεστής, αλλά είναι μέλος χορωδίας εκκλησίας, με το Fear και το God ‘σημαδεμένα’ στους δικέφαλους του’. Σε αυτά τα πρώτα ματς της σεζόν οι μέσοι όροι σε πόντους, ριμπάουντ και ποσοστό στα σουτ είναι σε πορεία ρεκόρ καριέρας.
Έμεναν οι πινελιές -που καθορίζουν το αποτέλεσμα. Δηλαδή, βετεράνοι που να μπορούν να δείξουν το δρόμο -ιδανικά και καλοί αμυντικοί. Προστέθηκαν οι Κάμερον Τζόνσον, Τάι Τζερόμ (No11 και Νο14, στο 2019 NBA Draft -ο δεύτερος επίσης, τιμωρήθηκε για απαγορευμένη ουσία), Ρίκι Ρούμπιο (free agency), Tζεβόν Κάρτερ (ανταλλαγή), Φρανκ Καμίνσκι (ανταλλαγή), Άρον Μπέινς (ανταλλαγή) και Ντάριο Σάριτς (ανταλλαγή). Οι Σανς πήραν παιδιά που ήθελαν να αποδείξουν πράγματα. Οι επιλογές είχαν ρίσκο, εν τούτοις αν ‘έβγαιναν’ θα γινόταν δουλειά. Το βέβαιο ήταν πως όλοι θα έκαναν τη δουλειά.
Ο Ισπανός προσελήφθη για να επιτρέψει στον Μπούκερ να γυρίσει στην πιο φυσική του θέση -χωρίς την μπάλα- και έγινε ηγέτης, χάριν της πλειάδας των σουτέρ που ‘χει δίπλα του. Άσε που όλοι τον λατρεύουν και δουλεύουν για αυτόν, όπως αλληλοσυμπληρώνονται (με τις αποστάσεις και την εμπιστοσύνη να κάνουν τον Ρούμπιο ακόμα πιο δημιουργικό). Το SB Nation έγραψε πως ‘είναι η λάμψη πίσω από την λιακάδα‘.
Ο Κάρτερ εξελίχθηκε σε ρεζέρβα του Ρούμπιο και αποκάλυψη (42% στα σουτ και άμυνα από αυτές που περιορίζουν τον Καγουάι Λέοναρντ, με τον ίδιο να εξηγεί ‘δεν άλλαξε κάτι από πέρυσι, απλά πλέον παίζω‘, με τον Ουίλιαμς να του ‘χει δώσει ελευθερίες). Ο Καμίνσκι ήθελε απλά να παίζει -κάτι που δεν συνέβαινε στη Σάρλοτ. Δεν τον ένοιαζε ο ρόλος. Μόνο να πατά στο παρκέ. Προφανώς και ήθελε να πετύχει. Στο Φοίνιξ φαίνεται να διασκεδάζει αυτό που του συμβαίνει, εξ ου και ανήκει στους καλύτερους σκόρερ, ριμπάουντερ και στο ΤΟΡ5 των ασίστ. Δεν είναι ο καλύτερος αμυντικός που υπάρχει, ούτε προστατεύει τη στεφάνη. Μπορεί όμως, να δώσει πολλά άλλα. Δήλωσε και αυτός ‘χαρούμενος που επιτέλους παίζω‘. Ο -ρολίστας- Μπέινς έγινε η ‘κόλλα’ που κρατά ενωμένους τους Σανς, μετά την τιμωρία του Έιτον. Δεν έγινε ‘ταφόπλακα’, γιατί δεν το επιτρέπει ο Αυστραλός (16π., 5.6 ριμπάουντ, 3.3 ασίστ και 0.9 τάπες, σε 24.9 λεπτά ανά ματς και 58% στα σουτ), με τον Μόντι Ουίλιαμς να ‘χει πει ότι “νιώθω ασφάλεια, όταν είναι στο παρκέ. Ξέραμε πως πήραμε παίκτη που θα βοηθά σε πολλά. Δεν ξέραμε το πώς. Τώρα έχουμε μια εικόνα”.
O Σάριτς εξήγησε πως ‘επιτέλους βρήκα τη θέση μου κάτω από τον ήλιο. Εδώ είμαστε οικογένεια, υπάρχει πολύ ταλέντο και όλοι έχουμε αναλάβει την εκκίνηση διαδικασίας που έχει ως στόχο τη διάκριση. Ο ένας στηρίζει τον άλλον και όλοι κάνουμε ό,τι θέλει ο κόουτς. Το πρώτο που ζητά είναι να δώσουμε το 100% κάθε βράδυ. Κάποιες φορές θα νικήσουμε, άλλες όχι. Στο μυαλό μας όμως, αντιμετωπίζουμε κάθε αγώνα ως ματς των playoffs και θυσιαζόμαστε όλοι για την ομάδα‘.
Από την πρώτη μέρα έως τώρα ο Ουίλιαμς θυμίζει στους παίκτες του πως όλοι πρέπει να σουτάρουν και όλοι πρέπει να διεκδικούν τα ριμπάουντ.
Το ρόστερ που παρουσιάζουν φέτος οι ‘Ήλιοι’ έχει το μικρότερο μέσο όρο ηλικίας (24.1, με τους αρκετές άλλες να ακολουθούν με 24.4). Εύλογα, υπάρχουν σε αυτό παίκτες που ‘χουν τα δεύτερα λιγότερα χρόνια εμπειρίας στο ΝΒΑ (2.8, με τα 2.7 των Σέλτικς να είναι στο Νο1). Και όλα αυτά έγιναν με μπάτζετ που δεν το λες ευτελές (τα 7.100.000 δολάρια των Νικς είναι το ναδίρ και τα 10.000.000 των Μπλέιζερς το ζενίθ, με το Φοίνιξ να ‘χει 7.8).
To 138-112 επί των Νετς, τα ξημερώματα ήταν άλλη μια ‘δήλωση’ για όσους επιμένουν, ακόμα πως αυτό που κάνουν φέτος οι Σανς είναι τυχαίο. Ο Ρούμπιο είχε το σίζον χάι των 22 πόντων (10/16 σουτ), 12 ασίστ και 2 κλεψίματα, ελέγχοντας το ρυθμό και τους συμπαίκτες του, ο Μπούκερ πρόσθεσε 27 πόντους και 9 ασίστ, ο Μπέινς 14 πόντους, 7 ριμπάουντ, 2 ασίστ και 2 τάπες, ο Τζόνσον 15 πόντους (6/10 σουτ), 6 ριμπάουντ, 2 ασίστ, 2 κλεψίματα και 2 τάπες, σε 20′ και όλοι μαζί απήλαυσαν το 6-3, που είναι η καλύτερη εκκίνηση του Φοίνιξ, έπειτα από 9 χρόνια.